Ι) Ρήματα
Α) Τα βοηθητικά ρήματα
Τα βοηθητικά ρήματα είναι τα εξής:
sein | haben | |
ich | bin | habe |
du | bist | hast |
er/sie/es | ist | hat |
wir | sind | haben |
ihr | seid | habt |
sie/Sie | sind | haben |
Β) Τα ομαλά ρήματα
O ενεστώτας χρησιμοποιείται για κάτι που γίνεται στο παρόν ή κάτι που θα γίνει στο μέλλον.
Τα ρήματα τα μαθαίνουμε με τη μορφή του απαρεμφάτου (κατάληξη -en)
Για να κλίνουμε ένα ρήμα αφαιρούμε την κατάληξη και προσθέτουμε τις εξής καταλήξεις:
ich | -e |
du | -st |
er/sie/es | -t |
wir | -en |
ihr | -t |
sie/Sie | -en |
π.χ.
komm – en | |
ich | komm – e |
du | komm – st |
er/sie/es | komm – t |
wir | komm – en |
ihr | komm – t |
sie/Sie | komm – en |
Σύμφωνα με το ρήμα kommen κλίνονται πάρα πολλά ρήματα όπως: bleiben, brauchen, bringen, diskutieren, fliegen, fragen, frühstücken, gehen, hoffen, hören, kaufen, kochen, leben, lernen, lieben, machen, rufen, sagen, schreiben, schwimmen, singen, spielen, studieren, suchen, tauchen, telefonieren, trinken, wohnen, verstehen, zahlen…
Παρατηρήσεις:
- Όταν το θέμα του ρήματος λήγει σε -s, -ß, -ss, -x ή -z η κατάληξη του β΄ ενικού προσώπου χάνει το -s-.
heiß – en | |
ich | heiß – e |
du | heiß – t |
er/sie/es | heiß – t |
wir | heiß – en |
ihr | heiß – t |
sie/Sie | heiß – en |
Σύμφωνα με το ρήμα heißen κλίνονται τα εξής ρήματα: reisen, sitzen, tanzen, verpassen,
- Όταν το θέμα του ρήματος λήγει σε α) d ή t και β) m ή n, αλλά πριν από αυτά υπάρχει σύμφωνο (εκτός από l ή r) τότε για λόγους ευφωνίας διατηρείται το e σε όλες τις καταλήξεις.
arbeit -ten | rechn – en | |
ich | arbeit – e | rechn – e |
du | arbeit – est | rechn – est |
er/sie/es | arbeit – et | rechn – et |
wir | arbeit – en | rechn – en |
ihr | arbeit – et | rechn – et |
sie/Sie | arbeit – en | rechn – en |
Σύμφωνα με τα ρήματα αυτά κλίνονται τα εξής ρήματα: antworten, bilden, bitten, enden, finden, mieten, öffnen, reden, reiten, schneiden, streiten, warten, zeichnen
- Όταν το ρήμα λήγει σε –eln χάνει στο α΄ ενικό πρόσωπο το θεματικό φωνήεν-e-και στο α΄ και γ΄ πληθυντικό πρόσωπο το -e της κατάληξης. Τα ρήματα που λήγουν σε –ern χάνουν το –e της κατάληξης στο α΄ και γ΄ πληθυντικό πρόσωπο.
angel- n | ruder- n | |
ich | angl – e | ruder – e |
du | angel – st | ruder – st |
er/sie/es | angel – t | ruder – t |
wir | angel – n | ruder – n |
ihr | angel – t | ruder – t |
sie/Sie | angel – n | ruder – n |
Σύμφωνα με το ρήμα angeln κλίνονται τα εξής ρήματα: basteln, handeln, lächeln, sammeln, segeln
Σύμφωνα με το ρήμα rudern κλίνονται τα εξής ρήματα: bewundern, feiern, klettern, wandern
Γ. Τα ανώμαλα ρήματα
Τα ανώμαλα ρήματα κλίνονται με τις καταλήξεις των ομαλών ρημάτων, αλλάζουν όμως κατά την κλίση τους το θεματικό φωνήεν στο β΄ και γ΄ ενικό πρόσωπο: το –e– σε –i– ή –ie– και το –a– σε –ä–.
sprech – en | seh – en | fahr – en | nehm – en | |
ich | sprech – e | seh – e | fahr – e | nehm – e |
du | sprich – st | sieh – st | fähr – st | nimm – st |
er/sie/es | sprich – t | sieh – t | fähr – t | nimm – t |
wir | sprech – en | seh – en | fahr – en | nehm – en |
ihr | sprech – t | seh – t | fahr – t | nehm – t |
sie/Sie | sprech – en | seh – en | fahr – en | nehm -en |
Σύμφωνα με το sprechen κλίνονται τα ρήματα: geben, essen, helfen, treffen, vergessen
- b) Σύμφωνα με το sehenκλίνονται τα ρήματα: lesen, vorlesen
- c) Σύμφωνα με το fahrenκλίνονται τα ρήματα: laufen, aufschlagen, schlafen
Δ) Τα σύνθετα ρήματα
Πολλά ρήματα είναι σύνθετα, σχηματίζονται με ένα πρόθεμα κι ένα απλό ρήμα και κλίνονται όπως το βασικό ρήμα.
Διακρίνονται ανάλογα με το πρόθεμά τους σε χωριζόμενα και μη χωριζόμενα. Βασικό κριτήριο για να δούμε αν ένα σύνθετο ρήμα χωρίζεται ή όχι είναι ο τονισμός: Τα χωριζόμενα ρήματα τονίζονται στο πρόθεμα, τα μη χωριζόμενα στο κυρίως ρήμα.
Στο απαρέμφατο όλα τα σύνθετα ρήματα δεν χωρίζονται.
1. Χωριζόμενα ρήματα
Τα περισσότερα σύνθετα ρήματα στα γερμανικά είναι χωριζόμενα. Το πρώτο συνθετικό τους είναι συνήθως λέξη που μπορεί να σταθεί μόνη της στην πρόταση: πρόθεση, επίρρημα, ουσιαστικό, επίθετο.
Στις κύριες προτάσεις το πρόθεμα πηγαίνει στο τέλος της πρότασης, ενώ το ρήμα βρίσκεται στη δεύτερη συντακτική θέση.
Στις ερωτήσεις το πρόθεμα πηγαίνει στο τέλος της ερώτησης, ενώ το ρήμα βρίσκεται στην πρώτη συντακτική θέση ή μετά τις ερωτηματικές λέξεις ή φράσεις.
mitmachen | fernsehen | zurückfahren | herausnehmen | |
ich | mache… mit | sehe… fern | fahre… zurück | nehme… heraus |
du | machst… mit | siehst… fern | fährst… zurück | nimmst… heraus |
er/sie/es | macht… mit | sieht… fern | fährt… zurück | nimmt… heraus |
wir | machen… mit | sehen… fern | fahren… zurück | nehmen… heraus |
ihr | macht… mit | seht… fern | fahrt… zurück | nehmt… heraus |
sie/Sie | machen… mit | sehen… fern | fahren… zurück | nehmen… heraus |
2. Μη χωριζόμενα ρήματα
Τα σύνθετα ρήματα με τα εξής προθέματα δεν χωρίζονται ποτέ: be-, ge-, er-, ver-, zer-. Στις προτάσεις βρίσκονται στη συντακτική θέση του ρήματος.
bekommen | verstehen | vergessen | erklären | |
ich | bekomme | verstehe | vergesse | erkläre |
du | bekommst | verstehst | vergisst | erklärst |
er/sie/es | bekommt | versteht | vergisst | erklärt |
wir | bekommen | verstehen | vergessen | erklären |
ihr | bekommt | versteht | vergesst | erklärt |
sie/Sie | bekommen | verstehen | vergessen | erklären |
Ε. Προστακτική (Imperativ)
Η προστακτική σχηματίζεται σε τρία πρόσωπα, στο β΄ ενικό, στο β΄ πληθυντικό πρόσωπο και στον τύπο ευγενείας:
- Το β΄ ενικό πρόσωπο σχηματίζεται από το θέμα του β΄ ενικού προσώπου της οριστικής του ενεστώτα (χωρίς την προσωπική αντωνυμία).
π.χ. Το ρήμα kommen στο β’ ενικό είναι du kommst. Αφαιρούμε την κατάληξη –st και την προσωπική αντωνυμία και μένει komm.
- Στο β’ πληθυντικό το ρήμα παραμένει όπως κλίνεται στο β’ πληθυντικό του ενεστώτα (χωρίς την προσωπική αντωνυμία).
π.χ. Το ρήμα kommen στο β’ πληθυντικό είναι ihr kommt. Αφαιρούμε την προσωπική αντωνυμία και μένει kommt.
- Ο τύπος ευγενείας σχηματίζεται όπως ο τύπος ευγενείας του ενεστώτα, με την προσωπική αντωνυμία, η οποία μπαίνει μετά το ρήμα.
π.χ. Το ρήμα kommen στον τύπο ευγενείας είναι Sie kommen. Η προστακτική γίνεται kommen Sie.
Παρατηρήσεις
- Τα ανώμαλα ρήματα που μετατρέπουν το e σε i και το e σε ie διατηρούν την αλλαγή στο β΄ ενικό της προστακτικής.
π.χ. Το ρήμα geben στο β΄ ενικό είναι du gibst. Προστακτική → gib
Το ρήμα sehen στο β΄ ενικό είναι du siehst. Προστακτική → sieh
- Τα ανώμαλα ρήματα που μετατρέπουν το a σε ä δεν αλλάζουν στο β΄ ενικό της προστακτικής, δηλαδή δεν παίρνει Umlaut.
π.χ. Το ρήμα fahren στο β΄ ενικό είναι du fährst. Προστακτική → fahr
- Το ρήμα sein σχηματίζει την προστακτική ως εξής:
β΄ ενικό πρόσωπο | sei |
β΄ πληθυντικό πρόσωπο | seid |
τύπος ευγενείας | seien Sie |
ΣΤ) Modalverben
Τα Modalverben είναι λίγο ιδιόμορφα ρήματα ως προς την κλίση τους:
müssen | können | dürfen | wollen | mögen* | möchten** | |
(πρέπει) | (μπορώ) | (επιτρέπεται) | (θέλω) | (μ` αρέσει) | (θα ήθελα) | |
ich | muss | kann | darf | will | mag | möchte |
du | musst | kannst | darfst | willst | magst | möchtest |
er/sie/es | muss | kann | darf | will | mag | möchte |
wir | müssen | können | dürfen | wollen | mögen | möchten |
ihr | müsst | könnt | dürft | wollt | mögt | möchtet |
sie/Sie | müssen | können | dürfen | wollen | mögen | möchten |
Τα Modalverben μπαίνουν στη δεύτερη συντακτική θέση της πρότασης και συντάσσονται συνήθως με απαρέμφατο, το οποίο μπαίνει στο τέλος της πρότασης και δεν κλίνεται.
Τα Modalverben εκφράζουν:
- können: ικανότητα και ανικανότητα (με άρνηση), δυνατότητα, υπόθεση και παροχή άδειας
- dürfen: παροχή άδειας και απαγόρευση, ευγενική ερώτηση και υπόθεση
- müssen: υποχρέωση, αναγκαιότητα, διαταγή
- wollen: επιθυμία
- mögen: συμπάθεια, ευγενική επιθυμία και παράκληση
- möchten: ευγενική και μελλοντική επιθυμία
Παρατηρήσεις:
* mögen: Χρησιμοποιείται συνήθως χωρίς απαρέμφατο – ich mag dich
** möchten: Είναι τύπος της Konjunktiv II του mögen και χρησιμοποιείται ως ανεξάρτητο ρήμα.
ΙΙ) Οριστικό άρθρο
Ενικός | Πληθυντικός | |||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||
ονομαστική | der | die | das | die |
αιτιατική | den | die | das | die |
Παρατηρήσεις
- Ο πληθυντικός αριθμός είναι ίδιος και για τα τρία γένη.
- Επειδή το γένος των ουσιαστικών της γερμανικής γλώσσας δεν συμπίπτει με το γένος της ελληνικής γλώσσας, πρέπει να μαθαίνουμε πάντα τα ουσιαστικά με το άρθρο τους.
- Τα κύρια ονόματα δεν παίρνουν άρθρο. Εξαιρέσεις αποτελούν οι τοπωνυμίες αρσενικού και θηλυκού γένους (die Schweiz, die Türkei) και πληθυντικού αριθμού (die USA).
ΙΙΙ) Αόριστο άρθρο
Ενικός | Πληθυντικός | |||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||
ονομαστική | ein | eine | ein | Χ |
αιτιατική | einen | eine | ein | Χ |
Παρατηρήσεις
- Το αόριστο άρθρο δεν έχει πληθυντικό.
- Το αόριστο άρθρο χρησιμοποιείται για ένα πρόσωπο, ζώο ή πράγμα, ή για μια έννοια που δεν είναι συγκεκριμένα και για κάτι, για το οποίο δεν έχουμε ξαναμιλήσει. Όταν αναφερόμαστε πάλι στο ουσιαστικό αυτό χρησιμοποιούμε το οριστικό άρθρο.
ΙV) Αρνητικό αόριστο άρθρο
Το αρνητικό αόριστο άρθρο (κανένας, καμία, κανένα) χρησιμοποιείται όταν αρνούμαστε ουσιαστικά και μπαίνει πάντα πριν από αυτά. Κλίνεται όπως το αόριστο άρθρο.
Ενικός | Πληθυντικός | |||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||
ονομαστική | kein | keine | kein | keine |
αιτιατική | keinen | keine | kein | keine |
V) Σύνταξη ρημάτων
Α. Ρήματα με ονομαστική: sein, heißen, werden
H ονομαστική απαντά στις ερωτήσεις: Wer (για πρόσωπα) – Was (για πράγματα)
Β. Ρήματα με αιτιατική: machen, spielen, finden, haben, hören, essen, trinken, lesen, malen, lernen, sehen, vergessen, verstehen, u.s.w.
H αιτιατική απαντά στις ερωτήσεις: Wen (για πρόσωπα) – Was (για πράγματα)
VΙ) Άρνηση
Η άρνηση γίνεται με δύο τρόπους:
- με nicht (δεν) όταν η άρνηση είναι για ολόκληρη πρόταση, οπότε μπαίνει στο τέλος της πρότασης. z.B. Heute komme ich nicht. (Δεν θα έρθω σήμερα)
- με nicht (δεν) όταν η άρνηση είναι για ένα συντακτικό όρο, όπως επίθετο ή επίρρημα, και μπαίνει πριν από αυτόν τον όρο. z.B. Ich spreche nicht gut Deutsch. (Δε μιλάω καλά Γερμανικά)
- με το αρνητικό αόριστο άρθρο kein (κανένας) όταν η άρνηση είναι για ουσιαστικά και πάντα μπαίνει μπροστά από αυτά. Το kein κλίνεται όπως το αόριστο άρθρο. Morgen haben wir keine Schule. (Αύριο δεν έχουμε σχολείο)
- Το neinχρησιμοποιείται όταν θέλουμε να απαντήσουμε αρνητικά σε μία ερώτηση (που αρχίζει με ρήμα) z.B. Kommst du aus Italien? – Nein, ich komme aus Spanien.
- Δε χρησιμοποιούμε διπλή άρνηση σε μία πρόταση. z.B. Ich mache nie Hausaufgaben. (Δεν κάνω ποτέ τα μαθήματά μου)
VII) Κτητικές αντωνυμίες
Με τις κτητικές αντωνυμίες δείχνουμε, ότι κάτι ανήκει σε κάποιον. Στα γερμανικά δεν βάζουμε άρθρο με την κτητική αντωνυμία, σε αντίθεση με τα ελληνικά (όπου βάζουμε και το άρθρο).
ich | → | mein (δικός μου, δικό μου) |
du | → | dein (δικός σου, δικό σου) |
er | → | sein (δικός του, δικό του) |
sie | → | ihr(δικός της, δικό της) |
es | → | sein (δικός του, δικό του) |
wir | → | unser (δικός μας, δικό μας) |
ihr | → | euer (δικός σας, δικό σας) |
sie | → | ihr (δικός τους, δικό τους) |
Sie (Τύπος ευγένειας) | → | Ihr (δικός σας, δικό σας) |
- Εάν το κτήμα είναι γένους θηλυκού ή πληθυντικού αριθμού τότε προσθέτουμε την κατάληξη –eστο τέλος της αντωνυμίας: mein → meine
- Για να επιλέξουμε την σωστή αντωνυμία ρωτάμε:
- Ποιος έχει;
- Τι γένους είναι αυτό που έχει;
[z.B. mein Vater : Α. Ποιος έχει; (εγώ) Β) Τι γένους και τι αριθμού είναι η λέξη Vater; (αρσενικό ενικού) – deine Mutter: Α) Ποιος έχει; (εσύ) Β) Τι γένους και τι αριθμού είναι η λέξη Mutter; (θηλυκό ενικού)]
- Οι κτητικές αντωνυμίες κλίνονται όπως το αόριστο άρθρο.
π.χ.
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | πληθυντικός | |
ονομαστική | mein | meine | mein | meine |
αιτιατική | meinen | meine | mein | meine |
! Προσοχή στην αντωνυμία euer, η οποία όταν παίρνει κατάληξη χάνει το –e του θέματος! (euer → eure, euren)
VIII) Ερωτηματικές λέξεις ή φράσεις
Wer | ποιος, ποια, ποιο, ποιοι, ποιες, ποια | Χρησιμοποιείται μόνο για πρόσωπα και στα τρία γένη ενικού και πληθυντικού στην ονομαστική. |
Wen | ποιον, ποια, ποιο, ποιους, ποιες, ποια | Χρησιμοποιείται μόνο για πρόσωπα και στα τρία γένη ενικού και πληθυντικού στην αιτιατική. |
Was | τι | Χρησιμοποιείται μόνο για πράγματα και στα τρία γένη ενικού και πληθυντικού στην ονομαστική και στην αιτιατική. |
Wann | πότε | |
Wie oft | πόσο συχνά | |
Wie lange | πόση ώρα, πόσο καιρό | |
Wie viel | πόσο | Χρησιμοποιείται για ποσότητα σε ουσιαστικά ενικού αριθμού και για ποσότητες που δε μετριούνται. |
Wie viele | πόσοι, πόσες, πόσα | Χρησιμοποιείται για ποσότητα σε ουσιαστικά πληθυντικού αριθμού. |
Wie spät /Wie viel Uhr | Τι ώρα | Χρησιμοποιείται για να μάθουμε τι ώρα είναι |
Um wieviel Uhr | Τι ώρα | Χρησιμοποιείται για να προσδιορίσουμε χρονικά την ώρα (πριν ή μετά) |
IX) Η ώρα
Για να ρωτήσουμε: Τι ώρα είναι χρησιμοποιούμε τις δύο φράσεις: α) Wie spät ist es? και β) Wieviel Uhr ist es?
- Στην καθομιλουμένηλέμε πρώτα τα λεπτά και μετά την ώρα:
Es ist…
… και 5: 5 nach…
… και 10:10 nach…
… και τέταρτο: Viertel nach…
… και 20: 20 nach…
… και 25: 5 vor halb… (+1)
… και μισή: halb… (+1)
… παρά 25: 5 nach halb…
… παρά 20: 20 vor …
… παρά τέταρτο: Viertel vor…
… παρά 10: 10 vor…
… παρά 5: 5 vor…
- Στην επίσημηλέμε πρώτα την ώρα και μετά τα λεπτά. (Ακριβώς όπως την βλέπουμε)
… και 5: … Uhr 5
X) Δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση
Η δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση εξαρτάται από μια κύρια πρόταση ή έναν συντακτικό όρο άλλης πρότασης και συνδέεται με αυτήν με κόμμα. Εισάγεται με τον σύνδεσμο weil ακολουθεί το υποκείμενο, ενώ το ρήμα μπαίνει στην τελευταία συντακτική θέση.
z.B. Ich gehe nach Hause, weil es spät ist.
Όταν υπάρχουν δύο ρηματικοί τύποι μπαίνει στο τέλος της πρότασης πρώτα ο άκλιτος και τελευταίος ο κλινόμενος τύπος.
z.B. Wir gehen ins Kino, weil wir den neuen Film sehen wollen.
XI) Χρονικοί προσδιορισμοί
- am: Χρησιμοποιείται για χρονικά διαστήματα μικρότερα ή ίσα της μίας ημέρας.
z.B. Am Samstag hat Maria Geburtstag.
- Όταν πρόκειται για κάτι που επαναλαμβάνεται το ουσιαστικό γίνεται επίρρημα με την προσθήκη ενός -s και γράφεται με μικρό.
Ich gehe morgens allein zur Schule.
- im: Χρησιμοποιείται για χρονικά διαστήματα μεγαλύτερα της μίας ημέρας.
z.B. Andreas und Maria-Christine fahren im Sommer nach Spanien.
- um:Χρησιμοποιείται στην ώρα
z.B. Treffen wir uns um 7.30?
- Εξαιρέσεις: am Wochenende, in der Nacht
z.B. Am Wochenende kommen meine Großeltern aus Athen.
Spät in der Nacht darf ich nicht aus dem Haus sein.
XIΙ) Συγκριτικός βαθμός επιθέτων
- Ο συγκριτικός βαθμός (Komparativ) σχηματίζεται από το θετικό βαθμό (Positiv) με την κατάληξη: -er
z.B. schnell – schneller
- Πολλά μονοσύλλαβα επίθετα, που έχουν στο θέμα τους -a-, -o- ή -u-, παίρνουν Umlaut -΄΄
z.B. jung – jünger
- Όταν το επίθετο λήγει σε –elή –er χάνει στον συγκριτικό βαθμό το -e- του θέματος (πριν από το –l ή το –r)
z.B. teuer – teurer
- Ανώμαλαπαραθετικά επιθέτων
Positiv | Komparativ | Übersetzung |
gern, lieb | lieber | ευχαρίστως, αγαπητός |
gut | besser | καλός |
hoch | höher | ψηλός |
viel | mehr | πολύς |
XIΙΙ) Σύγκριση
- Ισότητα: so + θετικός βαθμός + wie: Όταν συγκρίνουμε δύο ίσους μεταξύ τους όρους σύγκρισης.
- Ανισότητα: συγκριτικός βαθμός +als: Όταν συγκρίνουμε δύο όρους, οι οποίοι δεν είναι ίσοι μεταξύ τους.