Φρομ: To Είμαι και το Έχω

14 Μαρτίου 2015
 «Αν είμαι ό,τι έχω, κι αν ό,τι έχω χαθεί, τότε ποιος είμαι;»
Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΕΧΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΝΑΙ δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη για την κοινή λογική. Το έχει, φαίνεται να είναι μια φυσιολογική λειτουργία της ζωής μας: για να ζήσουμε, πρέπει να έχουμε πράγματα.
ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ πράγματα για να μπορούμε να τα απολαμβάνουμε. Σ’ ένα πολιτισμό όπου ο ύψιστος σκοπός είναι η κατοχή, θα έλεγε κανείς ότι η βαθύτερη σημασία του είναι, είναι το έχει. Και όταν κάποιος δεν έχει τίποτα, δεν είναι τίποτα.
ΤΑ ΕΜΠΕΙΡΙΚΑ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ δείχνουν ότι το έχει και το είναι, αποτελούν τους δύο βασικούς τρόπους εμπειρίας, και οι αντίστοιχες δυνάμεις τους καθορίζουν τις διαφορές ανάμεσα στους χαρακτήρες των ατόμων καθώς και τους διάφορους τύπους του κοινωνικού χαρακτήρα.
ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΣΤΙΣ ΔΥΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ άρχισε να γίνεται φανερή μια κάποια αλλαγή στην έμφαση που δίνουν στο έχει και στο είναι, καθώς η τάση της υποκατάστασης των ρημάτων με ουσιαστικά έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Το ουσιαστικό είναι η ακριβής έκφραση για ένα πράγμα. Ενώ για μια ενέργεια είναι το ρήμα. Παρ’ όλα αυτά όλο και πιο συχνά μια ενέργεια εκφράζεται με τύπους του έχω.
ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: «ΓΙΑΤΡΕ, ΕΧΩ ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ. Έχω αϋπνία. Αν και έχω ένα όμορφο σπίτι, χαριτωμένα παιδιά και ευτυχισμένο γάμο, έχω πολλές στεναχώριες». Πριν από μερικές δεκαετίες αντί ο άρρωστος να πει «έχω πρόβλημα», πιθανόν να έλεγε «είμαι στεναχωρημένος», αντί «έχω αϋπνία», «δεν μπορώ να κοιμηθώ», και αντί «έχω ένα ευτυχισμένο γάμο», «είμαι ευτυχισμένος στον γάμο μου».
ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΥΦΟΣ δείχνει τον υψηλό βαθμό αλλοτρίωσης που επικρατεί. Το εγώ της εμπειρίας αντικαθίσταται με το αυτό της κτήσης.
ΤΟ ΕΧΩ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΠΑΤΗΛΗ ΕΝΝΟΙΑ. Αυτοί που πιστεύουν ότι η κατοχή είναι η πιο φυσική ιδιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, θα εκπλαγούν αν μάθουν ότι πολλές γλώσσες δεν έχουν λέξη για το έχω. Στα εβραϊκά για παράδειγμα το έχω εκφράζεται με την φράση «είναι για εμένα». Είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε ότι κατά την εξέλιξη πολλών γλωσσών η φράση «είναι δικό μου» αντικαταστάθηκε πολύ αργότερα από το ρήμα έχω.
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΑΥΤΟ ΥΠΟΝΟΕΙ ΟΤΙ ΤΟ ΡΗΜΑ «ΕΧΩ» εξελίχτηκε παράλληλα με την ανάπτυξη της ατομικής ιδιοκτησίας και είναι ανύπαρκτο σε κοινωνίες όπου κυριαρχεί η λειτουργική ιδιοκτησία, δηλαδή η κτήση πραγμάτων για συγκεκριμένη χρήση. Όταν το έχει καθορίζει τον τρόπο ύπαρξής μου, η σχέση μου με τον υπόλοιπο κόσμο είναι κτητική.
ΤΟ ΕΙΜΑΙ ΣΤΙΣ ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ με τη ρίζα του es, που σημαίνει υπάρχω. Το είμαι δηλώνει την πραγματικότητα της ύπαρξης αυτού που είναι. Όταν λέμε ότι κάποιος ή κάτι είναι, αναφερόμαστε στην ουσία του ανθρώπου ή του πράγματος και όχι στην εμφάνισή του.
ΟΤΑΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩ ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ ΕΙΜΑΙ Ή ΕΧΩ, αναφέρομαι σε δύο βασικούς τρόπους ύπαρξης σε δύο διαφορετικές στάσεις απέναντι στον ίδιο τον εαυτό μου και τον κόσμο. Η διαφορά είναι ανάμεσα σε μια κοινωνία που το ενδιαφέρον της συγκεντρώνεται στους ανθρώπους, και σε μια άλλη που το ενδιαφέρον της συγκεντρώνεται στα πράγματα.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Έριχ Φρομ, Να έχεις ή να Είσαι;, εκδόσεις Μπουκουμάνης.
Ο Έριχ Φρομ (23 Μαρτίου 1900-18 Μαρτίου 1980) ήταν Γερμανός ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος και ανθρωπιστής. Ο Φόβος της Ελευθερίας είναι το γνωστότερο έργο του και εστιάζει στην ανθρώπινη παρόρμηση του ανθρώπου να αναζητά μια πηγή εξουσίας και ελέγχου αντί της ελευθερίας που πιστεύεται ότι είναι αληθινή επιθυμία του.
http://www.doctv.gr/page.aspx?itemID=SPG7827
[Πηγή: www.doctv.gr]

Φρομ: Η Τέχνη της Αγάπης

14 Μαρτίου 2015
 «Αν πραγματικά αγαπώ έναν άνθρωπο, αγαπώ όλους τους ανθρώπους»
ΕΙΝΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΤΕΧΝΗ; Αν είναι, χρειάζεται γνώση και προσπάθεια. Ή μήπως η αγάπη είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα που κατά σύμπτωση το γνωρίζει κανείς, το «συναντά» αν είναι τυχερός;
ΑΥΤΗ Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ -ΟΤΙ ΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΕΥΚΟΛΟ από το ν’ αγαπάς- εξακολουθεί να είναι η πιο διαδεδομένη, παρά την αφθονία των αποδείξεων για το αντίθετο. Σχεδόν καμία προσπάθεια, κανένα έργο δεν αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες και προσδοκίες όπως αρχίζει η αγάπη, κι ωστόσο τίποτε δεν αποτυχαίνει τόσο συχνά όσο αυτή. Αν αυτό συνέβαινε με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, οι άνθρωποι θα ήταν περισσότερο πρόθυμοι να εξετάσουν τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ενεργήσουν καλύτερα. Ή θα εγκατέλειπαν τη δραστηριότητα αυτή.
ΚΑΙ ΑΦΟΥ, ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, αυτό είναι αδύνατο, μόνο ένας δρόμος υπάρχει για το ξεπέρασμα της αποτυχίας: να εξετάσουμε τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να προχωρήσουμε στην έρευνα της έννοιας της αγάπης.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ ότι η αγάπη είναι μια τέχνη, ακριβώς όπως μια τέχνη είναι και η ίδια η ζωή. Αν θέλουμε να μάθουμε πώς ν’ αγαπάμε, πρέπει να προχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρούμε όταν θέλουμε να μάθουμε μια οποιαδήποτε άλλη τέχνη, π.χ. μουσική, ζωγραφική, ξυλουργική ή την επιστήμη της ιατρικής και της μηχανικής.
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΚΜΑΘΗΣΗΣ ΜΙΑΣ ΤΕΧΝΗΣ μπορεί να διαιρεθεί σε δύο μέρη: Το πρώτο είναι η εκμάθηση της θεωρίας και το δεύτερο η εκμάθηση της πρακτικής. Αν θέλω να μάθω την επιστήμη της ιατρικής, πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να μάθω τα βασικά στοιχεία για το ανθρώπινο σώμα και για τις διάφορες αρρώστιες. Αλλά κι όταν αποκτήσω όλη αυτή τη γνώση, πάλι δεν θα είμαι ικανός στην τέχνη της ιατρικής. Μόνο έπειτα από μακριά πρακτική εξάσκηση θα είμαι κύριος της τέχνης, μόνο όταν η θεωρητική γνώση και η πείρα της πρακτικής θα έχουν συγχωνευτεί σ’ ένα πράγμα -στη διαίσθησή μου, που αποτελεί την ουσία της κατοχής μιας τέχνης.
ΑΛΛΑ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ, ένας τρίτος παράγοντας είναι αναγκαίος για την κατάκτηση κάθε τέχνης -η υπέρτατη σημασία που δίνουμε στην τέχνη αυτή. Τίποτ’ άλλο στον κόσμο δεν πρέπει να είναι πιο σημαντικό από την τέχνη που μας ενδιαφέρει. Αυτό ισχύει για τη μουσική, την ιατρική, την ξυλουργική -και για την αγάπη.
ΚΙ ΙΣΩΣ ΕΔΩ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ στο ερώτημα: γιατί οι άνθρωποι του πολιτισμού μας προσπαθούν τόσο σπάνια να μάθουν αυτή την τέχνη στο πείσμα των ολοφάνερων αποτυχιών τους; Παρόλο που η λαχτάρα γι’ αγάπη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη, σχεδόν όλα τ’ άλλα φαίνονται να είναι πιο σημαντικά από την αγάπη: επιτυχία, γόητρο, χρήματα, δύναμη. Όλη μας σχεδόν η ενεργητικότητα χρησιμοποιείται για να μάθουμε πώς να πετύχουμε σ’ αυτούς τους σκοπούς. Και σχεδόν καθόλου για να μάθουμε την τέχνη της αγάπης.
ΘΑ ΘΕΩΡΗΣΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΑΞΙΟΛΟΓΑ και θα μάθουμε μόνο εκείνα τα πράγματα που μπορούν να μας φέρουν χρήματα ή γόητρο; Και η αγάπη που πλουτίζει «μόνο» την ψυχή, αλλά δεν φέρνει κανένα άλλο κέρδος, όπως το εννοούν σήμερα, είναι μια πολυτέλεια για την οποία δεν έχουμε το δικαίωμα να ξοδέψουμε αρκετή ενεργητικότητα;
Η ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ προς ένα ιδιαίτερο άτομο. Είναι μια στάση, ένας προσανατολισμός του χαρακτήρα που καθορίζει τη σχέση ενός ατόμου προς τον κόσμο σαν σύνολο κι όχι προς ένα «αντικείμενο» αγάπης. Αν ένα άτομο αγαπά μόνο ένα άλλο άτομο κι είναι αδιάφορο προς τους άλλους συνανθρώπους του, η αγάπη του δεν είναι ακριβώς αγάπη αλλά μια συμβιωτική προσκόλληση ή ένας διογκωμένος εγωισμός.
ΩΣΤΟΣΟ, ΟΙ ΠΙΟ ΠΟΛΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ πιστεύουν πως η αγάπη είναι το αντικείμενο κι όχι η ψυχική ικανότητα. Στην πραγματικότητα φτάνουν στο σημείο να πιστεύουν ότι: όταν δεν αγαπάνε κανέναν άλλον παρά μόνο το «αγαπημένο» πρόσωπο, αυτό είναι μια απόδειξη της έντασης της αγάπης τους.
ΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΑΓΑΠΩ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟ, αγαπώ όλους τους ανθρώπους, αγαπώ τον κόσμο, αγαπώ τη ζωή. Αν μπορώ να πω σε κάποιον άλλον «σ’ αγαπώ», πρέπει να είμαι ικανός να πω «αγαπώ σε σένα όλους, αγαπώ μέσα από σένα όλο τον κόσμο, αγαπώ σε σένα και τον εαυτό μου.
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Έριχ Φρομ, Η Τέχνη της Αγάπης, εκδόσεις Μπουκουμάνης.
Ο Έριχ Φρομ (23 Μαρτίου 1900-18 Μαρτίου 1980) ήταν Γερμανός ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος και ανθρωπιστής. Ο Φόβος της Ελευθερίας είναι το γνωστότερο έργο του και εστιάζει στην παρόρμηση του ανθρώπου να αναζητά μια πηγή εξουσίας και ελέγχου αντί της ελευθερίας που πιστεύεται ότι είναι αληθινή επιθυμία του.
http://www.doctv.gr/page.aspx?itemID=SPG7040
[Πηγή: www.doctv.gr]

Φρομ: Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία

14 Μαρτίου 2015
 Ο Αμερικανός ψυχαναλυτής γράφει για την υποταγή του ανθρώπου και τον φόβο του για την ελευθερία.
ENA AΠΟ ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ του ανθρώπου είναι ότι δεν κάθεται να σκεφτεί αν οι σκοποί που επιδιώκει είναι κάτι που επιθυμεί ο ίδιος. Στο σχολείο θέλει να πάρει καλούς βαθμούς, σαν μεγάλος θέλει να επιτύχει όσο γίνεται περισσότερο, να κερδίσει χρήματα, να αποκτήσει κύρος, να αγοράσει καλύτερο αυτοκίνητο, να κάνει ταξίδια κ.λπ. ΟΤΑΝ ΟΜΩΣ ΜΕΣΑ ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΕΝΤΑΤΙΚΗ δραστηριότητα σταματήσει για να σκεφτεί, στο μυαλό του μπορεί να γεννηθεί το εξής ερώτημα: Αν πετύχω αυτή τη νέα δουλειά, αν αγοράσω αυτό το καλύτερο αυτοκίνητο, αν κάνω αυτό το ταξίδι, τι βγαίνει; Προς τι όλα αυτά; Εγώ είμαι πραγματικά εκείνος που επιθυμεί όλα αυτά; Δεν επιδιώκω κάποιο σκοπό, που υποτίθεται πως θα με κάμει ευτυχή, που όμως μου ξεφεύγει μόλις φτάνω στην επιτυχία του; Τα ερωτήματα αυτά, όταν εγείρονται, δημιουργούν φόβο, γιατί θέτουν επί τάπητος την ίδια τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται όλη η δραστηριότητα του ανθρώπου, η γνώση του για το τι επιθυμεί. Οι άνθρωποι τείνουν για τον λόγο αυτό να απαλλαγούν όσο συντομότερα γίνεται από αυτές τις ενοχλητικές σκέψεις. Αισθάνονται να τους ενοχλούν αυτά τα ερωτήματα γιατί έχουν κουραστεί ή νιώθουν αποθάρρυνση – και συνεχίζουν να επιδιώκουν τους σκοπούς που πιστεύουν πως είναι δικοί τους.
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΟΜΩΣ ΔΙΝΟΥΝ ΜΙΑ ΑΜΥΔΡΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ της αλήθειας – της αλήθειας πως ο σύγχρονος άνθρωπος ζει με την αυταπάτη πως ξέρει τι θέλει, ενώ πραγματικά θέλει αυτό που προσδοκούν οι άλλοι να θέλει. Για να το παραδεχτεί αυτό, πρέπει να καταλάβει πως το να ξέρει κανείς τι πραγματικά θέλει δεν είναι εύκολο, όπως νομίζει ο περισσότερος κόσμος, αλλά ένα από τα πιο δύσκολα προβλήματα που πρέπει να λύσει κάθε ανθρώπινο ον.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΑΥΤΟ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΜΕ ΕΠΙΜΟΝΑ ΝΑ ΤΟ ΑΠΟΦΥΓΟΥΜΕ, αποδεχόμενοι έτοιμους σκοπούς σαν να ήταν δικοί μας. Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι πρόθυμος να αναλάβει μεγάλους κινδύνους όταν προσπαθεί να επιτύχει σκοπούς που υποτίθεται πως είναι «δικοί του». Αισθάνεται όμως μεγάλο φόβο όταν πρόκειται να αναλάβει τον κίνδυνο και την ευθύνη να καθορίσει ο ίδιος τις επιδιώξεις του.
Ο Έριχ Φρομ (23 Μαρτίου 1900 – 18 Μαρτίου 1980) ήταν Γερμανός ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος και ανθρωπιστής. Ο Φόβος της Ελευθερίας είναι το γνωστότερο έργο του και εστιάζει στην ανθρώπινη παρόρμηση του ανθρώπου να αναζητά μια πηγή εξουσίας και ελέγχου αντί της ελευθερίας που πιστεύεται ότι είναι αληθινή επιθυμία του.
http://www.doctv.gr/page.aspx?itemID=SPG6588
[Πηγή: www.doctv.gr]

Η μέτρηση της ακτίνας της Γης, της Σελήνης και του Ήλιου από τον Ερατοσθένη

14 Μαρτίου 2015

ΟΤΑΝ ΤΟ BULLYING ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ

14 Μαρτίου 2015
ΕΙΜΑΙ 7 χρονών και σε ένα διάλειμμα στο σχολείο μου στον Στρόβολο Λευκωσίας, βγάζω να φάω μια σοκολάτα «ζωάκι» της Nestle. Είναι οι αγαπημένες μου. Μια μικρή μπάρα σοκολάτας γάλακτος, χωρισμένη σε δύο ας πούμε κάδρα, που το καθένα απεικόνιζε ένα ζωάκι της ζούγκλας. Έτρωγα πρώτα το γύρω-γύρω και άφηνα για το τέλος το ζωάκι, τρώγοντας το σχεδόν πάντα με τύψεις, που απαλύνονταν από την απόλαυση του λιωσίματος της σοκολάτας στο στόμα μου. Πριν καν προλάβω να ανοίξω το περιτύλιγμα της, με πλησιάζει ο Χ. που είναι 3 χρόνια μεγαλύτερος από μένα. Ένα ψηλό και όμορφο αγόρι που πηγαίνει στην πέμπτη τάξη. Τον ήξερα καλά και μάλιστα παίζαμε μαζί σε αρκετά διαλείμματα. Είναι άλλωστε ξάδελφος του καλύτερου μου φίλου. Μου λέει να του δώσω τη σοκολάτα. Του λέω όχι. Μου χώνει μια δυνατή μπουνιά στο στομάχι που μου έκοψε κυριολεκτικά την ανάσα. Σωριάζομαι στο χώμα με τη μούρη. Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι. Όλα τα παιδιά άρχισαν να τρέχουν στις τάξεις τους. Σηκώθηκε παντού σκόνη. Το στόμα μου είναι γεμάτο χώμα και πέτρες. Νιώθω ένα χέρι να τραβάει την σοκολάτα από την άψυχη μου παλάμη. Έχω ακόμα χαραγμένη στο μυαλό μου την εικόνα που ακολουθεί, την εικόνα που διαλύεται σιγά-σιγά η σκόνη κι εγώ είμαι ακόμα μόνος μου, πεσμένος στο χώμα. Ψάχνω κάποιον να με βοηθήσει να σηκωθώ αλλά δεν υπάρχει κανείς.

Είμαι 8 χρονών. Μόλις μετακομίσαμε μόνιμα στα Βριλήσσια, στην Αθήνα. Στο σχολείο από την πρώτη μέρα, όλα τα παιδιά ήθελαν να τους μιλάω Κυπριακά για να γελάσουν με την προφορά μου. Ακόμα και χρόνια μετά, όποιος μάθαινε ότι είμαι από την Κύπρο, με έβαζε να του κάνω το ίδιο πράγμα. Μένουμε σε μια πολυκατοικία με πυλωτή και κήπο. Δίπλα μας κολλητά έχουμε μια αντίστοιχη πολυκατοικία και τα απογεύματα μαζευόμαστε όλα τα παιδάκια και παίζουμε. Ο Γ. είναι ένα πολύ δυνατό παιδί στην ηλικία μου. Παίζαμε γενικά καλά, αλλά όλοι ξέραμε πως δεν έπρεπε να τα «βάλουμε» ποτέ μαζί του. Ήταν γνωστό πως ήταν ευέξαπτος. Μια μέρα παίζουμε μπάλα και ο Γ. είναι τερματοφύλακας της αντίπαλης ομάδας. Αν και το ποδόσφαιρο δεν είναι το φόρτε μου (θυμίστε μου μια μέρα να σας περιγράψω τη φορά που έβαλα 10 αυτογκόλ και χάσαμε 11-1, γωνία Κύπρου και Πλαταιών, μπροστά από το Γκιούλιβερ στα Βριλήσσια) κάποια στιγμή και με ένα μαγικό τρόπο, φτάνει η μπάλα στα πόδια μου, σουτάρω και του βάζω γκολ. Επειδή δεν ήταν κάτι που μου συνέβαινε συχνά, πανηγυρίζω έντονα, τρέχοντας γύρω-γύρω και φωνάζοντας. Ο Γ. άρχισε να με κυνηγάει. Με πιάνει και με ρωτάει γιατί τον κοροϊδεύω. Δεν καταλαβαίνω τι λέει. Αρχίζει να μου δίνει αλλεπάλληλες μπουνιές στο στομάχι. Για άλλη μια φορά μου κόπηκε η ανάσα και σωριάζομαι, ευτυχώς στο γρασίδι αυτή τη φορά. Κάποιες μέρες μετά, όπως είμαι στην κουζίνα του σπιτιού μας και κάτι τρώω, ακούω φωνές από την απέναντι πολυκατοικία. Κοιτάζω στον φωτισμένο διάδρομο της διπλανής πολυκατοικίας και βλέπω τον πατέρα του Γ. να τον βάζει στο σπίτι με τις κλωτσιές. Όχι μεταφορικά. Κυριολεκτικά. Τον κλωτσούσε, ο Γ. προχωρούσε ένα μέτρο, γύρναγε τσαντισμένος προς τον πατέρα του, ο πατέρας του φώναζε και του έριχνε άλλη μια κλωτσιά που τον έσπρωχνε έτσι άλλο ένα μέτρο και κάποια στιγμή μετά από 5-6 κλωτσιές τον έβαλε στο σπίτι.

Είμαι 12 χρονών. Η παρέα μου με λέει «Αράπη». Όχι όλη την ώρα. Παίζουμε μπάσκετ, γελάμε, βλέπουμε βιντεοκασέτες με τον Τσάκυ Τσαν, χτυπάμε με δεκάρικο γρήγορα τα πλήκτρα του Amstrad 128K για να τρέξει γρηγορότερα ο αθλητής του “Daley Thompson’s Decathlon” αλλά κάθε μέρα, έτσι για πλάκα, με φωνάζουν Αράπη. Ή Μαύρο. Ή Gift κάνοντας λογοπαίγνιο με το όνομα μου και τη λέξη γύφτος. Κι εγώ δε γελάω. Και μουτρώνω. Κάποιες φορές προσπαθώ να μη δείξω πως με πειράζει, μάλλον χωρίς να τα καταφέρνω. Αλλά αυτό δεν τους κάνει να σταματάνε. Και κάθε βράδυ σκέφτομαι γιατί να έχω τόσο σκούρα επιδερμίδα; Γιατί πήρα το χρώμα του μπαμπά μου και όχι της μαμάς μου; Και ζηλεύω όλα τα αγόρια με τις λευκές επιδερμίδες και τα ανοιχτά μαλλιά. Και οι φίλοι μου, πάντα για πλάκα, κόβουν από τα δέντρα κλαριά και μου τα δίνουν να τους κάνω αέρα γιατί έχει ζέστη.

Είμαι 13ων χρονών. Έχω γίνει καλός μαθητής. Καλύτερος από όλους τους φίλους μου οι οποίοι με αποκαλούν πλέον και «Σπασικλάκι».

Είμαι 14ων χρονών. Πάω λύκειο. Είμαι ήδη αρκετά καλός και μεθοδικός μαθητής. Έχω καινούργιους φίλους. Κάποια στιγμή κυκλοφορούν στο σχολείο ιστορίες για το πώς κατάφερα να ξεφύγω από τους Ναζί, αν και ήμουν δεμένος χέρια-πόδια και πεταμένος στο βυθό θάλασσας. Ο μύθος λοιπόν έλεγε πως στριφογύρισα το κεφάλι μου με τρομερή ταχύτητα και τα τεράστια αυτιά μου λειτούργησαν ως προπέλες. Κι εγώ βλέπω στα οικογενειακά άλμπουμ τις φωτογραφίες του παππού μου και θυμώνω. Γιατί να έχω πάρει τα αυτιά του παππού μου; Και όταν κάνω μπάνιο, κοιτάζω στον καθρέφτη, πιέζοντας τα αυτιά μου στο κεφάλι και σκέφτομαι πως θα ήμουν αν δεν είχα τόσο μεγάλα και πεταχτά αυτιά.

Είμαι 15 χρονών. Τα μαθήματα συνεχίζω να τα «πιάνω» εύκολα και πλέον παίζω μπάσκετ στην τοπική ομάδα. Στο λύκειο είναι συμμαθητής μας και ο Α. Ένα πολύ ιδιαίτερο παιδί με τρομερή μνήμη. Ξέρει όλα τα τηλέφωνα μας, όλες τις πινακίδες των αυτοκινήτων μας και τι γράφουν τα βιβλία μας στην κάθε σελίδα. Και τα παιδιά είναι σκληρά. Είμαστε σκληρά. Πολύ σκληρά. Ο Α. δεν έχει φίλους. Κι εγώ δεν τον κάνω παρέα, γιατί δε θέλω να μπω ξανά στο περιθώριο. Δεν τον κοροϊδεύω, αλλά δεν κάνω και κάτι για να τον προστατεύσω, δεν παίρνω φανερά το μέρος του. Έλεγα κι εγώ ιστορίες πως τον απέφευγα όταν τον έβρισκα στον δρόμο. Αλλά η αλήθεια είναι πως δεν το έκανα. Πάντα του μιλούσα. Πάντα τον άφηνα να μου πει την ιστορία του.

Είμαι 16 χρονών. Μια μέρα μαθαίνω πως αρέσω σε μια κοπέλα από ένα άλλο λύκειο. «Εγώ ο αράπης;» απορώ. Και την ίδια περίοδο, ένας συμμαθητής μου λέει πως αρέσω και σε μια συμμαθήτρια μας. Αυτή άρεσε και σε μένα. Και την πλησιάζω σε ένα πάρτι. Και τη ρωτάω «Και δεν σε πειράζει που είμαι λίγο μαύρος;». «Είσαι μελαχρινός» μου λέει. «Μου θυμίζεις λατίνο εραστή. Οι άλλοι είναι ξανθομπούμπουρες!» Και η ζωή μου αρχίζει να αλλάζει.

Είμαι 17 χρονών. Περνάω στο Πανεπιστήμιο. Αφήνω μακριά μαλλιά που ευτυχώς είναι της μόδας και με εξυπηρετούν αφάνταστα με τα πεταχτά αυτιά μου.

Είμαι 28 χρονών. Μόλις έχω κουρευτεί. Είμαι ήδη κάποιους μήνες με την Αγγελική. Μου λέει μια μέρα «να δω τ’ αυτιά σου». Γυρνάω προφίλ. «Ίσως είναι λίγο μεγάλα, αλλά δεν το είχα παρατηρήσει ποτέ. Αν δεν μου το έλεγαν οι φίλες μου, δε θα το είχα προσέξει». Δεν ξέρω αν το καταλάβατε, αλλά η Αγγελική είναι η γυναίκα της ζωής μου.

Σε λίγες μέρες κλείνω τα 41. Έχουμε δύο αγόρια με την Αγγελική, τον Ανδρέα και τον Γιάννη. Ο Ανδρέας πάει πρώτη δημοτικού και κάποια πράγματα που αντιμετωπίζει στο σχολείο του δημιουργούν δυσκολίες. Το είδαμε. Το καταλάβαμε. Φαίνεται. Δεν είναι όλα τα παιδιά τα ίδια. Δεν έχουν τις ίδιες άμυνες ούτε διαχειρίζονται με τον ίδιο τρόπο τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουν. Ο Γιάννης από την άλλη δείχνει πιο δυνατός και δυστυχώς σε κάποιες φάσεις ίσως και επιθετικός. Θυμάμαι ασυναίσθητα όλα αυτά που αντιμετώπισα όταν ήμουν εγώ παιδί, τότε που δεν υπήρχε το bullying ως λέξη. Τότε που δεν ξέραμε τίποτα για τον σωματικό και τον λεκτικό εκφοβισμό. Τα περνούσα όλα μόνος μου. Δεν μιλούσα σε κανέναν. Όλα αυτά μου δημιούργησαν απίστευτα κόμπλεξ. Ακόμα και τώρα αν ακούσω τη λέξη «Αράπης» ανατριχιάζω. Και χρειάστηκαν πολλά χρόνια και διάφορες συγκυρίες για να βάλω τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Για να αγαπήσω τον εαυτό μου. Για να αποκτήσω αυτοπεποίθηση.

Μετανιώνω μόνο που δεν στάθηκα στον Α. πιο πολύ. Που δεν πήρα φανερά το μέρος του. Που μπροστά σε όλους, ήμουν με το πλήθος. Μετανιώνω. Και αυτό που κάνω τώρα είναι το μόνο που σκέφτηκα πως μπορώ να κάνω για όλα αυτά. Και γι΄αυτά που έζησα και γι’ αυτά που θα ζήσουν τα παιδιά μου. Θέλω να πω στα παιδιά μου πως δεν ήμουν ο πιο δυνατός, ο πιο ψηλός και ο πιο γρήγορος όταν ήμουν παιδί. Δεν ήμουν σούπερ ήρωας. Ήμουν σαν αυτά. Ένα παιδί σαν όλα. Ένα παιδί διαφορετικό απ’ όλα. Μετρίου αναστήματος, αδύνατος, μελαχρινός, με πεταχτά αυτιά. Ένα παιδί που υπέφερε τότε από κάτι που δεν υπήρχε η λέξη για να το εκφράσει και να το πει στους γονείς του.

Ο Δώρος Αντωνιάδης γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1974. Γράφει τις μικρές ιστορίες του για τα βιβλία που διαβάζει αλλά και τον κόσμο που ζει στο dorosantoniadis.com, όπου και πρωτοδημοσιεύτηκε το παραπάνω κείμενο. Είναι παντρεμένος με δύο παιδιά. 

http://www.talcmag.gr/gyro-gyro-oloi/bullying-den-ypirxe/

Πηγή: http://www.talcmag.gr