
Εμπέδωση ύλης με ασκήσεις κλειστού τύπου από το λογισμικό Hotpotatoes.
1. http://users.sch.gr/timplalexipar/AUTHORS_AND_TEXTS.jmt
2. http://users.sch.gr/timplalexipar/WERKE_UND_AUTOREN.htm
3. http://users.sch.gr/timplalexipar/NARRATION.htm
Εμπέδωση ύλης με ασκήσεις κλειστού τύπου από το λογισμικό Hotpotatoes.
1. http://users.sch.gr/timplalexipar/AUTHORS_AND_TEXTS.jmt
2. http://users.sch.gr/timplalexipar/WERKE_UND_AUTOREN.htm
3. http://users.sch.gr/timplalexipar/NARRATION.htm

Δ. Σωτηρίου, Οι επισκέπτες
Η λατρεία της μάθησης
Από μικρό παιδί ένιωθα μια φλόγα να με καίει. Ήθελα να εκφραστώ, να γράψω. Πώς όμως; Γράμματα δεν ήξερα. Ως τα οχτώ μου χρόνια, όπως σου είπα, αγνοούσα και αυτό το αλφάβητο. Κανείς απ’ τους υπεύθυνους για την αγωγή μου δεν είχε διάθεση να ικανοποιήσει τη λαχτάρα που ένιωθα για τα γράμματα. Παρακάλεσα κάποτε την άλλη φυλακισμένη, τη μητέρα μου, να μου δείξει αυτή λίγα γραμματάκια που ήξερε. Η καημενούλα έκανε προσπάθεια ν’ ανταποκριθεί. Άρχισε από το «Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός …». Αυτό το ελάχιστο που μπόρεσε να μου δώσει το άρπαξα και από τότε μόνη μου επιδόθηκα με το ζήλο εφευρέτη, γιατί πραγματικά εφεύρισκα όσα εκείνη δεν ήξερε να μου εξηγήσει. Αυτό ήταν το πρώτο μου ξεκίνημα, μια και ο πατέρας μου και ο αδελφός μου που είχαν φοιτήσει στα μεγαλύτερα Κολέγια και Πανεπιστήμια της Ευρώπης, ούτε ήθελαν ούτε καταδέχονταν να ασχοληθούν με τη μόρφωση ενός κοριτσιού. Τους φαινόταν ανήκουστο και επιζήμιο να γυρεύει γράμματα ένα κορίτσι!
Ωστόσο, μια φορά που ζήσαμε για λίγες μέρες με τον πατέρα μου στην εξοχή και δεν είχε πώς να περάσει την ώρα του, το βρήκε διασκεδαστικό να μου δείξει να διαβάζω ιταλικά. Ήταν σίγουρος πως δεν θα καταλάβαινα και πολλά πράγματα. Εγώ όμως άνοιξα μάτια και αυτιά και όλα τα πορτοπαράθυρα του μυαλού μου και ρούφηξα τη διδαχή του όπως το ξερό σφουγγάρι το νερό. Από κει και πέρα τη γλώσσα την έμαθα με τη βοήθεια μιας «Μεθόδου εκμαθήσεως της Ιταλικής γλώσσης», που την ανακάλυψα στη βιβλιοθήκη. Από τη μια σελίδα είχε το ιταλικό κείμενο και από την άλλη την ελληνική εξήγησή του. Ανασκουμπώθηκα λοιπόν και άρχισα το επίμονο και τόσο απολαυστικό έργο της αυτομόρφωσης. Η χαρά και η ικανοποίησή μου ήταν τόση, θαρρείς και είχα ανακαλύψει χρυσωρυχείο… Έπεσα με τα μούτρα στις γραμματικές και στα συντακτικά και προχώρησα γρήγορα και στις δύο γλώσσες.
Αυτή η τόσο θερμή προσήλωσή μου στο διάβασμα φυσικό ήταν να με κάνει να παραμελώ το μισητό εργόχειρο, πράγμα που δυσαρέστησε τη μητέρα και τη γιαγιά μου. Πού ακούστηκε κορίτσι να παρατάει το εργόχειρο για διαβάσματα! Όσο όμως εκείνες μ’ εμπόδιζαν τόσο φούντωνε μέσα μου η φλόγα για μάθηση. Ήθελα να τους πω, τι κατάλαβαν αυτές που έμεινα τυφλές μέσα στο μαύρο σκοτάδι της αμάθειας. Μα πού να το αποτολμήσω … Εδώ δεν είπα κάτι πιο ανεκτό: «Αφού δε μου φέρνετε δάσκαλο, αφήστε με τουλάχιστον να μελετάω ένα δύο ώρες μοναχή μου». Έτσι τα διαβάσματα γίνονταν κρυφά σαν να έκανα κάποια κακή πράξη.
Την εποχή αυτή η μητέρα μου έφερε στον κόσμο ένα ωραίο αγοράκι, πράγμα που της έδωσε μεγάλη χαρά. Σ’ εμένα αναθέσαν τις δουλειές που εκείνη έκανε στο σπίτι. Ένα βράδυ μ’ ανακάλυψε ο πατέρας μου ριγμένη στο διάβασμα. Για κακή μου τύχη είχα ξεχάσει να βάλω αποβραδίς μέσα το κλουβί με το καναρίνι. Με πρόσχημα τη μικρή αυτή παράλειψη άρχισε να φωνάζει και να με μαλώνει και να λέει πως τα γράμματα «εσκότισαν» το μυαλό μου και με κάναν να ξεχνώ τα καθήκοντά μου. Αυτό με πλήγωσε και με φόβισε γιατί σκέφτηκα πως ό,τι στραβό θα έκανα από δω και πέρα, για όλα θα φταίγανε τα γράμματα …
Ε ρ ω τ ή σ ε ι ς
1α. Να διακρίνετε το κεντρικό λογοτεχνικό πρόσωπο του έργου. Πώς κρίνετε τις επιμέρους πράξεις, τα λόγια και τις εν γένει αντιδράσεις του λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο εγγράφεται η δράση του;
1β. Ποια μορφή ανισότητας μεταξύ των δύο φύλων εντοπίζετε στο απόσπασμα; Να τη συνδέσετε με την καθημερινή σας εμπειρία!
2α. Αφηγηθείτε τις «περιπέτειες» της Ελισάβετ Μαρτινέγκου στη 2η και στην 4η παράγραφο από την οπτική γωνία του πατέρα!
2β. Να πάρετε τη θέση της Ελισάβετ Μαρτινέγκου και να γράψετε μια σελίδα (120-150 λέξεις) του ημερολογίου της, η οποία να απηχεί τις σκέψεις και τα συναισθήματά της μετά τη σύγκρουση με τον πατέρα της.
Γ. Θεοτοκάς, Αργώ
Η Αργώ είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γ. Θεοτοκά (1905-1966) και αποτελεί σταθμό για τα Γράμματά μας από την άποψη ότι έρχεται να συνδέσει την ελληνική πεζογραφία με το ευρωπαϊκό μυθιστόρημα. Το προσφυγικό πρόβλημα, η πολιτική αστάθεια και ο αριβισμός μιας μερίδας τον πολιτικού κόσμου, το στρατιωτικό πραξικόπημα και η αβεβαιότητα για την επιβίωση του ελληνικού κράτους, αποτελούν το ιστορικό πλαίσιο της Αργώς. Ένας από τα βασικά πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι ο Δαμιανός Φραντζής· κατάγεται από παλιά οικογένεια εμπόρων της Πόλης, που έχει αυτή ξεπέσει οικονομικά.
«Σαν ο Δαμιανός τελείωσε τη τρίτη του ελληνικού, ο γερο-Φραντζής είπε πως αρκετά γράμματα είχε μάθει και ήτανε καιρός να πιάσει δουλειά. Ο μικρός θα ήτανε δεκατριώ ή δεκατεσσάρω χρονώ. Μόλις άρχιζε να αποκτά μια συνείδηση κάπως καθαρή του κόσμου και τον κατείχε κιόλας το πάθος της γνώσης. Ρουφούσε αχόρταστα ό,τι έντυπο του έπεφτε στα χέρια, λαϊκά αναγνώσματα. εφημερίδες, εκκλησιαστικά βιβλία. Το ασχημάτιστο και ερεθισμένο πνεύμα του δεν μπορούσε να σταματήσει πουθενά, γλιστρούσε απάνω απ’ όλα αυτά τα απλοϊκά διαβάσματα προς όλες τις μεριές, προμάντευε θολά και λαχταρούσε κάποιες ανώτερες περιοχές της μάθησης. Δεν ήξερε βέβαια τι νόημα είχαν αυτά τα άγνωστα πράματα που τον σαγήνευαν τόσο. Ακολουθούσε αυθόρμητα την ορμή της ψυχής του, που τον έσερνε προς τα εκεί, και ονειρευότανε να γίνει μια μέρα ένας μεγάλος δάσκαλος που να κατέχει καλά, με τα δυο του χέρια, όλην τη σοφία των ανθρώπων, όλα τα βιβλία, όλα τα «γράμματα», και να μοιράζει γενναιόδωρα αυτούς τους θησαυρούς στους τριγυρινούς του. Η ικανότητα του να μαθαίνει ήτανε καταπληκτική κι η υπεροχή του αναγνωρισμένη σ’ όλο το σχολειό από δασκάλους και μαθητές.
Μόλις πληροφορήθηκε τις προθέσεις του πατέρα του, να τον σταματήσει από το σχολείο, ο μικρός έμπηξε τα κλάματα και τις φωνές. Δεν ήθελε, δεν μπορούσε να αρνηθεί τα βιβλία του και τα όνειρά του. Ζήτησε βοήθεια τριγύρω του, μα ούτε η μάνα του ούτε οι αδελφές του ήταν ικανές να καταλάβουν τον καημό του. Τον ψευτοπαρηγόρησαν λιγάκι και ύστερα τον κορόιδεψαν και του γύρισαν τις πλάτες. Ο μικρός μαζεύτηκε σε μια γωνιά, χτυπούσε το στήθος του με τις γροθίτσες του ούρλιαζε μες στους λυγμούς του:
-Θέλω γράμματα! Θέλω γράμματα!
Ο Παπασίδερος τόλμησε κάποτε να ανακατωθεί.
-Το παιδί αγαπά τα γράμματα, είπε. Πρέπει να σπουδάσει αφού είναι θέλημα Θεού.
-Το γένος δεν έχει ανάγκη από πολλά γράμματα, αποκρίθηκε απότομα και ξερά ο γερο-Φραντζής, το γένος έχει ανάγκη από παράδες. Με τους παράδες θα αρματώσουμε καράβια και θα κάνουμε στρατό και θα ξαναπάρουμε την Πόλη και την Αγια-Σοφιά, να γίνει το θέλημα του Θεού.
Κι ενώ ο παπάς κάτι προσπαθούσε να αντιλογήσει, ο γέρος, βρόντησε τη γροθιά του απάνω στο τραπέζι και ξεφώνισε:
-Σκασμός, παπά! Αφέντης είμαι στο σπιτικό μου και δεν έχω να δώσω λόγο μηδέ σ’ εσένα μηδέ στο ντοβλέτι .
Και με τη φωνάρα του ο Δαμιανός τρόμαξε τόσο πολύ που του κοπήκανε μονομιάς τα δάκρυα και τις γυναίκες τις έπιασε πανικός και βγήκανε στο δρόμο και κρυφομιλούσανε φοβισμένες με τις γειτόνισσες.
Ο Παπασίδερος μάζεψε τα ράσα του κι έφυγε αμίλητος. Ο γερο-Φραντζής ήτανε πρεσβύτερος του και το κάτω της γραφής αφέντης ήτανε, όπως έλεγε. Δικαίωμα του να κανονίζει κατά το κέφι του τις τύχες της γυναίκας του και των παιδιών του. Οι τριγυρινοί χρωστούσανε να σέβονται τη νόμιμη εξουσία του οικογενειάρχη και να μην του δημιουργούνε ζιζάνια. Τέτοια ήτανε τότε, στις πολίτικες συνοικίες, η καθιερωμένη τάξη των πραγμάτων.
Ο μικρός στρώθηκε κάποτε στη δουλειά θέλοντας και μη. Βοηθούσε όλη μέρα τον πατέρα στο μαγαζί ή έτρεχε στα ψώνια και στα θελήματα από τη μιαν άκρη της Πόλης στην άλλη, φορτωμένος ζεμπίλια και μπόγους. Το βράδυ, σαν έκλεινε το μαγαζί, καθότανε με τις ώρες στο φως του κεριού, να μετρά τις εισπράξεις της ημέρας και να κρατά τα κατάστιχα. Γυρνούσε σπίτι του, αργά τη νύχτα βουτηγμένος στη λάσπη, κατάκοπος, ζαλισμένος, μην ακούοντας ποτές έναν καλό λόγο από κανέναν. Μονάχα γκρίνιες, καβγάδες, κλαψιαρίσματα και το μουγκρητό του πατέρα, που τον κυνηγούσε, παντού.
Αυτή η κατάσταση βάσταξε μερικούς μήνες. Ο Δαμιανός, παρά την κούρασή του και παρά τις φωνές, που δεν τον άφηναν ούτε μια μέρα να ηρεμήσει, δεν εννόησε να το βάλει κάτω. Στριφογύριζε συνεχώς τα μεγάλα σχέδια του στο κεφάλι του και πάσχιζε να κλέψει καμιάν ώρα από τη δουλειά ή τον ύπνο για να τον αφιερώσει στα αγαπημένα του «γράμματα». Είχε φτιάσει κρυψώνες στις πιο απόμερες γωνιές του σπιτιού, του μαγαζιού για να χώνει τις φυλλάδες του, τις ξέθαβε και τις μελετούσε σαν ήτανε μόνος. Άλλοτε πάλι κατόρθωνε το σκάσει στις ακτές του Τοπχανά ή του Ντολμά- Μπαξέ, ξαπλωνόταν σε κανέναν έρημο κήπο και διάβαζε ή ονειροπολούσε, κοιτάζοντας τα νερά του Βοσπόρου. Τον έπιανε τότες ένα βαρύ παράπονο κι έκλαιγε μοναχός με το πρόσωπο χωμένο στα χορτάρια. Ο γερο Φραντζής, σαν τον τσάκωνε να διαβάζει, τον έδερνε και του έσκιζε τα βιβλία, φωνάζοντας τον τεμπέλη, χασομέρη και παράσιτο. Οι γυναίκες παρακολουθούσαν τις σκηνές από μακριά, χωρίς να μιλούν, μα, σαν ξεθύμαινε ο γέρος, μάλωναν κι αυτές το αγόρι με τη σειρά τους:
-Γιατί μωρέ πεισματάρικο, δεν κάνεις το θέλημα του αφέντη σου, να ησυχάσει τα αυτός, να ησυχάσουμε κι εμείς από τα νεύρα του και τις φωνάρες του, που πάει να μας ξεμυαλίσει; Γιατί, μωρέ μυξιάρικο, δε λυπάσαι τη μάνα σου και τις αδερφές σου;
-Θέλω γράμματα! αποκρινότανε κλαίγοντας το παιδί.
Ένα τέτοιο ξυλοκόπημα πιο γερό ίσως από τα άλλα, έκρινε την κατάσταση. Ο Δαμιανός, ένα βράδυ, το ‘σκασε από το σπίτι του και κανείς δεν τον είδε τρεις ολόκληρες μέρες. Περιπλανήθηκε μες στην Πόλη, χειμώνα καιρό, σα χαμένο σκυλί, και κοιμήθηκε ο Θεός ξέρει πού. Μονάχα το τρίτο βράδυ πρόβαλε στην πύλη της Παναγιάς, κουρελιασμένος, καταλασπωμένος, δαρμένος από τον πυρετό κι από την πείνα, για να ζητήσει τη βοήθεια του Παπασίδερου..»
Ε ρ ω τ ή σ ε ι ς
1α. Το απόσπασμα προέρχεται από το μυθιστόρημα Αργώ του Γ. Θεοτοκά. Η δράση του ξετυλίγεται στην τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Παρουσιάζει την εποχή, μετά το τέλος του Α’ Μεγάλου Πολέμου και τη Μικρασιατική Καταστροφή, με τα κοινωνικά της προβλήματα. Το πλήθος των ηρώων κινείται γύρω από τον ίδιο πόλο: τις τάσεις μιας γενιάς αισιόδοξης και δημιουργικής, που οι συνεχείς εθνικές καταστροφές την οδήγησαν σε βαθιά απογοήτευση.
Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, πώς σκιαγραφείται η προσωπικότητα του πατέρα και πώς κατά την άποψή σας συνέβαλαν οι ιστορικές συνθήκες στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του;
1β. Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι ο πατέρας αρνείται στον γιό του να μάθει γράμματα; Πώς τον κρίνετε με τα δεδομένα της εποχής μας;
2α. Αφηγηθείτε τη σύγκρουση του Παπασίδερου και του γερο-Φραντζή, όπως αυτή περιγράφεται στο υπογραμμισμένο τμήμα του κειμένου, από την οπτική γωνία του Παπασίδερου!
2β. Να ταυτιστείτε με το νεαρό Δαμιανό Φραντζή και να γράψετε μία παράγραφο 100 λέξεων από το ημερολόγιό του μετά από την σύγκρουση με τον πατέρα του.
Β ι ω μ α τ ι κ έ ς ε ρ γ α σ ί ε ς
1. Στα προηγούμενα κείμενα οι δύο νέοι, Ελισάβετ Μουτζάν – Μαρτινέγκου και ο Δαμιανός Φραντζής στάθηκαν αντιμέτωποι με φυλετικές και πολιτικές/ιστορικές ανισότητες που εμπόδισαν την ολοκλήρωση των σπουδών τους. Ζώντας και μεγαλώνοντας στην «Ελλάδα της κρίσης», ποιες κατά τη γνώμη σου ανισότητες – δυσκολίες έχει να αντιμετωπίσει ένας νέος σήμερα όσον αφορά τη μόρφωσή του; (2-3 παράγραφοι)
2. Η δεκαεξάχρονη Μαλάλα Γιουσαφζάι, Πακιστανή ακτιβίστρια που αγωνίζεται για το δικαίωμα των κοριτσιών στην εκπαίδευση, έγινε διεθνώς το σύμβολο κατά του θρησκευτικού εξτρεμισμού. Επειδή αψήφησε την απαγόρευση που είχαν επιβάλει οι Ταλιμπάν από το 2007 έως το 2009 στην κοιλάδα του Σαβάτ, όπου διέμενε με την οικογένειά της, και υπερασπίστηκε το δικαίωμα των κοριτσιών να πηγαίνουν στο σχολείο, η Μαλάλα μπήκε στο στόχαστρο των ισλαμιστών. Στις 9 Οκτωβρίου 2012 ένας ένοπλος μπήκε στο σχολικό λεωφορείο με το οποίο επέστρεφε στο σπίτι της και την πυροβόλησε στο κεφάλι.
Η Μαλάλα επέζησε και σήμερα ζει με την οικογένειά της στη Βρετανία, όπου είχε μεταφερθεί για νοσηλεία μετά το βαρύτατο τραυματισμό της. Τους τελευταίους μήνες, αφού ανέρρωσε πλήρως, έχει συναντηθεί με πολλούς ηγέτες, μεταξύ των οποίων με τη βασίλισσα Ελισάβετ και τον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, ενώ έχει εκφωνήσει ομιλίες στα Ηνωμένα Έθνη και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Της απονεμήθηκαν πλήθος τιμητικών διακρίσεων. Το σύνθημά της είναι: «ένα παιδί, ένας δάσκαλος, ένα στυλό και ένα βιβλίο μπορούν να αλλάξουν το κόσμο»
Α) Παρακολούθησε το βίντεο με τη συνέντευξη της Μαλάλα Γιουσαφτζάϊ. Για ποιο λόγο σύμφωνα με τη νεαρή Πακιστανή στοχοποιήθηκε η εκπαίδευση στο καθεστώς των Ταλιμπάν και ειδικότερα η μόρφωση των κοριτσιών; (1-2 παράγραφοι)
Β) Ποιο ρόλο έπαιξε η οικογένεια της Μαλάλα Γιουσαφτζάϊ και μάλιστα ο πατέρας της στη διαμόρφωση των πεποιθήσεων και των επιδιώξεων της συνομήλική σας κοπέλας; (1-2 παράγραφοι)
Καλωσήρθατε στο Blogs.sch.gr. Αυτή είναι η πρώτη σας δημοσίευση. Αλλάξτε την ή διαγράψτε την και αρχίστε το “Ιστολογείν”!