Η ΝΙΛΟΥΦΕΡ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Η Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης,Δημήτρης Φύσσας(για τα ανθρώπινα δικαιώματα)
Η ιστορία του Ψηλοπαναγιώτη
(Ο αφηγητής κατάγεται από την Πάτρα και είναι εξόριστος στη Μακρόνησο στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου στην Ελλάδα(1945-1949).Εκεί ξαναβρίσκει ένα παλιό του εχθρό ο οποίος στην Κατοχή ήταν συνεργάτης των Γερμανών,ενώ ο αφηγητής ανήκε στην ΕΠΟΝ ,την αντιστασιακή νεολαία εναντίον του κατακτητή.Αφηγείται σε ένα δημοσιογράφο,πολλά χρόνια αργότερα,τα βασανιστήρια που υπέστη εκεί για να δηλώσει ότι αποποιείται την ιδεολογία του).

“Άκου ,λοιπόν,τι έπαθα στη συνέχεια εγώ, “χωρίς βία” φυσικά.Πάνω στους δύο μήνες που την είχα βγάλει σχετικά καθαρή μετά από κάνα δυο “φύλακες γρηγορείτε”,μαρτιάτικα,νύχτα,τους άκουσα.Άκουσα τα βήματά τους.Στάθηκαν έξω από τη σκηνή.Ξυπνήσαμε όλοι,πιαστήκαμε χέρι χέρι.Ήταν εκείνο το τομάρι,ο λοχίας ο Λαμπρόπουλος.Τον ήξερα από την Πάτρα,κατάλαβα τη φωνή.Ήτανε χίτης,σκληρός χίτης [συνεργάτης των Γερμανών επί κατοχής],όχι γιαλαντζή.Είχαμε λογοφέρει,αντράκια το ΄45,μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας.Στα Ψηλά Αλώνια.Τον είχα δει και νωρίτερα στις αγγαρείες,δεν ήξερα όμως ότι με είχε γνωρίσει κι αυτός.
Μου φώναζε στο άνοιγμα της σκηνής κάπως σιγά,για να μην ξυπνήσουν οι άλλες σκηνές: “Ψηλοπαναγιώτη,για σένα ήρθαμε,βγες έξω”.Όπως δεν απάντησα αμέσως,ξανάπε: “Βγες με το καλό,γιατί θα κόψουμε τις δέστρες με το μαχαίρι και θα μπούμε στη σκηνή να τα σπάσουμ’όλα”.Βγήκα-είχανε μαχαίρι,δεν είχανε,ποιος το ξέρει.Σίγουρα είχανε ρόπαλα.Κρύο,χωρίς φεγγάρι.Ήταν τέσσερις.Είχανε φακό κι ένα κλεφτοφάναρο.Με πεδικλώσανε σα ζώο μην τους φύγω μες στο σκοτάδι (πού να πάω;)και με πήρανε.Μου δώσανε να κουβαλάω πασσάλους μεταλλικούς.Και μαζί μια βαριά.Κι αυτός μου είπε: “Θα καλοπεράσεις εδώ που’ρθες.Πώς και πώς τους περιμένω τους δικούς μας”.Και εννοούσε τους Πατρινούς.
Περπατήσαμε πέρα από το, πολυβολείο πάνω στο λόφο.Με βάλανε και κάρφωσα δύο πασσάλους στο χώμα ,στο ενάμιση μέτρο,κάθετους σε απόσταση κάτι παραπάνω από ένα μέτρο.Ανέβηκα σε ένα κιβώτιο για να μπορώ να χτυπάω τους πασσάλους με τη βαριά.Όταν τους έμπηξα καλά , με βάλανε κι έδεσα πάνω τους τον τρίτο οριζόντιο.Με σύρμα τον έδεσα γερά.Σχηματίστηκε ἐνα Π ,κατάλαβες;Μετά με υποχρέωσαν να γδυθώ και να μείνω μονάχα με το σώβρακο.Πάνω σ’αυτό το Π με δέσανε όρθιο με τα χέρια και τα πόδια ανοιχτά,με σκοινιά,να τους αντικρίζω,και μου’πε ο Λαπρόπουλος. “Τώρα θα πεθάνεις.Δε σου ζητάμε δήλωση.Είν’αργά τώρα.Μέχρι χτες μπορούσες.Τώρα πάει.Και να το ζητήσεις τώρα,δε μετράει.Ετοιμάσου να πεθάνεις.Δεν τους είπα τίποτα.
Όρμησε πρώτος αυτός μη χάσει και δε δώσει το καλό παράδειγμα,μετά οι άλλοι.Με τσακίσανε με τα ρόπαλα,με κλοτσιές,άτσαλα και παντού.Δεν ξέρω πόση ώρα με χτυπάγανε,οι πόνοι ήταν σ’ όλο μου το κορμί,αβάσταχτοι.Πονούσε το κεφάλι,τα δόντια,τα γόνατα,τα μπράτσα.η κοιλιά.Πιο πολύ τα πλευρά και τα ακροπόδαρα.Πηδάγανε πάνω στις πατούσες μου.Θυμαάμαι σαν τώρα τα μηλίγγια να πάνε να σπάσουνε από τον πόνο.Θυμαάμαι τον ήχο που έκαναν τα ρόπαλα σφυρίζοντας.Ένα ή δυο ρόπαλα σπάσανε,αυτοί που μείνανε δίχως ρόπαλα πήρανε πέτρες και συνεχίζανε.Οι οποίες πέτρες μου σκίζανε και το δέρμα.Δόντια σπάσανε,μάγουλα σκίστηκαν,χείλια χτυπημένα και ματωμένα,μέσα κι έξω,ένιωθα το αίμα στο στόμα μου,το’ φτυνα.’Αλλο αίμα έσταζε στα μάτια από το κεφάλι κι απ’ το μέτωπο.Χτυπώντας με βρίζανε κιόλας……
Τους έβλεπα στο φως του κλεφτοφάναρου που ορμάγανε ένας ένας και δέρνανε με τη σειρά.Όσο τα μάτια μου βλέπανε.Μετά δεν έβλεπα.Απ’ το αίμα.απ’ το κλάμα,απ’ το πρήξιμο.Έδερνε ο ένας,κουραζόταν,λαχάνιαζε-ερχότανε μετά ο άλλος.Τρεις σειρές τις θυμάμαι.Τρεις τέσσερις δώδεκα.Μετά έχασα το λογαριασμό.Ορμάγανε κι από πίσω.Χτυπάγανε κι από πίσω που δεν τους έβλεπα,στην πλάτη πιο πολύ και στο σβέρκο και στα πόδια.Μονάχα πόνος.Πόναγα πολύ στα σπλάχνα,στα πλευρά,θυμάμαι δεν μπορούσα να ανασάνω,το αίμα έτρεχε στο λαρύγγι.Τα χέρια μου και τα πόδια μου έπαψα να τα ορίζω,το κορμί μου κρέμασε.Μπορεί και να’ χα χάσει τις αισθήσεις μου,δεν ξέρω.
Με λύσανε,το θυμάμαι αυτό,σωριάστηκα μπρούμυτα.συνεχίσανε κλοτσώντας.Κλοτσάγανε και πατάγανε.Έπαψα ν’ αντιδρώ,να μπορώ να δω,ν’ ακούω τι λένε.Μονάχα πόναγα.Τους άκουγα λαχανιασμένους από την προσπάθεια.Κάτι λέγανε,αλλά δεν ένιωθα.Σα μουρμούρισμα μακρινό το άκουγα,σαν απόηχο.Πονάγανε και τ’ αφτιά μου.Κάποτε με παρατήσανε κι έφυγαν,μιλάγανε φεύγοντας,πάλι δεν καταλάβαινα τι λέγανε.Κρύωνα και πονούσα.Σίγουρα έχανα τις αισθήσεις μου και τις ξανάβρισκα.Όλα μου τα κομμάτια θέλανε να πεταχτούνε έξω από το κορμί……..
Ξύπνησα σε νοσοκομείο στην Αθήνα,μου είπαν…Δυο μήνες και δυο εγχειρήσεις χρειαστήκανε γαι να γίνω κάπως καλά.Άλλοι γιατροί με βλέπαν με συμπάθεια,άλλοι λέγανε “και λίγα σου κάνανε”.Από τότε μέχρι σήμερα έχω κουσούρια πολλά,απορώ καμιά φορά πώς έζησα τόσο και πρόλαβα να γεράσω.Και το δεξί πόδι το σέρνω,ποτέ δεν ξανάγινε όπως ήτανε.
Όταν με ξανάφερε το καΐκι,με το δεκανίκι ακόμα στην αρχή,με περίμενε στο λιμανάκι ο Λαμπρόπουλος. “Το βράδυ ετοιμάσου,Ψηλοπαναγιώτη”,μου λέει. “ Μια φορά τη γλύτωσες,δεύτερη δεν έχει.Τα ρόπαλα σπάσανε,το δεκανίκι σου θ’ αντέξει.Μ’ αυτό θα σου σπάσω το κεφάλι.Και σου’ χω και τανάλια για τα νύχια,την άλλη φορά την ξεχάσαμε και δε στα βγάλαμε”.Κι έβγαλε από την τσέπη του μια τανάλια και μου την έδειξε.Ε,πήγα κατευθείαν στο διοικητήριο,κούτσα κούτσα, “υπογράφω ό,τι θέλετε”,λέω στον υπασπιστή.Δεν μπορούσα δεύτερη φορά βασανιστήρια,μία ήταν αρκετή.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

1η δραστηριότητα

α.Να εντοπίσετε τα πρωτεύοντα και δευτερεύοντα πρόσωπα στο κείμενο.Να αιτιολογήσετε τις φωνές και τις σιωπές τους.Μ.15
β.Να σχολιάσετε το σκηνικό του κειμένου έτσι όπως στήνεται βήμα βήμα και να το συγκρίνετε με την αντίστοιχη σκηνή της Σταύρωσης του Χριστού.Ποια κοινά σημεία εντοπίζετε;Μ.15

2η δραστηριότητα

α.Να προσδιορίσετε το είδος του αφηγητή από κάθε άποψη.Μ.5
β.Να σχολιάσετε τον τρόπο γραφής του κειμένου (μικρές προτάσεις,ολιγολογία),να αιτιολογήσετε την επιλογή του συγγραφέα και να δηλώσετε το ύφος της γραφής του.Μ.10
γ.Να εντοπίσετε στο κείμενο τρεις εικόνες και τρεις επαναλήψεις και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.Μ.15

3η δραστηριότητα

α.Να αξιολογήσετε τη στάση και τη συμπεριφορά των βασανιστών σύμφωνα με το εμφυλιοπολεμικό κλίμα της εποχής και τις συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες.Τι πιστεύετε ότι ήταν αυτό που διαμόρφωσε έτσι αυτούς τους ανθρώπους και τους προσέδωσε αυτά τα χαρακτηριστικά απανθρωπιάς και βαναυσότητας;Να αναπτύξετε την άποψή σας σε 150 λέξεις.Μ.20
β.Να γράψετε μια παράγραφο 150 λέξεων σαν να ήσασταν εσείς στη θέση του βασανιζόμενου, σωματικά και ψυχικά.Ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις σας,τι θα σκεφτόσασταν,τι θα κάνατε στη συνέχεια της ζωής σας;Μ.20