Για το θάνατο του καθηγητή μου λογοτεχνίας και φίλου Δημήτρη Αρμάου

ΓΡΑΦΕΙ: Η ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΓΡΕΚΑ.

Ο θάνατος αλλάζει όψη όταν τον βλέπεις σε απόσταση αναπνοής.. μας αφήνει αλλοιωμένους και άναυδους, όταν τα πόδια του ακουμπούν στη γη που πατήσαμε μαζί και πλάι σ’ αυτά τα πρόσωπα που φεύγουν. Τόσο επώδυνα, τόσο βιαστικά, τόσο βίαια, σαν να μας κόβει τη ζωή σε δύο κόσμους, έναν πριν κι έναν μετά. Αγγίζοντας τις λέξεις του βιβλίου του “Βίαιες Εντυπώσεις” συνειδητοποιώ πόσο διαφορετική υπόσταση έχουν όταν γνωρίζω πως δεν υπάρχει πια.

Ένας υπέροχος άνθρωπος με ακούραστη καρδιά, βροντερό γέλιο, απίστευτες και αστείρευτες γνώσεις γύρω από τη λογοτεχνία, τρομερό λόγο και ιδέες, ένας Αληθινός άνθρωπος. Ατελείωτες συζητήσεις στη βιβλιοθήκη οι δυο μας, στο μάθημα, στην ομάδα λογοτεχνίας, στην ταβέρνα κοντά στο σχολείο. Όταν γνώριζες πως όλα καταρρέουν εκεί μέσα, πως οι κάλπηδες φροντίζουν για τη συντέλεια της ανθρώπινης υπόστασης με τεχνοκρατικούς υπολογισμούς για την “διδακτέα ύλη”, αυτός ο υπέροχος άνθρωπος και ελάχιστοι ακόμη με στήριξαν ψυχολογικά τις βίαιες εκείνες ώρες του σχολείου. Μας γιάτρευε με λογοτεχνία…

Είχε πει ο Αρμάος “η τέχνη είναι ένα λάθος, ένα λάθος!”· αγάπησα τις λέξεις σας κύριε Αρμάο, η τέχνη είναι το παραμελημένο παιδί του λάθους, πηγάζει απ’ το λάθος και το καταπίνει, ένα λάθος που μέσα απ’ αυτό ζεις και αναπνέεις, ένα αναπόφευκτο λάθος που δεν μπορείς να το παραμελήσεις, είναι εκείνη η μοναδική διαδρομή μες το χάος, η αόμματη αλήθεια του σύμπαντος. Παιδιά του λάθους είμαστε όλοι άλλωστε. Η τέχνη είναι η αρρώστια και το αντίδοτό μας, το κατακάθι της ύπαρξης λίγο πριν τη σήψη κάθε στιγμής.

Σας ευχαριστώ που με την καλοσύνη, τις γνώσεις και τα λόγια σας με εμπνεύσατε και μου δώσατε κουράγιο. Ναι, είναι βίαιες οι εντυπώσεις όταν είσαι αληθινός και βαδίζεις χωρίς κατάρτι στον κόσμο της μαζικής παραφωνίας, των σάπιων κυμβάλων, στα όρια της παραφροσύνης, όταν είσαι όμηρος του λάθους σου, υπαίτιος της κόλασής σου και απαρατήρητος από όλους τους πεθαμένους ποιητές. Ή αγάπη και η σοφία σας, μαχαίρι και βάλσαμο για την ύπαρξή σας. Οταν τραγελαφικά είπατε ότι κοιτάζατε βλοσυρά το μπρίκι της κουζίνας, και το μισούσατε, και το ζηλεύατε βαθιά που αυτό θα υπάρχει για πολλούς αιώνες μετά από σας..

Σας ευχαριστώ που περάσατε απ’ τη ζωή μου, για όλα όσα με διδάξατε… Κι όταν οι μέρες με σπρώχνουν στο κενό και νιώθω αβάσταχτη την ύπαρξη, με εξουθενώνει το φορτίο που μου δόθηκε, πώς δεν επέλεξα εγώ αυτή τη φρίκη μα, είναι, είναι αλλιώς να βλέπεις το θάνατο να υφίσταται, να παίρνει μορφή δίπλα σου, μπροστά σου, μέσα σου κάτι αρχίζει να αλλάζει, να διαλύεται, και θέλω να πω… πως μέχρι και με τον θάνατό σας με διδάξατε πως θέλω, θέλω, θέλω να ζω…

Αναδημοσίευση από το μαθητικό περιοδικό “Απόντες … επιτρέπονται”: http://2lyk-peir-athin.att.sch.gr/library/apontes/?p=1542