Η μάχη του Φαρδυκάμπου (Μάρτιος 1943): εποποιία και διχασμός

XAΪΔΑΡΙ-13.12

Από αριστερά: Πατούλη Κρυσταλλία, Μαρία Μποντίλα, Λεωνίδας Χρυσομάλης και Θανάσης Καλλιανιώτης. Δημαρχείο Χαϊδαρίου 13.12.13 (φωτογραφία Αναστασίας Γερακίτη)

Ανακοίνωση στην ημερίδα «πρόγραμμα Ελπίδα, η ιστορία της ενεργούς μνήμης της Ευρώπης. Εκείνοι που αντιστάθηκαν στο Χίτλερ. Προς τιμήν και σε μνήμη των θυμάτων του Ναζισμού», οργανωμένη από το Δήμο Χαϊδαρίου.

 

Αγαπητοί μαθητές, κυρίες και κύριοι, ευχαριστώ πολύ το Δήμαρχο Χαϊδαρίου και τους οργανωτές για την τιμή της ομιλίας κι εσάς επίσης που παρευρίσκεστε. Είμαι στη διάθεσή σας στο διάλογο που θα ακολουθήσει.

Το θέμα μου σχετίζεται με μία σημαντική εποποιία απλών ανθρώπων όπως ο παριστάμενος στη φωτογραφία καβαλάρης, κάτοικος της κωμόπολης Σιάτιστας, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, την οποία ακολούθησε βαθύς διχασμός.

Την παρούσα ανακοίνωση διατρέχουν οι εξής άξονες:

α) η αιχμαλωσία ενός ιταλικού τάγματος στη θέση Φαρδύκαμπος Σιάτιστας από μόνιμους αντάρτες και παροδικούς ένοπλους πολίτες, γεγονός πρώιμο για την κατοχική Ελλάδα

β) εξ αιτίας αυτού δημιουργήθηκε ελεύθερη περιοχή, η οποία επέτρεψε την περαιτέρω ανάπτυξη του ανταρτικού κινήματος

γ) τα αντίποινα που ακολούθησαν και η προσπάθεια επιβολής στην πράξη του κράτους των ανταρτών επέφερε  τη διχόνοια μεταξύ των Ελλήνων, η οποία σύντομα μεταφράστηκε σε εμφύλιο πόλεμο.

Ως διδάγματα για την περίπτωση θα μπορούσαν να διατυπωθούν δύο ιστορικά δοκιμασμένα κι ένα πρωτότυπο. Πρώτον πως οι Έλληνες όταν ενώνονται μεγαλουργούν. Έπειτα ό,τι θεωρείται απίθανο, είναι στην πραγματικότητα πραγματοποιήσιμο όταν υπάρχει θάρρος και επιμονή –τα δύο τελευταία λείπουν σήμερα για να γίνει πιθανό το απίθανο. Και τελευταίο πως οι ατομικές και οι κομματικές φιλοδοξίες δεν συνεισφέρουν ποτέ στην ομόνοια.

Η Δυτική Μακεδονία είναι περιοχή μακριά από το κέντρο της Αθήνας. Τρεις μόνον δεκαετίες είχαν περάσει από όταν απελευθερώθηκε από τους Τούρκους και η κατάσταση ήταν ρευστή. Η εγγύτητα των συνόρων, ειδικά με τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία, και η γλωσσική ποικιλία (ελληνικά, σλαβικά, αλβανικά, βλάχικα, αθιγγανικά, εβραϊκά και τουρκικά, συν την ποικιλία των διαλέκτων) ομού με τα συμφέροντα πολιτικών, πολιτευτών, συνδικαλιστών, κομματικών στελεχών, κατόχων μέσων επικοινωνίας κι ως συνήθως τυχοδιωκτών δημιουργούσε εθνικισμούς, φανερούς ή λανθάνοντες.

Όταν τελείωσε ο πόλεμος της Αλβανίας την άνοιξη του 1940 η περιοχή γέμισε με όπλα και πολεμοφόδια, τα οποία πετούσαν οι φαντάροι που αποστρατεύονταν. Σπίτι μας εμείς είχαμε ένα αντιαρματικό τουφέκι. Η πυκνή σιδηροφορία εμπλεκόταν άμεσα με την πολεμική εμπειρία που διέθεταν οι κάτοικοι, από την εποχή της Τουρκοκρατίας οι μεγαλύτεροι, από τις μάχες στο αλβανικό μέτωπο οι νεότεροι.

Η περιοχή χωρίστηκε σε ζώνες κατοχής. Οι Βούλγαροι απειλούσαν από Βορρά, οι Γερμανοί κράτησαν την πεδινή ζώνη, ενώ τα ορεινά έλαβαν οι Ιταλοί. Η μάχη του Φαρδυκάμπου έλαβε χώραν στην ιταλοκρατούμενη ζώνη, επειδή εκτός άλλων οι Ιταλοί ήταν ευεπίφοροι στις ξένες προπαγάνδες και στον προσωπικό εξευτελισμό Ελλήνων, κάτι που απέφευγαν οι σοβαρότεροι Γερμανοί.

Το πρώτο χτύπημα της ακομμάτιστης πλειονότητας των ανταρτών δόθηκε κοντά στο χωριό Σνίχοβο Χασίων. Αμέσως ακολούθησε δεύτερο λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα, στον οικισμό Οξύνεια. Το τρίτο ήταν αναμενόμενο. Χρειάζεται πάντα μία αρχή για να ακολουθήσουν τα επόμενα, αλλά αυτή, παρότι δύσκολη , είναι θαυμαστή.

Οι οργανώσεις αντίστασης στη Δυτική Μακεδονία απλώνονταν από το φανερό στο κρυφό, ήταν ένοπλες κι άοπλες. Μέσα στον κρατικό μηχανισμό, στην Ελληνική δηλαδή Πολιτεία, υπήρχαν στελέχη της που αντιπαθούσαν τους κατακτητές. Ιδιαίτερα τις ξένες προπαγάνδες πολεμούσαν δεξιές οργανώσεις όπως η ΥΒΕ και η ΕΚΑ αποτελούμενες κυρίως από αξιωματικούς του Στρατού. Το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ ήταν δημιούργημα των κομμουνιστών της εποχής. Η βάση των ειρημένων οργανώσεων ήταν φυσικά η ίδια, ο πατριώτης λαός, που δεν ήξερε πάντα τις επιδιώξεις της ηγεσίας του.

Πριν λάβει χώραν η μάχη του Φαρδυκάμπου προηγήθηκε ενέδρα ανταρτών του ΕΛΑΣ κι ενόπλων πολιτών στη θέση Βίγλα, λίγο έξω από την κωμόπολη της Σιάτιστας, κατά την οποία κυριεύτηκαν 10 ιταλικά φορτηγά. Ήταν μία επιτυχής πρόβα για την επόμενη μάχη όχι μόνο ως προς το υλικό της μέρος (κατασχεμένα τρόφιμα και πολεμοφόδια από την ενέδρα) αλλά και για το ηθικό, το οποίο ενίσχυσε τις πρόσφατες δόξες της Αλβανίας.

Έπειτα από την ενέδρα της Βίγλας ένα ιταλικό τάγμα ξεκίνησε από τα Γρεβενά για να εκδικηθεί τη Σιάτιστα, μάλλον με διορισμένους και χωρίς ουσιαστικά προσόντα –ως συνηθίζεται σήμερα στο πνεύμα και τη διοίκηση- ηγέτες. Έπειτα από διήμερη πεζοπορία, κάκιστο εφοδιασμό με τρόφιμα και νερό, δυο βράδια ύπνο στην παγωμένη ύπαιθρο με ελαφριά στολή και σκεπάσματα, δυο μέρες μάχης κάτω από καυτό ήλιο και παντελή αγνωσία του τόπου, οι Ιταλοί έψαχναν να παραδοθούν.

Οι κάτοικοι της Σιάτιστας, ορισμένους από τους οποίους βλέπετε στη φωτογραφία ως αντάρτες του ΕΛΑΣ, αντιστάθηκαν σκληρότατα. Ιδιαίτερα ξεχώρισε ο Γιάννης Στεργίου, ταπεινός οπωροπώλης που με το παλτό γεμάτο χειροβομβίδες ανέτρεψε τους Ιταλούς στην κρισιμότερη φάση στα πρόθυρα της Σιάτιστας –σήμερα τις δάφνες επιθυμούν μαεστρικά οι αμέτοχοι. Εκτός τούτων οι επιθέσεις δεξιών και αριστερών ανταρτών κατά των Ιταλών δεν είχαν σταματήσει ποτέ. Ο κλοιός γύρω τους είχε σφίξει πολύ δυνατά.

Όχι μόνο στο πεδίο της μάχης είχαν περικυκλωθεί οι Ιταλοί, αλλά και με μακρινές ενέδρες σε τρία σημεία για απόκρουση τυχόν ενισχύσεων. Το σχέδιο είχαν εξυφάνει 5 μάχιμοι ταγματάρχες, μέλη της οργάνωσης ΥΒΕ/ΕΚΑ που ήταν παρόντες στη σκηνή του δράματος. Οι Ιταλοί δεν είχαν ουδεμία ελπίδα διαφυγής.

400 λοιπόν αιχμάλωτοι Ιταλοί στο Φαρδύκαμπο τη δεύτερη μέρα των συγκρούσεων. Πολύς οπλισμός και πυρομαχικά στα χέρια των Ελλήνων και ηθικό εξυψωμένο στα ουράνια. Η μεγάλη νίκη επέφερε όμως τεράστια αντίποινα, όταν προσήλθε εκδικητικά από τη Λάρισα στην περιοχή η ιταλική μεραρχία Φορλί καίγοντας οικισμούς, εκτελώντας αμάχους και καταστρέφοντας οίκους και υποδομές.

Στη Δυτική Μακεδονία 307 ανθρώπους φόνευσαν εν συνόλω οι Ιταλοί από το 1941 έως το 1943, οι περισσότεροι από αυτούς ήταν άμαχοι που εκτελέστηκαν χωρίς ιδιαίτερο λόγο, συνεργώντας κι αυτοί μαζί με τους Βούλγαρους, το Κομιτάτο και τους Γερμανούς στον απορφανισμό των Ελλήνων.

Δήωσαν έπειτα κι αποχώρησαν διαπαντός από την περιοχή οι Ιταλοί. Είχαν σειρά τώρα οι Γερμανοί της διπλανής ζώνης; Αν ναι, τα αντίποινα θα ήταν τρομακτικότερα. Ποιος θα αναλάμβανε το κόστος αυτών, οι δεξιοί ή οι αριστεροί; Ποιοι θα ήταν οι νέοι ηγέτες, οι διορισμένοι έμπειροι ή οι νέοι που ξεπρόβαλαν με φαντασία και τόλμη στη σκηνή;

Αποφασισμένο το ΕΑΜ για την κτήση της εξουσίας άρχισε να δομεί το κράτος του στην ελεύθερη περιοχή, ένα κράτος σκληρών καθοδηγητών, ωμών χωρικών και ρομαντικών νέων όπου η πραγματικότητα μπλεκόταν με τη φαντασία στη σφαίρα της πολιτικής επικοινωνίας.

Με λεκτικές στην αρχή διαφορές και μικρές διαμάχες για το ψωμί η διαμάχη δεξιών κι αριστερών ανταρτών γρήγορα κατέληξε σε εμφύλιες συγκρούσεις με αιματηρές επιθέσεις του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ εναντίον των ενόπλων της ΥΒΕ/ΕΚΑ. Λίγο αργότερα οι πεδινοί κάτοικοι θα λάβουν όπλα κάτω από τη σκέπη των Γερμανών. Ο κατοχικός εμφύλιος πόλεμος έριξε τη βαριά σκιά του στη σκηνή το επόμενο έτος και συνεχίστηκε σκληρότερος ως το τέλος της δεκαετίας. Ό,τι είχε κερδηθεί στο Φαρδύκαμπο είχε περάσει στο παρελθόν.

Υ.Γ. Για την οπτική της παρουσίαση πατήστε εδώ.

Κατηγορίες: ΟΜΙΛΙΕΣ. Προσθήκη στους σελιδοδείκτες.

Αφήστε μια απάντηση