O ορισμός του Σχολικού Εκφοβισμού
Ο εκφοβισμός ορίζεται ως «επαναλαμβανόμενη βία από ανικανότητα του θύματος να αμυνθεί και να προστατέψει τον εαυτό του». Πιο ειδικά, ο όρος εκτός από την επιθυμία ενός ατόμου να βλάψει κάποιον άλλο, προϋποθέτει την ασυμμετρία δύναμης (σωματικής ή ψυχολογικής), την ευχαρίστηση του επιτιθέμενου καθώς και την αίσθηση καταπίεσης ή ταπείνωσης από την πλευρά του θύματος. Στην Ελλάδα ο όρος bullying μεταφράζεται ως «παλικαρισμός ή νταηλίκι» ως προς τους μαθητές κυρίως πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Κοινό γνώρισμα των διαφορετικών ορισμών που υπάρχουν για το σχολικό εκφοβισμό είναι η άνιση κατανομή δύναμης εις βάρος του θύματος και ότι δεν υπάρχει διάθεση από πλευρά του δράστη για επίλυση διαφορών.
Τα 5 χαρακτηριστικά του Σχολικού Εκφοβισμού:
- Η πρόθεση του δράστη να βλάψει. Για παράδειγμα, οι φίλοι πειράζονται μεταξύ τους με αλλά δεν έχουν ως πρόθεση να ταπεινώσουν τον άλλο, οπότε δεν θεωρείται μορφή σχολικού εκφοβισμού. Στην περίπτωση, όμως, που το περιπαιχτικό ύφος έχει ως στόχο να υποτιμήσει και να αναστατώσει τον άλλο, τότε θεωρείται ως θυματοποίηση.
- Το αποτέλεσμα είναι να προκληθεί βλάβη (σωματική/ψυχολογική) στο άτομο που είναι δέκτης της επιθετικής συμπεριφοράς.
- Περιλαμβάνει άμεσους και έμμεσους τύπους.
- Υπάρχει επανάληψη της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Ένα μεμονωμένο συμβάν όπως η ανάμειξη σε ένα καβγά δε λαμβάνεται ως Σ.Ε
- Η ασυμμετρία της δύναμης. Υπάρχει κατάχρηση της εξουσίας από την πλευρά του δράστη. Η «ανωτερότητα» αυτή μπορεί να προέρχεται λόγω ηλικίας, φυσικής δύναμης.
Ο σχολικός εκφοβισμός μπορεί να προσλάβει ποικίλες μορφές, όπως είναι η λεκτική βία, η σωματική κακοποίηση, κακοήθη πειράγματα, αποκλεισμό του παιδιού από την ομάδα και αρπαγή ή καταστροφή πραγμάτων. Αυτές διακρίνονται σε άμεσες και έμμεσες εκφοβιστικές συμπεριφορές. Ως άμεσες μορφές χαρακτηρίζονται η φυσική επίθεση (πχ. κλωτσιές) και η λεκτική κακοποίηση (πχ. βρισιές), ενώ ο κοινωνικός αποκλεισμός και η διάδοση φημών, θεωρούνται έμμεσες μορφές.