Οι Αλκυόνες… της Γ τάξης

Οι μαθητές/τριες της Γ τάξης έφτιαξαν τις αλκυόνες τους και γνώρισαν τον μύθο της Αλκυόνας.

273025081 1967866923393561 1660473370106651008 n

Το πουλί Αλκυόνα, σύμφωνα με την παράδοση συμβολίζει τη γαλήνη, την προστασία και παύει τη θαλασσοταραχή. Αν και αποδημητικό πουλί, αυτό δε φεύγει, αλλά έρχεται το φθινόπωρο, ενώ φεύγει από την χώρα μας στις αρχές Μαρτίου. Γεννά τα αυγά του στις σχισμές των βράχων της θάλασσας.

Σύμφωνα με ένα μεσαιωνικό μύθο, το χρώμα της Αλκυόνας στην αρχή ήταν γκρίζο, όταν όμως έγινε ο βιβλικός κατακλυσμός πέταξε ψηλά και το στήθος της έγινε κόκκινο απ’ τον ήλιο, ενώ η ράχη της μπλε απ’ το χρώμα του ουρανού.

Πατήστε πάνω στη λέξη για να δείτε βίντεο : Αλκυόνη

217. alkioni 298x300

Ο μύθος της Αλκυόνης

Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν παρατηρήσει τις λίγες μέρες καλοκαιρίας που παρουσιάζονται το χειμώνα. Είναι μέρες ηλιόλουστες χωρίς σύννεφα και ανέμους.

Η ονομασία τους προήλθε από τις αλκυόνες-πουλιά που τις μέρες αυτές γεννούν. Οι «Αλκυονίδες ημέρες» τοποθετούνται στο χρονικό διάστημα από την 15η Δεκεμβρίου έως και την 15η Φεβρουαρίου εκάστου έτους.

Όπως λοιπόν μας λέει ο μύθος, η Αλκυόνη πριν γίνει πουλί ήταν μία πανέμορφη γυναίκα κόρη του Θεού των ανέμων Αίολου και της Ενάρετης.

Η Αλκυόνη ήταν παντρεμένη με τον Κήυκα. Το ζευγάρι ένιωθε τόσο ευτυχισμένο, ώστε να νομίζει ότι δεν ήταν κοινοί άνθρωποι. Σιγά σιγά, άρχισαν να πιστεύουν ότι είναι ισάξιοι των Θεών.

Ο Κήυκας θεώρησε τον εαυτό του ισάξιο του Δία και η Αλκυόνη ισάξιο της Ήρας. Τόσο πολύ το πίστεψαν πού άρχισαν να φωνάζουν ο ένας τον άλλο με τα ονόματα Δίας και Ήρα, με αυτό τον τρόπο προκάλεσαν τους Θεούς και ιδιαίτερα τον Δία.

Όταν το έμαθε ο Δίας θύμωσε και μια μέρα, που ο Κήυκας ήταν με το καράβι του στ’ ανοιχτά, έριξε κεραυνό και το τσάκισε. Ο Κήυκας αβοήθητος πάλεψε με τα μανιασμένα κύματα  αλλά δεν τα κατάφερε.

Όταν η Αλκυόνη έμαθε  το γεγονός, πήγε με αγωνία στ’ ακρογιάλι μήπως μπορέσει να βρει τον αγαπημένο της ζωντανό. Το μόνο που βρήκε ήταν λίγα σπασμένα ξύλα που είχε ξεβράσει το νερό. Άρχισε τότε να κλαίει απαρηγόρητα. Μερόνυχτα θρηνούσε τον χαμό του αγαπημένου της.

Ο Δίας την λυπήθηκε και την μεταμόρφωσε σε πουλί.

Το μαρτύριό της όμως δεν είχε τελειώσει, γεννούσε τα αυγά της, μέσα στη βαρυχειμωνιά και τα κλωσούσε στα βράχια της ακτής. Μα τα αγριεμένα κύματα ορμούσαν στη στεριά, σκαρφάλωναν στα βράχια, κατέστρεφαν τη φωλιά και τ’ αυγά της.

Για άλλη μία φορά ο Δίας έδειξε συμπόνια για την Αλκυόνη. Δεκαπέντε μέρες στην καρδιά του χειμώνα,  κοπάζουν οι άνεμοι, ο ήλιος  ζεσταίνει την πλάση , μέχρι να μπορέσει η Αλκυόνη να κλωσήσει τ’ αυγά και να βγουν τα μικρά της από μέσα.