ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ

 

 

Όταν τον Αύγουστο του 1920 ο Ελ. Βενιζέλος υπέγραφε, μαζί με άλλους ηγέτες,  τη συνθήκη των Σεβρών  με όρους ιδιαίτερα ευνοϊκούς για την Ελλάδα, πολλοί λίγοι φαντάζονταν τα γεγονότα που θα ακολουθούσαν. Επιστρέφοντας, σχεδόν θριαμβευτής, πίσω στη χώρα προκήρυξε εκλογές που, όπως όλα έδειχναν, πίστευε ότι θα τις κερδίσει. Τα γεγονότα, όμως, δεν επιβεβαίωσαν αυτή του την πίστη. Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου το κόμμα του Βενιζέλου αν και πήρε πάνω από το 40% των ψήφων, εξαιτίας του εκλογικού συστήματος, απέσπασε μόνο το 32% των εδρών.[1]

Η εκλογική ήττα των φιλελευθέρων σήμανε την επάνοδο του Κωνσταντίνου στον θρόνο της Ελλάδας, την επέκταση του μετώπου στη Μικρά Ασία, τη διάσπασή αυτού από τον Κεμάλ και τα στρατεύματά του, την πυρπόληση της Σμύρνης και, τελικά, το διωγμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Ανατολικής Θράκης.

Η, κατά κύματα, επιστροφή από το μέτωπο των κουρασμένων και απελπισμένων στρατιωτών και ο ερχομός των προσφύγων στην Ελλάδα σηματοδότησαν την αλλαγή των εθνικών επιδιώξεων[2] δημιουργώντας, ταυτόχρονα, ευκαιρίες για μεταρρυθμίσεις και μετασχηματισμούς, αλλά και προβλήματα που απαιτούσαν άμεσες λύσεις. Στην πολιτική σκηνή, η, στην ουσία, στρατιωτική δικτατορία,[3] των Πλαστήρα – Γονατά και Φωκά απαίτησε και πέτυχε την εκ νέου απομάκρυνση του Κωνσταντίνου, την εκτέλεση, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, έξι από τους φερόμενους ως πρωταίτιους της καταστροφής (μεταξύ αυτών και του Πρωθυπουργού Δημητρίου Γούναρη), και τελικά, μετά από διεργασίες, την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας.[4]

Η ελληνική δημοκρατία γεννήθηκε και αναπτύχθηκε σε περιστάσεις αρκετά δυσμενείς. Η πολιτική αστάθεια – τρεις κυβερνήσεις  μέσα σ’ ένα μόλις χρόνο, οδήγησε στις 30 Σεπτεμβρίου του 1925 τον «δημοκρατικό στρατηγό» Θεόδωρο Πάγκαλο να διαλύσει την Δ΄ Εθνοσυνέλευση που συγκλήθηκε στην Αθήνα, αφού πρώτα εκείνη του παρείχε ψήφο εμπιστοσύνης και νομοθετική εξουσιοδότηση και  να επιβάλλει στρατιωτική δικτατορία.[5]  Το οξύμωρο σχήμα είχε τελειώσει όπως ακριβώς είχε αρχίσει: η Δ΄ Συντακτική Συνέλευση τις πρώτες συνεδριάσεις της, τις αφιέρωνε σε ευχαριστίες και ύμνους προς την «επανάστασιν» του Πλαστήρα, ενώ στην τελευταία συνεδρίασή της έδινε ψήφο εμπιστοσύνης στον Πάγκαλο. Εξυμνούσε μια δικτατορία και αποδεχόταν μια άλλη.[6] Πάντως, και τη δικτατορία του Πάγκαλου έμελλε να την καταστείλει ένα άλλο πραξικόπημα οργανωμένο αυτή την φορά από το στρατηγό Κονδύλη τον Αύγουστο του 1926.

Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου έγιναν εκλογές με τα αστικά κόμματα να συνεργάζονται μεταξύ τους∙ η συνεργασία αυτή συνεχίστηκε και μετά τις εκλογές και κατέληξε στην οικουμενική κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη. Όμως, η πολιτική αστάθεια εξακολούθησε και μετά την οικουμενική κυβέρνηση έως το 1928, όταν ο Βενιζέλος απέκτησε ισχυρή πλειοψηφία και σχημάτισε κυβέρνηση που διήρκησε μέχρι το 1932. Η εξέλιξη της πολιτικής ζωής έως το 1932 εξέφραζε την έλλειψη κοινωνικής και πολιτικής ισορροπίας. Οι δημοκρατικές δυνάμεις, ασθενικές και δειλές, δεν κατόρθωσαν να προωθήσουν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και ν’ απαλλαγούν τελείως από το φιλελευθερισμό του Βενιζέλου,[7] παρόλο που το 1927 είχε μεσολαβήσει η ψήφιση του Συντάγματος της αβασίλευτης δημοκρατίας, με δική τους πρωτοβουλία.

Κατά την τετραετία της διακυβέρνησης Βενιζέλου, η οποία στην αρχή της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία περίοδος σταθερότητας, στη συνέχεια τόσο οι πιέσεις πολιτικών και οικονομικών κύκλων εκτός της κυβέρνησης όσο και επιλογές της ίδιας αποσταθεροποίησαν πλήρως το πολιτικό σύστημα και αποκαθήλωσαν το δημοκρατικό πολίτευμα στη συνείδηση μεγάλου μέρους του λαού.[8]

Στην αποκαθήλωσή του βέβαια βασικό ρόλο έπαιξε και η οικονομική κρίση που ξέσπασε στις Η.Π.Α. το 1929 και η οποία με γοργούς ρυθμούς μεταδόθηκε αρχικά στην Ευρώπη και έπειτα στην Ελλάδα. Ήδη, στα μέσα του 1931 η χώρα αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και τον Απρίλιο του 1932 ο πρωθυπουργός της χώρας Βενιζέλος κήρυξε την Ελλάδα σε πτώχευση. Το εθνικό εισόδημα από 640 εκατομμύρια το 1929 μειώθηκε στα 330 εκατομμύρια δολάρια ενώ, ταυτόχρονα,  αυξανόταν  το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου.[9]

Η κατάσταση αυτή οδήγησε το κόμμα των Φιλελευθέρων σε εκλογική ήττα στις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου του 1932. Ακολούθησαν βραχύβιες, θνησιγενείς κυβερνήσεις των Παναγή Τσαλδάρη και Ελ. Βενιζέλου. Στις νέες εκλογές της 5ης Μαρτίου του 1933 τα δύο μεγάλα κόμματα των Φιλελευθέρων και των Λαϊκών προσπάθησαν να μεγαλώσουν τα εκλογικά ποσοστά τους. Αν και οι δύο παρατάξεις αναδείχθηκαν ουσιαστικά ισοδύναμες, το εκλογικό σύστημα ευνόησε την αντιβενιζελική παράταξη που κέρδισε μία άνετη, σχετικά, πλειοψηφία. Την επόμενη των εκλογών, έγινε απόπειρα πραξικοπήματος από τον στρατηγό  Πλαστήρα ο οποίος δεν δίστασε να δηλώσει ότι το κοινοβουλευτικό πολίτευμα «αιχμάλωτον της δημαγωγίας επέφερεν όχι μόνον αδυναμίαν αναδείξεως ισχυράς κυβερνήσεως αλλά και ενίσχυσιν του κομμουνισμού».[10] Ο φόβος για τη ενίσχυση του κομμουνισμού δεν είχε, βέβαια, προταθεί τυχαία από τον βενιζελικό στρατηγό. Ο ίδιος ο Βενιζέλος και το κόμμα του το 1929 είχαν ψηφίσει το νόμο 4229, που έμεινε γνωστός ως «Ιδιώνυμο»,[11]  και που είχε ως στόχο την ποινικοποίηση «ανατρεπτικών» ιδεών καθώς και τη δίωξη των κομμουνιστών και την καταστολή των συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων.

Παρόλο που το πραξικόπημα κατεστάλη, η χώρα είχε εισέλθει σε μία νέα περίοδο διχασμού. Οι διώξεις, το πελατειακό σύστημα, οι φυλακίσεις, η βία, οι απόπειρες κατά της ζωής ακόμα και επιφανών πολιτικών, ο περιορισμός της ελευθεροτυπίας, όλα μαρτυρούσαν ότι η πολιτική ζωή του τόπου κάθε άλλο παρά ομαλή ήταν. Σχεδόν, δύο χρόνια μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 1933, τον Μάρτιο του 1935, βενιζελικοί αξιωματικοί και πάλι με την ενθάρρυνση του ηγέτη τους, σχεδίασαν και επιχείρησαν ένα νέο πραξικόπημα, (αν και το όλο κίνημα δεν είχε πολιτική ομοιογένεια, ούτε σαφή ιδεολογική ταυτότητα), με την πρόφαση ότι προστατεύουν το δημοκρατικό πολίτευμα που κινδύνευε από την κυβέρνηση του Τσαλδάρη. Τα  εγχειρήματα αυτά εντάσσονταν σε ένα γενικότερο πλαίσιο όπου η συζήτηση για εναλλακτικές λύσεις στον κοινοβουλευτισμό έπαιρνε πανευρωπαϊκή διάσταση. [12]

Η κυβέρνηση Τσαλδάρη βρήκε το πρόσχημα προκειμένου να αντιμετωπίσει τους πραξικοπηματίες ώστε όχι μόνο να χρησιμοποιήσει  βία εναντίον τους αλλά και να προχωρήσει στη λήψη μέτρων που θα οδηγούσαν στη διαρραγή των συνταγματικών θεσμών, ανοίγοντας το δρόμο για την κατάλυση του Συντάγματος και την μοναρχική παλινόρθωση.  Οι νέες εκλογές του Ιουνίου του 1935 ανέδειξαν νικητή τα συνασπισμένα φιλοκυβερνητικά κόμματα, δεδομένου ότι τα βενιζελογενή κόμματα απείχαν των εκλογών.

Τον Ιούλιο του 1935 η «Ε΄ Εθνική Συνέλευσις των Ελλήνων», όπως ονομάστηκε, αποφάσισε τη διενέργεια δημοψηφίσματος τον Νοέμβριο του 1935, σχετικά με τη διατήρηση του δημοκρατικού πολιτεύματος ή την παλινόρθωση της μοναρχίας∙ στο μεσοδιάστημα, τον Οκτώβριο του 1935, ένας από τους ισχυρούς παράγοντες της κυβέρνησης Τσαλδάρη, ο στρατηγός Κονδύλης, είχε ανατρέψει τον πρωθυπουργό με πραξικόπημα. Το δημοψήφισμα και εκ των αποτελεσμάτων του εξελίχθηκε σε παρωδία. Το 97,87% του ελληνικού λαού είχε ψηφίσει υπέρ της «βασιλευομένης δημοκρατίας».

Ο Γεώργιος προβαίνοντας σε μία σειρά από αντισυνταγματικές ενέργειες, με κορυφαία τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης,  προκήρυξε εκλογές για τον Ιανουάριο του 1936. Αυτές έμελλε να ήταν και οι τελευταίες εκλογές πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα αποτελέσματα των εκλογών ανέδειξαν σχεδόν ισοδύναμες την βενιζελική και την αντιβενιζελική παράταξη, αλλά, ταυτόχρονα,   αποκάλυψαν και την αδυναμία τους να κατανοήσουν τους νέους ιστορικο –  πολιτικούς συσχετισμούς που είχαν διαμορφωθεί μετά τον ερχομό του βασιλιά. Η αδυναμία αυτή και το σχετικά υψηλό εκλογικό ποσοστό που είχαν πετύχει οι Κομμουνιστές, δημιουργούσε της προϋποθέσεις της κατάλυσης του κοινοβουλευτισμού και της εγκαθίδρυσης δικτατορίας. Έτσι δικαιολογείται και το γεγονός ότι η Βουλή χορήγησε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση του Ι. Μεταξά  (τον Απρίλιο του 1936) με ψήφους 241 υπέρ, 16 κατά και 4 αποχές. «Ήσαν 241 υπογραφαί κάτωθι της τρομεράς διαπιστώσεως ότι εχρεωκοπήσαμεν ως κοινοβουλευτισμός, εξεπέσαμεν ως Συνέλευσις (…) και εχάσαμεν τον ψυχικόν σύνδεσμον προς τον Λαόν. Διότι τί είδους ψυχικός σύνδεσμος είναι δυνατόν να διατηρηθή όταν ο μεν λαός φωνάζει, δεν θέλω να με κυβερνήση ο Μεταξάς, ημείς δε αδιαφορούντες προς την κραυγήν ταύτην, απαντώμεν: Και όμως θα σε κυβερνήση ο Μεταξάς», δήλωνε με αυτοκριτική διάθεση βουλευτής του Λαϊκού κόμματος την επόμενη της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης προς τον Μεταξά.[13]

Η παθητικότητα της Βουλής μπροστά στις πολιτικές εξελίξεις ήταν, στο επίπεδο της λειτουργίας των θεσμών, ένας από τους σημαντικότερους λόγους που οδήγησαν στην εκτροπή. Η στάση αυτή της παθητικότητας κορυφώθηκε με την υιοθέτηση του Γ΄ ψηφίσματος «περί νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως» στις 30 Απριλίου 1936, με το οποίο, η Βουλή διέκοπτε τις εργασίες της ως τις 30 Σεπτεμβρίου 1936, και παρείχε εξουσιοδότηση στην εκτελεστική εξουσία να εκδίδει νομοθετικά διατάγματα με ισχύ νόμου σε όλα τα θέματα, με σύμφωνη γνώμη μιας 40μελούς κοινοβουλευτικής επιτροπής που δεν έμελλε να λειτουργήσει.[14] Στις 4 Αυγούστου του 1936 ο Μεταξάς, με τη βοήθεια του βασιλιά, αναστέλλοντας την ισχύ του συντάγματος εγκαθίδρυσε απροκάλυπτα δικτατορία. Ο άνθρωπος που είχε προειδοποιήσει το ελληνικό κοινοβουλευτικό σύστημα για τα αντικοινοβουλευτικά του αισθήματα, στηρίχτηκε σ’ αυτό για να το καταλύσει. Έτσι, ο κοινοβουλευτισμός και στην Ελλάδα είχε αποδειχτεί αυτόχειρας και μάλιστα ιδανικός.

Η πτώση του κοινοβουλευτισμού στον ελληνικό χώρο δεν ήταν βέβαια ανεξάρτητη από τις διεθνείς συγκυρίες, δηλαδή τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις στην Ευρώπη, όπου από το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου σημειώθηκε η άνοδος αυταρχικών συστημάτων∙ ο κοινοβουλευτισμός δοκιμαζόταν ακόμη και σε χώρες με μακροχρόνια φιλελεύθερη παράδοση.[15]  Αν και συνδεόταν και εξαρτιόταν στενά από αυτές τις συγκυρίες, παράλληλα, ο ελληνικός κοινοβουλευτισμός είχε τις δικές του οικονομικές – κοινωνικές ιδιαιτερότητες και δυσχέρειες που έπρεπε να αντιμετωπίσει.

[1] Θανάσης Μποχώτης, Εσωτερική πολιτική, στο Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τομ. Α2, Αθήνα 2003, σελ. 98.

[2] Gunnar Hering, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, 1821-1936, τομ. Β΄, Αθήνα 2008, σελ. 1005.

[3] Θανάσης Μποχώτης, ό.π., σελ. 103.

[4] Γιώργος Αναστασιάδης, Πολιτική και Συνταγματική Ιστορία της Ελλάδας 1821-1941, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 168- 182.

[5] Χρήστος Χατζηιωσήφ, Κοινοβούλιο και δικτατορία, στο Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τομ. Β2, Αθήνα 2003, σελ. 75.

[6]Σεραφείμ Μάξιμος, Κοινοβούλιο ή δικτατορία, Αθήνα 1975, σελ. 46.

[7] Νίκος Σβορώνος, Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας,  Αθήνα 1999, σελ. 128-129.

[8] Χρήστος Χατζηιωσήφ, ό.π., σελ. 95.

[9] Άγγελος Γ. Ελεφάντης, Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης, Κ.Κ.Ε. και αστισμός στον Μεσοπόλεμο, Αθήνα 1974, σελ. 153.

[10] Αναφέρεται στο Γιώργος Αναστασιάδης, Πολιτική και συνταγματική ιστορία της Ελλάδας, 1821-1941, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2001, σελ., 209.

[11] Νίκος Αλιβιζάτος, Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση, 1922-1974, Αθήνα 1995, σελ. 350-361.

[12] Χρήστος Χατζηιωσήφ, ό.π., σελ. 108-110.

[13] Πρόκειται για τον βουλευτή Ηλείας του Λαϊκού κόμματος Β. Στεφανόπουλο. Αναφέρεται  στο Γιώργος Αναστασιάδης, ό.π., σελ. 234.

[14] Νίκος Αλιβιζάτος, Εισαγωγή στην ελληνική συνταγματική ιστορία, Αθήνα – Κομοτηνή 1981, σελ. 162-163.

[15] Θάνος Βερέμης, Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική 1916-1936, Αθήνα 1977, σελ. 165.

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Γράψτε σχόλιο

Είναι έτσι και σήμερα;

[vodsch http://www.youtube.com/watch?v=DXjP6_LRC6g]

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Γράψτε σχόλιο

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20Ο ΑΙΩΝΑ

1.το αγροτικο ζητημα

  • Μέχρι τον 19ον αι. ο αγροτική οικονομία κυριαρχούσε στην ιστορία των ανθρώπων
  • Με τη βιομηχανική επανάσταση  στο «δυτικό κόσμο», υποχωρεί η σημασία της αγρ. οικονομίας. Εδώ ανήκει η Ευρώπη και η Ελλάδα, που, όμως, προχωρά στη βιομηχανοποίηση με πιο αργά βήματα.
  • Η μείωση της σημασίας της αγροτικής οικονομίας άνοιξε το δρόμο και στην αγρ. μεταρρύθμιση, πράγμα που ΣΗΜΑΙΝΕΙ: α) κατάργηση των μεγάλων ιδιοκτησιών, β) μοίρασμα των αξιοποιήσιμων εδαφών σε μικρές παραγωγικές μονάδες οικογενειακού χαρακτήρα.
  • Στην Ελλάδα  το πρόβλημα της έγγειας ιδιοκτησίας δε δημιούργησε εντάσεις όπως στον υπόλοιπο ευρ. χώρο. Η διανομή των γαιών μετά το 1821-1828 δημιούργησε μικρές ή μεσαίες ιδιοκτησίες. Τα λίγα τσιφλίκια σε Εύβοια, και Αττική δε δημιουργούσαν προβλήματα.
  • Μετά την εδαφική διεύρυνση το 1864 (Επτάνησα), 1881(Θεσσαλία), η Ελλάδα αντιμετώπισε το πρόβλημα της μεγάλης ιδιοκτησίας. Γιατί ; διότι τα τσιφλίκια της Θεσσαλίας αγοράστηκαν από πλούσιους Έλληνες του εξωτερικού οι οποίοι:  α) διατήρησαν το ξεπερασμένο θεσμό των κολίγων, β) άσκησαν πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις προκειμένου να κερδοσκοπήσουν με την παραγωγή σιταριού. Πώς το έκαναν αυτό; Με το να επιδιώξουν τους υψηλούς δασμούς στο εισαγόμενο σιτάρι από την Ρωσία ώστε να καθορίζουν για το εγχώριο μεγαλύτερες τιμές,  μέσω τεχνητών ελλείψεων (πολιτική μονοπωλίου).
  • Δημιουργία εντάσεων. Κατάληξη; Το 1907 ψηφίστηκαν νόμοι που επέτρεπαν την απαλλοτρίωση των μεγάλων ιδιοκτησιών και τη διανομή σε ακτήμονες. Δεν έλειψαν οι συγκρούσεις. Παράδειγμα; Το Κιλελέρ 1910.
  • Το 1913 με την διεύρυνση της χώρας τα πράγματα περιπλέκονται λόγω των μουσουλμάνων πολιτών.
  • Πότε έγιναν τα αποφασιστικά βήματα; Στη διάρκεια του Α΄ παγκ. πολέμου και στα χρόνια του «εθνικού διχασμού».  Ποιος τα αποφάσισε; Η κυβέρνηση Βενιζέλου.
  • Διπλός στόχος της αγρ. μεταρρύθμισηςα) η στήριξη και ο πολλαπλασιασμός των ελλ. ιδιοκτησιών στις νεοαποκτηθείσες περιοχές, β) η αποκατάσταση των προσφύγων που θα μείωνε τις κοινωνικές συγκρούσεις.
  • Στοιχεία στατιστικής: αναδιανομή :  85% του εδάφους της Μακεδονίας, 68% της Θεσσαλίας,  40% του καλλιεργήσιμου εδάφους της χώρας. Μετά από λίγα χρόνια η μεταρρύθμιση θα ολοκληρωθεί και θα οδηγήσει σε καθεστώς μικροϊδιοκτησίας.
  • Νέα προβλήματα : οι μικροκαλλιεργητές έπεσαν θύματα των εμπόρων, επειδή δυσκολεύονταν να εμπορευματοποιήσουν την παραγωγή τους. Πώς αντιμετωπίζεται αυτό; Ίδρυση Αγροτικής Τράπεζας, κρατικών οργανισμών παρέμβασης, συνεταιρισμών.

2. τα πρωτα βηματα του εργατικου κινηματος

  • Προς τα τέλη του 19ου αι. υπάρχουν στην Ελλάδα σοσιαλιστικές ομάδες και εργατικές ομαδοποιήσεις, που η επιρροή τους όμως είναι μικρή σε σχέση με την επιρροή που έχουν τα αντίστοιχα κινήματα στις βιομηχανικές χώρες τις Δύσης και στα Βαλκάνια.
  • Γιατί αυτή η αναντιστοιχία; α) Λόγω απουσίας μεγάλων βιομ. μονάδων στην Ελλάδα, β) στα μεγάλα δημόσια έργα πολλοί εργάτες προέρχονταν από το εξωτερικό, γ) πολλοί εργάτες ήταν βραχύβιας απασχόλησης, δ) στο ιδεολογικό τομέα επικρατούσε η  «Μεγάλη Ιδέα»
  • Που δούλευαν πιο σταθερά εργάτες; Στις μεταλλευτικές επιχειρήσεις, εκεί  έγιναν οι πρώτες εξεγέρσεις (Λαύριο 1896).
  • Έτσι πήγαμε μέχρι τους Βαλκανικούς. Η προσάρτηση της Θεσσαλονίκης  αποτέλεσε σταθμό για το εργατικό κίνημα, γιατί η  πόλη είχε βιομηχανικό υπόβαθρο και κοσμοπολίτικο χαρακτήρα.
  • Στη Θεσσαλονίκη υπήρχε πολυεθνική εργατική οργάνωση, η Φεντερασιόν, που συμμετείχαν  σοσιαλιστές και η ανοιχτή σε νέες ιδέες εβραϊκή κοινότητα.
  • Πότε ωρίμασε το ελλην. Εργατικό κίνημα; Κατά τη διάρκεια του Α΄ παγκ. Πολέμου, με την εμπλοκή της χώρας σε  διεθνείς υποθέσεις, η ρωσική επανάσταση.
  • Προς το τέλος του Α΄ παγκ. Πολέμου ιδρύθηκε η ΓΣΕΕ, το ΣΕΚΕ που μετά τη Γ΄ Κομμουνιστική Διεθνή μετονομάστηκε σε ΚΚΕ.

3. Οι οικονομικες συνθηκες κατά την περιοδο 1910-1922.

  • 1920 – 1922: εμφανίζεται νέα πολιτική αντίληψη, ο βενιζελισμός.  Τι πρεσβεύει; Στον οικονομικό τομέα θεωρούσε το ελληνικό κράτος μοχλό έκφρασης και ανάπτυξης του ελληνισμού. Πώς θα γίνονταν αυτό;  Αν το ελληνικό κράτος επεδίωκε την ενσωμάτωση του εκτός συνόρων ελληνισμού και με ενιαία εθνική και κρατική υπόσταση να διεκδικήσει τη θέση του στο σύγχρονο κόσμο.
  • Προϋποθέσεις βενιζελισμού: α) θεσμικός εκσυγχρονισμός που θα καθιστούσε το κράτος πιο αποτελεσματικό και αξιόπιστο, β) προσήλωση στην ιδέα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.
  • Ο Βενιζέλος ήταν μόνος του σε αυτό το εγχείρημα;  Όχι! Συσπείρωνε δίπλα του μια δραστήρια αστική τάξη που πλούτιζε σε όλη τη λεκάνη της Αν. Μεσογείου ( Νότια Ρωσία, Δούναβη, Ρουμανία, Πόντο, Μ. Ασία, Κων/λη, Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Αίγυπτο, Σουδάν, Αλεξάνδρεια). Φιλοδοξία της ήταν να κυριαρχήσει και πολιτικά.
  • Διασφάλιση αυτού του πλούτου :  η δημιουργία ενός ισχυρού εθνικού κέντρου, μιας περιφερειακής δύναμης που θα παρέμβαινε για να προστατεύσει τα συμφέροντα των πολιτών της.
  • Αυτές οι επιδιώξεις εκφράστηκαν και μέσα από την Μεγάλη Ιδέα, δίνοντας ερείσματα πολιτικά, οικονομικά, ιδεολογικά, για τη διεκδίκηση της Μεγάλης Ελλάδας.
  • Χαρακτηριστικό : στα χρόνια της επίτευξης του πιο πάνω στόχων ήταν οι πλεονασματικοί προϋπολογισμοί. Π.χ. το 1911 τα έσοδα ήταν 240.000.000 δρχ. και τα έξοδα 181.000.000 δρχ. παρά τις στρατιωτικές δαπάνες.
  • Το 1910 η αγροτική κρίση αντιμετωπίστηκε με την υπερπόντια μετανάστευση. Η μετανάστευση στις Η.Π.Α.: α) μείωσε τις κοινωνικές εντάσεις που δημιούργησε η σταφιδική κρίση, β) ενίσχυσε την οικονομία της υπαίθρου μέσω των εμβασμάτων των μεταναστών.
  • Το κόστος των βαλκανικών πολέμων δεν  κλόνισε την εθνική οικονομία. Επιπλέον η Ελλάδα βγήκε κερδισμένη γιατί: α) ενσωμάτωσε πλούσιες περιοχές, αύξηση εδαφών κατά 70% (Ήπειρο, Δυτική & Κεντρική Μακεδονία, Νησιά Αιγαίου & Κρήτη) και εκατομμύρια κατοίκους, αύξηση κατά 80%, β) μεγάλες οικονομικές προοπτικές ; τα νέα εδάφη ήταν πεδινά και αρδευόμενα  = άριστες προοπτικές για γεωργική παραγωγή.    προβλημα: παρουσία ισχυρών μειονοτικών ομάδων σε αυτές τις περιοχές. Στην Ήπειρο το 1914, 166.000 Έλληνες, 38.000 μουσουλμάνοι (αλβανικής καταγωγής), μερικές χιλιάδες Εβραίοι.
  • αποτελεσμα: η Ελλάδα υπολογίσιμη δύναμη, με αυξημένη εμπιστοσύνη στις αγορές χρήματος και πιστώσεων.

4. ο α παγκοσμιος πολεμος.

  • Η Ελλάδα μπήκε στον Α΄ παγκ. Πόλεμο κάτω από δυσχερείς συνθήκες που είχαν μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Ποιες ήταν αυτές;  α)  Διχασμός = Βενιζέλος κατά του παλατιού και ιδιαίτερα κατά του, καταρχήν, πρίγκιπα και μετέπειτα βασιλιά Κων/νου, β) η δαπανηρή επιστράτευση του 1915, γ) δημιουργία της κυβέρνησης της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη και τη διάσπαση της χώρας σε δύο ουσιαστικά κράτη[1], δ) ο συμμαχικός αποκλεισμός.
  • Το 1917 τα πράγματα ομαλοποιήθηκαν, αλλά η χώρα δεν μπορούσε να σηκώσει το δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος του πολέμου. Γι’ αυτό οι μεγάλες δυνάμεις προχώρησαν σ’ ένα ιδιόμορφο δανεισμό
  • Γαλλία              300.000.000 φράγκα,  Μ. Βρετανία               12.000.000 λίρες Αγγλίας,  Η.Π.Α                50.000.000 δολάρια Η.Π.Α.  όμως, ο δανεισμός αυτός ήταν θεωρητικός : αυτό σημαίνει ότι τα χρήματα αυτά δε δόθηκαν ποτέ στην χώρα μας, δεν εκταμιεύτηκαν ποτέ δηλαδή. Απλά θεωρήθηκαν κάλυμμα[2] (ένα είδος αποθέματος σε χρυσό και συνάλλαγμα, που όμως δεν κατείχε η χώρα) για την έκδοση πρόσθετου χαρτονομίσματος με το οποίο ο Βενιζέλος θα χρηματοδοτούσε την πολεμική συμμετοχή της χώρας στο μακεδονικό μέτωπο, στην εκστρατεία στην Ουκρανία και την Κριμαία[3], στην Μ. Ασία .
  • Συνέπειες του ιδιόμορφου αυτού δανεισμού: α) τον 11/1920 ο Βενιζέλος χάνει τις εκλογές και την εξουσία ανέλαβαν τα φιλοβασιλικά κόμματα που επανέφεραν στην χώρα τον, ανεπιθύμητο στους Συμμάχους, εξόριστο  βασιλιά Κων/νο. Οι Σύμμαχοι ως αντίποινα, απέσυραν την κάλυψη στο ελληνικό χαρτονόμισμα και ένα μεγάλο τμήμα της νομισματικής κυκλοφορίας έμενε χωρίς αντίκρισμα (δεν ανταποκρίνονταν δηλαδή, στην πραγματική οικονομική δυνατότητα της χώρας), β) από το 1918 ο κρατικός ισολογισμός παρουσιάζει παθητικό, ενώ η παρουσία στην Μ. Ασία μεταβάλλεται σε σκληρό και δαπανηρό πόλεμο, γ) τον 3/1922 φτάνουμε σε οικονομικό αδιέξοδο που αντιμετωπίζεται με απρόσμενο τρόπο, μ’ ένα πρότυπο εσωτερικό, αναγκαστικό δάνειο που πήρε τη μορφή της διχοτομησης του χαρτονομισματος: το αριστερό τμήμα εξακολουθούσε να κυκλοφορεί στο 50% της αναγραφόμενης αξίας, ενώ το δεξιό ανταλλάχθηκε με ομόλογα Δημοσίου. Το κράτος εξοικονόμησε 1.200.000.000 δρχ. και το ίδιο επαναλήφθηκε το 1926.

5. η οικονομικη ζωη 1922-1936.

  • Μετά τη μικρασιατική καταστροφή : 1.230.000 Έλληνες χριστιανοί και 45.000 Αρμένιοι πρόσφυγες ήρθαν στην Ελλάδα και 610.000 μουσουλμάνοι έφυγαν για την Τουρκία. Οι πρόσφυγες ανάγκασαν την Ελλάδα να κάνει νέα αρχή.
  • Οι χρόνιες ανεπάρκειες της ελληνικής διοίκησης απαιτούνταν να ξεπεραστούν. Το 1923/1924 οι θάνατοι από τη φυματίωση, την ελονοσία, πολλαπλασιάστηκαν. Η πολιτική αστάθεια, τα μίση του διχασμού, η ανακήρυξη της πρώτης ελληνικής δημοκρατίας[4], οι στρατιωτικές επεμβάσεις[5], οι απόπειρες πραξικοπήματος[6], μείωναν τη δυνατότητα της κρατικής διοίκησης. Βέβαια το κράτος αντιμετώπισε με επάρκεια τα προβλήματα αν κρίνει κανείς το μέγεθός τους. Αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο τις μουσουλμανικές περιουσίες που ανέρχονταν σε 5 – 10 δισεκατομμύρια δρχ, καθώς και την εξωτερική βοήθεια.

6. η ελληνικη οικονομια στο μεσοπολεμο.

  • Η Ελλάδα του μεσοπολέμου 1919-1939, παρά το κόστος που της προκάλεσε η μικρασιατική συμφορά, απέκτησε πλεονεκτήματα : α) είχε ομογενοποιηθεί εθνικά, οι μειονότητες αποτελούσαν μόνο το 7% του πληθυσμού της, β) είχε ολοκληρώσει την αγροτική μεταρρύθμιση και την αστικοποίησή της με το 1/3 του πληθυσμού να κατοικεί στα αστικά κέντρα, γ) είχε βελτιώσει τις υποδομές και τις αναπτυξιακές πολιτικές της, δ) συγκέντρωση Ελλήνων στα πλαίσια του εθνικού κράτους και εξάλειψη του ελληνικού κοσμοπολιτισμού που συχνά ήταν το αίτιο να αντιμετωπίζεται η Ελλάδα ως πεδίο δευτερεύον ανάπτυξης οικονομικών δραστηριοτήτων, ε) οι πρόσφυγες είχαν φέρει μαζί τους γνώσεις τον πολιτισμό τους και μεγάλη διάθεση για εργασία.

7. οι μεγαλες επενδυσεις.

  • Ο ερχομός των προσφύγων ανέδειξε την ανάγκη επενδύσεων στις υποδομές της χώρας. Παράδειγμα το πολεοδομικό σύστημα της Αθήνας που τον ερχομό των προσφύγων ξεπέρασε το 1.000.000 και φυσικά δεν μπορούσε να αρδεύεται με το Ρωμαϊκό Αδριάνειο υδραγωγείο. Το 1925 η αμερικανική εταιρεία ΟΥΛΕΝ ανέλαβε τη λύση του προβλήματος με την κατασκευή του φράγματος και της τεχνητής λίμνης του Μαραθώνα.
  • Την ίδια εποχή η βρετανική εταιρεία ΠΑΟΥΕΡ ανέλαβε την εγκατάσταση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην Αθήνα  αλλά και τη δημιουργία σύγχρονου δικτύου αστικών συγκοινωνιών, βασισμένο στα ηλεκτροκίνητα τραμ και λεωφορεία.
  • Γερμανικές εταιρείες επένδυσαν στο τηλεφωνικό δίκτυο, στους δρόμους και στη διευθέτηση των χειμάρρων
  • Έγιναν προσπάθειες και στην υπόλοιπη χώρα με εγγειοβελτιωτικά έργα.

[1] Ο Βενιζέλος μετά την εκδίωξη της κυβέρνησής του από το βασιλιά Κων/νο, κατέφυγε πρώτα στην Κρήτη και έπειτα στη Θεσσαλονίκη όπου και σχημάτισε νέα κυβέρνηση. Ταυτόχρονα ο βασιλιάς είχε ορκίσει κυβέρνηση της αρεσκείας του στην Αθήνα. Έτσι η χώρα χωρίστηκε στα δύο, έχοντας δύο κυβερνήσεις, μία στη Θεσσαλονίκη και μια στην Αθήνα.

[2] Για την έκδοση χαρτονομίσματος η κάθε χώρα απαιτούνταν να έχει και το ανάλογο απόθεμα σε χρυσό ή συνάλλαγμα που αντιπροσώπευαν την οικονομική δυνατότητά της.

[3] Κατά των Ρώσων επαναστατών του 1917.

[4] 1924

[5] Δικτατορία Πάγκαλου

[6] Πραξικόπημα = όταν μη εκλεγμένες, άρα μη νομιμοποιούμενες, δυνάμεις (κυρίως ο στρατός) καταλύουν τη νόμιμα από το λαό εκλεγμένη κυβέρνηση και παράνομα, καταχρηστικά και με βίαια μέσα καταλαμβάνουν την εξουσία.

Κατηγορίες: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ | Γράψτε σχόλιο

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΑ;;;

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΜΑΛΛΟΝ ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ Ο ΝΕΟΣ ΕΤΟΣ!!!! ΧΟ ΧΟ ΧΟ

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Γράψτε σχόλιο