ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΜΕ ΤΟ 10, ΤΟ 100 ,ΤΟ 1000

Διάλεξε το επίπεδο δυσκολίας και βρίσκοντας το σωστό αποτέλεσμα πάνω στον κορμό πέρνα στην απέναντι όχθη.
Προσοχή: το κόμμα είναι η δική μας τελεία
1,900 = 1.900

ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ

Τριώδιο

Τι είναι το Τριώδιο;

Τριώδιο είναι το βιβλίο της Εκκλησιαστικής Ακολουθίας των ύμνων που ψάλλονται από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, μέχρι και του Μ. Σαββάτου.
Με την εμφάνιση και τον βαθμιαίο καταρτισμό του σαρανταήμερου της νηστείας προ του Πάσχα, ακολούθησε και η ανάγκη της δημιουργίας σχετικής ασματικής ποίησης και της συλλογής της σε ένα βιβλίο.
Έτσι δημιουργήθηκε το εκκλησιαστικό βιβλίο Τριώδιο,
το οποίο αρχικά περιείχε τρεις ωδές.
Περιλαμβάνει ιερά ποιήματα από τον 5ο ως τον 15ο αιώνα.
Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη στην ελληνική γλώσσα το 1522 μ.Χ.

Αποκριά: ετυμολογία, διάρκεια, προέλευση

Αποκριά ετυμολογικά σημαίνει μακριά από το κρέας (εκκλησιαστικά).

Είναι η περίοδος προετοιμασίας του ανθρώπου, ψυχικής και σωματικής,
για να βιώσει το Θείο Πάθος και την ανάσταση του Σωτήρα Χριστού.

H αποκριά διαρκεί τρεις εβδομάδες και ξεκινάει 60 μέρες πριν το Πάσχα.
Ονομάζεται Τριώδιο. Η λέξη προέρχεται από το «τρεις ωδές» που σημαίνει
οι τρεις ύμνοι που συνηθίζουμε να λέγε στην εκκλησία.

Ξεκινά την πρώτη Κυριακή, που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του
«Τελώνη και Φαρισαίου».

Τη δεύτερη Κυριακή, που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του «Ασώτου Υιού».
Η τρίτη είναι της «Απόκρεω».

Η τελευταία Κυριακή της αποκριάς είναι η «Τυρινή» (τυροφάγου).

Το τέλος της αποκριάς είναι την αυγή της επόμενης μέρας:
η πρώτη μέρα της Σαρακοστής, που ονομάζεται Καθαρά ∆ευτέρα.

Η λέξη αποκριά γενικά δηλώνει ολόκληρο το χρονικό διάστημα των τριών εβδομάδων του Τριωδίου, πριν αρχίσει η περίοδος νηστείας που οδηγεί στη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα.
Όταν λέμε “ανοίγει το τριώδιο”, εννοούμε ότι αρχίζουν οι αποκριές.

Η πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι αποκριές. Η εβδομάδα αυτή λέγεται και αμόλυτη ή απόλυτη, επειδή τότε οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν στον Πάνω Κόσμο.
Η πρώτη εβδομάδα τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου.

Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή.
Η εβδομάδα αυτή γιορτάζεται με γλέντια και φαγοπότια χωρίς κανένα θρησκευτικό περιορισμό. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα της κρεοφαγίας (από + κρέας) όλης της περιόδου του Τριωδίου.

Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα. Από τη Δευτέρα, μια εβδομάδα πριν την Καθαρή Δευτέρα, άρχιζε η αποχή από το κρέας και επιβαλλόταν η χρήση τυριού και γαλακτερών σαν ενδιάμεση άσκηση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας.

Από την Καθαρή Δευτέρα, αμέσως μετά την Κυριακή της Τυρινής, όλοι οι κανονισμοί της νηστείας επανέρχονται σε ισχύ. Ωστόσο η ελεύθερη χρήση του κρασιού μετατρέπει αυτή τη Δευτέρα σε αποκορύφωμα της αποκριάς.

Από την προτελευταία Κυριακή, την Κυριακή της Απόκρεω, πήρε την ονομασία της ολόκληρη η περίοδος των τριών εβδομάδων (από Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Τυροφάγου) πριν από την Καθαρή Δευτέρα, πρώτη μέρα της Σαρακοστής.
Όλη αυτή η περίοδος ονομάζεται λαϊκά και χωρίς μεγάλη συνέπεια “αποκριά” ή “αποκριές” ή “απόκριες”, δηλαδή μέρες αποχής από το κρέας, σε αντίθεση με τη “Σαρακοστή”, δηλαδή τις σαράντα μέρες νηστείας.

Αποκριά (λαογραφικά)

Η περίοδος αυτή συνδυάζεται με το έθιμο του «Καρνάβαλου» που είναι η θεότητα της Αποκριάς. Είναι έθιμο του γλεντιού, της ψυχαγωγίας, του «μασκαρέματος».

Προέλευση αποκριάς

Η ελληνική αποκριά έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελλάδα.
Συνδέεται µε την λατρεία του Διονύσου, θεού του κρασιού και των εορτασμών.

Ετυμολογία της λέξης: καρναβάλι

Η λέξη καρναβάλι ετυμολογικά προήλθε από τις λατινικές λέξεις:
κάρνε (κρέας) και λεβάρε (αίρω, σηκώνω):
carnem levare που σημαίνει διακοπή της βρώσης κρέατος.
Στα ελληνικά η λέξη αποκριά σημαίνει  αποχή από το κρέας, παύση της κρεοφαγίας.

Η ετυμολογία από το carrus navalis= αμαξίδιο ναυτικό, καρότσι ναυτικό, λόγω του ιερού πλοίου του Διόνυσου, θεωρείται αβάσιμη από τους Έλληνες λαογράφους.

Εκδοχές για την προέλευση του Καρναβαλιού:

Προέρχεται από τις παγανιστικές τελετουργίες των αρχαίων Ελλήνων και τις γιορτές προς τιμή του ∆ιονύσου, θεού του κρασιού και της ευθυμίας.
Από τα Σατουρνάλια ή τα Λουπερκάλια των Ρωμαίων.
Από την μεταφορά των Καλανδώντων Ρωμαίων από την αρχή του έτους στην αρχή της Άνοιξης.
Από τη συγχώνευση εθίμων που υφίστανται από την αρχαιότητα και έχουν σχέση με την αναγέννηση της φύσης.
Γιορτάζονταν και βιώνονταν δυναμικά από το λαό μας. Οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν σε σατύρους ή φορούσαν μάσκες και ξεχύνονταν στους δρόμους και στις γειτονιές με τολμηρές φράσεις και πράξεις.
Η παράδοση του καρναβαλιού εξαπλώθηκε και σε άλλα μέρη του κόσμου μέσω της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου.

Οι παγανιστικές πρακτικές ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες που δεν καταργήθηκαν τελείως . Όταν εμφανίστηκε ο χριστιανισμός, αν και οι άνθρωποι σταμάτησαν να λατρεύουν τους θεούς του Ολύμπου, οι συνήθειες των Ελλήνων να μεταμφιέζονται και να γιορτάζουν στους δρόμους παρέμειναν.

Σε όλες σχεδόν τις περιοχές της πατρίδας μας γιορτάζονταν οι Αποκριές με τον ίδιο τρόπο, με μικρές διαφορές ή παραλλαγές από περιοχή σε περιοχή.

http://www.paidika.gr

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ

Έθιμο για μικρά και μεγάλα παιδιά, ο χαρταετός «προσφέρει» με τις τρελές και απίθανες πτήσεις του μοναδικές στιγμές χαράς. Πώς όμως ξετυλίγεται η… καλούμπα της ιστορίας του;
Όλοι συμφωνούν πως οι χαρταετοί είναι επινόηση των ανατολικών λαών (Κινέζοι, Ιάπωνες κ.λπ.), όμως αν θέλουμε να βρούμε ποιος χρησιμοποίησε τους αετούς σαν πτητικές μηχανές θα πρέπει να γυρίσουμε στον 4ο αιώνα όταν ο φιλόσοφος, μαθηματικός, αστρονόμος και πολιτικός Αρχύτας, από τον Τάραντα της Σικελίας, εφηύρε την πρώτη πτητική μηχανή τη λεγόμενη «περιστερά του Αρχύτα». Ήταν ένα ξύλινο ομοίωμα πουλιού που πετούσε με την επενέργεια του βάρους που ήταν αναρτημένο σε τροχαλία και πεπιεσμένου αέρα που διέφευγε από μία σχισμή.
Οι αετοί της αρχαιότητας και του Μεσαίωνα ήταν κατασκευασμένοι πιθανότατα από πανί, ενώ οι πρώτοι χαρταετοί αναφέρονται το 1450 στη Γερμανία και το 1606 στην Ισπανία, σε ημερολόγιο κληρικού ως παιχνίδι χαράς την ημέρα του Πάσχα.
Το 1749, ο καθηγητής Αστρονομίας Γουίλσον, στη Γλασκώβη, σηκώνει τον πρώτο μετεωρολογικό αετό μαζί με τους μαθητές του και το 1754 ο Βενιαμίν Φραγκλίνος στην Αμερική διαπιστώνει τον ηλεκτρισμό της ατμόσφαιρας με αετό. Ο πρώτος κυψελοειδής τεράστιος αετός για μετεωρολογικές παρατηρήσεις υψώνεται από τον Αυστραλό Χαργκρέιβ το 1880, ενώ το 1909 ένα σύστημα αετών σηκώνει τον πρώτο άνθρωπο στον αέρα.
Λέγεται επίσης, πως για να ρίξουν το πρώτο σχοινί κατασκευάζοντας τη μεγάλη γέφυρα του ποταμού Νιαγάρα χρησιμοποίησαν αετό ενώ πολλοί αετοί κατασκευάστηκαν για στρατιωτικές χρήσεις.

Από τα πλουσιόπαιδα της Ευρώπης, οι χαρταετοί πέρασαν από λιμάνι σε λιμάνι και έφθασαν πρώτα στη Σμύρνη, στη Χίο και στην Κωνσταντινούπολη, για να συνεχίσουν στα Επτάνησα, την Πάτρα, τη Σύρο και έπειτα σε όλη την Ελλάδα.
Ανάλογα με την περιοχή, είχαν και μία ονομασία.

Οι Σμυρνιοί τούς έλεγαν «τσερκένια», οι Κωνσταντινουπολίτες «ουτσουρμάδε»ς, οι Πόντιοι «πουλία», οι Θρακιώτες «πετάκια», οι Επτανήσιοι «φυσούνες». Σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, οι χαρταετοί ονομάζονταν «αστέρια», «ψαλίδες», «φωτοστέφανα» κ.ά.