Βλέπω συχνά στο θρανίο στο τετράδιο και  στα βιβλία σας γραμμένα ονόματα, από κείνα που τα ‘κανε τόσο γνωστά σήμερα στα σπίτια των ανθρώπων η τηλεόραση.

Σαν ακούσετε κάποιο απ’ αυτά τα ονόματα, ζωγραφίζεται στα μάτια σας, ένας ανυπόκριτος θαυμασμός.

Μα θέλω να θυμίσω, σε κάθε έναν, μια απλή αλήθεια: ό,τι θαυμάζεις, αυτό και μιμείσαι και ό,τι μιμείσαι, αυτό και γίνεσαι και ό,τι γίνεσαι, αυτό και αξίζεις• και συ, τα παιδιά μας,  –είμαι σίγουρος γι’ αυτό- αξίζεις πολλά,  γιατί είσαι το «αύριο» του κόσμου.

 

Υπάρχει ανάγκη σήμερα από πρότυπα; Πρότυπα ζωής. Μήπως η πληροφόρηση είναι τέτοια με την τεχνολογία, ώστε υπάρχει άνετα η ευχέρεια επιλογής αξιών και επομένως τρόπου ζωής, ο οποίος όμως μάλλον επιβάλλεται;

Το πρόβλημα είναι η επιλογή ΠΡΟΤΥΠΩΝ. Γιατὶ, το μοντέλο που προτείνεται, είναι οφθαλμοφανὲς ότι έχει προβλήματα.

Οἱ καιροὶ δύσκολοι, πονηροὶ καὶ παραπλανητικοί. Ζούμε στην εποχή  έλλειψης τέτοιων ΥΓΕΙΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ. Αντὶ αυτών προβάλλεται, ότι πιο ευτράπελο, ευτελές, έχει να επιδείξει η άρρωστη φαντασία του ανθρώπου.

Κι εσείς παιδιά μου, απορρίπτετε με πάθος τον κόσμο που φτιάξαμε εμείς οι μεγάλοι για σας. Υπόσχεστε με ζέση πως θα χτίσετε το «αύριο» καλύτερα από μας.  Γι’ αυτό, παιδιά μου, θέλω να ζωγραφίσω μπροστά στα παιδικά, στα εφηβικά σας μάτια, τα διψασμένα να θαυμάσουν, τρεις μορφές που έσπασαν τα στεγανά του χρόνου και τ’ όνομά τους δεν το κατάπιε η λήθη. Είναι εκείνοι που από παιδάκια του Δημοτικού μάθατε να λέτε «οι Τρεις Ιεράρχες».

Αναρωτιέμαι ποια και πόσα Μέσα Ενημέρωσης θα προβάλουν σήμερα, ημέρα Γιορτής των Τριών Ιεραρχών, κάτι για τη ζωή τους, τις διδαχές τους, τις ομιλίες τους, τη σημασία της παρουσίας τους στην ιστορία του ανθρώπου;

Τι γνωρίζουμε εμείς οι δάσκαλοι για αυτούς; Τι οι γονείς; Τι οι άρχοντες, τι οι αρχόμενοι; Οι φιλόσοφοι, οι επιστήμονες, αλλά και τα παιδιά!

Οι άγιες μητέρες τους αποτέλεσαν σπουδαία παραδείγματα και διδάγματα.  Αυτά καθόρισαν την εξέλιξη της ζωής τους και έγιναν τόσο μεγάλοι ώστε να λάμπουν σε όλους τους αιώνες σαν φωτεινά αστέρια με τη μόρφωσή τους και την αγιότητά τους. Η μητέρα του Βασιλείου, η Εμμέλεια. Η Νόνα του Γρηγορίου και η Ανθούσα του Ιωάννη.

Και οι τρεις υπήρξαν αξιοθαύμαστοι. Σαν κοινωνικοί εργάτες , σαν άνθρωποι αγάπης, σαν αγωνιστές της αλήθειας και της δικαιοσύνης, σα συγγραφείς και ποιητές, σαν ασκητές σαν λειτουργοί και ιεράρχες της Εκκλησίας, σαν άνθρωποι υπομονής ανεξικακίας και ανθρωπιάς .

Τόλμησαν να σπουδάσουν φιλοσοφία και ρητορική στις ειδωλολατρικές σχολές που λειτουργούσαν ακόμα ,ξεπερνώντας τις προκαταλήψεις του χριστιανικού τους περιβάλλοντος. Δε φοβήθηκαν ούτε περιφρόνησαν τον ανθρώπινο λόγο , αλλά αξιοποίησαν όλες τις δυνατότητες της αρχαίας σοφίας.

Υπήρξαν ασκητές  κι η άσκησή  τους δεν υπήρξε ποτέ άρνηση της ζωής και του κόσμου, αλλά έρωτας προς το Θεό.

Η  ασκητικότητα  αυτή είχε διαποτίσει τη ζωή τους και τους εξασφάλιζε μια ελευθερία, από το φόβο της εξορίας και της κακοπάθειας.

Όταν ο Μόδεστος, ο εκπρόσωπος του αυτοκράτορα Ουάλη απειλούσε  τον Βασίλειο προκειμένου να τον αναγκάσει να προσχωρήσει στην αίρεση του αρειανισμού ,του απάντησε:

«Δήμευση περιουσίας δε μπορείς να μου κάνεις γιατί το μόνο που έχω είναι τα ρούχα που φοράω και λίγα βιβλία.

Η εξορία δε με τρομάζει, όλη η γη είναι του Θεού. Βασανιστήρια δε θα προλάβεις να ευχαριστηθείς, το εξασθενημένο κορμί μου γρήγορα θα πέσει ώριμος καρπός στο περιβόλι του Κυρίου μου.»

Κι ο Μόδεστος μονολογώντας αναγκάστηκε να πει πως κανείς επίσκοπος ως τώρα δεν μίλησε έτσι , ο δε Βασίλειος του απάντησε πως δε θα συνάντησε πραγματικό επίσκοπο .

 

Οι Τρεις Ιεράρχες διδάσκουν ότι η κοινωνικὴ ευαισθησία δεν έχει όρια χρονικά, εθνικά, θρησκευτικὰ ή φυλετικὰ και αγγίζει τα όρια της ΘΥΣΙΑΣ.

Θαυμάζουμε τη μεγάλη απήχηση  που είχε το κήρυγμά τους και προσπαθώντας να  ερμηνεύσουμε το φαινόμενο το αποδίδουμε στη ρητορική τους δεινότητα. Όμως ο πραγματικός λόγος είναι πολύ πιο σοβαρός και βαθύς. Οι άνθρωποι αυτοί δίδασκαν όχι επειδή κάπου είχαν διαβάσει  κάποια πράγματα και τα ήξεραν καλά ώστε να μπορούν με  την τέχνη  του λόγου τους να τα μεταδώσουν στους άλλους , μα είχαν βιώσει   καθημερινά αυτά που περιέγραφαν και συνιστούσαν .

 

Δικαιούντο να μιλάνε για αγάπη γιατί την είχαν κάνει πράξη .

Ο  Μέγας Βασίλειος  ήταν γόνος μιας πολύ πλούσιας οικογένειας και κληρονόμος μιας τεράστιας περιουσίας που την μοίρασε στους φτωχούς επιστρέφοντας από τις σπουδές του , πριν αποσυρθεί στην έρημο να μονάσει. Όταν αργότερα έγινε επίσκοπος Καισαρείας, με ότι του είχε απομείνει  και με τα χρήματα της αρχιεπισκοπής ,οικοδόμησε μια ολόκληρη πολιτεία αγάπης , που την αποτελούσαν ιδρύματα που ανακούφιζαν τον ανθρώπινο πόνο και κάλυπταν τις ανάγκες όχι μόνο των χριστιανών μα και όλων όσων κατέφευγαν εκεί , αδιακρίτως .

 

Και  το μέχρι πριν  πλουσιόπαιδο, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος , που σαν ιερέας στην Αντιόχεια συντηρούσε καθημερινά τρεις χιλιάδες  ανθρώπους που είχαν ανάγκη και σαν πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης επτά χιλιάδες, τους οποίους υπηρετούσε ο ίδιος όσο μπορούσε, γίνεται ζητιάνος για τους άλλους , για να εξασφαλίσει αυτά που είχαν ανάγκη οι πάσης φύσεως  ανίσχυροι .

 

Τα κοινωνικά προβλήματα της αδικίας , της εκμετάλλευσης , της υποτίμησης της γυναίκας και της δουλείας τους απασχόλησαν   τόσο θεωρητικά όσο και  πρακτικά .

 

« Ποιον , λέει ο πλούσιος , αδικώ κρατώντας τα δικά μου ;»

«Πες μου, ποια δικά σου ;» ερωτά ο Μ: Βασίλειος. «Από πού  αφού τα πήρες τα έβαλες στη ζωή σου;» Και συνεχίζει με το παράδειγμα του ανθρώπου που μπαίνει πρώτος στο θέατρο και πιάνει τα διπλανά άδεια καθίσματα και εμποδίζει να καθίσουν αυτοί που μπαίνουν μετά . « Τέτοιοι είναι οι πλούσιοι. Διότι αφού προκαταλάβουν τα κοινά, τα ιδιοποιούνται επειδή πρόλαβαν »
( Μ . Βασιλείου , εις το «  Καθελώ μου τας αποθήκας » PG 31, 276 )

Λέει ο Ιωάννης ο  Χρυσόστομος:

« Δε φρίττεις άνθρωπε , δεν κοκκινίζεις από ντροπή, ονομάζοντας επιτιθέμενο αυτόν που παλεύει για το ψωμί του ; Και αυτό είναι έγκλημα μας δικής μας ωμότητας . Διότι επειδή δεν ανεχόμαστε να δίνουμε εύκολα , αναγκάζονται να επινοούν μύριες πονηριές , ώστε να ξεγελάσουν την απανθρωπιά μας και να μαλακώσουν τη σκληρότητά μας.»

 

Η ζωή τους ορίστηκε, όπως η ζωή του καθενός μας, κεράκι ταγμένο να χαρίσει κάπου τη μικρή του φλόγα. Κι εκείνοι μας δείξανε το δρόμο• σε όλους μας αλλά  πιο πολύ σε σας παιδιά, που η φλόγα σας, λαχταρά κάπου να φωτίσει.

Μην την αφήσετε ανυπεράσπιστη στις θύελλες των καιρών μας• κι είναι τόσα αυτά που απειλούνε σήμερα να σας την αφανίσουν.

Πρόσεχετε, παιδιά μου, μην όλα αυτά  σβήσουν το κεράκι σας και μείνουν τα όνειρά σας στάχτη• γιατί δεν πλαστήκαμε γι’ αυτό. Πλαστήκαμε να χαρούμε την ομορφιά και την αγάπη: να θησαυρίσουμε μέσα μας φως, να σκορπίσουμε γύρω μας φως, ν’ αφήσουμε πίσω μας έστω και λίγο φως, για να διαλύσει τα σκοτάδια αυτού του κόσμου.

Αυτό έκαναν εκείνοι. Γι’ αυτό κι η Ιστορία κράτησε φυλαχτό τα ονόματά τους κι η Εκκλησία έβαλε πλάι σ’ αυτά τρεις λέξεις υπέροχες, που δεν έχουν ανάγκη από εισαγωγικά: Μέγας, Θεολόγος, Χρυσόστομος.

Ίσως θα με ρωτήσεις: «Μα πως το πέτυχαν; Πως δεν τους νίκησε η φθορά της εποχής τους, που εμένα τόσο με συνθλίβει;» Γιατί, βέβαια, στις μέρες μας το κακό περίσσεψε, μα δεν βρέθηκε ως τα σήμερα εποχή, που να της λείψει το κακό.

Όμως εκείνοι δεν σκιαχτήκανε από τις νύχτες των καιρών τους! Γίνανε πυρσοί και τις φωτίσανε, γιατί άναψαν  το κεράκι τους από το φως Εκείνου που, μόνος στην ιστορία των ανθρώπων, είπε: «Ἐγώ εἰμί τό φῶς τοῦ κόσμου»!

 

Η αγάπη γι’ Αυτόν ήταν που σκόρπιζε το βιός του Βασιλείου στα χέρια των φτωχών. Η αγάπη γι’ Αυτόν ήταν που πύρωνε τον Ιωάννη, όταν, πάνω απ’ τον άμβωνα, έκανε τις αρχόντισσες της Βασιλεύουσας να βγάζουν τα χρυσά τους περιδέραια, για να τραφούν οι πεινασμένοι και να ελευθερωθούν οι δέσμιοι. Η αγάπη γι’ Αυτόν ξέχυνε την καρδιά του Γρηγορίου σε κείμενα, όπου η ομορφιά της γλώσσας μας φτέρωνε τα πετάγματα του φωτισμένου νου του ως τ’ απροσπέλαστα ύψη του Θεού.

 

Κι οι άνθρωποι μαλώνανε ποιος να ‘ταν τάχα ο πιο μεγάλος απ’ τους τρεις, να τον τιμήσουν περισσότερο. Μα σας τους έβαλαν πλάι-πλάι ν’ αντιμετρήσουνε  την προσφορά τους, είδαν να γράφεται πίσω απ’ το βίο και το δώρημα του καθενός τους, το ίδιο μέτρο• η αγάπη για τον Θεό, που εμπνέει τη θυσία για τον άνθρωπο.

Κι έτσι, αποφάσισαν να τους γιορτάζουνε μαζί κάθε Γενάρη στις 30, για να μας δείχνουνε το δρόμο, το δρόμο της αληθινής ζωής:
Εκείνον που στο «Ἐγώ εἰμι τό φῶς» συμπλήρωσε και «…ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή».

 

Παιδιά μου,

Αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος, που θα σας βγάλει στα όνειρά σας. Και κάθε μέρα, γι’ αυτό είναι που προσεύχομαστε: να τον βρούμε και να τον περπατήσουμε. Τότε θα ξέρουμε…ποιους, ποια πρότυπα θα θαυμάζουμε.

 

Κωνσταντίνος Δημητρακόπουλος

Το προαύλιο

Είσοδοι του Σχολείου

Είσοδοι του Σχολείου

Είσοδοι του Σχολείου

Το προαύλιο

Το προαύλιο

Είσοδοι του Σχολείου

Καθ οδόν: Η Αγίου Νεκταρίου

Καθ οδόν: Η Αγίου Νεκταρίου

Καθ οδόν: Η Αγίου Νεκταρίου

Νεώτερη ανακοίνωση του Δήμου Γλυφάδας, το πρωί της Τρίτης

ΕΚΤΑΚΤΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Λόγω της χιονόπτωσης κατά τη διάρκεια της νύχτας που κατέστησε ολισθηρό το οδόστρωμα σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης και προς αποφυγή πιθανών ατυχημάτων,  τα σχολεία του Δήμου Γλυφάδας, σήμερα Τρίτη 8 Ιανουαρίου,  θα παραμείνουν κλειστά.
Οι παιδικοί σταθμοί του Δήμου θα λειτουργήσουν κανονικά .

Η πιο πρόσφατη ανακοίνωση του Δήμου Γλυφάδας ως το βράδυ (11.30΄μμ ) της Δευτέρας 7/1/19 είναι η εξής:

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

 

Ανακοίνωση για τη λειτουργία των σχολείων της Γλυφάδας

 

Σας ενημερώνουμε ότι τα σχολεία και οι παιδικοί σταθμοί του Δήμου Γλυφάδας αύριο, Τρίτη 8 Ιανουαρίου, θα λειτουργήσουν κανονικά.

Σε περίπτωση που οι καιρικές συνθήκες και οι επόμενες μετεωρολογικές προβλέψεις επιβάλλουν το κλείσιμο των σχολείων, θα υπάρξει νέα ανακοίνωση.