Ποίηση:Καβάφης / Ιθάκη

Απαγγέλλει στα Αγγλικά ο Σον Κόνερυ!

ΙΘΑΚΗ

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.

Ποίηση: Σκαρίμπας / Ουλαλούμ


Στίχοι: Γιάννης Σκαρίμπας
Μουσική: Νικόλας Άσιμος
Πρώτη εκτέλεση: Νικόλας Άσιμος

Άλλες ερμηνείες:
Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Σωτηρία Λεονάρδου

‘Ήταν σα να σε πρόσμενα κυρά,
απόψε που δεν έπνεε όξω ανάσα,
κι έλεγα: Θα ‘ρθει απόψε απ’ τα νερά, κι από τα δάσα!

Θα ‘ρθει αφού φλετράει μου η ψυχή
αφού σπαρά το μάτι μου σαν ψάρι,
και θα μυρίζει φώτα [ήλιο] και βροχή το νιο φεγγάρι!…

Και να, το κάθισμά σου συγυρνώ,
στολνώ την κάμαρά μου αγριομέντα,
και να μαζί σου κιόλας αρχινώ, χρυσή, κουβέντα.

Πως να… θα μείνει ο κόσμος με το “μπα”
που μ’ έλεγε τρελόν, πως είχες γίνει καπνός
και – τάχας – σύγνεφα θαμπά, προς τη σελήνη…

Νύχτωσε και δε φάνηκες εσύ…
Κίνησα να σε βρω στο δρόμο – ωϊμένα! –
μα σκούνταφτες (όπου εσκούνταφτα), χρυσή, κ’ εσύ με μένα!…

Τόσο πολύ μ’ αγάπησες, κυρά,
που άκουγα διπλά τα βήματα μου!
πάταγα γω – στραβός – μες στα νερά; κ’ εσύ κοντά μου!…

Ποίηση: Σεφέρης / ο τόπος μας είναι κλειστός

Ο τόπος μας είναι κλειστός, όλο βουνά
που έχουν σκεπή το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα.
Δεν έχουμε ποτάμια δεν έχουμε πηγάδια δεν έχουμε πηγές,
μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές, που ηχούν και πού
τις προσκυνούμε.
Ήχος στεκάμενος κούφιος, ίδιος με τη μοναξιά μας
ίδιος με την αγάπη μας, ίδιος με τα σώματά μας.
Μας φαίνεται παράξενο που κάποτε μπορέσαμε να χτίσουμε
τα σπίτια τα καλύβια και τις στάνες μας.
Κι οι γάμοι μας, τα δροσερά στεφάνια και τα δάχτυλα
γίνουνται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας.
Πώς γεννήθηκαν πώς δυναμώσανε τα παιδιά μας;

Ο τόπος μας είναι κλειστός. Τον κλείνουν
οι δυο μαύρες Συμπληγάδες. Στα λιμάνια
την Κυριακή σαν κατεβούμε ν’ ανασάνουμε
βλέπουμε να φωτίζουνται στο ηλιόγερμα
σπασμένα ξύλα από ταξίδια που δεν τέλειωσαν
σώματα που δεν ξέρουν πια πώς ν’ αγαπήσουν.

Ποίηση: Παλαμάς / ο τάφος

Στο ταξίδι που σε πάει ο μαύρος καβαλάρης, κοίταξε απ’ το χέρι του τίποτε να μην πάρεις.
Κι αν διψάσεις, μην το πιεις απ’ τον κάτω κόσμοτο νερό της αρνησιάς, φτωχό κομμένο δυόσμο!
Μην το πιεις, κι ολότελα κ’ αιώνια μας ξεχάσεις  βάλε τα σημάδια σου το δρόμο να μη χάσεις.
Μην το πιεις, κι ολότελα κ’ αιώνια μας ξεχάσεις  βάλε τα σημάδια σου το δρόμο να μη χάσεις,
κι όπως είσαι ανάλαφρο, μικρό, σα χελιδόνι, κι άρματα δε σου βροντoύν παλικαριού στη ζώνη,κοίταξε και γέλασε της νύχτας το σουλτάνο, γλίστρησε σιγά κρυφά και πέταξ’ εδώ πάνω,
και στο σπίτι τ’ άραχνο γυρνώντας, ω ακριβέ μας, γίνε αεροφύσημα και γλυκοφίλησέ μας!

Ένα απόσπασμα από το μοιρολόι ”Τάφος” (1898)  του Κωστή Παλαμά για το τετράχρονο γιό του, Άλκη.

Ποίηση: Ελύτης Οδ. / Δελφινοκόριτσο


Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Λίνος Κόκοτος
Πρώτη εκτέλεση: Μιχάλης Βιολάρης

Εκεί στης Ύδρας τ’ ανοιχτά και των Σπετσών
να σου μπροστά μου ένα δελφινοκόριτσο
Μωρέ τού λέω πούν’ το μεσοφόρι σου
έτσι γυμνούλι πας να βρεις τ’ αγόρι σου

Άιντε μωρό μου, ανέβα και κινήσαμε
πέντε φορές τους ουρανούς γυρίσαμε

Αγόρι εγώ δεν έχω, μου αποκρίνεται
Βγήκα μια τσάρκα για να δω τι γίνεται
Δίνει βουτιά στα κύματα και χάνεται
ξανανεβαίνει κι απ’ τη βάρκα πιάνεται

Άιντε μωρό μου…

Θεέ μου, συγχώρεσέ με, σκύβω για να δω
κι ένα φιλί μου δίνει, το παλιόπαιδο
Σα λεμονιά τα στήθη του μυρίζουνε
κι όλα τα μπλε στα μάτια του γυαλίζουνε

Άιντε μωρό μου…