Πρώιμη περίοδος (μέχρι το 930 μ.Χ.)

Η Ισλανδία αποτέλεσε το τελευταίο μεγάλο νησί του κόσμου που κατοικήθηκε. Οι πρώτοι άποικοι ήταν Σκανδιναβοί, κυρίως Νορβηγοί Βίκινγκ και οι Κέλτες δούλοι τους από την Ιρλανδία και τη Σκοτία. Μετανάστευσαν στο νησί στα τέλη του 9ου και τον 10ο αιώνα. Η περίοδος 874 – 930 θεωρείται η φάση του αρχικού αποικισμού της χώρας. Υπάρχει η άποψη ότι Ιρλανδοί μοναχοί επισκέφτηκαν το νησί περίπου τριάντα χρόνια πριν τους Βίκινγκ, αλλά αποχώρησαν πριν αυτοί κατοικήσουν το νησί.

Ο πρώτος Σκανδιναβός που ανακάλυψε το νησί ήταν ο Βίκινγκ Naddoddr, καθώς κατευθυνόμενος προς τις Νήσους Φερόες έχασε την πορεία του. Έμεινε εκεί ένα διάστημα και ονόμασε την περιοχή Snæland (Χώρα του χιονιού). Στη συνέχεια, και επίσης κατά λάθος, ο Σουηδός Βίκινγκ Γκάρνταρ Σβάβαρσον (Garðarr Svavarsson) βρέθηκε στην Ισλανδία. Ανακάλυψε ότι πρόκειται για νησί, και την ονόμασε Garðarshólmi. Ο πρώτος Σκανδιναβός που έπλευσε σκόπιμα προς την Ισλανδία ήταν ο Φλόκι Βίλκερδαρσον (Flóki Vilgerðarson), ο οποίος έδωσε στη χώρα και το σημερινό της όνομα: Ísland (Ισλανδία).

Πρώτος μόνιμος έποικος θεωρείται ο Νορβηγός φύλαρχος Ινγκόλφ Άρναρσον (Ingólfur Arnarson).[24] Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην νοτιοδυτική Ισλανδία σε μία περιοχή που ο ίδιος ονόμασε Ρέικιαβικ (Reykjavík), που σημαίνει Όρμος του καπνού. Ο τόπος αυτός έμελλε να γίνει στο μέλλον πρωτεύουσα της χώρας. Υπάρχει ακόμα η άποψη ότι πρώτος μόνιμος κάτοικος της Ισλανδίας πρέπει να θεωρείται ο Náttfari, σκλάβος του Γκάρνταρ Σβάβαρσον, που παρέμεινε στο νησί όταν ο κύριός του επέστρεψε στη Σκανδιναβία.

Οι Ισλανδοί είναι περήφανοι για αυτό που ορισμένοι υποστηρίζουν ότι αποτελεί «το αρχαιότερο κοινοβούλιο του κόσμου», το Αλθίνγκι (Alþingi). Ιδρύθηκε το 930 και ήταν μία σύναξη των αρχηγών των διαφόρων περιοχών της χώρας, που συγκαλούνταν κάθε καλοκαίρι, και όπου συζητούνταν διάφορα νομοθετικά ζητήματα. Το Αλθίνγκι είχε μόνο νομοθετική και δικαστική εξουσία, χωρίς να διαθέτει άμεσα εκτελεστικά όργανα των αποφάσεών του.

Η περίοδος της Ισλανδικής κοινοπολιτείας, όπως ονομάζεται η περίοδος αυτή, υπήρξε εποχή ανάπτυξης για το νησί. Το διάστημα αυτό Ισλανδοί δημιούργησαν οικισμούς στις γειτονικές περιοχές της νοτιοδυτικής Γροιλανδίας και έφτασαν ως τα ανατολικά του Καναδά, χωρίς όμως να μπορέσουν να εγκατασταθούν μόνιμα.

Οι κάτοικοι της Ισλανδίας αυτή την περίοδο ήταν παγανιστές και λάτρευαν θεούς όπως ο Οντίν, ο Θωρ και ο Λόκι. Σταδιακά όμως, χωρίς να λείπουν και οι αντεγκλήσεις, ο Χριστιανισμός κέρδισε έδαφος, κυρίως κατά τις αρχές του 11ου αιώνα.

Κατά τη διάρκεια του 11ου και του 12ου αιώνα που ακολούθησαν, η ευρεία ελευθερία και αυτονομία που απολάμβαναν οι τοπικές κοινότητες έδωσε τη θέση της στη συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια ορισμένων οικογενειών, γεγονός που έβλαψε ανεπανόρθωτα την Ισλανδική Κοινοπολιτεία.

800px Norsemen Landing in Iceland

Νορβηγοί καταφθάνουν στην Ισλανδία – πίνακας του 19ου αιώνα από τον Όσκαρ Βέργκελαντ

 

Περίοδος της κυριαρχίας Νορβηγίας και Δανίας

Η Ισλανδική Κοινοπολιτεία παρέμεινε ανεξάρτητη μέχρι το 1262, οπότε με συνθήκη προσχώρησε στον έλεγχο της Νορβηγικής μοναρχίας. Η συνθήκη αυτή έβαλε τέρμα στη βιαιότερη περίοδο της Ισλανδικής ιστορίας, που ξεκίνησε το 1220 και χαρακτηριζόταν από αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ φατριών του νησιού.

Η κτήση της Ισλανδίας βρέθηκε στον έλεγχο της Δανίας-Νορβηγίας στα τέλη του 14ου αιώνα όταν η Δανία και η Νορβηγία αποτέλεσαν ένα κράτος με την Ένωση του Κάλμαρ (13971520). Όταν τα δύο βασίλεια χωρίστηκαν με τη Συνθήκη του Κιέλου το 1814, η Ισλανδία έμεινε στη δικαιοδοσία της Δανίας.

1814–1918: Κίνημα ανεξαρτησίας

Το 1814, μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους, η Δανία-Νορβηγία χωρίστηκε σε δύο ξεχωριστά βασίλεια μέσω της Συνθήκης του Κιέλου, αλλά η Ισλανδία παρέμεινε εξαρτώμενη από τη Δανία. Καθ’όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το κλίμα της χώρας συνέχισε να γίνεται ψυχρότερο, με αποτέλεσμα τη μαζική μετανάστευση στον Νέο Κόσμο, ιδιαίτερα στην περιοχή Γκιμλί, στην Μανιτόμπα του Καναδά, η οποία μερικές φορές αναφέρεται ως Νέα Ισλανδία. Περίπου 15.000 άνθρωποι μετανάστευσαν σε σύγκριση με το συνολικό πληθυσμό 70.000 κατοίκων.[25]

Μια εθνική συνείδηση προέκυψε κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, εμπνευσμένη από τις ρομαντικές και εθνικιστικές ιδέες της ηπειρωτικής Ευρώπης. Ένα κίνημα ανεξαρτησίας της Ισλανδίας διαμορφώθηκε στη δεκαετία του 1850 υπό την ηγεσία του Γιόν Σίγκουρντσον, βασισμένο στον αυξανόμενο ισλανδικό εθνικισμό, εμπνευσμένο από τους Φιόλνισμεν (ισλανδικά: Fjölnismenn) και άλλους Ισλανδούς διανοούμενους διαφωτισμένους στη Δανία. Το 1874, η Δανία παραχώρησε στην Ισλανδία ένα σύνταγμα και περιορισμένη εγχώρια εξουσία. Αυτό επεκτάθηκε το 1904 και ο Χάνες Χαφστάιν υπηρέτησε ως πρώτος υπουργός για την Ισλανδία στο δανικό υπουργικό συμβούλιο.\\

Kärtchen von Island

Παλιός (1888) χάρτης της Ισλανδίας

19ος και αρχές 20ού αιώνα

Στις αρχές του 19ου αιώνα άρχισε να δημιουργείται η εθνική συνείδηση των Ισλανδών. Το Αλθίνγκι, που ήταν ενεργό την προηγούμενη περίοδο αποκλειστικά σαν δικαστικός οργανισμός, καταργήθηκε το 1800. Ένας νέος οργανισμός με το ίδιο όνομα ιδρύθηκε το 1843 σαν συμβουλευτικό σώμα.

Το 1874, η Δανία αναγνώρισε στην Ισλανδία αυτονομία, η οποία επεκτάθηκε περαιτέρω το 1904. Η Πράξη της ένωσης της 1ης Δεκεμβρίου του 1918 αναγνώρισε στην Ισλανδία ανεξαρτησία, με κοινό βασιλιά με τη Δανία, ενώ η Δανία ορίστηκε αρμόδια για την άμυνα της Ισλανδίας και για την αντιπροσώπευσή της στις εξωτερικές της σχέσεις.

Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η κατοχή της Δανίας από τη Γερμανία δημιούργησε προβλήματα στην Ισλανδία. Το κοινοβούλιο της χώρας αποφάσισε η χώρα να παραμείνει ουδέτερη. Στις 10 Μαΐου του 1940 το Ηνωμένο Βασίλειο εισέβαλε και κατέλαβε τη χώρα, χωρίς να αντιμετωπίσει αντίσταση, ενώ τον Ιούλιο του 1941 η κυριαρχία της Βρετανίας μεταβιβάστηκε στις Η.Π.Α..

Στις 17 Ιουνίου του 1944, μετά από δημοψήφισμα, η Ισλανδία απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη Δανία και υιοθέτησε το δημοκρατικό πολίτευμα. Η Δανία αναγνώρισε την ανεξαρτησία.

Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Παρά τις εσωτερικές αντιδράσεις, το 1949 η Ισλανδία έγινε μέλος του NATO, προσχώρηση στην οποία αντιτάσσονταν πολλοί Ισλανδοί, όπως φάνηκε στα επεισόδια του 1949 στο Ρέικιαβικ. Μετά από τη σύντομη αποχώρηση το 1946, οι Η.Π.Α. εγκαταστάθηκαν και πάλι στο αεροδρόμιο του Κέφλαβικ, το 1951, όπου και παρέμειναν ως την αποχώρησή τους το Σεπτέμβριο του 2006. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου η θέση της Ισλανδίας στα σημεία εξόδου των σοβιετικών υποβρυχίων στον Ατλαντικό είχε στρατηγική σημασία για τις ΗΠΑ