Πολιτικά : Ενότητες 15η-16η

ΕΝΟΤΗΤΑ 15η
“Ο ΠΟΛΙΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.” – ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Εξέταση της φύσης των πολιτευμάτων και των χαρακτηριστικών τους     Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία τις, σχεδὸν πρώτη σκέψις περὶ πόλεως ἰδεῖν, τί ποτέ ἐστιν ἡ πόλις.
Προέχει η διερεύνηση της έννοιας «πόλις» – Λόγοι διερεύνησής της:
Ύπαρξη διχογνωμίας για τη φύση της έννοιας «πόλις»     Νῦν γὰρ ἀμφισβητοῦσιν, οἱ μὲν φάσκοντες τὴν πόλιν πεπραχέναι τὴν πρᾶξιν, οἱ δ’ οὐ τὴν πόλιν ἀλλὰ τὴν ὀλιγαρχίαν ἢ τὸν τύραννον˙
Για την κατανόηση του τρόπου δράσης του πολιτικού και του νομοθέτη     τοῦ δὲ πολιτικοῦ καὶ τοῦ νομοθέτου πᾶσαν ὁρῶμεν τὴν πραγματείαν οὖσαν περὶ πόλιν,
Για την κατανόηση της οργάνωσης της πόλης σε σχέση με το πολίτευμα     ἡ δὲ πολιτεία τῶν τὴν πόλιν οἰκούντων ἐστὶ τάξις τις.
[Δες ερμηνευτικό σχόλιο 2: «Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι … τάξις τις»]

Για την κατανόηση της πόλης πρέπει να προηγηθεί η διερεύνηση της έννοιας «πολίτης» – Λόγοι διερεύνησης της έννοιας «πολίτης»:
Ο πολίτης είναι μέρος της πόλης, που αποτελεί το όλον     Ἐπεὶ δ’ ἡ πόλις τῶν συγκειμένων, καθάπερ ἄλλο τι τῶν ὅλων μὲν συνεστώτων δ’ ἐκ πολλῶν μορίων, δῆλον ὅτι πρότερον ὁ πολίτης ζητητέος˙ ἡ γὰρ πόλις πολιτῶν τι πλῆθός ἐστιν.
Δεν υπάρχει ομοφωνία για τον ορισμό της έννοιας «πολίτης»     Ὥστε τίνα χρη καλεῖν πολίτην καὶ τίς ὁ πολίτης ἐστὶ σκεπτέον. Καὶ γὰρ ὁ πολίτης ἀμφισβητεῖται πολλάκις˙ οὐ γὰρ τὸν αὐτὸν ὁμολογοῦσι πάντες εἶναι πολίτην• ἔστι γάρ τις ὃς ἐν δημοκρατίᾳ πολίτης ὢν ἐν ὀλιγαρχίᾳ πολλάκις οὐκ ἔστι πολίτης.
[Δες ερμηνευτικό σχόλιο 3: «Ἐπεὶ δ’ ἡ πόλις … οὐκ ἔστι πολίτης»]

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Για όποιον εξετάζει τον τρόπο διακυβέρνησης (μιας πόλης) και ποια είναι η φύση και ποια τα χαρακτηριστικά της κάθε επιμέρους πολιτείας (ή: του κάθε τρόπου διακυβέρνησης), το πρώτο σχεδόν θέμα για διερεύνηση είναι να δει τι είναι άραγε η πόλη. Γιατί σήμερα υπάρχουν διαφορετικές γνώμες πάνω σ’ αυτό το θέμα, άλλοι που λένε πως την τάδε συγκεκριμένη πράξη την έχει κάνει η πόλη, ενώ άλλοι (που λένε) ότι δεν την έχει κάνει η πόλη, αλλά μια συγκεκριμένη ολιγαρχική κυβέρνηση ή ένας συγκεκριμένος τύραννος˙ εξάλλου, βλέπουμε ότι όλη η δραστηριότητα του πολιτικού και του νομοθέτη έχει να κάνει (ή: σχετίζεται) με την πόλη, ενώ το πολίτευμα είναι ένας τρόπος οργάνωσης αυτών που ζουν στη συγκεκριμένη πόλη. Επειδή όμως η πόλη ανήκει στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων, όπως όλα εκείνα τα πράγματα που το καθένα τους είναι ένα όλον, αποτελούμενο όμως από πολλά μέρη, είναι φανερό ότι πρώτα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε τι είναι ο πολίτης˙ γιατί η πόλη είναι ένα σύνολο από πολίτες. Επομένως, πρέπει να εξετάσουμε ποιον πρέπει να ονομάζουμε πολίτη και ποιος είναι ο πολίτης. Γιατί για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης διατυπώνονται πολλές φορές διαφορετικές μεταξύ τους γνώμες˙ δεν υπάρχει δηλαδή μια γενική συμφωνία για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης˙ γιατί κάποιος, ενώ είναι πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, συχνά δεν είναι πολίτης σε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα.


ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
(Εκτός από το λεξιλόγιο του σχολικού βιβλίου στη σελίδα 193-194)
πόλις = πόλη, πόλη-κράτος
ζητητέος, σκεπτέον = πρέπει να ψάξουμε να βρούμε, πρέπει να εξετάσουμε (ρηματικά
επίθετα σε –τέος = πρέπει να …)
ὥστε = επομένως (μετά από ισχυρό σημείο στίξης, δηλαδή τελεία ή άνω τελεία, εισάγει κύρια –και όχι δευτερεύουσα συμπερασματική– πρόταση και μεταφράζεται με το
«επομένως»)
πολλάκις = πολλές φορές, συχνά
ἔστιν τις ὃς = κάποιος, όποιος (ελλειπτική αναφορική έκφραση)
ὢν = ενώ είναι (εναντιωματική μετοχή)

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
Ἐπισκοποῦντι, σκέψις, σκεπτέον < σκοπέω -ῶ: σκοπός, σκοπιά, σκόπιμος, σκόπελος, σκέψη, σκεπτικός, σκεπτικισμός, απερίσκεπτος, αυτοσκοπός, κερδοσκόπος, οιωνοσκόπος, καιροσκόπος, ωροσκόπος, άσκοπος, επίσκοπος, κατάσκοπος, πρόσκοπος, ανασκόπηση, βιντεοσκόπηση, επισκόπηση, προεπισκόπηση, δημοσκόπηση, βυθοσκόπηση, ακτινοσκόπηση, βολιδοσκόπηση, κερδοσκοπία, κατασκοπία, τηλεσκόπιο, περισκόπιο, στηθοσκόπιο, μικροσκόπιο, ωροσκόπιο, σκοποβολή, σύσκεψη, συνδιάσκεψη, περίσκεψη, επίσκεψη, επισκέψιμος
πόλις: πόλη, κωμόπολη, πολιτεία, κοινοπολιτεία, πολίτης, συμπολίτης, πολιτικός, πολιτειακός, πολιτικάντης, πολιούχος, πολιτευτής, πολιτικοποίηση, πολιτικολογία, αντιπολίτευση, μεταπολίτευση, πολιτισμός, πολιτισμικός, απολίτιστος, διαπολιτισμικός
ἰδεῖν, ὁρῶμεν < ὁράω -ῶ: όραση, όραμα, ορατός, παρόραμα, πανόραμα, ενόραση, τηλεόραση, αόρατος, αδιόρατος, θεόρατος, διορατικός, οφθαλμός, οπή, όψη, οπτικός, συνοπτικός, εποπτικός, κάτοπτρο, αντικατοπτρισμός, ύποπτος, υποψία, αυτόπτης, αυτοψία, μέτωπο, πρόσωπο, προσωπίδα, παρωπίδα, ιδέα, ιδεατός, ιδεώδης, ιδεολόγος, ιδεολογία, ιδανικός, είδωλο, ειδύλλιο, θυρωρός
ἀμφισβητοῦσιν < ἀμφὶ + βαίνω: αμφισβήτηση, αμφισβητίας, αναμφισβήτητος, αδιαμφισβήτητος, αμφισβητήσιμος, βάση, ανάβαση, κατάβαση, πρόσβαση, διάβαση, έμβασμα, βήμα, βηματοδότης, βάθρο, βωμός, βατός, δύσβατος, βάδην, βαθμός, βατήρας, αναβάτης, διαβάτης, επιβάτης, παραβάτης, ακροβάτης
φάσκοντες < φημί : φήμη, φημολογία, προφήτης, προφητεία, διαφήμιση, δυσφήμιση, διαφημιστικός, δυσφημιστικός, άφατος, πρόσφατος, αντίφαση, αντιφατικός, κατάφαση, καταφατικός, απόφαση, έμφαση, εμφατικός, πρόφαση, επίφαση
πεπραχέναι, πρᾶξιν, πραγματείαν < πράττω: πράγμα, πραγματεία, πραγματικός, πραγματικότητα, πραγματισμός, πράγματι, πραγματοποίηση, πραγματογνώμων, πραμάτεια, πράξη, πρακτικός, πράκτορας, πρακτορείο, σύμπραξη, διάπραξη, αντίπραξη, είσπραξη, εισπράκτορας, απραξία, εχθροπραξία, κοινοπραξία, έμπρακτος, άπρακτος, πραξικόπημα, πραξικοπηματίας, διαπραγμάτευση, αδιαπραγμάτευτος
ὀλιγαρχία < ὀλίγος + ἄρχω: αρχή, αρχικός, αρχάριος, αρχείο, αρχαίος, αρχαιότητα, αρχαϊκός, άρχοντας, αρχοντικός, αρχονταρίκι, έναρξη, εναρκτήριος, αρχηγός, αρχηγία, αρχηγείο, υπαρχηγός, στρατάρχης, εργοστασιάρχης, σταθμάρχης, μεραρχία, ταξιαρχία, πειθαρχία, επαρχία, αναρχία, αναρχικός, φεουδαρχία, φεουδαρχικός, δυαρχία, ληξίαρχος, πλοίαρχος, έπαρχος, μοίραρχος, λήσταρχος, αρχιτέκτονας, αρχίατρος, αρχιμάγειρας, αρχομανία, αρχομανής, αρχέγονος, αρχέτυπος, υπαρκτός, ύπαρξη, ανυπαρξία, νομάρχης, πατριάρχης, πατριαρχείο, δασάρχης, δασαρχείο, γυμνασιάρχης, λυκειάρχης
νομοθέτου < νόμος + τίθημι
α) νόμος < νέμω: νομός, νόμος, νομικός, νομική, νομαδικός, νέμεση, νόμισμα, νομισματικός, διανομέας, διανομή, κατανομή, απονομή, αστυνομία, αστυνομικός, αστυνόμος, τροχονόμος, αγορανομία, παρανομία, παράνομος, υπόνομος, ανομία, δασονομία, δασονόμος, οικονομία, οικονόμος, χειρονομία, αυτονομία, αυτόνομος, ταξινόμηση, εξοικονόμηση, νομοθέτης, νομοθεσία, νομοσχέδιο, νομοταγής, νομομαθής
β) τίθημι: θεσμός, θέση, διάθεση, παράθεση, έκθεση, επίθεση, σύνθεση, θέμα, απόθεμα, παράθεμα, έκθεμα, θετός, πρόσθετος, εμπρόθετος, σύνθετος, έκθετος, αντίθετος, εκθέτης, καταθέτης, υιοθεσία, αδιαθεσία, τοποθεσία, νουθεσία, θήκη, διαθήκη, παρακαταθήκη, συνθήκη, αποθήκη, αποθηκάριος, υποθετικός, επιθετικός, συνθετικός, υπερθετικός, θεμέλιο, θεμελιώδης
οἰκούντων < οἰκέω -ῶ: οίκος, οίκημα, οίκηση, ιδιοκατοίκηση, διοίκηση, διοικητής, διοικητήριο, συγκατοίκηση, μετοίκηση, οικία, κατοικία, μονοκατοικία, πολυκατοικία, συνοικία, αποικία, παροικία, ένοικος, περίοικος, κάτοικος, συγκάτοικος, άποικος, μέτοικος, οικισμός, οικιστικός, αποικισμός, αποικιστικός, οικοδεσπότης, οικογένεια, οικότροφος, οικόπεδο, οικοσκευή, οικόσημο, οικονομία, οικόσιτος, οικουμένη, οικολογία
συγκειμένων < σὺν + κεῖμαι: (παρακείμενος με σημασία ενεστώτα του «τίθεμαι»): κείμενο, κειμενικός, αντικείμενο, αντικειμενικός, αντικειμενικότητα, υποκείμενο, υποκειμενικός, υποκειμενικότητα, επικείμενος, προκείμενος, προσκείμενος, παρακείμενος, κειμήλιο, κοίτη, κοιτίδα, κοίτασμα, κοιτώνας, κώμα, κωματώδης, κωμόπολη
συνεστώτων < σὺν + ἵσταμαι: στάση, στάσιμος, στασιμότητα, στασίδι, στατικός, σταθερός, σταθερότητα, αστάθεια, ασταθής, στάθμη, σταθμός, στάθμευση, στάδιο, σταυρός, σταύρωση, στήθος, επιστήθιος, στήλη, στηλιτεύω, στήσιμο, στητός, επιστητός, ιστός, στύλος, ανάσταση, ανάστημα, αντίσταση, απόσταση, απόστημα, διάσταση, διάστημα, έκσταση, ένσταση, κατάσταση, παράσταση, παράστημα, συμπαράσταση, υπόσταση, σύσταση, αποστασία, ακαταστασία, επιστασία, ορθοστασία, ορθοστατικός, προστασία, προστατευτικός, συστατικός, ηλιοστάσιο, μηχανοστάσιο, αμαξοστάσιο, προστάτης, παραστάτης, αποστάτης, επιστάτης, επαναστάτης, συμπαραστάτης, ανάστατος, ακατάστατος, καταστατικό, σταθεροποίηση, αντιστάθμιση
μορίων < μείρομαι: μοίρα, μοιραίος, μοίραρχος, μοιρασιά, μοίρασμα, μοιρογνωμόνιο, μοιρολατρία, μοιρολόγι, άμοιρος, κακόμοιρος, δύσμοιρος, μεμψίμοιρος, συμμορία, μέρος, μερίδα, μερίδιο, μερικός, μερτικό, μέρισμα, καταμερισμός, επιμερισμός, παράμερος, ανωμερίτης, κατωμερίτης
ὁμολογοῦσι < ὁμο- + λέγω: λέξη, διάλεξη, συνδιάλεξη, λεξικό, λεξιλόγιο, λεξιπενία, λεξικογράφος, λεκτικός, κυριολεξία, κυριολεκτικός, δυσλεξία, δυσλεκτικός, ιδιόλεκτος, διάλεκτος, μονολεκτικός, επίλεκτος, επιλεκτικός, λόγος, μονόλογος, διάλογος, διαλογικός, υπόλογος, παράλογος, έλλογος, πρόλογος, επίλογος, σύλλογος, συλλογικός, ομολογία, αναλογία, αναλογικός, απολογία, απολογητικός, συλλογή, διαλογή, επιλογή, λογική, λογικός, ρήμα, επίρρημα, (το) ρητό, ρητός, απόρρητος, ρήση, παρρησία, ρήτορας, ρητορικός, ρήτρα, έπος, επικός, ανείπωτος
δημοκρατίᾳ < δῆμος + κρατέω -ῶ
α) δῆμος: δήμος, δημότης, συνδημότης, δημοτικός, δημοτικότητα, δημοτικισμός, αντιδημοτικός, δημοτολόγιο, δημοσκόπηση, δημόσιος, δημοσιονομικός, δημοσίευση, δημοσίευμα, αναδημοσίευση, αδημοσίευτος, δημοφιλής, δημοψήφισμα, επιδημία, πανδημία, δημαγωγός, δήμαρχος, δημαρχείο, δημιουργός, δημιουργία, δημοσιογράφος, δημοσιογραφία, δημοπρασία, δημοπράτηση
β) κρατέω -ῶ: κράτος, κρατικός, κράτηση, κράτημα, κρατητήριο, ακράτητος, ασυγκράτητος, ακράτεια, εγκράτεια, εγκρατής, επικράτεια, επικράτηση, συγκράτηση, κατακράτηση, παρακράτηση, αυτοκράτορας, αυτοκρατορικός, κλειδοκράτορας, κοσμοκράτορας

ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ
Στην προσπάθειά του ο Αριστοτέλης να διερευνήσει την έννοια του πολιτεύματος, του τρόπου δηλαδή διακυβέρνησης της πόλεως, θεωρεί απαραίτητο να προηγηθεί η διερεύνηση των εννοιών «πόλις» και «πολίτης». Όσον αφορά, λοιπόν, την έννοια «πόλις», διευκρινίζει ότι αυτή πρέπει να διερευνηθεί για τους εξής λόγους:
α) διότι υπάρχει διχογνωμία για τη φύση της πόλης και για το ποιος έχει την ευθύνη μιας πολιτικής πράξης, ιδιαίτερα σε μη δημοκρατικά πολιτεύματα: το κράτος, δηλαδή το σύνολο των πολιτών, ή οι εκάστοτε φορείς της εξουσίας;
β) για να κατανοήσουμε τον τρόπο δράσης του πολιτικού και του νομοθέτη, ο οποίος σχετίζεται με την πόλη
γ) για να κατανοήσουμε τον τρόπο οργάνωσης αυτών που ζουν σε μια πόλη, ο οποίος σχετίζεται με το πολίτευμα.
Έπειτα, όσον αφορά την έννοια «πολίτης», διευκρινίζει ότι αυτή πρέπει να διερευνηθεί για τους ακόλουθους λόγους:
α) διότι ο πολίτης αποτελεί μέρος ενός όλου, της πόλης. Για να κατανοήσουμε, λοιπόν, το όλον, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε το μέρος
β) δεν υπάρχει ομοφωνία για το περιεχόμενο της έννοιας «πολίτης». Διαφορετικά νοείται ο πολίτης σε ένα δημοκρατικό και διαφορετικά σε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα.

1. ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ Γ΄ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΩΝ «Πολιτικών»
Στο Γ’ βιβλίο των «Πολιτικών» ο Αριστοτέλης θα ασχοληθεί και με τη διερεύνηση της έννοιας «πολιτεία», δηλαδή με το πολίτευμα, τον τρόπο διακυβέρνησης της πόλης. Συγκεκριμένα, θα εξετάσει την ουσία κάθε είδους πολιτεύματος και τα χαρακτηριστικά του. Το θέμα αυτό είναι τόσο θεωρητικού όσο και πρακτικού ενδιαφέροντος, γιατί αφορά όλες τις πτυχές του βίου του ανθρώπου είτε ως μέλους της κοινωνίας είτε ως πολίτη. Ανάλογα, δηλαδή, με το είδος του πολιτεύματος ρυθμίζονται ο ιδιωτικός και δημόσιος βίος των ανθρώπων, όπως για παράδειγμα ο τρόπος άσκησης της εξουσίας, τα δικαιώματα που παρέχονται στους πολίτες, η κοινωνική πρόνοια, η παιδεία, ο πολιτισμός κτλ.
•    2. ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΑΠAΡΑΙΤΗΤΗ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ «πόλις»: «Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι … τάξις τις»
Ο Αριστοτέλης, προκειμένου να διερευνήσει την έννοια της «πολιτείας», κρίνει απαραίτητο να εξετάσει προηγουμένως την έννοια της πόλης και, για να γίνει κατανοητή η έννοια της πόλης και να μπορέσει να την ορίσει, κρίνει απαραίτητο πρώτα να διερευνήσει την έννοια του πολίτη.
Αρχικά, λοιπόν, διευκρινίζει για ποιους λόγους κρίνεται απαραίτητη η διερεύνηση της πόλεως (οι λόγοι αυτοί προκύπτουν από την εμπειρία):
α) Η διχογνωμία ως προς τη φύση της πόλεως («Νῦν γὰρ ἀμφισβητοῦσιν … τὸν τύραννον»): πρέπει να εξετάσουμε την έννοια «πόλη», διδάσκει ο φιλόσοφος, γιατί διατυπώνονται διαφορετικές και αντικρουόμενες απόψεις αφενός για τη φύση της, δηλαδή το πραγματικό περιεχόμενο της έννοιας «πόλις» και τα πρόσωπα που εκείνη αντιπροσωπεύει, και αφετέρου για το ποιος έχει την ευθύνη για τη λήψη και την τέλεση μιας πολιτικής πράξης, ιδιαίτερα σε μη δημοκρατικά πολιτεύματα, στα οποία οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται από το σύνολο των πολιτών ή την πλειοψηφία.
Έτσι, άλλοι υποστηρίζουν ότι την ευθύνη την έχει το κράτος, δηλαδή όλοι οι πολίτες, ενώ άλλοι ότι υπεύθυνοι για τις αποφάσεις αυτές είναι οι εκάστοτε φορείς εξουσίας, οι ολιγαρχικές κυβερνήσεις ή ένας τύραννος. Με άλλα λόγια ότι η πόλη, το κράτος φέρει ακέραια την ευθύνη των ενεργειών της και ότι ταυτίζεται με τους συγκεκριμένους και μόνο κάθε φορά φορείς εξουσίας. Υπό αυτή την έννοια και κάθε νέα κυβέρνηση μιας πόλης προσπαθεί να αρνηθεί οποιαδήποτε ευθύνη για τις πράξεις της προηγούμενης υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για ενέργειες της πόλης-κράτους, αλλά για ενέργειες του ολιγαρχικού ή τυραννικού καθεστώτος.
Ο Αριστοτέλης εκφράζοντας αυτές τις απόψεις φαίνεται να έχει υπόψη του το ιστορικό παράδειγμα της διένεξης των Πλαταιέων και των Θηβαίων που καταγράφεται στο τρίτο βιβλίο (ΙΙΙ 62) των «Ιστοριών» του Θουκυδίδη. Εκεί αναφέρεται ότι οι Πλαταιείς κατηγόρησαν τους Θηβαίους για τον «μηδισμό» της πόλης τους κατά τους Περσικούς πολέμους και ότι οι Θηβαίοι απάντησαν στη βαριά αυτή κατηγορία με την εξής φράση: «δεν ήταν η ξύμπασα πόλις που έπραξε τούτο, αλλά η δυναστεία ὀλίγων ἀνδρῶν που τότε εἶχε τὰ πράγματα», που τότε είχε, δηλαδή, την εξουσία στην πόλη. Η «αμφισβήτηση» γίνεται πιο φανερή και πιο απτή, όταν κάποια στιγμή αλλάζει σε έναν τόπο το καθεστώς. Σε τέτοιες περιστάσεις δεν είναι καθόλου σπάνιο το νέο καθεστώς να μην αναγνωρίζει ούτε τις συμφωνίες που είχε συνάψει το προηγούμενο καθεστώς. Η δικαιολογία – εξήγηση που προβάλλεται τότε είναι ότι «τις συμφωνίες δεν τις έκανε η πόλις –εμείς θα λέγαμε: το κράτος– αλλά ο συγκεκριμένος, κατά τη συγκεκριμένη εκείνη εποχή, φορέας της εξουσίας».
Με τα παραπάνω προβάλλεται η διαχρονική νοοτροπία των πολιτών να επιρρίπτουν ευθύνες σ’ αυτούς που κατέχουν ή κατείχαν προηγουμένως την εξουσία για πράξεις, για τις οποίες και οι ίδιοι οι πολίτες ευθύνονται. Πρόκειται, φυσικά, για μια νοοτροπία που δεν προωθεί, αλλά αντίθετα παρακωλύει τη διευθέτηση των προβλημάτων και προξενεί τριβές και συγκρούσεις.

β) Η κατανόηση του τρόπου δράσης του πολιτικού και του νομοθέτη («τοῦ δὲ πολιτικοῦ … περὶ πόλιν»): είμαστε υποχρεωμένοι να καταλάβουμε τι είναι πόλη, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε και τον τρόπο δράσης των πολιτικών και των νομοθετών, που σχετίζεται με την πόλη. Ας σημειωθεί ότι συχνά στα «Πολιτικά» ο Αριστοτέλης αναφέρει μαζί τους πολιτικούς και τους νομοθέτες και έτσι συσχετίζει το έργο τους, ενώ στην 3η ενότητα των «Ηθικών Νικομαχείων» είδαμε ότι επιδίωξη των νομοθετών είναι να κάνουν τους πολίτες ενάρετους («ἀγαθοὺς») μέσω του εθισμού σε ηθικές πράξεις.
Γενικεύοντας, μπορούμε να πούμε ότι στόχος των πολιτικών και των νομοθετών είναι ή πρέπει να είναι:
i.    να ενεργούν με γνώμονα το κοινό συμφέρον και όχι το συμφέρον μιας μόνο μερίδας πολιτών. Αυτό, άλλωστε, υποδεικνύεται και με την αριστοτελική φράση: «τοῦ δὲ πολιτικοῦ … περὶ πόλιν»,
ii.    να ενεργούν για λογαριασμό του λαού και να εκφράζουν τη βούλησή του. Ο λαός είναι, εξάλλου, αυτός που τους εκλέγει και η δραστηριότητά τους αποτελεί ένα είδος ανταπόδοσης προς αυτόν.
γ) Η κατανόηση της οργάνωσης της πόλης σε σχέση με το πολίτευμα («ἡ δὲ πολιτεία … τάξις τις»): πρέπει να καταλάβουμε τι είναι η πόλη, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε την οργάνωση της πόλης σε σχέση με τον τρόπο διακυβέρνησής της (το πολίτευμα). Εφόσον το πολίτευμα δεν είναι παρά ένα σύστημα οργάνωσης το οποίο ρυθμίζει τις σχέσεις όλων όσων ζουν σε μία πόλη, αλλά και την κατανομή της πολιτικής δύναμης μεταξύ τους, θα πρέπει να οριστεί, να διευκρινιστεί, πρώτα η έννοια, το περιεχόμενο της πόλης, προκειμένου να καθοριστεί η έννοια του πολιτεύματος.

3. ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ «πολίτης»: «Ἐπεὶ δ’ ἡ πόλις … οὐκ ἔστι πολίτης»

Στη συνέχεια του κειμένου ο Αριστοτέλης διευκρινίζει για ποιους λόγους κρίνεται απαραίτητη πρώτα η διερεύνηση της έννοιας «πολίτης», για να είναι δυνατός ο ορισμός της έννοιας «πόλις»:
α) Ο πολίτης είναι μέρος της πόλης («Ἐπεὶ δ’ ἡ πόλις … πλῆθός ἐστιν»): η πόλη ανήκει στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων («τῶν συγκειμένων»), είναι δηλαδή ένα όλον («τι τῶν ὅλων») που αποτελείται από μέρη («ἐκ πολλῶν μορίων»), τους πολίτες. Επομένως, για να κατανοήσουμε το όλον, δηλαδή την πόλη, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε το μέρος, δηλαδή τον πολίτη και τα χαρακτηριστικά του, αφού ο ρόλος του στην πολιτική τάξη είναι καθοριστικός.
Έτσι, προκειμένου ο Αριστοτέλης να φτάσει στον ορισμό της έννοιας «πόλις», ακολουθεί την αναλυτική μέθοδο. Αναλύει δηλαδή, μια γενική, σύνθετη έννοια –στην προκειμένη περίπτωση την έννοια «πόλη»– στα συστατικά της, τα επιμέρους στοιχεία της, τον πολίτη, και εντοπίζει, προσδιορίζει τα χαρακτηριστικά τους. Αντίθετα, στις ενότητες 11-14, στην προσπάθειά του να εξηγήσει πώς γεννήθηκε η πόλη, ακολούθησε τη γενετική μέθοδο.
β) Έλλειψη ομοφωνίας για τον ορισμό της έννοιας «πολίτης» («Ὥστε … οὐκ ἔστι πολίτης»): πρέπει να διερευνηθεί η έννοια «πολίτης», όχι μόνο για να γίνει κατανοητή η έννοια της πόλεως, αλλά και για να διασαφηνιστεί το περιεχόμενο της έννοιας «πολίτης», για το οποίο δεν υπάρχει ομοφωνία. Έτσι, διαπιστώνουμε ότι διαφορετικά νοείται ο πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα και διαφορετικά σε ένα ολιγαρχικό. Σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα ο πολίτης είναι ενεργό μέλος της πολιτικής ζωής, έχει δικαιώματα (παρρησία, ισηγορία, ισονομία, το δικαίωμα του «ἐκλέγειν» και «ἐκλέγεσθαι») και συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων. Αντίθετα, σε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα η εξουσία είναι στα χέρια των λίγων, των πλούσιων και ισχυρών, και σε ένα τυραννικό πολίτευμα στα χέρια όσων σφετερίζονται την εξουσία. Και τα δύο αυτά πολιτεύματα αφαιρούν από τον πολίτη το δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά ή διώκουν όσους είναι επικίνδυνοι για το καθεστώς (τυραννία). Σε αυτές τις περιπτώσεις ο πολίτης πρέπει να υπακούει στις εντολές αυτών των λίγων και του δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής στα δημόσια αξιώματα μόνο αν του το επιτρέπει η καταγωγή, το επάγγελμα, το εισόδημά του κτλ.

4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΠΟΛΗΣ-ΠΟΛΙΤΗ
Λαμβάνοντας υπόψη όσα αναλύσαμε παραπάνω, αξίζει να σημειώσουμε τη διαπίστωση ότι η σχέση πόλης-πολίτη ως προς το περιεχόμενό της είναι μια σχέση που κινείται αμφίδρομα. Ο φιλόσοφος υποστηρίζει ότι η πόλη είναι μια ενιαία οντότητα, το σύνολο των πολιτών που την απαρτίζουν. Η σχέση λοιπόν πόλης-πολίτη ορίζεται και καθορίζεται από τη σχέση του όλου προς το μέρος, είναι σχέση ουσιαστική, αλλά και σχέση αμοιβαίας εξάρτησης. Κι αυτό αφενός επειδή η φύση της πόλης καθορίζει τα χαρακτηριστικά του πολίτη και αντίστροφα και αφετέρου επειδή ούτε η πόλη είναι δυνατόν να υπάρξει χωρίς πολίτες ούτε ο πολίτης νοείται έξω από την πόλη, καθώς δεν έχει σκοπό ύπαρξης έξω από αυτή.
Όσον αφορά όμως την πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την εξαγωγή του ορισμού της πόλης και του πολίτη, παρατηρούμε ότι αυτή η πορεία δεν είναι αμφίδρομη. Κι αυτό, γιατί, για να εξετάσουμε την έννοια της πόλης χρειάζεται πρώτα να διερευνήσουμε την έννοια του πολίτη˙ για να εξετάσουμε, όμως, την έννοια του πολίτη, δεν χρειάζεται να διερευνήσουμε την έννοια της πόλης, αλλά την έννοια του πολιτεύματος.

ΕΝΟΤΗΤΑ 16η

“Ο ΠΟΛΙΤΗΣ ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ.” – ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

[ΕΝΟΤΗΤΑ 16η (Γ 1,3-4/6/12), σελ. 186 του σχολικού βιβλίου]

Μη ασφαλή κριτήρια για τον προσδιορισμό της έννοιας «πολίτης»

Ο τόπος κατοικίας     Ὁ πολίτης οὐ τῷ οἰκεῖν που πολίτης ἐστίν (καὶ γὰρ μέτοικοι καὶ δοῦλοι κοινωνοῦσι τῆς οἰκήσεως),
Το δικαίωμα συμμετοχής σε δίκες     οὐδ’ οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες οὕτως ὥστε καὶ δίκην ὑπέχειν καὶ δικάζεσθαι (τοῦτο γὰρ ὑπάρχει καὶ τοῖς ἀπὸ συμβόλων κοινωνοῦσιν)˙..
[Δες ερμηνευτικό σχόλιο 1]

Το ασφαλές κριτήριο για τον προσδιορισμό της έννοιας «πολίτης»

Η συμμετοχή στην πολιτική και δικαστική εξουσία     … πολίτης δ’ ἁπλῶς οὐδενὶ τῶν ἄλλων ὁρίζεται μᾶλλον ἢ τῷ μετέχειν κρίσεως καὶ ἀρχῆς. … Τίς μὲν οὖν ἐστιν ὁ πολίτης, ἐκ τούτων φανερόν˙ ᾧ γὰρ ἐξουσία κοινωνεῖν ἀρχῆς βουλευτικῆς καὶ κριτικῆς, πολίτην ἤδη λέγομεν εἶναι ταύτης τῆς πόλεως,
Ο ορισμός της πόλης     πόλιν δὲ τὸ τῶν τοιούτων πλῆθος ἱκανὸν πρὸς αὐτάρκειαν ζωῆς, ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Ο πολίτης δεν είναι πολίτης με κριτήριο το ότι είναι εγκατεστημένος σε ένα συγκεκριμένο τόπο (γιατί και μέτοικοι και δούλοι μοιράζονται (με τους πολίτες) έναν κοινό τόπο), ούτε (είναι πολίτες) αυτοί που (από όλα τα πολιτικά δικαιώματα) έχουν μόνο το δικαίωμα να εμφανίζονται στο δικαστήριο και ως εναγόμενοι και ως ενάγοντες (γιατί το δικαίωμα αυτό το έχουν και όσοι μοιράζονται (έναν τόπο) χάρη σε ειδικές συμφωνίες)˙ … Με την ακριβέστερη σημασία της λέξης με τίποτε άλλο δεν ορίζεται τόσο ο πολίτης παρά με τη συμμετοχή του στις δικαστικές λειτουργίες και στα αξιώματα. … Τι είναι λοιπόν ο πολίτης, από αυτά γίνεται φανερό˙ σε όποιον δηλαδή υπάρχει η δυνατότητα να μετέχει στην πολιτική και δικαστική εξουσία λέμε ότι είναι πια πολίτης της συγκεκριμένης πόλης και πόλη από την άλλη είναι, για να το πούμε με γενικό τρόπο, το σύνολο από τέτοια άτομα, που είναι αρκετό για την εξασφάλιση της αυτάρκειας στη ζωή τους.

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

(Εκτός από το λεξιλόγιο του σχολικού βιβλίου στη σελίδα 193 -196)

τῷ οἰκεῖν που = με κριτήριο το ότι ζει, το ότι είναι εγκατεστημένος σε έναν συγκεκριμένο τόπο (έναρθρο απαρέμφατο ως δοτική της αιτίας)

ἀρχῆς = αξιώματα

ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν = για να το πούμε με τον πιο γενικό τρόπο (απόλυτο απαρέμφατο ως προσδιορισμός του σκοπού)

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ ΣΤΗΝ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

οἰκεῖν, μέτοικοι, οἰκήσεως < οἰκέω -ῶ: οίκος, οίκημα, οίκηση, ιδιοκατοίκηση, διοίκηση, συγκατοίκηση, μετοίκηση, οικία, κατοικία, μονοκατοικία, πολυκατοικία, συνοικία, αποικία, παροικία, ένοικος, περίοικος, κάτοικος, συγκάτοικος, μέτοικος, οικισμός, οικιστικός, αποικισμός, αποικιστικός, οικοδεσπότης, οικογένεια, οικότροφος, οικόπεδο, οικοσκευή, οικόσημο, οικονομία, οικόσιτος, οικουμένη, οικολογία
δοῦλοι < δοῦλος (ὁ): δουλεία, δουλικός, δουλικότητα, δουλοπρέπεια, δουλοπρεπής, ἀδούλωτος, ἐθελοδουλεία, εκδούλευση, υπόδουλος, υποδούλωση, δουλεμπορία, δουλεμπόριο, δουλέμπορας, δουλοκτήμονας, δουλοκτητικός, δουλοπαροικία, δουλοπάροικος, δουλοφροσύνη, δουλειά, δουλευτής, ἀδούλευτος
κοινωνοῦσι, κοινωνεῖν < κοινωνέω -ῶ < κοινός: κοινό (το), κοινότητα, κοινοτικός, κοινόβιο, κοινοποίηση, κοινοπραξία, κοινόχρηστος, κοινοτοπία, κοινοβούλιο, κοινοκτημοσύνη, κοινοπολιτεία, κοινωνός, κοινωνικός, κοινωνικότητα, κοινωνιολογία, συγκοινωνία, επικοινωνία, κοινωφελής, ακοινώνητος
δικαίων, δίκην, δικάζεσθαι < δίκη: δίκη, δίκαιος, δικαιοσύνη, δικαστής, δικαστικός, δικαστήριο, δικανικός, δικάσιμος, (το) δίκαιο, δικαίωση, δικαίωμα, δικαιωματικός, δικαιοδοσία, δικαιολογία, δικηγόρος, δικηγορία, δικηγορικός, καταδίκη, κατάδικος, αντίδικος, αντιδικία, άδικος, αδικία, διάδικος, διαδικασία, διεκδίκηση, διεκδικητικός, δικογραφία, δικόγραφο, δικολάβος, δικονομία, εκδίκαση, εκδίκηση, εκδικητικός, στρεψόδικος, στρεψοδικία, συνδικαλιστής, υπόδικος, φυγόδικος, φυγοδικία, φιλόδικος, φιλοδικία, τελεσίδικος, χειροδικία
ὑπάρχει < ὑπὸ + ἄρχω: ύπαρξη, υπαρκτός, ανυπαρξία, ανύπαρκτος, αυθυπαρξία, αυθύπαρκτος, συνύπαρξη, αρχή, αρχικός, αρχάριος, αρχείο, αρχαίος, αρχαιότητα, αρχαϊκός, άρχοντας, αρχοντικός, αρχονταρίκι, έναρξη, εναρκτήριος, αρχηγός, αρχηγία, αρχηγείο, υπαρχηγός, στρατάρχης, εργοστασιάρχης, σταθμάρχης, μεραρχία, ταξιαρχία, πειθαρχία, επαρχία, αναρχία, αναρχικός, φεουδαρχία, φεουδαρχικός, δυαρχία, ληξίαρχος, πλοίαρχος, έπαρχος, ύπαρχος, μοίραρχος, λήσταρχος, αρχιτέκτονας, αρχίατρος, αρχιμάγειρας, αρχομανία, αρχομανής, αρχέγονος, αρχέτυπος, νομάρχης, πατριάρχης, πατριαρχείο, δασάρχης, δασαρχείο, γυμνασιάρχης, λυκειάρχης
μετέχοντες, ὑπέχειν < ἔχω: εχεμύθεια, εχέμυθος, έξη, εξής, ανέχεια, συνέχεια, ανεκτικός, περιεκτικός, περιέκτης, προσεκτικός, πλεονεξία, πλεονεκτικός, πλεονέκτημα, μειονεξία, μειονεκτικός, μειονέκτημα, καχεξία, καχεκτικός, ευεξία, ακάθεκτος, σχήμα, σχέση, σχεδόν, άσχετος, σχετικός, σχέδιο, σχεδία, σχεδιαστής, σχεδιαστήριο, σχολείο, σχολαστικός, ανοχή, συνοχή, αποχή, κατοχή, εποχή, εξοχή, εσοχή, παροχή, πάροχος, περιοχή, προεξοχή, ηνίοχος, οχυρός, οχύρωση, τροπαιούχος, διπλωματούχος, συμβασιούχος, δικαιούχος, συνταξιούχος, προνομιούχος, πτυχιούχος, ζαχαρούχος, σοκολατούχος, αλληλουχία, κληρουχία, ευωχία, ανακωχή
συμβόλων < σὺν + βάλλω: βαλτός, βαλβίδα, βαλλιστικός, περιβάλλον, βέλος, βελόνα, βεληνεκές, βλήμα, έμβλημα, πρόβλημα, απόβλητος, διαβλητός, αδιάβλητος, αναβλητικός, ανυπέρβλητος, απρόσβλητος, προσβλητικός, υποβλητικός, επιβλητικός, βόλος, βολίδα, βολή, αναβολή, διαβολή, καταβολή, προβολή, προσβολή, υπερβολή, συμβολή, ευμετάβολος, κεραυνοβόλος, σύμβολο, παράβολο, έμβολο, αμφιβολία, σφαιροβολία, λιθοβολισμός, πυροβολισμός
ἁπλῶς < ἁπλοῦς: απλός, απλοϊκός, απλοϊκότητα, απλούστευση, απλουστευτικός,απλοποίηση
ὁρίζεται < ὁρίζομαι: ορισμός, οριστικός, αόριστος, αοριστία, αοριστολογία,
αοριστολογικός, όριο, οριακός, ορίζοντας, οριζόντιος, οριζοντίωση, αφορισμός, αφοριστικός, καθοριστικός, προκαθορισμός, διορισμός, προσδιορισμός, προσδιοριστικός, περιορισμός, περιοριστικός, εξορία, εξόριστος, προορισμός, οριοθέτηση, μεθόριος, παραμεθόριος, σύνορο, συνοριακός
κρίσεως, κριτικῆς < κρίνω: κρίνω, κρίμα (το), κρίση, κριτήριο, κριτική, κριτικός, κριτής, κρίσιμος, κρισιμότητα, ανάκριση, ανακριτικός, απόκριση, αποκριτικός, ανταπόκριση, ανταποκριτής, διάκριση, διακριτικός, διακριτικότητα, αδιακρισία, διευκρίνιση, αδιευκρίνιστος, σύγκριση, συγκριτικός, έγκριση, έγκριτος, έκκριση, επίκριση, επικριτικός, ευκρίνεια, ευκρινής, πρόκριση, πρόκριτος, προκριματικός, υποκριτής, υποκριτικός, υποκρισία
ἐστίν, ἐξουσία, εἶναι < εἰμί: ον, (το) παρόν, όντως, οντολογικός, οντολογία, ουσία, απουσία, παρουσία, περιουσία, περιουσιακός, πεμπτουσία, ουσιαστικός, ουσιώδης, επουσιώδης, ανούσιος, ομοούσιος, περιούσιος
φανερὸν < φαίνομαι: φάσμα, φαινόμενο, φαινομενικός, φανάρι, φανός, φανερός, φάντασμα, φαντασία, φανταστικός, φαντασίωση, φαντασμαγορικός, άφαντος, αφάνεια, διαφάνεια, έμφαση, εμφανής, επίφαση, επιφάνεια, επιφανής, διαφανής, αφανής, περιφανής, καταφανής, συκοφάντης, συκοφαντικός, φως, φαεινός, υπερήφανος, υπερηφάνεια.
λέγομεν, εἰπεῖν < λέγω: λέξη, διάλεξη, συνδιάλεξη, λεξικό, λεξιλόγιο, λεξιπενία, λεξικογράφος, λεκτικός, κυριολεξία, κυριολεκτικός, δυσλεξία, δυσλεκτικός, ιδιόλεκτος, διάλεκτος, μονολεκτικός, επίλεκτος, επιλεκτικός, λόγος, μονόλογος, διάλογος, διαλογικός, υπόλογος, παράλογος, έλλογος, πρόλογος, επίλογος, σύλλογος, συλλογικός, ομολογία, αναλογία, αναλογικός, απολογία, απολογητικός, συλλογή, διαλογή, επιλογή, λογική, λογικός, ρήμα, επίρρημα, (το) ρητό, ρητός, απόρρητος, ρήση, παρρησία, ρήτορας, ρητορικός, ρήτρα, έπος, επικός, ανείπωτος
ἱκανὸν < ἱκνέομαι -οῦμαι: ικανός, ικανότητα, ικανοποιητικός, ικανοποίηση, ικέτης, ικεσία, ικετευτικός, εφικτός, ανέφικτος, άφιξη, ίχνος, ιχνηλάτης, ανίχνευση, εξιχνίαση, καθήκον, προίκα
αὐτάρκειαν < αὐτὸς + ἀρκέω -ῶ: αρκετός, αυτάρκεια, αυτάρκης, ολιγάρκεια, ολιγαρκής, ανεπάρκεια, ανεπαρκής, διάρκεια, διαρκής, επάρκεια, επαρκής
ζωῆς < ζήω -ῶ: ζωή, ζωικός, ζωτικός, ζωτικότητα, ζώο, ζωύφιο, ζωώδης, ζωηρός, ζωηρότητα, ζωηράδα, ζήση, ζωολογία, ζωολογικός, ζωντανός, ζωντάνια, ζωοποιός, ζωογόνος, αναζωογονητικός, ζωοδότης, ζωγράφος, ζωγραφιά, ζωγραφική, ζωγραφιστός, ζώδιο, ζωδιακός, ευζωία, αναζωογόνηση, φιλόζωος

ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Ο Αριστοτέλης δίνει τον ορισμό της έννοιας «πολίτης» χρησιμοποιώντας το σχήμα «άρσης-θέσης». Εξηγεί, λοιπόν, ότι δεν είναι ασφαλές να χαρακτηρίσουμε κάποιον πολίτη με κριτήριο τον τόπο κατοικίας του ούτε με βάση το δικαίωμά του να εμφανίζεται στο δικαστήριο ως ενάγων ή ως εναγόμενος. Γιατί αυτό το δικαίωμα μπορεί να εξασφαλίζεται χάρη σε ειδικές συμφωνίες. Ασφαλές κριτήριο για τον προσδιορισμό της έννοιας είναι, κατά τη γνώμη του, η συμμετοχή κάποιου στην πολιτική και δικαστική εξουσία. Η ενότητα κλείνει με τον ορισμό της πόλης ως ενός τέτοιου συνόλου πολιτών ικανών να εξασφαλίσουν αυτάρκεια στη ζωή τους.


1. ΜΗ ΑΣΦΑΛΗ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ «πολίτης»: «Ὁ πολίτης … κοινωνοῦσιν»

Ο Αριστοτέλης συνεχίζοντας τη διερεύνηση της έννοιας «πολίτης», που είχε ξεκινήσει στην προηγούμενη ενότητα, προχωρά στον ορισμό της με τη χρήση του σχήματος «άρσης – θέσης». Έτσι, πρώτα θα μας δώσει τα στοιχεία εκείνα που δεν αποδεικνύουν με ασφάλεια ότι κάποιος είναι πολίτης και στη συνέχεια θα παρουσιάσει το ασφαλές στοιχείο για τον προσδιορισμό του.
Τα στοιχεία, λοιπόν, που δεν κρίνονται ασφαλή για τον χαρακτηρισμό κάποιου ως πολίτη είναι:
α) Ο τόπος κατοικίας («οὐ τῷ οἰκεῖν που πολίτης ἐστίν»): δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κάποιος πολίτης ανάλογα με το πού κατοικεί, γιατί στον ίδιο τόπο –εν προκειμένω, στην Αθήνα– μπορούσαν να κατοικούν και μέτοικοι και δούλοι, οι οποίοι όμως δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και συνεπώς, δεν μπορούσαν να χαρακτηριστούν πολίτες.
Οι μέτοικοι ήταν ξένοι που είχαν εγκατασταθεί στην Αθήνα και αποτελούσαν σημαντικό μέρος του αθηναϊκού πληθυσμού. Ήταν καταγεγραμμένοι σε ειδικό κατάλογο και πλήρωναν ετησίως έναν φόρο (12 δραχμές οι άνδρες και 6 οι γυναίκες), το «μετοίκιον». Δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, δεν μπορούσαν να συμμετέχουν στη διοίκηση του κράτους, ούτε να έχουν στην κατοχή τους κτήματα. Ασχολούνταν με το εμπόριο και τη βιοτεχνία και επομένως, κατά ένα μεγάλο μέρος, στήριζαν την οικονομία της Αθήνας. Οι Αθηναίοι τους χρησιμοποιούσαν στον στρατό και στον στόλο, καθώς και στις θρησκευτικές τελετές και στις «λειτουργίες». Κάθε μέτοικος ήταν υποχρεωμένος να ορίσει έναν γνήσιο Αθηναίο πολίτη ως εγγυητή ή προστάτη του, ο οποίος συναλλασσόταν για λογαριασμό του με το κράτος και εγγυόταν για τη διαγωγή του. Για τις υπηρεσίες του προς το κράτος ο μέτοικος μπορούσε να γίνει «ισοτελής», δηλαδή ίσος με τους γνήσιους Αθηναίους πολίτες σε ό,τι αφορούσε τους φόρους, σπάνια όμως μπορούσε να γίνει πολίτης και σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να αναλάβει δημόσια αξιώματα.
Οι δούλοι θεωρούνταν μορφή ιδιοκτησίας («res») και, φυσικά, δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Όπως αναφέρει σε άλλο σημείο των «Πολιτικών» ο Αριστοτέλης, ο δούλος ήταν ένα «ἔμψυχον κτῆμα», αναγκαίο για να τεθούν σε ενέργεια τα άψυχα εργαλεία και, όπως κάθε «κτήμα», ο δούλος ήταν όργανο προορισμένο να υπηρετεί τη γενική διαχείριση της ζωής (Πολιτικά, 1253b 32). Κατά τον φιλόσοφο, ο δούλος διαθέτει εκ φύσεως φρόνημα ανελεύθερο που δεν μπορεί να το χρησιμοποιεί συνειδητά, «ὁ δοῦλος ὅλως οὐκ ἔχει τὸ βουλευτικὸν» (Πολιτικά, 1059b 22) και επομένως δεν είναι δυνατό να αποτελεί μέλος μιας ελεύθερης κοινωνίας, μιας πόλης κράτους.
β) Το δικαίωμα εμφάνισης κάποιου στο δικαστήριο ως ενάγοντος ή ως εναγόμενου («οὐδ’ οἱ τῶν δικαίων μετέχοντες … καὶ δικάζεσθαι»): δεν μπορεί να θεωρηθεί κάποιος πολίτης, μόνο επειδή έχει το δικαίωμα να εμφανίζεται στο δικαστήριο ως ενάγων ή ως εναγόμενος. Κι αυτό, γιατί πολίτες άλλων πόλεων μπορούν να έχουν αυτό το δικαίωμα χάρη σε ειδικές συμφωνίες, γραπτές δηλαδή διατάξεις που ορίζουν πρωτίστως τις εμπορικές συμφωνίες ανάμεσα στους πολίτες διαφορετικών πόλεων. Σύμφωνα με αυτές έχουν το δικαίωμα να μεταβαίνουν στην άλλη πόλη, να παραμένουν εκεί και να διεκδικούν από τα δικαστήρια την απονομή δικαίου.
«ἀπὸ συμβόλων»: τα «σύμβολα» ήταν ειδικές συμφωνίες, κυρίως εμπορικές. Σε άλλο σημείο του τρίτου βιβλίου των «Πολιτικών» (1280a 35) ο Αριστοτέλης κάνοντας πάλι αναφορά στα «σύμβολα» φέρνει ως παράδειγμα τους Τυρρηνούς και τους Καρχηδονίους, οι οποίοι ενώνονταν με εμπορικές και στρατιωτικές συμφωνίες. Αυτές όμως δεν ήταν αρκετές για να θεωρηθούν ότι ανήκουν στην ίδια πολιτική κοινωνία.
Επίσης, σύμφωνα με τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, όπως αναφέρεται σε άλλο σημείο των «Πολιτικών» (Πολιτικά, 1275a 15), δεν έπρεπε να ορίζονται πολίτες τα παιδιά και όσοι νέοι δεν είχαν ακόμη εγγραφεί στα μητρώα των πολιτών («ἀτελεῖς»), όσοι γέροντες δεν εκπλήρωναν πια τα πολιτικά τους δικαιώματα και τους οποίους χαρακτήριζε παρηκμασμένους («παρηκμακότας») και τέλος, όσοι με δικαστική απόφαση είχαν χάσει τα δικαιώματα του πολίτη («περὶ τῶν ἀτίμων»), καθώς και οι εξόριστοι («καὶ φυγάδων»). Για τις απόψεις αυτές του φιλοσόφου μας προϊδεάζει η χρήση του επιθέτου «ἱκανὸν» στο τέλος της ενότητας.

2. ΑΣΦΑΛΗ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ «πολίτης»: «πολίτης δ’ ἁπλῶς … ταύτης τῆς πόλεως»

Μετά την αναφορά στα κριτήρια που δεν αποδεικνύουν με ασφάλεια ότι κάποιος είναι πολίτης, ο Αριστοτέλης περνά στα δύο ασφαλή γνωρίσματα προσδιορισμού της έννοιας. Πολίτης είναι:
α) αυτός που συμμετέχει στη δικαστική εξουσία, που μπορεί δηλαδή να δικάζει ως μέλος δικαστηρίου και ειδικότερα του λαϊκού δικαστηρίου της Ηλιαίας («μετέχειν κρίσεως») και
β) αυτός που συμμετέχει στην πολιτική εξουσία, αφενός δηλαδή στη διοίκηση του κράτους εκλέγοντας τους ηγέτες της πόλης του και αφετέρου μετέχοντας στα όργανα που λαμβάνουν τις πολιτικές αποφάσεις και νομοθετούν (βουλή, εκκλησία του δήμου) («μετέχειν ἀρχῆς»). Εν ολίγοις, ο «αριστοτελικός» πολίτης είναι αυτός που συμμετέχει άμεσα στη νομοθετική, την εκτελεστική και τη δικαστική αρχή. Αυτή η συμμετοχή παρουσιάζεται από τον φιλόσοφο ως το σπουδαιότερο δικαίωμά του, διότι εξαιτίας αυτού ο πολίτης είναι το κύτταρο της πόλης-κράτους που επηρεάζει ή καθορίζει τα πολιτικά πράγματα. Ισοδυναμεί με τη συμμετοχή στο σύνολο σχεδόν των λειτουργιών της πόλης – κράτους.
Φυσικά, ο φιλόσοφος αναφέρεται στην πόλη της δημοκρατικής Αθήνας, την πόλη της άμεσης δημοκρατίας, αλλά και σε όσες πόλεις-κράτη είχαν παρόμοια πολιτεύματα, γιατί σε πολιτεύματα ολιγαρχικά ή τυραννικά, όπως αυτά της Σπάρτης και της Κρήτης δεν είχαν όλοι οι πολίτες το δικαίωμα να συμμετέχουν στις λειτουργίες του κράτους.

3. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

Η συμμετοχή στις δικαστικές λειτουργίες είναι, κατά τον Αριστοτέλη, απολύτως σημαντική για τον ορισμό της έννοιας «πολίτης». Και ο ίδιος ο Πλάτωνας, άλλωστε, τόνιζε στους «Νόμους» ότι η μη συμμετοχή σε αυτές ισοδυναμούσε με μη συμμετοχή στο σύνολο των λειτουργιών της πόλης («ὁ γὰρ ἀκοινώνητος ὢν ἐξουσίας τοῦ συνδικάζειν ἡγεῖται τὸ παράπαν τῆς πόλεως οὐ μέτοχος εἶναι» 768b 2). Μια πόλη με σωστό σύστημα απονομής δικαιοσύνης, που λειτουργεί με ορθούς νόμους, αμεροληψία και ελευθερία, διαφυλάσσει τα δικαιώματα των πολιτών (την ισονομία, την ισηγορία και την παρρησία), συμβάλλει στην αποφυγή κοινωνικών συγκρούσεων και αναταραχών, και εξασφαλίζει ηρεμία, γαλήνη, ασφάλεια και κατ’ επέκταση την ευδαιμονία, που είναι και ο ύψιστος στόχος της πόλης. Όλα αυτά όμως μπορούν να επιτευχθούν μόνο με τη συμμετοχή όλων των πολιτών στις δικαστικές λειτουργίες. Τα παραπάνω αποδεικνύουν, βέβαια, την ύπαρξη ενός υψηλού επιπέδου πολιτισμού, καθώς η έννοια της δικαιοσύνης προϋποθέτει ανθρώπους ενάρετους, ηθικούς και καλλιεργημένους

4. Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Στην προηγούμενη ενότητα ο Αριστοτέλης δήλωσε πως, για να προχωρήσει στον ορισμό της «πολιτείας», πρέπει πρώτα να ορίσει την έννοια «πόλις», που είναι το «ὅλον»˙ και για να γίνει αυτό, πρέπει να προηγηθεί η έννοια του «πολίτη», που είναι το «μέρος» του «ὅλου». Αφού, λοιπόν, έδωσε τον ορισμό του πολίτη, έρχεται τώρα στα γνωρίσματα και στον ορισμό της πόλης. Η πόλη, επομένως, είναι:
α) το σύνολο των πολιτών που μπορούν να συμμετέχουν στην πολιτική και δικαστική εξουσία και
β) το σύνολο των πολιτών που είναι αρκετοί στον αριθμό και ικανοί στην αξιοσύνη, την αρετή (διανοητική και ηθική), όχι τυχαίοι και ανάξιοι, ικανοί να εξασφαλίζουν αυτάρκεια στην πόλη.
Σε άλλο σημείο των «Πολιτικῶν» (1328b 16) ο Αριστοτέλης διδάσκει ότι: «ἡ … πόλις πλῆθός ἐστιν οὐ τὸ τυχὸν ἀλλὰ πρὸς ζωὴν αὔταρκες, … ἐὰν δέ τι τυγχάνῃ τούτων ἐκλεῖπον, ἀδύνατον ἁπλῶς αὐτάρκη τὴν κοινωνίαν εἶναι ταύτην», και, όπως ήδη έχει αναφέρει στη 12η ενότητα, η αυτάρκεια της πόλης συνδέεται με το «εὖ ζῆν», την ευδαιμονία των πολιτών, και δεν αφορά απλά τα υλικά αγαθά και την εμπορική της ανάπτυξη, αλλά και την ύπαρξη αμυντικών δυνατοτήτων, συστήματος χρηστής διοίκησης και απονομής δικαιοσύνης. Έτσι, η πόλη καθίσταται ανεξάρτητη σε όλους τους τομείς.

Πηγή : www.study4exams.gr

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/2008

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση