Διάγραμμα Εισήγησης για την Αριστοτελική Ηθική

δρ. Βασίλειος Μπετσάκος

αριστοτελική ηθική: Ἠθικὰ Νικομάχεια, Ἠθικὰ Εὐδήμια και Ἠθικὰ Μεγάλα, Προτρεπτικός (νεανικό έργο, σε διαλογική μορφή· δεν σώζεται· ανασυστήνεται βάσει παραθεμάτων σε μεταγενέστερους συγγραφείς).

-σκοποθεσία της έρευνας του Αριστοτέλη.: όχι η στείρα γνώση, αλλά το να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι:

Ἠθικὰ Νικομάχεια, 1103b 26-30[1]: Ἐπεὶ οὖν ἡ παροῦσα πραγματεία οὐ θεωρίας ἕνεκά ἐστιν ὥσπερ αἱ ἄλλαι οὐ γὰρ ἵνα εἰδῶμεν τί ἐστιν ἡ ἀρετὴ σκεπτόμεθα, ἀλλ’ ἵν’ ἀγαθοὶ γενώμεθα, ἐπεὶ οὐδὲν ἂν ἦν ὄφελος αὐτῆς, ἀναγκαῖον ἐπισκέψασθαι τὰ περὶ τὰς πράξεις.

Ἠθικὰ Εὐδήμια, 1216b 20-23: περὶ ἀρετῆς οὐ τὸ εἰδέναι τιμιώτατον τί ἐστίν, ἀλλὰ τὸ γινώσκειν ἐκ τίνων ἐστίν. οὐ γὰρ εἰδέναι βουλόμεθα τί ἐστιν ἀνδρεία, ἀλλ’ εἶναι ἀνδρεῖοι, οὐδέ τί ἐστι δικαιοσύνη, ἀλλ’  εἶναι δίκαιοι.

Θεμελιακές έννοιες της αριστοτελικής ηθικής

Ἀγαθόν ( Ῥητορική, 1362a 21-23): ἔστω δὴ ἀγαθὸν ὃ ἂν αὐτὸ ἑαυτοῦ ἕνεκα ᾖ αἱρετόν, καὶ οὗ ἕνεκα ἄλλο αἱρούμεθα, καὶ οὗ ἐφίεται πάντα. Το ἀγαθόν αποτελεί αυταξία.

Εὐδαιμονία. Το ύψιστο αγαθό στο οποίο συγκλίνουν όλα τα επιμέρους αγαθά μέσα στην πόλιν και προς το οποίο στοχεύει η πολιτικὴ ταυτίζεται με την εὐδαιμονίαν των πολιτών, όλων μαζί και του καθενός ξεχωριστά. Ανθρώπινο αγαθό και πολιτικό αγαθό δεν μπορεί παρά να ταυτίζονται.

Ἠθικὰ Νικομάχεια, 1169b 28-31: εὐδαιμονία ἐνέργειά τις ἐστίν, ἡ δ’ ἐνέργεια δῆλον ὅτι γίνεται καὶ οὐχ ὑπάρχει ὥσπερ κτῆμά τι.

H εὐδαιμονία είναι αυτοσκοπός· όλα τα άλλα αγαθά, τιμές και δόξα, πλούτη και ηδονές, εξουσία και δύναμη, όσο κι αν αξίζουν και καθεαυτά, προς αυτήν σε τελευταία ανάλυση στοχεύουν.

-Η πολιτική κοινωνία μπορεί να εξασφαλίσει στο άτομο (=πολίτη) το ουσιαστικό περιεχόμενο της ευδαιμονίας, την αυτάρκεια.

Εὐδαιμονία=ψυχῆς ἐνέργεια κατ’ ἀρετὴν τελείαν (Ἠθικὰ Νικομάχεια, 1102a 5-6).

Ο Αριστοτέλης δεν αρνείται τη σημασία που έχουν άλλα αγαθά. Ό,τι εξασφαλίζει την υγεία, η τροφή και τα υλικά αγαθά εν γένει, προϋποτίθενται αλλά δεν είναι αυτά που οδηγούν σε μια ανθρώπινη ευτυχία· είναι απολύτως αναγκαία, μα όχι και ικανά για την επίτευξή της· για τα ζώα ίσως να αρκούσαν, όμως δεν μπορούν να ολοκληρώσουν μια φύση κοινωνική.

ἠθικὴ ἠρετὴ είναι κατά το γένος μία ἕξις (ἔχω + -σις), ομοίως και η κακία. Η ανθρώπινη φύση δεν είναι εξαρχής ενάρετη, αλλά έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει μέσα στην κοινωνία τις διάφορες αρετές (ή κακίες) ως σταθερούς και συγκεκριμένους τρόπους βίωσης και εκδήλωσης των παθῶν· οι τρόποι αυτοί αποκτώνται διὰ τοῦ ἔθους, με άσκηση σε ικανό βάθος χρόνου. Η ἕξις λειτουργεί όπως η γλώσσα: δεν γεννιόμαστε κατέχοντάς την, έχουμε όμως όλα τα εφόδια να την αποκτήσουμε.

-Το να οργιστεί κάποιος ή να φοβηθεί ή να φθονήσει (πάθη=φυσιολογικά βιώματα της ανθρώπινης ψυχής) δεν είναι εξαρχής κάτι ηθικά προσδιορίσιμο· σημασία έχει αφενός το αν θα οργιστεί, θα φοβηθεί ή θα φθονήσει όπως πρέπει, όποτε πρέπει, απέναντι σε όποιον πρέπει, στις συνθήκες που πρέπει και για τους λόγους που πρέπει, αφετέρου η ένταση με την οποία θα εκδηλώσει το πάθος του. Άρα τα πάθη κρίνονται από ηθική άποψη όχι καθ’ εαυτά (η φύση είναι υπεράνω κριτικής), αλλά δευτερογενώς: όταν ληφθούν υπόψη πέντε παράμετροι της έμπρακτης εκδήλωσής τους (τρόπος, χρόνος, πρόσωπα, καταστάσεις, αίτια).

Το πεδίο των παθῶν είναι ένα συνεχές (όπως π.χ. ο χρόνος, ο χώρος, η κίνηση). Σ’ αυτό το συνεχὲς προσφέρονται στον άνθρωπο (στον καθένα χωριστά) οι επιλογές του μέσου και των άκρων. Τα όριά τους δεν είναι προδιαγεγραμμένα ούτε καθορίζονται με απόλυτη ακρίβεια, αλλά οι ίδιες οι ασκημένες και ασκούμενες αρετές ορίζουν κάθε φορά το μέσον ανάμεσα σε δύο άκρα, την ὑπερβολὴν και την ἔλλειψιν· όλο το υπόλοιπο τμήμα του πεδίου ανήκει στις κακίες: εύκολο να πετύχει ο άνθρωπος το στόχο της κακίας, δύσκολο της αρετής. Το μέσον προσδιορίζεται υποκειμενικά-προσωπικά-ελεύθερα και όχι αντικειμενικά-αριθμητικά-καταναγκαστικά.

– Ο Αριστοτέλης δεν ανάγει το κακό στα πάθη, ουσιαστικά στην ίδια την ανθρώπινη φύση. Είμαστε άνθρωποι, λέει, και θα θυμώσουμε και θα μισήσουμε και θα χαρούμε και θα συμπονέσουμε και θα ζηλέψουμε, αρκεί να το κάνουμε με το σωστό τρόπο. Και σωστός τρόπος “διαχείρισης” των παθῶν είναι ο τρόπος του μέτρου, η εύρεση και επίτευξη του μέσου ανάμεσα στα άκρα που συνιστούν υπερβολή και έλλειψη. Το σωστό και το καλό το σώζει μόνο η μεσότης, και με αυτήν κατά περίπτωση ταυτίζονται οι ηθικές αρετές.

Ἠθικὰ Εὐδήμια 1220b.34-1221a.12: ὥστ’ ἀνάγκη τὴν ἠθικὴν ἀρετὴν περὶ μέσ’ ἄττα εἶναι καὶ μεσότητα τινά. ληπτέον ἄρα ἡ ποία μεσότης ἀρετή, καὶ περὶ ποῖα μέσα. εἰλήφθω δὴ παραδείγματος χάριν, καὶ θεωρείσθω ἕκαστον ἐκ τῆς ὑπογραφῆς.

ὀργιλότης       ἀναλγησία       πραότης.

θρασύτης        δειλία               ἀνδρεία.

ἀναισχυντία   κατάπληξις       αἰδώς.

ἀκολασία        ἀναισθησία      σωφροσύνη.

φθόνος            ἀνώνυμον         νέμεσις.

κέρδος             ζημία                δίκαιον.

ἀσωτία            ἀνελευθερία      ἐλευθεριότης.

ἀλαζονεία       εἰρωνεία            ἀλήθεια.

κολακεία         ἀπέχθεια           φιλία.

ἀρέσκεια         αὐθάδεια          σεμνότης.

[τρυφερότης    κακοπάθεια      καρτερία.]

χαυνότης         μικροψυχία      μεγαλοψυχία.

δαπανηρία      μικροπρέπεια   μεγαλοπρέπεια.

[πανουργία      εὐήθεια            φρόνησις].

– Επαναλαμβάνοντας εν γνώσει μας συγκεκριμένες πράξεις δίνουμε μέσω του εθισμού συγκεκριμένη και πάγια μορφή στο ήθος μας. Κάνοντας σώφρονες πράξεις γινόμαστε σώφρονες, και δίκαιες δίκαιοι, και ανδρείες ανδρείοι· το ίδιο βέβαια ισχύει και όσον αφορά τις κακίες (Ἠθικὰ Νικομάχεια,  1114b 31-32 και 1114a 9-14).

– Αναντικατάστατος οδηγός του ανθρώπου για να βρίσκει σε κάθε περίπτωση τη μεσότητα, είναι πρώτον ο ὀρθὸς λόγος: ἡ μετὰ τοῦ ὀρθοῦ λόγου ἕξις ἀρετή ἐστιν (Ἠθικὰ Νικομάχεια, 1144b 27). Δεύτερο κριτήριο για την εύρεση της μεσότητας είναι το κοινωνικό πρότυπο του φρονίμου, του σπουδαίου πολίτη· αυτός είναι το μέτρο και ο κανόνας της ενάρετης συμπεριφοράς.

Ορισμός αρετής: Ἠθικὰ Νικομάχεια, 1106b36 – 1107a2: ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετὴ ἕξις προαιρετική, ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένῃ λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν.

– Tρεις αξίες μαζί δημιουργούν την ευδαιμονία· Ἠθικὰ Μεγάλα, 1.3.2, 1-2: τὰ δ’ ἐν ψυχῇ διώρισται ἀγαθὰ εἰς τρία, εἰς φρόνησιν εἰς ἀρετὴν καὶ ἡδονήν.

Χρήσιμη Βιβλιογραφία για τη διδασκαλία των Ηθικών Νικομαχείων στη Μ.Ε.

Τα εγκυρότερα εισαγωγικά βοηθήματα είναι τα πονήματα του αριστοτελιστή Δημήτρη Λυπουρλή, Ομότιμου Καθηγητή του Α.Π.Θ.

  • Τρία άρθρα στο αφιέρωμα του Φιλολόγου τ. 100 (2000):

α) «Χρήσιμη βιβλιογραφία για την ανάγνωση και τη διδασκαλία του Αριστοτέλη».

β) «Ανθολόγιο αριστοτελικών κειμένων σε μετάφραση». (Πρόκειται για μεταφράσεις υποδειγματικές για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να μεταφράζουμε τα αρχαιοελληνικά κείμενα, ώστε να διαβάζονται ευχάριστα και να κατανοούνται σε βάθος).

γ) «Εισαγωγή στην ηθική φιλοσοφία του Αριστοτέλη». Άρθρο πολύτιμο, απολύτως απαραίτητο για τον φιλόλογο που καλείται να διδάξει αριστοτελική ηθική στη Μ.Ε., χωρίς όμως να έχει κάνει ειδικές σπουδές στην αριστοτέλική φιλοσοφία.

  • Ο Δη­μή­τρης Λυ­πουρ­λής δι­ά­βα­σε, με­τέ­φρα­σε και σχο­λί­α­σε αρ­χαία ελ­λη­νι­κά κεί­με­να στο Βα­φο­πού­λει­ο, Θεσ­σα­λο­νί­κη 1998.
  • Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια, Βιβλίο Β΄. Κείμενο, Εισαγωγή, Μετάφραση, Σχόλια. Ζήτρος, 2002 (Είναι αυτονόητο ότι ο καθηγητής που διδάσκει Αριστοτέλη δεν θα πρέπει να αρκεστεί στη γνώση των ούτως ή άλλως πολύ περιορισμένων αποσπασμάτων του σχολικού εγχειριδίου).

Επίσης:

  • Ι. Düring, Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, ΜΙΕΤ (δίτομο, 1991 και 1994).
  • Θ. Σκαλτσάς, Ο χρυσούς αιών της αρετής: Αριστοτελική Ηθική, Αθήνα 1993.
  • J. Adler, Ο Αριστοτέλης για όλους. Δύσκολος στοχασμός σε απλοποιημένη μορφή (μετ. Π. Κοτζιά), Παπαδήμας 1996 (βιβλίο που καθιστά ελκυστική την αριστοτελική σκέψη ακόμα και σε παιδιά, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι αυτή νοθεύεται ή υπεραπλουστεύεται).
  • Κ. Κατσιμάνης, Πλάτων και Αριστοτέλης. Φιλοσοφική ερμηνεία eπιλεγμένων κειμένων, Gutenberg 2001.

Άρθρα σε συλλογικούς τόμους και περιοδικά (ελληνικά).

  • Στ. Βιρβιδάκης, «Η αριστοτελική ηθική και οι σύγχρονες αντιθεωρητικές τάσεις στο χώρο της ηθικής φιλοσοφίας», στον τόμο Αριστοτέλης, Αφιέρωμα στον J. P. Anton, Αθήνα 1996.
  • Γ. Μαντζαρίδη, «Αριστοτελική Ηθική και Χριστιανισμός» στον τόμο Αριστοτελικά εκδ. Α.Π.Θ. 1980.
  • Τ. Πεντζοπούλου-Βαλαλά, «Οι μεταφυσικές προϋποθέσεις της αριστοτελικής ηθικής», στο Προ­βο­λὲς στὸν Ἀ­ρι­στο­τέ­λη, Βάνιας, Θεσ­σα­λο­νί­κη 1998.
  • Χ. Γιανναρᾶς, Ὁ “ἀ­πο­φα­τι­κὸς” Ἀ­ρι­στο­τέ­λης, Δι­α­βά­ζω 135 (Α­φι­έ­ρω­μα στον Α­ρι­στο­τέ­λη) 1986, σελ. 14-16.
  • Π. Παπαδημητρίου, «Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια», Φιλόλογος 100, 2000, 292-317.
  • Γ. Παπακωστούλα-Γιανναρά, «Οι αναβαθμοί της αρετής στα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη», Φιλολογική 70 (2000).
  • Κ. Διαλησμά – Λ. Κουτρουμπέλη, «Παιδεία και Εκπαίδευση στον πλατωνικό Πρωταγόρα και τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη», Φιλολογική 83 (2003).
  • Ι. Γ. Δελλής, «Σπουδαῖος και εὺδαίμων πολίτης σε σπουδαία και εὐδαίμονα πόλη», στον τόμο Ο Αριστοτέλης και η σύγχρονη εποχή, Ιστορική και Λαογραφική Εταιρία Χαλκιδικής, Πρακτικά του Έκτου Πανελλήνιου Συνεδρίου (επιμ. Ι. Καλογεράκος), Χαλκιδική 2006.
  • Β. Μπετσάκος, «Τα πάθη της ψυχής στη Ῥητορική του Αριστοτέλη», Φιλολογική 85 (2004), σσ. 23-34.
  • Β. Μπετσάκος, «Εισαγωγή σε θεμελιακές έννοιες της αριστοτελικής ηθικής», Νέα Παιδεία 110 (2004), σσ. 111-126.


[1] Το σύστημα παραπομπών στις αριστοτελικές πραγματείες βασίζεται στη σελιδαρίθμηση της μνημειώδους έκδοσης των αριστοτελικών έργων, η οποία έγινε από τον Immanuel Bekker (Έκδοση της Ακαδημίας του Βερολίνου, 1831-1870). Έτσι, όλες οι μεταγενέστερες κριτικές εκδόσεις ανεξάρτητα από τη δική τους σελιδοποίηση παραθέτουν τη σελιδαρίθμηση, τη στήλη (a ή b) και την αρίθμηση στίχων σύμφωνα με τον Bekker.

Μόνιμος σύνδεσμος σε αυτό το άρθρο: https://blogs.sch.gr/stratilio/archives/1804

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση