Κυπριακά Ερωτικά Ποιήματα

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α’ Λυκείου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τα “Κυπριακά ερωτικά ποιήματα” ή “Ρίμες Αγάπης”, που χρονολογούνται το 16ο αιώνα μ.Χ. (1546-1570), αποτελούν το σπουδαιότερο μνημείο της Μεσαιωνικής Κυπριακής Λογοτεχνίας. Ο ποιητής των ποιημάτων αυτών μας είναι άγνωστος. Κάποιες μαρτυρίες που έχουμε για τη ζωή του τις αντλούμε μέσα από τα ποιήματα του. Είναι βέβαιο ότι καταγόταν από εύπορη οικογένεια ήταν μορφωμένος και γνώριζε καλά την ιταλική γλώσσα. Ορισμένα από τα ποιήματα του αποτελούν μεταφράσεις από τα ποιήματα του Πετράρχη και άλλων οκτώ Ιταλών ποιητών του 16ου αιώνα. Σ’ όλα τα υπόλοιπα είναι φανερή η πετραρχική επίδραση.

Η συλλογή των Κυπριακών ερωτικών ποιημάτων αποτελείται από 156 ποιήματα. Η γλώσσα των ποιημάτων είναι η καθομιλουμένη Κυπριακή. Στη συλλογή υπάρχει ποικιλία στίχων και στροφικών συστημάτων.

ΔΙΑ ΣΗΜΑΔΙΝ ΕΧΩ ΛΙΟΝΤΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Το ποίημα αυτό, που ανήκει στην ποιητική συλλογή “Ρίμες Αγάπης”, αποτελείται από δύο στροφές. Κάθε στροφή αποτελείται από οχτώ στίχους, γι’ αυτό και ονομάζεται οκτάβα. Κάθε στίχος έχει οκτώ συλλαβές. Το μέτρο του ποιήματος είναι τροχαϊκό οκτασύλλαβο. Το ποίημα χαρακτηρίζεται από σταυρωτή ομοιοκαταληξία.

ΓΛΩΣΣΙΚΑ-ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ

  • σημάδιν = σύμβολο

  • βιγλώντα < βιγλίζω = κοιτάζω

  • χάσκω = κοιτάζω

  • πάσκω = προσπαθώ

ΔΟΜΗ

  • 1η Ενότητα: Το λιοντάρι

  • 2η Ενότητα: Η καρδιά

ΑΝΑΛΥΣΗ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ 

Στην πρώτη στροφή ο ποιητής μιλά για ένα λιοντάρι. Το λιοντάρι είναι σύμβολο δύναμης και γι’ αυτό ήταν το σύμβολο των ευγενών. Το λιοντάρι αυτό περιγράφεται από τον ποιητή ως λαμπρό (μοιάζει με άστρο). Στέκεται κάτω από ένα τεράστιο δέντρο και λαχταρά να πηδήξει πάνω σ’ αυτό.

Στη δεύτερη στροφή ο ποιητής παρομοιάζει την καρδιά του με το λιοντάρι. Η καρδιά του ζητά το αντίστοιχο που ζητά το λιοντάρι, δηλαδή να πηδήξει ψηλά πάνω στο δέντρο. Φαίνεται πως το λιοντάρι έχει τη δυνατότητα να το κάνει (συνήθως όμως δεν το πετυχαίνει). Η καρδιά όμως του ποιητή δηλώνεται εξ’ αρχής ότι δεν μπορεί να φτάσει ψηλά (“και μη δύνοντα να φτάσει …”)

Υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα σ’ αυτό που ποθεί το λιοντάρι και σ’ αυτό που ποθεί η καρδιά του ποιητή. Το λιοντάρι θέλει να πηδήξει πάνω στο δέντρο, δεν θέλει να φτάσει στην κορυφή. Αντίθετα η καρδιά του ποιητή θέλει να φτάσει στην κορυφή.

Τι είναι, όμως τελικά, αυτό που πραγματικά ποθεί ο ποιητής; `Οπως ήδη αναφέραμε το ποίημα εντάσσεται στη συλλογή κυπριακών ερωτικών ποιημάτων. Εδώ ο ποιητής λαχταρά να κατακτήσει μια γυναίκα. Η γυναίκα όμως αυτή δεν ανταποκρίνεται στον έρωτα του είτε γιατί είναι πολύ πλούσια είτε γιατί δεν τον αγαπά. `Ετσι ο έρωτας του ποιητή δεν έχει ανταπόδοση.

 

ΟΝΤΑΝ ΤΑ’ ΜΝΟΣΤΑ ΜΜΑΤΙΑ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΣΙΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Το κυπριακό ερωτικό αυτό ποίημα είναι ένα σονέτο. Το σονέτο αποτελείται από 4 στροφές που έχουν συνολικά 14 στίχους. Οι δύο πρώτες στροφές είναι τετράστιχες (και αποτελούν μια οκτάβα), ενώ οι δύο τελευταίες στροφές είναι τρίστιχες (και αποτελούν ένα σεξτέτο). Το μέτρο του ποιήματος είναι το ιαμβικό εντεκασύλλαβο. Η ομοιοκαταληξία στις δύο πρώτες στροφές είναι σταυρωτή, ενώ στις δύο τελευταίες πλεκτή.

ΓΛΩΣΣΙΚΑ-ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ

  • τα’ μνοστα < όμνοστος = νόστιμος

  • αξάφτω = εξάπτω

  • το λαμπρόν = η φωτιά

  • άφτω = ανάβω

  • βιγλίζω = κοιτάζω

  • καταλύω = διαλύω

ΔΟΜΗ

Το ποίημα αποτελεί μια ενότητα.

 

ΑΝΑΛΥΣΗ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Στο ποίημα αυτό ο ποιητής εκφράζει τον πόνο που του προκαλεί το βλέμμα της γυναίκας με την οποία είναι ερωτευμένος. Το βλέμμα της κοπέλας καταργεί τις λειτουργίες του σώματος του ποιητή. Ο τρόπος με τον οποίο τον κοιτάζει εκφέρεται κάθε φορά με μια δευτερεύουσα χρονική πρόταση που εισάγεται με το “όνταν” και τίθεται στον πρώτο στίχο κάθε στροφής.

Στην πρώτη στροφή το φως που εκπέμπουν τα μάτια της κοπέλας εισχωρεί μέσα στα μάτια του ποιητή και τα μάτια του δεν μπορούν πια να δουν. `Εχουμε λοιπόν αρχικά κατάργηση της λειτουργίας των ματιών.

Στη δεύτερη στροφή το βλέμμα της κοπέλας κάνει τα μέλη του ποιητή να παραλύουν. Ο ποιητής που δεν βλέπει τίποτα το υπαρκτό, παρά μόνο σκοτάδι, βλέπει το θάνατο να πλησιάζει. Ταυτίζει το σκοτάδι με το θάνατο. Τα μάτια της κοπέλας κάνουν από τη μια το θάνατο να πλησιάζει και από την άλλη κρατούν τον ποιητή στη ζωή.

Ενώ στις δύο πρώτες στροφές η κοπέλα τον κοιτάζει τυχαία στην τρίτη στροφή η κοπέλα τον κοιτάζει συνειδητά: “`Ονταν σ’ εμέν γυρίζουν και θωρούν με”. Η κοπέλα εν μέρει ανταποκρίνεται στον έρωτα του ποιητή: “κι εκείνα νιώθουν κι αξανά βιγλούν με”. Για πρώτη φορά η κοπέλα παίρνει μηνύματα από τον άντρα. Η ισορροπία του ποιήματος αλλάζει.

Στην τελευταία στροφή ο ποιητής δηλώνει την προσπάθεια του να πολεμήσει τα μάτια της κοπέλας, τα οποία μέρα και νύχτα τον βασανίζουν. `Οσο όμως περισσότερο τα πολεμά, τόσο περισσότερο τα επιθυμεί: “τόσον εκείνα στέκω πεθυμώντα”.

Στις πρώτες στροφές η κοπέλα με τα μάτια της κρατά μια θέση ισχυρή, του υποκειμένου. Ο ομιλητής κρατά τη θέση του αδύνατου, του αντικειμένου. Στην τελευταία στροφή τα μάτια της κοπέλας είναι το αντικείμενο, ενώ ο ποιητής παύει να είναι στην παθητική θέση και μπαίνει στην ενεργητική.

Ο ομιλητής έχει μπει σε μια μάχη που ξέρει ότι θα τη χάσει. Η επιβεβαίωση του εγώ του δεν τον βγάζει έξω από αυτό τον κύκλο, αλλά αντίθετα τον κάνει δέσμιο αυτού του κύκλου. Γι’ αυτό επενδύει όλο του το σώμα και την ψυχή στη σχέση αυτή, που είναι μια σχέση αιτίας και συνέπειας, ενώ η κοπέλα επενδύει μόνο τα μάτια της.

Πηγή : http://www.odyssey.com.cy

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/3182

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση