ΙΣΤΟΡΙΑ

ΒΑΛΤΑΔΩΡΕΙΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΟΖΑΝΗΣ

(από την ιστοσελίδα του σχολείου)

Το σύμβολο της λευτεριάς στη σκλαβωμένη Ελλάδα

     Το 1894 ο Κοζανίτης έμπορος Λάμπρος Βαλταδώρος, εγκατεστημένος από χρόνια και με μεγάλη περιουσία στο Βουκουρέστι, όπου διατηρούσε μεγάλο εμπορικό κατάστημα, αποφασίζει να αφήσει στη γενέτειρα του Κοζάνη ένα σεβαστό χρηματικό ποσό για την ίδρυση σχολείου. Στη διαθήκη, που την ίδια εποχή συντάσσει, εξηγεί τους λόγους, που τον οδήγησαν να πάρει αυτή την απόφαση1. Ο Βαλταδώρος ταλαιπωρούνταν αρκετό καιρό από μία ασθένεια, άγνωστης αιτιολογίας και αφορμής, που εξασθενούσε κάθε μέρα τον οργανισμό του όλο και πιο πολύ. Δεν είχε οικογένεια, παιδιά και σύζυγο ή γονείς, που θα αποτελούσαν τους φυσικούς και νόμιμους κληρονόμους του και έτσι εξουσιοδοτεί τους αδελφούς του Βασίλειο, Νικόλαο και Γεώργιο να εκτελέσουν την τελευταία του επιθυμία. Ο Λάμπρος Βαλταδώρος πέθανε δύο χρόνια αργότερα (1896) και οι αδελφοί του, πιστοί στην τελευταία του επιθυμία προσφέρουν στην Κοζάνη τα χρήματα που αποτέλεσαν την πρώτη μαγιά για την ανέγερση του Βαλταδωρείου Γυμνασίου.

Η ΑΝΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΒΑΛΤΑΔΩΡΕΙΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

    Μόλις ο Μητροπολίτης Σερβίων & Κοζάνης Κωνστάντιος έμαθε τα νέα, για τη δωρεά του Βαλταδώρου, με επιστολή του προς τον αδελφό του Βασίλειο ζητάει να μάθει αν αληθεύουν οι πληροφορίες για τη δωρεά του αειμνήστου αδελφού του, προκειμένου να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για την έκδοση του απαραίτητου αυτοκρατορικού φιρμανίου, που θα επέτρεπε την ανέγερση και λειτουργία σχολείου στην πόλη. Ο Βασίλειος Βαλταδώρος επιβεβαιώνει στο Μητροπολίτη την πληροφορία, χωρίς ωστόσο να αναφέρει το ύψος του ποσού, διευκρινίζει όμως πως είναι άρρωστος και αδυνατεί να έλθει στην Κοζάνη. «Κατά το παρόν το πράγμα θα μείνει ούτω πως έως την άνοιξη είτε το καλοκαίρι που θα έλθω εις την πατρίδα»2. Τον επόμενο χρόνο (1897) κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Άγιον Όρος ο Βαλταδώρος συναντά τον Κωνστάντιο, όπου βρισκόταν εκεί ως Έξαρχος (=αντιπρόσωπος του Πατριαρχείου) και συζητούν τα πρώτα σχέδια ανέγερσης του νέου σχολείου.

   Τον Οκτώβριο του 1897 ο Βαλταδώρος επισκέπτεται την Κοζάνη και συνεργάζεται με αντιπροσωπεία της κοινότητας, συζητώντας για την ανέγερση του νέου διδακτηρίου. Στις 12 Οκτωβρίου 1897 παραδίδει στον ανιψιό και πληρεξούσιο του Κωστάκη Βαλταδώρο τα πρώτα 200 εικοσάφραγκα -από τα συνολικά 500- για την αγορά υλικών και την έναρξη του έργου.

    Η Επιτροπή ανέγερσης του Γυμνασίου, μετά από πρόταση του μέλους της Δημ. Μπλιούρα, ιδρύει «Κεντρικόν Γραφείον» με σκοπό την ανεύρεση χρημάτων για την ταχεία αποπεράτωση του έργου. Ταυτόχρονα αποφασίζεται η εκκαθάριση των λογαριασμών και η είσπραξη των καθυστερούμενων τόκων, που προέρχονται από την εκποίηση ή την ενοικίαση κτημάτων της εκκλησίας και τη κοινότητας. Συγχρόνως ο μεγαλοτσιφλικάς Γεώργιος Γκορτσούλης με τη διαθήκη του τον Απρίλιο του 1898 αφήνει υπέρ του γυμνασίου 100 οθωμανικές λίρες και η Αικατερίνη Τσιμηνάκη δωρίζει 15 λίρες για τον ίδιο σκοπό, ως μνημόσυνο για το θάνατό της κόρης της Όλγας.

   Το σουλτανικό φιρμάνι περί ανεγέρσεως γυμνασίου εκδόθηκε τελικά στις 2 Μαρτίου 1899. Σύμφωνα με το φιρμάνι αυτό το σχολείο θα κτιστεί στην τοποθεσία Μπάτσικο της συνοικίας Γκιουλέρ, σε οικόπεδο που παραχώρησαν οι αδελφοί Βασίλειος, Γεώργιος και Κωνσταντίνος Βαλταδώρος. Στο οικόπεδο αυτό συμπεριλήφθηκαν και άλλα 114 τ.μ. γειτονικού οικοπέδου, δωρεά του Μιχαήλ Παπακωνσταντίνου. Η οικοδομή θα είναι πέτρινη μήκους 28, πλάτους 20 και ύψους 10,5 μέτρων. Αργότερα, μετά το κτίσιμο του διδακτηρίου, ο Εμμανουήλ Βούβλιας δώρισε κομμάτι οικοπέδου στη βόρεια πλευρά και ο Γεώργιος Ν. Βαλταδώρος, με επιστολή του προς την επιτροπή ανεγέρσεως του σχολείου, δωρίζει το ποσό των 268 εικοσόφραγκων από κληρονομιά της συζύγου του. Οι απαιτούμενες δαπάνες, σύμφωνα με το φιρμάνι, θα ανέλθουν σε 71.987 γρόσια. Τα χρήματα θα διατεθούν: 500 χρυσά γαλλικά φράγκα από την κληρονομιά του Λάμπρου Βαλταδώρου, που πέθανε το 1896 στη Βιέννη, 200 χρυσά γαλλικά νομίσματα ο αδελφός του Βασίλειος και τα υπόλοιπα η εκκλησία του Αγίου Νικολάου.

    Ο θεμέλιος λίθος της οικοδομής του Βαλταδωρείου Γυμνασίου τέθηκε στις 7 Ιουνίου 1899, σε λαμπρή τελετή με τη συμμετοχή όλου του λαού της Κοζάνης. Αρχιτέκτονας ήταν ο Ευάγγελος Γκαγκής και έφοροι οι Γεώργιος Τσιμηνάκης, Κωνσταντίνος Δρίζης, Δημήτριος Μπλιούρας, Εμμανουήλ Μάνος και Δημήτριος Γκορτσούλης. Στις 29 Δεκεμβρίου 1899 και μετά τη γενναία απόφασή του Βασίλειου Βαλταδώρου να προσφέρει όσα άλλα χρήματα απαιτούνται για την ολοκλήρωση του σχολείου η Γενική Αντιπροσωπεία της πόλης και οι Έφοροι του σχολείου τον ανακηρύσσουν σε Μέγα Ευεργέτη της Κοζάνης.

     Τον Σεπτέμβριο του 1900 οι τοπικές τουρκικές αρχές διακόπτουν τις εργασίες ανέγερσης για παρατυπίες, λέει ο Λιούφης, «περί την καταμέτρησιν»3. Η επίσημη δικαιολογία ήταν ότι το φιρμάνι της άδειας ανεγέρσεως καθόριζε σε πήχεις τις διαστάσεις του κτιρίου, ενώ κτιζόταν σε γαλλικά μέτρα. Πραγματικός λόγος ήταν οι αντιδράσεις των μπέηδων της περιοχής, οι οποίοι και είχαν πείσει λίγους μήνες νωρίτερα τη διοίκηση των Σερβίων να μη χορηγήσει την άδεια για τη σύσταση της «Φιλαρμονικής Αδελφότητος». Χρειάστηκε να περάσουν δύο μήνες και να επέμβει δυναμικά και επανειλημμένα το Πατριαρχείο, στο οποίο κατέφυγαν ο Μητροπολίτης και η Κοινότητα της Κοζάνης, για να επιτραπεί το Νοέμβριο η συνέχεια των εργασιών.

     Τα εγκαίνια του Βαλταδωρείου Γυμνασίου τελούνται στις 30 Ιανουαρίου 1901, ημέρα των Τριών Ιεραρχών, με πρώτο γυμνασιάρχη τον Παν. Ν. Λιούφη, διδάκτορα της φιλολογίας και ενός από τους πρώτους καταγραφείς της ιστορίας της πόλης κατά τον 20ο αιώνα, παρουσία του Μητροπολίτου, όλων των επισήμων αρχών της πόλης και πλήθους κόσμου. Μεγάλος απόντας ο Βασίλειος Βαλταδώρος που δεν μπορεί να παρευρεθεί στα εγκαίνια. «Εύχομαι από το μικρό τούτο γυμνάσιο να εξέλθωσι ήρωες προς δόξα της αγαπητής μου πατρίδας», αναφέρει ο Βαλταδώρος σε επιστολή του προς τον Μητροπολίτη Κωνστάντιο, ανακοινώνοντας του ταυτόχρονα την απουσία του από την τελετή των εγκαινίων4. Ταυτόχρονα η πόλη πανηγυρίζει για την αναγνώριση του γυμνασίου ως ισότιμο με τα γυμνάσια της ελεύθερης Ελλάδας, με διάταγμα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 26ης Ιανουαρίου 1901. Μεσολαβητής για αυτή την αναγνώριση ήταν ο Γεώργιος Δροσινός, γαμπρός του Κοζανίτη Γεωργίου Μουράτη, εγκατεστημένος στην Αθήνα και αντιπρόσωπος εκεί της Κοινότητας της Κοζάνης στο Μουράτειο Κληροδότημα, που μαζί με τον Παν. Ν. Λιούφη όλο το καλοκαίρι του 1900 πάσχιζαν για την αναγνώριση.

    Τον Μάρτιο του 1902 το Οικουμενικό Πατριαρχείο στέλνει ευχαριστήρια επιστολή στο Βασίλειο Βαλταδώρο για τη δωρεά του και στις 8 Ιουνίου του ιδίου έτους τιμάται από το ελληνικό κράτος με τον Αργυρό Σταυρό του Σωτήρος. Πέθανε ξαφνικά στις 5 Απριλίου 1904, άγαμος, σε ηλικία 55 ετών. Στις 11 Απριλίου τελέστηκε στην Κοζάνη επιμνημόσυνη δέηση υπέρ του. Το πλήθος μετέβη στο γυμνάσιο και κατέθεσε εννιά στεφάνια από την Εφορεία και από μαθητές εκάστης τάξεως του γυμνασίου, που είχε εν τω μεταξύ οργανωθεί σε πλήρες εξατάξιο. Από τότε τα σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαιδεύσεως κάθε χρόνο, στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, κατέθεταν στέφανο στην προτομή του Βασιλείου Βαλταδώρου στην αυλή του σχολείου τιμώντας την ευεργεσία του, μια χειρονομία που σήμερα έχει απαλειφθεί από το γενικότερο πρόγραμμα εορτασμού. Η προτομή του Βασίλειου Βαλταδώρου τοποθετήθηκε στον αύλειο χώρο του σχολείου τον Ιούλιο του 1928, επί δημαρχίας Αργυρίου Τσουμή και είναι έργο του γλύπτη Μπονάνου5.

 ΤΟ ΒΑΛΤΑΔΩΡΕΙΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΣΤΟΝ ΕΙΚΟΣΤΟ ΑΙΏΝΑ

    Από τις πρώτες στιγμές της δημιουργίας και λειτουργίας του το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο βρέθηκε υπό την εποπτεία και «κηδεμονία» του δυναμικού γυμνασιάρχη Παν. Ν. Λιούφη. Ο Λιούφης, άνθρωπος ιδιαίτερα μορφωμένος με πλούσια εκπαιδευτική εμπειρία και πείρα εργάστηκε σκληρά για την οργάνωση και εδραίωση του νεοσύστατου γυμνασίου στην Κοζάνη.

    Στην πρώτη τάξη εγγράφονται τα αγόρια που προέρχονται από τις δύο Αστικές σχολές και τα κορίτσια από το Παρθεναγωγείο, μετά από επιτυχείς εισιτήριες εξετάσεις. Κατά την περίοδο αυτή η Α΄ Αστική σχολή φιλοξενείται στον κάτω όροφο του διδακτηρίου και το Γυμνάσιο στον πρώτο όροφο. Μετά το 1912 και την απελευθέρωση με την ενσωμάτωση της Κοζάνης και της Μακεδονίας ολόκληρης στο νέο ελληνικό κράτος τα εκπαιδευτικά ιδρύματα -άρα και το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο- εποπτεύονται και χρηματοδοτούνται πλέον από το Υπουργείο Παιδείας.

    Κατά τη δεκαετία του 1920, μετά την απόσυρση από την ενεργό υπηρεσία του Παν. Ν. Λιούφη, στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο κυριαρχεί η προσωπικότητα του νέου γυμνασιάρχη Γεωργίου Μικρού, ενός εξαίρετου εκπαιδευτικού, δραστήριου, επιβλητικού, αλλά -όπως η εποχή πρόσταζε- και πολύ αυστηρού. Κατά τη δεκαετία αυτή καθιερώνεται η χρήση του μαθητικού πηληκίου από τους μαθητές και της ποδιάς από τις μαθήτριες. Το 1933 ο γυμνασιάρχης Μικρού συνταξιοδοτείται και τη θέση του καταλαμβάνει ο φιλόλογος Ιωάννης Σταματέλλος. Το 1936-1937 το γυμνάσιο Κοζάνης χωρίζεται σε αμιγές Γυμνάσιο Αρένων και Γυμνάσιο Θηλέων. Το Γυμνάσιο Αρένων παραμένει στο Βαλταδώρειο και το Γυμνάσιο Θηλέων φιλοξενείται στον πρώτο όροφο του 5ου Δημοτικού σχολείου στον Άγιο Κωνσταντίνο. Στις αρχές της δεκαετίας αυτής καθιερώνεται η παράδοση κατά την οποία πριν από τον εσπερινό της γιορτής των Τριών Ιεραρχών αντιπροσωπείες των σχολείων δημοτικής και μέσης εκπαιδεύσεως της πόλης καταθέτουν πανηγυρικά στεφάνια στην προτομή του μεγάλου ευεργέτη Βασιλείου Βαλταδώρου στην αυλή του Βαλταδωρείου Γυμνασίου.

   Η δεκαετία του ΄40 μπορεί δίκαια να χαρακτηριστεί ως «η πλέον δραματική περίοδος της νεοελληνικής μας ιστορίας». Η τετράχρονη κατοχή της χώρας από τις ναζιστικές δυνάμεις κατοχής βυθίζει όλη την Ελλάδα σε μία σκοτεινή στασιμότητα, κατά την οποία τίποτα καινούργιο ή διαφορετικό δε συντελείται. Η ίδια στασιμότητα παρατηρείται και στα εκπαιδευτικά ζητήματα. Στην Κοζάνη τα διδακτήρια των δημοτικών σχολείων και των γυμνασίων επιτάσσονται από τους Γερμανούς, που τα χρησιμοποιούν σαν διοικητήρια ή και σαν φυλακές. Το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο χρησιμοποιήθηκε ως διοικητήριο. Όταν κάποια στιγμή τα καταπιεστικά μέτρα των κατακτητών κάπως χαλάρωσαν, το Γυμνάσιο ανασυντάσσει τις δυνάμεις του και αρχίζει να λειτουργεί ξανά με γυμνασιάρχη το Βασίλειο Βήκα κάτω από δραματικές συνθήκες. Ως χώροι διδασκαλίας χρησιμοποιήθηκαν η καπναποθήκη του Καραγκούνη, δυτικά του παλαιού ΚΤΕΛ Κοζάνης και άλλα ιδιωτικά οικήματα.

   Σε αυτή την τραγική για τη χώρα συγκυρία στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο συντελείται ένα σημαντικό γεγονός, που φωτογραφίζει την ιστορική πραγματικότητα της περιόδου εκείνης. Πρόκειται για την τύχη της ιστορικής σημαίας του γυμνασίου, που σώθηκε από τη βεβήλωση των Γερμανών κατακτητών χάρη στον υψηλό κώδικα τιμής του Αυστραλού στρατιώτη Reginald Tresise. Ο Tresise τον Απρίλιο του 1941 βρέθηκε στην Κοζάνη. Προσπαθώντας, αυτός και οι σύντροφοι του, να βρουν ένα καταφύγιο για τη νύχτα χώθηκαν στο έρημο Βαλταδώρειο. Εκεί ανάμεσα σε άλλα σχολικά είδη αντίκρισαν τη σημαία του σχολείου. «Αυτή η σημαία φαινόταν τόσο περήφανη, προκλητική και αλύγιστη στη σκόνη και ακαταστασία του πολέμου»7, περιγράφει ο Tresise σε επιστολή του προς το Δήμαρχο Κοζάνης το 1959. Δεν μπορούσε να την αφήσει να την πάρουν λάφυρο οι Γερμανοί. Την έβγαλε από το κοντάρι και την πήρε μαζί του. Έτσι η σημαία του Βαλταδωρείου από την Κοζάνη ακολούθησε τον Tresise σε όλες τις περιπέτειες του στην Ελλάδα και κατά την επιστροφή του στην μακρινή Αυστραλία, έμβλημα της καλής του τύχης, όπως ο ίδιος έλεγε.. Το 1959 ο Tresise στέλνει πίσω στην Κοζάνη τη σημαία με μία σχετική επιστολή προς τον τότε Δήμαρχο Κοζάνης Βασίλειο Ματιάκη, όπου περιγράφει την ιστορία του, πώς η σημαία βρέθηκε στα χέρια του και πώς τον ζέστανε τις παγωμένες βραδιές, τυλίγοντάς την γύρω από το κορμί του Από τότε ο Αυστραλός στρατιώτης επισκέφτηκε πολλές φορές την Κοζάνη και τιμήθηκε από τις τοπικές αρχές για την ηρωική του πράξη. Κατά την τελευταία του επίσκεψη το Μάιο του 1991, πενήντα ακριβώς χρόνια από τον δραματικό Απρίλιο του 1941 επισκέφτηκε το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο και πήρε ξανά τα χέρια του την ηρωική σημαία.

    Μετά την αποχώρηση των Γερμανών το γυμνάσιο επανέρχεται στο φυσικό του χώρο για να πέσει στη δίνη ενός νέου, δραματικότερου του πρώτου, Εμφυλίου πολέμου. Η Δυτική Μακεδονία βρέθηκε στο επίκεντρο των πολεμικών συγκρούσεων ενός αναίτιου και αιτιατού αδελφοκτόνου πολέμου που κράτησε τρία (3) ολόκληρα χρόνια (1946-1949) και συσσώρευσε στην ήδη ταλαιπωρημένη Ελλάδα χαλάσματα, ερείπια και πολλές χιλιάδες ανθρώπινα θύματα. Ευτυχώς, παρά τις δύσκολες περιστάσεις όλα τα σχολεία στην Κοζάνη λειτουργούσαν κανονικά.

    Μία δεκαετία μετά τη λήξη του Εμφυλίου πολέμου το 1959 σύμφωνα με τα σχέδια του Υπουργείου Παιδείας πραγματοποιείται εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με την οποία δίνεται ιδιαίτερη έμφαση και βαρύτητα στην τεχνική εκπαίδευση και στην επαγγελματική κατάρτιση των νέων. Στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο λειτουργούν τμήματα θεωρητικής (κλασικής) και θετικής (πρακτικής) κατεύθυνσης στις τρεις ανώτερες τάξεις, με σκοπό την προετοιμασία των μαθητών για την είσοδό τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο, αν και ήταν Γυμνάσιο Αρένων, φοιτούσαν και όσες κοπέλες ήθελαν να ακολουθήσουν τμήματα θετικής κατευθύνσεως, δηλαδή ελάχιστες, μα με μεγαλύτερες πάντα επιδόσεις από τους άνδρες συναδέλφους τους. Το 1964. μετά την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού με πρωθυπουργό και Υπουργό Παιδείας το Γεώργιο Παπανδρέου, θεσμοθετείται νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με την οποία μεταβάλλεται ριζικά η δομή, ο χαρακτήρας και η φιλοσοφία του υφιστάμενου εκπαιδευτικού συστήματος. Σύμφωνα με τα νέα μέτρα το εξατάξιο γυμνάσιο χωρίζεται σε δύο αυτοτελείς σχολικές μονάδες, το Γυμνάσιο και το Λύκειο. Το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο Αρένων χωρίστηκε, λόγω μεγάλου αριθμού μαθητών, σε δύο γυμνάσια το 1ο και το 2ο και σε λύκειο. Το 1ο Γυμνάσιο και το Λύκειο στεγάστηκαν στο κεντρικό διδακτήριο και το 2ο Γυμνάσιο σε ιδιόκτητο οίκημα επί της Φον Κοζάνη. Όμως το στρατιωτικό καθεστώς που επιβλήθηκε μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 ανακόπτει την πορεία, επαναφέροντας το προ του 1964 εκπαιδευτικό σύστημα.

   Σημαντικές αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας πραγματοποιήθηκαν μετά την πτώση του καθεστώτος του 67 το 1976 επί Υπουργείας Γεωργίου Ράλλη. Σύμφωνα με τα νέα μέτρα το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο Αρένων χωρίστηκε σε δύο γυμνάσια, το 1ο και το 2ο και σε δύο λύκεια αντίστοιχα. Το 1ο Γυμνάσιο και τα δύο Λύκεια συστεγάστηκαν στο Βαλταδώρειο, ενώ το 2ο Γυμνάσιο μέχρι το 1979 συστεγαζόταν με το 6ο Δημοτικό Σχολείο. Το 1979 τα δύο λύκεια μεταστεγάστηκαν στο συγκρότημα σχολικών κτιρίων στο Πανόραμα και το 2ο Γυμνάσιο επέστρεψε στο Βαλταδώρειο. Η κυβερνητική αλλαγή του 1981 ξεκινά μία νέα σειρά ριζικών μεταρρυθμίσεων σε όλους τους κλάδους της εκπαίδευσης. Με τα νέα μέτρα: μικτοποιούνται όλα τα Γυμνάσια και τα Λύκεια της χώρας, καθιερώνεται το μονοτονικό σύστημα τονισμού, καταργούνται οι εισαγωγικές εξετάσεις από το Γυμνάσιο προς κάθε τύπο Λυκείου και με υπουργική απόφαση καταργήθηκε και η ποδιά των μαθητριών, γεγονός που προκάλεσε πλείστα τόσα σχόλια και υπέρ και κατά.

100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΆ…

     Από το 1981 μέχρι σήμερα το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο Κοζάνης ακολουθεί με συνέπεια την πορεία των εκπαιδευτικών πραγμάτων της χώρας. Σήμερα στο ιστορικό διδακτήριο στεγάζεται μόνο το 1ο Γυμνάσιο Κοζάνης (το 2ο Γυμνάσιο, ήδη από το Σεπτέμβριο του 1998, φιλοξενείται στο νέο κτίριο επί της οδού Φιλίππου).

    Το 2001 ο Δήμος Κοζάνης τίμησε τα 100 χρόνια λειτουργίας του Βαλταδωρείου Γυμνασίου με ένα πλήθος εκδηλώσεων στις οποίες συμμετείχαν μελετητές της ιστορίας του, παλιοί και νέοι καθηγητές του και οι εκατοντάδες των αποφοίτων του στον έναν αιώνα δράσης του. Στα 100 χρόνια ζωής του το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο Κοζάνης ανταποκρίθηκε επάξια στη δύσκολη αποστολή που του είχε ανατεθεί: να επιβεβαιώσει τα λόγια του Άγιου Κοσμά του Αιτωλού, που έλεγε ότι η ελευθερία θα έρθει μαζί με τη μόρφωση. Σε ειρηνικούς, αλλά και δύσκολους και χαλεπούς καιρούς το γυμνάσιο, που με κόπο έχτισαν οι Κοζανίτες, εκπληρώνοντας ένα παλιό τους όνειρο, αλλά και η γενναιοδωρία των αδελφών Βαλταδώρου, φώτισε και μόρφωσε εκατοντάδες μαθητές, όχι μόνο από το νομό Κοζάνης, αλλά από όλη τη Δυτική Μακεδονία. Υπουργοί, βουλευτές, νομάρχες και δήμαρχοι, δικαστικοί, καθηγητές πανεπιστημίου και στρατηγοί, κέντρο μάθησης και παιδείας το σχολείο τόσων και τόσων γενεών, ανθρώπων που προχώρησαν και καταξιώθηκαν στην προσωπική και επαγγελματική τους πορεία.

     100 χρόνια μετά το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο συνεχίζει την ιστορική του πορεία. Με γνώση του ιστορικού του παρελθόντος και δύναμη για το μέλλον, ένα κτίριο-σύμβολο για την πόλη που δεν τάραξαν ούτε φυσικές καταστροφές, ούτε ανθρώπινες λεηλασίες και είναι σήμερα, όπως το καμπαναριό του Αγίου Νικολάου στην κεντρική πλατεία, ένα από εκείνα τα ειδικά και ξεχωριστά χαρακτηριστικά που κάνουν την Κοζάνη να διαφέρει από κάθε άλλη, παρόμοια με αυτή βορειοελληνική πόλη. Κι, αν και δεν αποφοιτήσαμε όλοι από τις μεγάλες αίθουσές του, το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο Κοζάνης κατέχει μία θέση στις καρδιές όλων μας. Γιατί είναι κομμάτι της ιστορίας του τόπου μας και μαζί ένα κομμάτι από τη ζωή μας την ίδια. Του κάθε ενός ξεχωριστά κι όλων μαζί ταυτόχρονα.

      Η ιστορία των πόλεων που μας ταξιδεύουν στο χρόνο είναι τραγικά ταυτόσημη με την προσωπική μας ιστορία, ειδικά αν από αυτές ξεκινούν και οι βαθύτερες ρίζες που μας φέρνουν στη ζωή. Και η γνώση αυτή μας δίνει την ώθηση για ένα πιο σταθερό βήμα προς την προσωπική αυτογνωσία.

Κοζάνη, Σεπτέμβριος 2008

1 «Βλέποντας ότι από πολύ καιρό υποφέρω από μία αρρώστια η οποία χειροτερεύει κα για να μη βρεθώ προ απροόπτου και ότι νομίμους κληρονόμους όπως γονείς, υιούς και άλλους συγγενείς δεν έχω, διότι δεν ενυμφεύθην, αφήνω στους αδελφούς μου, (Βασίλειο Ν. Βαλταδώρο διαμένοντα στο Βουκουρέστι, Κωνσταντίνο Ν. Βαλταδώρο στο Βουκουρέστι και Γεώργιο Ν. βαλταδώρο κάτοικο Κοζάνης) που θα με κληρονομήσουν ως γενικοί εκτελεστές το ποσό των λέι 10.000 δίχως άλλους τόκους, διά την ανέγερσιν ενός οικήματος διά σχολείο εν Κοζάνη Μακεδονία-Τουρκία». Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε 500 εικοσόφραγκα Τουρκίας. (Βασίλη Αποστόλου. Προτομές-ανδριάντες- μνημεία Κοζάνης, σελ. 30).

2 Όπως υποσ. 1, σελ. 30.

3 Μιχάλη Παπακωνσταντίνου. Μια βορειοελληνική πόλη στην Τουρκοκρατία-Ιστορία της Κοζάνης (1400-1912), σελ. 228.

4 Βασίλη Αποστόλου. Προτομές-ανδριάντες- μνημεία Κοζάνης, σελ. 34.

5 Μετά από την καταστροφή εκείνης της πρώτης προτομής ο Δήμος Κοζάνης, μετά από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου στις 26 Απριλίου 1990, ανέθεσε τη δημιουργία της νέας στην Κοζανίτισσα γλύπτρια Αλίκη Χατζή. Η νέα προτομή φιλοτεχνήθηκε σε ορείχαλκο, στις ίδιες διαστάσεις και μορφή με την κατατεμαχισμένη μαρμάρινη που υπάρχει στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο. Στην ίδια συνεδρίαση αποδέχεται την προσφορά των 200.000 δρχ. ως δωρεά στο Δήμο από τους παλιούς καθηγητές Ι. Μόσχο, Κων/νο Τοπιντζή, καθώς και από τους αποφοιτήσαντες από το Βαλταδώρειο Γυμνάσιο αρένων Κοζάνης του έτους 1949 για την κατασκευή της προτομής του ευεργέτη Βαλταδώρου (Βασίλη Αποστόλου. Προτομές-ανδριάντες- μνημεία Κοζάνης, σελ. 38).

6 Παναγιώτη Ζ. Παπαδόπουλου. Ιστορία του Βαλταδωρείου Γυμνασίου Κοζάνης, σελ. 84