ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ

Την ημέρα αυτή η Ορθοδοξία γιορτάζει το θαύμα της εκ νεκρών έγερσης του Λαζάρου, φίλου και πιστού μαθητού του Ιησού. Ο Λάζαρος υπήρξε στενός φίλος του Ιησού Χριστού, αδερφός της Μάρθας και της Μαρίας. Κατοικούσε στη Βηθανία, 3 χλμ. περίπου ανατολικά της Ιερουσαλήμ.

Ενώ ο Ιησούς βρισκόταν μακριά από τη Βηθανία, ο Λάζαρος ασθένησε. Οι αδερφές του ειδοποίησαν τον Ιησού για την κατάστασή του, ο Ιησούς όμως καθυστέρησε εσκεμμένα τη μετάβασή του στη Βηθανία.

Όταν έφθασε στο σπίτι μαζί με τους μαθητές Του, ο Λάζαρος ήταν ήδη νεκρός για τέσσερις ημέρες (Ιωάννης 11:17). Ο Ιησούς όμως αφού προσευχήθηκε, τον ανάστησε λέγοντας την πασίγνωστη φράση: “Λάζαρε, δεύρο έξω”. (Ο Λάζαρος σηκώθηκε, βγήκε έξω από το μνήμα του με δεμένα τα πόδια και τα χέρια, και το πρόσωπό του περιτυλιγμένο με το σουδάριο (Ιωάννης 11:44). Το θαύμα αυτό του Ιησού έγινε η αιτία ν α πιστέψουν πολλοί από τους Ιουδαίους.

Το Σάββατο του Λαζάρου, το έχει περιβάλει ο λαός μας με όμορφα  έθιμα. ένα από αυτά είναι  τα κάλαντα που τα τραγουδούν μόνο κορίτσια, οι λεγόμενες «Λαζαρίνες». Από την προηγούμενη ημέρα έχουν μαζέψει λουλούδια  και με αυτά έχουν στολίσει καλαθάκια με τα οποία γυρνούν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν.

«– Πού ’σαι Λάζαρε, πού είναι η φωνή σου

που σε γύρευε η μάνα κι η αδερφή σου.

– Ήμουνα στη γη, στη γη βαθιά χωμένος

κι από τους εχθρούς, εχθρούς βαλαντωμένος.

Βάγια, βάγια των βαγιών,

τρώνε ψάρια, τον κολιό

και την άλλη Κυριακή,

ψήνουν το παχύ αρνί».

Σε ;aλλη περιοχή λένε:

«Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια

ήρθε των Βαγιών η εβδομάδα.

Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι,

ήρθε η μέρα σου και η χαρά σου.

Που ήσουν Λάζαρε; Που ‘σουν κρυμμένος;

Κάτω στους νεκρούς, στους πεθαμένους.

Δε μου φέρνετε, λίγο νεράκι,

πουν’ το στόμα μου, πικρό φαρμάκι.

Δε μου φέρνετε, λίγο λεμόνι,

πουν’ το στόμα μου, σαν περιβόλι.

Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια,

ήρθε η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια.

Σήκω Λάζαρε και μην κοιμάσαι,

ήρθε η μάνα σου από την πόλη,

σου ‘φερε χαρτί και κομπολόι.

Γράψε Θόδωρε και συ Δημήτρη,

γράψε Λεμονιά και Κυπαρίσσι.

Το κοφνάκι μου θέλει αυγά,

κι η τσεπούλα μου λεφτά.

Βάγια Βάγια και Βαγιώ

τρώνε ψάρι και κολιό,

και την άλλη Κυριακή,

τρώνε το παχύ τ’ αρνί.»

Όπως και αυτό:

«-Λάζαρε, πες μας τι είδες,

εις τον Άδη που επήγες;

-Είδα φόβους, είδα τρόμους,

είδα βάσανα και πόνους.

Δώστε μου λίγο νεράκι,

να ξεπλύνω το φαρμάκι.

Της καρδούλας μου το λέω,

και μοιρολογώ και κλαίω.

Του χρόνου πάλι να ῾ρθούμε,

με υγεία να σας βρούμε.

Στον οίκο σας χαρούμενοι,

τον Λάζαρο να πούμε.

Σε τούτο τ᾿ αρχοντόσπιτο

πέτρα να μη ραΐσει.

Και ὁ νοικοκύρης του σπιτιού,

χρόνια πολλὰ να ζήσει.

Να ζήσει χρόνια εκατό,

και να τα ξεπεράσει.»

ΛΑΖΑΡΑΚΙΑ

To Σάββατο του Λαζάρου συνηθίζεται από τα παλιά χρόνια οι νοικοκυρές να φτιάχνουν “Λαζαράκια”. Τα λαζαράκια είναι στην ουσια σταφιδοψωμάκια που τους δίνουμε το σχήμα ανθρώπου με σταυρωμένα χέρια , όπως ήταν δηλαδή ο Λάζαρος όταν τον βρήκε ο Χριστός. Η συνταγή και η διαδικασία είναι σχετικά εύκολη και μπορούμε να την κάνουμε στην τάξη με τα παιδιά.

ΥΛΙΚΑ:

1 ΚΙΛΟ ΑΛΕΥΡΙ ΣΚΛΗΡΟ (ΓΙΑ ΤΣΟΥΡΕΚΙΑ)

1/2 ΦΛΙΤΖΑΝΙ ΖΑΧΑΡΗ

2 ΦΛΙΤΖΑΝΙΑ ΣΤΑΦΙΔΕΣ

1 ΦΛΙΤΖΑΝΙ ΨΙΛΟΚΟΜΜΕΝΑ ΚΑΡΥΔΙΑ (ΑΥΤΟ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΤΕ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΑΝ ΚΑΠΟΙΟ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ ΕΧΕΙ ΑΛΕΡΓΙΑ ΣΤΟΥΣ ΞΗΡΟΥΣ ΚΑΡΠΟΥΣ.)

2 ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΞΗΡΗ ΜΑΓΙΑ

2 ΚΟΥΤΑΛΑΚΙΑ ΤΟΥ ΓΛΥΚΟΥ ΚΑΝΕΛΛΑ

ΓΑΡΥΦΑΛΑ Ή ΜΟΣΧΟΚΑΡΦΙΑ

 

Παίρνουμε ένα ποτήρι χλιαρό νερό και διαλύουμε τη μαγιά. Ρίχνουμε το αλεύρι σε ένα μεγάλο μπολ ή σε μια πλαστική λεκάνη. Κάνουμε μια γουβίτσα στη μέση και ρίχνουμε τη ζάχαρη, το λάδι και τη διαλυμένη μαγιά. Ζυμώνουμε και αφήνουμε και τα παιδιά να ζυμώσουν προσθέτοντας χλιαρό νερό μέχρι η ζύμη να γίνει αρκετά σφιχτή. Προσθέτουμε τα καρύδια τις σταφίδες, την κανέλα και ζυμώνουμε καλά. Η ζύμη δεν πρέπει να κολλάει στα χέρια μας.

Μόλις η ζύμη ετοιμαστεί δίνουμε στα παιδιά από ένα μικρό μπαλάκι και τους ζητάμε να το κάνουν ανθρωπάκι αν θέλουμε περισσότερη ευκολία μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κουπ πατ και τοποθετούνε τα λαζαράκια τους σε λαδόκολλα πάνω στο ταψί. Για ματάκια και στόμα βάζουμε μοσχοκάρφια.(γαρύφαλλα)

Ανάβουμε το φούρνο σε χαμηλή θερμοκρασία (40 – 50 βαθμούς κελσίου) και τα αφήνουμε μέχρι η ζύμη να φουσκώσει. Στη συνέχεια ανεβάζουμε το φούρνο στους 200 βαθμούς κελσίου και τα ψήνουμε ως ότου ροδίσουν.