Αρχική » ΟΙ Η/Υ ΑΠΟ ΤΟ 1950 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ

Πρόσφατα άρθρα

Ιστορικό

Kατηγορίες

ΟΙ Η/Υ ΑΠΟ ΤΟ 1950 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ

Με την κατασκευή των πρώτων τρανζίστορ αντικαταστάθηκαν οι ηλεκτρονικές λυχνίες, με αποτέλεσμα τα μεγέθη των υπολογιστών να αρχίσουν να μικραίνουν. Η μείωση του κόστους κατασκευής έδωσε τη δυνατότητα παραγωγής των πρώτων εμπορικών υπολογιστών. Η ενσωμάτωση χιλιάδων τρανζίστορ σε ένα ολοκληρωμένο κύκλωμα (τσιπ-chip) μείωσε ακόμη περισσότερο τα μεγέθη και το κόστος κατασκευής των υπολογιστών. Έτσι κατασκευάστηκαν οι πρώτοι οικιακοί υπολογιστές, αλλά και υπολογιστές αποκλειστικά για παιχνίδια.

 

 

 

 

1956 Ο πρώτος σκληρός δίσκος

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1956 ανακοινώθηκε η κατασκευή και παρουσιάστηκε στο κοινό ο IBM 305 RAMAC, που ήταν ο πρώτος υπολογιστής που έπαιρνε σκληρό δίσκο, ο οποίος ζύγιζε 1 τόνο και ο χώρος αποθήκευσης δεν ξεπερνούσε τα 5 ΜΒ. Όσο για τα δεδομένα, μπορούσαν να αποθηκευτούν σε 50 μεγάλους δίσκους. Ο πρώτος RAMAC, θα χρησιμοποιηθεί στην αυτοκινητοβιομηχανία των ΗΠΑ και λόγω του τεράστιου μεγέθους του, δεν μπορούσε να τοποθετηθεί οπουδήποτε, αλλά χρειαζόταν για να στεγαστεί ένα δωμάτιο τουλάχιστον 9 μέτρων.

Ήταν μεγαλύτερος από ψυγείο και ζύγιζε περισσότερο από έναν τόνο. Ο σκληρός δίσκος RAMAC μπορούσε βέβαια να αποθηκεύσει μόλις 5 MB δεδομένων, ένα και μόνο ένα μουσικό αρχείο MP3 δηλαδή, με σημερινούς όρους.  Ήταν το πρώτο μαγνητικό μέσο αποθήκευσης που επέτρεπε για πρώτη φορά στο χρήστη να αποθηκεύει και να ανακαλεί δεδομένα.

 

 Οι σκληροί δίσκοι μέχρι σήμερα

Η εξέλιξη της χωρητικότητας των σκληρών δίσκων ήταν ένα πολύ εντυπωσιακό στοιχείο στην ιστορική διαδρομή μου, εξίσου εντυπωσιακές όμως ήταν και οι αλλαγές και σε άλλους δύο πολύ σημαντικούς τομείς: το φυσικό μέγεθος και την τιμή του. Το 1980 η IBM παρουσίασε τον πρώτο σκληρό δίσκο που έσπαζε το φράγμα του 1GB. Ονομαζόταν IBM 3380 και μπορούσε να αποθηκεύσει δεδομένα μεγέθους 2,52 GB, αριθμός που, αξίζει να σημειωθεί, ήταν 500 φορές μεγαλύτερος από την χωρητικότητα των δίσκων που απευθύνονταν εκείνη την εποχή στους απλούς καταναλωτές. Η θήκη του είχε το μέγεθος ψυγείου και το βάρος του έφτανε τα 250 κιλά. Όσο για την τιμή του; Όταν το 1981 ξεκίνησε να πουλιέται, ξεκινούσε από τα 81.000 δολάρια – χωρίς να συμπεριλαμβάνεται στην τιμή ο υπολογιστής με τον οποίο θα το χρησιμοποιούσες.

Μέσα στη δεκαετία του ’80 άρχισαν να σχεδιάζονται και μικρότεροι σκληροί δίσκοι που απευθύνονταν στους καταναλωτές και προορίζονταν για χρήση με τους ολοένα και πιο δημοφιλείς μικροϋπολογιστές (αυτούς που σήμερα ονομάζουμε PC). Οι πρώτοι από αυτούς είχαν χωρητικότητα 5MB, έφταναν σε μέγεθος τις 5,25 ίντσες και κόστιζαν πάνω από 3.000 δολάρια. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο τα περισσότερα PC αρχικά πωλούνταν χωρίς σκληρό δίσκο και βασιζόταν αποκλειστικά στις δισκέτες. Στη δεκαετία του 90 ένας τυπικός σκληρός δίσκος έφτανε τα 40ΜB, με τα πιο ακριβά μοντέλα να ξεπερνούν ακόμη και τα 100MB. Σήμερα ένας σκληρός δίσκος αποθηκεύει μεγάλες ποσότητες δεδομένων και η χωρητικότητα των σκληρών δίσκων που κυκλοφορούν στο εμπόριο ξεκινά από τα 500 GB και φτάνει έως τα 6 ΤΒ. Για μεγαλύτερες χωρητικότητες που αγγίζουν τα 12 TB (terabyte) χρησιμοποιούνται κυκλώματα πολλαπλών σκληρών δίσκων, με τη μορφή συρταρωτής διάταξης. Η ταχύτητα προσπέλασης των δεδομένων είναι ταχύτερη από το DVD/R/RW, αλλά πολύ πιο αργή από τη μνήμη του υπολογιστή.

 

1958 Το πρώτο ολοκληρωμένο κύκλωμα

Ολοκληρωμένο κύκλωμα (γνωστό και ως IC από το αγγλικό integrated circuit) ή απλά ολοκληρωμένο ονομάζεται ένα κύκλωμα συνδεδεμένων λογικών πυλών, δημιουργημένο πάνω σε ένα φύλλο.Η συντριπτική πλειονότητα των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων δημιουργούνται πάνω σε φύλλα ημιαγωγών, κατά κύριο λόγο πυριτίου. Το φύλλο (ημιαγωγού) ονομάζεται στα αγγλικά τσιπ (chip), από το οποίο προκύπτει μια εναλλακτική ονομασία του ολοκληρωμένου κυκλώματος. Όταν αυτό το φύλλο είναι της κλίμακας των μικρομέτρων ονομάζεται και μικροτσίπ. Στη φάση κατασκευής τους τα ολοκληρωμένα κυκλώματα (τα οποία ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί ώστε να λειτουργήσουν) ονομάζονται κύβοι και φτιάχνονται κατά εκατοντάδες πάνω σε πλακίδια. Οι λογικές πύλες με την παρούσα τεχνολογία υλοποιούνται με παθητικά στοιχεία, οπότε τα ολοκληρωμένα κυκλώματα είναι παθητικά.

Το πρώτο ολοκληρωμένο κύκλωμα περιελάμβανε μόνο ένα τρανζίστορ και τρεις αντιστάσεις και ένα πυκνωτή επάνω σε ένα τσιπ (φέτα) γερμανίου.Το 1950 είχε εμφανιστεί η κρυσταλλοτρίοδος, ενώ είχαν κατασκευαστεί ηλεκτρονικοί υπολογιστές με λυχνίες κενού και κρυσταλλοτριόδους. Το πρόβλημα των μηχανικών εκείνης της εποχής ήταν ότι δεν υπήρχε αξιόπιστος τρόπος να κατασκευάζονται περίπλοκα και μεγάλα λογικά κυκλώματα, γνωστό και ως τυραννία των αριθμών. Το 1958 ο Τζακ Κίλμπυ, ερευνητής της εταιρίας Texas Instrument, ερευνώντας πυρετωδώς τρόπους για τη σμίκρυνση των ηλεκτρικών κυκλωμάτων εφηύρε το ολοκληρωμένο κύκλωμα, εφεύρεση για την οποία βραβεύθηκε με βραβείο Νόμπελ φυσικής το 2000. Η ιδέα του ήταν να δημιουργούνται τα στοιχεία του κυκλώματος πάνω σε ένα φύλλο ημιαγωγού με μηχανοποιημένο και συστηματικό τρόπο, αντί να συνδέονται και να τοποθετούνται τα διάφορα στοιχεία του κυκλώματος με το χέρι. Η δημιουργία των στοιχείων γίνεται με νοθεύσεις άλλων στοιχείων και επιστρώσεις.

Ολοκληρωμένα κυκλώματα χρησιμοποιούνται σχεδόν σε κάθε στοιχείο ηλεκτρονικού εξοπλισμού που χρησιμοποιείται σήμερα και θεωρούνται επανάσταση στον τομέα της ηλεκτρονικής. Η τεχνογνωσία για τη μαζική παραγωγή ολοκληρωμένων κυκλωμάτων ήταν ακόμη ελλιπής, υπήρχαν διάφορα πρακτικά προβλήματα, όπως η σύνδεση των στοιχείων του ολοκληρωμένου. Ο Ρόμπερτ Νόις έλυσε αυτά τα προβλήματα, όπως την εφεύρεση μιας μεθόδου για τη μηχανοποιημένη προσθήκη μικρών μεταλλικών καλωδίων πάνω στους κύβους. Έτσι, ξεκίνησε η μαζική παραγωγή των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων. Ο Νόις συνίδρυσε την Intel, μια από τις πιο σημαντικές κατασκευάστριες ολοκληρωμένων κυκλωμάτων στον κόσμο.

 

1967 Η πρώτη δισκέτα

Η πρώτη δισκέτα κατασκευάστηκε από την αμερικάνικη εταιρεία IBM και ήταν διαστάσεων 8 ιντσών με δικαίωμα ανάγνωσης (όχι εγγραφής) και ο αποθηκευτικός της χώρος ήταν της τάξης των 80ΚΒ. Το 1976 η Shugart Associates κατασκεύασε την πρώτη FDD των 5¼ ιντσών, πρότυπο που ακολούθησαν περισσότερες από 10 εταιρείες. To 1984 η IBM έφερε στην αγορά την πρώτη δισκέτα διπλής όψης χωρητικότητας 1.2 Megabyte, η οποία ωστόσο δεν είχε μεγάλη απήχηση. Δύο χρόνια αργότερα η IBM κυκλοφόρησε μια δισκέτα 3.5 ιντσών και 720KB χωρητικότητα για τους φορητούς υπολογιστές. Μετά από λίγο καιρό κυκλοφόρησαν από την ίδια εταιρεία η δισκέτα χωρητικότητας 1,44ΜΒ η οποία και χρησιμοποιήθηκε ευρέως. Συνέχισε λίγα χρόνια αργότερα, το 1988, με μία καινούργια δισκέτα χωρητικότητας 2,88 ΜΒ η οποία τελικά ήταν μεγάλη εμπορική αποτυχία. Η δισκέτα των 1,44ΜΒ καθιερώθηκε γιατί εκτός από το μικρότερο μέγεθος, σε σχέση με τις 5¼ , προσέφεραν μεγαλύτερη αντοχή σε παράγοντες όπως η σκόνη, η υγρασία, οι γρατσουνιές, θερμοκρασία κτλ. Τέλος, και άλλες εταιρείες στη συνέχεια προσπάθησαν να βγάλουν μια καλύτερη έκδοση της δισκέτας, όμως για διαφόρους λόγους δεν πέτυχαν εμπορικά.

Τη δεκαετία του ’00, και ειδικά με την είσοδο άλλων αποθηκευτικών μέσων όπως το CD, η χρήση της δισκέτας άρχισε να μειώνεται δραματικά. Με τα χρόνια πολλές εταιρείες σταμάτησαν την παραγωγή, κάτι που έκανε τελικά και η Sony το 2011, η μεγαλύτερη εταιρεία σε παραγωγή δισκέτας, και αυτό οδήγησε και πρακτικά στο «θάνατό» της.

 

 

1968 Το πρώτο ποντίκι

Στις 9 Δεκεμβρίου 1968 ο Νταγκ ‘Ενγκελμπαρτ αποκάλυψε την επαναστατική νέα εφεύρεσή του: τον «Ενδείκτη θέσης Χ-Υ για σύστημα οθόνης» ή όπως προτιμούσαν να αποκαλούν αυτός και η ομάδα του τη νέα τους ξύλινη κατασκευή, το «ποντίκι». Επί χρόνια ο Ένγκελμπαρτ σκεφτόταν πώς να κάνει τους υπολογιστές να προσαρμόζονται στους ανθρώπους και όχι το αντίστροφο. Μαζί με την ομάδα του στο ερευνητικό κέντρο Στάνφορντ δούλευαν διάφορες ιδέες για να το καταφέρουν. Παρουσίασαν τις καινοτομίες τους σε ένα συνέδριο υπολογιστών στο Σαν Φρανσίσκο, σε μία επίδειξη που ήταν πολύ μπροστά από την εποχή της. Σημειωτέον ότι τότε ακόμη και μεγάλες εταιρείες διέθεταν μόνο έναν υπολογιστή και αρκετές κανέναν. Ο ‘Ενγκελμπαρτ ζήτησε από το κοινό να φανταστεί μία προχωρημένη ιδέα: πάνω στο γραφείο κάθε ανθρώπου ένας υπολογιστής πρόθυμος να εξυπηρετήσει κάθε ανάγκη. Μετά πήρε στο χέρι το πρωτότυπο ποντίκι του και τους έδειξε πως λειτουργεί.
                                                                                                  Νταγκ Ένγκελμπαρτ: ο “πατέρας” του ποντικιού. Πέθανε το 2013 σε ηλικία 88 χρόνων.
Το ποντίκι του Ένγκελμπαρτ ήταν ένα ξύλινο κουτί με δύο τροχούς, έναν για την κίνηση πάνω-κάτω κι έναν για την κίνηση μπρος-πίσω. Διέθετε τρία κουμπιά. Λειτουργούσε σε συνδυασμό με έναν ελεγκτή, προσαρμοσμένο στην αριστερή πλευρά του πληκτρολογίου του. Εκεί υπήρχαν και πέντε πλήκτρα ειδικών λειτουργιών. Το πρώτο ποντίκι για το κοινό κατασκευάστηκε από την Xerox στα τέλη της δεκαετίας του 70 και κόστιζε 400 δολάρια. Την δεκαετία του 1980 ο Στιβ Τζομπς ανέθεσε σε μία ομάδα σχεδιαστών να κατασκευάσουν ένα ποντίκι που θα κόστιζε το ένα δέκατο της τιμής εκείνης. Η ομάδα με επικεφαλής τον Νταν Χόβι, κατασκεύασαν το αρχικό τους πρωτότυπο με εξαρτήματα όπως η μπάλα κύλισης που πήραν από κάποιο αποσμητικό και έναν πλαστικό δίσκο βουτύρου….

 

1969 Η πρώτη μεταφορά δεδομένων μέσω “Ίντερνετ”

Η ιστορία του Διαδικτύου ξεκινά με την ανάπτυξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών στη δεκαετία του 1950. Οι πρώτες έννοιες του δικτύου ευρείας περιοχής προήλθαν από διάφορα εργαστήρια πληροφορικής στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία. Το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ ανέθετε συμβάσεις έργων ήδη από τη δεκαετία του 1960, όπως για την ανάπτυξη του ARPANET από τους Ρομπέρ Τέιλορ και Λόρενς Ρόμπερτς. Το 1969 στάλθηκε το πρώτο μήνυμα μέσω του ARPANET, από το εργαστήριο του Καθηγητή πληροφορικής Λέναρντ Κλέινροκ στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Λος Άντζελες (UCLA) προς το δεύτερο κόμβο του δικτύου στο Ερευνητικό Ίδρυμα του Στάνφορντ (SRI).

Τα δίκτυα μεταγωγής πακέτων όπως το δίκτυο NPL, το ARPANET, το Δίκτυο Μεριτ, το CYCLADES, και το Telenet, αναπτύχθηκαν περί τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές της δεκαετίας του 1970 με χρήση μιας ποικιλίας από πρωτόκολλα επικοινωνίας. Ο Ντόναλντ Ντέιβις ήταν ο πρώτος που επέδειξε μεταγωγή πακέτων το 1967, στο Εθνικό Εργαστήριο Φυσικής (NPL) στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το ARPANET οδήγησε στην ανάπτυξη των πρωτοκόλλων για διαδικτύωση, όπου πολλαπλά χωριστά δίκτυα θα μπορούσαν να ενταχθούν σε ένα ενιαίο δίκτυο δικτύων.

Το πρωτοκόλλου διαδικτύου (TCP/IP) αναπτύχθηκε από τους Ρόμπερτ Καν και Βιντ Σερφ κατά τη δεκαετία του 1970 και αποτέλεσε το πρότυπο πρωτόκολλο διαδικτύου στο ARPANET, ενσωματώνοντας έννοιες από το γαλλικό πρόγραμμα ΚΥΚΛΑΔΕΣ του Λουίς Πουζίν. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 το NSF χρηματοδότησε την ίδρυση των εθνικών κέντρων υπερυπολογιστών σε διάφορα πανεπιστήμια, και το 1986 τους παρείχε διασυνδεσιμότητα με το πρόγραμμα NSFNET. Οι εμπορικοί πάροχοι υπηρεσιών Διαδικτύου άρχισαν να εμφανίζονται περί τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Το 1990 το ARPANET αποσύρθηκε. Το 1989-90 σε αρκετές Αμερικανικές πόλεις εμφανίστηκαν οι πρώτες περιορισμένες ιδιωτικές συνδέσεις σε μέρη του Διαδικτύου από επίσημες εμπορικές οντότητες, και το 1995 αποσύρθηκε το NSFNET, μαζί με τους τελευταίους περιορισμούς σχετικά με τη χρήση του Διαδικτύου στην εμπορική κίνηση.

Τη δεκαετία του 1980, οι έρευνες στο CERN της Ελβετίας του Βρετανού επιστήμονα πληροφορικής Τιμ Μπέρνερς Λι, απέδωσαν τον Παγκόσμιο Ιστό, ένα σύστημα διασυνδεμένων εγγράφων υπερκειμένου προσπελάσιμο από οποιοδήποτε κόμβο του διαδικτύου. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, το Διαδίκτυο είχε έναν επαναστατικό αντίκτυπο στον πολιτισμό, το εμπόριο και την τεχνολογία, όπως την προαγωγή της γρήγορης επικοινωνίας με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ανταλλαγή άμεσων μηνυμάτων, τηλεφωνικές κλήσεις με VoIP, βιντεοκλήσεις, και του Παγκόσμιου Ιστού με τα διαδικτυακά φόρουμ, τα ιστολόγια, τις εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης και τις αγορές από ηλεκτρονικά καταστήματα. Η ερευνητική και εκπαιδευτική κοινότητα συνεχίζει να αναπτύσσει και να χρησιμοποιεί προηγμένα δίκτυα όπως το JANET στο Ηνωμένο Βασίλειο και το Internet2 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυξανόμενες ποσότητες δεδομένων μεταδίδονται με ολοένα και υψηλότερες ταχύτητες μέσω δικτύων οπτικών ινών που τρέχουν στα 1 Gbit/s, 10 Gbit/s ή περισσότερο. Σήμερα, το Διαδίκτυο συνεχίζει να επεκτείνεται, κινούμενο από ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες διαδικτυακών πληροφοριών, και εφαρμογών εμπορίου, ψυχαγωγίας και κοινωνικής δικτύωσης.

 

1971 Ο πρώτος επεξεργαστής

Ο Intel 4004 ήταν ο πρώτος ολοκληρωμένος μικροεπεξεργαστής 4-bit, «όλα σε ένα», μαζικής παραγωγής και κυκλοφόρησε το 1971 από την εταιρεία Intel. Η φράση «όλα σε ένα» σημαίνει ότι σε ένα ολοκληρωμένο κύκλωμα περιλαμβάνονταν το ρολόι χρονισμού, η εσωτερική μνήμη με τη μορφή καταχωρητών (registers) και η μονάδα αριθμητικών υπολογισμών (ALU). Ήταν το πρώτο προϊόν εταιρείας Intel που σχεδιάστηκε και κατασκευάσθηκε για χρήση σε επιτραπέζιες αριθμομηχανές όπως η αριθμομηχανή 141 PF της Busicom, ενώ δικαιολογούσε πλήρως την έννοια του ολοκληρωμένου κυκλώματος ενσωματώνοντας 2.300 τρανζίστορ.

Οι σχεδιαστές του μικροεπεξεργαστή ήταν οι Federico Faggin και Ted Hoff από την Intel και ο Masatoshi Shima από την Busicom. Ο 4004 είχε στην κεραμική του βάση 16 ακροδέκτες (pin) επικοινωνίας και συνδεσιμότητας με άλλα κυκλώματα. Ο τυπικός διάδοχός του ήταν ο 4040, μια βελτιωμένη έκδοση του 4004, εντούτοις ο ουσιαστικός διάδοχος ήταν ο 8008, ο οποίος επισκίασε και τους δύο ως ο πρώτος πραγματικός μικροεπεξεργαστής 8-bit. Η παραγωγή του 4004 και του 4040 σταμάτησε το 1981.

 

 

1972 Η πρώτη κονσόλα παιχνιδιών

Μια κονσόλα βιντεοπαιχνιδιών ή παιχνιδομηχανή είναι ένας υπολογιστής διαδραστικής ψυχαγωγίας ή ένα τροποποιημένο υπολογιστικό σύστημα το οποίο παράγει ένα σήμα οθόνης βίντεο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί με μια ηλεκτρονική συσκευή απεικόνισης (τηλεόραση, οθόνη, κλπ.) για να εμφανίσει ένα βιντεοπαιχνίδι.

 

Το Magnavox Odyssey ήταν η πρώτη εμπορική οικιακή κονσόλα βιντεοπαιχνιδιών στον κόσμο. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 1972 και κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του ίδιου έτους, προηγούμενη του Atari Pong κατά τρία χρόνια. Πρόκειται για μια ψηφιακή κονσόλα παιχνιδιών, αν και λανθασμένα πιστεύεται ότι είναι αναλογική, λόγω της χρήσης αναλογικών κυκλωμάτων για την υλοποίηση της εξόδου βίντεο, καθώς και του αναλογικού χειριστηρίου που συνόδευε την κονσόλα. Μπορούσε να συνδεθεί με μια απλή τηλεόραση σπιτιού.

 

1981 Ο πρώτος προσωπικός υπολογιστής

Ο IBM PC (Personal Computer) ήταν ο πρώτος προσωπικός υπολογιστής 8/16 bit, που παρουσιάστηκε από την IBM στις 12 Αυγούστου 1981 με έμφαση στις εφαρμογές γραφείου. Θεωρείται σταθμός στην ιστορία των υπολογιστών καθώς σήμανε την έναρξη μιας νέας εποχής, τόσο για τα καινοτόμα χαρακτηριστικά του, όσο και για την ανοικτή αρχιτεκτονική του, που υπήρξε προπάτορας όλων των συμβατών IBM υπολογιστών (PC Compatibles). Ταυτόχρονα θεμελίωσε με εμφατικό τρόπο την μετέπειτα κυριαρχία τόσο της εταιρείας υλικού (hardware) Intel (χρησιμοποιώντας τον επεξεργαστή 8088), όσο και της εταιρείας λογισμικού (software) Microsoft (χρησιμοποιώντας το λειτουργικό σύστημα PC-DOS). Δεν περιλάμβανε σκληρό δίσκο σαν αποθηκευτικό μέσο, αλλά δισκέτα.

 

1985 Η εμφάνιση των Windows

Το λογισμικό Microsoft Windows είναι ένα λειτουργικό σύστημα που εμφανίστηκε πρώτα από την εταιρία Microsoft το 1985 (Windows 1.0) για να ανταγωνιστεί το καινούριο σύστημα της Apple, τον Apple Macintosh, το οποίο χρησιμοποιούσε γραφικό περιβάλλον. Τα Microsoft Windows τελικά επικράτησαν στην παγκόσμια αγορά προσωπικών υπολογιστών με ένα μερίδιο αγοράς που υπολογίζεται περίπου στο 90%. Tα Microsoft Windows είναι λογισμικό κλειστού κώδικα.

Τα Windows αναπτύχθηκαν για τους IBM συμβατούς μικροϋπολογιστές, οι οποίοι ήταν βασισμένοι στην αρχιτεκτονική x86 της Intel και σήμερα σχεδόν όλες οι εκδόσεις των Windows είναι κατασκευασμένες για αυτή την πλατφόρμα.

Windows 1.0 (1985)

Tα Windows έχουν κυκλοφορήσει σε διάφορες εκδόσεις από τότε που πρωτοεμφανίστηκαν μέχρι σήμερα. Μερικές από αυτές είναι:

  • Λειτουργικά περιβάλλοντα 16 bit
    • Windows 1.0 (1985)
    • Windows 2.0 (1987)
  • Υβριδικά λειτουργικά περιβάλλοντα 16/32 bit
    • Windows 3.0 (1990)
    • Windows 3.1 (1992)
    • Windows 3.1 for Workgroups (1992)
    • Windows 3.11 for Workgroups (1993)
  • Yβριδικά λειτουργικά συστήματα 16/32 bit
    • Windows 95
    • Windows 98 (και Windows 98 Second Edition,1998)
    • Windows Me (2000)
  • Λειτουργικά συστήματα 32 bit
    • Windows NT 3.1 (1993)
    • Windows NT 3.5 (1994)
    • Windows NT 3.51 (1995)
    • Windows NT 4.0 (1996)
    • Windows 2000 (1999)
    • Windows NT 5.0 (2000)
    • Windows XP (2001)
    • Windows Server 2003
    • Windows Vista (2006)
    • Windows Server 2008
    • Windows Server 2008 R2
    • Windows 7 (2009)
    • Windows 8 (2012)
    • Windows 8.1 (2013)
    • Windows 10 (2015)
  • Λειτουργικά συστήματα 64 bit
    • Windows XP Professional x64 Edition (2001)
    • Windows Server 2003 64bit Edition
    • Windows Vista 64bit Editions (2007)
    • Windows 7 64bit Editions (2009)
    • Windows 8 64bit Editions (2012)
    • Windows 8.1 (2013)
    • Windows 10 (2015)
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση