Η διατροφή και η ενδυμασία των αρχαίων ελλήνων

 

από τη μαθήτρια του τμήματος Α2, Νιανιά Αναστασία

 

Η  ΔΙΑΤΡΟΦΗ  ΚΑΙ Η ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Η διατροφή

«Οι τροφές των αρχαίων», γράφει ο Σαρλ Πικάρ στο βιβλίο του με θέμα τη ζωή στην κλασική Ελλάδα, «σκοπό είχαν να ερεθίσουν και όχι να βαρύνουν το στομάχι, γι’ αυτό άλλωστε ήταν πλούσιες σε καρυκεύματα και αρωματικά βότανα».

Γεγονός είναι ότι στα συμπόσια των αρχαίων τα τραπέζια ήταν βαρυφορτωμένα και το κρασί έρρεε άφθονο, νερωμένο με γλυκό ή θαλασσινό νερό και αρωματισμένο με δενδρολίβανο ή μέλι.
Την εποχή του Περικλή (5ος αιώνας π.Χ.), οι καλεσμένοι σ’ ένα πλούσιο δείπνο θα απολάμβαναν ένα ενδιαφέρον και χορταστικό μενού: λαγό μαγειρεμένο με μέντα και θυμάρι, ψητές τσίχλες ή σπίνους διατηρημένους σε ευωδιαστό λάδι, αρνάκι ή γουρουνόπουλο σούβλας ποτισμένο με «θυλήματα» (χοντροαλεσμένο αλεύρι ραντισμένο με κρασί και λάδι, με το οποίο έσβηναν το κρέας καθώς ψηνόταν), γλυκίσματα από ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι πασπαλισμένα με μελωμένο κρασί και σουσάμι, αλμυρά τσουρέκια, ψητά ορτύκια, τυρί της Αχαΐας, σύκα και μέλι της Αττικής, κρασί από τη Χίο και τη Λέσβο, σταφύλια από τη Μένδη της Παλλήνης, χέλια και ψάρια από τη λίμνη Κωπαΐδα, θαλασσινά από την Εύβοια, κριθαρένιο ψωμί από την Πύλο, βραστούς βολβούς, που ευνοούν τη σεξουαλική διάθεση, ραπανάκια για να περνά η μέθη και, βέβαια, τις πίτες της Αθήνας, καύχημα της πόλης, παραγεμισμένες με τυρί, μέλι και διάφορα καρυκεύματα
Μπορεί οι Αθηναίοι να ήταν καλοφαγάδες, ήταν όμως κατά κανόνα λιτοδίαιτοι.
Όπως το διατύπωναν τότε, ήταν «μικροτράπεζοι» και «φυλλοτρώγες», γι’ αυτό και υπήρχε η έκφραση «Αττικηρώς ζην».

Ο Αθηναίος, πριν βγει από το σπίτι του με το πρώτο φως της αυγής, έτρωγε κάτι λιτό, το «ακράτισμα» που ήταν συνήθως λίγο κριθαρένιο ψωμί βουτηγμένο σε ανέρωτο κρασί, το λεγόμενο άκρατο οίνο. Μερικές φορές στο πρώτο αυτό γεύμα πρόσθεταν ελιές και σύκα. Πιο συχνά, όμως, το πρωινό ήταν απλά μια κούπα από «κυκεώνα», δηλαδή ένα ρόφημα από βρασμένο κριθάρι αρωματισμένο με μέντα ή θυμάρι, για το οποίο οι αρχαίοι πίστευαν ότι έχει θεραπευτικές ιδιότητες.
Κατά τη διάρκεια της μέρας, έπαιρναν ακόμα τρία γεύματα: το άριστον (μεσημεριανό), το δειλινό και το δείπνο.
Το κύριο γεύμα, το δείπνο, το έπαιρναν στο τέλος της μέρας ή αφού είχε ήδη νυχτώσει. Ήταν πλούσιο και πολλές φορές τελείωνε με τραγήματα (επιδόρπια), φρούτα φρέσκα ή ξηρά, κυρίως σύκα, καρύδια, σταφύλια ή γλυκά με μέλι.

Τα εδέσματα          
Οι αρχαίοι έτρωγαν συχνά κρέας, ιδιαίτερα χοιρινό αλλά και μοσχαρίσιο, μαγειρεμένο με αρκετούς τρόπους και σπανιότερα κατσίκι και αρνί.
Μεγάλο γαστρονομικό ενδιαφέρον έδειχναν για το κυνήγι (τσίχλες, ορτύκια, ελάφια). Τέλος, για να είναι μαλακά τα κρέατα, φρόντιζαν να τα μαρινάρουν πριν από το ψήσιμο με χορταρικά.

Με το ψάρι ίσχυε ότι και στις μέρες μας.
Οι Αθηναίοι είχαν μεγάλη αδυναμία στα θαλασσινά και στα όστρακα. Οι τσιπούρες και τα μπαρμπούνια στόλιζαν συχνά τα τραπέζια των πλουσίων, ενώ οι σαρδέλες του Φαλήρου ήταν το συνηθισμένο πιάτο των φτωχότερων.
Η τιμή της σαρδέλας, μάλιστα, λειτουργούσε ως βαρόμετρο για την αγορά τροφίμων της Αθήνας.
Μεγάλη ζήτηση είχαν και τα παστά ψάρια από τον Ελλήσποντο και τον Εύξεινο Πόντο, και φυσικά τα φημισμένα χέλια της Κωπαΐδας, που ήταν πανάκριβος μεζές αφού το καθένα απ’ αυτά στοίχιζε όσο ένα γουρουνόπουλο

Οι σαλάτες τους γίνονταν πάντα από υλικά που είχαν θεραπευτικές ιδιότητες και τα οποία ποτέ δεν έβραζαν για να μη χάσουν τις βιταμίνες τους. Οι αρχαίοι συνήθιζαν να παίρνουν λάδι για τις σαλάτες τους από άγουρες ελιές.
Φημισμένα ήταν τα λάδια της Σάμου και της Ικαρίας.

Τους άρεσαν επίσης τα αλλαντικά και τα όσπρια.
Έτρωγαν φασόλια, φακές, ρεβίθια (ψημένα), μπιζέλια και κουκιά σε πουρέ.
Φυσικά, τα σκόρδα και τα κρεμμύδια περιλαμβάνονταν στο καθημερινό μενού.
Εκλεκτό έδεσμα για τους αρχαίους ήταν τα σαλιγκάρια, τα οποία οι Κρητικοί έτρωγαν από την εποχή του Μίνωα.
Τα λαχανικά, τέλος, είχαν μεγάλη ζήτηση.
Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία του επαινεί, διά στόματος Σωκράτη, τη φυτοφαγική και τη φυσική εν γένει δίαιτα. Πολλά σπίτια φρόντιζαν να έχουν κηπάρια, στα οποία καλλιεργούσαν, μαζί με τα όσπρια, βολβούς, μαρούλια, αρακά, αγκινάρες, βλίτα, σέλινο, άνηθο και δυόσμο. Άλλα χορταρικά, όπως τα μανιτάρια, το μάραθο, τα σπαράγγια, ακόμα και τις τρυφερές τσουκνίδες, τα αναζητούσαν στις ακροποταμιές και στα χωράφια. Από τα πιο αγαπημένα προϊόντα των αρχαίων ήταν τα αγγούρια και τα σύκα.

 

Η ενδυμασία

Η επικράτηση συγκεκριμένων κανόνων στην εμφάνιση ανδρών και γυναικών κατά την αρχαιότητα δεν μπορεί να ερμηνευτεί χωρίς αναφορές στις αισθητικές αντιλήψεις αλλά και στις πολιτικές και κοινωνικές επιδιώξεις της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας. Οι νομοθεσίες του Σόλωνα στην Αθήνα και του Λυκούργου στην Σπάρτη περιόριζαν σημαντικά την πολυτέλεια και την επίδειξη, προβάλλοντας το ιδανικό της λιτότητας και του μέτρου. Και σε άλλες πόλεις υπήρχε ανάλογη νομοθεσία.

Βασικό ανδρικό ένδυμα των αρχαίων Ελλήνων ήταν ο χιτώνας, ο οποίος ήταν ένα μονοκόμματο πουκάμισο, φορεμένο κατάσαρκα, με ζώνη στην μέση. Ο καθημερινός χιτώνας έφτανε συνήθως μέχρι το γόνατο, ενώ ο επίσημος ήταν μακρύτερος. Για να προφυλάγονται από το κρύο, στα ομηρικά χρόνια φορούσαν ένα μάλλινο ένδυμα, την χλαίνα, που τύλιγε το σώμα. Αργότερα ονομάσθηκε ιμάτιο. Υπήρχε επίσης και η χλαμύδα, που στηριζόταν με μία πόρπη στον ώμο και, σε αντίθεση με το ιμάτιο, κυμάτιζε ελεύθερα.

Κύριο γυναικείο ένδυμα των αρχαίων Ελληνίδων, από τα ομηρικά χρόνια έως τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα, ήταν ο πέπλος, ο οποίος στερεωνόταν  στον ώμο με περόνες και έφερε στην μέση ζώνη. Από τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα καθιερώθηκε ο λινός (ιωνικός) χιτώνας και το ιμάτιο, που ήταν περίπου τα αντίστοιχα ανδρικά ενδύματα. Εξακολουθούσαν όμως να φορούν και πέπλο, κυρίως οι Σπαρτιάτισσες.

Τα υλικά κατασκευής των υφασμάτων, που συνήθως τα ύφαιναν οι γυναίκες μόνες τους, ήταν το λινάρι και το μαλλί.

Από καπέλα, ανδρικά ήταν ο πέτασος (πλατύγυρο), η κυνή (δερμάτινος σκούφος) και ο πίλος (κωνικό καπέλο), ενώ γυναικεία ήταν η θολία (πλατύγυρο).

Ανδρικά υποδήματα ήταν τα σανδάλια (με σόλα και λουριά), και οι εμβάδες (υποδήματα σαν μπότες). Τα γυναικεία ήσαν κομψά και ποικίλα, όπως περσικά, λακωνικά, κ.ά. Οι ηθοποιοί φορούσαν κοθόρνους.

 

Συμπληρώματα της γυναικείας αμφίεσης ήσαν τα κοσμήματα, τα ενώτια (σκουλαρίκια), τα περιδέραια, τα βραχιόλια, τα οποία τα τοποθετούσαν σε ειδικά κουτιά, τις πυξίδες, ενώ απαραίτητο αξεσουάρ ήταν και το ριπίδιο (βεντάλια).

 

Νιανιά Αναστασία, Α2      

                                    

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση