Αρχείο μηνός Ιανουάριος 2016

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΕΚΡΙΔΑΚΗΣ. Το έργο των Τριών Ιεραρχών ως απόκριση στην πολιτισμική κρίση της εποχής τους

ΜΙΚΡΟ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Γράφει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Αδιαμφισβήτητο είναι πια το γεγονός ότι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών, για ένα μέρος της εκπαιδευτικής κοινότητας, (Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια), με τον τρόπο που κάθε χρόνο μνημονεύονται οι τρεις αυτοί κορυφαίοι Πατέρες της Εκκλησίας, αποτελεί πια ένα πρόβλημα που εναγωνίως ζητά τη λύση του. Σε αυτό ας προστεθεί και η αμφιταλαντευόμενη θέση της Πολιτείας, για το αν δηλαδή η 30η Ιανουαρίου είναι σχολική γιορτή ή αργία, η οποία θέση, ως γνωστόν κάθε χρόνο, ένα δεκαήμερο πριν την γιορτή, εξαντλείται σε μια σειρά πληκτικών εγκυκλίων που αποστέλλονται προς τις σχολικές μονάδες, για το πως θα τιμήσει η καθεμιά τους Τρεις Ιεράρχες. Ωστόσο, το πρόβλημα δεν είναι μόνο αυτό. Η Πολιτεία, δια του εκάστοτε Υπουργού Παιδείας, ουδέποτε μπήκε στον κόπο να αφουγκραστεί την αγωνία πολλών συναδέλφων που πολλές φορές έχουν επισημάνει λανθάνουσες εκδοχές αυτής της γιορτής, ούτως ώστε να αλλάξει ολίγον το πνεύμα κι ο τρόπος εορτασμού της. Προς αυτήν την κατεύθυνση η βιβλιογραφία είναι αρκετά πλούσια. Ενδεικτικά, εδώ, αναφέρω δύο βιβλία, που καλόν είναι κάποτε οι ιθύνοντες σοβαρά να μελετήσουν, μήπως και η γιορτή των Τριών Ιεραρχών αποκοπεί από τα βαρίδια του  ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος, που κατά κόρον κάθε χρόνο αναπαράγονται σε πληκτικούς πανηγυρικούς λόγους και κυρίως ακούγονται σε σχολικές αίθουσες και ναούς. Συγγραφέας αυτών των βιβλίων είναι η ΕΦΗ ΓΑΖΗ. Οι τίτλοι τους με το καλύτερο δυνατό τρόπο αποτυπώνουν και δικαιολογούν τον παραπάνω προβληματισμό. Μπορεί κανείς σε μερικά σημεία τους να διαφωνεί, αυτό όμως δεν ακυρώνει την επιστημονική εγκυρότητά τους. Οι τίτλοι τους: Ο δεύτερος βίος των Τριών Ιεραρχών. Μια γενεαλογία του “ελληνοχριστιανικού πολιτισμού”, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2004, το πρώτο, και: Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια. Ιστορία ενός συνθήματος 1880-1930, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2001, το δεύτερο. [Πρβλ. ΡΕΝΑ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ – ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ, “Αντιπαραθέσεις των κυρίαρχων ρευμάτων κατά τον 20ό αιώνα. Η αποτύπωση του ελληνοχριστιανικού ιδεολογήματος”, στο: Ιστοριογραφία της Νεότερης και Σύγχρονης Ελλάδας 1833-2002, Πρακτικά Δ΄ Διεθνούς Συνεδρίου Ιστορίας, τ. Α΄, ΚΝΕ / ΕΙΕ, Αθήνα 2004, 67-78]. Εξαίρεση, ωστόσο, αποτελεί η περίπτωση εορτασμού των Τριών Ιεραρχών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, όπου το ακαδημαϊκό κύρος της γιορτής διασώζεται ατόφιο. Εξαίρεση, όμως, αποτελούν και οι πανηγυρικοί λόγοι, που όταν τους ακούς ή τους διαβάζεις λυτρώνεσαι, αναπαύεσαι πνευματικά. Και το κυριότερο γιατί αυτοί εκφωνούνται από συναδέλφους με καλό θεολογικό υπόβαθρο. Ένας τέτοιος είναι κι αυτός που αναρτώ ευθύς αμέσως. Ευχαριστώ τον συνάδελφο ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΠΕΚΡΙΔΑΚΗ από τη γειτονική Χίο για την άδεια δημοσίευσής του.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΕΚΡΙΔΑΚΗΣ. Το έργο των Τριών Ιεραρχών ως απόκριση στην πολιτισμική κρίση της εποχής τους

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 19ο ΚΑΙ 20ο ΑΙΩΝΑ. Προσπάθειες συγκρότησης “εθνικοθρησκευτικής συνείδησης” στο χώρο της εκπαίδευσης. Η περίπτωση του Γυμνασίου Μυτιλήνης (1840-1923)

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 19ο ΚΑΙ 20ο ΑΙΩΝΑ

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 19Ο ΚΑΙ 20Ο ΑΙΩΝΑ (ppt)

Θεοφάνης ο Έλληνας· Με αφορμή την εικόνα της Μεταμόρφωσης του Χριστού

ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ / ΟΜΑΔΟΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ

Θεοφάνης ο Έλληνας· Με αφορμή την εικόνα της Μεταμόρφωσης του Χριστού

«Είπες εδώ και χρόνια: / “Κατά βάθος είμαι ζήτημα φωτός”», Γιώργος Σεφέρης

Δ. Ε. 13. Τι μπορεί να μάθει ο άνθρωπος για το Θεό; Προσέγγιση της γιορτής της Μεταμόρφωσης

Nietzsche. Ντοστογιέφσκη. Καζαντζάκης… απέναντι

Η προέλευση του Ισλαμικού Κράτους και οι επιδιώξεις του

Του ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΟΡΟΒΙΝΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Α) Η σκυτάλη της αμφισβήτησης περνάει από τους εθνικιστές και τους μαρξιστές στους ισλαμιστές στη Μέση Ανατολή.
Β) Ουαχαμπισμός και Σαλαφισμός και η σημασία τους για τη γέννηση του Τζιχαντισμού.
Γ) Η προέλευση και τα πιστεύω του ισλαμικού κράτους.
Δ) Η εδαφικότητα και η σημασία της για την ανακήρυξη χαλιφάτου.
Ε) Η αποκαλυπτική σκέψη του Ισλαμικού κράτους και η κρίση του πολιτισμού.
ΣΤ) Επέκταση ή θάνατος.
Ζ) Η ισλαμική τερατογένεση και το πραγματικό πρόβλημα της εποχής μας.

Συνέχεια

Ας μιλήσουμε και κάπως έτσι για τους πρόσφυγες

«Μύριζε η Εκκλησία λιβάνι κι αγριολούλουδα· από τα στενά παραθυράκια του τρούλου, με τα πολύχρωμα τζάμια, έμπαιναν πράσινες, κόκκινες, γαλάζιες οι στερνές αχτίδες του ήλιου και φώτιζαν τον Παντοκράτορα· τον είχε με τα ίδια του τα χέρια ζωγραφίσει, χρόνια τώρα, ανάσκελα ξαπλωμένος στις σκαλωσιές. Τον είχε στορίσει όχι άγριο κι οργισμένο, όπως τον θέλει η συνήθεια, παρά θλιμμένο, βασανισμένο και χλωμό, σαν πρόσφυγα. “Πρόσφυγας είμαι κι εγώ”, μουρμούρισε ο παπα-Γιάνναρος ζωγραφίζοντάς τον, “πρόσφυγας, μ’ έδιωξαν από τα χώματά μου, πέρα από την ήμερη γλυκοαίματη Θράκη, και σκαρφάλωσα εδώ, στ’ άγρια ηπειρώτικα βουνά, και μάχουμαι και δέρνουμαι να κάμω τα θεριά ανθρώπους. Πρόσφυγας είναι κι ο Χριστός στη γης ετούτη και πρόσφυγα θα τον ζωγραφίσω”. Πήρε κίτρινες και πράσινες μπογιές και του λίγνεψε τα μάγουλα και του ‘γειρε κάτω τα χείλια, του ‘βαλε ζάρες στο λαιμό – και μονάχα γύρα από τα μάτια του χάραξε μακριές χρυσές αχτίδες, που φώτιζαν και γέμιζαν ελπίδες το πολυτυραννισμένο του πρόσωπο”.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ, Οι Αδερφοφάδες, εκδ. Ελένης Καζαντζάκη, Αθήνα 1982, 143.

Από το Γλωσσικό στην αγλωσσία

Του ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

Φ​​ίλος μαθηματικός στη Μέση Εκπαίδευση μού επισήμανε τις συνέπειες της αγλωσσίας στη διδασκαλία των θετικών επιστημών. Μου είπε πως ακόμη και οι μαθητές που έχουν ευχέρεια στην εφαρμογή των απαραίτητων για τη λύση των προβλημάτων τύπων αδυνατούν να εξηγήσουν τη μέθοδο που ακολουθούν. Έχουν τις γνώσεις, έχουν την ευφυΐα, πλην όμως τους λείπει η σκέψη, επειδή τους λείπει η γλώσσα που θα μπορούσε να τη διαμορφώσει. Ο φίλος μου είναι γυμνασιάρχης σε ένα εξαιρετικό σχολείο και εμπιστεύομαι την κρίση του. Παπαγαλία, λοιπόν, τρόπον τινά και στα μαθηματικά.

Η επισήμανση έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι αναδεικνύει τους συγγενικούς δεσμούς του μεγαλύτερου καρκινώματος του εκπαιδευτικού μας συστήματος, της παπαγαλίας, με την αγλωσσία. Διότι, όταν ο μαθητής μαθαίνει από στήθους τη σελίδα 235 του κακογραμμένου βιβλίου της Ιστορίας, επειδή χρησιμοποιεί λέξεις της ελληνικής κρύβει το πραγματικό πρόβλημα. Ότι δηλαδή, με τη συνενοχή του διδάσκοντος, αποδέχεται την αδυναμία του να μεταφράσει σε δική του σκέψη, και με δικές του λέξεις, αυτό που διάβασε. Το ίδιο ισχύει και στην έκθεση ιδεών. Αν ακολουθήσει τις οδηγίες χρήσεως, αυτές που αντιστοιχούν στις εξίσου στερεότυπες ιδέες, τότε θεωρείται ότι «γράφει καλά», άρα χειρίζεται καλά τη γλώσσα του.

Ξέρω καλά πως όσοι διδάσκουν τα λεγόμενα φιλολογικά μαθήματα έχουν προ πολλού αποδεχθεί την ήττα τους. Η ανυπαρξία σχέσης με τη λεγόμενη αγορά εργασίας έχει μετατρέψει τη διδασκαλία της λογοτεχνίας και των κλασικών γραμμάτων σε αγγαρεία. Στο σημερινό λύκειο ο φιλόλογος μπορεί να απειλεί με κακό βαθμό, όμως δεν έχει την αίγλη του μαθηματικού, όποιου διδάσκει ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή ακόμη και του γυμναστή. Σε παλαιότερους καιρούς στη λεγόμενη Φιλοσοφική Σχολή –φιλολογική στην πραγματικότητα– εγγράφονταν όσοι κατά τεκμήριο αγαπούσαν το διάβασμα και τη λογοτεχνία. Με το σημερινό σύστημα, το πιθανότερο είναι να καταλήξεις να αποκρυπτογραφείς τον Πλάτωνα «από σπόντα», επειδή δεν είχες αρκετά μόρια για να γίνεις κάτι άλλο. Τη βαρεμάρα τους τη μεταφέρουν στη σχολική τάξη και το σύστημα αναπαράγεται μια χαρά: πόσες φορές δεν έχω ακούσει πανεπιστημιακούς καθηγητές να παραπονιούνται ότι οι φοιτητές τους δεν ξέρουν ούτε να μιλούν ούτε να γράφουν. Κοινώς, τους λείπει το εργαλείο της σκέψης.

Δεν πρόκειται για την αδυναμία ορθής χρήσης της ελληνικής. Το φαινόμενο λέγεται αγλωσσία.

Πριν από το επικό καλοκαίρι που μας πέρασε, με το δημοψήφισμα, τις εκλογές και την πλημμύρα των προσφύγων και των μεταναστών, είχα γράψει μια σειρά από σημειώματα στα οποία υποστήριζα ότι για την κατάντια μας ευθύνεται η κατάργηση της διδασκαλίας της καθαρευούσης. Πέρα από την «ομαλότητα του ύφους», όπως λέει και ο Ροΐδης, η οποία στάθηκε ικανή να αφομοιώσει αφηρημένες έννοιες, πέρα από τις δυνατότητες πρόσβασης στην ιστορική μνήμη της ελληνικής και την εξοικείωση με την κλασική γραμματεία, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι στην καθαρεύουσα δημιουργήθηκε σημαντικός, ίσως ο σημαντικότερος όγκος της σύγχρονης λογοτεχνίας μας, από τον Παπαρρηγόπουλο ώς τον Εμπειρίκο. Οι αντιδράσεις των αναγνωστών, θετικές ως επί το πλείστον, ήσαν εντυπωσιακές. Κυρίως επειδή απέδειξαν πως πολλούς συμπατριώτες μας απασχολεί το ζήτημα. Πολλούς, όχι όμως και τους καθ’ ύλην αρμοδίους, το υπερήφανο, αδέσμευτο, ανεξάρτητο και ηρωικό υπουργείο Παιδείας.

Να θυμίσω απλώς ότι ο κ. Κουράκης, ο γνωστός λυρικός υμνητής των γεννητικών του οργάνων, πριν ολοκληρώσει την καταστροφική του θητεία κατήργησε τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στις τελευταίες τάξεις του λυκείου. Και να επισημάνω ότι στην ιστοσελίδα του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία υπάρχει θεματικό κεφάλαιο για τη Βουλή των Εφήβων –δημοφιλή επιθεώρηση όπου οι έφηβοι μιμούνται τις αγορεύσεις Τσίπρα και Κωνσταντοπούλου–, όμως δεν υπάρχει θεματικό κεφάλαιο για τη λογοτεχνία. Ενδεχομένως οι σοφοί να θεωρούν πως ο Βιζυηνός αποτελεί κι αυτός μονάδα του Εθνόμετρου που θέλουν να καταργήσουν. Θα μου πείτε, τους ακούς να μιλούν ή διαβάζεις τα γραπτά τους και αντιλαμβάνεσαι πόσο αυτό το «επί ιδιαζούση αγροικία», για το οποίο κατηγορούσε ο Ροΐδης τους βουλευτές του καιρού του, δεν είναι σημερινό πρόβλημα. Πώς να αντιληφθεί κάποιος ο οποίος είναι αγράμματος λογοτεχνικά την αξία της λογοτεχνίας για τη διάπλαση του γλωσσικού αισθητηρίου; Θεωρεί πως φτάνουν οι πέντε γραμματοσυντακτικοί κανόνες που θα παπαγαλίσει ο μαθητής. Και πολύ του πάει.

Πώς από το περίφημο «γλωσσικό» που καταταλαιπώρησε γενιές Ελλήνων φτάσαμε στη σημερινή «αγλωσσία»; Επειδή πολιτικοποιήθηκε και επειδή παραδόθηκε στα χέρια των φιλολόγων. Οι συγγραφείς μας και οι ποιητές μας δεν είχαν ποτέ γλωσσικό πρόβλημα. Γι’ αυτούς η γλώσσα ήταν μία, η γλώσσα της δημιουργίας τους. Αν τους είχαμε ακούσει, αν τους είχαμε διαβάσει, αν τους είχαμε πάρει στα σοβαρά.

Η κρίση της ελληνικής κοινωνίας, υπαρξιακή και όχι μόνον οικονομική, χρωστάει πολλά στις ιδεοληψίες που καταδυναστεύουν τον δημόσιο διάλογο. Μήπως ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε πόσα χρωστούν αυτές οι ιδεοληψίες στην αγλωσσία; Όταν η λέξη «Ευρώπη» είναι μια λέξη χωρίς συμφραζόμενα σκέψης, ένα νεκρό κύτταρο, όπως η λέξη «ανάπτυξη», τότε είναι πολύ φυσικό να πέφτουν στο κενό. Πόσα χρωστάει στην αγλωσσία μας ο τρόμος που προκαλεί η λέξη «αξιολόγηση»; Και πόσα χρωστάει στην αγλωσσία μας η μετατροπή οποιασδήποτε ιδέας σε σύνθημα;

«Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία»; Μην ανησυχείτε. Πέρα από τα ευτράπελα που έγιναν στην πρώτη συνάντηση με τους γνωστούς ταραξίες, δεν πρόκειται να γίνει απολύτως τίποτε. Θα αλλάξουν μερικά βιβλία, θα αλλάξουν τον τρόπο των εξετάσεων, και κάπου εκεί, χαμένο κάπου από τις τηγανητές πατάτες μπορεί να βρουν και το φιλέτο.

ΠΗΓΗ