Villiers de l’Isle-Adam, L’ Eve Future (1886)
Το L’ Eve Future (Η Εύα του Μέλλοντος) είναι ένα μυθιστόρημα φαντασίας για την κατασκευή μιας γυναίκας-ρομπότ που είχε ενσωματωμένο έναν φωνόγραφο. Ανήκει στις λεγόμενες «τεχνο-φαντασίες» των τελών του 19ου αιώνα, που είχαν ως έμπνευσή τους τις νέες εφευρέσεις και την προσδοκία ότι αυτές θα είχαν μελλοντικά πολύ περισσότερες δυνατότητες.
Ένα απόσπασμα (Οι Θρήνοι του Έντισον):
«Πόσο καθυστερημένα ήρθα στις τάξεις της ανθρωπότητας! Γιατί να μην είμαι ένας από τους πρωτο-γεννημένους του είδους;(…) Πολλοί από τους μεγάλους λόγους θα ήταν ηχογραφημένοι τώρα, … λέξη προς λέξη, πάνω στην επιφάνεια των κυλίνδρων μου, καθώς η τεράστια εφεύρεση της μηχανής τώρα μας επιτρέπει να λαμβάνουμε ηχητικά κύματα από πολύ μεγάλη απόσταση. Και αυτές οι λέξεις θα ήταν χαραγμένες στους κυλίνδρους μου με τον τόνο, το ύφος, την απόδοση, ακόμα και τις ιδιαιτερότητες της προφοράς που είχαν οι ομιλητές. (…) Αργότερα, όταν το μυστικό του παλλόμενου διαφράγματος θα γινόταν γνωστό, δε θα ήταν ευχάριστο για τους διαδόχους μου να ηχογραφούν στην εποχή του παγανισμού, για παράδειγμα το διάσημο: «στην ομορφότερη», … τους χρησμούς της Δωδώνης, τους Συβιλλικούς χρησμούς και όλα τα υπόλοιπα; Όλοι οι σημαντικοί λόγοι ανθρώπων και θεών, μέσα στους αιώνες θα είχαν χαραχτεί ανεξίτηλα στα ηχηρά χάλκινα αρχεία, και τώρα δεν θα υπήρχε καμία αμφιβολία για την αυθεντικότητά τους. Ακόμα και ανάμεσα στους θορύβους του παρελθόντος, πόσοι μυστηριώδεις ήχοι ήταν γνωστοί στους προγόνους μας που, ελλείψει μιας μηχανής κατάλληλης να τους ηχογραφήσει, έχουν για πάντα χαθεί στην άβυσσο;»
Πηγή: Kahn, Douglas και Whitehead, Gregory (επιμ.), Wireless Imagination: Sound, Radio and the Avant-Garde (Cambridge Mass.: MIT Press, 1992), σσ. 63-64
Charles Cros, Παλαιόφωνο (Paléophone) (1877)
Ο Charles Cros κατέθεσε ένα σχέδιο στην Ακαδημία Επιστημών στο Παρίσι με τον τίτλο: «Μέθοδος εγγραφής και αναπαραγωγής ακουστικών φαινομένων» στο οποίο ουσιαστικά πρότεινε τη δημιουργία ενός φωνόγραφου. Ο Cros ονόμασε τη συσκευή του «paléophone», αλλά δεν κατάφερε να την υλοποιήσει. Ο Edison ταυτόχρονα δούλευε ήδη στην ιδέα του φωνογράφου, τον οποίο και παρουσίασε πρώτος δημόσια.
Παρακάτω έχουμε το κείμενο του Cros σε μετάφραση:
«Γενικά, η μέθοδός μου έγκειται στην απόκτηση του ίχνους των κινήσεων μιας παλλόμενης μεμβράνης, και τη χρήση αυτού του ίχνους για την αναπαραγωγή των ίδιων κινήσεων, με τις ανάλογές τους εγγενείς διάρκειες και εντάσεις στην ίδια μεμβράνη ή σε μία άλλη προσαρμοσμένη για να παρέχει τους ήχους και θορύβους που προκύπτουν από αυτή τη σειρά κινήσεων.
Συνεπώς μας απασχολεί η μετατροπή ενός εξαιρετικά λεπτού ίχνους, όπως αυτό που αποκτάται με την τριβή μιας λεπτής βελόνας πάνω σε μια επιφάνεια μαυρισμένη από φλόγα, η μετατροπή, λέω, αυτών των ιχνών ανάγλυφα ή με βαθυτυπία σε ένα υλικό αντοχής ικανό να οδηγεί ένα κινούμενο σώμα, το οποίο μεταδίδει αυτές τις κινήσεις στην ηχηρή μεμβράνη.
Μια ελαφριά βελόνα είναι συνδεδεμένη με το κέντρο της παλλόμενης μεμβράνης˙ καταλήγει σε ένα δείκτη (μεταλλικό σύρμα, τη μύτη ενός φτερού, κλπ), ο οποίος ακουμπά πάνω σε μια επιφάνεια μαυρισμένη από φλόγα. Αυτή η επιφάνεια είναι μέρος ενός δίσκου στον οποίο δίνεται μία διπλή κίνηση περιστροφής και ευθύγραμμης προόδου. Αν η μεμβράνη είναι ακίνητη, το σημείο θα αφήνει το ίχνος μιας απλής σπείρας˙ αν η μεμβράνη πάλλεται, η σπείρα που θα αποτυπώνεται θα είναι κυματοειδής, και τα κύματα θα αναπαριστούν επακριβώς όλες τις κινήσεις της μεμβράνης με τις διάρκειες και τις εντάσεις τους.
Μέσω της φωτογραφικής μεθόδου που είναι γνωστή, αυτή η χαραγμένη, διαφανής, κυματοειδής σπείρα μετατρέπεται σε μία γραμμή παρόμοιων διαστάσεων, με βαθυτυπία ή σε ανάγλυφο, πάνω σε ένα υλικό αντοχής (για παράδειγμα βαμμένο ατσάλι).
Αφού γίνει αυτό, η επιφάνεια αντοχής τίθεται μέσω μιας μηχανικής συσκευής σε περιστροφή και ευθύγραμμη πρόοδο με ταχύτητα ίδια με αυτή που εφαρμόστηκε κατά την εγγραφή. Αν το αναπαραγόμενο ίχνος είναι σε βαθυτυπία, ένας μεταλλικός δείκτης (και εάν είναι ανάγλυφο μία εγκοπή) συγκρατημένος από ένα ελατήριο, ακουμπά από τη μία του άκρη πάνω στο ίχνος, και από την άλλη είναι συνδεδεμένος με το κέντρο της μεμβράνης που έχει προσαρμοστεί για την ηχητική αναπαραγωγή. Υπό αυτές τις συνθήκες, η μεμβράνη δεν τίθεται σε κίνηση από τον παλλόμενο αέρα, αλλά από το ίχνος που ελέγχει το δείκτη με παλμικές κινήσεις ακριβώς ίδιες με αυτές στις οποίες είχε υποβληθεί η μεμβράνη κατά την εγγραφή, τόσο ως προς τη διάρκεια, όσο και ως προς την ένταση.
Το σπειροειδές ίχνος απεικονίζει διαδοχικούς ίσους χρόνους με μήκη αυξανόμενα και μειούμενα. Αυτό δεν μας ενοχλεί αν χρησιμοποιούμε την περιφαρειακή περιοχή του περιστρεφόμενου κύκλου, όπου οι στροφές της σπείρας βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους˙ χάνουμε όμως την κεντρική επιφάνεια.
Σε κάθε περίπτωση, το ελικοειδές ίχνος πάνω σε κύλινδρο είναι προτιμότερο, και ασχολούμαι ουσιαστικά με την υλοποίηση της πρότασης αυτής στην πράξη.»
Πηγή: http://histv2.free.fr/cros/crosbio.htm, http://history.sandiego.edu/gen/recording/cros.html
Λίγα λόγια για τη ραδιοφωνική τέχνη (Radio Art)
Η ραδιοφωνική τέχνη (radio art) είναι μια υπο-κατηγορία της ηχητικής τέχνης που εκμεταλλεύεται καλλιτεχνικά τις ιδιότητες του ραδιοφωνικού μέσου. Ανήκει όμως και στις λεγόμενες οπτικοακουστικές τέχνες (media arts), οι οποίες βασίζονται στην καλλιτεχνική χρήση των τεχνολογικών μέσων ήχου και εικόνας (όπως η βίντεο-τέχνη).
Οι καλλιτέχνες ήδη από τη δεκαετία του 1920 οραματίστηκαν το ραδιόφωνο ως εργαλείο της τέχνης και ιδιαίτερα ως ένα πεδίο για ηχητικό πειραματισμό. Οι συνθήκες της εποχής δεν έδωσαν πολλά περιθώρια στους καλλιτέχνες και το ραδιόφωνο οδηγήθηκε σε άλλες κατευθύνσεις. Επικεντρώθηκε στην ενημέρωση, στη μαζική ψυχαγωγία, στη διαφήμιση και την περίοδο του πολέμου στην προπαγάνδα.
Μια δεύτερη γενιά καλλιτεχνών, από τη δεκαετία του 1960 και μετά, αποπειράθηκε να κάνει καλλιτεχνική χρήση του ραδιοφώνου στη βάση της ανατροπής των ήδη παγιωμένων συμβάσεων. Ραδιόφωνο χωρίς σταθερό πρόγραμμα, εκπομπές πειραματικής ηχητικής τέχνης, κατάργηση των διαφημιστικών διαλλειμάτων, του προγραμματισμού ανά ώρα, της καθιερωμένης εναλλαγής λόγου-μουσικής είναι μερικοί από τους πειραματισμούς που έγιναν αυτή την περίοδο. Ξεκινώντας από διεσπαρμένες προσπάθειες η ραδιοφωνική τέχνη απέκτησε ταυτότητα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 με τη διοργάνωση ειδικών συνεδρίων και εκθέσεων, με την καθιέρωση ειδικών εκπομπών σε κάποιους ραδιοφωνικούς σταθμούς[1] και με την επανα-ανακάλυψη των ιδεών των πρώτων φουτουριστών, ντανταϊστών και σουρρεαλιστών καλλιτεχνών της προπολεμικής περιόδου.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά, η ψηφιακή τεχνολογία και το διαδίκτυο έχουν δώσει ακόμα περισσότερες δυνατότητες στους καλλιτέχνες με βασική πλέον κατεύθυνση τη δημιουργία διαδραστικών project, στα οποία ο ακροατής διαμορφώνει το ηχητικό αποτέλεσμα.
Την επόμενη φορά που θα ανοίξουμε το ραδιόφωνο ας αναλογιστούμε λοιπόν πόσες συμβάσεις θεωρούνται δεδομένες και πόσες πρροπτικές χρήσης του ραδιοφωνικού μέσου μένουν ανεκμετάλλευτες.
Φωνόγραφος
Ο φωνόγραφος εφευρέθηκε από τον Thomas Edison το 1877 και είναι ο πρόγονος όλων των μετέπειτα συσκευών εγγραφής και αναπαραγωγής ήχου. Από την εφεύρεση του φωνόγραφου και μετά ένας ήχος μπορεί πλέον να διατηρηθεί στο χρόνο και να επαναληφθεί αμέτρητες φορές. Επίσης, ο διαχωρισμός του ήχου από την πηγή του άλλαξε τελείως τον τρόπο με τον οποίο ακούμε μουσική. Για να ακούσουμε ένα μουσικό κομμάτι δεν είναι πλέον ανάγκη να είμαστε εκεί την ώρα που εκτελείται, αφού μπορούμε να το ακούσουμε μετά – από τον δίσκο και αναπαυτικά στο χρόνο και τον τόπο που εμείς θα επιλέξουμε. Τέλος, η αποθήκευση του ήχου έδωσε τη δυνατότητα της επεξεργασίας του ήχου (μοντάζ, μίξη κλπ) που είναι μία από τις βασικές παραμέτρους της ηχητικής τέχνης.
Ο φωνόγραφος αρχικά λειτουργούσε με κυλίνδρους και όχι δίσκους, όπως το μεταγενέστερο γραμμόφωνο, και η λειτουργία του ήταν καθαρά μηχανική, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα δηλαδή.
Ακούστε εδώ τα πρώτα ηχογραφημένα λόγια του Edison (από προσομοίωση της αρχικής εγγραφής το 1929) Mary had a little lamb
Φουτουρισμός
Ο Ιταλικός Φουτουρισμός ήταν ένα κίνημα που εγκαινιάστηκε το 1909 από τον ιταλό ποιητή Filippo Tommaso Marinetti με το Μανιφέστο του Φουτουρισμού. Σε αυτό εκφράζονται οι βασικές αρχές του φουτουρισμού, δηλαδή η αντίθεση προς την καλλιτεχνική παράδοση, η λατρεία της ταχύτητας, της τεχνολογίας, της νεότητας, της μηχανής, της βιομηχανικής μητρόπολης και όλων των στοιχείων που εκπροσωπούσαν τον τεχνολογικό θρίαμβο της ανθρωπότητας. Παρ’ ότι ο φουτουρισμός συνδέθηκε με το φασισμό, ανέπτυξε καινοτόμες ιδέες για όλες τις τέχνες που επηρέσαν και άλλα κινήματα του 20ού αιώνα.
Το 1913 ο Luigi Russοlo έγραψε το μανιφέστο L’ Arte dei Rumori (Η Τέχνη των Θορύβων), στο οποίο ζητά τη χρήση θορύβων στη μουσική. Αργότερα, κατασκεύασε ειδικά θορυβοποιά όργανα, τα Intonarumori, με τα οποία έκανε συναυλίες.
Ακούστε εδώ ένα απόσπασμα από κομμάτι του Russolo (πρόσφατη ηχογράφηση με ανακατασκευασμένα Intonarumori) Risveglio di una citta