Άγιοι Τρεις Ιεράρχες

Σήμερα γιορτάζουμε τη μνήμη των τριών Ιεραρχών που θεωρούνται η αυθεντικότερη έκφραση της Ορθόδοξης διδασκαλίας και ζωής.

Μας δείχνουν τόσο με το έργο τους όσο και με τη ζωή τους, πόσο η ελληνοχριστιανική παράδοση στέκεται κοντά στα προβλήματα του ανθρώπου, πόσο την απασχολεί ο ανθρώπινος πόνος αλλά και οι υλικές του ανάγκες. Οι Τρεις Ιεράρχες πρόβαλαν την αξία του ανθρώπου σαν σύνολο, όχι μόνο σαν ψυχή, αλλά σαν ψυχοσωματική οντότητα. Και οι τρεις πατέρες, ο Μέγας Βασίλειος , ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ασχολήθηκαν κύρια με τον άνθρωπο έχοντας ως εφόδια όχι μόνο την πίστη τους και όσα απορρέουν απ’ αυτήν αλλά και τις σπουδές τους στις ειδωλολατρικές σχολές της εποχής. Στη ρητορική σχολή της Καισάρειας, στην Κωνσταντινούπολη και Αθήνα ο Μέγας Βασίλειος, στη ρητορική σχολή της Καισάρειας, στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, στην Αλεξάνδρεια και Αθήνα ο Γρηγόριος ενώ ο Ιωάννης σπούδασε φιλοσοφία στον Ανδραγάθιο και ρητορική στον εθνικό Λιβάνιο.
Η προσφορά τους είναι πολύ πλούσια και πολύμορφη, τόσο στα γράμματα και στην κοινωνική διδασκαλία όσο και στην έμπρακτη προσφορά. Έγραψαν λόγους, ποιήματα, επιστολές, δογματικά και ασκητικά έργα, ομιλίες, πραγματείες. Καταπολέμησαν τις όποιες κακοδοξίες και αιρέσεις της εποχής τους, ενώ ασχολήθηκαν με όλα τα ζητήματα που μπορεί ν’ απασχολούσαν τον άνθρωπο τότε. Για αυτό το λόγο άλλωστε οι απόψεις τους παραμένουν και σήμερα εκτός από ορθόδοξες και επίκαιρες.

Η εποχή που έζησαν – τέλος του 4ου αιώνα – δεν ήταν εύκολη. Στο βυζαντινό κράτος υπήρχε μεγάλη οικονομική κρίση που έπληττε κυρίως τις φτωχότερες τάξεις με την βαριά φορολογία. Ακόμη γίνονταν εκστρατείες εναντίων των περσών, βαρβαρικές επιδρομές και φυσικές συμφορές – σεισμοί, ξηρασίες, πλημμύρες – που σαν αποτέλεσμα είχαν την αστάθεια του νομίσματος την έλλειψη τροφίμων και την μεγαλύτερη εξαθλίωση των φτωχών τάξεων. Από την άλλη μεριά υπήρχε πλούτος και πολυτέλεια συγκεντρωμένη στα χέρια των λίγων. Βέβαια οι Τρείς Ιεράρχες δεν ήταν οικονομολόγοι, για να παρουσιάσουν οικονομικά συστήματα που θα μπορούσαν να λύσουν τα προβλήματα της εποχής τους. Προσπάθησαν όμως με όποιο τρόπο μπορούσαν να βοηθήσουν. Η εκκλησία της Αντιόχειας στην οποία ήταν πρεσβύτερος ο Ιωάννης με το φιλανθρωπικό της έργο, έδινε τροφή και ένδυση σε 3000 χήρες και ορφανά. Επιπλέον φρόντιζε για τους φυλακισμένους, τους ασθενείς και τους ανάπηρους. Ακόμη στην Κωνσταντινούπολη έκτισε ως πατριάρχης νοσοκομεία. Παρόμοιο είναι και το φιλανθρωπικό έργο του Γρηγορίου, ενώ τα πρωτεία ίσως να τα κατέχει σ’ αυτόν τον τομέα ο Μέγας Βασίλειος με την περίφημη Βασιλειάδα στην οποία: μπορούσαν να μένουν οι ξένοι που περνούσαν από την Καισάρεια, έμεναν μόνιμα οι πτωχοί ανάπηροι και το κυριότερο γινόταν περίθαλψη ασθενών και μάλιστα λεπρών που εκείνη την εποχή θεωρούνταν από τον υπόλοιπο κόσμο ως καταραμένοι. Επίσης διδάσκονταν στην Βασιλειάδα βιοποριστικές τέχνες που μπορούσε κάποιος να τις εξασκήσει μετά, είτε σαν ελεύθερο επάγγελμα, είτε μέσα στα εργαστήρια του ιδρύματος. Οι Τρεις Ιεράρχες προσπάθησαν με τους λόγους και τις ομιλίες τους, να γκρεμίσουν τις ανόητες ιδέες για τη φυσική ανισότητα των ανθρώπων ή για το απεριόριστο δικαίωμα πλουτισμού. Κήρυτταν, ότι ο Θεός έπλασε τους ανθρώπους ίσους μεταξύ τους και οι διαφορές προέρχονται από την ανθρώπινη αδικία και όχι από το θεϊκό θέλημα. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Ιωάννης καταδίκασε επανειλημμένα το θεσμό της δουλείας, την οποία ονόμαζε «βλακεία». Σήμερα όσο και να θεωρούμε ξεπερασμένο το πρόβλημα της δουλείας, φτάνει ν’ αναφερθούμε στις ρατσιστικές αντιλήψεις που επικρατούν, για ν’ αντιληφθούμε ότι δεν έχουμε προχωρήσει και τόσο πολύ στον τομέα αυτόν.

Άλλο ένα σημείο που το πνεύμα των Τριών Ιεραρχών προλαβαίνει και καλύπτει την εποχή μας είναι το θέμα της ισοτιμίας των δύο φύλων. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος παρατηρεί, ότι οι νόμοι των αυτοκρατόρων που για το ίδιο αδίκημα τιμωρούν σκληρότερα τη γυναίκα και όχι τον άνδρα είναι άδικοι και μάλιστα ο ίδιος δεν τους δέχεται. Σαν αίτιο της αδικίας των νόμων θεωρεί ότι οι νομοθέτες, ως άνδρες, μερολήπτησαν υπέρ των ανδρών. Αντίθετα ο θεϊκός νόμος λέει: «τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου»και όχι μόνο τον πατέρα σου γι αυτό ο νόμος πρέπει να είναι ένας.
Ακόμη προσπαθούσαν να πείσουν τους πλουσιότερους, χρησιμοποιώντας άλλοτε ήπια και άλλοτε έντονη ή ακόμη και σκληρή γλώσσα να ανακουφίσουν τους πεινασμένους που παρακαλούσαν για ένα κομμάτι ψωμί. Λέει ο Μέγας Βασίλειος: «γιατί ποιος πλούσιος μπορεί να ισχυριστεί: Αυτά είναι δικά μου; Από πού τα πήρες και τα έφερες σ’ αυτήν την ζωή; Απλά πήρες από τα κοινά που δόθηκαν από το Θεό για χρήση όλων των ανθρώπων πολλά, κλέβοντας. Αν έπαιρνες μόνο όσα χρειαζόσουν δεν θα υπήρχε ούτε πλούσιος ούτε φτωχός. Εκείνος που ξεγυμνώνει τον ντυμένο λέγεται λωποδύτης. Εκείνος που ενώ μπορεί να ντύσει τον γυμνό και δεν το κάνει αξίζει άλλο χαρακτηρισμό»; Το ίδιο και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει ότι δεν υπάρχει ιδιοκτησία, παρά μόνο χρήση των αγαθών γιατί οι άνθρωποι είναι προσωρινοί πάνω στη Γη, «πάροικοι και παρεπίδημοι», ενώ ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι «το δικό μου και το δικό σου, ο ψυχρός αυτός λόγος ανατρέπει την οικουμένη». Βέβαια αυτή η κριτική υπέρ αυτών που δυστυχούσαν είναι μια κραυγή διαμαρτυρίας και όχι μια φιλοσοφική εξέταση του πλούτου και της φτώχιας. Κίνητρό τους; Η αγάπη. Τόνισαν την οργανική ένταξη του καθένα στο κοινωνικό σύνολο και τις ολέθριες συνέπειες του εγωισμού και της φιλαυτίας.

Οι Τρεις Ιεράρχες ασχολήθηκαν ακόμη με το περιβάλλον, το οποίο θεωρούσαν μια ενότητα με αδιάσπαστη συνοχή που δικαιολογείται από τον άνθρωπο. Συστενάζει μαζί του ωστόσο δεν είναι ισότιμο μ’ αυτόν. Αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο ο άνθρωπος μοιάζει μ’ έναν ταξιδιώτη που κάνει βέβαια σταθμούς αλλά δεν σταθμεύει μόνιμα και προσπαθεί μέσα στα πλαίσια του να πετύχει την ολοκλήρωσή του. Ο άνθρωπος καθώς, από την φυσική ποικιλία που τον περιβάλλει, διαλέγει ότι νομίζει πως είναι προς το συμφέρον του, αποκτά μια ληστρική διάθεση απέναντι στη φύση και η ανελέητη εκμετάλλευσή της γίνεται τρόπος ζωής και υπέρτατος κανόνας. Ωστόσο, το περιβάλλον αποτελεί για τους 3 πατέρες «γυμνάσιον αρετής» και «διδασκαλείον αιωνιότητος». Η εικόνα που αντικατοπτρίζεται σ’ αυτό είναι η εικόνα του ίδιου του ανθρώπου. Γι’ αυτό κάθε προσπάθεια βελτίωσης του, έχει σαν προϋπόθεση την προσπάθεια βελτίωσης του ίδιου μας του εαυτού.

Για τη γνώση τέλος πιστεύουν ότι δεν αφορά ορισμένα προνομιούχα πνεύματα, αλλά κάθε άνθρωπο ο οποίος οφείλει να μάθει ότι μπορεί, και απ’ αυτά να κρατήσει όσα έχουν θετική αξία τόσο για τη σκέψη του όσο και για την προαγωγή του. Οι ίδιοι οι 3 πατέρες, όντας στυλοβάτες της ορθόδοξης σκέψης σπούδασαν σε ειδωλολατρικές φιλοσοφικές σχολές. Η μόρφωση κατά την άποψή τους προσφέρεται για να γίνει κοινό κτήμα όλων των λογικών όντων. Είναι το αγαθό το οποίο με τις κοινωνικές και φιλάνθρωπες αξίες του συγκρατεί τον ανθρώπινο βίο και τον κάνει ημερότερο. Ο άνθρωπος πρέπει ακόμη να είναι σε θέση να διακρίνει τα όρια της γνώσης και να σέβεται την περιοχή της πίστης που είναι αυτάρκης και δεν έχει ανάγκη από λογικές αποδείξεις. Βέβαια, ο άνθρωπος οφείλει να κάνει σωστή χρήση της γνώσης του και να μην την χρησιμοποιεί για να καταστρέφει το περιβάλλον, τον συνάνθρωπό του και τελικά τον ίδιο τον εαυτό του. Η σύγχρονη ανθρωπότητα με όλες τις αδυναμίες τα λάθη και τα πάθη της θα είχε πολλά ν’ αποκομίσει από τη διδασκαλία των 3 πατέρων της εκκλησίας. Ειδικά στις μέρες μας που ο παντοδύναμος άνθρωπος κινδυνεύει ν’ αφανιστεί από τα ίδια του τα επιτεύγματα, μέσα από οποιασδήποτε μορφής πολέμους, τα διδάγματά τους φαίνονται κάτι παραπάνω από επίκαιρα.

Ας θυμηθούμε τα κηρύγματα τους για αγάπη, αλληλοβοήθεια, ισοτιμία των ανθρώπων και για την προστασία του περιβάλλοντος. Σίγουρα κάτι έχουμε να ωφεληθούμε από αυτά αν ανοίξουμε το πνεύμα και την ψυχή μας για να τα δεχτούμε.

Ιωάννα Ιωαννίδου – Κωνσταντινίδου

Θεολόγος

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση