Ιουλιανό και Γρηγοριανό Ημερολόγιο

Τα χρονολογικά συστήματα που χρησιμοποιήθηκαν ανά τους αιώνες είναι εκατοντάδες. Σχεδόν κάθε πολιτισμός ανέπτυσσε το δικό του, λίγα όμως κατόρθωσαν να επιβιώσουν. Έως τα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ. το ημερολόγιο που επικρατούσε ήταν αυτό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το οποίο βασιζόταν στις φάσεις της Σελήνης. Λόγω της ατέλειάς του, όμως, δημιουργήθηκαν μεγάλες αποκλίσεις, κυρίως στην εαρινή ισημερία, με σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία και τη λειτουργία του κράτους.

Έτσι, ο Ιούλιος Καίσαρας ανέθεσε στον αλεξανδρινό αστρονόμο Σωσιγένη την αναμόρφωση του ημερολογίου. Προς την κατεύθυνση αυτή, προστέθηκαν στο έτος 90 μέρες, δηλαδή η 1η Μαρτίου του 44 π.Χ αντικαταστάθηκε από την 1η Ιανουαρίου. Το νέο, ηλιακό, ημερολόγιο ανταποκρινόταν απόλυτα στη διαδοχή των εποχών και η διάρκεια του έτους προσδιορίστηκε στις 365,25 ημέρες. Η μικρή διαφορά καλύπτονταν από μία επιπλέον ημέρα που προσθέτονταν κάθε τέσσερα χρόνια, μετά την «έκτη προ των καλένδων του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus». Έτσι, η ημέρα αυτή, επειδή τη μετρούσαν δυο φορές, ονομάζεται ακόμα και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει δίσεκτο.

Όμως και από το Ιουλιανό Ημερολόγιο προέκυπτε ένα σφάλμα 11 λεπτών και 14 δευτερολέπτων το χρόνο. Εξαιτίας της απόκλισης αυτής, μιάμιση χιλιετία αργότερα η εαρινή ισημερία είχε μετατοπιστεί ημερολογιακά 11 μέρες πίσω, σε σχέση με τα αστρονομικά δεδομένα. Μπροστά στον κίνδυνο να εορτάζονται τα Χριστούγεννα φθινόπωρο και το Πάσχα χειμώνα, ο Πάπας Γρηγόριος ο 13ος προχώρησε σε νέα μεταρρύθμιση του συστήματος. Στις 4 Οκτωβρίου του 1582 προστέθηκαν 10 ημέρες, ενώ για να αποφευχθούν ανάλογες ασυμφωνίες και στο μέλλον, αποφασίστηκε κάθε τέσσερις αιώνες να θεωρούνται δίσεκτα, αντί για 100 χρόνια μόνο τα 97.

Το Νέο ή Γρηγοριανό ημερολόγιο συνάντησε έντονες αντιδράσεις. Τα καθολικά κράτη της Ευρώπης το υιοθέτησαν τελικά μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, ενώ τα προτεσταντικά χρειάστηκαν έναν ακόμη αιώνα. Αγγλία και Αμερική το αποδέχτηκαν μόλις το 1752. Το ίδιο συνέβη και στην Ανατολή, όπου όλα τα ορθόδοξα κράτη συνέχισαν να ακολουθούν το Ιουλιανό έως τον 20ο αιώνα.

Η Ελληνική Πολιτεία εφάρμοσε το Γρηγοριανό ημερολόγιο το 1923, ονομάζοντας την 16η Φεβρουαρίου, 1η Μαρτίου. Η Εκκλησία της Ελλάδος το εφάρμοσε στο εορτολόγιό της ένα χρόνο αργότερα.

ΜΙΚΥ ΜΑΟΥΣ, το πιο διάσημο ποντίκι

Στις 13 Ιανουαρίου 1930 έκανε την πρώτη του έντυπη εμφάνιση.

ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ
ΓΙΑ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
Από την ιστοσελίδα: ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

Δίσεκτο Έτος

«Δίσεκτο» ονομάζουμε το έτος που αριθμεί 366 ημέρες, αντί των 365 που έχουν τα κοινά. Αυτό συμβαίνει κάθε τέσσερα χρόνια, όταν προσθέτουμε ένα 24ωρο, προκειμένου να διορθωθούν οι ατέλειες του πολιτικού ημερολογίου σε σχέση με το αστρονομικό. Αν δεν συνέβαινε αυτή η διόρθωση, σε βάθος χρόνου θα είχαμε τον Ιανουάριο καλοκαίρι και τον Ιούλιο χειμώνα. Για να βρούμε ποιο έτος είναι δίσεκτο, δεν έχουμε παρά να το διαιρέσουμε με το 4. Αν διαιρείται ακριβώς, σημαίνει ότι είναι δίσεκτο και το έτος αυτό έχει 366 ημέρες.

Με το Ιουλιανό Ημερολόγιο, που θεσπίστηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα σύμφωνα τις προτάσεις του αλεξανδρινού αστρονόμου Σωσιγένη (46 π.Χ.), ο Φεβρουάριος μετατέθηκε από τελευταίος μήνας του έτους σε δεύτερος, αμέσως μετά τον Ιανουάριο, και είχε 30 μέρες. Μεταξύ της 24ης και 25ης Φεβρουαρίου πρόσθεταν μία επιπλέον μέρα, δηλαδή η 24η Φεβρουαρίου υπολογιζόταν δύο φορές. Κι επειδή η μέρα αυτή ήταν η έκτη μέρα πριν από τις Καλένδες του Μαρτίου (1η Μαρτίου), η δεύτερη 24η Φεβρουαρίου που προστέθηκε ονομάστηκε δις έκτη μέρα, δηλαδή δεύτερη έκτη μέρα πριν από το Μάρτιο. Με τον καιρό, ο όρος δίσεκτο έμεινε για ολόκληρο το έτος που έχει μία μέρα περισσότερη από τα κοινά.

Αργότερα, από τον Φεβρουάριο αφαιρέθηκε μία μέρα και άλλη μία επί του Αυγούστου, που προστέθηκε προς τιμή του αυτοκράτορα στον μήνα Αύγουστο. Έτσιν ο Φεβρουάριος παρέμεινε με 28 μόνον ημέρες. Από τους μεταχριστιανικούς χρόνουςν η επιπλέον μέρα προστίθεται στο τέλος του Φεβρουαρίου, ο οποίος στο δίσεκτο έτος έχει 29 μέρες αντί για 28.

Για το δίσεκτο ή βίσεκτο χρόνο επικρατούν πλήθος προλήψεων και δεισιδαιμονιών, απόρροια της ρωμαϊκής επιρροής. Η δις έκτη εμβόλιμη μέρα θεωρείτο αποφράς και κατ’ επέκταση όλο το έτος. Σ’ αυτό πρέπει να συνετέλεσε το γεγονός ότι οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τον Φεβρουάριο ως μήνα των νεκρών και πίστευαν ότι άφηναν τον Άδη και κυκλοφορούσαν για λίγες μέρες ανάμεσα στους ζωντανούς. Έτσι το δίσεκτο έτος δεν γινόταν η έναρξη εργασίας με μακροχρόνια διάρκεια, όπως φύτευση αμπέλων, θεμελίωση οικιών και σύναψη γάμου. Η πίστη για το δίσεκτο έτος μεταδόθηκε και στους Έλληνες, ύστερα από τη ρωμαϊκή κατάκτηση.

Γι’ αυτό και το έτος κατά το οποίο συμβαίνουν δεινά μεγάλα δεινά (πόλεμοι, λιμοί, μεγάλες φυσικές καταστροφές κ.ά.) καλείται «χρόνος δίσεχτος». Η αντίληψη αυτή απηχείται και στα δημοτικά τραγούδια, όπως στην παραλογή «Του νεκρού αδελφού», με τους στίχους:

Κι εμπήκε χρόνος δίσεκτος και μήνες οργισμένοι
κι’ έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν.

ΠΗΓΗ: www.sansimera.gr

Η Ιστορία της πατάτας

Η ιστορία της πατάτας Σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι ιθαγενείς Αμερικανοί, που ζούσαν στην οροσειρά των Άνδεων, γνώριζαν την πατάτα περίπου 4.000 χρόνια πριν ο γευστικός αυτός βολβός ξετρελάνει τους Ευρωπαίους. Την αποκαλούσαν με διάφορα ονόματα και σε ορισμένες, μάλιστα, περιοχές αποτελούσε βασικό συστατικό της καθημερινής διατροφής τους. Σύμφωνα με έναν δημοφιλή θρύλο, ο πρώτος που εισήγαγε την πατάτα στην Ευρώπη ήταν ο σερ Γουόλτερ Ράλεϊ, χρηματοδότης πολλών υπερατλαντικών αποστολών. Λέγεται, μάλιστα, ότι ο ίδιος είχε φυτέψει την πρώτη πατάτα στο κτήμα του, στην πόλη Κορν της Ιρλανδίας. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία γραπτή απόδειξη που να επαληθεύει τη θεωρία αυτή.

Πιο τεκμηριωμένη ιστορικά είναι η θεωρία που θέλει ως πρωτοπόρο τον σερ Φράνσις Ντρέικ. Σύμφωνα με αυτή, ο Ντρέικ, επιστρέφοντας το 1586 στην Αγγλία, έπειτα από μία μάχη με τους Ισπανούς στην Καραϊβική, έκανε μια στάση στην Κολομβία για προμήθειες. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν καπνός και πατάτες.

Κατά μια τρίτη θεωρία, ο πρώτος βολβός πατάτας ξεβράστηκε στις ακτές της Ιρλανδίας, μαζί με τα συντρίμμια της Ισπανικής Αρμάδας, το 1588.

Ανεξαρτήτου προελεύσεως, η πατάτα προσέλκυσε από την πρώτη στιγμή το ενδιαφέρον των αγροτών, που διαπίστωσαν ότι η καλλιέργειά της ήταν πολύ ευκολότερη και παρείχε πολύ μεγαλύτερη σοδειά απ’ ότι το σιτάρι και η βρόμη. Μέχρι το 1650 είχε κυριαρχήσει στη διατροφή των Ιρλανδών και είχε αντικαταστήσει σε μεγάλο βαθμό τις καλλιέργειες σίτου. Οι ιρλανδοί άποικοι ήταν και οι πρώτοι που καλλιέργησαν την πατάτα στη Βόρεια Αμερική, στην περιοχή Λόντοντερι του Νιου Χαμσάιρ, το 1719.

Έως το τέλος του 18ου αιώνα, το νέο προϊόν είχε γίνει ιδιαίτερα δημοφιλές και στη Γαλλία, με την υποστήριξη του Αντουάν Ογκίστ Παρμαντιέ, ενός από τους αυλικούς του βασιλιά Λουδοβίκου του 15ου. Πιο επιφυλακτικοί, οι Ρώσοι, αρχικώς αποκαλούσαν τις πατάτες (γεώμηλα) ως «τα μήλα του διαβόλου», πιθανότατα εξαιτίας του γεγονότος ότι αναπτύσσονταν κάτω από την επιφάνεια της γης.

Στην Ελλάδα, ο πρώτος που επεδίωξε την εισαγωγή της πατάτας ήταν ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Ο ίδιος την είχε δοκιμάσει κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην Ευρώπη κι έκρινε ότι θα ήταν μια θρεπτική βασική τροφή για ένα φτωχό λαό.

Όταν εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, προσπάθησε να δώσει πατάτες στους χωρικούς, που -φιλύποπτοι και συντηρητικοί όπως ήταν- τις πέταξαν. Ο Καποδίστριας, όμως, ήξερε πολύ καλά τους συμπατριώτες του και -μιμούμενος το Φρειδερίκο το Μέγα της Πρωσίας και τον Παρμαντιέ της Γαλλίας, που είχαν μεταχειριστεί παρόμοια κόλπα- περιέφραξε το μέρος όπου ήταν αποθηκευμένες οι πατάτες κι έβαλε σκοπούς να τις φυλάνε μέρα νύχτα. Μέσα σε μια εβδομάδα δεν είχε μείνει ούτε μια πατάτα…

Τι ήταν το «Άστρο της Βηθλεέμ», που οδήγησε τους μάγους στον Ιησού

Περισσότερα από 2.000 χρόνια έχουν περάσει από τη… νύχτα της εμφάνισης του φωτεινού Άστρου στον ουρανό της Βηθλεέμ, με τους επιστήμονες και τους θεολόγους να έχουν διαφορετικές εξηγήσεις για το φαινόμενο.

Από θρησκευτικής πλευράς, η εμφάνιση του Άστρου γίνεται από τον ευαγγελιστή Ματθαίο σε μία μόνο περικοπή (κεφάλαιο Β’. 2), στην οποία αναφέρεται μόλις τέσσερις φορές. Από τα λόγια του Ματθαίου, προκύπτουν κάποια συμπεράσματα αρκετά χρήσιμα για την κατανόηση αυτού του φαινομένου.

Το Άστρο της Βηθλεέμ έπρεπε να ήταν κάτι ασυνήθιστο για να έλξει την προσοχή των Μάγων και να κάνουν ένα τόσο μακρινό ταξίδι, ενώ παράλληλα, θα έπρεπε να βρίσκεται στην ίδια θέση για εβδομάδες ή μήνες, μιας και οι Μάγοι είχαν αρκετά μεγάλη απόσταση να διασχίσουν.

Επίσης, θα έπρεπε να είναι δυσδιάκριτο στο πολύ κόσμο, διότι φαίνεται πως μόνο οι Μάγοι το είχαν δει. Δεν το διέκριναν στον ουρανό ή είχαν ακούσει κάτι γι’ αυτό ούτε οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, το ίδιο και ο Ηρώδης.

Από επιστημονικής πλευράς, ορισμένοι ερευνητές υπέθεσαν ότι το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν κάποιο μετέωρο, φαινόμενα τα οποία δεν είναι καθόλου σπάνια και συνεπώς δεν θα είχε προκαλέσει την εντύπωση των Μάγων για να κάνουν ένα τόσο μακρινό ταξίδι.

Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι η εμφάνιση κάποιου κομήτη. Συνολικά, έχουν καταγραφεί από τους αρχαίους χρόνους έως και τη γέννηση του Χριστού 135 κομήτες. Όπως αναφέρει ο Ωριγένης, τον 3ο μ.Χ. αιώνα: «Έχω τη γνώμη ότι το άστρο που εμφανίστηκε στους σοφούς της Ανατολής… ήταν ένα από εκείνα τα φωτεινά σώματα που εμφανίζονται από καιρό σε καιρό και που οι Έλληνες οι οποίοι συνηθίζουν να τα ξεχωρίζουν με ονομασίες ανάλογα με τη μορφή και το σχήμα τους τα ονόμαζαν κομήτες, φωτεινές δοκούς, θυσάνους, άστρα με ουρά, καράβια και με διάφορα άλλα ονόματα».

Εν τούτοις είναι δύσκολο να θεωρηθεί ότι το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν ένας κομήτης αφ’ ενός μεν γιατί θα τον έβλεπαν όλοι, αφ’ ετέρου δε γιατί οι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν τους κομήτες ως προάγγελους δυσάρεστων γεγονότων και καταστροφών.

Μήπως το Άστρο των Χριστουγέννων ήταν κάποιος νόβα, κάποιο «καινοφανές» άστρο ή μήπως σουπερνόβα; Καθώς τα άστρα γερνάνε γίνονται ασταθή στις θερμοπυρηνικές τους αντιδράσεις και φτάνει μια στιγμή που το άστρο αυτό αποβάλλει με μια ή περισσότερες εκρήξεις μερικά από τα εξωτερικά του στρώματα αερίων και έτσι παρουσιάζεται λαμπρότερο από ότι ήταν πριν. Έτσι, άστρα που ήταν πολύ αμυδρά, όταν μετατραπούν σε νόβα γίνονται εύκολα ορατά.

Όταν ένα άστρο μεταβληθεί σε σουπερνόβα, διασπάται κυριολεκτικά στα «εξ ων συνετέθη» και μπορεί να εκπέμψει εκατομμύρια φορές περισσότερο φως και ακτινοβολία απ’ ότι ο Ήλιος μας.

Το Άστρο της Βηθλεέμ όμως, δεν θα πρέπει να ήταν ένα παρόμοιο άστρο, καθώς θα υπήρχε κάποια ένδειξη των αστρονόμων της εποχής εκείνης και ο κάθε άνθρωπος της εποχής θα μπορούσε να δει ένα νόβα ή σουπερνόβα, ενώ όπως φαίνεται το παρατήρησαν μόνο οι Μάγοι.

Μία ακόμα θεωρία για την εξήγηση αυτού του φαινομένου διατυπώθηκε από τον Γιόχαν Κέπλερ, ο οποίος υποστήριξε πως αυτό που οδήγησε τους Μάγους στον Ιησού ήταν μια σύνοδος πλανητών ή συζυγία.

Οι πλανήτες, στις κανονικές τους κινήσεις γύρω από τον Ήλιο φαίνονται να κινούνται από τη Δύση προς την Ανατολή. Οι πλανήτες που βρίσκονται πλησιέστερα στον Ήλιο φαίνονται όμως να κινούνται ταχύτερα και οι πιο απομακρυσμένοι δείχνουν να κινούνται βραδύτερα. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ένας από τους πλανήτες είναι δυνατόν να φτάσει και να προσπεράσει κάποιον άλλον. Το προσπέρασμα αυτό ονομάζεται σύνοδος ή συζυγία των δύο πλανητών. Οι πλανήτες Δίας και Κρόνος στη διάρκεια του 7 και του 6 π.Χ έλαβαν μέρος σε μία τριπλή ή μεγάλη συζυγία. Αν το Άστρο της Βηθλεέμ όμως ήταν μια συζυγία, θα το γνώριζαν οι αστρονόμοι της εποχής καθώς η μελέτη του ουρανού ήταν αρκετά ανεπτυγμένη την εποχή εκείνη.

Στην πορεία των χρόνων διατυπώθηκαν και άλλες θεωρίες για την «ταυτότητα» του Άστρου. Το 1911, ο Γερμανός Alfred Jeremias υποστήριξε πως το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν το λαμπρότερο άστρο του αστερισμού του Λέοντος, ο Βασιλίσκος, ενώ το 1913 ο A. Stenzel υποστήριξε πως «οδηγός» των Μάγων ήταν ο κομήτης του Χάλεϊ.

Μία ακόμη θεωρία, του Έλληνα αστρονόμου Κωνσταντίνου Χασάπη υποστηρίζει πως το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν ο πλανήτης Κρόνος τον οποίο αποκαλεί «ηγετικό πλανήτη της μεγάλης συγκεντρώσεως του 6 π.Χ.», ενώ ο αείμνηστος Κ. Χασάπης ορίζει τη γέννηση του Χριστού στις 6 Δεκεμβρίου του 5 π.Χ. και το προσκύνημα των Μάγων στις 19 του ίδιου μήνα.

Αυτή η ημερομηνία γέννησης του Χριστού φαίνεται αρκετά δύσκολο να είναι και η σωστή, καθώς ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε την εποχή που οι βοσκοί «φυλλάσουν φυλακάς νυκτός επί την ποίμνην αυτών». Αυτή η εποχή είναι απίθανο να είναι οι τελευταίες μέρες του Δεκεμβρίου καθώς τότε η Βηθλεέμ είναι βυθισμένη στην παγωνιά και τη βροχή. Πιθανότερη εποχή να συνέβη η γέννηση του Χριστού είναι η άνοιξη, όταν τα νεογέννητα αρνάκια χρειάζονται τη βοήθεια των βοσκών, ερμηνεύοντας κατά γράμμα αυτά που αναφέρει το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο.

Βλέπουμε πως οι θρησκευτικές και επιστημονικές αντιλήψεις και θεωρίες δεν «συμβαδίζουν» σε κάποιο σημείο για την ταυτότητα του Άστρου της Βηθλεέμ. Αυτό που μένει, είναι η προσωπική προσέγγιση του καθενός στο «φαινόμενο» του Άστρου…