21η Μαρτίου: Παγκόσμια ημέρα ποίησης

… Το τελευταίο ποίημα της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ

 

Καθρέφτη μου, σ’ εσένα μιλάω, εσένα έχω μπροστά μου, άλλο κανένα. Οι άνθρωποι, φίλοι, χάθηκαν. Χάθηκαν απ’ τη ζωή ή χάθηκε το νόημα που έβρισκαν σε μένα; Με κοιτάς, σε κοιτώ, ένα πρόσωπο νεανικό προσπαθώ να θυμηθώ, ωραίο ποτέ, όμως πάντα εκφραστικό της στιγμής και μόνο. Σ’ αγνοούσα τότε κι έτρεχα, λαχάνιαζε το σώμα που μου είχε απομείνει –ανάπηρο απ’ την αρχή–, ήθελα να το εκμεταλλευτώ, να το χαρώ, ν’ αφεθώ στον αέρα, στη θάλασσα, στον αμερόληπτο έρωτα. Τις φιλενάδες μου με τα τέλεια κορμιά που έλαμπαν στον ήλιο, δεν ζήλεψα ποτέ, δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι οι άνθρωποι μου είχαν στερήσει κάτι που μου ανήκε. Και τώρα ήρθε της εξομολόγησης η ώρα. Μικρέ μου καθρέφτη, που τελευταία σ’ έχω συνέχεια μπροστά μου για να σε συνηθίσω: Σε μισώ. Θα με συγχωρέσεις; Μίσος τι θα πει δεν ήξερα. Αλλά τώρα, να, βλέπω το πρόσωπό μου κι εξαγριώνομαι ενάντια στη φύση. Μέσα μου βαθιά, βέβαια, ξέρω ότι ο εχθρός μου δεν είσαι εσύ, αλλά ο χρόνος. Ο χρόνος όμως παραμένει πάντα ασύλληπτος αφού τα αμαρτήματά του όλο αναβάλλονται κι αυτός διαφεντεύει ακόμη τη ζωή μου. Καθρέφτη μου, θύμα είσαι κι εσύ του ανθρώπινου παραλογισμού. Σ’ ευχαριστώ που μου παραστέκεσαι και μ’ αφήνεις να σε μισώ. Πηγή: www.lifo.gr

Κική Δημουλά:Ο πληθυντικός αριθμός
Ο έρωτας,
όνομα ουσιαστικόν
πολύ ουσιαστικόν,
ενικού αριθμού,
γένους ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού,
γένους ανυπεράσπιστου.
Πληθυντικός αριθμός
οι ανυπεράσπιστοι έρωτες.

Ο φόβος,
όνομα ουσιαστικόν,
στην αρχή ενικός αριθμός
και μετά πληθυντικός:
οι φόβοι.
Οι φόβοι
για όλα από δω και πέρα.

Η μνήμη,
κύριο όνομα των θλίψεων,
ενικού αριθμού,
μόνον ενικού αριθμού
και άκλιτη.
Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη.

Η νύχτα,
όνομα ουσιαστικόν,
γένους θηλυκού,
ενικός αριθμός.
Πληθυντικός αριθμός
οι νύχτες.
Οι νύχτες από δω και πέρα.

 

Καλημέρα Θλίψη από τη Μαρία-Νεφέλη, Οδυσσέας Ελύτης
«Γεια σου θλίψη
Καλημέρα θλίψη
έντομο που φωλιάζεις μέσα μου
κι ολονυχτίς καραδοκείς πότε θ’ ανοίξω μάτι…

Στην αρχή σ’ έχω λησμονήσει·
κοιτάζω τις γραμμές του ταβανιού –
άξαφνα πατείς και μπαίνεις
στη συνείδηση.

Έρχεσαι να πικράνεις τον πρωινό καφέ
ν’ αποσπάσεις κάτι απ’ την ελάχιστη χαρά
του χεριού μου στο πόμολο του παραθύρου
φέρνεις ανωμαλίες στο νερό του μπάνιου
προκαλείς το πρώτο δυσάρεστο τηλεφώνημα
είσαι τέρας
μικροσκοπικός Μινώταυρος που ζητάει τροφή
και συντηρείται με το ελάχιστο…»

 

Ζωή Καρέλλη, «Νεότητα δύσκολων χρόνων» (απόσπασμα)

Tί θα κάνουν οι νεώτατοι, οι ωραίοι,

με την τραγικήν εφηβεία,

ραγισμένο κρύσταλλο της ψυχής,

αφανισμένο λουλούδι, άγουρο χαλασμένο καρπό,

κίτρινο της αυγής χρώμα μελαγχολικό;

Aρχίζει μέρα συννεφιασμένη,

μ’ αδιέξοδον ουρανό, βαρύ, φορτωμένο

καταιγίδες φανερές κι ύπουλες.

 

Tί θα κάνουν εκείνοι, που έχουν

τα ωραία, τα φοβερά εκείνα μάτια

της νεότητας καθαρά κι αμετάπειστα;

[…]

Tί θα κάνουν
οι έφηβοι, όταν τόσο πολύ

γνωρίζουν και δεν μπορούν να ελπίζουν,

καθώς αρχινούν τη ζωή;