Το άγχος των παιδιών μετά την καραντίνα λόγω της πανδημίας Covid-19

 

 

Το άγχος των παιδιών μετά την καραντίνα λόγω της πανδημίας Covid-19
Γράφτηκε από την Κατερίνα Κωνσταντίνου

Η δύσκολη και πρωτόγνωρη εμπειρία των τελευταίων μηνών άφησε στον καθένα από εμάς το στίγμα της και επιρροή της θα φαίνεται για καιρό στον τρόπο που σκεφτόμαστε και ενεργούμε στην καθημερινότητά μας.


Καθώς σταδιακά επιστρέφουμε στις προ-καραντίνας συνήθειές μας, τα παιδιά μπορεί να εκδηλώσουν διάφορες αντιδράσεις λόγω του στρες που βίωσαν. Κάποια παιδιά θα καταφέρουν σε βάθος χρόνου να επιστρέψουν πιο ανώδυνα και γρήγορα στη ρουτίνα τους, αναπτύσσοντας μηχανισμούς αντιμετώπισης των δύσκολων καταστάσεων. Κάποια άλλα, για διάφορους λόγους, ίσως παρουσιάσουν μεγαλύτερη δυσκολία και έντονο στρες στην ανάκαμψή τους μετά το πέρας της καραντίνας.
Ορισμένα παιδιά ενδέχεται:
• να εκφράσουν δυσφορία, απόσυρση και επιθυμία παραμονής στην καθημερινότητα που είχαν κατά τη διάρκεια της καραντίνας
• να παρουσιάσουν ένταση, αποδιοργάνωση και δυσκολία συγκέντρωσης αφού επιστρέψουν στις προηγούμενες δραστηριότητες τους
• να υιοθετήσουν ακραίες προστατευτικές συμπεριφορές
• να παρουσιάσουν έντονη επιθετικότητα σε οικεία πρόσωπα
Εάν οι παραπάνω συμπεριφορές επιμείνουν σε ένταση και διάρκεια θα ήταν καλό να απευθυνθείτε σε έναν ειδικό ψυχικής υγείας.
Οι συνηθέστερες εκδηλώσεις άγχους ανά ηλικία
Τα μικρότερα παιδιά μέχρι 2 ετών είναι πιθανό να παρουσιάσουν έντονο κλάμα, παρατεταμένη γκρίνια και διαρκή και επίμονη επιθυμία για αγκαλιά.
Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, 3-6 ετών, μπορεί να παλινδρομήσουν και να επιστρέψουν σε συμπεριφορές που είχαν παλιότερα όπως π.χ. να ζητούν να κοιμηθούν με τους γονείς τους ή να έχουν ατυχήματα τουαλέτας.
Τα παιδιά μέχρι 10 ετών είναι πιθανό να νιώθουν φόβο, αγωνία και άγχος ότι κάτι παρόμοιο θα ξανασυμβεί. Ενδεχομένως να θέλουν να μιλούν συνέχεια γι’ αυτό ή να αποφεύγουν εντελώς να μιλούν, προσποιούμενα ότι δεν συνέβη ποτέ. Ενδέχεται ακόμη να είναι ευερέθιστα, να παραπονιούνται για ανεξήγητους πονοκεφάλους και πόνους στο σώμα τους, να παρουσιάσουν αδυναμία συγκέντρωσης στις δραστηριότητες που κάνουν και δυσκολία στον ύπνο τους.
Οι έφηβοι μπορεί να είναι ευέξαπτοι, να έχουν εκνευρισμό και δυσφορία χωρίς να είναι σε θέση να εκφράσουν τα συναισθήματα τους. Μπορεί να επιδιώκουν να απομονώνονται ή να παρουσιάζουν προκλητικές συμπεριφορές και βίαιες αντιδράσεις σε οικεία πρόσωπα ή να καταφεύγουν σε χρήση ουσιών, λόγω της δυσκολίας τους να κατανοήσουν και να εκφράσουν με άλλο τρόπο το θυμό τους.
Τα παιδιά με ιδιαιτερότητες, κινητικές δυσκολίες, αναπτυξιακές διαταραχές, νοητική ανεπάρκεια και άλλες παθήσεις, μπορεί να εκδηλώσουν έντονες αντιδράσεις εξαιτίας των αλλαγών στην καθημερινή τους ρουτίνα και της ανασφάλειας που νιώθουν.
Το κάθε παιδί αντιδρά με τον δικό του τρόπο και χρειάζεται το δικό του χρόνο προσαρμογής μετά την καραντίνα. Οι γονείς είναι σημαντικό να είναι δίπλα στο παιδί τους, να το βοηθούν να εκφράζει τα συναισθήματά του και να του δημιουργούν αίσθημα ασφάλειας. Να μη μειώνουν τις ανησυχίες του, αλλά να το προτρέπουν να μιλήσει γι΄αυτές.
Μέσα σε όλες τις σημαντικές εξελίξεις και αλλαγές που συμβαίνουν γύρω τους, τα μεγαλύτερα παιδιά μπορεί να νιώθουν ότι τα συναισθήματά τους δεν είναι σημαντικά. Τα μικρότερα παιδιά μπορεί να μην έχουν ακόμη λόγια να εξηγήσουν πώς αισθάνονται. Είναι απαραίτητο να αφιερώσουμε χρόνο και να ακούσουμε τα παιδιά μας, δίνοντας τους την πλήρη προσοχή και διαθεσιμότητά μας. Να τα προτρέψουμε να σκεφτούν και να εκφράσουν πώς νιώθουν για όσα συμβαίνουν γύρω τους. Να τα καθησυχάσουμε ότι είναι φυσικό να αισθάνονται έτσι και να τα βεβαιώσουμε το ότι μπορούν να μας μιλούν όποτε θέλουν.
Κλείνοντας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και οι ενήλικες μπορεί να νιώθουμε άγχος, θυμό, έλλειψη ελέγχου και ανασφάλεια για το μέλλον. Συνεπώς, φαντάζει αδύνατο να προσπαθούμε να μεταδώσουμε μια αίσθηση ηρεμίας και ασφάλειας όταν οι ίδιοι παλεύουμε να αντιμετωπίσουμε το άγχος μας. Άθελά μας μεταδίδουμε το φόβο, την αγωνία και την ανασφάλεια μας στα παιδιά.
Το πρώτο βήμα λοιπόν είναι να αναγνωρίσουμε οι ίδιοι τις δικές μας ανησυχίες και αγωνίες και να τις αποδεχτούμε. Στη συνέχεια να αναζητήσουμε και να εφαρμόσουμε στρατηγικές διαχείρισης του άγχους μας και να υιοθετήσουμε συμπεριφορές ανάκαμψης στην κρίσιμη αυτή περίοδο. Έτσι, μέσα από το δικό μας παράδειγμα συμπεριφοράς, θα διδάξουμε και στα παιδιά πώς να αντιμετωπίζουν δύσκολες συνθήκες και να ανταπεξέρχονται σε καταστάσεις αβεβαιότητας και ανασφάλειας.

Κατερίνα Κωνσταντίνου
Σχολική Ψυχολόγος

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση