Βιβλιοπαρουσίαση Αναστασίας Βασιλείου για την “Κωνσταντίνα και οι Αράχνες της”

Η Κωνσταντίνα μετακομίζει με τους γονείς της στην Γερμανία. Η ζωή της μακριά από την Ελλάδα ήταν τόσο ευτυχισμένη που ποτέ δεν πίστεψε ότι μπορούν όλα να ανατραπούν. Το σχολείο της είναι ιδανικό , αποκτά νέους φίλους και μια από τις αγαπημένες της συνήθειες είναι να πηγαίνει τα απογεύματα βόλτα με τον μπαμπά της , να πίνουν ζεστή σοκολάτα και να επισκέπτονται το παγοδρόμιο στο Άαχεν. Η ζωή της γκρεμίζεται όταν οι γονείς της αποφασίζουν να χωρίσουν και της ανακοινώνουν ότι θα ήταν καλό για αυτήν να επιστρέψει στην Ελλάδα στο σπίτι της γιαγιάς της, της Φάρμουρ. Στην πραγματικότητα δεν ήταν αυτό το αληθινό όνομα της κυρίας Ισμήνης, Φάρμουρ την φώναζε η Κωνσταντίνα στα γερμανικά.

Έχει χάσει πλέον την δική της ζωή αυτή που τόσο πολύ αγαπούσε… Χωρίς το δικό της μεγάλο δωμάτιο , το πουπουλένιο πάπλωμά της , χωρίς κλειδιά για το σπίτι ώστε να αποκτήσει την δική της ελευθερία και αναγκασμένη να ακούει τις ιστορίες που τόσο λατρεύει η γιαγιά της να εξιστορεί για την Κατοχή και την Αντίσταση απελπίζεται απομονώνεται και κλείνεται στον εαυτό τόσο σφιχτά που κανείς δεν μπορεί να ανοίξει την ψυχή της.

Ο Λουμίνης και ένα θαυματουργό γαλάζιο χαπάκι την κάνουν να τα ξεχάσει όλα και να μην την νοιάζει τίποτα. Ούτε ο χωρισμός των γονιών της, ούτε η συμβίωση με την γιαγιά της την απασχολούν. Κάποιες στιγμές είναι απόλυτα ευτυχισμένη ενώ κάποιες άλλες βυθίζεται στο κενό. Η αδυναμία που νιώθει χωρίς αυτό το γαλάζιο χαπάκι την ωθούν στο να επιθυμεί συνέχεια να το λάβει. Ένα και άλλο ένα… Η ζωή της εξαρτιέται από αυτό και η γιαγιά της δεν έχει καταλάβει τίποτα ,χαρακτηριστική η φράση «Δεν πήρες είδηση τίποτα;» «Όχι, τίποτα.»

Το αίσιο τέλος βρίσκει την Κωνσταντίνα να δέχεται να προσπαθήσει να ξεπεράσει την εξάρτηση τις στις ουσίες , ενώ σημαντική είναι η συμβολή ενός δασκάλου της .Ωστόσο το τέλος δεν είναι αίσιο για τον Λουμίνη, ο οποίους δεν τα καταφέρνει και φεύγει από την ζωή λόγω των μεγάλων ποσοτήτων ουσιών που δέχθηκε ο οργανισμός του. Η Κωνσταντίνα παλεύει με χέρια και με πόδια με τις αράχνες της που την εγκλωβίζουν και κάνει το πρώτο βήμα προς την απελευθέρωση όταν αποφασίζει να μιλήσει.





     
Δεν υπάρχουν σχόλια μέχρι τώρα



Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση