…Πάμε Θέατρο… “Έγκλημα και Τιμωρία”

αρχείο λήψης (5)

Στο πλαίσιο των Δράσεων του σχολείου μας “Ακολουθώντας τον πολιτισμό ” το Σάββατο 16-1-2016  μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου και καθηγητές του σχολείου μας θα παρακολουθήσουν τη θεατρική  παράσταση με τίλο “Έγκλημα και Τιμωρία” του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι στο Εθνικό Θέατρο.

Ακολουθεί σχετικό ενημερωτικό υλικό για τον συγγραφέα, το έργο (μυθιστόρημα) και τον κεντρικό ήρωα.

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

αρχείο λήψης (4)Ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι (Fyodor Mikhailovich Dostoevsky, ρωσ. Фёдор Михайлович Достоевский) υπήρξε κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ρωσικής καταγωγής. Γεννήθηκε το 1821 στη Μόσχα. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Μηχανικών της Αγίας Πετρούπολης. Υπηρέτησε στο στρατό για ένα μικρό χρονικό διάστημα αλλά τον εγκατέλειψε γρήγορα για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Μελέτησε την κοινωνία και τον κόσμο όχι θεωρητικά αλλά στην πράξη. Θέμα των έργων του, η ίδια η ζωή. Είδε από κοντά τις υποβαθμισμένες συνοικίες, γνώρισε τη φτώχεια, τον πόνο, την εξαθλίωση των ταπεινών ανθρώπων και στη συνέχεια μετέφερε τις εικόνες αυτές στα μυθιστορήματα του. Ασχολήθηκε με τον άνθρωπο και την κοινωνία και υπήρξε αγωνιστής και επαναστάτης. Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών και η προσφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι διεθνώς αναγνωρισμένη. Θεωρείται ως ο μεγαλύτερος μυθιστοριογράφος όλων των εποχών και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Εναντιώθηκε στην πολιτική του Τσάρου Νικολάου του Α’. Αυτή του η στάση είχε αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για συνωμοσία και να καταδικαστεί σε τετραετή φυλάκιση. Τα χρόνια του εγκλεισμού του στις φυλακές του Ομσκ υπέφερε τρομερά βασανιστήρια και εξευτελισμούς. Στα χρόνια της φυλάκισης και εξορίας του αντλούσε δύναμη από μια Καινή Διαθήκη που είχε μαζί του. Το 1859 επέστρεψε στην Πετρούπολη και εξέδωσε μαζί με τον αδελφό του δύο περιοδικά τα οποία, όμως, δεν σημείωσαν επιτυχία με αποτέλεσμα ο Ντοστογιέφσκι να βρεθεί καταχρεωμένος. Ο μόνος τρόπος για να συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Άρχισε λοιπόν να γράφει συνέχεια και ακούραστα με αποτέλεσμα να καταφέρει να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του σχετικά άνετα. Σε αυτό το διάστημα έγραψε τα καλύτερα του έργα: Ο παίκτης, Οι αδερφοί Καραμαζώφ, Έγκλημα και Τιμωρία, Ο Ηλίθιος, Οι δαιμονισμένοι. Όταν κατάφερε πλέον να ανασάνει από το βάρος των χρεών ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού “Πολίτης” και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του περιοδικό, Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα, που σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία. Πέθανε το 1881 στην Πετρούπολη σε ηλικία 60 ετών. Στις αρχές Οκτώβρη του 1878, ο Ντοστογιέφσκι με την οικογένειά του μετακόμισε σ’ ένα διαμέρισμα στην Οδό Κουζνέτσνυ αριθ. 5. Η απόφαση να πάει σ’ ένα νέο σπίτι συνδέεται με τον τραγικό θάνατο του μικρότερου γιου του στις 16 Μαίου 1878 από επιληψία, αρρώστια που είχε κληρονομήσει από τον ίδιο τον πατέρα του. Το διαμέρισμα αυτό της Κουζνέτσνυ αριθ. 5, όπου ο Ντοστογιέφσκι έζησε για 2 1/2 χρόνια μέχρι το θάνατό του, ήταν στο δεύτερο όροφο με έξι δωμάτια και παράθυρα με θέα στην Εκκλησία του Αγίου Βλαντίμιρ, όπου ο Ντοστογιέφσκι εκκλησιαζόταν στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Σ’ αυτό το σπίτι με την ταπεινή επίπλωση, ο Ντοστογιέφσκι έγραψε το τελευταίο μυθιστόρημά του Οι αδελφοί Καραμαζώφ. Το Νοέμβριο του 1991, με τη συμπλήρωση 150 χρόνων από τη γέννηση του συγγραφέα, το Μουσείο Ντοστογιέφσκι της Αγίας Πετρούπολης άνοιξε στο κοινό τις πύλες του στο σπίτι αυτό. Ο Ντοστογιέφσκι, πέρα από επιληπτικός, υπέφερε σ’ όλη του τη ζωή και από ασθένεια των πνευμόνων. Στις 26 Γενάρη του 1881, είχε μια σοβαρή πνευμονική αιμορραγία. Το βράδυ της ίδιας ημέρας κάλεσαν τον ιερέα της γειτονικής Εκκλησίας του Αγίου Βλαντίμιρ κι ο Ντοστογιέφσκι εξομολογήθηκε και δέχτηκε τη Θεία Κοινωνία. Όπως γράφει στο “Ημερολόγιό” της η Άννα Γρηγόριεβνα Ντοστογιέφσκι, όταν διαβεβαίωνε τον Ντοστογιέφσκι ότι θα ζούσε ακόμη για πολλά χρόνια, εκείνος της απάντησε: «Όχι, το ξέρω, θα πεθάνω σήμερα! Άναψε μια λαμπάδα, Άννια, και δος μου το Ευαγγέλιο». Στις 28 Γενάρη του 1881, ώρα 8.36 το βράδυ, ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι πέθανε. Τα νέα για το θάνατο του Ντοστογιέφσκι τάραξαν αφάνταστα τους Ρώσους της Αγίας Πετρούπολης. Για δυο συνεχείς ημέρες, 29-30 του Γενάρη, το διαμέρισμα της Οδού Κουζνέτσνυ αριθ. 5 κατακλυζόταν από κόσμο, που συνέρρεε για το τελευταίο αντίο – μπροστά στο ξεσκέπαστο φέρετρο στη μέση του γραφείου του – στον πολυαγαπημένο του συγγραφέα. Όλα τα δωμάτια του σπιτιού ήταν κατάμεστα με κόσμο. Μεγάλες μορφές της ρωσικής λογοτεχνίας συνωστίζονταν γύρω από το φέρετρό του. 9 Το Σάββατο στις 31 Γενάρη, η σορός του Ντοστογιέφσκι μεταφέρθηκε από το σπίτι της Οδού Κουζνέτσνυ αριθ. 5. Όλη η Αγία Πετρούπολη, δίχως άλλο προηγούμενο, ακολούθησε τη νεκρική πομπή προς το Μοναστήρι του Αλέξανδρου Νέφσκι, όπου θα γινόταν η ταφή. Πρωτομηνιά, Φλεβάρης του 1881, μετά την εξόδιο λειτουργία στην Εκκλησία του Αγίου Πνεύματος της Μονής και με την παρουσία τεράστιου πλήθους ανθρώπων, ο Ντοστογιέφσκι τάφηκε στο Κοιμητήριο Τίχβιν του Μοναστηριού Αλέξανδρου Νέφσκι, δίπλα στον τάφο του Ρώσου ποιητή Βασίλι Ζουκόφσκι. Στα 1883, σε επιτάφια τελετή, έγιναν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου και της προτομής του Ντοστογιέφσκι, έργο του γλύπτη Ν. Λαβρέτσκυ. Όχι μακρυά από τον τάφο του Ντοστογιέφσκι, βρίσκονται και οι τάφοι διάσημων συνθετών της Ρωσίας – Τσαϊκόφσκι, Ρίμσκι-Κόρσακωφ, Μουσόργκσκι, Μποροντίν, Γκλίνκα. Ο τάφος του Ντοστογιέφσκι στο Κοιμητήριο της Μονής Αλέξανδρου Νέφσκι.

αρχείο λήψης (3)  ΤΟ ΣΠΙΤΙ – ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΟΥ Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ

 Ξεκινώντας από ένα έγκλημα για το οποίο υπεύθυνη είναι η ίδια η κοινωνία, ο Ντοστογιέφσκι, στο πρόσωπο του θύτη, που είναι συγχρόνως και θύμα, προβάλλει την υπαρξιακή του αγωνία σε έναν κόσμο ζοφερό. Με το «Έγκλημα και τιμωρία» ο συγγραφέας θέτει ενώπιόν μας το υπαρξιακό πρόβλημα: Ο φοιτητής Ρασκόλνικωφ, που έγινε δολοφόνος διαμαρτυρόμενος για την κοινωνική αδικία και καταγγέλλοντας την, προβληματίζεται αν σε τελευταία ανάλυση είναι ο ίδιος εγκληματίας, τη στιγμή που όσοι κάνουν τους πολέμους ευθύνονται για εκατομμύρια θανάτους σε όλο τον κόσμο… Η ψυχολογική ανάλυση του ήρωα από το μεγάλο Ρώσο συγγραφέα δίνει στο έργο βάθος και ο προβληματισμός του το καθιστά διαχρονικό. Θέμα στο έργο του Ντοστογιέφσκι είναι ο φόνος μιας ενεχυροδανείστριας διαπεπραγμένος από τον κεντρικό ήρωα ο οποίος τον οδηγεί στην αρρώστια , σε έναν ατελείωτο Γολγοθά και τέλος στο αστυνομικό τμήμα και στην Σιβηρία για την υλοποίηση καταναγκαστικών έργων.

ΗΘΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΡΑΣΚΟΛΝΙΚΟΦ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ [αποσπάσματα]

Ο ήρωας της ιστορίας ονομάζεται Ροντιόν Ρασκόλνικοφ Ρομάνοβιτς. Πρόκειται για έναν φοιτητή Νομικής, φτωχό και ταπεινής καταγωγής που αναγκάζεται να εγκαταλείψει το πανεπιστήμιο, καθώς του λείπουν τα μέσα για να ζήσει. Από την αρχή του μυθιστορήματος, ο συγγραφέας τοποθετεί τον Ρασκόλνικοφ ανάμεσα σε οριακές εκδοχές. Όπως δείχνει και το όνομά του, πρόκειται για έναν χαρακτήρα σχισματικό, με δύο αντιφατικές όψεις. Σαν να πρόκειται για δύο προσωπικότητες που κατοικούν σ’ ένα σώμα. Ο Ρασκόλνικοφ ως φοιτητής νομικής θεωρεί αναγκαία την υποταγή σε ένα σύνολο κανόνων που λογίζονται ως δίκαιοι. Ταυτόχρονα, όμως, η δυσχερής κοινωνική και οικονομική κατάσταση του ίδιου, όπως και πολλών άλλων ανθρώπων που ζουν μέσα στην εξαθλίωση και τη δυστυχία, του υπενθυμίζει πως αυτή η υποταγή στο νόμο συντείνει στην αναπαραγωγή της κοινωνικής αδικίας και ανισότητας. Ο Ρασκόλνικοφ, φέροντας τα χαρακτηριστικά ενός μηδενιστή, αρνείται τη θρησκεία και το Θεό: πώς να δεχτεί κανείς ένα Θεό δίκαιο και πανάγαθο, όταν γύρω του μαίνεται ατιμώρητη η αδικία και η αθλιότητα; Από τη μια, μέσα στη στενάχωρη μοναξιά του και στο αίσθημα αποστροφής που νιώθει για τους άλλους εμφανίζεται βίαιος, αλαζονικά περήφανος και ακοινώνητος. Από την άλλη, παρουσιάζεται συναισθηματικός, ευαίσθητος και ευγενικός, έτοιμος να προσφέρει τη βοήθειά του και να ευεργετήσει τους φτωχούς και εξαθλιωμένους συνανθρώπους του από το υστέρημά του. Οργανώνει ένα αποτρόπαιο έγκλημα με σκοπό να εξασφαλίσει κάποια χρήματα για να μπορέσει να συντηρηθεί ο ίδιος και η οικογένειά του και να καλύψει, επίσης, τα έξοδα των σπουδών του. Σχεδιάζει να δολοφονήσει την Αλιόνα Ιβάνοβνα, μια πλούσια ‘σαν εβραίο’, γριά ενεχυροδανείστρια, και να ληστέψει τα χρήματά της. Το θέμα που προκύπτει εδώ είναι ότι ο Ρασκόλνικοφ δεν σχεδιάζει το έγκλημα για οικονομικούς λόγους — η κλοπή των χρημάτων είναι μόνο η αφορμή (ούτως ή άλλως θα μπορούσε να εξασφαλίζει χρήματα για να ζει παραδίδοντας μαθήματα). Ο ήρωας απλά θέλει να ερευνήσει τα όρια της ανθρώπινης ύπαρξής του. Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: τολμά ο άνθρωπος να διαπράξει ένα στυγερό έγκλημα ή όχι; Αντέχει ή δεν αντέχει ο άνθρωπος το φόνο; Για τον ήρωα ένας φόνος δεν ανήκει απαραίτητα στις ανήθικες πράξεις, ένας φόνος μπορεί να χαρακτηρισθεί ‘ηθικώς καλός’ όταν στοχεύει στην επίτευξη ενός ‘ανώτερου’ σκοπού, π.χ στο καλό της ανθρωπότητας παρά το γεγονός ότι αυτή η πράξη αποτελεί σοβαρό νομικό παράπτωμα. O ίδιος έχοντας αναπτύξει μια θεωρία που διακρίνει τους ανθρώπους σε ανώτερους και κατώτερους, αποπειράται να αποδείξει στον εαυτό του ότι μπορεί διά της πράξης να σταθεί ψηλότερα από την καταθλιπτική μετριότητα των κοινών ανθρώπων, με λίγα λόγια να αποδείξει την εξαιρετικότητά του, και να σώσει μελλοντικά την ανθρωπότητα. Μέσα σ’ αυτή την αίσθηση παρεξηγημένης ελευθερίας, ο ήρωας θα φτάσει στο έγκλημα σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να απεγκλωβιστεί από τα δεσμά του. Το ζητούμενο του Ρασκόλνικοφ είναι η κυριαρχία. Θέλει να πάρει τη μοίρα του στα χέρια του, θέλει να αποφασίζει ο ίδιος για τη ζωή του και να την κατευθύνει. Θέλει να γίνει κυρίαρχος του εαυτού του όντας αυτόνομος και ελεύθερος. Οι εσωτερικοί μονόλογοι του Ρασκόλνικοφ αποκαλύπτουν ότι το καθήκον και η συνείδηση αποτελούν θεμελιώδη στοιχεία της μελλοντικής πράξης του. Σχεδιάζοντας το έγκλημα ο πρωταγωνιστής έρχεται αντιμέτωπος με δύο φραγμούς. Το νόμο και την ηθική. Ο νόμος, ως σύνολο υποχρεωτικών, αντικειμενικών και γενικών ρυθμιστικών  κανόνων που επιβάλλονται στις ανθρώπινες κοινωνίες από κάποια νομοθετική αρχή, και η ηθική, ως σύνολο αρχών, αξιωμάτων, άτυπων κανόνων που προσδιορίζουν τη βάση της ηθικής συμπεριφοράς των μελών μιας κοινωνίας, που υπαγορεύουν, δηλαδή, στον άνθρωπο τι οφείλει να πράττει και τι όχι σε κάθε περίπτωση. Αν και η επικείμενη πράξη είναι εντελώς ασύμφωνη με τις προσταγές του νόμου, τον Ρασκόλνικοφ φαίνεται να τον απασχολεί περισσότερο το ηθικό κομμάτι της πράξης Η ηθική συνείδηση του πρωταγωνιστή σαν ένας ‘νόμος που υπαγορεύει ποιο είναι το επιτρεπτό και ποιο το απαγορευμένο, τι είναι καλό και τι κακό. Εύλογα δημιουργείται το ερώτημα γιατί δίνει ο ήρωας προτεραιότητα στην ηθική, ενώ την ίδια στιγμή αναγνωρίζει ότι η πράξη του είναι αντίθετη σ’ αυτό που προστάζει ο νόμος; Η ηθική υπερβαίνει τον νόμο, διότι για τον Ρασκόλνικοφ η υπακοή και η συμμόρφωση στους νομικούς κανόνες δε συνεπάγεται πάντα και μια ηθικότητα. Απόδειξη, η γριά ενεχυροδανείστρια, την οποία σχεδιάζει να δολοφονήσει, ασκεί απολύτως νόμιμα το επάγγελμά της. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δε συνεπάγεται την ηθικότητα της γριάς τοκογλύφου από τη στιγμή που εκμεταλλεύεται και ζει σε βάρος άλλων ανθρώπων συντελώντας και αναπαράγοντας την κοινωνική αδικία και ανισότητα. Η προτεραιότητα της συνείδησης έναντι του καθήκοντος (ως εκδοχή του νομικού κανόνα) αποκρυσταλλώνεται στη διάκριση που επινοεί ο Ρασκόλνικοφ, η οποία αφορά τη διάκριση των ανθρώπων σε μια ανώτερη και μια κατώτερη κατηγορία, σε «εξαιρετικούς» και «κοινούς». Η υπακοή και η προσήλωση στο νόμο ταυτίζεται με την παθητική αποδοχή της μοίρας που προσιδιάζει στην περίπτωση των «κοινών» ανθρώπων. Ενώ στους «εξαιρετικούς», η συνείδηση παραχωρεί το δικαίωμα της εξαίρεσης (πρωτίστως) από τον ηθικό νόμο προκειμένου να υλοποιηθεί ένας ανώτερος’ σκοπός. «Ο εξαιρετικός άνθρωπος έχει το δικαίωμα, όχι επίσημο δικαίωμα βέβαια, αλλά δικαίωμα προσωπικό να επιτρέψει στη συνείδησή του να…υπερπηδήσει ορισμένα εμπόδια…» . Επειδή η επικείμενη πράξη προσκρούει σε ηθικά διλήμματα και αναστολές, ο Ρασκόλνικοφ καθιστά το έγκλημα μη-έγκλημα στην προσπάθειά του να απενοχοποιήσει την πράξη του. Αυτό το καταφέρνει με δύο τρόπους: α) η πράξη του απευθύνεται σε ένα πρόσωπο σιχαμερό, άχρηστο και βλαβερό για την κοινωνία, μια γριά που ζει εις βάρος άλλων ανθρώπων, και β) με τα χρήματα της δολοφονημένης γριάς θα του δοθεί η ευκαιρία να υλοποιήσει χίλιες καλές πράξεις σώζοντας μελλοντικά από τη σήψη και την παρακμή «εκατοντάδες και χιλιάδες υπάρξεις». Ο Ρασκόλνικοφ χρησιμοποιεί την εγκληματική πράξη ως πείραμα για να αποδείξει στον εαυτό του ότι έχει την ψυχική ικανότητα, την τόλμη να ανήκει στους λίγους. Κατηγορεί μόνιμα τον εαυτό του για απραξία, δειλία και αναποφασιστικότητα. Το φονικό αποτελεί γι’ αυτόν «ένα βήμα προς τα μπρος», το πέρασμα του συνόρου που διαχωρίζει την κατώτερη από την ανώτερη κατηγορία ανθρώπων. Προσφεύγοντας στην ηθικοποίηση του εγκλήματός του, ντύνοντας με ένα πέπλο ηθικότητας την παρανομία του, ο Ρασκόλνικοφ θεωρεί αυτονόητο το πέρασμά του στο επίπεδο της εξαιρετικότητας και την αποφυγή των ενδεχόμενων τύψεων ως απόρροια της ενέργειάς του. Έτσι, προβαίνει στη δολοφονία της γριάς ενεχυροδανείστριας, όπου μαζί με αυτή αναγκάζεται να φονεύσει και την αδελφή της, την παρουσία της οποίας δεν είχε προβλέψει.

Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ-Ο ΗΡΩΑΣ-ΤΟ ΕΡΓΟ

 Ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (1821-1881) στο πασίγνωστο μυθιστόρημα του “Έγκλημα και Τιμωρία” ανατέμνει την ανθρώπινη ψυχή που βρίσκεται σε οριακές καταστάσεις, όπως όταν εγκληματεί αφαιρώντας ανθρώπινες ζωές. Γι αυτό τον απασχόλησαν τα κίνητρα της εγκληματικής πράξης και η δυνατότητα λύτρωσης της ψυχής του ανθρώπου από την ειδεχθή πράξη του, είτε διέπραξε έγκλημα που διώκεται ποινικά, είτε έγκλημα για πολιτικούς λόγους. Έτσι συλλαμβάνει την τραγική μορφή του Ρασκόλνικοφ, ο οποίος πιστεύει πως δεν είναι ένας κοινός εγκληματίας αλλά ένας «ιδεολόγος» εγκληματίας. Ο   Ρασκόλνικοφ, φοιτητής της Νομικής στην Πετρούπολη του 19ου αιώνα, άτομο μορφωμένο, ευαίσθητο με φιλοσοφικές ανησυχίες εγκαταλείπει τις σπουδές του λόγω φτώχειας και εξαθλίωσης και βλέπει τη δολοφονία μιας γριάς τοκογλύφου, ως λύση για τη βελτίωση της οικονομικής του κατάστασης κι όχι μόνο. Με το φόνο αυτό, πιστεύει ακόμα, ότι θα απαλλάξει συνανθρώπους του από την τοκογλύφο που τους απομυζούσε και τα χρήματά της θα τα διαθέσει σε εξαθλιωμένους ανθρώπους για να σωθούν από την αρρώστια, την έλλειψη εκπαίδευσης  …δηλαδή για τον Ρασκόλνικοφ «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Πόσοι εξάλλου, σκέπτεται, μεγάλοι άντρες της Ιστορίας δεν σκότωσαν για να πάρουν την εξουσία ή πόσοι άλλοι δεν αιματοκύλησαν τους λαούς σε μάχες. Οι σύγχρονοι τους συνήθως τους καταδικάζουν για τα εγκλήματα τους αλλά οι επόμενες γενιές μπορεί να τους στήσουν κι αγάλματα!

Σύμφωνα με τη θεωρία του αυτή μόνο οι εξαιρετικοί άνθρωποι, οι μεγαλοφυίες, που αποτελούν την κορωνίδα της ανθρωπότητας και που είναι απίστευτα λίγοι, διότι εμφανίζεται ένας σε κάθε χιλιάδες εκατομμύρια ανθρώπους, έχουν το δικαίωμα για το καλό της ανθρωπότητας, αν χρειαστεί, να χύσουν αίμα. Και πρέπει να υπάρχει ένας φυσικός νόμος που να καθορίζει την τόσο σπάνια εμφάνιση του ανθρώπου–μεγαλοφυία, διότι δεν είναι δυνατόν να γίνονται όλα αυτά στην τύχη. Αυτή είναι η άποψη περίπου του Ρασκόλνικοφ για το έγκλημα και προχωρά στην εκτέλεση του!

Μετά τη διάπραξη όμως των εγκλημάτων του -της γριάς τοκογλύφου αλλά και της αδελφής της που δεν το είχε προγραμματίσει αλλά αναγκάστηκε να το κάνει για να μην τον μαρτυρήσει-  αρχίζει το μαρτύριο της τιμωρίας του. Στην αρχή τον κυριεύει ένας τρελός φόβος μήπως βρεθούν ενοχοποιητικά στοιχεία σε βάρος του (ίχνη αίματος, τιμαλφή…). Η ψύχραιμη λογική του αρχίζει να τον εγκαταλείπει, φαντάζεται πως όλοι τον υποψιάζονται ως πιθανό δολοφόνο, και πέφτει σε παραληρήματα και παραισθήσεις που τον διαλύουν σωματικά και ψυχικά, ώστε το περιβάλλον του να πιστεύει ότι είναι άρρωστος ή μήπως τρελάθηκε. Η μοναξιά του γίνεται αβάσταχτη! Απομονώνεται απ’ όλους (οικογένεια, φίλους), κλείνεται στον εαυτό του και στα αδιέξοδα του ή όταν βρίσκεται μαζί τους έχει έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις, γίνεται απρόβλεπτος, επιθετικός ή βυθίζεται στη σιωπή του.

Η χειρότερη όμως τιμωρία του έρχεται αργότερα, όταν συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει την εγκληματική του πράξη και να παίξει το ρόλο του μεγάλου, όπως είχε σχεδιάσει κι όπως έκαναν τόσοι μεγάλοι άντρες της Ιστορίας, που εγκλημάτησαν. Αυτή η σκέψη επανέρχεται πολλές φορές μέσα στο έργο και τον βασανίζει διαρκώς. Αυτή η αυτοτιμωρία, που επιβάλλει ο ίδιος στον εαυτό του, είναι βαρύτερη κι από την ποινή με την οποία τον τιμώρησε η ανθρώπινη δικαιοσύνη, στέλνοντας τον στα κάτεργα της Σιβηρίας, για να εκτίσει την ποινή του.  Ο Ντοστογιέφσκι θεωρεί την τιμωρία αναπόφευκτη συνέπεια του εγκλήματος.
Η λύτρωση για τον Ρασκόλνικοφ έρχεται πολύ αργότερα μέσα απ’ τη μετάνοια και τη συγχώρεση. Η Σόνια, που τον ακολούθησε στην Σιβηρία, με την άδολη αγάπη της και την αγνή πίστη της στο Θεό κι η επιθυμία του ίδιου για τη συνέχιση της ζωής τον βοήθησαν να αποδεχτεί το μέγα σφάλμα του, να μετανιώσει και να ηρεμήσει η ψυχή του.  Μια άλλη μορφή τιμωρίας, που προβάλλει ο συγγραφέας, είναι η αυτοκτονία του εγκληματία, όπως συνέβη στην περίπτωση του διεφθαρμένου Σβιντριγκάιλωφ. Η έμμεση σύγκριση του με τον Ρασκόλνικοφ, δείχνει πολλά για τις διαφορές των δύο εγκληματιών ως  προς τα κίνητρα και την αντιμετώπιση των τύψεων τους. Σκεπτικισμός όμως επικρατεί, αν οι μεγάλοι πολιτικοί ξεκαθάρισαν με τον εαυτό τους για τα εγκλήματα τους, παρόλη τη δικαίωση τους ή μη από την Ιστορία.

Δίπλα στο Ρασκόλνικοφ κινούνται κι άλλοι ανθρώπινοι χαρακτήρες. Η Σόνια, μια αγγελική μορφή, που παρόλα τα κτυπήματα της μοίρας της, διατηρεί την πηγαία καλοσύνη της και την αγνή πίστη της στο θεό και προσφέρει απλόχερα την αγάπη της στον Ρασκόλνικοφ που τον σώζει στηρίζοντας τον. Ο Ραμουζίχιν, ο τύπος του φίλου που δεν τον εγκαταλείπει, η Ντούνια, η αδελφή του Ρασκόλνικοφ, μια σοβαρή κι όμορφη κοπέλα έτοιμη να βοηθήσει κάθε πάσχοντα, ο Πορφύρης Πέτροβιτς, ένα ανοιχτό μυαλό ανακριτή που πίσω από τη σκληρότητα που του επιβάλλει η θέση του κρύβει μέσα του στοιχεία ανθρωπισμού, ο Σβιντριγκάιλοφ, ένας άλλου τύπου εγκληματίας, και η αξιολύπητη μορφή του συμπαθέστατου κατά τ’ άλλα μέθυσου Μεντρεγκάλοφ, του πατέρα της Σόνιας, ο οποίος, ενώ έχει συνείδηση των ευθυνών του για τις οικογενειακές του δυστυχίες, αδυνατεί να απαλλαγεί από το πάθος του ποτού. Ο Ντοστογιέφσκι με το να ξεδιπλώνει σιγά-σιγά τα μύχια της ψυχής τους πλάθει ολοζώντανους χαρακτήρες, οι οποίοι τελικά κερδίζουν τη συμπάθεια και την κατανόηση του αναγνώστη για κάθε ανθρώπινο που τους συμβαίνει!

Ο Ντοστογιέφσκι γράφει ένα ψυχολογικό μυθιστόρημα, το 1866, παρουσιάζοντας όλη την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ψυχής, αρκετές δεκαετίες πριν την εμφάνιση του Φρόυντ και της επιστήμης της ψυχολογίας. Χωρίς να αποκλείει την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος (οικονομική εξαθλίωση, αναλφαβητισμός, διαφθορά δημόσιας διοίκησης…) πιστεύει ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι άβυσσος κι ότι η αιτία του κακού τελικά βρίσκεται μέσα στην ψυχή του ανθρώπου. Τα ανθρώπινα πάθη, όταν κυβερνούν την ψυχή, κάνουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου απρόβλεπτη. Η λογική, αν και είναι απαραίτητος οδηγός στη ζωή μας, αδυνατεί από μόνη της να διαπλάσει τον ολοκληρωμένο άνθρωπο και την ιδανική κοινωνία, που οραματίζονταν οι προοδευτικοί κύκλοι της Πετρούπολης. Στα αδιέξοδα της ψυχής μόνο η βαθιά πίστη στο Θεό κι η αληθινή αγάπη μπορούν να σώσουν τον απελπισμένο άνθρωπο. Ο Ντοστογιέφσκι όμως απ’ την άλλη δεν μπορεί να δεχτεί την ύπαρξη ενός Θεού που ανέχεται τόση αδικία πάνω στη γη. Διχασμένος λοιπόν ο Ντοστοφιέφσκι στο θέμα της ύπαρξης του Θεού. Δέχεται όμως ότι όποιος μπορεί να πιστεύει ειλικρινά στο Θεό, τότε έχει στήριγμα παρηγοριάς και ελπίδας στις δύσκολες ώρες του.

Ο Ντοστογιέφσκι γράφει επίσης ένα ρεαλιστικό μυθιστόρημα αποτυπώνοντας την  πραγματικότητα από την καθημερινή ζωή των κατατρεγμένων κατοίκων της Πετρούπολης στην τσαρική Ρωσία του 19ου αιώνα. Κι ήταν τόσο άθλιες οι συνθήκες ζωής ακόμα και για τους δημόσιους υπάλληλους και τους φοιτητές! Δωμάτια μικρά, σκοτεινά, χαμηλοτάβανα σε βρώμικες πολύ-κατοικίες που υπενοικιάζονταν, ρούχα μεταχειρισμένα που αγόραζαν ακριβά οι φτωχοί, κοριτσάκια που εκπορνεύονταν για να συντηρήσουν το μέθυσο πατέρα ή τη φθισικιά μάνα ή τα μικρότερα αδέλφια ή άλλα που τα αρραβώνιαζαν με έκφυλους πενηντάρηδες για να τους κουβαλούν ακριβά δώρα. Κι όλα αυτά συνέβαιναν μέσα στην ξακουστή Πετρούπολη, το πολιτικό και διοικητικό κέντρο της τσαρικής Ρωσίας, μια ανάσα δίπλα στη λεωφόρο Νέφσκι και στον ποταμό Νέβα με τα νησάκια του πάνω στα οποία ήταν κτισμένες οι επαύλεις των πλουσίων. Και μετά… εικόνες από τη μακρινή Σιβηρία, που εκεί στέλνονταν οι κατάδικοι για να εκτίσουν την ποινή τους στις φυλακές ή στα κάτεργα, οι οποίοι αλυσοδεμένοι από τα πόδια σύρονταν για να δουλέψουν στις αγγαρείες! Εκεί οι βαρυποινίτες συνειδητοποιούν τώρα την ομορφιά της φύσης και της ζωής που έχασαν… «είναι δυνατόν να έχει γι αυτούς τόση μεγάλη σημασία μια ακτίνα του ήλιου, μια δροσερή πηγή που την είδαν πριν τρία χρόνια κι ονειρεύονται να τη ξαναδούν σαν να πρόκειται να συναντήσουν την αγαπημένη τους  ή να τη βλέπουν στον ύπνο τους;» αναρωτιέται ο συγγραφέας.

Ο «πολιτικός Ντοστογιέφσκι δεν μπορεί να μην αναφερθεί στη «νέα γενιά» της Πετρούπολης, στους λεγόμενους «προοδευτικούς κύκλους»,οι οποίοι είχαν αποκτήσει μεγάλη φήμη λόγω των πρωτοποριακών ιδεών τους. Μέσα από την αντιπαράθεση ενός κομμουνιστή κι ενός συντηρητικού παρουσιάζονται οι ιδέες των σοσιαλιστών για τη δημιουργία κομμούνας, για την απελευθέρωση της γυναίκας (δικαίωμα σύναψης ελεύθερου γάμου, κατάργηση πορνείας), για το όραμα μιας μελλοντικής ιδανικής κοινωνίας. Εύλογα λοιπόν ο αναγνώστης,  βλέποντας το μέγεθος της κοινωνικής εξαθλίωσης του ρώσικου λαού τότε, κατανοεί, γιατί ξέσπασε εκεί η Οκτωβριανή επανάσταση λίγες δεκαετίες αργότερα.  Ο Ντοστογιέφσκι, αναγνωρίζει το δίκαιο κάποιων ιδεών των σοσιαλιστών αλλά πιστεύει ότι δεν είναι εφικτή η οικοδόμηση της ιδανικής κοινωνίας, διότι η ανθρώπινη ψυχή είναι απρόβλεπτη κι η λογική αδυνατεί να προβλέψει και να οργανώσει τα πάντα τέλεια.

 Ο Ντοστογιέφσκι δίκαια λοιπόν αναγνωρίζεται ως ένας απ’ τους μεγαλύτερους συγγραφείς παγκόσμια, αφού στα έργα του τον απασχολούν όλα τα μεγάλα φιλοσοφικά ερωτήματα, όπως ποιο το ηθικό χρέος του ανθρώπου, ο άνθρωπος και τα μύχια της ψυχής του, η ύπαρξη ή μη του Θεού κι η πίστη στο Θεό κι ο ρόλος της στη ζωή μας, η δυνατότητα πραγμάτωσης ή όχι μιας ιδανικής πολιτικής κοινωνίας, η δύναμη της αγάπης. Κι αυτό που εντυπωσιάζει είναι ότι όλα αυτά τα εκφράζει  με ένα λόγο λιτό και ουσιαστικό,  χωρίς να φλυαρεί με περιττά στολίδια του λόγου. Έτσι ο Ντοστογιέφσκι καταφέρνει να είναι επίκαιρος, διαχρονικός και πάνω από όλα ουσιαστικός!

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/1gymchal/2016/01/14/%cf%80%ce%ac%ce%bc%ce%b5-%ce%b8%ce%ad%ce%b1%cf%84%cf%81%ce%bf-%ce%ad%ce%b3%ce%ba%ce%bb%ce%b7%ce%bc%ce%b1-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%cf%84%ce%b9%ce%bc%cf%89%cf%81%ce%af%ce%b1/

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση