Καλό μήνα! Δείτε το μαγιάτικο στεφάνι μέσα απο έργα τέχνης!

Το μαγιάτικο στεφάνι είναι το μοναδικό έθιμο που εξακολουθεί να μας συνδέει με την παραδοσιακή Πρωτομαγιά, μια γιορτή της άνοιξης και της φύσης με ρίζες από την αρχαιότητα, όπου γιόρταζαν τη «γιορτή των ανθέων».

Καθιερώθηκε πρώτα στην Αθήνα, όπου με μεγαλοπρέπεια βάδιζαν προς τα ιερά πομπές με κανηφόρες, που έφερναν άνθη. Έπειτα τα Ανθεστήρια διαδόθηκαν και σε άλλες πόλεις της χώρας και πήραν πανελλήνια μορφή. Όλες οι εκδηλώσεις της ημέρας ήταν αφιερωμένες στην γονιμότητα και την καρποφορία της γης.

Την Πρωτομαγιά γιορτάζουμε τον ερχομό της άνοιξης, με το μάζεμα των λουλουδιών για το μαγιάτικο στεφάνι, ερχόμαστε κοντά στη φύση, από την οποία οι περισσότεροι έχουμε απομακρυνθεί, ζώντας στις πόλεις.

“Και τώρα μπήκε ο Μάης ο μήνας μπήκε με την Πρωτομαγιά του,
τη χαροκόπα θυγατέρα, και να στ’ απλόχωρο λιβάδι, στ’ ολόχλωρο, στ’ ολανθισμένο,
μεθάει και σκούζει και φρενιάζει της γυφτουριάς το πανηγύρι, το πανηγύρι της Κακάβας.
Κ’ η ρεματιά που το χωρίζει το ένα τ’ απλόχωρο λιβάδι σε δυο αδερφάκια λιβαδάκια,
βλέπει απ’ το μια της άκρη, βλέπει κι από την άκρη της την άλλη,
σε μια τριγύρω νερομάννα, γιορτή παράξενη μεγάλη το χρόνο μια φορά,
στο έμπα του Μάη του μήνα, στ’ άνθια του Μάη και τη χαρά.”

Κ. Παλαμάς

Σπύρος Βασιλείουvasileiou_stefani

Stefani_texni

Απόστολος Γεραλής (Μαγιάτικο στεφάνι)

fasianos1_stefani

Αλέκος Φασιανός (Άνοιξη)

geros

Δημήτρης Γέρος (Πρωτομαγιά)

“Πιάνω την άνοιξη με προσοχή και την ανοίγω:
Με χτυπάει μια ζέστη αραχνοΰφαντη
ένα μπλε που μυρίζει ανάσα πεταλούδας
οι αστερισμοί της μαργαρίτας όλοι αλλά
και μαζί πολλά σερνόμενα ή πετούμενα
ζουζούνια, φίδια, σαύρες, κάμπιες και άλλα
τέρατα παρδαλά με κεραίες συρμάτινες
λέπια χρυσά λαμέ και πούλιες κόκκινες
Θα ‘λεγες, έτοιμα όλα τους να παν
στο χορό των μεταμφιεσμένων του Άδη.”

Οδυσσέας Ελύτης

Πηγή:www.monopoli.gr

Νοσταλγώντας το διάβασμα….

diavasma_fridayΥπάρχουν αρκετά αφετηριακά σημεία που προσφέρονται για μια εκτεταμένη αναφορά στο βιβλίο (διακοπές καλοκαιριού, γιορτές, εκθέσεις βιβλίων κτλ.), αλλά αυτοί οι περιοδικοί προσδιορισμοί δε δημιουργούν κάποια δυναμική στα ρεύματα της φιλαναγνωσίας. Γιατί, δυστυχώς, δεν έχουμε κατανοήσει ακόμα πως η σχέση μας με το βιβλίο δεν μπορεί παρά να είναι πηγαία έκφρασης μιας διαφωτιστικής κουλτούρας, ένα διαρκές ταξίδι προς το αξιερώτητο, μια σχέση ζωής. Ωστόσο, όσοι έχουν πάθος με το διάβασμα και έχουν ιχνηλατήσει ένα νόημα αυτογνωσίας μέσα από την αέναη πνευματική αναζήτηση γνωρίζουν ότι ο έρωτας με το βιβλίο είναι μια υπόθεση γοητευτικής νοσταλγίας.

Νοσταλγούν το διάβασμα, γιατί βρίσκουν πάντοτε καινούριους δρόμους ταξιδιού σε τόπους μακρινούς ή κοντινούς, σε καιρούς που συντρίβουν το διάβα και τον όλεθρο του χρόνου και κάνουν παρελθόν παρόν και μέλλον μια μικρή αιωνιότητα˙ γιατί βιώνουν απανωτές εκρήξεις της δημιουργικότητας και περιπλανώνται στους ασύνορους χώρους της φαντασίας, θραύοντας την καθημερινότητα που κατατρώει το «είναι» μας στη δίνη των τυπικών λειτουργιών και των συμβατικών υποχρεώσεων˙ γιατί γνωρίζουν πως μέσα από το βιβλίο στρέφουν τα μάτια της ψυχής σε νέους, πρωτόγνωρους κόσμους, όπου η μαρτυρία και η μνήμη αποχρωματίζουν την ασημαντότητά μας, βάζοντας και τη δική μας παρουσία στο ξετύλιγμα της συλλογικής αφήγησης του ανθρώπου. Διαβάζοντας Όμηρο, Αριστοτέλη, Σαίξπηρ, Καρτέσιο, Τολοστόι, Ντοστογιέφσκι, Παπαδιαμάντη ψηλαφείς τα ίδια σημεία που άγγιξαν και θα αγγίξουν παντοτινά οι άνθρωποι. Αλλά αυτή δεν είναι η βαθύτερη ουσία της νοσταλγίας, η διαρκής παλιννόστηση προς τις πηγές της ανθρώπινης περιπέτειας, το ξεφύλλισμα των άπειρων πτυχών του εαυτού μας, όπου τα πνευματικά μας ριζώματα τα ζωγραφίζουμε εμείς στο δικό μας πορτρέτο του κόσμου;

Και είναι το διάβασμα ένα γλυκό άλγος, ένα ξεχωριστό μεθύσι νόστου, γιατί ωθεί διαρκώς τα όρια της συνείδησής μας σε ανεξερεύνητες περιοχές. Ένας ανταριασμένος απέραντος ωκεανός εννοιών και ιδεών αναταράσσει τα στερεότυπά μας και τις αξίες μας. Στην ανάγνωση δεν είναι μόνο η ιστορία των λέξεων που μας οδηγεί στα μονοπάτια της μάθησης. Ακόμα και η ενδιάμεση σιωπή φτιάχνει μορφές προσώπων, σκηνοθετεί παραστάσεις, ρίχνει σπόρους στο όμορφο ταξίδι των ονείρων. Πόσες και πόσες συμφύσεις στις σκέψεις των ηρώων ενός λογοτεχνικού έργου και στις σκέψεις του αναγνώστη δεν αναδύονται σε ένα παράξενο κουβεντολόι. Άλλωστε, κάθε ανάγνωση είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Και εδώ διαδραματίζεται ένα μέρος του παιχνιδιού της ταύτισής μας με τον κόσμο, γιατί «η διδαχή μεταρυσμοί τον άνθρωπο, μεταρυσμούσα δε φυσιοποιεί» (Δημόκριτος).

Ένας λαός που δεν έχει ανησυχίες πνευματικές είναι λαός που βρίσκεται σε παρακμή. Γιατί δεν μπορεί να περιδιαβαίνει κάποιος την Πελοπόννησο ή τη θεσσαλική γη, για παράδειγμα, γνωρίζοντας κάθε στέκι τσικνίσματος και ταβέρνας και να μην ψηλαφεί, για λίγο έστω, τα βιβλία στη βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας ή της Αγίας Λαύρας ή της Ζαγοράς. Γιατί, πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς βιβλία και πώς θέλουμε να γευόμαστε έναν τέτοιο λειψό κόσμο; Γιατί το να είσαι βιβλιοφάγος σημαίνει ότι έχεις άποψη για τη ζωή, ότι έχεις πάθος για τα βιώματά σου. Ένα κλασικό βιβλίο αποτελεί, ούτως ή άλλως, ιστορικό γεγονός για την ανθρωπότητα. Μπορεί να περνάει απαρατήρητο και αδιάβαστο;

Δε νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει άνθρωπος που δεν νοσταλγεί˙ που δεν νοσταλγεί ένα δέντρο (την ελιά του Οδυσσέα…), ένα παλιό χαμόσπιτο, μια παιδική του φαντασίωση, μια σκέψη του που την κουβαλάει άφθαρτη στο πέρασμα του χρόνου. Όταν είσαι σκυμμένος πάνω σε βιβλία, νοσταλγείς ακόμα περισσότερο. Και είναι αυτή η νοσταλγία του άγνωστου το κερδισμένο κομμάτι της ζωής. Ίσως είχε δίκιο ο Τερζάκης που έλεγε: «Και πάντα, πάντα νοσταλγώ εκείνους τους τόπους που δεν είδα ποτέ».

Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 20 Σεπτεμβρίου 2001 και για την αντιγραφή: απο το https://anthologio.wordpress.com/2015/04/25/%CF%8E-%CE%AC-16/