Αρχείο κατηγορίας: Χρήσιμα άρθρα
Διαβάζω δυνατά
Η καμπάνια γνωριμίας με τη μεγαλόφωνη ανάγνωση και τα τεράστια οφέλη της, που ξεκίνησε δειλά δειλά το 2018, φέτος μπαίνει δυναμικά στον έβδομο χρόνο της. Συνέχεια
Το παιδί που ακούει παραμύθια..
Σας παραθέτω ένα υπέροχο απόσπαμα από την περήφημη “Γραμματική της φαντασίας” του Gianni Rodari, που αναφέρεται στο ότι η ανάγνωση βιβλίων στα παιδιά μας είναι κάτι παραπάνω από το προφανές.
Είναι σύνδεση, ενίσχυση της σχέσης μας, ασφάλεια, αναμνήσεις..
Κάνε κλικ εδώ, για να το διαβάσεις
Οκτώβριος – Παγκόσμιος μήνας ευαισθητοποίησης για τη ΔΕΠ-Υ
Ο Οκτώβριος έχει καθιερωθεί ως μήνας ευαισθητοποίησης για άτομα με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και/ ή Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) – διεθνώς (ADHD) – είναι μια από τις συχνότερες και πιο μελετημένες νευροβιολογικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας, η οποία συνεχίζεται, κατά ένα σημαντικό ποσοστό, και στην ενήλικη ζωή. Εμφανίζεται στο 5-7% του μαθητικού πληθυσμού με σχέση συνήθως 3:1 υπέρ των αγοριών. Μολονότι η αιτιολογία της διαταραχής δεν έχει σαφώς αποσαφηνιστεί, εκτεταμένες έρευνες έχουν δείξει ότι η ΔΕΠΥ οφείλεται σε κάποια ανισορροπία των χημικών ουσιών του εγκεφάλου και ειδικότερα στους νευροδιαβιβαστές που μεταφέρουν τα μηνύματα στον εγκέφαλο. Πιθανόν να οφείλεται σε κληρονομικές βιοχημικές διαταραχές, σε διαταραχές κύησης που επηρεάζουν τις περιοχές του εγκεφάλου που ελέγχουν την προσοχή και την κίνηση, σε τοξικές ουσίες (π.χ. μόλυβδο) ή σε άλλες αναπτυξιακές διαταραχές ή εγκεφαλικές κακώσεις. Τέλος, η συχνότερη εμφάνιση της ΔΕΠΥ σε μέλη της ίδιας οικογένειας, υποδεικνύει ότι ενδεχομένως να υπάρχει και γονιδιακή κληρονομική προδιάθεση.
Συμπτωματολογία-Κλινική εικόνα
Τα κύρια συμπτώματα της διαταραχής, όπως ορίζονται από το DSM-IV, είναι η διάσπαση της προσοχής, η παρορμητικότητα και η υπερκινητικότητα. Με βάση τα συμπτώματα που επικρατούν στα παιδιά σχολικής ηλικίας διακρίνουμε τρεις τύπους ΔΕΠΥ:
α) τύπος Απροσεξίας: το παιδί δεν μπορεί να συγκεντρωθεί, αποσπάται εύκολα από άσχετα ερεθίσματα, δεν φαίνεται να ακούει, δε δίνει σημασία στις λεπτομέρειες, κάνει λάθη απροσεξίας,
δυσκολεύεται να ακολουθήσει οδηγίες, αποφεύγει εργασίες που απαιτούν συστηματική πνευματική προσπάθεια, ξεχνά τις σχολικές εργασίες χάνει πράγματα και γενικά είναι ανοργάνωτος/η,
β) τύπος Παρορμητικότητας/Υπερκινητικότητας: το παιδί δυσκολεύεται να παραμείνει καθισμένος/η, κουνάει χέρια, πόδια, ή στριφογυρίζει στην καρέκλα, κοιτά συνέχεια γύρω του και πειράζει τους άλλους, σηκώνεται όταν δεν επιτρέπεται, τρέχει και σκαρφαλώνει υπερβολικά,
δεν σκέφτεται πριν αντιδράσει, απαντάει πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση, μιλάει συνεχώς, δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του, στα παιχνίδια δεν ακολουθεί κανόνες, διακόπτει ή ενοχλεί τους άλλους,
γ) Συνδυασμένος τύπος: Είναι επίσης συνηθισμένος τύπος ΔΕΠΥ στα παιδιά και στους εφήβους όπου παρουσιάζεται συνδυασμός κάποιων από τα παραπάνω συμπτώματα, ήτοι απροσεξία, υπερκινητικότητα και παρορμητική συμπεριφορά.
Γενικά, το φάσμα των κλινικών συμπτωμάτων είναι ευρύ, γι αυτό και κανένα παιδί με ΔΕΠΥ δεν μοιάζει με κάποιο άλλο. Συνήθως, υπάρχουν διαφοροποιήσεις στην ένταση των συμπτωμάτων και μάλιστα τέτοιες διακυμάνσεις μπορεί να παρατηρούνται στο ίδιο παιδί κατά την διάρκεια της ημέρας, ακόμη και από ώρα σε ώρα. Ωστόσο, για να δοθεί η διάγνωση της ΔΕΠΥ, τα ως άνω προβλήματα πρέπει να παρατηρούνται τόσο στο σπίτι, όσο και στο σχολείο και να προκαλούν σημαντική δυσκολία στην ακαδημαϊκή απόδοση και την κοινωνική συναναστροφή του παιδιού. Η αναγνώριση του προβλήματος και η πρώτη επίσκεψη στον ειδικό συμπίπτει συνήθως με την ένταξη στο σχολείο, εξαιτίας των αυξημένων απαιτήσεων για συγκέντρωση της προσοχής, οργάνωση και συμμόρφωση στους κανόνες. Εντούτοις, τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της ΔΕΠΥ θεωρούνται τόσο κοινά στην παιδική ηλικία, που συχνά η διάγνωση παραβλέπεται, ενώ σε πολλές περιπτώσεις τα προβλήματα που η ίδια η ΔΕΠΥ προκαλεί στη συμπεριφορά, στην κοινωνική προσαρμογή ή στη σχολική απόδοση, αποδίδονται σε άλλες καταστάσεις που μπορεί να συνυπάρχουν με αποτέλεσμα η ΔΕΠΥ να παραμένει συχνά αδιάγνωστη ή εσφαλμένα διαγνωσμένη.
Όσον αφορά στους ενήλικες, τα πυρηνικά συμπτώματα της ΔΕΠΥ, απροσεξία, υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα, συνεχίζουν να υπάρχουν, αλλά εκφράζονται διαφορετικά. Παράλληλα, η κλινική εικόνα περιπλέκεται λόγω της συχνής συνύπαρξης με άλλες ψυχιατρικές διαταραχές. Οι ενήλικες βιώνουν την υπερκινητικότητα ως ένα εσωτερικό συναίσθημα ανησυχίας, αδυναμίας να ηρεμήσουν καθώς και με υπερβολική φλυαρία, ενώ η απροσεξία και η παρορμητικότητα τους ακολουθούν σε μεγάλο βαθμό σε όλη τους τη ζωή. Οι ενήλικες με ΔΕΠΥ έχουν περισσότερες πιθανότητες να εγκαταλείψουν τις σπουδές τους, να απολυθούν από την εργασία τους και να έχουν κακές σχέσεις στην προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική τους ζωή. Εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αυξημένο κίνδυνο κακής σωματικής υγείας, σοβαρών τροχαίων και άλλων ατυχημάτων, καθώς και εθισμό διαφόρων μορφών. Επαγγελματικά προτιμούν δουλειές με κίνηση και δράση, διέγερσης και κινδύνου, όπως επιχειρηματικές δραστηριότητες και συχνά αλλάζουν επάγγελμα μέχρι να βρουν αυτό που τους ταιριάζει. Έχουν πτωχές οργανωτικές δεξιότητες και δυσκολεύονται στη διαχείριση τόσο των οικονομικών όσο και του χρόνου.
Στην προσωπική τους ζωή, συχνά έχουν συζυγικά προβλήματα, ασταθείς σχέσεις, διαζύγια, κλπ.
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Η ΔΕΠΥ είναι μια χρόνια διαταραχή που δεν έχει ριζική θεραπεία, αλλά η πρώιμη διάγνωση και ολοκληρωμένη παρέμβαση στην παιδική ηλικία βελτιώνει κάποια συμπτώματα και προσφέρει στο άτομο καλύτερη ποιότητα ζωής.
Αφού η συννοσηρότητα αποτελεί μάλλον τον κανόνα στη ΔΕΠΥ και όχι την εξαίρεση, η θεραπευτική προσέγγιση είναι πολυεπίπεδη και πρέπει να περιλαμβάνει ψυχοεκπαίδευση, φαρμακευτική αγωγή, καθώς και ειδικά σχεδιασμένες ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις. Στη θεραπεία θα πρέπει να συμμετέχει όχι μόνον ο ασθενής, αλλά, όπου χρειάζεται κι αυτό είναι εφικτό, και η οικογένεια.
H ψυχοεκπαίδευση γονέων στη διαχείριση της συμπεριφοράς του παιδιού στο οικογενειακό περιβάλλον αποτελεί την πλέον αποτελεσματική μη φαρμακευτική μέθοδο αντιμετώπισης της ΔΕΠΥ. Επιδιώκει την άμεση εργασία με τους γονείς ώστε να τροποποιήσουν και να βελτιώσουν τις γονικές τους δεξιότητες με σκοπό τη βελτίωση των σχέσεων γονέα – παιδιού. Βασίζεται στις τεχνικές τροποποίησης της συμπεριφοράς και αφορά στην εκμάθηση τεχνικών διαχείρισης και ελέγχου της συμπεριφοράς του παιδιού, την ενίσχυση της ικανότητας και αυτοπεποίθησής τους στην ανατροφή του παιδιού και τη βελτίωση της σχέσης γονέων- παιδιού με τη χρήση κατάλληλων μορφών επικοινωνίας και θετικής προσοχής.
Υπάρχουν διαφόρων ειδών ψυχοθεραπείες, θεωρίες και μέθοδοι. Η Γνωσιακή-Συμπεριφοριστική θεραπεία είναι μια από τις πιο διαδεδομένες για τη ΔΕΠΥ και στοχεύει στο να βοηθήσει το άτομο με ΔΕΠΥ να αναπτύξει δικούς του τρόπους επίλυσης προβλημάτων και να αποκτήσει αυτοέλεγχο. Έχει ένα συμβουλευτικό και συνεργατικό χαρακτήρα και διευκολύνει το θεραπευόμενο να εκπαιδευθεί στην αυτοκαθοδήγηση, στη βελτίωση των δεξιοτήτων διαχείρισης προβλημάτων, στην αντιμετώπιση του άγχους, κλπ.
Άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις περιλαμβάνουν την νευροανάδραση, την υποστηρικτική Καθοδήγηση (Coaching), την άσκηση και την ειδική αγωγή.
Η Nευρoανάδραση είναι μια τεχνική εκγύμνασης και αυτοελέγχου της εγκεφαλικής δραστηριότητας. Χρησιμοποιεί το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (EEG), μια συσκευή που ανιχνεύει και καταγράφει την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου, και, με κατάλληλη επεξεργασία, την προβάλλει στον εκγυμναζόμενο, ο οποίος εκπαιδεύεται στο να την ελέγχει, ώστε να πετύχει φυσιολογικά επίπεδα των εγκεφαλικών κυμάτων. Δεν είναι μια παρεμβατική προσέγγιση. Απαιτεί προσπάθεια και κόπο από τον εκπαιδευόμενο γι αυτό και τα αποτελέσματά της εξαρτώνται από το βαθμό συνεργασίας και συμμετοχής του.
Η Υποστηρικτική Καθοδήγηση (Coaching) δεν είναι μια θεραπευτική διαδικασία. Πρόκειται για μια συνεργασία μεταξύ ενός «προπονητή (coach)» και του «πελάτη» μέσω μίας δημιουργικής διαδικασίας που εμπνέει το άτομο με ΔΕΠΥ να μεγιστοποιήσει την προσωπική και επαγγελματική του δυναμική. Μέσα απ’ αυτήν τη διαδικασία το άτομο με ΔΕΠΥ εκπαιδεύεται να κατανοεί τις επιπτώσεις της διαταραχής στην εκάστοτε συμπεριφορά του, αποκτά κίνητρα και συμμετέχει ενεργά στην επιλογή στρατηγικών που εξυπηρετούν τις ανάγκες του και βελτιώνει την καθημερινότητά του.
Δεδομένου του υψηλού ποσοστού συννοσηρότητας της ΔΕΠΥ με Μαθησιακές Δυσκολίες και Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες, η ειδική αγωγή είναι συχνά απαραίτητη για την αντιμετώπιση των δυσκολιών μάθησης. Τέλος, η σωματική άσκηση υποστηρίζεται ότι μπορεί να βελτιώσει τη γνωστική λειτουργία και την οργάνωση των νευρώνων που σχετίζονται με τον εκτελεστικό έλεγχο κατά τη διάρκεια της προεφηβικής ανάπτυξης. Ωστόσο, απαιτούνται περισσότερες και εκτεταμένες μελέτες σ’ αυτόν τον τομέα για να τεκμηριωθεί η ως άνω άποψη. Σύμφωνα με άλλη μελέτη, η αθλητική επίδοση σε αγόρια με ΔΕΠΥ μπορεί να αυξήσει την αποδοχή εκ μέρους των συνομηλίκων τους, όταν μάλιστα συνοδεύεται από ηπιότερη αρνητική συμπεριφορά, και να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση και τον αυτοέλεγχο τους.
Κοσμά Αλίκη, Ψυχολόγος MSc
Πηγή: www.adhdhellas.org
Παιδιά Και Οθόνες – Ποιες Οι Επιπτώσεις;
Σύμφωνα με έρευνα του Μη Κερδοσκοπικού Οργανισμού Common Sense Media των ΗΠΑ, σχεδόν τα μισά παιδιά οχτώ ετών – ή και μικρότερης ηλικίας – έχουν τη δική τους συσκευή tablet και περνούν σχεδόν 2.5 ώρες καθημερινά μπροστά στην οθόνη!!!
Ομολογουμένως, στη σύγχρονη εποχή τα ψηφιακά μέσα κυριαρχούν παντού. Στο σπίτι, το αυτοκίνητο, τα εστιατόρια, ακόμη και σε αίθουσες αναμονής οι άνθρωποι επιτρέπεται να χρησιμοποιήσουν ψηφιακές συσκευές. Πόσο όμως τα ψηφιακά αυτά μέσα επηρεάζουν τις τον ανθρώπινο οργανισμό και συγκεκριμένα τον παιδικό εγκέφαλο;
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι οθόνες (tablet, κινητό, τηλεόραση) έχουν επιπτώσεις στις γνωστικές λειτουργίες παιδιών μικρής ηλικίας. Έρευνα του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας των ΗΠΑ (NIH) που ξεκίνησε το 2018 αναφέρει πως παιδιά που περνούν περισσότερο χρόνο από δύο ώρες ημερησίως σε δραστηριότητες ψηφιακών μέσων εμφανίζουν χαμηλότερα scores σε tests συλλογισμού ή γλωσσικά tests. Ακόμη, παιδιά που περνούν περισσότερες από 7 ώρες μπροστά σε οθόνη παρουσίασαν λέπτυνση του εγκεφαλικού φλοιού, την περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την κριτική σκέψη και τον λογικό συμπερασμό.
Τα μικρά παιδιά που ασχολούνται καθημερινά με τα ψηφιακά μέσα, μειώνουν σημαντικά τον χρόνο εκείνο κατά τον οποίο εξερευνούν το περιβάλλον. Tα tablets, τα κινητά τηλέφωνα, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια σίγουρα για εκείνα είναι πολύ ενδιαφέροντα και αποτελούν «πόλο έλξης». Η ενασχόληση με αυτά τα μέσα απομακρύνει τα παιδιά από το να ασχοληθούν με μη ψηφιακές δραστηριότητες, όπως είναι τα παραδοσιακά παιχνίδια, με σκοπό να αυξήσουν τη φαντασία και τη δημιουργικότητα. Κάτι τέτοιο είναι λογικό, μια και οι ενασχολήσεις αυτές στα μάτια των παιδιών που έχουν εξοικειωθεί με ηλεκτρονικά παιχνίδια δεν είναι τόσο διασκεδαστικές ή ελκυστικές όσο τα έντονα χρώματα, οι ήχοι και οι γρήγορες εναλλαγές των οθονών.
Έρευνες έχουν δείξει ότι η ώρα που περνά ένα παιδί μπροστά από την τηλεόραση συνδέεται με μείωση της γνωστικής απόδοσης (cognitive performance), της συγκέντρωσης ή άλλων αναπτυξιακών χαρακτηριστικών. Επιπλέον, η λειτουργία της τηλεόρασης στο σπίτι συνεπάγεται μειωμένη επικοινωνία μεταξύ των μελών της οικογένειας και γενικότερη αλληλεπίδραση, ακόμη και αν το ίδιο το παιδί δεν παρακολουθεί. Κάτι τέτοιο σε καθημερινή συχνότητα μειώνει τις ευκαιρίες αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας του παιδιού, όπως επίσης και τη δυνατότητα πρόσβασης σε ερεθίσματα που προάγουν την καλλιέργεια της σκέψης και της φαντασίας. Όταν η τηλεόραση είναι σε λειτουργία στο χώρο, το παιδί παίζει λιγότερο και η συγκέντρωσή του διασπάται για μικρό χρονικό διάστημα μεν, αλλά επαναλαμβανόμενα. Ένας άλλος σημαντικός τομέας που επηρεάζεται από την έκθεση του παιδιού στην τηλεόραση είναι ο ύπνος, ειδικά αν το παιδί έχει παρακολουθήσει τηλεόραση λίγη ώρα πριν τον ύπνο ή αν η συσκευή είναι στο δωμάτιο του παιδιού. Παρόμοιο αντίκτυπο στον ύπνο παρατηρείται όταν το παιδί χρησιμοποιεί κινητό τηλέφωνο ή tablet.
Πράγματι, τα νέα ψηφιακά μέσα δε διαφέρουν ως προς την επιρροή τους στα μικρά παιδιά, σε σχέση με την τηλεόραση. Η έκθεση του παιδιού σε ψηφιακά μέσα για ψυχαγωγικούς κυρίως σκοπούς συνδέεται αρνητικά με επιπτώσεις στην ακαδημαϊκή επίδοση και σε γνωστικές και επιτελικές λειτουργίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση κινητού τηλεφώνου, tablet ή άλλα χειροκίνητα ψηφιακά μέσα (ηλεκτρονικά παιχνίδια χειρός) από το παιδί μικρής ηλικίας (18 μηνών) για μεγάλα χρονικά διαστήματα συνδέεται αρνητικά με την καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη, σύμφωνα με έρευνα στον Καναδά. Για όσο περισσότερη ώρα ένα παιδί εκτίθεται στη χρήση κινητού ή άλλων χειροκίνητων ψηφιακών μέσων, τόσο μεγαλώνει το ρίσκο να εμφανίσει καθυστέρηση στις γλωσσικές δεξιότητες. Για κάθε 30 λεπτά επιπλέον έκθεσης του παιδιού σε οθόνη, κατά μέσο όρο, οι ερευνητές αναφέρουν 49% αύξηση του ρίσκου εμφάνισης καθυστέρησης στη γλωσσική ανάπτυξη!
Το παραδοσιακό παιχνίδι, το διάβασμα παραμυθιών με ενήλικα, η ενασχόληση με δραστηριότητες του σπιτιού προκειμένου τα παιδιά να είναι δραστήρια και να μιμούνται συμπεριφορές των ενηλίκων (όπως το στρώσιμο του κρεβατιού, η τακτοποίηση, το πότισμά και άλλες) πρέπει να υπερισχύουν σε σχέση με την ενασχόληση με ψηφιακές δραστηριότητες. Ερευνητές αλλά και οι προτάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας συνιστούν τη μείωση του χρόνου έκθεσης των παιδιών 2-5 χρονών σε ψηφιακές οθόνες σε μία ώρα – ή και λιγότερο- ημερησίως, με σκοπό τα παιδιά να αναπτύξουν υγιεινές συμπεριφορές αργότερα, στις μετέπειτα ηλικίες.
Πηγές:
- What Does Too Much Screen Time Do to Children’s Brains?
- Eric, O. The negative effects of new screens on the cognitive functions of young children require new recommendations. Ital J Pediatr47, 223 (2021).
- Too much screen time for young children may lead to unhealthy behaviours growing up
Γράφει η Αμαλία Κρητικού
Ειδική Παιδαγωγός Med
Η προσαρμογή των παιδιών στο νηπιαγωγείο
Ένα μικρό άρθρο από το Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο, που αναφέρεται στους τρόπους με τους οποίους μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν το παιδί τους να προσαρμοστεί ομαλά στο νηπιαγωγείο.
Για να το διαβάσετε πατήστε εδώ
Οδηγός γονέα
Οδηγός για γονείς παιδιών νηπιακής ηλικίας.
Πρόκειται για ένα μικρό ηλεκτρονικό βιβλίο, το οποίο μπορεί να λύσει πολλές απορίες σε γονείς σχετικά με τη δουλειά που γίνεται στον χώρο του νηπιαγωγείου.
Περιλαμβάνει θέματα σχετικά με τον θεσμό της προσχολικής εκπαίδευσης, ζητήματα ασφάλειας και υγείας, συνεργασίας σχολείου – οικογένειας, παιγνιώδης μάθηση, κλπ.
Ευανάγνωστο που αξίζει να διαβαστεί σταδιακά.
Ο οδηγός βρίσκεται στον παρακάτω σύνδεσμο: