Οι πρώτοι αγώνες για αθλητές με αναπηρία έγιναν το 1948 στο Στόουκ Mάντεβιλ στην Αγγλία. Την ημέρα της τελετής έναρξης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1948 στο Λονδίνο, ξεκίνησαν και θεσμοθετήθηκαν οι αγώνες του Στόουκ Mάντεβιλ και πραγματοποιήθηκε η πρώτη αθλητική διοργάνωση για αθλητές με αμαξίδιο.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, αθλητές από την Ολλανδία συμμετείχαν σε αυτούς τους αγώνες και έτσι γεννήθηκε το διεθνές κίνημα που είναι γνωστό πλέον ως Παραολυμπιακό Κίνημα.
Οι πρώτοι Αγώνες Ολυμπιακού χαρακτήρα για αθλητές με αναπηρία οργανώθηκαν το 1960 στην Ρώμη, ύστερα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην ίδια πόλη. Θεωρούνται ως οι πρώτοι Παραολυμπιακοί Αγώνες. Περίπου 400 αθλητές από 23 χώρες συμμετείχαν σε 8 αθλήματα, 6 από τα οποία εξακολουθούν να περιλαμβάνονται στο αγωνιστικό πρόγραμμα των Παραολυμπιακών Αγώνων (τοξοβολία, κολύμβηση, ξιφασκία, καλαθοσφαίριση, επιτραπέζια αντισφαίριση, στίβος).
Από τότε, οι Παραολυμπιακοί Αγώνες διεξάγονται κάθε τέσσερα (4) χρόνια (σ.σ. με εξαίρεση το Τόκιο 2020 που λόγω πανδημίας διεξήχθη το 2021), πάντα την ίδια χρονιά με τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Το 1976 στο Τορόντο, προστέθηκαν και άλλες κατηγορίες αναπηρίας και γεννήθηκε η ιδέα της συγχώνευσης διαφορετικών κατηγοριών αθλητών με αναπηρία για τη συμμετοχή τους σε διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις. Την ίδια χρονιά έγιναν και οι πρώτοι Χειμερινοί Παραολυμπιακοί Αγώνες στην Σουηδία.
Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες της Σεούλ (1988) ξεχώρισαν κι από το γεγονός ότι οι Ολυμπιακοί και Παραολυμπιακοί Αγώνες φιλοξενήθηκαν στην ίδια χώρα, στην ίδια πόλη και χρησιμοποιήθηκαν οι ίδιες εγκαταστάσεις με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Έκτοτε, οι Παραολυμπιακοί Αγώνες γίνονται πάντα στην ίδια πόλη με τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Από το 1960, έχουν διοργανωθεί 16 Θερινοί Παραολυμπιακοί Αγώνες και 12 Χειμερινοί. Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες έχουν εξελιχθεί πλέον στο δεύτερο μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός μετά τους Ολυμπιακούς.
Η συμμετοχή της Ελλάδας
Έλληνες αθλητές συμμετέχουν στους Παραολυμπιακούς Αγώνες από το 1976. Από το 1988, η Ελλάδα λαμβάνει μέρος στους Αγώνες με επίσημες εθνικές αποστολές.
Το πρώτο μετάλλιο της Ελλάδας κατέκτησε ο Γιώργος Μουζάκης στον στίβο (60μ.), στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Άρνεμ το 1980, ενώ η συνέχεια δόθηκε στους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ το 1988. Συγκεκριμένα, τα ελληνικά χρώματα στην 8η κατά σειρά διοργάνωση, κατέκτησαν ένα (1) ασημένιο και τρία (3) χάλκινα μετάλλια. Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης το 1992 κέρδισαν δύο (2) ασημένια και ένα (1) χάλκινο μετάλλιο, ενώ στη διοργάνωση της Ατλάντα, το 1996, κατέκτησαν ένα (1) χρυσό, ένα (1) ασημένιο και τρία (3) χάλκινα μετάλλια.
Το 2000, στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, η Ελλάδα συμμετείχε με 42 αθλητές σε πέντε αθλήματα: στίβο, κολύμβηση, άρση βαρών, καλαθοσφαίριση, τζούντο. Για πρώτη φορά έφτασε σε διψήφιο αριθμό μεταλλίων (συνολικά 11) και συγκεκριμένα σε τέσσερα (4) χρυσά, τέσσερα (4) ασημένια και τρία (3) χάλκινα.
Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004, η Ελλάδα ως διοργανώτρια, συμμετείχε με 137 αθλητές, αριθμός ρεκόρ για τα δεδομένα του Παραολυμπιακού Κινήματος στην Ελλάδα. Ένα Κίνημα που απέκτησε νέο κύρος και οντότητα, αναδεικνύοντας παράλληλα τη δουλειά που γίνεται στον ευαίσθητο αυτό χώρο του αθλητισμού. Ως οικοδέσποινα, η Ελλάδα έφτασε στην κατάκτηση συνολικά 20 μεταλλίων και συγκεκριμένα τριών (3) χρυσών, 13 ασημένιων και τεσσάρων (4) χάλκινων, δηλαδή εννέα περισσότερων απ` όσα είχε πανηγυρίσει στη διοργάνωση του Σίδνεϊ. Επίσης σημειώθηκαν συνολικά 58 πλασαρίσματα στις πρώτες οκτώ θέσεις.
Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου ήταν και οι πιο επιτυχημένοι για την Ελλάδα μέχρι στιγμής. Συμμετέχοντας σε 11 αθλήματα (τοξοβολία, στίβος, μπότσια, ποδηλασία, τζούντο, άρση βαρών σε πάγκο, ιστιοπλοΐα, σκοποβολή, κολύμβηση, ξιφασκία με αμαξίδιο, τένις με αμαξίδιο) οι 53 αθλητές και οι 16 αθλήτριες της εθνικής ομάδας κατάφεραν να κατακτήσουν 24 μετάλλια (5-9-10) με αποτέλεσμα να βρεθούν στην 20η θέση της παγκόσμιας κατάταξης μεταξύ 146 κρατών.
Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου, η Ελλάδα δεδομένων των οικονομικών συνθηκών και ως εκ τούτου της ελλειπούς προετοιμασίας, κατάφερε να κατακτήσει 12 μετάλλια. Συμμετείχε σε εννέα αθλήματα (τοξοβολία, στίβος, μπότσια, ποδηλασία, άρση βαρών σε πάγκο, ιστιοπλοΐα, σκοποβολή, κολύμβηση, ξιφασκία με αμαξίδιο) με συνολικά 61 αθλητές και αθλήτριες. Ξεχώρισε το χρυσό μετάλλιο στο μπότσια στην κατηγορία ζευγαριών BC-3, ενώ κατέκτησε ακόμη τρία ασημένια και οκτώ χάλκινα μετάλλια. Βρέθηκε δε στην 44η θέση των μεταλλίων μεταξύ 165 χωρών που έλαβαν μέρος.
Στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο, η Ελλάδα κατάφερε να κατακτήσει 13 μετάλλια. Συμμετείχε σε δώδεκα αθλήματα (αντισφαίριση με αμαξίδιο, άρση βαρών σε πάγκο, ιστιοπλοΐα, τοξοβολία, τζούντο, στίβος, μπότσια, ποδηλασία, σκοποβολή, κολύμβηση, ξιφασκία με αμαξίδιο, κανό) με συνολικά 66 αθλητές και αθλήτριες. Ξεχώρισαν τα τρία χρυσά μετάλλια στο στίβο το χρυσό στην άρση βαρών σε πάγκο και στην κολύμβησης , ενώ κατέκτησε ακόμη τέσσερα ασημένια και έξι χάλκινα μετάλλια. Βρέθηκε δε στην 23η θέση των μεταλλίων μεταξύ 159 χωρών που έλαβαν μέρος.
Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο, λόγω της υγειονομικής κρίσης (covid19) μετατέθηκαν από το 2020 στο 2021. Η Ελλάδα συμμετείχε με 46 αθλητές σε 11 αθλήματα (αντισφαίριση με αμαξίδιο, άρση βαρών σε πάγκο, τοξοβολία, τζούντο, στίβος, μπότσια, ποδηλασία, σκοποβολή, κολύμβηση, ξιφασκία με αμαξίδιο, επιτραπέζια αντισφαίριση).. Κατέκτησε 11 μετάλλια, τέσσερα εκ των οποίων στο στίβο και κατέλαβε την 51η θέση στον πίνακα μεταλλίων. Το μοναδικό χρυσό μετάλλιο ήρθε στον στίβο (100μ. Τ11), με πρωταγωνιστές τους Θανάση Γκαβέλα και Σωτήρη Γκαραγκάνη (guide). Η Ελλάδα κατέκτησε επίσης τρία ασημένια και επτά χάλκινα.
Η πρώτη συμμετοχή Έλληνα Αθλητή σε Χειμερινούς Παραολυμπιακούς Αγώνες έγινε το 2002 στο Σάλτ Λεϊκ Σίτι. Ακολούθησαν οι συμμετοχές στο Τορίνο (2006) στο Βανκούβερ (2010), στο Σότσι (2014) και στην Πιονγκτσάνγκ (2018).