Ο Πινόκιο στο παραμυθοχωριό…

Μια ιστορία από τις μαθήτριες της Ε΄τάξης Μαίρη Μαρτίου, Δήμητρα Καλαφατάκη, Πόπη Σταματέλου, Ισμήνη Σολδάτου.

Μια ηλιόλουστη μέρα εγώ και οι φίλοι μου αποφασίσαμε να πάμε έναν περίπατο στο δάσος. Εκεί που περπατούσαμε ξαφνικά ένα λαγουδάκι ξεπετάχτηκε πίσω από ένα δέντρο. Εμείς το ακολουθήσαμε να δουμε που πήγαινε.

Κάποια στιγμή το λαγουδάκι έστριψε και χώθηκε σε έναν θάμνο. Μπήκαμε κι εμείς μέσα. Άξαφνα εμφανίστηκε μπροστά μας ένα ξύλινο ανθρωπάκι. Ήταν ο γνωστός Πινόκιο. Φορούσε έναν κόκκινο σκούφο στο κεφάλι, μια κίτρινη μπλούζα ένα μπλε παντελόνι και άσπρα παπουτσάκια στα πόδια. Μας πήρε απ’ το χέρι και μας οδήγησε σε μια παράξενη χώρα. Παραμυθοχώρα ήταν το όνομά της.

Μόλις αντικρίσαμε τη χώρα του παραμυθιού μείναμε με το στόμα ανοιχτό. Παντού γύρω μας υπήρχαν διάφορα γλυκά. Ο ουρανός της ήταν ρόζ. Τα σύννεφα ήταν από μαλλί της γριάς, τα σπίτια της σοκολατένια και τα σιντριβάνια της ήταν γεμάτα  από σιρόπι σοκολάτας. Παντού υπήρχαν ήρωες από παραμύθια που μας χαιρετούσαν χαμογελαστοί. Η Χιονάτη, τα τρία γουρουνάκια, η πεντάμορφη, οι επτά νάνοι, ο Πήτερ Παν, και ένα σωρό άλλοι. Όλα ήταν υπέροχα!!!

Η Παραμυθοχώρα, όπως μας εξήγησε ο Πινόκιο ήταν χωρισμένη σε χωριά. Κάθε χωριό είναι ξεχωριστό και το όνομά του είναι αυτό που δείχνει από τι είναι φτιαγμένο. Υπάρχει το γλειφιτζούροχωριό, το σοκολατένιο χωριό, το καραμελένιο χωριό και το μπισκοτοχωριό.

Περπατούσαμε περπατούσαμε και κοιτούσαμε έκπληκτοι όλα αυτά τα φανταστικά γύρω μας ώσπου ο Πινόκιο είπε: «Εδώ είμαστε» Πού αναρωτηθήκαμε όλοι; Μα στο γλειφιτζουροχωριό είπε, και μας έδειξε ένα πάρκο γεμάτο με γλειφιτζουρόδεντρα. Στα δεξιά του πάρκου υπήρχε μια λιμνούλα από πορτοκαλάδα.

Δοκιμάστε μας είπε ότι τραβάει η ψυχή σας. Τρέξαμε και φάγαμε από δυο τρια γλειφιτζούρια ο καθένας ήπιαμε και πορτοκαλάδα από τη λίμνη και μετά καθίσαμε κοντά του. Ήταν πολύ σκεπτικός και αυτό μας έκανε να τον ρωτήσουμε τι συμβαίνει.

Πήρε το πιο σοβαρό του ύφος και μας είπε το τρομερό μυστικό που τον βασάνιζε. Οι κακοί ήρωες των παραμυθιών είπε το έσκασαν από τη φυλακή της παραμυθοχώρας που τους είχαν κλείσει και ετοίμαζαν κάτι τρομερό. Πρέπει να τους ανακαλύψουμε, είπε πριν πραγματοποιήσουν τα φοβερά σχέδιά τους. Του είπαμε να μη στενοχωριέται και ότι εμείς θα τον βοηθούσαμε όσο μπορούσαμε.

Όταν νύχτωσε ο Πινόκιο μας πήγε πίσω στο δάσος. Συμφωνήσαμε να μας περιμένει στο θάμνο το πρωί για να οργανώσουμε την επιχείρηση εναντίον των κακών της παραμυθοχώρας. Τον καληνυχτίσαμε και πήραμε το δρόμο για τα σπίτια μας.

Τη επόμενη μέρα όλη η παρέα ήταν εκεί στο σημείο συνάντησης. Ο Πινόκιο δεν άργησε να φανεί. Μας πήρε για άλλη μια φορά απ’ το χέρι και μας οδήγησε στην παραμυθοχώρα. Μόλις φτάσαμε καταλάβαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Το ροζ χρώμα του ουρανού είχε χαθεί και τα σύννεφα από μαλλί της γριάς έσταζαν ζάχαρη. Μια ζαχαρένια βροχή έπεφτε παντού και κολλούσε πάνω σου σαν τσίχλα. Σκοτεινιά παντού τριγύρω. Μια μυρωδιά μούχλας απλώνονταν παντού από τα μουχλιασμένα γλυκά της παραμυθοχώρας και τα σοκολατένια σπίτια έλιωναν σιγά σιγά  σχηματίζοντας σοκολατένια ρυάκια.

«Τι συμβαίνει εδώ;», τον ρωτήσαμε κι αυτός έβαλε αμέσως τα κλάματα. «Μας κύρηξαν πόλεμο!!!! Έφεραν το φόβο!!! Εξαφάνισαν τις ελπίδες μας!!» είπε. Δεν αργήσαμε να καταλάβουμε ότι μιλούσε για τους κακούς. Αμέσως του ζητήσαμε να μας πάει σπίτι του, στον μπαμπά του τον Τζεπέτο. Μόλις φτάσαμε του ζητήσαμε 50 ξύλινα σπαθιά.

Το βράδυ μαζί με τον Πινόκιο και αρκετούς ήρωες των παραμυθιών που ήθελαν να βοηθήσουν πήραμε το δρόμο για το κρησφύγετο των κακών.

Φτάσαμε και με χίλιες δυο προφυλάξεις καταφέραμε να πλησιάσουμε. Καταφέραμε και πιάσαμε τους δύο φύλακες που πρόσεχαν το κρησφύγετο και τους ρίξαμε σε ένα κλουβί. Στη συνέχεια μπήκαμε αθόρυβα μέσα και πιάσαμε όλους τους κακούς, μόνο ένας μας ξέφυγε ο κακός λύκος από την ιστορία της Κοκκινοσκουφίτσας. Όμως και αυτός τελικά πιάστηκε από τον Πινόκιο κοιμισμένος στο κρεβάτι του γιατί νύσταζε από το πολύ φαϊ.

Μας ομολόγησαν το φρικτό σχέδιό τους και μας οδήγησαν στο αρχηγείο τους. Από εκεί με μαγικούς σωλήνες έστελναν ζεστό αέρα πάνω απ’ την παραμυθοχώρα που έλιωνε τα γλυκά και μαύρο καπνό που σκοτείνιαζε το ροζ  χρώμα του ουρανού.

Όταν κλείστηκαν τα μηχανήματα που προκαλούσαν την καταστροφή όλα έγιναν όπως πριν στην Παραμυθοχώρα. Οι κακοί μπήκαν ξανά στη φυλακή και το τοπίο έγινε μαγευτικό. Ο Πινόκιο και όλοι οι κάτοικοι της παραμυθοχώρας μας ευχαρίστησαν δίνοντας μας το Ζαχαρένιο Κλειδί της Πόλης. Τους χαιρετήσαμε και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Είχαμε να διηγηθούμε πολλά σους γονείς μας!!!!


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *