Κανάλι νέων (RSS Feed) του άρθρουΤρέχον άρθρο

ETUI : Πόσο «κοινωνικά δίκαιο» είναι το τελευταίο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής που επιβλήθηκε στην Ελλάδα;

Στο κείμενο πολιτικής του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUI) με τίτλο η «η σκοπιά της μεταβλητής γεωμετρίας στην ευρωπαϊκή νομοθεσία», διερευνώνται οιEuropean Trade Union Institute, ETUI. πολιτικές επιλογές και σκοπιμότητες που οδήγησαν την Επιτροπή στην υιοθέτηση του Πακέτου «Βελτίωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας», το Μάιο του 2015 στόχος του πακέτου ήταν η κατάρτιση πολιτικών και νομοθετικών πράξεων της ΕΕ έτσι ώστε να επιτυγχάνονται οι στόχοι τους με το μικρότερο δυνατό κόστος.

Όπως διατυπώνεται, “η ομάδα του Junker” επέλεξε να δώσει όλο το βάρος στη ‘μάχη ενάντια στη γραφειοκρατία’, κάνοντας εκπτώσεις στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, κι αυτό, εις βάρος νομοθετικών προτεραιοτήτων της, όπως τα μέτρα ελάφρυνσης του κοινωνικού κόστους της κρίσης, η κλιματική αλλαγή και η νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος. Ο λόγος είναι ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής η μείωση των διοικητικών και ρυθμιστικών βαρών σημαίνει εξοικονόμηση πόρων για τις επιχειρήσεις της τάξης των 150 δις.

Πως μεταφράζεται όμως αυτή η μετατόπιση της Επιτροπής από το βασικό ρόλο της να θέτει νομοθετικές βάσεις, προς σε ένα τεχνοκρατικό όργανο άσκησης πιέσεων για ελάφρυνση των κανονιστικών ευρωπαϊκών πλαισίων και περισσότερη ευελιξία στις αποφάσεις; Το κείμενο του ETUI, παίρνοντας ως παράδειγμα την έκθεση της Επιτροπής για τις κοινωνικές επιπτώσεις του προγράμματος σταθερότητας για την Ελλάδα, δείχνει με τον πιο αναλυτικό τρόπο πως η νομοθετική ελάφρυνση που επικαλείται η επιτροπή μοχλεύει τη θεσμική απορύθμιση και ακύρωση ακόμη και των βασικών ευρωπαϊκών κεκτημένων.

Η ανάλυση εστιάζει σε δύο κεντρικά ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται η έκθεση κοινωνικών επιπτώσεων που συνόδευσε το 3ο μνημόνιο :

1. το συνταξιοδοτικό, και η επικαλούμενη αναπόφευκτη μεταρρύθμιση (περαιτέρω μείωση των συντάξεων) που υποτίθεται επιβάλλουν οι ρυθμοί αύξησης των συνταξιοδοτικών δαπανών, για την ίδια τη βιωσιμότητα του συστήματος εκτιμάται από την Επιτροπή ότι μέχρι το 2060 η δαπάνη θα αυξηθεί κατά 12,5% (συγκριτικά με το 2010) ενώ η μέση ευρωπαϊκή αύξηση είναι 2,4% στο ΑΕΠ. Εύλογα αναρωτιέται κανείς, καταλήγει ο συγγραφέας, πως είναι δυνατόν η Επιτροπή να φτάνει σ’ αυτό το συμπέρασμα, ελλείψει μάλιστα σοβαρής ανάλυσης των επιπτώσεων της μεταρρύθμισης εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Τη στιγμή μάλιστα, που όλα τα στοιχεία δείχνουν σοβαρές αποκλείσεις από αυτά που επικαλείται η έκθεση.

Σύμφωνα με τις πιο αξιόπιστες εκτιμήσεις το 60% των συνταξιούχων στην Ελλάδα λαμβάνουν λιγότερα από 800€ μηνιαίως εκ των οποίων το 45% λαμβάνει λιγότερα από 665€, δηλαδή το μηνιαίο όριο φτώχειας. Τα συνδικάτα δίνουν στοιχεία μείωσης της μέσης σύνταξης από τα 1350€ το 2012 στα 833€ το 2015 (οι τιμές είναι προ κρατήσεων). Κατά πόσο έχει συμβάλλει αυτή η ολέθρια μείωση στη βιωσιμότητα του συστήματος;

Το 2ο ζήτημα το οποίο φέρνει ως παράδειγμα το κείμενο είναι τα μέτρα απορύθμισης της αγοράς εργασίας. Κατά την εκτίμηση της Επιτροπής, η εφαρμογή των κανόνων της περιόδου 2010-2014, από τα δύο προηγούμενα μνημόνια όπως εφαρμόστηκαν στα εργασιακά, έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ευελιξίας στην αγορά εργασίας και θα μεταφραστούν άμεσα σε αύξηση της απασχόλησης. Έτσι με αυτή την ασαφή και χωρίς σοβαρή τεκμηρίωση διαπίστωση, η Επιτροπή παραβλέπει μια σειρά από συστάσεις από Διεθνείς Οργανισμούς (βλ.ILO) για παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας και αρκείται στη σημείωση ότι «ο δείκτης για την προστασία της εργασίας του ΟΟΣΑ δείχνει ότι η Ελλάδα σε γενικές γραμμές βρίσκεται στο μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών μελών του ΟΟΣΑ» ή το ακόμα πιο ασαφές ότι η Επιτροπή υποστηρίζει την ανάγκη για ένα σύγχρονο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων» ή ότι «πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αδήλωτη εργασία».

Είναι εντυπωσιακό καταλήγει το κείμενο, ότι η Επιτροπή στο γενικό συμπέρασμα της στην ανάλυση του κοινωνικού αντίκτυπου του 3ου προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα, υποστηρίζει ότι, «ένα σταθερό μακροοικονομικό και πολιτικό περιβάλλον αποτελεί προϋπόθεση για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου και τη βελτίωση των κοινωνικών συνθηκών».

Θα ήταν ορθότερο και πιο πρέπον εκ μέρους της Επιτροπής να αρκεστεί στην παροχή έγκυρων στοιχείων για τις κοινωνικές επιπτώσεις του Μνημονίου, αντί να επαίρεται για το περιεχόμενό του. Ωστόσο, μια τέτοια στάση θα μπορούσε κάλλιστα να συνιστά αποδοχή της αδυναμίας της ή ακόμα και έμμεση κριτική για τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις.


New policy brief: is the latest adjustment programme for Greece socially fair?

Greek austerity programme

A new ETUI Policy Brief authored by associate researcher and ‘better regulation’ expert Eric Van den Abeele shows that the Commission’s social impact assessment of the latest support programme for Greece displays a serious absence of methodological rigour.

When the European Commission signed its new Memorandum of Understanding with the Greek government in August, it claimed that it had undertaken a social impact assessment to ensure that the measures demanded from Greece would be socially fair. In a fact sheet accompanying last week’s evaluation of the so-called ‘Five-Presidents’ report’ on a roadmap for completing the Economic and Monetary Union, the Commission reiterated this claim as follows: ‘The Commission prepared the first social impact assessment for the new Greek Memorandum of Understanding. The document shows how social factors have been taken into account, also building on the experience from previous programmes. The Commission intends to accompany any future European Stability Mechanism programme with such a social impact assessment.

The Policy Brief entitled The “variable geometry” approach to “better legislation” takes a different view of the fairness of this social impact assessment of the Greek support programme. Starting out from a critical analysis of the Commission’s ‘better regulation’ agenda, Van den Abeele goes on to examine the Greek case as an example of how the Commission takes advantage of its so-called impact assessment for political purposes.

The author, after analysing the measures imposed on Greece in the two areas of pensions and labour market reforms, concludes that ‘Impact Analysis is a system that operates à la carte. On some occasions the Commission conducts no rigorous impact analysis or no impact assessment at all even though the consequences of a proposal for the real economy and the life of European citizens would demand such analysis (European Semester for instance). In other cases, the expected outcome of a negotiation is overestimated, as was the case with the impact analysis of the Transatlantic Trade and Investment Partnership (TTIP).’

Trackback URL



Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *