ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕ ΑΥΤΙΣΜΟ
Είναι γεγονός ότι η ενσωμάτωση και ένταξη στο σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και στο κοινωνικό πλαίσιο των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές και άλλου τύπου ανάγκες συνιστά ακόμη ένα απαιτητικό και πραγματικά δύσκολο εγχείρημα για τα σημερινά κοινωνικά συστήματα και τις οργανωμένες πολιτείες.
Αποτελεί σύνηθες φαινόμενο η αντίσταση στην αποδοχή της διαφορετικότητας και μάλιστα με τρόπο που, λόγω έλλειψης ενημέρωσης, υποδηλώνει έλλειψη ευαισθησίας και υποστήριξης προς συνανθρώπους μας.
Σκοπός της εργασίας αυτής είναι, όσο αυτό γίνεται από ένα δάσκαλο γενικής αγωγής, η προσπάθεια ενημέρωσης για μαθητές στο φάσμα του αυτισμού.
Η εργασία είναι αφιερωμένη στο Βαγγέλη, μαθητή του Σχολείου μας εδώ και δύο χρόνια. Ο Βαγγέλης, ξέρετε, είναι αυτιστικός ( Σύνδρομο Asperger ) και βιώνει την έλλειψη υποστήριξης και ευαισθησίας επειδή είναι διαφορετικός. Εμείς που ασχολούμαστε μαζί του τον ευχαριστούμε που, ξαφνικά, εμφανίστηκε στην καθημερινή εκπαιδευτική μας ρουτίνα και μας επέτρεψε να περπατήσουμε σε μονοπάτια που ίσως δεν θα είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε, θα τολμήσω να πω, κάνοντας μας καλύτερους σε πολλούς τομείς. Νομίζω ότι αφού μπορέσαμε και αλλάξαμε εμείς, μπορείτε να αλλάξετε κι εσείς όλοι, εκεί έξω, που βλέπετε τον Βαγγέλη μας σαν τον Κουασιμόδο, αρκεί απλώς να ενημερωθείτε και να προσπαθήσετε να αλλάξετε τον τρόπο ( στερεότυπα ) που βλέπετε αυτά τα παιδιά.
Ο αυτισμός είναι μια διάχυτη διαταραχή της ανάπτυξης που εμφανίζεται από την πρώιμη παιδική ηλικία και επηρεάζει βαθιά την αντίληψη του ατόμου για τον εαυτό του και τον κόσμο, τον τρόπο μάθησης και προσαρμογής του στις καταστάσεις της καθημερινής ζωής και τυπικά διαρκεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ( Collia-Faherty, 1999 ). Ο αυτισμός προσδιορίστηκε πρώτη φορά το 1943 από τον Leo Kanner ενώ την ίδια περίοδο, o Hans Asperger, περιέγραψε μία ηπιότερη μορφή της διαταραχής που είναι γνωστή ως το Σύνδρομο Asperger ( Happe, 1994 ). Η (Wing 1996 ) εισήγαγε τον όρο φάσμα του αυτισμού και θεωρεί ότι βασική διαταραχή στον αυτισμό είναι η κοινωνική δυσκολία που εμφανίζεται ανεξάρτητα από το νοητικό δυναμικό του ατόμου.
Τα διαγνωστικά κριτήρια της Wing αναφέρονται ως η τριάδα των διαταραχών της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, δηλαδή, η διαταραχή των κοινωνικών σχέσεων, της κοινωνικής επικοινωνίας και της κοινωνικής κατανόησης και φαντασίας. Στη μια άκρη του φάσματος βρίσκεται η τυπική μορφή του αυτισμού Σύνδρομο Kanner και στην άλλη τα άτομα με αυτισμό υψηλής λειτουργικότητας καθώς και το Σύνδρομο Asperger που εμφανίζουν την τριάδα των διαταραχών του αυτισμού αλλά έχουν ομαλή γλωσσική ανάπτυξη και φυσιολογικό γνωστικό επίπεδο ( Mesibov, Shea&Adams, 2001 ) και ενδιάμεσα τοποθετούνται οι άλλες μορφές του αυτισμού ( Frith, 2004 ).
Ο αυτισμός οφείλεται σε αργανικά και όχι σε ψυχογενή αίτια ( Rutter,2000 ). Συναντάται 3 με 4 φορές πιο συχνά στα αγόρια, παρουσιάζεται σε όλο τον κόσμο και προσβάλλει άτομα κάθε κοινωνικού-οικονομικού επιπέδου και πολιτιστικού περιβάλλοντος ( Wing, 2000 ). Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι το ποσοστό των ατόμων με διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού ανέρχεται σε 40-60/10.000 (Chakrabarti,Fombonne,2000).
Τα άτομα στο φάσμα του αυτισμού παρουσιάζουν δυσκολίες στην κοινωνική κατανόηση, την κοινωνική συναλλαγή και στη συναισθηματική αμοιβαιότητα. Ειδικότερα τα παιδιά με αυτισμό δεν γνωρίζουν πώς να χρησιμοποιήσουν την βλεμματική επαφή, τις χειρονομίες, τις εκφράσεις προσώπου και τη στάση του σώματος για να επικοινωνήσουν με άτομα του περιβάλλοντός τους ( Wing,2000).
Τα άτομα με αυτιστική διαταραχή παρουσιάζουν καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου, απουσία επιθυμίας για επικοινωνία και αδυναμία της πραγματολογικής διάστασης του λόγου ( Jordan,Powell,1995).
Αναφέρεται ότι το 50% δεν αποκτούν ποτέ λειτουργικό λόγο, ο λόγος είναι ηχολαλικός και στερεοτυπικός.
Ακόμη και όταν απουσιάζει, δεν χρησιμοποιούνται μη λεκτικοί τρόποι επικοινωνίας ( Quill, 1995).
Τα αυτιστικά άτομα έχουν μια έντονη προσκόλληση (εμμονή) σε κάποια θέματα ή αντικείμενα ανεξάρτητα από το γνωστικό τους επίπεδο κι έχουν την τάση να ακολουθούν ρουτίνες, να αναπτύσσουν στερεοτυπικές συμπεριφορές σε μια προσπάθεια κατανόησης της σχέσης αιτίας-αποτελέσματος και διατήρησης μιας σταθερότητας σε ένα περιβάλλον που διαρκώς αλλάζει ( Howlin,1999).
Το άτομο αδυνατεί να αποδώσει ιδιαίτερο νόημα σε ότι αντιλαμβάνεται. Η ανάπτυξη της φαντασίας κωλύεται και η συμβολική λειτουργία περιορίζεται ( Peeters,2000).
Το κύριο πρόβλημα των παιδιών με αυτισμό είναι η αδυναμία τους να συνενώσουν σε ολοκληρωμένα σύνολα κάθε είδους πληροφορία ( Frith,1999).
Η αντίληψη, η μνήμη, η προσοχή, η σκέψη, οι ιδέες και οι άλλες νοητικές ικανότητες διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στη διαδικασία της επεξεργασίας των πληροφοριών και ως ένα βαθμό καθορίζουν το είδος, την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των γνωστικών λειτουργιών των παιδιών με αυτισμό ( Peeters,2000) καθώς τα παιδιά με αυτισμό παρουσιάζουν δυσκολία στο να διακρίνουν το κύριο από το δευτερεύον, το σημαντικό από το ασήμαντο σε κάθε κοινωνική ή γνωστική περίσταση ( Peeters,2000). Ο τρόπος σκέψης αυτών των παιδιών είναι πολύ συγκεκριμένος και ανελαστικός ( Collia-Faherty, 1999) και η δυσχέρεια τους να μεταφέρουν γνώσεις και δεξιότητες σε νέες συνθήκες αποτελεί μια βασική αδυναμία για την εκτέλεση ενός γνωστικού έργου ( Jordan,Powell,2000).
Η άκαμπτη , κυριολεκτική και μη ευέλικτη σκέψη των ατόμων με αυτισμό είναι αποτέλεσμα δυσλειτουργίας της αλληλεπίδρασης τεσσάρων βασικών παραγόντων: της πρόσληψης των ερεθισμάτων, της κατηγοριοποίησης-επεξεργασίας τους, της αποθήκευσής τους και της ανάκλησής τους υπό μορφή πληροφοριών ( Jordan,Powell,2000). Αποτέλεσμα των παραπάνω δυσκολιών είναι η χαμηλή ικανότητα να αλλάξουν ρουτίνες και συμπεριφορές, η ανάπτυξη εμμονών και η εμφάνιση μη επιθυμητών συμπεριφορών σε μεταβολές των στερεοτυπικών δραστηριοτήτων τους ( Frith,1999).
Διαθέτουν σχετικά αδύναμη αυτοβιογραφική μνήμη, καλή σημασιολογική μνήμη, εξαιρετική επαναληπτική μνήμη ( Jordan,Powell,2001). Η οπτική τους μνήμη, επίσης είναι πάρα πολύ καλή, σε αντίθεση με την ακουστική που λειτουργεί βοηθητικά. Όταν οι πληροφορίες παρουσιάζονται οπτικά με εικόνες και λέξεις, αποδίδουν καλύτερα, διότι είναι άτομα με εξαιρετικές ικανότητες ( Peeters,Wing,2000).
Ένα βασικό χαρακτηριστικό των παιδιών με αυτισμό είναι η μεγάλη ανομοιογένεια στα επίπεδα των ικανοτήτων σε διαφορετικές περιοχής ανάπτυξης ( Rutter,1998-Wing,1996), γνωστές ως νησίδες δεξιοτήτων. Μπορεί να έχουν ιδιαίτερα αναπτυγμένες ικανότητες σε κάποιους τομείς ( μαθηματικά, ανάγνωση, απομνημόνευση, συναρμολόγηση, χρήση υπολογιστών), οι οποίες εδραιώνονται ως αγαπημένες ρουτίνες της καθημερινής τους ζωής (Hermelin & O’ Connor, 1991). Πρακτικά τα παραπάνω σημαίνουν, ότι πριν διδάξουμε σε παιδιά με αυτισμό, πρέπει να κατανοήσουμε πως μαθαίνουν ( Jordan,Powell,2001).
Τα άτομα με αυτισμό έχουν έναν ιδιαίτερο τρόπο αντίληψης και κατανόησης των ανθρώπων και του περιβάλλοντος, λόγω των παρατηρούμενων εκπτώσεων στις αμοιβαίες κοινωνικές συναλλαγές .
Ο ρόλος του εκπαιδευτικού δεν είναι να αλλάξει το άτομο και τον τρόπο σκέψης αλλά να το βοηθήσει να αντιμετωπίζει τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος σε σχέση με τις ανάγκες του και τις υπάρχουσες δεξιότητες.
Η πολυπλοκότητα των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών δημιουργεί επιτακτική την ανάγκη για διεπιστημονική, πολύπλευρη στήριξη και την εξατομικευμένη προσέγγιση των μαθητών από εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής.
Η κατάλληλη δόμηση των χώρων διδασκαλίας και αυτοεξυπηρέτησης καθώς και του περιβάλλοντος φυσικού χώρου συμβάλλουν σημαντικά στην αποτελεσματικότητα των παρεχόμενων προγραμμάτων εκπαίδευσης.
« Βαγγέλη τα καταφέραμε ! »
ΣΧΟΛΙΑ