ΤΟ ΑΥΓΟ ΛΑΓΟΣ
(Σοφία Μαντούβαλου)
Μια φορά κι έναν καιρό,
η αλεπού η κυρά-Μαριώ
από την κότα την Κλοκλό
έκλεψε ένα άσπρο αυγό.
Τσούγκρισμα πασχαλινό
ονειρεύεται η Μαριώ:
«Θα το βάψω πορφυρό,
κόκκινο γυαλιστερό,
όλα τα αυγά θα σπάσω,
όλους θα τους ξεπεράσω».
Μια μέρα η κυρά-Μαριώ
πάει για ψώνια στο χωριό.
Με τρελό τρεχαλητό
πίσω της το σκάει τ’ αυγό.
Τρέχει, τρέχει να κρυφτεί,
η Μαριώ να μην το βρει.
Συναντάει μια πασχαλιά,
τα νέα της λέει τα κακά:
-Κρύψε με, σε παρακαλώ,
Κλαίει το πασχαλινό αυγό,
με κυνηγάει η Μαριώ.
Η πασχαλίτσα Πασχαλιά
το αυγό παίρνει αγκαλιά.
Μαύρες βούλες ζωγραφίζει
και κανείς δεν το γνωρίζει.
Περνάει η κυρά-Μαριώ,
της τα λέει «το και το»,
τη ρωτάει για το αυγό:
-Τόση μεγάλη πασχαλίτσα
με τόσο στρουμπουλή κοιλίτσα
πρώτη φορά βλέπω εγώ.
Μα τα μάτια μου τα δυο,
Πολύ μοιάζει με αυγό,
λέει πονηρά η Μαριώ.
-Ξαδέλφη απ’ την ξενιτιά,
τρώει πολλά, πολλά γλυκά,
γι’ αυτό είναι λίγο παχιά,
λέει με ξέπνοη λαλιά
η πασχαλίτσα Πασχαλιά.
-Αν περάσει από δω
ο δραπέτης το αυγό,
φώναξέ με στο λεπτό.
Φεύγει η κυρά-Μαριώ.
-Φύγε γρήγορα από δω,
πήγαινε στον κυρ λαγό
είπε με ζεστή καρδιά
η πασχαλίτσα Πασχαλιά.
Είναι πονηρή η Μαριώ,
θα ξανάρθει κατά δω.
-Κρύψε με σε παρακαλώ,
με κυνηγάει η Μαριώ.
κλαίει το πασχαλινό αυγό
στον Πασχάλη το λαγό.
Ο Πασχάλης ο λαγός,
που είναι ευρηματικός,
φοράει ένα βρακί κοντό,
μέσα βάζει το αυγό,
φαίνεται σαν καγκουρό.
Του κολλάει δυο αυτιά
και δυο δόντια μακρουλά,
και το πασχαλινό αυγό
μοιάζει τώρα με λαγό.
Περνάει η κυρά-Μαριώ,
του τα λέει «το και το»,
τον ρωτάει για το αυγό:
-Μήπως είδες ένα αυγό
κόκκινο, γυαλιστερό,
να περνάει από δω:
-Πέρασε ένα βιαστικό,
πήγε κατά το χωριό,
είπε ο Πασχάλης ο λαγός.
Πολύ φαινόταν αγαθός.
-Να σου ζήσει το μωρό,
είπε πονηρά η Μαριώ.
Μοιάζει με κόκκινο αυγό.
-Είναι πολύ ντροπαλό
το καημένο το μικρό,
κοκκινίζει στο λεπτό
σαν πασχαλινό αυγό.
-Αν περάσει από δω
ο δραπέτης το αυγό,
πες μου το σε παρακαλώ.
Φεύγει η κυρά-Μαριώ.
-Είναι πονηρή η Μαριώ,
θα ξανάρθει από δω,
λέει ο Πασχάλης στο αυγό
και πηδά σαν καγκουρό.
Το πηγαίνει στην Κλοκλό,
τη μαμά του στο χωριό,
μα εκείνη δεν το παίρνει,
το αρνείται η καημένη.
-Το δικό μου το αυγό
δεν είναι χρωματιστό,
είναι άσπρο καθαρό,
με πουλάκια γεμιστά.
Η πασχαλίτσα Πασχαλιά
ακολουθεί από κοντά.
Σαπούνια αρωματικά
φέρνει για να βγει η μπογιά.
Λουτρό του κάνει ο λαγός,
κόκκινος γίνεται ο αφρός.
Πλένει, ξεπλένει το αυγό,
κόκκινο παραμένει αυτό.
–Να το πάμε στο γιατρό,
λέει η πασχαλίτσα στο λαγό.
Κάποιο φάρμακο καλό
θα προτείνει γιατρικό.
Ο Ανέστης ο γιατρός
είναι πολύ τρυφερός,
τα ακουστικά φοράει,
στην κοιλιά τ’ αυγό ζουλάει
και βαθιά χαμογελάει.
-Ακούω ένα γουργουρητό,
μα, σε μισό, ένα λεπτό,
θα σκάσει τσόφλι και αυγό,
λέει στον Πασχάλη το λαγό.
«Κρακ, κρακ», έκανε το αυγό,
πουλί πετάχτηκε μικρό.
Η πασχαλίτσα Πασχαλιά
το νταντεύει αγκαλιά.
Περνάει η κυρά-Μαριώ
και ρωτάει το νεογνό:
-Πουλί, πουλάκι μου γλυκό,
μήπως είδες ένα αυγό
κόκκινο πασχαλινό;
-Μόλις πέρασε από δω
ένα αυτοκίνητο παλιό,
δε θυμάμαι αριθμό.
Λιώμα έγινε το αυγό,
λέει το πουλάκι θαρρετό.
Τρέλα την πιάνει τη Μαριώ
χωρίς πασχαλινό αυγό
και παίρνει στο κυνηγητό
κάθε αυτοκίνητο παλιό.
Καλή Ανάσταση!!!
Πρόσφατα σχόλια