Ο ρόλος των γονέων στη διαμόρφωση της ταυτότητας του παιδιού

Ο καθένας από τους δύο γονείς παίζει σημαντικό και διαφορετικό ρόλο στην διαμόρφωση της ταυτότητας του παιδιού. Το φύλο του γονέα του προσδίδει και διαφορετικό ρόλο. Ως προς την σεξουαλική μας ταυτότητα ο γονέας του ίδιου φύλου είναι αυτός που θα παίξει σημαντικό ρόλο ενώ ως προς την σεξουαλική μας διαφοροποίηση ο γονέας του αντίθετου φύλου παίζει καθοριστικό ρόλο. Το παιδί βλέπει τον εαυτό του στον γονέα του ίδιου φύλου, αυτόν θα μιμηθεί και θα έχει σαν πρότυπο διαμορφώνοντας έτσι την σεξουαλική του ταυτότητα.

Τι γίνεται όμως εάν ο γονέας του ίδιου φύλου είναι απορριπτικός ή απών;

Τότε η εικόνα που εισπράττει το παιδί δεν είναι θετική, επομένως το γεγονός ότι είναι άντρας ή γυναίκα δεν του αντλεί ικανοποίηση. Η έλλειψη επιβεβαίωσης από τον γονέα του ίδιου φύλου ή έστω από άλλη μητρική ή πατρική φιγούρα θα οδηγήσει το παιδί να ντρέπεται για τον εαυτό του ή ακόμα και να τον μισεί. Το καθρέφτισμα που κάνει ο γονέας του ίδιου φύλου είναι σημαντικό για την αυτοεκτίμηση του παιδιού. Επομένως η ουσιαστικότερη βάση του παιδιού, η αγάπη για τον εαυτό γίνεται μέσα από το καθρέφτισμα. Και πράγματι είναι πολύ όμορφη η εικόνα της μητέρας να χτενίζει και να φτιάχνει τα μαλλιά της κόρης της που πολλές φορές συνοδεύεται και από το αντίστροφο, εκείνη την στιγμή η μητέρα θαυμάζει την κόρη της και η κόρη καμαρώνει που είναι γυναίκα σαν την μαμά! Αντίστοιχα υπάρχουν και κοινά βιώματα για τον πατέρα με τον γιό, που σαν δύο άντρες παλεύουν και παίζουν αγορίστικα παιχνίδια, επομένως ποιός μπορεί να πει ότι ο μπαμπάς δεν παίζει σημαντικό ρόλο; Πολλές φορές η παρουσία του ενός γονέα μπορεί να είναι αδύνατη λόγω διαζυγίου ή απώλειας, αυτό δεν σημαίνει ότι και μία άλλη μητρική ή πατρική φιγούρα δεν είναι σημαντική. Θα ήταν πολύ περιοριστικό και μη ρεαλιστικό να λέγαμε ότι μόνο οι φυσικοί γονείς μπορούν να ικανοποιήσουν τις ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού πολλές φορές γιαγιάδες και παππούδες αναλαμβάνουν αυτόν τον ρόλο καθώς οι γονείς δουλεύουν πολλές ώρες. Ουσιαστικά για να ικανοποιήσει το παιδί την ανάγκη της ταύτισης θα πρέπει να βρίσκεται σε επαφή με την αντρική και την γυναικεία φιγούρα.

Ο γονέας του αντίθετου φύλου είναι αυτός που βοηθάει το παιδί να συνειδητοποιήσει την διαφορά των δύο φύλων και άρα και την διαφοροποίησή του από το αντίθετο φύλο.  Οι ερωτικές φαντασιώσεις και ή ιδιαίτερα ερωτική σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ γιου και μητέρας και κόρης με πατέρα στα 3 με 4 χρόνια του παιδιού είναι το γνωστό Οιδιπόδειο και αντίστοιχα σύμπλεγμα της Ηλέκτρας. Tα συμπλέγματα αυτά είναι μια φυσιολογική αναπτυξιακή εξέλιξη, αρκεί να υπάρξει και η λύση του. Στις οικογένειες που παραδοσιακά ο πατέρας είναι απών και η μητέρα σπίτι τα αγόρια απασχολούνται από μια πληγή στην ταυτότητά τους λόγω απουσίας αντρικού προτύπου ενώ οι σχέσεις με τις γυναίκες είναι πιο εύκολες λόγω της σταθερής παρουσία της μητέρας. Ενώ για τα κορίτσια είναι διαφορετικά, ο άντρας δεν υπήρξε σταθερά στη ζωή τους και η αναζήτηση ενός άντρα που θα είναι εκεί γι αυτές είναι σημαντική, ενώ η σχέση με τις φίλες είναι πιο εύκολη και δεδομένη.

Η συνειδητοποίηση του φύλου από το παιδί είναι ένα δεύτερο σημαντικό στάδιο μετά από την διαχωρισμό του από την μητέρα στην βρεφική ηλικία. Η συνειδητοποίηση του φύλου του μειώνει την παντοδυναμία και του δημιουργεί την ανάγκη της ταύτισης με το ίδιο φύλο και την υπεράσπισής του. Η σωστή διαφοροποίηση θα βοηθήσει το άτομο να εκτιμήσει τις ομοιότητες και τις διαφορές των δυο φύλων και θα τον οδηγήσει στην αναζήτηση της πληρότητας μέσα από την σχέση του με το άλλο φύλο μέσω του έρωτα.

Έλενα Λεβεντάκη
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

Μαθησιακές δυσκολίες

Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μια ανομοιογενή ομάδα διαταραχών οι οποίες εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην πρόσκτηση και χρήση ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων.

Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και αποδίδονται σε δυσλειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος και μπορεί να υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Προβλήματα σε συμπεριφορές αυτοελέγχου, κοινωνικής αντίληψης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης μπορεί να συνυπάρχουν με τις μαθησιακές δυσκολίες, αλλά δεν συνιστούν από μόνα τους μαθησιακές δυσκολίες.

Αν και οι μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να εμφανίζονται μαζί με άλλες καταστάσεις μειονεξίας (πχ. αισθητηριακή βλάβη, νοητική καθυστέρηση, σοβαρή συναισθηματική διαταραχή) ή με εξωτερικές επιδράσεις, όπως οι πολιτισμικές διαφορές, η ανεπαρκής ή ακατάλληλη διδασκαλία, δεν είναι το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων ή επιδράσεων”(Hammill, 1990).

Γενικότερα, ο όρος “Μαθησιακή Δυσκολία” δεν είναι διάγνωση με την ίδια έννοια, όπως θα λέγαμε “ανεμοβλογιά” ή “παραμαγούλες”. Οι δυο αυτές νόσοι υποδηλώνουν μια μοναδική γνωστή αιτία με προβλέψιμο αριθμό συμπτωμάτων. Αντίθετα, Μαθησιακές Δυσκολίες είναι ένας ευρύς όρος, ο οποίος καλύπτει πολλές πιθανές αιτίες, συμπτώματα, θεραπείες και αποτελέσματα.

Μερικοί άνθρωποι μπορεί να έχουν ένα μοναδικό, ξεχωριστό μαθησιακό πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει λίγο τη ζωή τους, ενώ άλλοι παρουσιάζουν διάφορες Μαθησιακές Δυσκολίες που αλληλοεπικαλύπτονται. Αυτό συμβαίνει μερικώς, επειδή οι δυσκολίες αυτές μπορούν να παρουσιασθούν με πάρα πολλές μορφές και έτσι είναι δύσκολο να γίνει η διάγνωση ή να εντοπισθούν ακριβώς οι αιτίες.

Κατηγορίες μαθησιακών δυσκολιών

Το εύρος των μαθησιακών δυσκολιών είναι πολυποίκιλο. Μια απλή κατηγοριοποίηση των διάφορων τύπων μαθησιακών δυσκολιών καταλήγει σε τέσσερις βασικές κατηγορίες. Πιο συγκεκριμένα, οι μαθησιακές δυσκολίες χωρίζονται σε:

  1. Δυσκολίες λόγου και ομιλίας. Πρόκειται για δυσκολίες στην παραγωγή και κατανόηση του προφορικού λόγου. Τέτοιες μπορεί να αφορούν την παραγωγή ήχων (άρθρωση), τη μετατροπή ιδεών σε λόγο (έκφραση) ή τη κατανόηση των λεγομένων του συνομιλητή.
  2. Δυσκολίες γραπτού λόγου. Οι δυσκολίες αυτές μπορεί να αφορούν σε προβλήματα στην αποκωδικοποίηση του γραπτού λόγου, προβλήματα ορθογραφίας και γενικότερα προβλήματα στην παραγωγή γραπτού λόγου. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η περισσότερο γνωστή περίπτωση της δυσλεξίας (συχνά αναφέρεται και ως ειδική μαθησιακή δυσκολία).
  3. Δυσκολίες μαθηματικού λόγου. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν δυσκολίες που στην αναγνώριση αριθμών και μαθηματικών συμβόλων, στην απομνημόνευση της προπαίδειας, στην κατανόηση αφηρημένων μαθηματικών εννοιών και στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων. Όπως και στην περίπτωση της προηγούμενης κατηγορίας (δυσκολίες γραπτού λόγου), πρόκειται για μορφές μαθησιακής δυσκολίας που, για προφανείς μάλλον λόγους, τις περισσότερες φορές ανιχνεύονται μετά την ένταξη του ατόμου στην εκπαιδευτική διαδικασία.
  4. Άλλες δυσκολίες. Σε αυτή τη κατηγορία εντάσσονται δυσκολίες οι οποίες επηρεάζουν σαφώς τη διαδικασία της μάθησης και μπορούν να ενταχθούν κάτω από τον όρο “μαθησιακές δυσκολίες”, χωρίς να εμπίπτουν σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες. Τέτοιες είναι οι οπτικο-κινητικές διαταραχές.
    H διάγνωση των μαθησιακών δυσκολιών, της ΔΕΠ-Υ, της χαρισματικότητας κλπ. Γίνεται στα ΚΕΔΔΥ (Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης Διάγνωσης και Υποστήριξης Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών) και σε Ιατροπαιδαγωγικά Κέντρα.

Τι μπορεί να κάνει ο ψυχολόγος

Οι Μαθησιακές Διαταραχές επηρεάζουν όλες τις πτυχές της ζωής ενός παιδιού ή ενός εφήβου. Η πηγή των δυσκολιών που αντιμετωπίζει το άτομο στις δεξιότητες της ανάγνωσης, της γραφής και της κατανόησης των μαθηματικών μπορεί να ενοχοποιηθεί και για άλλα συνοδά προβλήματα, όπως η προβληματική επικοινωνία με τους συνομηλίκους και την οικογένεια, οι χαμηλές επιδόσεις σε σπορ και αθλητικές δραστηριότητες και οι ανεπαρκώς ανεπτυγμένες δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης, όπως το να ντύνεται μόνος του, να κουμπώνει τα ρούχα του, να δένει τα κορδόνια του, να κόβει το φαγητό του κ.ά.

Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, οι αποτυχίες στο σχολείο έρχονται να επισφραγίσουν την χαμηλή αυτοεικόνα και αυτοσυναίσθημα του ατόμου. Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν Μαθησιακές Διαταραχές συχνά αισθάνονται ότι έχουν ελάχιστο ή καθόλου έλεγχο στη ζωή τους, καθώς όλες οι μέχρι τώρα εμπειρίες τους προκαλούσαν μεγάλο άγχος και αισθήματα αποτυχίας, με αποτέλεσμα να μειώνεται σημαντικά τόσο το κίνητρό τους για προσπάθεια όσο και η πεποίθησή τους ότι μπορούν να τα καταφέρουν.

Ως συνέπεια των παραπάνω, συχνά τα παιδιά αυτά κάνουν απεγνωσμένες προσπάθειες να αναπτύξουν το αίσθημα του ελέγχου, αλλά οι προσπάθειες αυτές είναι καταδικασμένες σε αποτυχία, γιατί δοκιμάζουν με λάθος τρόπους να αυξήσουν το αίσθημα ελέγχου. Έτσι, μπορεί να παρουσιάσουν ιδιαίτερα αυξημένα επίπεδα άγχους ή καταθλιπτικής διάθεσης ή ακόμα μπορεί να υιοθετήσουν προβληματικές συμπεριφορές. Ανεξάρτητα από την θεραπευτική προσέγγιση είναι εξέχουσας σημασίας να φροντίσει ο ειδικός, ώστε να υπάρξουν για το παιδί αρκετές ευκαιρίες να βιώσει συναισθήματα ελέγχου, αυτοαξίας, και αυτοαποτελεσματικότητας. Η επίτευξη ενός στόχου θα πρέπει να χωρίζεται σε μικρότερα βήματα και να παρέχεται ενίσχυση για κάθε επίτευγμα του παιδιού. Έτσι, λοιπόν, αναμένεται ότι το κίνητρο για ενασχόληση με το έργο, η εστίαση της προσοχής και η συγκέντρωση θα αυξηθούν, ενώ παράλληλα η διάσπαση της προσοχής και τα αισθήματα αγανάκτησης, άγχους και απογοήτευσης θα μειωθούν σημαντικά.

Από τα παραπάνω γίνεται σαφές πως η ψυχολογική στήριξη του παιδιού ή του εφήβου που έχει Μαθησιακές Διαταραχές κρίνεται απαραίτητη, καθώς η αξιολόγηση μόνο ως προς τις επιδόσεις στην γραφή, την ανάγνωση ή τα μαθηματικά και η αντιμετώπιση των σχετικών δυσκολιών δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής. Το άτομο που παρουσιάζει μαθησιακές διαταραχές, ιδιαίτερα αν διανύει την παιδική ηλικία ή την εφηβεία, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα κληθεί να αντιμετωπίσει θέματα όπως η αποδιοργάνωση, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η συναισθηματική αστάθεια και οι προβληματικές διαπροσωπικές σχέσεις με ενηλίκους (γονείς και εκπαιδευτικούς), αλλά και συνομηλίκους (φίλους, συμμαθητές).

Είναι σημαντικό, λοιπόν, να διερευνηθούν όλοι οι τομείς αυτοί που σχετίζονται με τις σκέψεις, τις αντιλήψεις, τις προσδοκίες, τα «πιστεύω» και τα συναισθήματα που αναπτύσσουν τα άτομα σε ότι αφορά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν εξαιτίας της διαταραχής τους. Κανένα ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα δεν μπορεί από μόνο του να ανταποκριθεί πλήρως και επαρκώς στις ανάγκες αυτών των παιδιών αν ταυτόχρονα ο ειδικός δεν βρίσκεται κοντά τους και δεν γνωρίζει πώς αισθάνονται, τι είδους σκέψεις διατηρούν για τον εαυτό τους και την αυτοαξία τους, ποιες πεποιθήσεις έχουν για τους σημαντικούς άλλους και πώς βιώνουν τις δυσκολίες τους. Όντας σε επαφή με τις σκέψεις και τα συναισθήματα του παιδιού και γνωρίζοντας τον αντίκτυπο που έχει η διαταραχή στην καθημερινότητά του, ο ειδικός μπορεί να φροντίσει να το διδάξει τεχνικές και δεξιότητες, για να αυξήσει το αίσθημα αυτοεκτίμησης και την αυτοπεποίθησή του, ώστε να ενεργοποιηθεί και να ενισχυθεί το κίνητρο για προσπάθεια και αλλαγή. Παράλληλα, μπορεί να επικεντρωθεί και στην βελτίωση των κοινωνικών δεξιοτήτων του παιδιού, έτσι ώστε να εξαλειφθούν τα προβλήματα αλληλεπίδρασης και κοινωνικής συνδιαλλαγής με τους συνομηλίκους.

Είναι σημαντικό να μην υποτιμηθεί η σημασία της συναισθηματικής κατάστασης του ατόμου και να ανταποκριθεί η θεραπεία και στις ανάγκες για ψυχολογική υποστήριξη, γιατί ειδάλλως η αποτελεσματικότητα οποιασδήποτε άλλης μορφής παρέμβασης θα είναι μάλλον καταδικασμένη σε χαμηλά επίπεδα.

Έλενα Λεβεντάκη
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

Το μεγάλωμα του παιδιού- Οδηγός επιβίωσης

ο μεγάλωμα του παιδιού είναι μια πραγματικά δύσκολη υπόθεση, ακόμη και αν είσαι παιδαγωγός, ψυχολόγος ή άλλο “σχετικό” επάγγελμα. Δεν υπάρχουν συνταγές, ούτε κανόνες που ορίζουν πώς θα μεγαλώσουμε το παιδί μας “σωστά”. Βέβαια το “σωστό” είναι κάτι αμφισβητήσιμο, απλά επειδή δεν υπάρχουν “σωστοί” γονείς, αλλά γονείς που προσπαθούν.

Για κάποιους ο ερχομός ενός μωρού φαίνεται ως απειλή, καθώς όλοι ξέρουμε πως η ανατροφή των παιδιών έχει ευθύνες και απαιτήσεις. Τότε λοιπόν, υπάρχει σύγκρουση αναγκών, τόσο μεταξύ των δικών μας με του παιδιού μας, όσο και ενδο-προσωπικά. Πρέπει εμείς να αναγνωρίσουμε ότι διαθέτουμε ένα παιδικό, ένα ενήλικο και ένα γονεϊκό κομμάτι που πολλές φορές συγκρούονται μεταξύ τους.

Τί λοιπόν πρέπει να κάνουμε προκειμένου να βρούμε μια ισορροπία; Κάποιες ενδεχομένως από τις επιλογές θα ήταν:

  • η παραμέληση των δικών μας αναγκών και η ανεξέλεγκτη ικανοποίηση των αναγκών του παιδιού,
  • η πειθαρχία και καταπίεση όλων των αναγκών και η ικανοποίηση των κοινωνικά αποδεκτών αναγκών μόνο,
  • η παραμέληση του παιδιού και η ικανοποίηση των δικών μας αναγκών.

Μάλλον καμία από τις επιλογές αυτές δεν είναι η μέση λύση.

Ένα άλλο παρεξηγημένο ζήτημα είναι η πειθαρχία και η οριοθέτηση. Πολλοί μαθαίνουμε πως δεν πρέπει να κακομαθαίνουμε το παιδί.

Το κακομαθημένο παιδί, είναι αυτό που οι γονείς του ικανοποιούν όλες αδιακρίτως τις ανάγκες του χωρίς να υπάρχει μεταξύ τους επικοινωνία. Σε πολλές περιπτώσεις, υπάρχει κατά κάποιο τρόπο απενοχοποίηση των γονέων, είτε γιατί λείπουν πολλές ώρες, είτε επειδή έτσι θεωρούν ότι βρίσκουν χρόνο και δικαιολογία για να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες. Το καλομαθημένο παιδί αντίστοιχα, είναι αυτό που οι γονείς του είναι απλά εκεί, ακούν τις ανάγκες του και επικοινωνούν μαζί του.

Ως προς την πειθαρχία και την οριοθέτηση σαφώς και διαφέρουν, καθώς στην πειθαρχία υπάρχει επίπληξη και τιμωρία, συχνά χωρίς εξήγηση. Στην οριοθέτηση ο γονέας εξηγεί στο παιδί του τον λόγο που δεν μπορεί να ικανοποιήσει εκείνη την στιγμή κάποια επιθυμία του.

Πολλές φορές ο τρόπος που απαγορεύουμε κάτι στο παιδί μας χωρίς να του εξηγούμε το γιατί, ενώ για μας επιτρέπεται, είναι σαν επίδειξη ισχύος καθώς το παιδί είναι το μικρό αδύναμο και εξαρτημένο μέλος της οικογένειας και οι γονείς οι δυνατοί που από αυτούς εξαρτώνται όλα. Οι απαγορεύσεις που δεν συνοδεύονται από κάποια εξήγηση δεν γίνονται κατανοητές από το παιδί αλλά φαίνονται σαν περιορισμός. Πολλές φορές ακούμε και τα παιδία μεταξύ τους να λέει το ένα στο άλλο «μη» και το άλλο να ρωτάει «γιατί;» και να του απαντάει «γιατί το λέω εγώ».  Ο διάλογος αυτός είναι αναπαραγωγή του διαλόγου γονέα – παιδιού.

Το τι μπορούμε να κάνουμε δεν είναι απλό ούτε εφαρμόζουμε κάποια τεχνική, απλά πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας τα εξής:

  1. Το παιδί/μωρό δεν είναι ένα αδύναμο πλάσμα χωρίς βούληση, επιθυμίες και ανάγκες. Χρειάζεται να το αντιμετωπίζουμε σαν ένα μικρό ανθρωπάκι με ανάγκες όχι μόνο βιολογικές αλλά και ανάγκες φροντίδας, ασφάλειας και κοινωνικές ανάγκες. Αυτές είναι η ανάγκη για αγάπη, η σύνδεση με άλλους, η ένταξη σε ομάδα, η φιλία. Ακόμη, η ανάγκη για αυτοεκτίμηση και αναγνώριση από τους άλλους (φήμη, κύρος, εκτίμηση, σεβασμός). Η ανάγκη τέλος για αυτό-ολοκλήρωση, αυτενέργεια και αυτοανάπτυξη.
  2.  Όταν απαγορεύουμε κάτι εξηγούμε το λόγο, όπως ακριβώς και οι ενήλικες θέλουν να γνωρίζουν το γιατί.
  3. Βοηθάει πολύ η εξασφάλιση ενός ήρεμου περιβάλλοντος με κατανόηση και επικοινωνία.
  4. Χρειάζονται σαφή και εύκαμπτα όρια.
  5. Ο μόνος τρόπος επικοινωνίας που έχει το βρέφος μαζί μας είναι το κλάμα, ανάλογα την ανάγκη του κλαίει διαφορετικά – αφουγκραστείτε το.
  6. Ο γονέας και το παιδί είναι μια νέα δυαδική σχέση και οι δυο πλευρές έχουν ανάγκη επικοινωνίας. Επομένως, στην αρχή της σχέσης, οι δύο πλευρές συγκλίνουν για να επικοινωνήσουν και προσαρμόζονται. Έτσι το μωρό θα προσαρμοστεί και σε μια καταθλιπτική, ή νευρική μητέρα. Είναι καλό να γνωρίζουμε ότι η συμπεριφορά μας έχει συνέπειες, γιατί η πραγματικότητά του είμαστε εμείς. Όταν λοιπόν δεν νιώθουμε καλά αναζητάμε την βοήθεια ειδικού.
  7. Το παιδί μιμείται οποιαδήποτε καλή η κακή μας συμπεριφορά.
  8. Μιλάμε με τα παιδιά μας για τα συναισθήματά μας, ο θυμός και η ζήλεια δεν είναι ντροπή.
  9. Τιμωρούμε μια συμπεριφορά με αφαίρεση προνομίων και τιμωρούμε την συμπεριφορά του και μόνο. Εξηγούμε με τι δε συμφωνούμε χωρίς να τιμωρούμε την ολότητα του παιδιού.
  10. Το παιχνίδι είναι πολύ πιο σημαντικό από ότι νομίζουμε.
  11. Δεν παραμελούμε τις δικές μας ανάγκες.
  12. Όταν έχουμε κάποιο πρόβλημα και δημιουργούνται εντάσεις, καλό είναι να παρεμβαίνει ένας τρίτος όπως ο παππούς ή η γιαγιά, αναλαμβάνοντας το παιδί  μέχρι να ηρεμίσουμε.
  13. Το κλίμα των γονέων που βρίσκονται σε διάσταση ενώ συζούν γίνεται αντιληπτό από τα παιδιά, όπως και οποιαδήποτε καλή ή κακή σχέση.
  14. Μην παρουσιάζεστε σαν τέλειοι και αλάνθαστοι. Όταν κάνετε λάθος παραδεχτείτε το και ζητήστε συγνώμη.
  15. Τέλος, είναι καλό να γνωρίζουμε ότι στα μωρά-νήπια υπάρχουν αναπτυξιακές φάσεις, όπου βρίσκονται σε ένταση και μπορεί να εκφράζουν έντονο θύμο. Το μόνο που χρειάζονται είναι κατανόηση και αποδοχή, η αγκαλιά δεν θα τα κακομάθει!

Έλενα Λεβεντάκη
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

Δημιουργικές δραστηριότητες για παιδιά στην περίοδο της καραντίνας

Διανύουμε μια δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας. Είμαστε πολλές ώρες την ημέρα μέσα στα σπίτια μας. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν τρόποι να περάσουμε δημιουργικό χρόνο με τα παιδιά μας. Παρακάτω παρατίθενται δραστηριότητες που θα μπορούσαμε να κάνουμε με τα παιδιά μας για να περάσει η περίοδος αυτή πιο ευχάριστα και πιο δημιουργικά:

  • Φτιάχνουμε τα δικά μας κόμικς
  • Βγάζουμε αστείες φωτογραφίες
  • Παίζουμε επιτραπέζια παιχνίδια
  • Φτιάχνουμε τα γλυκά των Χριστουγέννων με τη βοήθεια των παιδιών
  • Παίζουμε “Κυνήγι θησαυρού ” μέσα στο σπίτι
  • Φτιάχνουμε παζλ

Ελπίζω οι ιδέες αυτές να σας φάνηκαν χρήσιμες!!!!

Καλές γιορτές!!!