Ένα όμορφο πρωινό, σε εκείνο το μακρινό πανέμορφο χωριό , το 1 και το 2 απολάμβαναν τη φύση. Κι ενώ ήταν όλα ήρεμα και ωραία, άκουσαν κάποιον να τραγουδάει. Το τραγούδι ακουγόταν από την μεριά του ποταμού. Αποφάσισαν να πάνε να δουν από κοντά ποιος τραγουδούσε. Ποτέ δεν τους είχε επισκεφτεί κανείς στο μακρινό απόμακρο κτήμα τους.
Όταν πλησίασαν στο ποτάμι, είδαν έναν παράξενο κύριο με δύο κοιλιές, να ψαρεύει και να τραγουδάει:
Είμαι το 3 το στρουμπουλό
ψαράκια πιάνω στο λεπτό.
Ελάτε ψαράκια μου γλυκά
αχ πόσο γουργουρίζει η κοιλιά!
– Γεια σου φίλε, ποιος είσαι; ρώτησε το 1.
– Είμαι το 3 το στρουμπουλό
ψαράκια πιάνω στο λεπτό.
Ελάτε ψαράκια μου γλυκά
αχ πόσο γουργουρίζει η κοιλιά! ξανατραγούδησε το 3.
-Ωχ κάτι έπιασα!!! 1…2….3….μέτρησε ,και τράβηξε δυνατά τα 3 καλάμια που κρατούσε.
Σε κάθε καλάμι είχε πιαστεί ένα καπέλο! Απογοητευμένο το 3 φώναξε:
– Πάλι τίποτα δεν έπιασα
μόνο 3 καπέλα… δεν αντέχω άλλο ΠΕΙΝΑΩΩΩΩ!!!! και έβαλε τα κλάματα.
– Μην κλαις 3 μπορείς να έρθεις στο κτήμα μας, να σου προσφέρουμε φαγητό και αν θέλεις να μείνεις μαζί μας. Έχουμε μεγάλο κτήμα και χωράς κι εσύ και άλλοι πολλοί.
Το 3 χάρηκε τόσο πολύ που δώρισε στο 1 και στο 2 τους καινούριους του φίλους, από 1 καπέλο.
Το 1 και το 2, πρόσφεραν στο 3 νόστιμα κόκκινα θρεπτικά μήλα. Έφαγαν κι αυτοί. Ένα μήλο το 1, 2 μήλα το 2 και 3 μήλα έδωσαν στο 3 που πεινούσε πολύ.
Το 3 έμεινε στο κτήμα μαζί με το 2 και το 1. Στο κτήμα τα πάντα τριπλασιάστηκαν. Τώρα στο κτήμα υπήρχαν 3 σπίτια , τρία δέντρα που τους πρόσφεραν σκιά και δροσιά, 3 παγκάκια για να ξεκουράζονται, 3 αυτοκίνητα για να πηγαίνουν στην πόλη, 3 καπέλα , και 3 καλάμια για να ψαρεύουν στο ποτάμι .Τα 2 μπαλόνια πέταξαν μακριά όταν μια μέρα φύσηξε δυνατός αέρας.
Κι έτσι περνούσαν ήρεμα και ωραία τις μέρες τους σε εκείνο το κτήμα στο μακρινό αλλά πανέμορφο χωριό.
Το παραμύθι συνεχίζεται…..