Feed
Άρθρα
Σχόλια

Αρχείο για την κατηγορία 'Άθλοι του Ηρακλή'

Η "ΚΕΡΥΝΙΤΙΣ ΕΛΑΦΟΣ" – ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ

Ο Πίνδαρος λέει μια άλλη ιστορία για την “Κερυνίτιν έλαφο”:

Ο Ηρακλής κυνηγούσε στα βουνά της Πελοποννήσου αδιάκοπα το ελάφι και ποτέ δεν το έπιανε. Κάποτε το ελάφι πήγε βόρεια, ο Ηρακλής το πήρε στο κατόπι, ώσπου έφτασε στην πόλη Ίστρια, τη χώρα των Υπερβόρειων, όπου εκεί είναι και τα Ηλύσια πεδία. Εκεί τους περίμενε και τους υποδέχτηκε φιλικά η Άρτεμις. Στη χώρα των Υπερβόρειων πήγαινε και ο Απόλλωνας το φθινόπωρο και έφευγε την άνοιξη. Όπως λέει η μυθολογία μας ταξίδευε σε ένα άρμα που το έσερναν κύκνοι. Μέχρι εκεί έφτασε το ελάφι αλλά ο Ηρακλής δεν κατάφερε να το πιάσει. Κάποια στιγμή το ελάφι πήρε το δρόμο του γυρισμού για την Ελλάδα.

Ο Ηρακλής το ακολούθησε και έφτασε πάλι στα βουνά της Αρκαδίας και το είδε να μπαίνει στο ναό της Άρτεμης. Ο Ηρακλής το περίμενε. Μάταια όμως το ελάφι χύθηκε σαν αστραπή έξω από το ναό και ξέφυγε πάλι του Ηρακλή. Ο ήρωας το ακολούθησε και το είδε να έχει σκύψει και να πίνει νερό στο Λάδωνα ποταμό. Ήταν τόσο μεγάλη η δίψα του που ξέχασε πως το κυνηγούσαν και τότε ο Ηρακλής το πλησίασε αθόρυβα και το έπιασε απαλά από τα χρυσά κέρατα, έτσι όπως πιάνει κανείς ένα ήρεμο άκακο αρνί. Το φορτώθηκε στους ώμους του και πήρε το δρόμο για τις Μυκήνες.

Λέγετε ότι ο Ηρακλής έφερε στους Έλληνες και πιο συγκεκριμένα στην Ολυμπία τον κότινο, ένα κομμάτι αγριελιάς, από τη χώρα των Υπερβόρειων, από τη χώρα που βρίσκεται πέρα από την έδρα του άνεμου Βορέα.

Στις περιοχές Καλάτις, Ιστρία, αρχαία Τόμις -σημερινή Κωνστάντζα, και Αξιόπολη υπάρχουν πολλά ρωμαϊκά αγάλματα του Ηρακλή. Είναι πόλεις του Εύξεινου Πόντου από τις οποίες πέρασε ο Ηρακλής κυνηγώντας τη λαφίνα.

Βιβλιογραφία:
1. “Ηρακλής” Κ. Χωρεάνθης
2. “Ελληνική Μυθολογία” εκδ. Αθηνών
3. “Βικιπαίδεια”
4. “Περί του Ηρακλέους: Μύθος και πραγματικότητα” Σεμινάριο 30-8-2008 -ΚΠΕ Στυλίδας
4.

Η "ΚΕΡΥΝΙΤΙΣ ΕΛΑΦΟΣ- ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Η λαφίνα ήταν ένα ζώο που είχε μανία καταστροφής, κατέβαινε από το βουνό, όπου έμενε, στην κοιλάδα και κατέστρεφε τα χωράφια και τα περιβόλια. Ο Ηρακλής μετά από πολύ καιρό που την κυνηγούσε την έπιασε με δίχτυ στο πέρασμά της ή την πέτυχε την ώρα που κοιμόταν μέσα σε κάτι θάμνους . Ο Ηρακλής για να γλυτώσει τη χώρα από μια τέτοια φοβερή πληγή, σκότωσε το ελάφι.
Για την πράξη του αυτή δεν θύμωσε ή Άρτεμης, αντίθετα χάρηκε, και ο Ηρακλής αφιέρωσε το κεφάλι της ελαφίνας με τα χρυσά κέρατα στην Άρτεμη Οινωάτιδα, στο ναό της στο βουνό Αρτεμίσιο.Ερμηνεία του μύθουΟ χείμαρρος Κερυνίτης βρίσκεται στο νομό Αχαΐας, στην αρχαία πόλη Κερύνεια, που ήταν ακρόπολη της πόλης Ελίκης. Ήταν ένα χείμαρρος που είχε πέντε κλάδους και όταν πλημμύριζε έκανε καταστροφές στις καλλιέργειες. Ίσως ο Ηρακλής εκεί έκανε κάποια υδραυλική παρέμβαση να αποτρέψει τις πλημμύρες.Βιβλιογραφία: 1. Ελληνική Μυθολογία – εκδ. Αθηνών

Η "ΚΕΡΥΝΙΤΙΣ ΕΛΑΦΟΣ"

Ποια ήταν η “Κερυνίτης έλαφος”:

Κάποτε η Άρτεμης είχε βγει για κυνήγι με τα σκυλιά της και έφτασε στο βουνό Παράσσιο. Εκεί, καθώς περιπλανιόταν μέσα στο δάσος , συνάντησε μπροστά της πέντε πανέμορφες λαφίνες με χρυσά κέρατα, χάλκινα πόδια και θέλησε να τα αποκτήσει. Τις κυνήγησε και έπιασε μόνο τις τέσσερις, που τις έζεψε στο άρμα της. Η πέμπτη της ξέφυγε, πέρασε τον ποταμό Κελάδωνα και έφτασε στο βουνό Κερύνεια και ζούσε από τότε εκεί και έτσι πήρε και το όνομά της. θεωρούνταν η ιερή ελαφίνα της Άρτεμις Ορθωσίας, γιατί της την είχε αφιερώσει η Νύμφη Ταϋγέτη, η κόρη του Άτλαντα, από το εξής περιστατικό: κάποτε ο Δίας ερωτεύτηκε την πανέμορφη η Ταϋγέτη και ήθελε να ενωθεί μαζί της χωρίς εκείνη να το επιθυμεί Δίας κυνηγούσε την Ταϋγέτη και τη δύσκολη εκείνη στιγμή η Άρτεμης μεταμόρφωσε την Ταϋγέτη σε ελαφίνα και έτσι γλύτωσε από το Δία. Όταν ξανάγινε γυναίκα, αφιέρωσε μια λαφίνα στην Άρτεμη από ευγνωμοσύνη. Στο λαιμό του ζώου κρέμασε μια χρυσή κορδέλα που έγραφε ότι είναι αφιερωμένη στη θεά Άρτεμη.
Αυτή την ιερά ελαφίνα επιθυμούσε Ευρυσθέας και διέταξε τον Ηρακλή να του τη φέρει ζωντανή στις Μυκήνες.

Ο Ηρακλής αναζητά την “κερυνίτιν έλαφον”:

Ο Ηρακλής ξεκίνησε αμέσως για να βρει την ιερή λαφίνα, που έτρεχε τόσο γρήγορα και κανείς δεν μπορούσε να την πιάσει. Την πήρε στο κατόπι, ανέβαιναν βουνά κατέβαιναν σε πεδιάδες, περνούσαν από δάση και λιβάδια. Έναν ολόκληρο χρόνο την κυνηγούσε ώσπου κάποια στιγμή φάνηκε ότι το ζώο άρχισε να κουράζεται. Κάποια στιγμή την έφτασε στο βουνό Αρτεμίσιο, αλλά και πάλι του ξέφυγε και προχώρησε και από εκεί προχώρησε δυτικά και έφτασε στον ποταμό Λάδωνα. Καθώς μπήκε μέσα στο νερό και κόντευε να φτάσει στην άλλη όχθη ο Ηρακλής πήρε τη μεγάλη απόφαση να την τραυματίσει και ας παρέβαινε την εντολή. Τράβηξε ένα βέλος από τη φαρέτρα του το έβαλε στο τόξο του και τράβηξε τη χορδή του. σε λίγο το ελάφι ήταν πεσμένο και ανήμπορο στο χώμα. Μόλις ο Ηρακλής πέρασε το ποτάμι την έπιασε, τις έδεσε τα πόδια, τη φορτώθηκε στον ώμο και κίνησε για τις Μυκήνες.
Στο δρόμο του για τις Μυκήνες ο Ηρακλής συνάντησε τον Απόλλωνα και την Άρτεμη, η οποία μόλις είδε τραυματισμένο την ιερή λαφίνα της θύμωσε, του πήρε το ζώο και τον κατηγορούσε ότι ήθελε να το σκοτώσει. Με κόπο ο Ηρακλής κατάφερε να πει στην Άρτεμη ότι δεν είχε σκοπό να το σκοτώσει, αλλά μόνο να το τραυματίσει για να μπορέσει να το πιάσει για να το πάει στον Ευρυσθέα μιας και εκτελούσε εντολή του. Η Άρτεμης πείστηκε, της πέρασε ο θυμός και έδωσε πίσω το ελάφι στον Ηρακλή.

Η ΖΩΝΗ ΤΗΣ ΙΠΠΟΛΥΤΗΣ

Μια μέρα ο Ευρυσθέας διέταξε τον Ηρακλή να πάει να φέρει τη ζώνη της Ιππολύτης, της βασίλισσας των Αμαζόνων, γιατί ήταν σφοδρή επιθυμία της κόρης του, της Αδμήτης.Στους ποταμούς Θερμώδοντα και Φάσι, που βρίσκονταν στις ακτές του Εύξεινου Πόντου, προς τη νότια πλευρά, κατοικούσε μια πολεμική φυλή οι Αμαζόνες, που κύριο ρόλο έπαιζαν οι γυναίκες. Άλλη παραλλαγή του μύθου λέει ότι οι Αμαζόνες κατοικούσαν στα βόρεια του Εύξειμου Πόντου, στη Σκυθία.Η κύρια ασχολία τους ήταν ο πόλεμος, ήταν ξακουστές για την ικανότητά τους στο τόξο και το ακόντιο, στη σάγαρη και την πέλτη. Λέγεται ότι έκοβαν το δεξί τους στήθος για να τοξεύουν καλύτερα. Ντύνονταν με δέρματα θηρίων, που τα σκότωναν οι ίδιες, κι έφτιαχναν ζώνες και περικεφαλαίες.

Έκαναν παιδιά με τους γείτονες Γαργαρέους και όταν γεννούσαν κρατούσαν τα κορίτσια και τα αγόρια τα έδιναν σε αυτούς. Βασίλισσα των Αμαζόνων ήταν η Ιππολύτη η οποία ήταν κόρη του Άρη και της Οτρηρής. Ο Πατέρας της ο Άρης της είχε χαρίσει μια ζώνη, την οποία είχε φτιάξει ο Ήφαιστος, σημάδι ότι ήταν η αρχηγός των Αμαζόνων.

Ο Ηρακλής μάζεψε πολλά παλικάρια, μπήκαν σε ένα καράβι, άλλη εκδοχή του μύθου λέει ότι ήταν πολλά τα καράβια, και ξεκίνησαν για τη Μεγάλη εκστρατεία στη Μικρά Ασία.

Μα, ενώ ταξίδευαν για το Βορρά, ο θεός που έμενε στα μέρη αυτά, ο Βορέας άρχισε να φυσά με δύναμη, και τα καράβια παρασυρόμενα από τα κύματα, γύρισαν πίσω και άραξαν στην Πάρο. Τράβηξαν τα καράβια στη στεριά και αυτοί ανέβηκαν στην πολιτεία για να πάρουν τρόφιμα για το ταξίδι.
Στο νησί κατοικούσαν τα 4 παιδιά του Μίνωα, του Βασιλιά της Κρήτης,ο Ευρυμέδοντας, ο Χρύσης, ο Νηφαλίωνας και Φιλόλαος. Αυτοί σκότωσαν δυο από τους συντρόφους του Ηρακλή. Ο Ηρακλής θύμωσε και σκότωσε και τους 4 γιους του Μίνωα και υποχρέωσε τους κατοίκους του νησιού να κλειστούν μέσα στα τείχη. Ο καιρός περνούσε και οι Παριανοί δεν άντεχαν άλλο κλεισμένοι στα τείχη γι’ αυτό έστειλαν πρεσβευτές στον Ηρακλή και ζητούσαν ειρήνη. Μάλιστα πρότειναν στον Ηρακλή να πάρουν δυο αιχμαλώτους, όποιους ήθελα στη θέση των δυο ανθρώπων του που σκοτώθηκαν.Ο Ηρακλής δέχτηκε, λύθηκε η πολιορκία και το ταξίδι συνεχίστηκε. Τα καράβια μπήκαν στον Ελλήσποντο, έφτασαν στη Προποντίδα και τελικά έφτασαν στον Εύξεινο Πόντο. Έφτασαν στη Γη των Μαριανδυνών, λαός μουσικός με βασιλιά το Λύκο. Την εποχή εκείνη είχαν κηρύξει πόλεμο στους Μαριανδυνούς οι γειτονικοί Βέβρυκες για να τους πάρουν τη Γη τους. Ο Ηρακλής που πάντα πολεμούσε το άδικο και υποστήριζε το δίκαιο βοήθησε του Μαριανδυνούς να νικήσουν τους Βέβρυκες.
Στο σημείο που άραξε το καράβι του Ηρακλή κτίστηκε μια πόλη η Ηράκλεια του Πόντου- έτσι την είπαν – κράτησε για πολλούς αιώνες, και όσοι περνούσαν από εκεί θυμόνταν το πέρασμα του Ηρακλή.

Αφού ξεκουράστηκαν στη χώρα του Λύκου πήραν τα καράβια τους και έφτασαν στη Θεμίσκυρα, την πόλη των Αμαζόνων. Όταν έμαθε η Ιππολύτη τον ερχομό του Ηρακλή πήγε η ίδια να τους συναντήσει και ρώτησε να μάθει το λόγο της επίσκεψής τους στη χώρα τους. Πράγματι ο Ηρακλής της είπε ότι θέλει τη ζώνη της για να την πάει στον Ευρυσθέα. Η Ιππολύτη συμφώνησε να του τη δώσει.
Αλλά η Ήρα δεν ήθελε να τελειώσει τόσο εύκολα ο Ηρακλής την αποστολή του γι’ αυτό μεταμορφώθηκε σε Αμαζόνα και άρχισε να λεει πως οι ξένοι που ήρθαν στην πόλη τους θέλουν να αρπάξουν τη βασιλεία και τις παρακινούσε να επιτεθούν σε αυτούς. Πράγματι οι Αμαζόνες πίστηκαν, πήραν τα τόξα τους και τα ακόντιά τους και όρμησαν στους ξένους. Ο Ηρακλής σαν είδε τις Αμαζόνες οπλισμένες θεώρησε ότι η Ιππολύτη τους έστησε παγίδα και έτσι άρχισε η μάχη. Σκοτώθηκαν πολλές Αμαζόνες και μεταξύ αυτών και η Ιππολύτη από την οποία και της πήρε τη ζώνη. Μετά τη μάχη οι αμαζόνες πλέον είχαν διαλυθεί.
Φεύγοντας από την πόλη των Αμαζόνων ο Ηρακλής και οι στρατιώτες του πριν φτάσουν στο Άργος γνώρισαν κι άλλες περιπέτειες, όπως ο πόλεμος που έκανε ο Ηρακλής εναντίον της Τροίας.

ΕΡΜΗΝΕΊΑ ΤΟΥ ΜΎΘΟΥ

Η ζώνη της Ιππολύτης είναι θεόσταλτη, της την έχει δώσει ο θεός Άρης και είναι και φτιαγμένη από έναν άλλο θεό, τον Ήφαιστο και σύμβολο δύναμης και εξουσίας στον κάτοχό της. Έτσι είναι φυσικό να θέλει να την αποκτήσει από προσωπικό ενδιαφέρον για να τη χαρίσει στην κόρη του, την Αδμήτη.

Ο ΤΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Ο ταύρος της Κρήτης λένε ότι ήταν ο ίδιος ο ταύρος με τον οποίο άρπαξε ο Δίας την Ευρώπη, από την πατρίδα της τη Φοινίκη, και την έφερε στην Κρήτη Άλλοι πάλι λένε ότι ήταν δώρο του Ποσειδώνα στον ξακουστό βασιλιά της Κρήτης Μίνωα. Ο ίδιος ο βασιλιάς ήταν εκείνος που παρακάλεσε το θεό να του χαρίσει ένα μεγάλο δώρο. Ο Ποσειδώνας που αγαπούσε το Μίνωα, έβγαλε από τη θάλασσα τον ταύρο.
Ήταν κάτασπρος σαν χιόνι, μεγάλος δυνατός και πανέμορφος. Ωστόσο ο Ποσειδώνας είπε στο Μίνωα αφού το χαρεί να του τον θυσιάσει. Του Μίνωα όμως δεν του έκανε καρδιά να το θυσιάσει, γι’ αυτό σκαρφίστηκε μια πονηριά. Πηγαίνει στους στάβλους του και διαλέγει ένα άλλο άσπρο ταύρο, μα όχι τόσο δυνατό και όμορφο σαν του Ποσειδώνα, και τον θυσιάζει στο θεό.
Μα οι θεοί δεν ξεγελιούνται. Ο Ποσειδώνας είδε την πονηριά του Μίνωα και φύσηξε φοβερή μανία στον ταύρο. Το ζώο άρχισε να τρέχει, να ρημάζει τα σπαρτά και τα φυτά, να σκάβει τη γη και να καταστρέφει τη χώρα.
Ο Μίνωας έστειλε ανθρώπους να πιάσουν τον ταύρο και να τον δαμάσουν, μα αυτό στάθηκε αδύνατον. Ο ταύρος γύριζε μανιασμένος , σκορπούσε την ερημιά, την καταστροφή και το θάνατο. Αυτόν τον ταύρο ζήτησε ο Ευρυσθέας να το πιάσει ο Ηρακλής και να το φέρει ζωντανό στην Τίρυνθα.

Ο Ηρακλής κολυμπώντας έφτασε στην Κρήτη και πήγε αμέσως στο παλάτι του βασιλιά Μίνωα. Αυτός προσφέρθηκε να βοηθήσει τον Ηρακλή αλλά αυτός δε δέχτηκε. Πήρε μαζί του το ρόπαλό του και ένα σχοινί και άρχισε την αναζήτηση του άγριου ταύρου. Ώρες πολλές έψαχνε τον μανιασμένο ταύρο αλλά πουθενά δε φαινόταν. Και εκεί που καθόταν απογοητευμένος βλέπει μπροστά του ένα γέρο πραματευτή, δε χάνει χρόνο και τον ρωτά μήπως είχε δε εκεί που γύριζε κανέναν άσπρο ταύρο. Ο πραματευτής έδειξε στον Ηρακλή το σημείο όπου είχε συναντήσει τον ταύρο. Ο ήρωας άρχισε να τρέχει γρήγορα προς την κατεύθυνση που του είχε δείξει ο γέρος.
Πράγματι σε λίγο βρίσκεται μπροστά στον ταύρο, που μόλις είδε τον Ηρακλή του όρμησε. Ο Ηρακλής χωρίς να χάσει το θάρρος του αρπάζει τον ταύρο από τα κέρατα, τον ρίχνει στο χώμα και με το σχοινί του δένει τα πόδια. Στη συνέχεια το φορτώνεται και πηγαίνει στο Μίνωα να του τον δείξει. Μετά με τον ταύρο στην πλάτη μπαίνει στη θάλασσα και κολυμπώντας πηγαίνει στην Πελοπόννησο Μια άλλη εκδοχή λέει ότι ο Ηρακλής πέρασε τη θάλασσα πάνω στην πλάτη του ταύρου.

Είδε ο Ευρυσθέας τον ταύρο και θαύμασε την ομορφιά του, αλλά είχε υποσχεθεί να τον αφιερώσει στη θεά Ήρα. Η Ήρα δεν ήθελε αυτή την προσφορά γιατί προερχόταν από τον Ηρακλή που τον μισούσε τόσο πολύ. Γι’ αυτό ο Ευρυσθέας άφησε τον ταύρο ελεύθερο.
Από όπου περνούσε ο ταύρος έφερνε την καταστροφή. Κάποια στιγμή ο ταύρος πέρασε τον Ισθμό και έφτασε στον Μαραθώνα. Από όπου περνούσε άφηνε πίσω του καταστροφές και νεκρούς. Το ζώο αυτό είχε γίνει ο τρόμος και ο φόβος των κατοίκων μέχρι που τον έπιασε ο ήρωας της Αθήνας, ο Θησέας και το θυσίασε στους θεούς.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Όπως λέει ο μύθος ο ταύρος βγήκε από τη θάλασσα και ήταν δώρο του Ποσειδώνα στον Μίνωα. Όμως τι θα μπορούσε να ήταν αυτός ο ταύρος που βγήκε από τη θάλασσα, από το βασίλειο του Ποσειδώνα; Ίσως ήταν κάποιος νέος “προστατευόμενος” του Ποσειδώνα μεταμφιεσμένος σε ταύρο, ο οποίος είχε δύναμη, ομορφιά και τη φιλοδοξία να κατακτήσει το βασίλειο της Κρήτης. Αυτός “ταύρος” προσπαθούσε με τις φοβέρες του να ξεσηκώσει και τους άλλους “ταύρους” εναντίον του Μίνωα και να καθήσει στο θρόνο του.
Ο Ευρυσθέας έστειλε τον Ηρακλή να συλάβει τον “ταύρο” και να τονμεταφέρει στην Αργολίδα. Αλλά ο Ευρυσθέας δεν τιμώρησε τον “ταύρο” αυστηρά γιατί θεώρησε πως με την εξορία του από το νησί θα ησύχαζε. Ο “ταύρος” όμως ήταν πολύ απείθαρχος για να δεχτεί τόσο εύκολα την βίαιη απομάκρυνσή του από το νησί.

Βιβλιογραφία: 1)Ελληνική Μυθολογία- εκδοτική Αθηνών
2)Ελληνικοί μύθοι- Ρόμπερτ Γκρέιβς
3) Ηρακλής – Κώστας Χωρεάνθης
4) Αιγαίο Βουνό – Η. Τσατσόμοιρος

Η ΚΟΠΡΟΣ ΤΟΥ ΑΥΓΕΙΑ

Στην πλούσια χώρα της Ήλιδας βασίλευε, την εποχή του Ηρακλή,ο Αυγείας, που ήταν γιος του Ήλιου. Θνητός πατέρας του ήταν ο Φόρβας, ο γιος ενός Λαπίθη. Ο Αυγείας είχε τρία παιδιά: τον Αγασθένη, τον Φυλέα και τον Αγαμήδη ή την Αγαμήδη, που ήξερε πολύ καλά την τέχνη να ξεχωρίζει τα βότανα.
Η δύναμη του Αυγεία και τα πλούτη του τον είχαν κάνει ξακουστό. Για να φυλάξει τους θησαυρούς του είχε φωνάξει δυο περίφημους αρχιτέκτονες Εςτης εποχής του, τον Τροφώνιο και τον Αγαμήδη, από τον Ορχομενό, και του έκτισαν ένα απόρθητο θησαυροφυλάκιο.
Ονομαστά ήταν τα κοπάδια του από βόδια και πρόβατα. Του τα είχε δωρίσει ο πατέρας του Ήλιος και ήταν τόσα πολλά που δεν χωρούσαν σε ένα λιβάδι. Είχε απλωθεί σε όλη την Ήλιδα. Λέγεται ότι για την αναπαραγωγή των αγελάδων είχε 12 άσπρους ταύρους, σαν τα κρίνα. Το πιο όμορφο τον είχε ονομάσει Φαέθων.Ακόμα λέγεται ότι ο Αυγείας καυχιόταν ότι μαζί με τα δικά του βόδια έτρεφε και τα ιερά βόδια του θεού Ήλιου.
Από τα τόσα ζώα που είχε ο Αυγείας η κοπριά που μαζευόταν ήταν τόση που οι υπηρέτες του δεν προλάβαιναν να καθαρίσουν τους στάβλους Στο τέλος γέμισαν οι στάβλοι ως απάνω αλλά και σχηματίστηκαν λόφοι σε ολόκληρη τη χώρα. Η βρόμα από την τόση κοπριά έκοβε την ανάσα των ανθρώπων. Τα χωράφια άρχισαν να καταστρέφονται αφού δεν μπορούσαν να τα καλλιεργήσουν και έγιναν χέρσα. Η μόλυνση απειλούσε τους ανθρώπους και τα ζώα με αρρώστιες. Ο Αυγείας ήταν σε πολύ δύσκολη θέση. Μάταια προσπαθούσε να βρει μια λύση.Όταν Ευρυσθέας άκουσε γι’ αυτό το κακό και σκέφτηκε να στείλει εκεί τον Ηρακλή. Τον διέταξε να καθαρίσει τη χώρα του Αυγεία μέσα σε μια μέρα, μεταφέροντας την κοπριά με τα χέρια του, γιατί πίστευε ότι δε θα τα κατάφερνε και έτσι θα τον ταπείνωνε.
Ο Ηρακλής όταν παρουσιάστηκε στον Αυγεία του είπε ότι μπορούσε να τον σώσει από αυτό το κακό και μάλιστα του απέκρυψε ότι ήταν απεσταλμένος του Ευρυσθέα. Ο Αυγείας τον ρώτησε τι αμοιβή ζητούσε. Ο Ηρακλής ζήτησε ένα μέρος του βασιλείου του ή το ένα δέκατο από τα κοπάδια του. Ο Αυγείας συμφώνησε και μάλιστα κάλεσε και το γιο του, το Φυλέα, να είναι μάρτυρας σε αυτή τη συμφωνία. Βέβαια ο Αυγείας μέσα του δεν πίστευε ότι ο Ηρακλής θα κατάφερνε μέσα σε μια μέρα να τελειώσει τη δουλειά όπως του είχε υποσχεθεί.

Ο Ηρακλής αμέσως έπιασε δουλειά. Δεν ακολούθησε την εντολή του Ευρυσθέα, αλλά άνοιξε ένα βαθύ χαντάκι που περνούσε μέσα από τα χωράφια και τους στάβλους και μέσα σε αυτό διοχέτευσε τα νερά του Αλφειού και του Πηνειού ποταμού. Το ορμητικό νερό περνώντας μέσα από τα χωράφια και τους στάβλους παρέσυρε την κοπριά σε λίγες ώρες και την έριξε στη θάλασσα. Έτσι ο Ηρακλής καθάρισε την κοπριά όπως έλεγε η συμφωνία. Επίσης έδωσε συμβουλές στον Αυγεία πως έπρεπε να κτιστούν οι στάβλοι, έτσι ώστε να καθαρίζονται μόνοι τους με τα νερά των ποταμών που θα περνούσαν από μέσα τους.
Ήρθε η ώρα να ζητήσει την αμοιβή του από τον Αυγεία. Ο Αυγείας έψαχνε τρόπο να μην πληρώσει τον Ηρακλή. Και τον βρήκε. Έμαθε ότι τον Ηρακλή τον είχε στείλει ο Ευρυσθέας να καθαρίσει τη χώρα του Αυγεία από την κοπριά και μάλιστα με τα χέρια του. Αρνήθηκε να τον πληρώσει μιας και ήταν υποχρεωμένος να το κάνει αφού τον είχε διατάξει ο Ευρυσθέας.
Ο Ηρακλής επέμενε και τότε ο Αυγείας πρότεινε να ορισθούν δικαστές για να δώσουν αυτοί τη λύση στη διαφορά τους. Ο Ηρακλής κάλεσε το γιο του Αυγεία, το Φυλέα, που ήταν μάρτυρας στη συμφωνία, ο οποίος αναγνώρησε το δίκιο του και καταδίκασε την άδικη συμπεριφορά του πατέρα του. Ο Αυγείας μετά από αυτό εξοργίστηκε πιο πολύ και έδιωξε τον Ηρακλή και το γιο του. Ο Ηρακλής πήγε πρώτα στην Ώλενο και μετά στις Μυκήνες για να αναγγείλει στον Ευρυσθέα ότι εκτέλεσε την εντολή του. Αυτός όμως δεν ήθελε να του αναγνωρίσει αυτό τον άθλο γιατί δεν τον έκανε όπως τον διέταξε. Ο δε Φυλέας εξορίστηκε στο Δουλίχιο.
Ο Ηρακλής δεν μπόρεσε να δεχτεί αυτή την αδικία εκ μέρους του Αυγεία γι’ αυτό εξεστράτευσε με στρατό εναντίον του. Αφού πέρασε πολλές περιπέτειες, έφτασε στην Ήλιδα, νίκησε τον Αυγεία και ξανάφερε πίσω το Φυλέα στο βασίλειό.

TOY ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Και σε αυτόν τον άθλο ο Ηρακλής παρουσιάζεται ως ο μεγάλος υδραυλικός μηχανικός της εποχής του.

Η πρώτη εικ. είναι από από τη μετόπη του ναού του Διός στην Ολυμπία: ο Ηρακής καθαρίζει τους στάβλους του Αυγεία, πίσω του η θεά Αθηνά που τον συμβουλεύει.
Η τρίτη εικ.: ο Ηρακλής και ο Αυγείας

Βιβλιογραφία: 1) Ελληνική Μυθολογία – Εκδοτική Αθηνών.
2) Άρθρο του καθηγητή Γεωλογίας Η.Μαριολάκου
3) Αιγαίο Βουνό – Η. Τσατσόμοιρος

OI ΣΤΥΜΦΑΛΙΔΕΣ ΟΡΝΙΘΕΣ

Η Στυμφαλία λίμνη βρίσκεται στην Πελοπόννησο και συγκεκριμένα στην ορεινή Κορινθία. Αμέτρητα ήταν τα πουλιά που κούρνιαζαν εκεί. Όταν σηκώνονταν σκοτείνιαζαν τον ήλιο. Οι εικόνες τους στόλιζαν το ναό της Στυμφαλίας Αρτέμιδος, της δέσποινας αυτού του βαλτότονερου. Ήταν ανθρωποφάγα πουλιά που ΄όπως λέγεται τα είχε μεγαλώσει ο Άρης. Τα φτερά τους ήταν τόσο μυτερά που όποιον τον κτυπούσαν τον πλήγωναν.
Ο Ηρακλής πήρε διαταγή από τον Ευρυσθέα να διώξει τα πουλιά από την περιοχή. Ανέβηκε πάνω στο ύψωμα, στην άκρη του βάλτου, κι έσκιαζε τα πουλιά κάνοντας μεγάλο θόρυβο. Λένε ότι είχε χρησιμοποιήσει χάλκινα κρόταλα.
Σε αγγειογραφίες βλέπουμε τον ήρωα να σημαδεύει τα πουλιά με σφεντόνα ή να τα κτυπάει με ένα ραβδί Το κυριότερο όμως όπλο του ήταν το τόξο του. Τα πουλιά που γλύτωσαν από το σημάδι, πέταξαν στο νησί του Άρεως, στη Μαύρη Θάλασσα. Εκεί αργότερα είχαν μαζί τους φασαρίες οι Αργοναύτες. Αφού έφερε και αυτό τον άθλο εις πέρας ο Ηρακλής έφερε τα σκοτωμένα πουλιά στον Ευρυσθέα.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Και ο μύθος αυτός είναι ένα αποστραγγιστικό έργο που αφορά την κοιλάδα της Στύμφαλου, στη Στυμφαλία λίμνη. Η κοιλάδα είχε μόνο μια διέξοδο προς τη θάλασσα,μια καταβόθρα που έφευγαν τα νερά. Οι κατολισθήσεις είχαν φράξει τη μοναδική αυτή πύλη από όπου έφευγαν τα νερά και ο χώρος κρατούσε νερά που σχημάτιζαν έλος με άσχημες συνέπειες. Τα ψοφίμια που σάπιζαν μέσα στα νερά της μάζευαν κοπάδια από σαρκοβόρα πτηνά που είχαν γίνει πληγή αθεράπευτη για τον τόπο. Αυτά τα σαρκοβόρα πτηνά είναι οι Στυμφαλίδες όρνιθες,που καταστρέφανε και μόλυναν τους καρπούς της γης με τα φτερά τους που τα είχαν σαν βέλη και τρέφονταν με ανθρώπινες σάρκες .Πράγματι έτσι είναι, μιας και τρέφονταν από τους κόπους των ανθρώπων,αφού τους κατστρέφανε τη σοδειά τους.

Βιβλιογραφία: 1) Ελληνική Μυθολογία- Εκδοτική Αθηνών
2) Οι ελληνικοί Μύθοι – Ρόμπερτ Γκρέιβς τόμος 2ος
3) Αιγαίο βουνό Η. Τσατσόμοιρος

Ο ΕΡΥΜΑΝΘΙΟΣ ΚΑΠΡΟΣ

Ο Ερύμανθος είναι ένα βουνό στο νομό Αρκαδίας, στα σύνορα με την Αχαΐα και την Ηλία. Εκεί είχε το χοροστάσι της η θεά Άρτεμης. Εκεί στάλθηκε και ο Ηρακλής, με εντολή του Ευρυσθέα, για να εκτελέσει τον τέταρτο άθλο του.
Η Θεά Άρτεμις είχε χαρίσει στον Ερύμανθο ένα τεράστιο αγριόχοιρο. Αυτός από εκεί εξορμούσε σε ολόκληρη την περιοχή της Ψωφίδας και του Λασιώνα στην Πελοπόννησο, όπου τρομοκρατούσε και κατέστρεφε τα σπαρτά των χωρικών, ενώ με τους χαυλιόδοντές του ξέσκιζε όποιο ζώο έβρισκε μπροστά του. Αυτό το ζώο ενοχλούσε και τους Κενταύρους, οι οποίοι δεν μπορούσαν να το αντιμετωπίσουν όταν κατέβαινε στο δάσος της Φολόης για τροφή και νερό.Ο Ηρακλής είχε εντολή να φέρει τον κάπρο ζωντανό στο Άργος. Δύσκολο το έργο του γι’ αυτό πριν πάει να συναντήσει τον κάπρο πέρασε από το φίλο τον Κένταυρο, το Φόλο, για να πάρει πληροφορίες για το ζώο.
Ο Ηρακλής με τέχνασμα οδήγησε το άγριο θηρίο στο φαράγγι της Φολόης, που το είχε φράξει με δίχτυ και αφού το πλησίασε κρυφά και από τα πλάγια, για να μην τον ξεσκίσει με τους χαυλιόδοντές του, το έπιασε και το έδεσε. Πήρε τον κάπρο στους ώμους και τον πήγε στον Ευρυσθέα. Μόλις τον είδε ο Ευρυσθέας από το φόβο του κρύφτηκε σε ένα μεγάλο πιθάρι Ηρακλής σαν ανάθημα έστειλε τα δόντια του κάπρου στο Ναό του Απόλλωνα στην Κύμη.

ΕΡΜΗΝΕΊΑ ΤΟΥ ΜΎΘΟΥ
Ο Ερυμάνθιος κάπρος είναι ο ορμητικός ποταμός Ερύμανθος που, όταν κατεβάζει και ξεχειλίζει προκαλεί μεγάλες πλημμύρες και καταστροφές στον κάμπο της Ψωφίδας πριν χυθεί στον Αλφειό ποταμό. Αυτός ο χείμαρρος ορμούσε σαν κάπρος στον κάμπο και κατέστρεφε τα πάντα. Ο Ηρακλής φτιάχνοντας υδραυλικά έργα τον έκανε χρήσιμο και αρδεύσιμο.
Ακόμη και σήμερα, όταν φυσάει θύελλα το χειμώνα στην περιοχή,οι κάτοικοι λένε ότι “μουγκρίζει ο κάπρος”.

Βιβλιογραφεία: 1) Ελληνική Μυθολογία – Εκδοτική Αθηνών
2) Ελληνική Μυθολογία – Κ. Κερένυι
3) Αιγαίο Βουνό – Η. Τσατσόμοιρος

Ο ΛΕΩΝ ΤΗΣ ΝΕΜΕΑΣ

Στη Νεμέα, που βρίσκεται στην Πελοπόννησο, και συγκεκριμένα στο νομό Κορινθίας, υπήρχε ένα φοβερό και τρομερό λιοντάρι που σύμφωνα με το μύθο, σκότωνε ανθρώπους, κατέστρεφε τα σπαρτά και τις περιουσίες των ανθρώπων. Κανένας δεν είχε καταφέρει να το σκοτώσει. Έτσι έστειλε ο Ευρυσθέας τον Ηρακλή για να το σκοτώσει.

Μέρες ολόκληρες έψαχνε ο Ηρακλής να βρει το λιοντάρι σε βουνά, δάση και χαράδρες, αλλά το λιοντάρι πουθενά. Επιτέλους ένα πρωί στάθηκε τυχερός και βρήκε τα ίχνη του πάνω στο χώμα και τα ακολούθησε μέχρι που έφτασε σε μια πηγή. Αμέσως πήρε τα βέλη του και του έριξε το πρώτο, το λιοντάρι ατάραχο, δεν ένιωσε τίποτα. Ρίχνει και δεύτερο βέλος, που το βρίσκει στο στήθος. τίποτα και αυτή τη φορά, το βέλος πέφτει σπασμένο στη γη… Εκείνη τη στιγμή το λιοντάρι σηκώνει το κεφάλι του και αντικρίζει τον Ηρακλή. Τα μάτια του αγρίεψαν, οι τρίχες του σηκώθηκαν και με ένα πήδημα βρέθηκε κοντά του. Ο Ηρακλής πέταξε το τόξο του στη γη και άρπαξε το ρόπαλό του και το κατέβασε στο κεφάλι του με δύναμη. Το ζώο ζαλίστηκε και τότε ο Ηρακλής το άρπαξε και το έριξε κα΄τω στο χώμα. Ύστερα έσφιξε τα χέρια του γύρω από το λαιμό του και τον τσάκισε. Το λιοντάρι σπαρτάρισε για λίγο και έμεινε ακίνητο.

Ο μύθος λέει ότι μετά έγδαρε το λιοντάρι, πήρε το δέρμα του και αφού το στέγνωσε το φόρεσε και έβαλε τη λιονταροκεφαλή στο κεφάλι του. Πανύψηλος και γεροδεμένος καθώς ήταν προκαλούσε το φόβο σε όποιον τον έβλεπε. Μόλις τον είδε ο Ευρυσθέας κόντεψε να πάθει συγκοπή από την τρομάρα του.

Άλλος μύθος λέει ότι το δέρμα του λιονταριού που φορούσε ήταν από το λιοντάρι του Κιθαιρώνα, που είχε σκοτώσει πριν πάει στον Ευρυσθέα.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Ο κάμπος της Νεμέας ήταν και είναι μια στενή κοιλάδα ανάμεσα σε τρία βουνά, τον Τρικάναρο, τον Απέσα και τον Τρητό.Ο χείμαρρος της Νεμέας, που χύνεται στον Κορινθιακό κόλπο μοιάζει με φίδι που σέρνεται στα στενά των Δερβενακίων. Εκεί στα παλιά χρόνια ήταν μια πόλη η “Κλεωναί”, ακόμη και σήμερα σώζονται κυκλώπεια τείχη.
Αυτός ο χείμαρρος το χειμώνα γινόταν ορμητικός και μαζί με το νερό κουβαλούσε πέτρες, λάσπη, δέντρα και ό,τι άλλο έβρισκε στην πορεία του και έπνιγε ζώα, ανθρώπους και καλλιέργειες, καταστρέφοντας κόπους των κατοίκων και ρημάζοντας ό,τι έφτιαχναν, γι’ αυτούς και τα ζώα τους. Το καλοκαίρι ήταν στεγνός και δε βοηθούσε καθόλου τους ανθρώπους στο πότισμα των καλλιεργειών τους αλλά και των κοπαδιών τους. Πήγε λοιπόν ο Ηρακλής εκεί και με τα υδραυλικά έργα που έκανε απάλλαξε τους κατοίκους από το “ορμητικό λιοντάρι” που δεν ήταν τίποτε άλλο από τον ορμητικό χείμαρρο της Νεμέας.

Βιβλιογραφία: 1) Ελληνική Μυθολογία – Εκδοτική Αθηνών
2) Ελληνική Μυθολογία _ κ. Κερένυι
3) Αιγαίο Βουνό – Η. Τσατσόμοιρος

Η ΛΕΡΝΑΙΑ ΥΔΡΑ

Στο Άργος, στο έλος της Λέρνης ζούσε, τα παλιά χρόνια, ένα τέρας, η Λερναία Ύδρα. Πατέρας της ήταν ο Τυφώνας και μητέρα της η Έχιδνα. Είχε εννέα φιδίσια κεφάλια γεμάτο δηλητήριο. Κάθε τόσο έβγαινε από την κρυψώνα της, ρήμαζε τα κοπάδια και σκορπούσε τον τρόμο στους ανθρώπους. Έδωσε εντολή ο Ευρυσθέας στον Ηρακλή να σκοτώσει το θηρίο.

Ο Ηρακλής αφού πήρε το τόξο, τα βέλη, το ρόπαλό του και φόρεσε τη λεοντή του ξεκίνησε για να συναντήσει το θηρίο. Μέρες ολόκληρες περίμενε ο Ηρακλής το θηρίο αλλά αυτό δε φαινόταν πουθενά. Τότε ο Ηρακλής σκέφτηκε να βάλει φωτιά για να εξαναγκάσει το θηρίο να βγει από τη φωλιά του.

Μάζεψε ξύλα, άναψε φωτιά, ύστερα πήρε τα βέλη του από τη φαρέτρα που ήταν στολισμένα στην άκρη με ένα φτερό αετού, τα άναβε και τα έριχνε στις ξερές καλαμιές. Ο τόπος λαμπάδιασε. Ο βάλτος αναταράχτηκε. Το τέρας εμφανίστηκε αγριεμένο και όρμησε στον Ηρακλή. Εκείνος άρπαξε το σπαθί του κι άρχισε να κόβει τα κεφάλια. Ένα έκοβε δυο φύτρωναν. Ο Ηρακλής φώναξε τον Ιόλαο να φέρει αναμμένα ξύλα και τον διέταξε κάθε φορά που αυτός θα έκοβε ένα κεφάλι αυτός θα έκαιγε την πληγή. Το σχέδιο πέτυχε, η Ύδρα δεν έβγαζε πια κεφάλια. Και εκεί που κοντεύανε να ξεμπερδέψουν πετάχτηκε από το βάλτο ένας πελώριος κάβουρας, χύμηξε στον Ηρακλή και του έδωσε μια γερή δαγκωνιά. Ο Ηρακλής του έδωσε μια με το σπαθί του και του τρύπησε το κόκαλο. Πήρε η θεά Ήρα τον κάβουρα, γιατί αυτή τον είχε στείλει, και τον πέταξε στον ουρανό όπου έγινε ο αστερισμός του Καρκίνου.
Τώρα είχε μείνει το τελευταίο κεφάλι της Ύδρας, που έλεγαν πως ήταν αθάνατο. Με μια δυνατή σπαθιά ο Ηρακλής το έκοψε και το έθαψε κάτω από μια μεγάλη πέτρα. Πριν φύγει, έβγαλε τη χολή της Ύδρας και βούτηξε μέσα στο δηλητήριο τα βέλη του, τα οποία έγιναν θανατηφόρα.

ΕΡΜΗΝΕΊΑ ΤΟΥ ΜΎΘΟΥ

Τα εννέα φαρμακερά κεφάλια της Ύδρας είναι οι εννιά ξεροπόταμοι, οι εννιά χείμαρροι, που ξεσπάνε, το χειμώνα, στον κάμπο της Λέρνης, ο οποίος είναι κλειστός γύρω γύρω από βουνά, με αποτέλεσμα τα νερά τους να κλίνονται και να μην μπορούν να ξεφύγουν στη θάλασσα και να σχηματίζουν λίμνη. Τα νερά αυτά με την ορμή που έχουν παρασύρουν και καταστρέφουν ότι βρεθεί μπροστά τους. Πνίγουν ανθρώπους, ζώα, καταστρέφουν σπίτια και σπαρτά. Μέσα στη λίμνη τα ψοφίμια, που ‘χαν παρασυρθεί το χειμώνα απ’ τους χειμάρρους, το καλοκαίρι σαπίζουν και η βρόμα τους δηλητηριάζει όλη την περιοχή σκορπώντας την ασθένεια της ελονοσίας αλλά και το θάνατο σε ανθρώπους και ζώα. Ο Ηρακλής, “ως μηχανικός υδραυλικός” μάζεψε όλα τα νερά των χειμάρρων σε ένα κεντρικό κανάλι και τα έδιωξε.

Άλλη ερμηνεία του μύθου λέει ότι τα εννέα κεφάλια ήταν πηγές μέσα στο κάμπο που ο Ηρακλής πήγε να τις κλείσει αλλά αμέσως το νερό εμφανιζόταν δεξιά και αριστερά της πηγής. Ο Ηρακλής έκλεισε όλα τα “στόμια” των πηγών και οδήγησε το νερό σε ένα κεντρικό αγωγό, που είχε πάντα νερό.

Ο κεντρικός αγωγός, που δεν στέρευε ποτέ από νερό, μπορούμε να πούμε ότι ήταν το κεντρικό κεφάλι που ήταν αθάνατο και το οποίο έθαψε.
Έτσι πέτυχε την αποξήρανση του βαλτότοπου, ο οποίος μετατράπηκε σε έναν έφορο κάμπο.

Βιβλιογραφία: 1) Ελληνική Μυθολογία-Εκδοτική Αθηνών
2) Αιγαίο Βουνό – Η. Τσατσόμοιρος

« Πιο πρόσφατα Άρθρα

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων