Ομήρου Ιλιάδα


Φροντίδα για τους νεκρούς

Ιούλ 200916

 

Σ’ ένα ηρωικό (πολεμικό) έπος είναι φυσικό οι νεκροί να είναι πολλοί. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους στο πεδίο της μάχης. Εξαίρεση παρουσιάζει το πλήθος των νεκρών Αχαιών που είναι θύματα του λοιμού που ρίχνει στο στρατόπεδό τους ο Απόλλωνας ως τιμωρία για την προσβολή του ιερέα του Χρύση. Σπανιότερη είναι η περίπτωση του φυσιολογικού θανάτου, που αναφέρεται μόνο στα πλαίσια αφήγησης γεγονότων του παρελθόντος.

 Οι πρώτοι νεκροί του πολέμου προκύπτουν  μετά την πρώτη μέρα μάχης (Δ – Η 293, 22η μέρα της Ιλιάδας). Η επόμενη μέρα (23η) είναι στο μεγαλύτερο μέρος της αφιερωμένη  στην περισυλλογή και στο κάψιμο των νεκρών, που αξιοσημείωτο είναι ότι πραγματοποιείται στο πλαίσιο ανακωχής που αποφασίζεται και από τις δυο μεριές των αντιπάλων, Αχαιούς και Τρώες, πράγμα που δηλώνει τη σημασία και το σεβασμό που αποδίδουν στους νεκρούς.

 

Μεγάλη προσβολή για ένα νεκρό είναι να μείνει άταφος ή να πάρουν το πτώμα του οι εχθροί, να το σκυλεύσουν (να του αφαιρέσουν την πανοπλία), να το ακρωτηριάσουν  και ακόμα χειρότερα να το ρίξουν στα σκυλιά. Το σώμα του Έκτορα είναι εκείνο που επισύρει τις μεγαλύτερες και περισσότερες προσβολές μέσα στο έπος. Παραμένει αρκετές μέρες άταφο, πράγμα που αγγίζει τα όρια της ιεροσυλίας, ώστε  εξεγείρει την αγανάκτηση ακόμα και των θεών και τη μεσολάβησή τους. Ο Αχιλλέας απειλεί ότι θα δώσει στα σκυλιά το πτώμα του, απειλή που τελικά δεν πραγματοποιείται. Εξίσου προσβλητικό όμως είναι και αυτό που κάνει: να το σέρνει κατ’ επανάληψη δεμένο στο άρμα του γύρω από την Τροία και αργότερα καθημερινά για 11 μέρες γύρω από τον τάφο του Πατρόκλου. Δικαιολογημένα ο Έκτορας πεθαίνοντας μόνη του έγνοια είχε όχι το θάνατο καθαυτό, αλλά  την  προσπάθεια  να εξασφαλίσει την αξιοπρεπή  κατάσταση του σώματός του. Όταν λοιπόν μονομαχεί με τον Αχιλλέα, προσπαθεί, μάταια, να τον πείσει να παραδώσει το πτώμα του στους δικούς του με αντίτιμο λύτρα. Και τελικά ξεψυχά πικραμένος, χωρίς καμιά ελπίδα ότι το σώμα του θα παραδοθεί, μια και ο Αχιλλέας παραμένει ανένδοτος και μάλιστα δηλώνει ότι και του βάρους του χρυσάφι να του πρόσφεραν δε θα δεχόταν.

 Από την άλλη εκείνος  που προσβάλλει το σώμα ενός νεκρού κερδίζει δόξα προσβάλλοντας τη φήμη και  την αξιοπρέπεια  του νεκρού. Αυτή είναι η συνήθης τακτική στον πόλεμο. Λίγες είναι οι περιπτώσεις και αποτελούν εξαίρεση μέσα στην κτηνωδία του ομηρικού πολέμου που ο νικητής σέβεται το νεκρό, όπως ο Αχιλλέας, τότε που δεν ήταν τυφλωμένος από το πάθος της εκδίκησης, σεβάστηκε τον πατέρα της Ανδρομάχης Ηετίωνα, τον οποίο έθαψε με την πανοπλία του και μάλιστα του ύψωσε τύμβο.

 Αποτρόπαιες προσπάθειες κακοποίησης, ακρωτηριασμού, που τελικά  δεν εκτελούνται ¾ίσως  γιατί είναι ανάρμοστες σε μεγάλους ήρωες και γιατί ξεπερνούν τα όρια της αγριότητας¾ είναι όταν ο Έκτορας επιχειρεί να κόψει το κεφάλι του Πατρόκλου, ενώ ο Αχιλλέας υπόσχεται να προσφέρει, μαζί με την πανοπλία, το κεφάλι του Έκτορα στη νεκρική πυρά του Πατρόκλου.

Γύρω από κάθε νεκρό διεξάγονται σκληρές μάχες για να καταφέρουν οι δικοί του ν’ αποσπάσουν το πτώμα του από τους εχθρούς και να γλιτώσουν πιθανή κακοποίηση, καθώς η μη διάσωση του πτώματος επιφέρει ντροπή και καταφρόνια. Ο ετοιμοθάνατος Σαρπηδόνας ζητά από το φίλο του Γλαύκο να φροντίσει να διασφαλίσει την αξιοπρέπεια του πτώματός του και εκείνος νιώθοντας να βαραίνει  πάνω του  η παράκληση και απειλή αυτή, καθώς μάλιστα ο ίδιος είναι πληγωμένος στο χέρι και ανήμπορος να εκτελέσει το χρέος του, προσεύχεται στον Απόλλωνα να τον ενδυναμώσει  για να μπορέσει να ανταποκριθεί στο καθήκον του.

 

Ύψιστη τιμή που αποδίδει ο Δίας στο γιο του Σαρπηδόνα, αφού δεν κατάφερε να απομακρύνει απ’ αυτόν το θάνατο, είναι να ρίξει προκαταβολικά ματωμένες ψιχάλες από τον ουρανό για να τον τιμήσει. Έπειτα, όταν σκοτώνεται, στέλνει τον Απόλλωνα να περιποιηθεί το σώμα του (να του σκουπίσει τα αίματα, να τον πλύνει στο ρέμα του ποταμού, να τον αλείψει με θεϊκό λάδι και να του φορέσει θεϊκό χιτώνα)  και  τον παραδίδει στον Ύπνο και στο Θάνατο να μεταφέρουν το πτώμα στην πατρίδα του, όπου στήνουν μνημείο και τοποθετούν αναμνηστική στήλη.

Για τους Αχαιούς «κοινούς θνητούς» όμως που πολεμούν μακριά από την πατρίδα τους και εφόσον ο πόλεμος συνεχίζεται μια τέτοια τιμή δεν είναι εφικτή· θα πρέπει να περιοριστούν σε ομαδική περισυλλογή και κάψιμο, σε ομαδικό τάφο και μνημείο, μια βιαστική και επικίνδυνη συχνά διαδικασία μέσα στο πλαίσιο του πολέμου, ενώ η μεταφορά των οστών τους στην πατρίδα τους θα γίνει στο τέλος του πολέμου.

 Οι μεγάλοι ήρωες  μόνο τυχαίνουν λαμπρότερες τιμές. Ο Έκτορας και ο Πάτροκλος είναι οι δυο μεγάλοι νεκροί της Ιλιάδας, ένας από κάθε αντίπαλο στρατόπεδο, ξεχωριστοί και οι δυο τους και πολυαγαπημένοι, ώστε η απώλειά τους να επιτρέψει στον ποιητή να παρουσιάσει τα νεκρικά έθιμα σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια.

 

Περιποίηση του σώματος του νεκρού.

Από τους θεούς. Η Θέτιδα σταλάζει νέκταρ και αμβροσία στα ρουθούνια του νεκρού Πατρόκλου, για να μην επέλθει σήψη, έως ότου ο Αχιλλέας ¾ αφού πάρει την εκδίκησή του σκοτώνοντας τον Έκτορα, όπως ορκίστηκε¾  τού προσφέρει τις νεκρικές τιμές. Ανάλογη φροντίδα είναι του Έκτορα από την Αφροδίτη, που διώχνει τους σκύλους μακριά και τον αλείφει με αμβροσία, και από τον Απόλλωνα, που τον καλύπτει με σύννεφο, για να μην ξεραθεί το δέρμα από τον ήλιο. Η Εκάβη στο θρήνο της αναφέρει ότι είναι περήφανη που το παιδί της και νεκρό το φρόντισαν οι θεοί.

 Από τους ανθρώπους. Το πλύσιμο του νεκρού. Αμέσως μετά τον πρώτο θρήνο για τον Πάτροκλο ο Αχιλλέας δίνει εντολή να πλύνουν το πτώμα για να το καθαρίσουν από τα αίματα. Με ζεστό νερό οι σύντροφοι τον λούζουν, τον αλείφουν με μυρωμένο λάδι και καλύπτουν με εννιάχρονη αλοιφή τις πληγές. Στη συνέχεια τον ξαπλώνουν σε στρώμα , όπου  σκεπάζουν το  σώμα του με λεπτό σεντόνι και από πάνω μ’ ένα μάλλινο χοντρό κλινοσκέπασμα. Αντίστοιχα ο  Αχιλλέας ξεχωρίζει από τα λύτρα που έφερε ο Πρίαμος «ένα καλόφαντο πανί και δυο κιλίμια» για να σκεπάσουν το νεκρό, αφού προηγουμένως κατ’ εντολή του οι δούλες τον έλουσαν και τον άλειψαν με  μύρα για να μην τον δει σε άθλια κατάσταση ο γέρος πατέρας του, ενώ ο ίδιος ο Αχιλλέας τον τοποθετεί στο στρώμα.

 

Θρήνος – πένθος για το νεκρό. Το κλάμα είναι συνώνυμο του θανάτου: όταν ο Έκτορας μπαίνει στην Τροία, οι Τρωαδίτισσες τρέχουν ολόγυρά του να μάθουν νέα για τους δικούς τους. Αντί άλλης περιγραφής ο ποιητής αναφέρει ότι οι περισσότερες είχαν δικούς να κλάψουν. Το κλάμα είναι μια ικανοποίηση για τους συγγενείς και φίλους ότι πρόσφεραν στο νεκρό τους αυτά που έπρεπε και μια εκτόνωση στον πόνο τους.

 Για τους μεγάλους νεκρούς της Ιλιάδας Πάτροκλο και Έκτορα  ο θρήνος είναι βαρύς. Θρηνούν τα πολύ στενά πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος (γονείς, σύζυγος και Ελένη για τον Έκτορα, για τον Πάτροκλο ο στενός του φίλος Αχιλλέας) και οι φίλοι εκείνων ως συμπαράσταση ξενυχτούν (οι Ατρείδες, ο Φοίνικας, ο Ιδομενέας, ο Οδυσσέας κ.λ.π.). Για τον Πάτροκλο, επειδή ήταν πολύ αγαπητός θρηνούν όλοι: ο στρατός, οι δούλες, ανάμεσά τους και η Βρισηίδα. Ακόμα και τα αθάνατα άλογα του Αχιλλέα κλαίνε για το θάνατο του Πατρόκλου, ακουμπώντας τις χαίτες τους στη γη, μη εννοώντας να κουνήσουν από τη θέση τους. Για τον Έκτορα όλοι οι Τρώες, γιατί σ’ αυτόν είχαν στηρίξει την ελπίδα σωτηρίας τους.

Ο θρήνος για τον Πάτροκλο ξεσπά μόλις ανακοινώνεται η είδηση του θανάτου του. Είναι τόσο δυνατός που φτάνει ως τα βάθη της θάλασσας, όπου η Θέτιδα  τον συνεχίζει με τις αδελφές της. Εκεί θρηνεί για το θάνατο του δικού της γιου, ενώ είναι ακόμα ζωντανός, μια και τα γεγονότα έχουν πάρει πια το δρόμο τους. Ζωντανό κλαίνε και τον Έκτορα η Ανδρομάχη με τις δούλες.

 

 Ο Αχιλλέας, όταν μαθαίνει την είδηση του θανάτου του Πατρόκλου ρίχνει στάχτες στο κεφάλι και στα ρούχα του, ο ίδιος κυλιέται στις σκόνες και τραβά τα μαλλιά του. Κοντά του ο Αντίλοχος, ο άνθρωπος που αργότερα θα πάρει την πρώτη θέση στην καρδιά του, προσέχει να μη θέσει τέλος στη ζωή του και γύρω του οι σκλάβες χτυπούν με τα χέρια τα στήθη τους. Όσο ο Πάτροκλος μένει ανεκδίκητος,  αρνείται να λουστεί, να φάει και να κοιμηθεί. Και ο Πρίαμος κυλιέται στις λάσπες καλύπτοντας το κεφάλι του σφιχτά με κάπα, βουτηγμένος στα δάκρυα, και γύρω του οι γιοι του βουτηγμένοι κι εκείνοι στα δάκρυα, ενώ κόρες και νύφες στις κάμαρές τους θρηνούν αναθυμούμενες τους άλλους δικούς τους νεκρούς. Ο πικραμένος πατέρας δεν έχει κοιμηθεί όσον καιρό ο Αχιλλέας κακοποιεί το πτώμα του Έκτορα και αρνείται να δεχτεί τροφή, πείθεται όμως να φάει  από τον Αχιλλέα, ο οποίος τού αναφέρει το παράδειγμα της Νιόβης, η οποία τελικά δέχτηκε τροφή μετά το θάνατο των παιδιών της. Ο γέρος βασιλιάς της Τροίας προκειμένου να μη μείνει ατίμητος ο γιος του αναλαμβάνει μάλιστα την επικίνδυνη επιχείρηση να πάει ο ίδιος να παρακαλέσει, ακόμα και να φιλήσει τα χέρια εκείνου που του σκότωσαν το παιδί του, για να πάρει το πτώμα.

 

Τη μεγαλοπρεπή κηδεία του Πατρόκλου, στον οποίο αποδίδονται τιμές αρχηγού, συνοδεύει πάνω στα άρματα σύσσωμο το σώμα των Μυρμιδόνων οπλισμένο. Ο Αχιλλέας και οι σύντροφοί του κόβουν τα μαλλιά τους σε ένδειξη πένθους και τα προσφέρουν στο νεκρό καλύπτοντας το σώμα του. Ο Αχιλλέας μάλιστα, ενώ τα είχε υποσχεθεί στον ποταμό Σπερχειό, για να γυρίσει ζωντανός στην πατρική του γη, εφόσον  γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να επιστρέψει, τα τοποθετεί στα χέρια του Πατρόκλου.  Από τους πιο στενούς φίλους ετοιμάζεται η πυρά με συγκέντρωση ξύλων από το βουνό  περίπου εκατό πόδια, πάνω στα οποία τοποθετείται ο νεκρός. Ο νεκρός καλύπτεται από τα πόδια ως το κεφάλι με το λίπος σφαγμένων βοδιών και αρνιών, για να καεί ευκολότερα, ενώ οι σάρκες των ζώων τοποθετούνται γύρω από το νεκρό. Στην πυρά ρίχνονται ακόμα τέσσερα άλογα και δυο σκυλιά. Εκτός από τα ζώα θυσιάζονται τα  12 Τρωόπουλα, η υπόσχεση του Αχιλλέα στον Πάτροκλο. Ζώα και άνθρωποι κατά τις ομηρικές αντιλήψεις θα είναι οι υπηρέτες του νεκρού στον άλλο κόσμο. Ολόγυρα τοποθετούνται σταμνιά με μέλι και άλειμμα. Ανάβει φωτιά και ο Αχιλλέας όλη τη νύχτα μουσκεύει το χώμα με κρασί και καλεί πολλές φορές την ψυχή του Πατρόκλου. Το πρωί που υποχωρεί η φλόγα  σβήνουν τη θράκα με φλογόμαυρο κρασί, μαζεύουν τα κόκαλα καλυμμένα με διπλό ξίγκι, τα βάζουν τυλιγμένα με αγανό πανί σε ολόχρυσο σταμνί και αμέσως τα τοποθετούν σε ανοιγμένο λάκκο, τον οποίο στρώνουν με πέτρες. Προκηρύσσονται επιτάφιοι αγώνες προς τιμήν του νεκρού με πλούσια έπαθλα. Κι αυτοί που δεν μπορούν να πάρουν μέρος στους αγώνες, όπως για παράδειγμα ο γέρος Νέστορας, παίρνουν κάποιο αντικείμενο ως αναμνηστικό από το ξόδι.

 

Εξίσου μεγαλοπρεπής είναι και η κηδεία του Έκτορα. Όταν ο Πρίαμος φέρνει τη σορό του, σύθρηνο ξεσπά από τις γυναίκες του παλατιού που όλες συγκεντρώνονται γύρω στο κάρο εμποδίζοντάς το να περάσει κρατώντας το κεφάλι του νεκρού. Όταν ο νεκρός μπαίνει στο σπίτι του, έχει την ευκαιρία να δεχτεί όλες τις τιμές: να τοποθετηθεί σε νεκροκρέβατο και να τον μοιρολογήσουν τραγουδιστάδες, ενώ τα λόγια τους αναδιπλώνουν γυναίκες μοιρολογίστρες. Υμνείται η παλικαριά και τα κατορθώματα του νεκρού και διεκτραγωδείται η πίκρα από το χαμό του. Εννιά μέρες συγκεντρώνονται ξύλα για τη νεκρική πυρά. Τη δέκατη τοποθετείται πάνω τους ο νεκρός, ενώ την ενδέκατη όλοι συγκεντρώνονται γύρω από τη σβησμένη πια φωτιά και σβήνουν τη θράκα με φλογόμαυρο κρασί. Στη συνέχεια  τα αδέλφια και οι στενοί φίλοι μαζεύουν τα άσπρα κόκαλα και τα τοποθετούν σε κατάχρυση θήκη σκεπάζοντάς τα με βυσσινί σκουτί και τα βάζουν σε ανοιγμένο λάκκο, τον οποίο στρώνουν με πέτρες, ενώ πάνω του υψώνουν τύμβο.

 

Ταφή. Ενώ για το Σαρπηδόνα ο Ύπνος και ο Θάνατος κατασκευάζουν τάφο, σύμφωνα με τις νεκρικές συνήθειες της μυκηναϊκής εποχής, στην οποία ανήκει θεματικά το έπος, εντούτοις για άλλους νεκρούς αναφέρεται η καύση, έθιμο της εποχής κατά την οποία έζησε ο Όμηρος, της γεωμετρικής. Ο τάφος του Πατρόκλου στήνεται μεγαλοπρεπής και σε κοινό τάφο, μέσα στο ίδιο χρυσό σταμνί, θα τοποθετηθούν τα οστά του μαζί με του Αχιλλέα, που θα ανοιχτεί μεγαλύτερος, όταν πεθάνει και αυτός.

 

Ανησυχία νεκρού που δεν του έχουν προσφερθεί οι νενομισμένες τιμές. Ο Πάτροκλος παρουσιάζεται σε όραμα στον Αχιλλέα για να ζητήσει να του προσφερθούν τα καθιερωμένα έθιμα, γιατί οι ψυχές των άλλων νεκρών τον αποδιώχνουν και τριγυρνά στον Άδη χωρίς να μπορεί να μπει μέσα, και για  να κλείσει εκκρεμότητες: τον αποχαιρετισμό που δεν πρόλαβε.

Ως κατάρα παρουσιάζεται να μην τύχει κάποιος του καθιερωμένου θρήνου, για παράδειγμα η  κατάρα του Αγαμέμνονα που δείχνει το μίσος του για τους Τρώες  να πεθάνουν άκλαυτοι. Επίσης να τον ξεσχίσουν οι σκύλοι και τα όρνια εύχεται ο Πρίαμος για τον Αχιλλέα, όταν βλέπει τον Έκτορα έξω από τα τείχη της Τροίας να θέλει να μονομαχήσει μαζί του. Μέσα στην απελπισία του, αν σκοτωθεί ο Έκτορας,  οραματίζεται τους σκύλους που ο ίδιος ανέθρεψε να τον κατασπαράζουν ωμό. Και δεν μπορεί να φανταστεί χειρότερη ντροπή από το να ασχημίζουν τα σκυλιά ένα γέρικο πτώμα. Δεν είναι δύσκολο να μαντέψει κανείς την προσβολή του νεκρού όταν ξέρει το φονιά και τους λόγους της μανίας του. Έτσι η Εκάβη παρακαλεί με τη σειρά της τον Έκτορα, γιατί η οργή του Αχιλλέα δεν του αφήνει περιθώρια συμπόνιας.

 

 

Τιμή να πεθάνει ο Σαρπηδόνας στο κάστρο της Τροίας και όχι να γίνει κούρσος των Αχαιών, εφόσον δεν μπορεί να γυρίσει στην πατρίδα του

. Π 440-57 η ‘Ήρα είναι αρνητική στην παραπάνω σκέψη του Δία, αφού η Μοίρα έχει γράψει για το Σαρπηδόνα να σκοτωθεί. Εξάλλου και οι άλλοι θεοί έχουν διαφορετική γνώμη απ’ αυτόν, εφόσον θα θέλουν στο εξής να σώζουν κι εκείνοι τα παιδιά τους. Του προτείνει λοιπόν να τον αφήσει να πεθάνει από τα χέρια του Πατρόκλου και, όταν ξεψυχήσει, να στείλει τον Ύπνο και το Θάνατο να τον πάρουν στα χέρια και να τον πάνε στη Λυκία, όπου οι δικοί του και οι φίλοι θα του σηκώσουν μνήμα με μια κολόνα επάνω, μιας και αυτή είναι η μόνη χάρη για τους νεκρούς.

Π 666-82 ο Δίας παραγγέλλει στον Απόλλωνα να βγάλει από τη μάχη το Σαρπηδόνα, να του σκουπίσει τα αίματα, να τον κουβαλήσουν μακριά στο ρέμα του ποταμού, να τον αλείψει με Θεϊκό λάδι, να του φορέσει θεϊκό χιτώνα και να τον δώσει στα δίδυμα αδέρφια, τον Ύπνο και το Θάνατο , να τον μεταφέρουν στη Λυκία, όπου οι δικοί του θα του σηκώσουν μνημείο με μια κολόνα επάνω, αφού για τους νεκρούς δεν υπάρχει άλλη χάρη. Όλα εκτελούνται σύμφωνα με τις εντολές του Δία.

Σ 232-6 οι Αχαιοί επιτέλους καταφέρνουν να σύρουν τον Πάτροκλο και τον ξαπλώνουν σε νεκροκρέβατο. Οι φίλοι του τον περιτριγυρίζουν κλαίγοντας. Ο Αχιλλέας ακολουθεί χύνοντας μαύρα δάκρυα βλέποντας το στενό του φίλο να κείτεται κονταροσπαραγμένος σε νεκροκρέβατο.

Σ 343-55 ο Αχιλλέας δίνει εντολή να στήσουν οι σύντροφοι μεγάλο λέβητα να πλύνουν το νεκρό από το ματωμένο λύθρο. Αφού ζεστάθηκε το νερό,  τον έλουσαν, τον άλειψαν με μυρωμένο λάδι και γέμισαν τις πληγές του  με εννιάχρονη αλοιφή. Στη  συνέχεια τον ξάπλωσαν σε στρώμα, έριξαν λεπτό σεντόνι και τον σκέπασαν από κορφής και έριξαν πάνω του μια κουβέρτα. Όλη τη νύχτα οι Μυρμιδόνες γύρω στον Αχιλλέα θρηνούν το νεκρό.

Τ 23-7 ο Αχιλλέας δέχεται να φορέσει την καινούρια του πανοπλία, ανησυχεί όμως μήπως χωθούν οι μύγες από τις πληγές στο σώμα του Πατρόκλου γεννώντας σκουλήκια και χαλάσουν την όψη του, αφού τέλειωσε η ζωή του, και σαπίσει.

Τ 29-39 η Θέτιδα καθησυχάζοντας τον Αχιλλέα αναλαμβάνει να φροντίσει το νεκρό: να διώξει τα κοπάδια τις μύγες που τρώνε τους νεκρούς στον πόλεμο κι έτσι και ένα χρόνο να μείνει άταφος η σάρκα του δε θα πειραχτεί, αλλά θα είναι και πιο δροσερή ακόμη. Στη συνέχεια σταλάζει αθάνατο, μοσκάτο κρασί και μόσκο στα ρουθούνια του νεκρού, για να μείνει απείραχτο το κορμί του.

Τ 20314 ο Αχιλλέας λέει ότι δε γίνεται να στρώσουν τραπέζι, όπως είπε ο Οδυσσέας, αφού οι δικοί τους κείτονται στο χώμα σπαραγμένοι από τον Έκτορα. Ο λαιμός του δεν μπορεί να κατεβάσει φαγητό ή ποτό, αφού σκοτώθηκε ο σύντροφός του και σπαραγμένος κείτεται στην καλύβα του κοιτώντας κατά την εξώπορτα, ενώ γύρω του οι σύντροφοι θρηνούν. Εκείνος λοιπόν δε νοιάζεται γι’ αυτά που λένε. Τον ενδιαφέρει μόνο το αίμα, η σφαγή και οι γόοι των σκοτωμένων.

Φ 316-23 ο Σκάμανδρος λέει στο Σιμόεντα  για τον Αχιλλέα ότι δε θα τον γλιτώσουν ούτε η ομορφιά ούτε η δύναμη ούτε τα άρματα που θα βρεθούν να κείτονται κάτω από τα νερά του στη λάσπη. Θα τον τυλίξει με την άμμο του στοιβάζοντας πάνω του χαλίκια και τα κόκαλά του δε θα τα βρουν οι Αχαιοί να τα μαζέψουν. Τόση λάσπη θα ρίξει πάνω του. Αυτό θα είναι το μνήμα του και δε θα χρειαστεί να ρίξουν άλλο χώμα πάνω του.

*Χ 250-9 ο Έκτορας δηλώνει ότι δε φοβάται πια τον Αχιλλέα, όπως  πριν που πήρε δρόμο, αλλά τώρα είναι έτοιμος να αναμετρηθούν και όποιον πάρει ο Χάρος. Του ζητά όμως να καλέσουν τους θεούς μάρτυρες για να κάνουν συμφωνία ότι  αυτός δε θα ντροπιάσει το κορμί του σκληρόψυχα, αν καταφέρει να τον σκοτώσει, αλλά αφού πάρει τα άρματά του θα δώσει το κορμί του να το θάψουν οι Αχαιοί, και ζητά από εκείνον να κάνει το ίδιο.

Χ 330-6 ο Αχιλλέας πάνω από τον ετοιμοθάνατο Έκτορα καυχιέται για το κατόρθωμά του: τον κοροϊδεύει που νόμιζε ότι θα γλίτωνε  και δηλώνει ότι θα τον σύρουν άσπλαχνα σκυλιά και γύπες, ενώ τον Πάτροκλο θα τον θάψουν τιμημένα οι θεοί.

Χ 338-43 ο Έκτορας τον εξορκίζει στη ζωή, στα νιάτα και στους γονιούς του να μην τον αφήσει να τον σπαράξουν οι σκύλοι στ’ αργίτικα καράβια, αλλά  να δεχτεί χαλκό και χρυσάφι ως λύτρα από τους γονείς του και να γυρίσει το σώμα του στο σπίτι του, να βάλουν οι Τρώες με τις γυναίκες τους φωτιά και να τον κάψουν.

Χ 346-54 ο Αχιλλέας λέει ότι όσο τον σπρώχνει η λύσσα του να κόψει και να φάει ωμές τις σάρκες του για αυτά που του έχει κάνει, άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι κανείς δε θα διώξει  από το κεφάλι του τους σκύλους, κι αν ακόμα του έφερναν την ξαγορά του σε λύτρα  δέκα ή είκοσι φορές και να του έταζαν κι άλλα. Κι αν ακόμα του έλεγε ο πατέρας του να του δώσει χρυσάφι του βάρους του, και πάλι η μάνα του δε θα τον βάλει στο στρώμα του να τον μοιρολογήσει, αλλά θα τον φάνε ολάκερο οι σκύλοι και οι γύπες.

Χ 386-90 ο Αχιλλέας λέει ότι δε θα προχωρήσει στη μάχη, αφού ο Πάτροκλος περιμένει νεκρός στα πλοία άκλαυτος και άθαφτος,  που αυτός δεν πρόκειται να τον ξεχάσει όσο θεωρείται ζωντανός και τον βαστούν τα γόνατά του (έχει τις δυνάμεις του). Αλλά  και αν όσοι βρίσκονται στον Άδη ξεχνούν τους πεθαμένους, αυτός κι εκεί ακόμα θα τον συλλογίζεται.

Χ 415-20 ο Πρίαμος θέλει να τον αφήσουν να πάει στα αργίτικα καράβια να προσπέσει στον Αχιλλέα για το πτώμα του γιου του.

Χ 423-7 ο Πρίαμος λέει ότι ο Αχιλλέας τού σκότωσε τόσους τρανούς γιους πάνω στον ανθό της νιότης, όμως αν και για όλους πόνεσε βαριά, δε χτυπιέται τόσο γι’ αυτούς, όσο για τον ένα, που η λαχτάρα του θα τον σύρει στον Άδη. Εύχεται μάταια να έσβηνε στα χέρια του και τότε θα χορταίνανε και βογκητά και θρήνο και αυτός και η μητέρα του.

Χ 509 η Ανδρομάχη λέει στο νεκρό Έκτορα ότι θα τον φάνε σκουλήκια, μακριά από τους δικούς του, αφού πρώτα χορτάσει τους σκύλους. Κι όμως υπάρχουν τόσα ρούχα που θα μπορούσαν να γίνουν το σάβανό του, τώρα όμως θα τα κάψει και το μοναδικό κέρδος του θα είναι ο έπαινος των Τρώων.

Ψ 8-11   ο Αχιλλέας ζητά από τους Μυρμιδόνες να μην ξεζέψουν τα άλογα από τα άρματα, αλλά να θρηνήσουν προηγουμένως  τον Πάτροκλο, μια και αυτή είναι η μοναδική χάρη για τους νεκρούς.

Ψ 11-6  ο Αχιλλέας αρχίζει το θρήνο και ακολουθούν οι άλλοι, ενώ τα άλογα κάνουν τρεις κύκλους το νεκρό με βογκητά και η Θέτιδα συδαύλιζε τη λαχτάρα του θρήνου. Η άμμος και οι πανοπλίες των ανδρών πλημμύριζαν από  τα δάκρυα γιατί είχαν χάσει τέτοιο αρχηγό.

Ψ 17-23 ο Αχιλλέας απλώνοντας τα χέρια του στα στήθη του Πατρόκλου θρηνεί αναφέροντάς του την εκπλήρωση  της υπόσχεσής του: ότι του έφερε τα 12 Τρωόπουλα να τα θυσιάσει στη νεκρική του πυρά και ότι θα ρίξει το πτώμα του Έκτορα στα σκυλιά.

Ψ 25-6 ο Αχιλλέας ξαπλώνει το πτώμα του Έκτορα δίπλα στη νεκρική κλίνη του Πατρόκλου μπρούμυτα

Ψ 29, 34 βρύση χύνεται το αίμα από τα ζώα  που σφάζει ο Αχιλλέας και ψήνει για να κάνει τη μακαρία του  συντρόφου του.

Ψ 40-7 οι άρχοντες παίρνουν τον Αχιλλέα με το ζόρι να τον πάνε στου Αγαμέμνονα, μήπως πειστεί να λουστεί, αλλά εκείνος αρνιόταν επίμονα και ορκίστηκε ότι δεν πρόκειται να πλυθεί πριν  βάλει στην πυρά τον Πάτροκλο και του υψώσει μνήμα.

Ψ 49-53 ο Αχιλλέας δίνει εντολή να φέρουν ό,τι χρειάζεται για να βάλουν στο νεκρό να το έχει μαζί του καθώς θα κατεβαίνει στα ανήλιαγα σκοτάδια.

Ψ 65-79 όταν ο Αχιλλέας πηγαίνει στην ακρογιαλιά και τον παίρνει ο ύπνος έρχεται η ψυχή του Πάτροκλου να τον ανταμώσει με τη μορφή του ίδιου σε  όλα και μάλιστα φορούσε και τα ρούχα του. Του ζητά να θάψει το κορμί  ου γρήγορα, γιατί τον διώχνουν οι ψυχές και δεν τον αφήνουν να μπει στον Κάτω Κόσμο περνώντας το ποτάμι, κι έτσι τριγυρίζει έξω από τον πλατύπορτο Άδη. Του ζητά να του δώσει το χέρι του, γιατί από τη στιγμή που θα βάλουν φωτιά και θα τον κάψουν δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει στον απάνω κόσμο.

Ψ 82-92 η τελευταία επιθυμία του Πατρόκλου είναι να μην τους θάψουν χωριστά , αλλά όπως έζησαν μαζί τότε που ο πατέρας του ο Μενοίτιος τον πήρε από τον Οπούντα ,όπου είχε σκοτώσει το αγόρι του Αμφιδάμα χωρίς να το θέλει εκεί που έπαιζαν αστραγάλους, και τον έφερε στο σπίτι του Πηλέα, ‘έτσι να είναι και μετά το θάνατο μαζί, και να βάλουν τα κόκαλά τους στο ίδιο χρυσό σταμνί που του έδωσε η μητέρα του.

Ψ 10814 ο Αχιλλέας με το θρήνο του τους ξεσηκώνει όλους και κλαίνε με το νεκρό στη μέση, ώσπου έφτασε η Αυγή, οπότε ο Αγαμέμνονας δίνει εντολή να πάνε να φέρουν ξύλα για τη νεκρική πυρά και μαζί τους πηγαίνει και ο Μηριόνης.

Ψ 125-6 τα ξύλα που φέρνουν από το δάσος τα ξεφορτώνουν εκεί που ο Αχιλλέας σκοπεύει να υψώσει τρανό μνημείο για τον Πάτροκλο και δικό του.

Ψ 129-39 ο Αχιλλέας δίνει εντολή να ζέψουν οι Μυρμιδόνες τα άλογα και να φορέσουν τα άρματά τους. Πηγαίνουν μπροστά τα άρματα και πίσω ακολουθούν οι πεζοί, ενώ οι σύντροφοι σηκώνουν στη μέση τον Πάτροκλο σκεπασμένο εντελώς από τα μαλλιά που έκοβαν και του έριχναν. Από πίσω ο Αχιλλέας κρατούσε το κεφάλι του νεκρού θλιμμένος, γιατί ξεπροβόδιζε στον Άδη το σύντροφό του. Όταν φτάνουν στο ορισμένο μέρος, ακουμπούν το νεκρό στο χώμα και αρχίζουν βιαστικά να στοιβάζουν τα ξύλα.

Ψ 141-53 ο Αχιλλέας αποτραβιέται παράμερα και κόβει τα ξανθά του μαλλιά που τα φύλαγε στη χάρη του Σπερχειού για να γυρίσει ζωντανός στην πατρίδα του. Τώρα όμως που αυτό δεν πρόκειται να συμβεί τα προσφέρει να τα πάρει μαζί του ο Πάτροκλος, και τα τοποθέτησε στα χέρια του νεκρού.

Ψ 158-60 ο Αχιλλέας λέει στον Αγαμέμνονα να δώσει εντολή στο στρατό να αποχωρήσει και να νοιαστεί για το γεύμα και να μείνουν μόνο αυτοί που αγαπούν το νεκρό και αν θέλουν και οι βασιλείς.

Ψ 164-83 τα ξύλα της πυράς μάκρος και φάρδος ήταν ως εκατό πόδια. Ο νεκρός τοποθετείται στην κορυφή. Σφάζουν αρνιά και βόδια και με το λίπος τους ο Αχιλλέας σκεπάζει το νεκρό από το κεφάλι ως τα πόδια, ενώ τριγύρω του στοιβάζει τα κορμιά τους. Δίπλα στο νεκροκρέβατο τοποθετεί ακόμα σταμνιά με μέλι και άλειμμα . Στην πυρά ρίχνει και 4 άλογα και 2 από τα 9 σκυλιά του. Στο τέλος και τα 12 Τρωόπουλα αφού τα έσφαξε. Αφού έβαλε φωτιά δίνει τον τελευταίο χαιρετισμό στο φίλο του και την ικανοποίησή του ότι έκανε ό,τι του υποσχέθηκε, εκτός από τον Έκτορα, που θα τον φάνε οι σκύλοι.

Ψ 184-91 οι σκύλοι όμως δεν πλησιάζουν, γιατί τους διώχνει η Αφροδίτη, η οποία  μάλιστα φροντίζει να τον αλείφει καθημερινά με αθάνατο ροδόλαδο, για να μην ξεγδαρθεί, καθώς θα σέρνεται στο έδαφος. Και ο Απόλλωνας κρεμά από τον ουρανό ένα βαθύ γαλάζιο σύννεφο που ισκιώνει όλο τον τόπο που κρατούσε ο νεκρός για να μην ξεράνει η δύναμη του ήλιου το δέρμα γύρω από τα νεύρα και τις σάρκες του.

Ψ 192-18 Δε φούντωνε η φλόγα στην πυρά του Πατρόκλου, οπότε ο Αχιλλέας αναγκάστηκε να προσευχηθεί στους ανέμους Βοριά και Ζέφυρο. Την προσευχή του άκουσε η Ίριδα που πήγε να βρει τους Ανέμους που ήταν στο σπίτι του Ζέφυρου. Ήρθαν και φυσούσαν όλη  τη νύχτα λαμπαδιάζοντας τη φλόγα.

Ψ 218 20 όλη τη νύχτα ο Αχιλλέας με κούπα έπαιρνε από χρυσό κρατήρα κρασί και έσταζε στη γη και καλούσε την ψυχή του φίλου του.

Ψ 226-32 όταν πρόβαλε το αστέρι της αυγής τότε μαράθηκε η φωτιά κα οι άνεμοι σταμάτησαν. Τότε σταμάτησε και ο Αχιλλέας και τον πήρε ο ύπνος.

Ψ 235-48 Όταν έρχονται οι Αχαιοί ξυπνά και δίνει εντολή στον Αγαμέμνονα και στους άλλους να σβήσουν με φλογόμαυρο κρασί τη θράκα ως εκεί που έφτασε η φωτιά και στη συνέχεια να μαζέψουν τα κόκαλα (δεν είναι δύσκολο να τα ξεχωρίσουν, αφού ο νεκρός κειτόταν στη μέση, ενώ οι άλλοι καίγονταν στις άκρες) και να τοποθετήσουν μέσα σε ολόχρυσο σταμνί τυλιγμένα με ξίγκι, ώσπου να `ρθει κι η δική του η σειρά να κατεβεί στον Άδη. Το μνήμα να το σηκώσουν όσο ταιριάζει σε ένα νεκρό και, όταν πεθάνει κι εκείνος, να το φαρδύνουν και να το ψηλώσουν εκείνοι που θα μείνουν.

Ψ 250-6 όπως έδωσε εντολή ο Αχιλλέας, κάνουν τα παραπάνω  και τυλίγουν τα άσπρα κόκαλα με αγανό πανί και τα έβαλαν στην καλύβα. Έπειτα χάραξαν το μνήμα και έστησαν τα θεμέλια γύρω από την πυρά και σώριασαν το χώμα με βιασύνη.

Στη συνέχεια προκηρύσσονται επιτάφιοι αγώνες με πλούσια έπαθλα για εκείνους που παίρνουν μέρος

Ψ 272-84  ο Αχιλλέας δηλώνει ότι αν οι αγώνες γίνονταν προς τιμήν άλλου νεκρού είναι σίγουρος ότι αυτός θα έπαιρνε το πρώτο βραβείο, αφού τα άλογα του που είναι αθάνατα θα έρχονταν πρώτα. Τώρα όμως είναι αμετακίνητα από τη θέση τους και κλαίνε, ενώ οι χαίτες τους ακουμπούν στη γη που έχασαν τέτοιο αμαξηλάτη.

Ψ 330-1 το σημάδι καμπής στην αρματοδρομία είναι  κάτι που προεξέχει:  είτε το μνήμα κάποιου που πέθανε σε περασμένα χρόνια είτε παλιό σημάδι

Ψ 618-9 ο Αχιλλέας προσφέρει και στο Νέστορα μια κούπα ως αναμνηστικό από το ξόδι του Πατρόκλου, αν και δεν πήρε μέρος σε κανένα αγώνισμα εξαιτίας των γηρατειών του.

Ψ 673-5 ο Επειός προκαλώντας κάποιον για μονομαχία στην πυγμαχία απειλεί ότι θα του τσακίσει τα κόκαλα, θα σκίσει το κορμί του πέρα για πέρα και καλεί να μείνουν κοντά μόνο οι δικοί του για να τον κουβαλήσουν, όταν θα έχει σκοτωθεί από τα  χέρια του.

Ψ 798-800 ο Αχιλλέας προσφέρει ως έπαθλο για το αγώνισμα της κονταρομαχίας το κοντάρι που πήρε ο Πάτροκλος σκοτώνοντας το Σαρπηδόνα.

Ψ 884-90 ο Αχιλλέας χαρίζει στον Αγαμέμνονα ένα πλουμιστό λεβέτι αγκίνιαστο, ως απόδειξη της υπεροχής του.

Ω 18-21 όμως ο Απόλλωνας δεν άφηνε να πάθει τίποτα το πτώμα του Έκτορα, αλλά τον σκέπαζε με την ασπίδα του να μην ξεγδαρθεί.

Ω 22-5 οι θεοί λυπούνταν βλέποντας την κακοποίηση του πτώματος του Έκτορα και σκέφτονταν να βάλουν τον Αργοφονιά να τον κλέψουν, αλλά δεν άφηναν  Ποσειδώνας και η Ήρα.

Ω 35-9 ο Απόλλωνας κατηγορεί τους θεούς που δεν άντεξε η καρδιά τους να τον γλιτώσουν από τη μανία του Αχιλλέα και να τον δει η γυναίκα του, οι γονείς του, το παιδί του και ο Τρώες και θα τον έκαιγαν και θα του έκαναν τιμημένο ξόδι.

Ω 83-6 η Ίριδα σταλμένη από το Δία βρίσκει τη Θέτιδα στη βαθιά σπηλιά της θάλασσας ανάμεσα στις αδερφές της να κλαίει το γιο της που η μοίρα του έγραψε να πεθάνει στην Τροία μακριά από την πατρίδα του.

Ω 104-19 ο Δίας λέει στη Θέτιδα ότι, αν και οι θεοί τσακώνονταν μεταξύ τους και ήθελαν να κλέψουν το πτώμα του Έκτορα, αυτός κράτησε την τιμή αυτή για τον Αχιλλέα, και την παρακαλεί να πάει η ίδια να πείσει το γιο της να παραδώσει το πτώμα, ενώ αυτός θα στείλει την Ίριδα να πει στον Πρίαμο να πάει να ζητήσει το πτώμα του γιου του.

Ω 129-37 η Θέτιδα μαλώνει το γιο της που Δε θέλει ούτε να φάει ούτε ν σμίξει με γυναίκα, ενώ του έχει μείνει λίγος καιρός να ζήσει, αφού δίπλα του κιόλας στέκουν η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο Χάρος.  Του μεταφέρει την οργή των θεών και του ζητά να δώσει το πτώμα του Έκτορα αποδεχόμενος την ξαγορά.

Ω 150-8 ο Δίας δίνει εντολή στην Ίριδα να πει στον Πρίαμο να πάει να ζητήσει από τον Αχιλλέα το πτώμα του Έκτορα και να μη φοβηθεί, γιατί θα τον συνοδέψει ο Ερμής, αλλά και ο Αχιλλέας δε θα τον πειράξει, αλλά θα τον σεβαστεί ως ικέτη.

Ω194-99 όταν ο Πρίαμος ρωτά τη γνώμη της Εκάβης για το μήνυμα της Ίριδας, εκείνη (στ. Ω 201-16) εκπλήσσεται από την τόλμη του να πάει μόνος του να αντικρίσει τον άνθρωπο που του σκότωσε πολλούς γενναίους γιους. Θα πρέπει να έχει καρδιά από σίδερο. Φοβάται ότι ο Αχιλλέας δε θα τον λυπηθεί, αλλά θα τον σκοτώσει, γι’ αυτό είναι προτιμότερο να τον κλαίνε από μακριά, καθούμενοι στο σπίτι τους, αφού η σκληρή του Μοίρα τού έκλωσε από τη μέρα που γεννήθηκε να τον φάνε άσπλαχνα σκυλιά μακριά από τους γονείς του έξω από την πόρτα άσπλαχνου άνδρα. Εκφράζει την ευχή να μπορούσε να του φάει το συκώτι, για να μπορέσει τουλάχιστον να πάρει το αίμα του πίσω, που δε φοβήθηκε την ώρα του χαμού του, αλλά στάθηκε μπροστά να υπερασπίσει τους Τρώες και τις Τρωαδίτισσες, χωρίς να σκεφτεί καθόλου να τραπεί σε φυγή για να γλιτώσει.

Ω 223-7 ο Πρίαμος δεν κάμπτεται από τα λόγια της Εκάβης, αφού θεός τού παράγγειλε να πάει στον Αχιλλέα. Αλλά κι έτσι να μην ήταν, αυτός θα προτιμούσε  να σκοτωθεί, φτάνει να έπαιρνε το γιο του στην αγκαλιά του, και την ίδια στιγμή ας τον σκότωνε ο Αχιλλέας, αφού θα χόρταινε το θρήνο.

Ω 334-8 ο Δίας στέλνει τον Ερμή να συνοδέψει τον Πρίαμο, ώστε να μην τον καταλάβει κανείς Αχαιός, ώσπου να φτάσει στου Αχιλλέα.

*Ω 408-9 ο Πρίαμος, όταν ο Ερμής τού παρουσιάζεται ως σύντροφος του Αχιλλέα, ζητά να μάθει αν ο γιος του βρίσκεται ακόμα στα καράβια ή ο Αχιλλέας  τον πέταξε στους σκύλους κάνοντάς τον κομμάτια.

Ω 411-23 ο μεταμορφωμένος Ερμής (δια)βεβαιώνει τον Πρίαμο ότι τώρα 12 μέρες που κείτεται ο Έκτορας το κορμί του δε σάπισε ούτε τα σκουλήκια, που τρώνε όσους σκοτώνονται στον πόλεμο, τον έχουν φάει. Αν και ο Αχιλλέας τον σέρνει άσπλαχνα κάθε πρωί γύρω από το μνήμα  του Πατρόκλου, κι ο ίδιος, όταν θα πάει, θα απορήσει που μένει ολόδροσος και απείραχτος και έφυγαν τα αίματα και έκλεισαν οι πληγές, που τόσες του άνοιξαν με τα όπλα. Έτσι νοιάστηκαν γι’ αυτόν οι θεοί που τον αγάπησαν κατάκαρδα.

Ω 425-31 ο Πρίαμος αποδίδει την αγάπη και τη φροντίδα των θεών στο νεκρό γιο του στα δώρα που τους πρόσφερε όσο ζούσε. Ζητά από το μεταμορφωμένο Ερμή να δεχτεί ως δώρο την κούπα που έφερνε μαζί του, για να τον βοηθήσει να φτάσει απείραχτος στην καλύβα του Αχιλλέα.

Ω 460-7 ο Ερμής αποκαλύπτει τη θεϊκή του ταυτότητα στον Πρίαμο και τον συμβουλεύει να πιάσει τα γόνατα του Αχιλλέα και να τον εξορκίσει στον πατέρα κα τη μητέρα του.

Ω 477-9 ο Πρίαμος μπαίνοντας στην καλύβα του Αχιλλέα, χωρίς να τον καταλάβει εκείνος, του πιάνει τα αντροφόνα χέρια που του είχαν σκοτώσει πολλούς γιους.

Ω 579-80 ο Αχιλλέας με τον Άλκιμο και τον Αυτομέδοντα ξεφορτώνουν τα λύτρα που έφερε ο Πρίαμος, αφήνουν όμως ένα καλόφαντο πανί και δυο κιλίμια, για να σκεπάσουν το νεκρό, όταν θα τον πάρουν.

Ω 581- 90 Ο Αχιλλέας δίνει εντολή στις δούλες να πάρουν μακριά το νεκρό και να τον λούσουν και να τον αλείψουν μύρα, γιατί αν τον έβλεπε έτσι ο πατέρας του ίσως να άφηνε την πίκρα του να ξεσπάσει και τότε ο Αχιλλέας μπορούσε να θυμώσει και να πατήσει την υπόσχεση που έδωσε στο Δία. Ο ίδιος ο Αχιλλέας τον τοποθετεί στο στρώμα και οι σύντροφοι στο καρότσι.

Ω 592-5 ο Αχιλλέας ζητά από τον Πάτροκλο να μην του θυμώσει που έδωσε τον Έκτορα για ταφή και όχι στα σκυλιά, όπως του είχε υποσχεθεί, αφού τα λύτρα δεν είναι ανάξια λόγου. Εξάλλου θα έχει κι εκείνος το μερτικό του.

Ω 656-7 ο Αχιλλέας ρωτά τον Πρίαμο πόσες μέρες θέλει να κρατήσει ανακωχή για να κλάψει τον Έκτορα.

Ω 660-7 ο Πρίαμος χρωστά χάρη στον Αχιλλέα για τη χάρη που του κάνει. Θα ήθελε 9 μέρες για να μαζέψουν ξύλα από το βουνό που είναι μακριά, τη δέκατη θα τον θάψουν και θα κάνουν τη μακαρία και την επομένη θα υψώσουν μνημείο.

Ω 719-22 όταν έβαλαν τον Έκτορα στο σπίτι του, τον τοποθέτησαν πάνω σε κρεβάτι και δίπλα του έβαλαν τραγουδιστές, οι οποίοι άρχισαν το θλιβερό σκοπό τους, ενώ αποκρίνονταν με κλάματα οι γυναίκες.

Ω 748-59  το μοιρολόγι της Εκάβης. Εκφράζει την ξεχωριστή αγάπη που του είχε σε σχέση με τα άλλα παιδιά της. Είναι περήφανη που οι θεοί τον νοιάστηκαν ακόμα και πεθαμένο, ώστε κείτεται ολόδροσος σα να τον είχε σκοτώσει  απαλά με τις σαίτες του που δεν πονούν ο Απόλλωνας. Τους άλλους γιους της που σκότωσε ο Αχιλλέας τους πουλούσε μακριά από την Τροία. Μόνο αυτόν σκότωσε  και τον έσερνε γύρω από το μνήμα του συντρόφου που είχε σκοτώσει ο Έκτορας. Παρ’ όλα αυτά δεν κατάφερε να τον αναστήσει.

Ω 778-81 ο Πρίαμος στέλνει τους Τρώες στο βουνό να μαζέψουν ξύλα για τη νεκρική πυρά και τους διαβεβαιώνει, αναφέροντάς τους την υπόσχεση του Αχιλλέα, ότι δεν πρόκειται να τους πειράξει κανείς Αχαιός, πριν περάσουν 12 μέρες.

Ω 784-803 9 μέρες οι Τρώες σωριάζουν αμέτρητα φορτία ξύλων. Όταν ξημέρωσε η δέκατη, τοποθετούν τον Έκτορα πάνω στα ξύλα με θρήνους και έβαλαν φωτιά. Την αυγή της ενδέκατης μέρας μαζεύτηκαν όλοι οι Τρώες και έσβησαν πρώτα με φλογόμαυρο κρασί τη θράκα από τη μια άκρη ως την άλλη, όπου έφτασε η λύσσα της πυρκαγιάς. Έπειτα μάζεψαν τα άσπρα κόκαλα τα αδέρφια και οι σύντροφοι θρηνώντας και έτρεχαν στα μάγουλά τους βρύση τα δάκρυα. Όταν τα μάζεψαν, τα έβαλαν σε κατάχρυση θήκη σκεπάζοντάς τα με βυσσινί απαλό σκουτί και τα έχωσαν με βιασύνη σε ανοιγμένο λάκκο. Από πάνω τον έστρωσαν πέρα ως πέρα με κλειδωτές πέτρες και σώριασαν το χώμα έχοντας βάρδιες, μήπως και τους επιτεθούν οι Αχαιοί. Ακολουθεί τραπέζι (η μακαρία) στο παλάτι του Πριάμου.

 

Δυνάμεις υπεύθυνες για το θάνατο στην Ιλιάδα

Ιούλ 200916

Μοίρα – θάνατος

 

Συγκινητική και παραστατική είναι η περιγραφή της ανθρώπινης μοίρας που δίνεται με δυο  παρομοιώσεις. Και οι δύο είναι παρμένες από τον κόσμο της φύσης. Ο ποιητής παρακολουθώντας την εξέλιξη και κατάληξη του φυσικού βασιλείου και εκείνη του ανθρώπου εντάσσει και τη δεύτερη στην ίδια φυσική νομοτέλεια, στους νόμους της δημιουργίας, της ανάπτυξης, της παρακμής, της πτώσης και του θανάτου.

Η ματαιότητα, η προσωρινότητα, η φθαρτότητα που απορρέει από τα χωρία αυτά αφήνει μια πικρή γεύση, όμως (είναι παρήγορο;)  κι έτσι η ζωή συνεχίζεται με άλλους όμως πρωταγωνιστές.

«Καθώς των φύλλων, απαράλλαχτη κι η φύτρα των ανθρώπων:

άλλα απ’ τα φύλλα ρίχνουν οι άνεμοι στο χώμα, κι άλλα πάλε

το δάσος ξεπετά τ’ ολόχλωρο την άνοιξη παρόμοια

και των θνητών η μια ξεπέταξε κι η άλλη γενιά πεθαίνει.» Ζ 146-49

Φ 463-5 ο Απόλλωνας αρνείται να αναμετρηθεί με τον Ποσειδώνα για χάρη των θνητών που μια τρανεύουν σαν τα φύλλα των δέντρων όλο ζωή και φλόγα τρώγοντας απ’ τον καρπό της γης τους και μια πεθαίνουν κι αφανίζονται

 

Εκτός από τη νομοτελειακή ορθολογιστική αυτή θεώρηση του κόσμου ο ποιητής εκφράζει καθαρά μοιρολατρικές απόψεις. Η μοίρα είναι εκείνη που κυβερνά τη ζωή του ανθρώπου. Η ζωή και ο θάνατος του ανθρώπου είναι προδιαγεγραμμένα και όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου τελικά καταλήγουν σ’ αυτό το αποτέλεσμα, αυτό που έχει προδιαγράψει η μοίρα και που δεν είναι κατ’ ανάγκη πάντοτε κακό..

Ζ 487-9 ο Έκτορας για να παρηγορήσει την Ανδρομάχη της λέει ότι δεν πρόκειται να πεθάνει, αν δεν είναι της μοίρας του· εξάλλου κανείς απ’ όσους γεννήθηκαν στον κόσμο αυτό δε γλίτωσε ποτέ του.

Υ 300-4 ο Ποσειδώνας λέει στην Ήρα και την Αθηνά ότι τον Αινεία τον ξεγέλασαν τα λόγια του Απόλλωνα, όμως εκείνος σίγουρα  δεν πρόκειται να του διώξει το χάρο. Γι’ αυτό πρέπει αυτοί να τον γλιτώσουν από το Χάρο, γιατί αν τον σκότωνε ο Αχιλλέας, θα θύμωνε ο Δίας, αφού είναι γραφτό του να ξεφύγει, για να μη σβήσει ολότελα άκληρο και ασήμαδο το γένος του Δάρδανου, που ο Δίας αγάπησε πιο πολύ απ’ όλα τα παιδιά του.

 

Της μοίρας τα γραμμένα…

Ε 674-5 μα του Οδυσσέα δεν του ήταν γραφτό να σκοτώσει το Σαρπηδόνα.

Μ 112-8 δεν  ήταν γραφτό του Άσιου να γυρίσει στο κάστρο της Τροίας. Σκοτώνεται στη Ν  ραψωδία.

Ρ 289-303 ο Ιππόθοος σέρνει με λουρί από τους αστραγάλους τον Πάτροκλο, αλλά τον χτυπά με το κοντάρι ο Αίας του Τελαμώνα στο κεφάλι και πετάγονται τα μυαλά του στη δέση του κονταριού, παρατά τον Πάτροκλο και ο ίδιος σωριάζεται δίπλα στο νεκρό. Δεν ήταν γραφτό του να γυρίσει στην πατρίδα του, τη Λάρισα, και να δει τους γονείς του στα γηρατειά τους, αλλά έγινε λιγόχρονος εξαιτίας του Αίαντα.

Χ 179-80 την άποψη του Δία απορρίπτει η Αθηνά, αφού το θάνατό του έχει  από χρόνια αποφασίσει η μοίρα.

Ω 83-6 η Ίριδα σταλμένη από το Δία βρίσκει τη Θέτιδα στη βαθιά σπηλιά της θάλασσας ανάμεσα στις αδερφές της να κλαίει το γιο της που η μοίρα του έγραψε να πεθάνει στην Τροία μακριά από την πατρίδα του.

Ω194-99 όταν ο Πρίαμος ρωτά τη γνώμη της Εκάβης για το μήνυμα της Ίριδας, εκείνη (στ. Ω 201-16) εκπλήσσεται από την τόλμη του να πάει μόνος του να αντικρίσει τον άνθρωπο που του σκότωσε πολλούς γενναίους γιους. Θα πρέπει να έχει καρδιά από σίδερο. Φοβάται ότι ο Αχιλλέας δε θα τον λυπηθεί, αλλά θα τον σκοτώσει, γι’ αυτό είναι προτιμότερο να τον κλαίνε από μακριά, καθούμενοι στο σπίτι τους, αφού η σκληρή του Μοίρα τού έκλωσε από τη μέρα που γεννήθηκε να τον φάνε άσπλαχνα σκυλιά μακριά από τους γονείς του έξω από την πόρτα άσπλαχνου άνδρα. Εκφράζει την ευχή να μπορούσε να του φάει το συκώτι, για να μπορέσει τουλάχιστον να πάρει το αίμα του πίσω, που δε φοβήθηκε την ώρα του χαμού του, αλλά στάθηκε μπροστά να υπερασπίσει τους Τρώες και τις Τρωαδίτισσες, χωρίς να σκεφτεί καθόλου να τραπεί σε φυγή για να γλιτώσει.

Ν 5215 το θάνατο του γιου του δεν ήταν ακόμη ώρα να τον μάθει ο Άρης, γιατί καθόταν μαζί με τους αθάνατους θεούς  στον Όλυμπο σύμφωνα με τη διαταγή του Δία.

Ψ 80-1 ο Πάτροκλος προφητεύει στον Αχιλλέα ότι η Μοίρα του του έγραψε να τον βρει ο Χάρος μπροστά στο κάστρο των Τρώων

Π 786-7 μα σύντας χίμιξε και τέταρτη, θεός λες κι ήταν, τότε

σήμανε πια ο καιρός σου Πάτροκλε να κατεβείς στον Άδη..

 

Η μοίρα φέρνει τα πράγματα εκεί που έχει προγραμματίσει

Ν 601-3 στον ξακουστό Μενέλαο ο Πείσανδρος χιμίζει απάνω τότε

κι η μαύρη μοίρα του τον έσπρωχνε να βρει το θάνατό του

Μενέλαε να χαθεί από το χέρι σου στην άγρια μέσα μάχη.

Χ 5-6 ενώ όλοι ο Τρώες έχουν μπει ασφαλείς στο κάστρο, τον Έκτορα τον κάρφωσε το μαύρο ριζικό του να μείνει εκεί μπροστά στην Τροία, δίπλα στη Ζερβόπορτα.

 

Οι ενέργειες των θεών ακολουθούν την πορεία που χάραξε η μοίρα, διευκολύνουν ή θέτουν σε εφαρμογή το έργο της.

Θ 470- 77 Ο Δίας απτόητος αποκαλύπτει τους λόγους που τους απαγόρευσε να συμμετέχουν στη μάχη, καθώς περιμένει την επομένη με μοχλό την ανδρεία του Έκτορα, που θα αφανίζει τον αργίτικο στρατό, να βάλει στη μάχη τον Αχιλλέα μετά το θάνατο του Πατρόκλου, όπως έχει ορίσει η μοίρα..

Ο 612-4 ο Δίας τιμούσε και δόξαζε τον Έκτορα που η μοίρα του έγραφε να είναι λιγόχρονος, γιατί κιόλας η Αθηνά σίμωνε τη μέρα που θα έβρισκε το θάνατο από τον Αχιλλέα

Φ 64-96 ο Αχιλλέας περιμένει το Λυκάονα κι εκείνος σαστισμένος πλησιάζει να πιάσει τα γόνατά του ποθώντας πάνω απ’ όλα να γλιτώσει το μαύρο θάνατο και την παντέρμη μοίρα. Όπως ο Αχιλλέας σήκωσε το κοντάρι να τον χτυπήσει, εκείνος έτρεξε και αρπάζει τα γόνατά του σκυφτός κι έτσι το κοντάρι έπεσε στη γη, κι ας λαχτάριζε να χορτάσει με σάρκα. Τότε ο ικέτης με το ένα χέρι του έπιασε τα γόνατα  και με το άλλο το κοντάρι και αξίωσε να τον σπλαχνιστεί, επειδή τον παρακαλούσε ως ικέτης. Συνειδητοποιεί ότι θα τον εχθρεύεται ο Δίας, για να τον ξαναρίξει, αφού έχει περάσει τόσα, για δεύτερη φορά στα χέρια του Αχιλλέα. Είναι γιος του Πριάμου από τη Λαοθόη. Τον άλλο γιο της και αδερφό του ο Λυκάονας ξέρει (;) ότι τον σκότωσε ο Αχιλλέας και ανάλογη μοίρα περιμένει και τον ίδιο, αφού δεν ελπίζει, αφού η μοίρα τον έριξε  στα χέρια του, ότι θα γλιτώσει. Ως τελευταίο επιχείρημα σκέφτεται ότι δε βγήκε από την ίδια κοιλιά με τον Έκτορα που του σκότωσε τον αγαπημένο του σύντροφο.

 

Καμιά φορά οι αποφάσεις των θεών ταυτίζονται με τη μοίρα

Τ 4-9 η Θέτιδα επιστέφοντας ξημερώματα από τον Όλυμπο βρίσκει τον Αχιλλέα πεσμένο πάνω στον Πάτροκλο να κλαίει πικρά, ενώ γύρω του πλήθος μαζεμένοι σύντροφοι θρηνούσαν. Προσπαθεί να τον παρηγορήσει και να τον τραβήξει από το νεκρό, αφού έτσι το θέλησαν οι αθάνατοι θεοί, για να φορέσει την πανοπλία που του έφερε.

Φ 64-96 ο Αχιλλέας περιμένει το Λυκάονα κι εκείνος σαστισμένος πλησιάζει να πιάσει τα γόνατά του ποθώντας πάνω απ’ όλα να γλιτώσει το μαύρο θάνατο και την παντέρμη μοίρα. Όπως ο Αχιλλέας σήκωσε το κοντάρι να τον χτυπήσει, εκείνος έτρεξε και αρπάζει τα γόνατά του σκυφτός κι έτσι το κοντάρι έπεσε στη γη, κι ας λαχτάριζε να χορτάσει με σάρκα. Τότε ο ικέτης με το ένα χέρι του έπιασε τα γόνατα  και με το άλλο το κοντάρι και αξίωσε να τον σπλαχνιστεί, επειδή τον παρακαλούσε ως ικέτης. Συνειδητοποιεί ότι θα τον εχθρεύεται ο Δίας, για να τον ξαναρίξει, αφού έχει περάσει τόσα, για δεύτερη φορά στα χέρια του Αχιλλέα. Είναι γιος του Πριάμου από τη Λαοθόη. Τον άλλο γιο της και αδερφό του ο Λυκάονας ξέρει (;) ότι τον σκότωσε ο Αχιλλέας και ανάλογη μοίρα περιμένει και τον ίδιο, αφού δεν ελπίζει, αφού η μοίρα τον έριξε  στα χέρια του, ότι θα γλιτώσει. Ως τελευταίο επιχείρημα σκέφτεται ότι δε βγήκε από την ίδια κοιλιά με τον Έκτορα που του σκότωσε τον αγαπημένο του σύντροφο.

Χ 297-305 ο Έκτορας, όταν καλεί το Δηίφοβο και δεν παρουσιάζεται, συνειδητοποιεί ότι οι θεοί τον έχουν σίγουρα καλέσει στο θάνατο και ότι τον έζωσε ο μαύρος Χάρος, που είναι κοντά του, και δεν μπορεί  να του γλιτώσει. Σκέφτεται ότι μια τέτοια απόφαση θα έχουν πάρει από παλιά ο Δίας με τον Απόλλωνα, αυτοί που τον βοηθούσαν με αγάπη. Όμως αποφασίζει να μη χαθεί αδόξαστα, αλλά να κάνει έργο τρανό, που θα το θυμούνται και οι επόμενες γενιές.

 

Καμιά φορά η μοίρα παρουσιάζεται ανώτερη και από τους  ίδιους τους θεούς, οι οποίοι είναι  υποχρεωμένοι να υποχωρήσουν, αν και θα ήθελαν να πάνε ενάντια στις βουλές της.

Π 440-57 η Ήρα είναι αρνητική στην παραπάνω σκέψη του Δία, αφού η Μοίρα έχει γράψει για το Σαρπηδόνα να σκοτωθεί. Εξάλλου και οι άλλοι θεοί έχουν διαφορετική γνώμη απ’ αυτόν, εφόσον θα θέλουν στο εξής να σώζουν κι εκείνοι τα παιδιά τους. Του προτείνει λοιπόν να τον αφήσει να πεθάνει από τα χέρια του Πατρόκλου και, όταν ξεψυχήσει, να στείλει τον Ύπνο και το Θάνατο να τον πάρουν στα χέρια και να τον πάνε στη Λυκία, όπου οι δικοί του και οι φίλοι θα του σηκώσουν μνήμα με μια κολόνα επάνω, μιας και αυτή είναι η μόνη χάρη για τους νεκρούς

Χ 166-87 Ο Δίας λυπάται τον Έκτορα που πρόκειται να σκοτωθεί από τον Αχιλλέα και προτείνει να σκεφτούν αν θα τον σώσουν, η Αθηνά όμως έχει άλλη γνώμη, γιατί η Μοίρα έχει προαποφασίσει το θάνατό του και γιατί οι υπόλοιποι θεοί έχουν άλλη γνώμη, πράγμα που κάνει το Δία να υποχωρήσει και να δώσει το ελεύθερο στην Αθηνά να κατέβει να προσφέρει τη βοήθειά της στον Αχιλλέα

 

Καμιά φορά οι θεοί δυσκολεύονται να διαγνώσουν τι έχει αποφασίσει ή μοίρα ή για να είναι σίγουροι θέτουν σε εφαρμογή μια διαδικασία που ονομάζεται ζυγοστασία και Ψυχοστασία

Θ 70-3  ο Δίας βάζει στους δίσκους της ζυγαριάς δυο κλήρους του Χάρου, τη σηκώνει από τη μέση και εκείνη κλίνει σε βάρος των Αχαιών.

Χ 208-13 όταν φτάνουν για τέταρτη φορά πια στις βρυσομάνες, ο Δίας τέντωσε τη ζυγαριά του και έβαλε δεξιά και αριστερά δυο κλήρους του ανήλεου θανάτου, στη μια του Έκτορα και στην άλλη του Αχιλλέα. Καθώς τη σήκωσε από τη μέση το ριζικό του Έκτορα γέρνει στον Άδη και αμέσως τον άφησε ο Απόλλωνας.

 

Οι θεοί πολλές φορές δε θέλουν να διαταράξουν την αιώνια μακαριότητα και ευδαιμονία τους που απορρέει από το πλεονέκτημα της αθανασίας τους ανακατευόμενοι στα ανθρώπινα πράγματα.

Θ 428-9 η Ήρα φοβούμενη την απειλή του Δία λέει στην Αθηνά ότι δεν την νοιάζει ποιος  από τους θνητούς ζει ή πεθαίνει, όπως το φέρνει η τύχη, φτάνει να μην έρθει αντιμέτωπη με τον πατέρα των θεών.

Ο 139-41 η Αθηνά για να εμποδίσει τον Άρη να παραβεί την εντολή του Δία του λέει ότι ούτως ή άλλως η μοίρα των ανθρώπων είναι ο θάνατος και δε γίνεται να ξεφύγουν.

 

Ο θάνατος είναι η κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων χωρίς εξαιρέσεις. Αυτός ο κανόνας χωρίς εξαιρέσεις κάποιους τους βρίσκει αδικημένους, εκείνους που προσπάθησαν και κουράστηκαν περισσότερο δηλώνει με πικρία ο Αχιλλέας.

Ι 320 ο Αχιλλέας ακόμα πικραμένος λέει στον Αχιλλέα ότι πολυκαμάτης και ανεπρόκοπος και οι δυο πεθαίνουν το ίδιο.

Λ 409-10 ο Οδυσσέας πληγωμένος σκέφτεται να φύγει, όμως συνέρχεται, γιατί όσοι ανδρειωμένοι παίρνουν μέρος στον πόλεμο πρέπει να το ξέρουν αυτό: ή θα σκοτώσουν ή θα σκοτωθούν.

Ρ 227-32 ο Έκτορας, παρακινώντας τους συμμάχους να πολεμήσουν γύρω από τον Πάτροκλο, τους υπόσχεται τα μισά λάφυρά του, τα άλλα μισά θα είναι δικά του, ενώ η δόξα τους ισάξια με τη δική του. Όσο για το αποτέλεσμα ή θα γλιτώσουν ή θα πεθάνουν: τέτοιο έχει ο θάνατος γλυκοκουβεντολόι.

 

Και το ερώτημα που μένει αιωνίως αναπάντητο είναι: μπορεί ο άνθρωπος να ορίσει ο ίδιος τη ζωή του και ν’ αλλάξει τη μοίρα του; Τα ακόλουθα χωρία μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι για τον Όμηρο ακόμα και «της μοίρας τα γραμμένα» μπορεί ν’ αλλάξουν. Όμως είναι τόσο λίγα τα χωρία αυτά σε σχέση με τα άλλα που δείχνουν το αντίθετο…

Π 686-7 αν  ο Πάτροκλος άκουγε τη συμβουλή του Αχιλλέα θα ξέφευγε τη μοίρα του μαύρου Χάρου.

Υ 335-9 ο Ποσειδώνας συμβουλεύει τον Αινεία να τραπεί σε φυγή, όταν ξαναβρεθεί μπροστά στον Αχιλλέα, να μη βρεθεί στον Άδη, κι ας μην το γράφει ακόμη η Μοίρα του. Όταν ο Αχιλλέας σκοτωθεί και φύγει από τη μέση, τότε να μπει στην πρώτη γραμμή, αφού κανένας άλλος Αχαιός δεν μπορεί να τον σκοτώσει.

 

 

ΟΤΑΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ…

 

Αποκάλυψη τη μοίρας: ελάχιστες φορές ένας θνητός έχει το πλεονέκτημα (;) να ξέρει τη μοίρα του (= το θάνατό του): αυτός είναι ο Αχιλλέας, που η θεά μητέρα του του αποκάλυπτε συχνά, αν και όχι τα πάντα.

 

Μόνο ένας μπορεί να γνωρίζει τη μοίρα του και να την περιφρονεί τόσο κατάφωρα και να την προκαλεί: ο Αχιλλέας, από το πάθος της εκδίκησης για το θάνατο του Πατρόκλου. Η δυνατότητα να αποφύγει το θάνατο -το ξέρει, του το είπε εξάλλου ξεκάθαρα η μητέρα του-είναι μόνο υποθετική. Σίγουρα δεν τρέφει αυταπάτες ότι ο θάνατός του θα έρθει  και βέβαια δεν είναι το ίδιο να πεθάνεις νέος, πριν προλάβεις να ζήσεις, να χαρείς και να δημιουργήσεις, όμως αυτή τη στιγμή δεν είναι αυτό που απασχολεί τον ήρωα. Αργότερα θα δούμε να σταλάζει από το στόμα του η πίκρα και να μεταφράζεται σε ανήλεη σκληρότητα για όποιον πέφτει στα χέρια του στο πεδίο της μάχης.

 Σ 114-25 δηλώνει αποφασιστικά ότι θα πάει να βρει τον Έκτορα που του σκότωσε το πιο ακριβό κεφάλι. Κι όσο για το θάνατο καλώς να `ρθει την ώρα που θα ορίσει ο Δίας και ο άλλοι αθάνατοι θεοί. Ούτως ή άλλως κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει του Χάρου, ούτε ο Ηρακλής που τον αγάπησε ιδιαίτερα ο Δίας. Έτσι κι εκείνος είναι πρόθυμος να υποταχθεί στη μοίρα του. Πιο πριν όμως θα κάνει τις γυναίκες της Τροίας να στήσουν πικρό μοιρολόγι σκουπίζοντας διπλοπάλαμα τα κλάματα από τα απαλά τους μάγουλα. Γι αυτό ζητά από τη μητέρα του να μην προσπαθήσει να τον εμποδίσει.

Σ 328-40 ο Αχιλλέας θρηνώντας τον Πάτροκλο λέει ότι είναι γραφτό να βάψουν κόκκινη τη γη στην Τροία και οι δυο τους  και δεν του μέλλεται να γυρίσει πίσω στο σπίτι τους και να τον δεχτεί ο Πηλέας και η Θέτιδα, αλλά τον περιμένει εκεί ο θάνατος. Αφού είναι όμως γραφτό να μπει στη γη μετά τον Πάτροκλο, δε θα τον θάψει πριν του φέρει τα άρματα και το κεφάλι του Έκτορα και ακόμη 12 Τρωόπουλα για τη νεκρική πυρά του, αφού τόσο του έχει φρενιάσει τα σπλάχνα ο χαμός του Στο μεταξύ γύρω από τον Πάτροκλο θα κλαίνε γυναίκες της τρωάδας και της Δαρδανίας μουσκεμένες στα κλάματα νύχτα μέρα, αυτές που αιχμαλώτισαν οι δυο τους.

Χ 365-6 ο Αχιλλέας αδιαφορεί για την προφητεία του Έκτορα: ας πεθάνει εκείνος και ο δικός του ο θάνατος καλώς να  έρθει να τον ανταμώσει, όταν του ορίσει ο Δίας και οι άλλοι αθάνατοι θεοί..

 

Υπάρχουν δύο ακόμα περιπτώσεις:

Φ 291-7 ο Ποσειδώνας πηγαίνοντας να βοηθήσει τον Αχιλλέα από τον ποταμό του λέει ότι δεν είναι γραφτό του να πεθάνει από τον ποταμό, ο οποίος θα γαληνέψει γρήγορα και τον συμβουλεύει να μη σταματήσει να χτυπά τους Τρώες, μέχρι να κλειστούν στο κάστρο τους, αλλά αφού σκοτώσει τον Έκτορα να γυρίσει στα πλοία.

Η 53 η Αθηνά αποκαλύπτει στον Έκτορα, για να τον βάλει να μονομαχήσει με κάποιο Αχαιό, ότι δεν είναι ακόμα η ώρα του να πεθάνει.

Προφητεία

Ψ 80-1 ο Πάτροκλος προφητεύει στον Αχιλλέα ότι η Μοίρα του του έγραψε να τον βρει ο Χάρος μπροστά στο κάστρο των Τρώων

 

 

 

Η μοίρα

Γ 101  ο Μενέλαος, όταν πρόκειται να μονομαχήσει με τον Πάρη, εύχεται να βρει θάνατο όποιος του γράφει η μοίρα να πεθάνει

 

Οι θεοί

Γ 308-9 Ο Πρίαμος λέει ότι μόνο ο Δίας και οι αθάνατοι θεοί γνωρίζουν για ποιο από τους δυο, Πάρη ή Μενέλαο, από τη Μοίρα γράφτηκε να βρει το Χάρο.

Ο 64-9 ο Δίας αποκαλύπτει στην Ήρα το σχέδιό του και αυτά που πρόκειται να συμβούν: ότι ο Πάτροκλος θα σκοτώσει το Σαρπηδόνα, ότι θα σκοτωθεί από τον Έκτορα, κι εκείνος από τον Αχιλλέα, που θα εκδικηθεί το θάνατο του φίλου του.

Ρ 188-208 ο Δίας τον συμπονεί βλέποντάς τον, αφού τον πλησιάζει ο θάνατος από τον Αχιλλέα, καθώς του σκότωσε τον πιστό σύντροφό του και του άρπαξε άπρεπα την πανοπλία του. Επειδή δε θα γυρίσει να τον δεχτεί η Ανδρομάχη να βγάλει από πάνω του την πανοπλία του Αχιλλέα, αποφασίζει να του χαρίσει ανδρεία.

Χ 169 ο Δίας βλέποντας τον Έκτορα, που πρόκειται να σκοτωθεί από τον Αχιλλέα, λέει ότι κλαίει πικρά η καρδιά του

Χ 279-86  μετά την αποτυχημένη επίθεση του Αχιλλέα ο Έκτορας αναθαρρεί ότι έλεγε ψέματα ότι γνώριζε το θάνατό του από το Δία. Του δηλώνει ότι δε θα τον χτυπήσει πισώπλατα, καθώς θα φεύγει, αλλά μπροστά στο στήθος, καθώς θα του επιτίθεται, αν του κάνει τη χάρη κάποιος θεός να τον σκοτώσει. Πιο πριν όμως θα πεθάνει. Έτσι οι Τρώες θα ένιωθαν ελαφρότερο τον πόλεμο, αν πέθαινε, γιατί αυτός τους στάθηκε η πιο βαριά κατάρα.

Ρ 401-11 ο Αχιλλέας δεν ήξερε ακόμα το θάνατο του Πατρόκλου, γιατί η μάχη γινόταν μακριά από τα πλοία, όπου βρισκόταν ο ίδιος,  και δεν έβαζε ποτέ στο μυαλό του ότι θα τον σκότωναν, αλλά μόλις έφτανε στην πύλη του κάστρου, όπως του είχε παραγγείλει, θα γύριζε πίσω. Δεν έλπιζε ποτέ ότι θα πατήσει την Τροία χωρίς αυτόν, αλλά ούτε και μαζί του. Συχνά η μητέρα του του φανέρωνε το θέλημα του Δία, για το θάνατο του Πατρόκλου όμως δεν του είχε μιλήσει ποτέ.

 

Οι μελλοθάνατοι

Ζ 448-65 Ο Έκτορας βλέπει με τα μάτια του μελλοθάνατου τη μέρα που θα χαθεί το κάστρο της Τροίας με όλους τους ανθρώπους του, αλλά δεν τον πονά  τόσο ο χαμός όλων εκείνων, όσο ο δικός της ο χαμός, τόσο που εύχεται να μη ζει, να βρίσκεται βαθιά στη γη χωσμένος, παρά να τη δει να βασανίζεται.

Π 844-54 ο Πάτροκλος, πριν πεθάνει, λέει στον Έκτορα ότι είναι μάταιος ο κομπασμός του, αφού με την προφητική ικανότητα του μελλοθάνατου γνωρίζει ότι και αυτόν σύντομα τον περιμένει ο θάνατος και μάλιστα από τα χέρια του Αχιλλέα. Εξάλλου γνωρίζει ότι ο θάνατός του δεν είναι αποκλειστικό κατόρθωμα του Έκτορα, αλλά  πρώτον του Απόλλωνα και της μαύρης μοίρας, δεύτερον  του Εύφορβου και τρίτον  του Έκτορα.

Π 858-61 ο Έκτορας δε δίνει σημασία στα προφητικά λόγια του Πατρόκλου, αλλά αισιοδοξεί ότι μπορεί ο ίδιος να σκοτώσει τον Αχιλλέα.

Χ ο Πρίαμος βλέπει με τα μάτια του μελλοθάνατου το θάνατο το δικό του και της Τροίας

ΧΨ ο Έκτορας προφητεύει το θάνατο του Αχιλλέα από τον Απόλλωνα και τον Πάρη

 

Οι μάντεις

Λ 328-32 ο Μέροπας ως μάντης προσπάθησε να αποτρέψει τους γιους του από τον πόλεμο, γιατί γνώριζε τη μοίρα τους, όμως εκείνοι δεν τον άκουσαν, λες και τους έσπρωχναν στο θάνατο οι μαύρες Λάμιες του Χάροντα

 

όσοι μπορούν να ερμηνεύσουν θεϊκά σημάδια

Μ 226-7 ο Πολυδάμας ερμηνεύοντας το σημάδι του Δία λέει ότι αν προχωρήσουν στα πλοία των Αχαιών θα αφήσουν εκεί πολλούς Τρώες, που οι Αχαιοί προσπαθώντας να διαφεντέψουν τα καράβια τους θα ρίξουν νεκρούς.

 

Οι νεκροί

Ο Πάτροκλος προφητεύει το θάνατο στον Αχιλλέα

 

 

Η ΜΟΙΡΑ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ

 

Από την αρχή κιόλας του έπους (Α 352) προβάλλει η θλιβερή μοίρα του Αχιλλέα: ότι είναι λιγόχρονος, χωρίς όμως να γνωρίζουμε το λόγο ή τις συνθήκες Και ο ίδιος ο Αχιλλέας γνωρίζει τη μοίρα του, αφού η μητέρα του συχνά του αποκάλυπτε τις θείες βουλές (Ρ 401-11), όχι βέβαια όλες. Ζητά με παράπονο ως αντιστάθμισμα, μετά την προσβολή του Αγαμέμνονα, τουλάχιστον δόξα.

 Όταν η μητέρα του ακούει το κλάμα του αρχίζει το δικό της κλάμα (Α 417): εύχεται να μπορούσε ο γιος της, αφού η μοίρα τον έκανε λιγόχρονο, να έμενε τουλάχιστον χωρίς στενοχώριες. Όμως μια κι αυτό δε γίνεται, είναι πρόθυμη να εκτελέσει την επιθυμία του γιου της, την τελευταία άραγε; Η μεγάλη μπόρα, η μεγάλη συμφορά πλησιάζει. Εκείνη το ξέρει, δεν είναι όμως ώρα ακόμα να το αποκαλύψει στο γιο της..

 Έτσι με μισόλογα, σα μια φοβερή αλήθεια που τη γνωρίζουμε, μα που δεν τολμούμε να την πούμε με το όνομά της ή που δε θέλουμε να μιλάμε  γι’ αυτήν  χρησιμοποιεί τη μοίρα του Αχιλλέα ως επιχείρημα για να πείσει το Δία να δώσει ικανοποίηση στο γιο της. (Α 518)

 

Τη δόξα που ζήτησε ο Αχιλλέας δυστυχώς γι’ αυτόν πολύ γρήγορα παρουσιάστηκε η δυνατότητα να την αποκτήσει. Ναι, δεν έπεσε έξω στις εκτιμήσεις του, οι ευχές του εκπληρώθηκαν: οι Αχαιοί, ακόμα και ο ίδιος ο Αγαμέμνονας, έριξαν τον εγωισμό τους και έστειλαν πρεσβεία να τον παρακαλέσουν να τους βοηθήσει. Η ώρα της δικαίωσης έφτασε

Η δικαίωση όμως αυτή δεν  αναιρεί τη μοίρα του. Η δικαίωση δε συνοδεύεται από μακροζωία, δεν έρχεται ως αντιστάθμισμα της ζωής…  Περισσότερες λεπτομέρειες για τη μοίρα του Αχιλλέα ακούμε από τον ίδιο, όταν η πρεσβεία των Αχαιών έρχεται στη σκηνή του να του ζητήσει να επιστρέψει στη μάχη:

«διπλούς για μένα οι μοίρες άνοιξαν τους δρόμους του θανάτου·

-αν απομείνω εδώ και μάχουμαι γύρω απ’ των Τρώων το κάστρο,

ξοπίσω δε γυρνώ, μα αθάνατο θα μείνει τ’ όνομά μου.

Αν ίσως πάλε γύρω σπίτι μου, στη γη την πατρική μου,

πια θα μου λείψει κάθε παίνεμα τρανό, κι ωστόσο χρόνια

θα `χω να ζω πολλά, κι ο θάνατος θ’ αργήσει να με πάρει.»

                                                                                             Ι 410-6

Η μοίρα του δεν είναι λοιπόν προδιαγεγραμμένη οριστικά και τελεσίδικα·  ο Αχιλλέας φαίνεται να έχει το δικαίωμα της επιλογής ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, ή για να είμαστε πιο ακριβείς έχει να διαλέξει ανάμεσα σε δύο δίπολα που το ένα περιλαμβάνει τη ζωή και το άλλο τη δόξα. Όμως κάθε δίπολο περιλαμβάνει εκτός από το «καλό» και ένα «κακό», που είναι το αντίθετο του άλλου «καλού» Αν επιλέξει  ένα «καλό», κατ’ ανάγκην πρέπει να δεχτεί και ένα «κακό».

1ο δίπολο: «ζωή – έλλειψη δόξας»

2ο δίπολο: «δόξα – θάνατος’

Στο παραπάνω απόσπασμα  ο Αχιλλέας παρουσιάζεται ως αρνητής της μοίρας του: ως υπέρμαχος της ζωής και αρνητής της δόξας, φαίνεται να κλίνει υπέρ του δίπολου «ζωή – έλλειψη δόξας». Ξεκάθαρα το δηλώνουν τα χωρία:

 τι όσο η ζωή μου αξίζει αλάκερα τα πλούτη δεν αξίζουν (Ι 401), και

Τα παχιά πρόβατα κουρσεύονται, κουρσεύονται τα βόδια,

τα ξανθοκέφαλα αγοράζουνται φαριά και τα τριπόδια.

Μόνο η ζωή του ανθρώπου, ως ξέφυγε της δοντωσιάς το φράκτη,

πίσω δε γέρνει, δεν κουρσεύεται, δεν πιάνεται ποτέ της(Ι 406-9)

ως έμμεση απάντηση στον Αγαμέμνονα που του έταζε πολύτιμα δώρα.

Γιατί αλήθεια ο Αχιλλέας, ενώ προηγουμένως ζητούσε τη δόξα, τώρα την αρνείται; Έχει πειστεί ότι έχει εξασφαλίσει τη ζωή; Ή μήπως ο εγωισμός του τον τυφλώνει τόσο που τον σπρώχνει να διακινδυνεύσει να χάσει και τα δύο;

 

Όταν τα γεγονότα έχουν πάρει το δρόμο τους και ο Αχιλλέας θρηνεί για το θάνατο του Πατρόκλου, πριν ακόμα πάρει την απόφαση να εκδικηθεί το θάνατο του φίλου του, η Θέτιδα αρχίζει στα βάθη της θάλασσας το δικό της θρήνο: ξέρει ότι η πικρή ώρα βρίσκεται πολύ κοντά, γι’ αυτό πρέπει να πάει να προειδοποιήσει το γιο της και να προσπαθήσει ίσως να τον εμποδίσει. Όταν βέβαια του το λέει ευθέως, εκείνος είναι αμετάπειστος. Η Θέτιδα γνωρίζει το γιο της: τις αποφάσεις του τις παίρνει πάντα απόλυτα, οριστικά και τελεσίδικα. Δεν έχει κανένα νόημα να επιμείνει στην άποψή της. Της μένει μόνο το παράπονο, που εκμυστηρεύεται στον Ήφαιστο, από τον οποίο ζητά νέα πανοπλία για τον Αχιλλέα, συμβάλλοντας έτσι στο θάνατό του.(Σ 35-7, 95-6, 440-1)

 

Όταν ο Αχιλλέας μπαίνει στη μάχη για να σκοτώσει τον Έκτορα, τα αθάνατα άλογα, ο Ξάνθος και ο Βαλίος, του επιβεβαιώνουν ότι η μέρα του θανάτου του είναι κοντά και εξηγούν ότι δεν είναι αυτά υπεύθυνα, παρά η Μοίρα και ένας μεγάλος θεός. Του αποκαλύπτουν ότι η μοίρα του γράφει να πεθάνει στη μάχη από ένα αθάνατο και ένα θνητό μαζί. Αυτό δεν είναι βέβαια ικανό να σταματήσει τον Αχιλλέα. (Τ 408-17, 420-23)

Αυτό που μαθαίνουμε σε πρώτη φάση είναι οι ιδιότητες των προσώπων γενικά.

 

Έχοντας βαθιά  γνώση και συναίσθηση της μοίρας του, η πίκρα και το παράπονό του σε συνδυασμό με την οργή για το θάνατο του Πατρόκλου μετατρέπονται σε  σκληρότητα, κυνικότητα, αναλγησία. Δε χαρίζεται σε κανένα, αφού ξέρει ότι θα φτάσει κάποια αυγή ή σούρουπο ή μεσημέρι που και τη δική του ζωή θα πάρει κάποιος στον πόλεμο ή με κοντάρι ή με σαίτα. (Φ 99-113)

 

 

Όταν έρχεται παραλίγο κατάματα με το θάνατο φοβάται, όχι όπως κάθε άνθρωπος φοβάται το θάνατο, αλλά που θα χάσει ταυτόχρονα και τα δύο «καλά», και τη ζωή και τη  δόξα . Δεν τον πειράζει που θα πεθάνει, αλλά που η μητέρα του του είπε, όπως νομίζει, ψέματα, ότι θα πεθάνει κάτω από τα τείχη της Τροίας χτυπημένος από τον Απόλλωνα. Εύχεται να έπεφτε τουλάχιστον από τον Έκτορα, και έτσι θα αποκτούσε δόξα και αυτός που σκότωσε και ο σκοτωμένος. Τώρα θρηνεί που θα έχει φριχτό θάνατο, άδοξο, στο ποτάμι σα βοσκαρούδι που το πνίγει το ορμητικό ρέμα το μεσοχείμωνο. Εδώ η μορφή του θεού φωτίζεται και αποκαλύπτεται: ο Αχιλλέας φαίνεται να ξέρει ότι ο θεός που θα συμβάλει στο θάνατό του είναι ο Απόλλωνας. (Φ 273-83)

 

Ο Έκτορας πεθαίνοντας προφητεύει στον Αχιλλέα το θάνατό του εξαιτίας του δικού του θανάτου. Επιβεβαιώνει τη συμμετοχή του Απόλλωνα και αποκαλύπτει ότι ο θνητός είναι ο Αλέξανδρος, ενώ τόπος η Ζερβόπορτα. Τόπος, πρόσωπα και αιτίες φωτίζονται με το σκληρό και κρύο φως της αλήθειας και αποκαλύπτονται διάπλατα.(Χ 358-60)

Πρόσωπα λοιπόν καθόλου αξιοκαταφρόνητα θα συμβάλλουν στο θάνατο του Αχιλλέα, ενώ κι ο τόπος μπροστά στα τείχη της Τροίας στην κύρια πύλη του κάστρου δεν είναι ασήμαντος. Δε θα πεθάνει βέβαια πάνω στα τείχη της Τροίας σε στιγμή που η πόλη θα πυρπολείται, αλλά αυτό δεν το είχε φανταστεί ούτε ο ίδιος στα πιο τολμηρά του όνειρα.

Όμως ο Αχιλλέας αδιαφορεί για την προφητεία του Έκτορα: ας πεθάνει εκείνος και ο δικός του ο θάνατος καλώς να  έρθει να τον ανταμώσει, όταν του ορίσει ο Δίας και οι άλλοι αθάνατοι θεοί. Η έπαρση για τη νίκη του, η ικανοποίηση για την εκδίκηση του θανάτου του Πατρόκλου βρίσκονται σε πρώτο πλάνο. Όλα τα άλλα είναι μακρινά και ασήμαντα γι’ αυτόν τη στιγμή αυτή της άγριας νίκης. (Χ 365-6)

 

O Πάτροκλος τέλος, όταν εμφανίζεται σε όραμα στον Αχιλλέα να του ζητήσει να φροντίσει για την ταφή του και να τον αποχαιρετίσει, του προφητεύει ότι η Μοίρα του του έγραψε να τον βρει ο Χάρος μπροστά στο κάστρο των Τρώων. Η επιβεβαίωση τώρα από τον αγαπημένο του Πάτροκλο γίνεται πιστευτή. (Ψ 80-1)

 

Κατά τη νεκρική τελετή του Πατρόκλου ο Αχιλλέας δίνει εντολή το μνήμα να το σηκώσουν όσο ταιριάζει σε ένα νεκρό και, όταν πεθάνει κι εκείνος, να το φαρδύνουν και να το ψηλώσουν εκείνοι που θα ζήσουν. Το έχει πάρει απόφαση ότι θα πεθάνει και έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα. (Ψ 235-48)

 

Αργότερα όταν ο Πρίαμος έρχεται στη σκηνή του να ζητήσει το πτώμα του Έκτορα θρηνεί για  τον πατέρα του που αξιώθηκε ένα μόνο γιο και μάλιστα λιγόχρονο. (Ω 540)

Για ποιον κλαίει ο Αχιλλέας: Για τον πατέρα του ή για τον ίδιο του τον εαυτό;

Η μοίρα του Αχιλλέα είναι σκληρή και αδυσώπητη; Ή μήπως ο ίδιος ο Αχιλλέας είναι σκληρός με τον εαυτό του και με τους άλλους, προκαλεί τη μοίρα του, η οποία είναι ελαστική και διαμορφώσιμη, εφόσον εξαρτάται από τις επιλογές του ανθρώπου; Σε κανένα άλλο ομηρικό ήρωα δε συναντάμε αυτή τη δυνατότητα. Άρα ο Αχιλλέας διαμορφώνει τη μοίρα του με τον εγωισμό και το πείσμα του. Η δυνατότητα να αποφύγει το μοιραίο του δόθηκε (πρεσβεία των Αχαιών), αλλά εκείνος την κλώτσησε, και μάλιστα με τριπλή άρνηση.

 

Αυτά που γνώριζε στην αρχή γενικά και αόριστα συγκεκριμενοποιούνται σιγά σιγά και αποκαλύπτονται σαν τα κομμάτια ενός παζλ, όταν ο ίδιος με τις ενέργειές του συμβάλλει στην αυτοκαταστροφή του.

 

 

Θεοί υπεύθυνοι για το θάνατο κάποιου

Ε 260-1 ο Διομήδης λέει στον ηνίοχό  του Σθένελο αν η Αθηνά τον βοηθήσει να σκοτώσει και τον Αινεία και τον Πάνδαρο που τους καταδιώκουν.

Ζ 139-40  ο θεομάχος Λυκούργος δεν έζησε πολλά χρόνια, γιατί όλοι οι θεοί τον εχθρεύτηκαν

Ν 434-4 Ο Αλκάθος δαμάζεται στα χέρια του Ιδομενέα από τον Ποσειδώνα, ο οποίος του δένει τα γόνατα, του γητεύει τα μάτια, ώστε δεν μπορεί πια να φύγει να γλιτώσει και έτσι τον βρίσκει κατάστηθα το κοντάρι του Ιδομενέα και σπαρταρά, ώσπου να πεθάνει.

Ι 21-2 ο Αγαμέμνονας θεωρεί ότι αφού ξέκανε τόσο στρατό κατά παραπλάνηση του Δία δεν του μένει άλλος δρόμος από την επιστροφή στη πατρίδα.

Ξ 69-70 ο Νέστορας υποψιάζεται ότι ο αφανισμός των Αχαιών γίνεται με τη θέληση του Δία.

Ξ 458-68 πιο πολύ ο θάνατος του Προθήνορα στεναχώρησε τον Αίαντα, γιατί έπεσε δίπλα του νεκρός. Προσπάθησε να σκοτώσει τον Πολυδάμαντα χωρίς όμως να το καταφέρει και πέτυχε κατά λάθος έναν άλλο, Τρώα, γιατί αυτόν σκέφτονταν οι θεοί να σκοτώσουν, τον Αρχέλοχο, γιο του Αντήνορα. Το θανάσιμο χτύπημα τον βρήκε στα δυο νεύρα που ενώνουν ο σώμα με το κεφάλι, του τα έκοψε και το κεφάλι έπεσε στη γη πριν από το σώμα.

Ο 612-4 ο Δίας τιμούσε και δόξαζε τον Έκτορα που η μοίρα του έγραφε να είναι λιγόχρονος, γιατί κιόλας η Αθηνά σίμωνε τη μέρα που θα `βρισκε το θάνατο από τον Αχιλλέα.

Π 692-7 Πάτροκλε, ο πρώτος ποιος που σκότωσες, ποιος ο στερνός αλήθεια, την ώρα αυτή, οι θεοί στο θάνατο που σ’ είχαν πια καλέσει; (αναφέρονται 9, ενώ οι άλλοι όταν τον είδαν που τους σκότωνε, τράπηκαν σε φυγή.)

Π 788-821 περιγραφή του θανάτου του Πατρόκλου.

Π 844-54 ο Πάτροκλος, πριν πεθάνει, λέει στον Έκτορα ότι είναι μάταιος ο κομπασμός του, αφού με την προφητική ικανότητα του μελλοθάνατου γνωρίζει ότι και αυτόν σύντομα τον περιμένει ο θάνατος και μάλιστα από τα χέρια του Αχιλλέα. Εξάλλου γνωρίζει ότι ο θάνατός του δεν είναι αποκλειστικό κατόρθωμα του Έκτορα, αλλά  πρώτον Δία, του Απόλλωνα και της μαύρης μοίρας, δεύτερον  του Εύφορβου και τρίτον  του Έκτορα.

Σ 454-6 η Θέτιδα διηγούμενη στον Ήφαιστο τα γεγονότα που συνέβησαν λέει ότι οι Αχαιοί θα είχαν καταφέρει να κυριεύσουν την Τροία, αν ο Απόλλωνας δε σκότωνε τον Πάτροκλο, ο οποίος ρήμαζε πολλούς Τρώες πολεμώντας στην πρώτη γραμμή.

Τ 273-4  ο Αχιλλέας μιλώντας στη σύναξη των Αχαιών λέει ότι το δίχως άλλο ο Δίας θα έβαλε στο μυαλό του να κατεβούν αμέτρητοι Αχαιοί στον Άδη.

Τ 408-17 τα αθάνατα άλογα του Αχιλλέα του απαντούν ότι αυτή τη φορά θα τον γλιτώσουν, όμως πλησιάζει η μέρα του θανάτου του και δεν είναι αυτά οι υπεύθυνοι, παρά μονάχα η παντοδύναμη Μοίρα και ένας μεγάλος θεός. Ωστόσο δεν είναι δική τους ευθύνη που οι Τρώες άρπαξαν την πανοπλία από τον Πάτροκλο, τον οποίο σκότωσε  ο Απόλλωνας. Του αποκαλύπτουν στο τέλος ότι η μοίρα του γράφει να σκοτωθεί από ένα αθάνατο και ένα θνητό μαζί στη μάχη.

Υ 94-100 ο Αινείας λέει στον Απόλλωνα, που προσπαθεί να τον βάλει να μονομαχήσει με τον Αχιλλέα, ότι παλιότερα που τα είχε βάλει μαζί του, θα τον έστρωνε στη γη, και η Αθηνά τον βοηθούσε να ρίχνει νεκρούς και του έδινε κουράγιο. Γι αυτό τον φοβάται, επειδή δε σταματά τη φόρα του πριν τρυπήσει το κορμί κάποιου.

Φ 34-63 το γιο του Πρίαμου Λυκάονα, που τον είχε πιάσει παλιότερα και τον είχε πουλήσει στη Λήμνο, αλλά αυτή ήταν η δωδέκατη μέρα που είχε επιστρέψει, κάποιος θεός τον ξανάριξε στα χέρια του και ήρθε η στιγμή που εκείνος θα τον έστελνε με το ζόρι στον Άδη.

Φ 64-96 ο Αχιλλέας περιμένει το Λυκάονα κι εκείνος σαστισμένος πλησιάζει να πιάσει τα γόνατά του ποθώντας πάνω απ’ όλα να γλιτώσει το μαύρο θάνατο και την παντέρμη μοίρα. Όπως ο Αχιλλέας σήκωσε το κοντάρι να τον χτυπήσει, εκείνος έτρεξε και αρπάζει τα γόνατά του σκυφτός κι έτσι το κοντάρι έπεσε στη γη, κι ας λαχτάριζε να χορτάσει με σάρκα. Τότε ο ικέτης με το ένα χέρι του έπιασε τα γόνατα  και με το άλλο το κοντάρι και αξίωσε να τον σπλαχνιστεί, επειδή τον παρακαλούσε ως ικέτης. Συνειδητοποιεί ότι θα τον εχθρεύεται ο Δίας, για να τον ξαναρίξει, αφού έχει περάσει τόσα, για δεύτερη φορά στα χέρια του Αχιλλέα. Είναι γιος του Πριάμου από τη Λαοθόη. Τον άλλο γιο της και αδερφό του ο Λυκάονας ξέρει (;) ότι τον σκότωσε ο Αχιλλέας και ανάλογη μοίρα περιμένει και τον ίδιο, αφού δεν ελπίζει, αφού η μοίρα τον έριξε  στα χέρια του, ότι θα γλιτώσει. Ως τελευταίο επιχείρημα σκέφτεται ότι δε βγήκε από την ίδια κοιλιά με τον Έκτορα που του σκότωσε τον αγαπημένο του σύντροφο.

Φ 209-21 ο Αχιλλέας σκοτώνει 7 στη σειρά (αναφέρονται μόνο τα ονόματά τους) και θα σκότωνε και άλλους, αν δεν του έλεγε  ο ποταμός να σταματήσει, γιατί είχε σαστίσει, ή να πάει μακριά στον κάμπο να διώξει τους Τρώες και να τους σκοτώνει, αν ο Δίας του επέτρεψε να τους σκοτώσει όλους, γιατί τα κουφάρια τού φράζουν το ρέμα του και δεν μπορεί να χύσει στη θάλασσα τα νερά του.

Χ 123-30 ο Έκτορας αναρωτιέται γιατί να σκέφτεται τη λύση των διαπραγματεύσεων φοβούμενος μήπως πηγαίνοντας εκείνος δε νιώσει σπλαχνιά και τον ξεκάνει ξαρμάτωτο, όπως θα είναι, χωρίς τα άρματά του σα μια γυναίκα. Δεν είναι  όμως καιρός να στήνουν κουβέντα σα νεαρός με κοπέλα. Είναι καλύτερα ν’ αρχίσουν τη μονομαχία, για να δουν σε ποιον θα χαρίσει τη νίκη ο Δίας.

Χ 179-80 την άποψη του Δία απορρίπτει η Αθηνά, αφού το θάνατό του έχει  από χρόνια αποφασίσει η μοίρα.

Χ 218-21 η Αθηνά δηλώνει στον Αχιλλέα ότι θα τον βοηθήσει να σκοτώσουν μαζί τον Έκτορα για να αποκτήσουν δόξα και ότι δε γίνεται να γλιτώσει καθόλου ο Έκτορας, ακόμα κι αν πασχίσει ο Απόλλωνας να κυλιστεί στα πόδια του Δία.

Χ 261-72 ο Αχιλλέας δε δέχεται τη συμφωνία, γιατί όπως δε μονιάζουν τα λιοντάρια με τους ανθρώπους και τα αρνιά με τους λύκους το ίδιο κι αυτοί δε γίνεται να έχουν αγάπη πριν ένας από τους δύο πέσει στη γη και χορτάσει με το αίμα του το Χάρο. Τέλος λέει ότι δεν έχει γλιτωμό, αλλά το θάνατό του ετοίμασε η Αθηνά με το κοντάρι του κι έτσι θα πληρώσει μαζεμένες τις πίκρες για τους συντρόφους που του σκότωσε.

Χ 279-86  μετά την αποτυχημένη επίθεση του Αχιλλέα ο Έκτορας αναθαρρεί ότι έλεγε ψέματα ότι γνώριζε το θάνατό του από το Δία. Του δηλώνει ότι δε θα τον χτυπήσει πισώπλατα, καθώς θα φεύγει, αλλά μπροστά στο στήθος, καθώς θα του επιτίθεται, αν του κάνει τη χάρη κάποιος θεός να τον σκοτώσει. Πιο πριν όμως θα πεθάνει. Έτσι οι Τρώες θα ένιωθαν ελαφρότερο τον πόλεμο, αν πέθαινε, γιατί αυτός τους στάθηκε η πιο βαριά κατάρα.

Χ 358-60 ο Έκτορας απογοητευμένος προφητεύει για τον Αχιλλέα το θάνατό του από τον Αλέξανδρο και τον Απόλλωνα μπροστά στη Ζερβόπορτα, εξαιτίας του δικού του θανάτου.

Χ 379 ο Αχιλλέας δηλώνει ότι οι θεοί τον αξίωσαν να σκοτώσει τον Έκτορα.

Χ 437-48 η Ανδρομάχη δεν είχε ακούσει τίποτα, αλλά ύφαινε στον αργαλειό και είχε διατάξει τις δούλες να ζεστάνουν νερό για το μπάνιο του, ωστόσο που να το ήξερε ότι η Αθηνά με τα χέρια του Αχιλλέα τον έριξε μακριά από τα λουτρά. Όταν έφτασαν οι φωνές στα αυτιά της και οι θρήνοι, της παράλυσαν χέρια και πόδια, της έφυγε η σαίτα από τα χέρια .

Ω 602-9 ο Απόλλωνας και η Άρτεμη σκότωσαν τους έξι γιους και τις έξι κόρες της Νιόβης, επειδή  η μητέρα τους καυχήθηκε ότι γέννησε πολλά παιδιά, ενώ η Λητώ μόνο δύο. Για 9 μέρες τα παιδιά έμεναν άταφα, αφού κανείς δε βρισκόταν να τα θάψει, καθώς ο Δίας είχε πετρώσει τον κόσμο γύρω τους. Τέλος στις δώδεκα μέρες οι θεοί του Ολύμπου τα έθαψαν και τότε κι αυτή θυμήθηκε να φάει.

 

 

Σκοτώνοντας άλλον

Ξ 458-68 πιο πολύ ο θάνατος του Προθήνορα στεναχώρησε τον Αίαντα, γιατί έπεσε δίπλα του νεκρός. Προσπάθησε να σκοτώσει τον Πολυδάμαντα χωρίς όμως να το καταφέρει και πέτυχε κατά λάθος έναν άλλο, Τρώα, γιατί αυτόν σκέφτονταν οι θεοί να σκοτώσουν, τον Αρχέλοχο, γιο του Αντήνορα. Το θανάσιμο χτύπημα τον βρήκε στα δυο νεύρα που ενώνουν ο σώμα με το κεφάλι, του τα έκοψε και το κεφάλι έπεσε στη γη πριν από το σώμα.

Ξ 487-505 ο θάνατος του Πρόμαχου στεναχώρησε όλους τους Αχαιούς, κυρίως όμως τον Πηνέλαο , ο οποίος πάει να σκοτώσει τον Ακάμαντα, εκείνος του ξεφεύγει και βρίσκει τον Ιλιονέα κάτω από το φρύδι, στο μάτι.

Ο 429-5 ο Έκτορας σημαδεύει τον Αίαντα, αντί γι’ αυτόν όμως πετυχαίνει το Λυκόφρονα — σύντροφο που ο Αίαντας είχε κρατήσει κοντά του, όταν είχε σκοτώσει κάποιον στα Κύθηρα και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του—στο κεφάλι στο αυτί και έπεσε από την πρύμνη του πλοίου, όπου είχε ανεβεί.

Ο 520-44 ο Μέγης σημαδεύει τον Πολυδάμα, αλλά ο Απόλλωνας δεν άφησε να σκοτωθεί και έτσι πετυχαίνει τον Κροίσμο. Καθώς σκύβει να τον γδύσει σημαδεύεται από το Δόλοπα χωρίς επιτυχία, αλλά και αυτός δεν πετυχαίνει το στόχο του, έως ότου έρχεται ο Μενέλαος και τον χτυπά πισώπλατα και του παίρνουν τα όπλα.

Ρ 304-10 ο Έκτορας σημαδεύει τον Αίαντα, αλλά εκείνος γλιτώνει παρά τρίχα και πετυχαίνει το Σχέδιο στο κλειδοκόκαλο και η μύτη του κονταριού βγήκε από την πλάτη.

Ρ 608-19 ο Έκτορας σημαδεύει τον Ιδομενέα, αλλά σφάλλει η βολή και πετυχαίνει τον ηνίοχο του Μηριόνη, τον Κοίρανο. Το κοντάρι τον βρήκε κάτω από το αυτί και βγήκε από το σαγόνι του ο χαλός του πετά έξω τα δόντια και του έκοψε στη μέση τη γλώσσα και πέφτουν από τα χέρια του τα χαλινάρια.

 

Διαγραμματική παρουσίαση του θανάτου στην Ιλιάδα

Ιούλ 200916

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο θάνατος στην Ιλιάδα που δεν έχει αιτία του τον πόλεμο αναφέρεται:

 

στο πλαίσιο του ιλιαδικού χρόνου

σε αρρώστια επιδημική, το λοιμό

Α 10 θάνατος από το λοιμό

Α 35-40 η ικεσία του Χρύση αφορμή για το θάνατο των Αχαιών Α383 η ικεσία του Χρύση για αναίρεση του λοιμού Α456

Α 41-52 η περιγραφή του Απόλλωνα που σαν τη μαύρη νύχτα κατεβαίνει και με τις σαγίτες του σκορπίζει το θάνατο

 

σε συνδυασμό πολέμου και λοιμού, οπότε γίνεται εξαιρετικά καταστρεπτικός

Α 61 λοιμός και πόλεμος συνδυασμένοι ξεκληρίζουν τους Αχαιούς

ως αναμενόμενη τιμωρία λόγω επιορκίας

Δ 270-1 Ο Ιδομενέας απαντώντας στις φιλοφρονήσεις και στον έπαινο του Αγαμέμνονα δηλώνει ότι  τους Τρώες που πάτησαν τους όρκους τούς περιμένει ο θάνατος

 

σε παραστάσεις της ασπίδας του Αχιλλέα

Σ 497-500 μία από τις παραστάσεις της ασπίδας του Αχιλλέα είναι ένας καυγάς σε μια συγκέντρωση, όπου δυο μάλωναν για την ξαγορά ενός σκοτωμένου: ο ένας φώναζε και ορκιζόταν ότι είχε ξεπληρώσει, ενώ ο άλλος ότι δεν πήρε τίποτα.

Σ 529 άνδρες που έχουν στήσει καρτέρι σκοτώνουν τους βοσκούς του κοπαδιού.

Σ 535-40 στην παραπάνω σκηνή η Αμάχη, ο Συντάραχος και η Λάμια του θανάτου σέρνει κάποιο νεκρό από το πόδι και από το αίμα βάφεται κόκκινο το ρούχο της. Κι όπως σάλευαν και χτυπιούνταν και έσερναν τα κουφάρια των σκοτωμένων τους ο ένας του άλλου έμοιαζαν σα ζωντανοί

 

Στο πλαίσιο του προ – ιλιαδικού χρόνου

στις αφηγήσεις των ηρωικών κατορθωμάτων του Νέστορα προς τους Αχαιούς κυρίως για να φιλοτιμήσει την ανδρεία τους

Η 136-160 Ο Νέστορας για να φιλοτιμήσει κάποιον Αχαιό διηγείται ένα κατόρθωμά του: ότι σκότωσε τον Ερευθαλίωνα που φορούσε την πανοπλία που του είχε δώσει ο Λυκούργος σκοτώνοντας τον Αρήθοο, κι αυτός ήταν ο πιο γενναίος απ’ όσους σκότωσε.

Λ 670-6  ο Νέστορας διηγείται στον Πάτροκλο ότι δεν έχει την ίδια ορμή όπως τότε που σκότωσε τον Ιτυμονέα, όταν πήγε στην Ήλιδα να  του κλέψουν τα βόδια.

Λ 738 στην αντεπίθεση των Ηλείων ο Νέστορας διηγείται ότι σκότωσε το Μούλιο και Λ 750-2 θα σκότωνε και τους Μολίονες, τους γιους του Αχτόρου, αν ο πατέρας τους ο Κοσμοσείστης δεν τους κάλυπτε με συννεφιά να τους γλιτώσει.

Λ 755 Νέστορας:  τους σκοτώσαμε και μαζέψαμε τις αστραφτερές τους πανοπλίες.

Ι 458-61 ο Φοίνικας λέει ότι σκέφτηκε να σκοτώσει τον πατέρα του, αλλά τον σταμάτησε κάποιος θεός θυμίζοντάς του του κόσμου τις βρισιές, το σούσουρο να τον φωνάζουν πατροκτόνο.

 

στους θεούς που αποφάσισαν να αφαιρέσουν τη ζωή από κάποιον άνθρωπο (αναίτια ή για τιμωρία)

Ζ 203-4 ο Άρης  σκότωσε το γιο του Βελλερεφόντη Ίσανδρο, ενώ την κόρη του η Άρτεμη θυμωμένη

Ω 602-9 ο Απόλλωνας και η Άρτεμη σκότωσαν τους έξι γιους και τις έξι κόρες της Νιόβης, επειδή  η μητέρα τους καυχήθηκε ότι γέννησε πολλά παιδιά, ενώ η Λητώ μόνο δύο. Για 9 μέρες τα παιδιά έμεναν άταφα, αφού κανείς δε βρισκόταν να τα θάψει, καθώς ο Δίας είχε πετρώσει τον κόσμο γύρω τους. Τέλος στις δώδεκα μέρες οι θεοί του Ολύμπου τα έθαψαν και τότε κι αυτή θυμήθηκε να φάει.

σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών

Ν 696-8 ο Μέδοντας είχε σκοτώσει κάποιον  δικό της μητρυιάς του που είχε ο Οϊλέας γυναίκα, αδερφός του Αίαντα, γι’ αυτό είχε αφήσει την πατρική του γη και ζούσε στη Φυλάκη.  

Ο 333-6 ο Οϊλέας άφησε την πατρική του γη εξαιτίας ενός φόνου.

Ο 429-5 ο Έκτορας σημαδεύει τον Αίαντα, αντί γι’ αυτόν όμως πετυχαίνει το Λυκόφρονα — σύντροφο που ο Αίαντας είχε κρατήσει κοντά του, όταν είχε σκοτώσει κάποιον στα Κύθηρα και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του—στο κεφάλι στο αυτί και έπεσε από την πρύμνη του πλοίου, όπου είχε ανεβεί.

 Π 571-80 ο Επειγέας , ο οποίος είχε  σκοτώσει έναν ξάδερφό του στην πατρίδα του έφτασε στη Θέτιδα και στον Πηλέα και τους παρακάλεσε να   τον κρατήσουν ,κι εκείνοι τον έστειλαν στην Τροία με τον Αχιλλέα. Αυτός τώρα σκοτώθηκε από τον Έκτορα που του έριξε μια πέτρα στο κεφάλι και χύθηκε γύρω του ο θάνατος ο ψυχοκαταλύτης.

Ω 480-2 όπως σαστίζουν κάποιοι που βλέπουν ένα που έχει σκοτώσει στον τόπο του να φτάνει  σε πλούσιο σπίτι χωρίς να τον καταλάβουν, έτσι σάστισαν όσοι βρίσκονταν στην καλύβα του Αχιλλέα

Π 571-80 ο Επειγέας , ο οποίος είχε  σκοτώσει έναν ξάδερφό του στην πατρίδα του έφτασε στη Θέτιδα και στον Πηλέα και τους παρακάλεσε να   τον κρατήσουν ,κι εκείνοι τον έστειλαν στην Τροία με τον Αχιλλέα. Αυτός τώρα σκοτώθηκε από τον Έκτορα που του έριξε μια πέτρα στο κεφάλι και χύθηκε γύρω του ο θάνατος ο ψυχοκαταλύτης.

για την τιμή της συζύγου

Ζ 164-5   Η τιμή της Άντειας σώζεται κατά την άποψή της μόνο με τον εξής τρόπο, όπως λέει στο σύζυγό της, τον Προίτο:

«Προίτε, για πέθανε για σκότωσε το γιο του Γλαύκου τώρα,

που στο κλινάρι μου βουλήθηκε ν’ ανέβει αθέλητά μου.»

Ζ 166-193 Όμως ο Προίτος δεν άντεξε να τον σκοτώσει, αλλά προτίμησε άλλη λύση: τον έστειλε στον πεθερό του τον Ιοβάτη στη Λυκία με μια επιστολή που έγραφε να τον σκοτώσει εκείνος. Αλλά και ο Ιοβάτης μετά από 9 μέρες φιλοξενίας τον είχε συμπαθήσει και αντί του άμεσου θανάτου τον έστειλε να επιτελέσει 3 δύσκολους άθλους (ανάμεσά τους και ενέδρα, στην οποία όμως ο Βελλερεφόντης σκότωσε όλους  τους στρατιώτες του Ιοβάτη, ο οποίος τελικά αναγκάστηκε να μοιραστεί μαζί του το βασίλειο του και να του δώσει την κόρη του για γυναίκα.)

από λάθος

Ψ 82-92 η τελευταία επιθυμία του Πατρόκλου είναι να μην τους θάψουν χωριστά , αλλά όπως έζησαν μαζί τότε που ο πατέρας του ο Μενοίτιος τον πήρε από τον Οπούντα ,όπου είχε σκοτώσει το αγόρι του Αμφιδάμα χωρίς να το θέλει εκεί που έπαιζαν αστραγάλους, και τον έφερε στο σπίτι του Πηλέα, ‘έτσι να είναι και μετά το θάνατο μαζί, και να βάλουν τα κόκαλά τους στο ίδιο χρυσό σταμνί που του έδωσε η μητέρα του.

η κατά μέτωπο παρουσία του θανάτου σε μια στιγμή κινδύνου

Ο 627-8 (από παρομοίωση) οι ναύτες παραλύουν κάθε στιγμή ως βλέπουν το θάνατο και μόλις του ξεφεύγουν.

Ο θάνατος

Ιούλ 200916

ΟΜΗΡΙΚΑ ΟΠΛΑ

  Τα όπλα που αναφέρει ο Όμηρος αρχικά διακρίνονται σε αγχέμαχα (=αυτά με τα οποία αγωνίζεται κάποιος από κοντά, όπως το ξίφος) και σε τηλεβόλα (= αυτά με τα οποία αγωνίζεται κάποιος από μακριά, όπως το ακόντιο και  το τόξο). Έπειτα διακρίνουμε τα επιθετικά  (ακόντιο ή κοντάρι ή δόρυ, ξίφος ή σπαθί και τόξο) και τα αμυντικά (θώρακας, περικεφαλαία ή κράνος, κνημίδες ή περικνημίδες και ασπίδα),ανάλογα με το σκοπό της χρήσης τους :να εξουδετερώσουν τον εχθρό ή να προστατέψουν το σώμα του πολεμιστή από τις εχθρικές επιθέσεις.

  Τα ομηρικά όπλα είναι πρωτόγονα σε σχέση με τα σύγχρονα, όμως αυτό πρέπει να το στοιχίσουμε στα πλεονεκτήματα μάλλον, γιατί οι περιορισμένες τους δυνατότητες μεταφράζονται σε περιορισμένο αριθμό θανάτων.

  Η περιγραφή του οπλισμού (= πανοπλίας)  από τον ποιητή είναι ιδιαίτερα αναλυτική όταν επίκειται η αριστεία ενός πολεμιστή. Ιδιαίτερη περιγραφή κάνει ο ποιητής της πανοπλίας του Αχιλλέα. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο ποιητής και στον τρόπο που ένας πολεμιστής χειρίζεται τα όπλα του.

 

 

Φονικό όργανο

 

Λ 373-7 την ώρα που ο Διομήδης επιχειρεί να γδύσει τον Αγάστροφο ο Πάρης καταφέρνει να τον χτυπήσει με τη σαΐτα του στο πόδι.

 

Μ 378-86 Ο Τελαμώνιος Αίας σφεντονίζοντας από το τείχος μια πέτρα που Δε θα τη σήκωνε κανείς θνητός χτυπά το σύντροφο του Σαρπηδόνα Επικλή και του θρυμματίζει τα κόκαλα της κεφαλής. Εκείνος καθώς σκαρφάλωνε στο τείχος πέφτει Σα βουτηχτής από τον πύργο.

Π 571-80 ο Επειγέας , ο οποίος είχε  σκοτώσει έναν ξάδερφό του στην πατρίδα του έφτασε στη Θέτιδα και στον Πηλέα και τους παρακάλεσε να   τον κρατήσουν ,κι εκείνοι τον έστειλαν στην Τροία με τον Αχιλλέα. Αυτός τώρα σκοτώθηκε από τον Έκτορα που του έριξε μια πέτρα στο κεφάλι και χύθηκε γύρω του ο θάνατος ο ψυχοκαταλύτης.

Π 411-4 ο Πάτροκλος, καθώς του ορμούσε ο Ευρύαλος, του έριξε κοτρόνα στην κεφαλή και τον έριξε μπρούμυτα στη γη.

Π 571-80 ο Επειγέας , ο οποίος είχε  σκοτώσει έναν ξάδερφό του στην πατρίδα του έφτασε στη Θέτιδα και στον Πηλέα και τους παρακάλεσε να   τον κρατήσουν ,κι εκείνοι τον έστειλαν στην Τροία με τον Αχιλλέα. Αυτός τώρα σκοτώθηκε από τον Έκτορα που του έριξε μια πέτρα στο κεφάλι και χύθηκε γύρω του ο θάνατος ο ψυχοκαταλύτης.

Π 581-7 Ο Πάτροκλος πικραμένος για το θάνατο του Επειγέα χύνεται μανιασμένος πάνω στους Τρώες και τους Λυκιώτες και με μια πέτρα χτυπά στο σβέρκο και σκοτώνει το Σθενέλαο.

Π 733-43 ο Πάτροκλος αρπάζει και πετά μια πέτρα, που την δέχτηκε ο ηνίοχος του Έκτορα, ο Κεβριόνης, στο μέτωπο: έσπασαν τα κόκαλα, πετάχτηκαν τα μάτια του στο χώμα στα πόδια του μπροστά και ο ίδιος έπεσε στο χώμα.

 

Σ 22-34 όταν ο Αχιλλέας επιβεβαιώνει τα κακά του προαισθήματα, τον ζώνει σα μαύρο σύννεφο ο πόνος: με τα δυο του χέρια πιάνει αθαλόσκονη και τη ρίχνει στο κεφάλι του ασχημίζοντας την ωραία όψη του, κυλιέται φαρδύς πλατύς στη σκόνη και με τα χέρια του μαδούσε τα μαλλιά του. Οι σκλάβες, που αυτός και ο Πάτροκλος είχαν πάρει, έσυραν δυνατή φωνή από τον πόνο που ένιωσαν, βγήκαν έξω από τις πόρτες κοντά στον Αχιλλέα και με τα χέρια τους στηθοκοπιόνταν και λύθηκαν τα γόνατά τους. Από την άλλη ο Αντίλοχος πνιγμένος στο κλάμα πρόσεχε τον Αχιλλέα μη θερίσει με μαχαίρι το λαιμό του.

Υ 455-62 ο Αχιλλέας χτυπά το Δρύοπα στο σβέρκο πάνω. Αυτός σωριάζεται στα πόδια του, αλλά τον παρατά και καρφώνει στο γόνατο το Δημούχο και, καθώς του κόβει τη φόρα, του δίνει μια με το θεόρατο σπαθί και τον σκοτώνει. Στη συνέχεια ρίχνει από το αμάξι τους δυο αδέρφια, το Λαογόνο και το Δάρδανο,  τον ένα με το κοντάρι και τον άλλο με το σπαθί.

Χ 317-30 γυάλιζε σαν τον Αποσπερίτη το σπαθί του Αχιλλέα που κουνούσε  στο χέρι του μελετώντας το θάνατο του Έκτορα και κοίταζε πού ήταν προτιμότερο να χτυπήσει. Τελικά αποφάσισε να τον χτυπήσει στην κλείδωση που ενώνει το λαιμό με τους ώμους, που ήταν απροστάτευτο από την πανοπλία, εκεί που ο θάνατος πλακώνει μονοστιγμίς. Εκεί χτύπησε και βγήκε ο χαλός από τον τρυφερό του λαιμό, αλλά το λαρύγγι δεν κόπηκε  από το κοντάρι, για να μπορεί να απαντήσει, όταν θα του μιλούσε εκείνος, και σωριάστηκε στη γη.

Δ 530 Θάνατος με κοφτερό σπαθί

 

 

 

Σημείο του σώματος

 

Ν 434-4 Ο Αλκάθος δαμάζεται στα χέρια του Ιδομενέα από τον Ποσειδώνα, ο οποίος του δένει τα γόνατα, του γητεύει τα μάτια, ώστε δεν μπορεί πια να φύγει να γλιτώσει και έτσι τον βρίσκει κατάστηθα το κοντάρι του Ιδομενέα και σπαρταρά, ώσπου να πεθάνει.

Ν 541-4 ο Αινείας σκοτώνει χτυπώντας στο λαιμό τον Καλήτορα.

Ν 560-75 Ο Αδάμαντας, γιος του Άσιου, προσπαθεί να σκοτώσει τον Αντίλοχο, δεν τα καταφέρνει όμως και χώνεται μέσα στο πλήθος να γλιτώσει. Τον παίρνει από πίσω ο Μηριόνης και τον χτυπά ανάμεσα στον αφαλό και στα αχαμνά, εκεί που είναι αφόρητος ο πόνος για τους ανθρώπους.  Αυτός σπαρτάριζε από τους πόνους, ωσότου ο Μηριόνης έβγαλε το κοντάρι και επήλθε ο θάνατος

Ν 576-7 ο Έλενος χτυπά και σκοτώνει το Δήπυρο στα μελίγγια με το σπαθί.

Ν 616-7 ο Μενέλαος χτυπά τον Πείσανδρο στη ρίζα της μύτης

Ν 660-72 Ο Πάρης για εκδίκηση χτυπά το γιο του μάντη Πολύιδου, τον Ευχήνορα, από την Κόρινθο, που του έλεγε συχνά ο πατέρας του ότι θα πεθάνει ή από κακιά αρρώστια στ’ αρχοντικό του ή από πικρή σαΐτα στην Τροία, εκείνος όμως είχε αψηφήσει τα λόγια αυτά, γιατί προτιμούσε να πεθάνει στη μάχη παρά να τυραννιέται από βασανιστική αρρώστια. Το θανατηφόρο χτύπημα τον βρήκε κάτω από το αυτί και το σαγόνι του.

Ξ 449-57 ο Πολυδάμας χτυπά τον Προθήνορα στον ώμο και καμαρώνει για την πράξη του, αν και δεν ξέρει ποιος είναι αυτός που σκότωσε.

Ξ 458-68 πιο πολύ ο θάνατος του Προθήνορα στεναχώρησε τον Αίαντα, γιατί έπεσε δίπλα του νεκρός. Προσπάθησε να σκοτώσει τον Πολυδάμαντα χωρίς όμως να το καταφέρει και πέτυχε κατά λάθος έναν άλλο, Τρώα, γιατί αυτόν σκέφτονταν οι θεοί να σκοτώσουν, τον Αρχέλοχο, γιο του Αντήνορα. Το θανάσιμο χτύπημα τον βρήκε στα δυο νεύρα που ενώνουν το σώμα με το κεφάλι, του τα έκοψε και το κεφάλι έπεσε στη γη πριν από το σώμα.

Ξ 487-505 ο θάνατος του Πρόμαχου στεναχώρησε όλους τους Αχαιούς, κυρίως όμως τον Πηνέλαο , ο οποίος πάει να σκοτώσει τον Ακάμαντα, εκείνος του ξεφεύγει και βρίσκει τον Ιλιονέα κάτω από το φρύδι, στο μάτι. Το κοντάρι μπήχτηκε μέσα στο μάτι και βγήκε από την άλλη άκρη, αλλά αυτό δεν του ήταν αρκετό. Με το σπαθί έκοψε το κεφάλι και πιάνοντας το κοντάρι το σήκωσε σαν παπαρούνα. Καυχήθηκε στη συνέχεια στέλνοντας μήνυμα στη μητέρα και τη γυναίκα του ν’ αρχίσουν το κλάμα, αφού και η γυναίκα του Πρόμαχου δε θα χαρεί τον ερχομό του άνδρα της.

Ξ 516-9 ο Μενέλαος σκοτώνει τον Υπερήνορα στα σπλάχνα και από την ανοιχτή πληγή φεύγει η ψυχή και σκεπάζει τα μάτια του θολό σκοτάδι.

Ο 429-5 ο Έκτορας σημαδεύει τον Αίαντα, αντί γι’ αυτόν όμως πετυχαίνει το Λυκόφρονα — σύντροφο που ο Αίαντας είχε κρατήσει κοντά του, όταν είχε σκοτώσει κάποιον στα Κύθηρα και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του—στο κεφάλι στο αυτί και έπεσε από την πρύμνη του πλοίου, όπου είχε ανεβεί.

Ο 445-51 ο Τεύκρος χτυπά τον Πεισήνορα με τη σαίτα του στο σβέρκο και πέφτει από το άρμα του.

Ο 520-44 ο Μέγης σημαδεύει τον Πολυδάμα, αλλά ο Απόλλωνας δεν άφησε να σκοτωθεί και έτσι πετυχαίνει τον Κροίσμο. Καθώς σκύβει να τον γδύσει σημαδεύεται από το Δόλοπα χωρίς επιτυχία, αλλά και αυτός δεν πετυχαίνει το στόχο του, έως ότου έρχεται ο Μενέλαος και τον χτυπά πισώπλατα και του παίρνουν τα όπλα.

Ο 573-90  Αντίλοχος σκοτώνει το Μελάνιππο χτυπώντας τον στο βυζί και ορμά πάνω  του να του πάρει τα άρματα, όμως στη θέα του Έκτορα το `βαλε στα πόδια.

Π 306-10 όταν σκορπίζουν οι γραμμές της μάχης ο Πάτροκλος σκοτώνει τον Αρήλυκο χτυπώντας τον στη ράχη με το κοντάρι.

Π 311-2 ο Μενέλαος σκοτώνει χτυπώντας στο στήθος το Θόα , καθώς έμεινε γυμνός από την ασπίδα.

Π 313-6  ο Μέγης χτυπά τον Άμφικλο στο μερί, εκεί που είναι πιο σαρκωμένος, του κόβει τα νεύρα και πεθαίνει.

Π 317-22 ο Αντίλοχος χτυπά τον Ατύμνιο στα λαγόνια και τον σκοτώνει

Π 335-41 ο Πηνέλεος και ο Λύκων έριχναν με τα κοντάρια τους ο ένας στον άλλο, χωρίς να πετυχαίνουν το στόχο τους, ωσότου πλησίασαν με τα σπαθιά και ο Πηνέλεος τον χτυπά κάτω από τα’ αυτί και το κεφάλι του κρέμασε, καθώς κρατούσε μόνο το δέρμα

Π 342-4  ο Μηριόνης χτυπά τον Ακάμαντα στο δεξιό ώμο, καθώς εκείνος πηδούσε στο αμάξι του, και τον έριξε στο έδαφος.

Π 345-50 ο Ιδομενέας χτυπά με το κοντάρι στο στόμα τον Ερύμα και ο χαλκός πέρασε από τη ρίζα του μυαλού και βγήκε απέναντι συντρίβοντας τα κόκαλα.  Τα μάτια του γέμισαν αίμα και ξερνούσε αίμα από το ανοιχτό στόμα και τα ρουθούνια.

Π 401-10 ο Πάτροκλος χτυπά το Θέστορα στη δεξιά μασέλα με το κοντάρι, το οποίο πέρασε τα δόντια ως πέρα, και έτσι κρατώντας τον με το κοντάρι τον τράβηξε από το αμάξι, όπου είχε κουλουριαστεί σαστισμένος και του έφυγαν τα λουριά από τα χέρια, και βρήκε έτσι την ευκαιρία να τον χτυπήσει ο Πάτροκλος

Π 411-4 ο Πάτροκλος, καθώς του ορμούσε ο Ευρύαλος, του έριξε κοτρόνα στην κεφαλή και τον έριξε μπρούμυτα στη γη.

Π 463-5 ο Πάτροκλος χτυπά στο κατωκοίλι και σκοτώνει το Θρασύμηλο, ηνίοχο του Σαρπηδόνα.

Π 479-86 ο Πάτροκλος, μετά την αποτυχημένη επίθεση του Σαρπηδόνα, τον χτυπά εκεί που βρίσκεται η καρδιά ζωσμένη απ’ τα άλλα σπλάχνα κι εκείνος πέφτει σα μεγάλο δέντρο μπροστά στ’ αμάξι και τ’ άλογα ξύνοντας με τα νύχια τη γη.

Π 571-80 ο Επειγέας , ο οποίος είχε  σκοτώσει έναν ξάδερφό του στην πατρίδα του έφτασε στη Θέτιδα και στον Πηλέα και τους παρακάλεσε να   τον κρατήσουν ,κι εκείνοι τον έστειλαν στην Τροία με τον Αχιλλέα. Αυτός τώρα σκοτώθηκε από τον Έκτορα που του έριξε μια πέτρα στο κεφάλι και χύθηκε γύρω του ο θάνατος ο ψυχοκαταλύτης.

Π 581-7 Ο Πάτροκλος πικραμένος για το θάνατο του Επειγέα χύνεται μανιασμένος πάνω στους Τρώες και τους Λυκιώτες και με μια πέτρα χτυπά στο σβέρκο και σκοτώνει το Σθενέλαο.

Π 603-4 ο Μηριόνης γύρω από το πτώμα του Βαθυκλή σκοτώνει το Λαογόνο , έναν ιερέα χτυπώντας τον κάτω από τ’ αυτί και το σαγόνι του.

Π 733-43 ο Πάτροκλος αρπάζει και πετά μια πέτρα, που την δέχτηκε ο ηνίοχος του Έκτορα, ο Κεβριόνης, στο μέτωπο: έσπασαν τα κόκαλα, πετάχτηκαν τα μάτια του στο χώμα στα πόδια του μπροστά και ο ίδιος έπεσε στο χώμα.

Ρ 46-52 ο Μενέλαος προσεύχεται στο Δία και χτυπά τον Εύφορβο στο λαρύγγι. Το κοντάρι βγήκε από το λαιμό του και το αίμα λέρωσε τα όμορφα μαλλιά του.

Ρ 304-10 ο Έκτορας σημαδεύει τον Αίαντα, αλλά εκείνος γλιτώνει παρά τρίχα και πετυχαίνει το Σχέδιο στο κλειδοκόκαλο και η μύτη του κονταριού βγήκε από την πλάτη.

Ρ 311-5 ο Αίας σκοτώνει το Φόρκη που στάθηκε μπροστά στον Ιππόθοο. Τον πετυχαίνει στα έντερα κι αυτός σωριάστηκε στη γη και έσφιγγε το χώμα με τις παλάμες.

Ρ  517-20 ο Αυτομέδοντας χτύπησε τον Άρητο και το κοντάρι σκίζοντας τη ζώνη χώθηκε στο κατωκοίλι και πήρε την ορμή του.

Ρ 608-19 ο Έκτορας σημαδεύει τον Ιδομενέα, αλλά σφάλλει η βολή και πετυχαίνει τον ηνίοχο του Μηριόνη, τον Κοίρανο. Το κοντάρι τον βρήκε κάτω από το αυτί και βγήκε από το σαγόνι του ο χαλός του πετά έξω τα δόντια και του έκοψε στη μέση τη γλώσσα και πέφτουν από τα χέρια του τα χαλινάρια.

Υ 381-418 ανδροκτασίες από τον Αχιλλέα, ο οποίος σκοτώνει:

1.  τον Ιφιτίωνα με το κοντάρι στη μέση της κεφαλής, που χωρίζεται στα δύο, και καμαρώνει για το κατόρθωμά του. Εκείνου σκεπάζει τα μάτια η νύχτα, ενώ τα άλογα των Αχαιών τον ξέσκιζαν στις πρώτες γραμμές της μάχης με τις ρόδες τους.

2.  το Δημολέοντα χτυπώντας τον στο κράνος με το κοντάρι, του οποίου η μύτη συντρίβει το κόκαλο του κεφαλιού και γίνονται λιώμα τα μυαλά του

3.  τον Ιπποδάμα, ο οποίος πήδηξε από το αμάξι του να φύγει, τον χτύπησε στην πλάτη κι εκείνος ξεψυχώντας μούγκρισε σαν ταύρος, όταν η ψυχή παράτησε τα κόκαλά του

4.  τον Πολύδωρο, γιο του Πρίαμου, τον οποίο δεν τον άφηνε ο πατέρας του να βγει στη μάχη, καθώς ήταν το τελευταίο παιδί του. Όμως εκείνος ο ανέμυαλος ορμούσε μέσα στους πρώτους, ώσπου τον βρήκε ο Χάρος από το κοντάρι του Αχιλλέα, ο οποίος τον χτύπησε πίσω στη μέση, εκεί που τα χρυσά θηλύκια σφίγγουν τη ζώνη και διπλώνει ο θώρακας σταυρώνοντας. Η μύτη του κονταριού πρόβαλε δίπλα στον αφαλό του, πέφτει στα γόνατα βογκώντας, τον σκεπάζει νέφος θολό και όπως σωριάστηκε κρατούσε τα άντερά του.

Υ 463-72 ο Τρώας πηγαίνει κοντά στον Αχιλλέα, μήπως και του χάριζε τη ζωή, ο άμυαλος, αφού δε σκέφτηκε ότι δεν μπορεί να του αλλάξει το μυαλό, γιατί δεν είχε μπροστά του έναν καλόγνωμο ή  ψυχόπονο άνθρωπο, αλλά ένα θεριό. Όπως του έσφιγγε τα γόνα τα μες στα χέρια του, εκείνος του κάρφωσε το σπαθί στο συκώτι. Το ολόμαυρο αίμα πλημμύριζε τον κόρφο του και νύχτα πυκνή σκέπασε τα δυο του μάτια , καθώς του έφευγε η ζωή.

Υ 472-89  ανδροκτασίες

1.  στη συνέχεια πλησιάζει το Μούλιο, τον οποίο χτυπά με το κοντάρι στο αυτί και η μύτη βγαίνει από την άλλη άκρη.

2.   έπειτα τον Έχεκλο χτυπά με το σπαθί στο κεφάλι. Το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα κι εκείνου τα μάτια σφαλίζει η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος

3.  έπειτα το Δευκαλίωνα χτυπά εκεί που σμίγουν τα νεύρα στον αγκώνα και όπως βάρυνε το χέρι του και απόμεινε θωρώντας το Χάρο εμπρός του, εκείνος τον χτύπησε με το σπαθί στο σβέρκο. Η κεφαλή του πετάχτηκε πέρα, το μυαλό του πετάχτηκε από τα σφοντύλια κι αυτός ξαπλώθηκε στη γη.

4.  έπειτα το Ρίγμο τον χτύπησε στην κοιλιά και σωριάστηκε από το αμάξι του

5.  το σύντροφό του προηγούμενου, τον Αρήθοο, που γυρνούσε τα άλογα τον χτυπά στην πλάτη και τον πετά από το αμάξι.

Φ 114-35 μετά αυτά τα λόγια του Αχιλλέα λύθηκαν τα γόνατα και η καρδιά του Λυκάονα. Παράτησε αμέσως τα γόνατα και το κοντάρι, άπλωσε τα χέρια του και κάθισε. Ο Αχιλλέας γυμνώνοντας το σπαθί του τον χτυπά στο κλειδοκόκαλο, πλάι στο σβέρκο και χώθηκε το σπαθί όλο μέσα του. Αυτός ξαπλώθηκε στο χώμα μπρούμυτα και το αίμα του μούσκευε τη γη. Ο Αχιλλέας τον πιάνει από το πόδι κα τον ρίχνει στο ποτάμι να συντροφέψει τα ψάρια που θα γλείψουν άσπλαχνα τις πληγές του. Η μητέρα του δε θα τον ξαπλώσει σε στρώμα να τον κλάψει, αλλά το ρέμα του Σκάμανδρου θα τον σύρει στη θάλασσα, όπου κάποιο ψάρι θα του φάει το άσπρο ξίγκι. Εύχεται να χαθούν όλοι οι Τρώες, ώσπου να πάρουν το κάστρο της Τροίας αυτοί μπροστά και πίσω αυτός αφανίζοντάς τους. Όσες θυσίες κι αν κάνουν στον ποταμό, δεν πρόκειται να γλιτώσει κανείς, ώσπου να πληρώσουν όλοι βαριά το θάνατο του Πατρόκλου, το θρήνο των Αχαιών, που μόλις έλειψε εκείνος τον σκότωσαν μπροστά στα καράβια.

Φ 177-83 ο Αστεροπαίος, αφού για τρεις φορές απέτυχε να σκοτώσει τον Αχιλλέα, προσπαθεί και για τέταρτη φορά, αλλά τότε εκείνος τον πετυχαίνει στην κοιλιά, κοντά στον αφαλό, χύθηκαν τα σπλάχνα του στη γη και σκέπασε τα μάτια του σκοτάδι, καθώς ξεψυχούσε.

Χ 317-30 γυάλιζε σαν τον Αποσπερίτη το σπαθί του Αχιλλέα που κουνούσε  στο χέρι του μελετώντας το θάνατο του Έκτορα και κοίταζε πού ήταν προτιμότερο να χτυπήσει. Τελικά αποφάσισε να τον χτυπήσει στην κλείδωση που ενώνει το λαιμό με τους ώμους, που ήταν απροστάτευτο από την πανοπλία, εκεί που ο θάνατος πλακώνει μονοστιγμίς. Εκεί χτύπησε και βγήκε ο χαλός από τον τρυφερό του λαιμό, αλλά το λαρύγγι δεν κόπηκε  από το κοντάρι, για να μπορεί να απαντήσει, όταν θα του μιλούσε εκείνος, και σωριάστηκε στη γη.

 

 

 

στην κλείδωση που ενώνει το λαιμό με τους ώμους

στο λαιμό

στον ώμο

στα δυο νεύρα που ενώνουν το σώμα με το κεφάλι

 

στο μάτι και βγήκε από την άλλη άκρη

έκοψε το κεφάλι

στο κεφάλι

 στην κεφαλή

στη δεξιά μασέλα

στη ρίζα της μύτης

στα μελίγγια

στο στόμα

κάτω από τ’ αυτί και το σαγόνι του.

κάτω από το αυτί και το σαγόνι του.

στο μέτωπο κάτω από το αυτί

στο κεφάλι στο αυτί

στο αυτί

κάτω από τα’ αυτί

στη μέση της κεφαλής

στο κεφάλι

στο κράνος

 

στο δεξιό ώμο

πισώπλατα

στο βυζί

στη ράχη

στο στήθος

στην πλάτη

στην πλάτη

Κατάστηθα

 

 

στο σβέρκο

στο σβέρκο

στο σβέρκο

στο λαρύγγι

στο κλειδοκόκαλο

στο κλειδοκόκαλο, πλάι στο σβέρκο

 

 

στο συκώτι.

στο μερί, εκεί που είναι πιο σαρκωμένος

στα λαγόνια

στο κατωκοίλι

εκεί που βρίσκεται η καρδιά ζωσμένη απ’ τα άλλα σπλάχνα

στα έντερα

κατωκοίλι

στα σπλάχνα

εκεί που τα χρυσά θηλύκια σφίγγουν τη ζώνη και διπλώνει ο θώρακας σταυρώνοντας

στην κοιλιά

στην κοιλιά, κοντά στον αφαλό

ανάμεσα στον αφαλό και στα αχαμνά

 

Ο φόβος του θανάτου

Π 278-3 όταν οι Τρώες αντιλαμβάνονται την παρουσία του Πατρόκλου στη μάχη, καταλαμβάνονται από τρομάρα, διαλύουν τους λόχους και προσπαθούν με κάθε τρόπο να ξεφύγουν από το Χάρο.

Ρ 238-44 ο Αίαντας βλέποντας τους Τρώες να πλησιάζουν λέει ότι δε φοβάται πια τόσο για το σώμα του Πατρόκλου (είναι σίγουρος ότι θα το πάρουν οι Τρώες και θα το ρίξουν στα σκυλιά), αλλά για το δικό του το κεφάλι, γι’ αυτό ζητά από το Μενέλαο να καλέσουν και άλλους να τους βοηθήσουν.

Φ 27-33 ο Αχιλλέας όταν κουράστηκε να σκοτώνει διάλεξε απ’ όσους ζούσαν 12 νέους στο ποτάμι για να τους σφάξει ως εκδίκηση για το θάνατο του Πάτροκλου. Τους τράβηξε σαστισμένους σαν ελαφόπουλα στην όχθη και έδεσε πίσω τα χέρια τους  και τους έδωσε στους συντρόφους του να τους πάνε στα καράβια, ενώ ο ίδιος ρίχτηκε πάλι στους Τρώες λαχταρώντας το φόνο.

Φ 34-63 το γιο του Πρίαμου Λυκάονα, που τον είχε πιάσει παλιότερα και τον είχε πουλήσει στη Λήμνο, αλλά αυτή ήταν η δωδέκατη μέρα που είχε επιστρέψει, κάποιος θεός τον ξανάριξε στα χέρια του και ήρθε η στιγμή που εκείνος θα τον έστελνε με το ζόρι στον Άδη. Όταν ο Αχιλλέας τον είδε γυμνό να τρέχει, γιατί είχε πετάξει τα όπλα του, για να μπορεί να τρέχει ευκολότερα  και ο ιδρώτας τον έπνιγε και η κούραση του λύγιζε τα γόνατα, έμεινε έκθαμβος, δεν πίστευε στα μάτια του και θύμωσε, αφού αυτοί που μέχρι τώρα είχε σκοτώσει ανασταίνονταν, να ξαναβγούν από τον Κάτω Κόσμο. Αποφασίζει λοιπόν να τον σκοτώσει, για να διαπιστώσει αν ξανάρθει από εκεί κάτω ή η ζωοδότρα γη τον κρατήσει στα σπλάχνα της, που και τον πιο αντρειωμένο μέσα της κρατά και δεν τοναφήνει.

Φ 64-96 ο Αχιλλέας περιμένει το Λυκάονα κι εκείνος σαστισμένος πλησιάζει να πιάσει τα γόνατά του ποθώντας πάνω απ’ όλα να γλιτώσει το μαύρο θάνατο και την παντέρμη μοίρα. Όπως ο Αχιλλέας σήκωσε το κοντάρι να τον χτυπήσει, εκείνος έτρεξε και αρπάζει τα γόνατά του σκυφτός κι έτσι το κοντάρι έπεσε στη γη, κι ας λαχτάριζε να χορτάσει με σάρκα. Τότε ο ικέτης με το ένα χέρι του έπιασε τα γόνατα  και με το άλλο το κοντάρι και αξίωσε να τον σπλαχνιστεί, επειδή τον παρακαλούσε ως ικέτης. Συνειδητοποιεί ότι θα τον εχθρεύεται ο Δίας, για να τον ξαναρίξει, αφού έχει περάσει τόσα, για δεύτερη φορά στα χέρια του Αχιλλέα. Είναι γιος του Πριάμου από τη Λαοθόη. Τον άλλο γιο της και αδερφό του ο Λυκάονας ξέρει (;) ότι τον σκότωσε ο Αχιλλέας και ανάλογη μοίρα περιμένει και τον ίδιο, αφού δεν ελπίζει, αφού η μοίρα τον έριξε  στα χέρια του, ότι θα γλιτώσει. Ως τελευταίο επιχείρημα σκέφτεται ότι δε βγήκε από την ίδια κοιλιά με τον Έκτορα που του σκότωσε τον αγαπημένο του σύντροφο.

Χ 123-30 ο Έκτορας αναρωτιέται γιατί να σκέφτεται τη λύση των διαπραγματεύσεων φοβούμενος μήπως πηγαίνοντας εκείνος δε νιώσει σπλαχνιά και τον ξεκάνει ξαρμάτωτο, όπως θα είναι, χωρίς τα άρματά του σα μια γυναίκα. Δεν είναι  όμως καιρός να στήνουν κουβέντα σα νεαρός με κοπέλα. Είναι καλύτερα ν’ αρχίσουν τη μονομαχία, για να δουν σε ποιον θα χαρίσει τη νίκη ο Δίας.

Χ 239-46 η Αθηνά με τη μορφή του Δηίφοβου λέει στον Έκτορα ότι βγήκε να πολεμήσει μαζί του με τον Αχιλλέα για να δουν αν θα σκοτώσει τους δυο τους και θα φέρει τα αιματωμένα άρματά τους στα καράβια ή θα πέσει πρώτος από το κοντάρι του, αν και έπεσαν στα γόνατά του ο πατέρας, η μητέρα τους και οι σύντροφοί του κλαίγοντας  στα γόνατά του να τον εμποδίσουν, επειδή τους είχε πιάσει ανείπωτος τρόμος.

Χ 365-6 ο Αχιλλέας αδιαφορεί για την προφητεία του Έκτορα: ας πεθάνει εκείνος και ο δικός του ο θάνατος καλώς να  έρθει να τον ανταμώσει, όταν του ορίσει ο Δίας και οι άλλοι αθάνατοι θεοί..

Ω 352-7 ο κήρυκας βλέποντας το μεταμορφωμένο σε νέο, Ερμή φοβάται ότι θα τους κάνει κομμάτια και προτείνει στον Πρίαμο να καβαλήσουν τα άλογα και να τραπούν σε φυγή ή να του πιάσουν τα γόνατα, μήπως τους λυπηθεί.

Ω 380-5 ο μεταμορφωμένος Ερμής ρωτά τον Πρίαμο αν βγάζει έξω από τη χώρα την περιουσία του να τη γλιτώσει από τον πόλεμο ή  φεύγουν και οι ίδιοι από φόβο που έχασαν τον πιο ανδρειωμένο του γιο, που δεν τον ξεπερνούσε κανένας Αχαιός στην ανδρεία.

 

Η φρίκη του θανάτου

Θ 64-5 εικόνα της φρίκης του πολέμου: καυχησιές από τη μια και γόοι από τη άλλη αυτών που έσφαζαν και αυτών που σφάζονταν και πλημμύριζε η γη με αίμα.

Κ 198-201 οι Αχαιοί πηγαίνουν και κάθονται πέρα από το χαντάκι σε μέρος ανοιχτό, όπου δεν υπάρχουν κουφάρια νεκρών τη νύχτα που κρυφά από τους Τρώες κάνουν συνέλευση

Κ 469 Διομήδης και Οδυσσέας προχωρούν να φτάσουν στο στρατόπεδο των Θρακών μέσα από άρματα και μαύρα αίματα.

Η 423-36 με τις πρώτες ακτίνες του ήλιου Αχαιοί και Τρώες συναντιούνται στον κάμπο. Δεν ήταν όμως εύκολο να ξεχωρίσουν ο Τρώες τους νεκρούς, γι’ αυτό τους πλένουν προηγουμένως με νερό να φύγουν τα πηγμένα αίματα και στη συνέχεια τους φορτώνουν στα αμάξια χύνοντας μαύρα δάκρυα, αλλά ο Πρίαμος δεν τους αφήνει να κλαίνε και εκείνοι συνεχίζουν το θλιβερό τους καθήκον σιωπηλοί. Τους καίνε και επιστρέφουν στην Τροία.

 Οι Αχαιοί πάλι σωριάζουν τους νεκρούς στην πυρά και επιστρέφουν στα πλοία. Την επομένη μόλις χάραζε η μέρα διαλεγμένοι Αχαιοί υψώνουν γύρω από την πυρά κοινό μνημείο για όλους μαζί συγκεντρώνοντας χώμα από τον κάμπο.

Κ 483-4 με τη δύναμη της θεάς Αθηνάς ο Διομήδης  σφάζει 12 Θράκες με το σπαθί του και η γη κοκκινίζει από το αίμα. Στη συνέχεια ο Οδυσσέας μυαλωμένος σέρνει έναν έναν νεκρό από το πόδι και τον τραβά πέρα, για να κάνει χώρο να περάσουν τα άλογα που σκοπεύουν να κλέψουν σε λίγο από τους Θράκες.

Λ 533-6 το άρμα του Έκτορα, καθώς περνά μέσα από τους νεκρούς, τους πατά, ενώ οι κύκλοι του αμαξιού βάφονται από το αίμα, από τις στάλες που ξεπέταγαν τα νύχια των αλόγων και οι ρόδες.

Μ 430-2 η μάχη στο τείχος είναι σκληρή και το αίμα και των Αχαιών και των Τρώων ραντίζει τους πύργους και τα μπροστήθια.

Ξ 458-68 πιο πολύ ο θάνατος του Προθήνορα στεναχώρησε τον Αίαντα, γιατί έπεσε δίπλα του νεκρός. Προσπάθησε να σκοτώσει τον Πολυδάμαντα χωρίς όμως να το καταφέρει και πέτυχε κατά λάθος έναν άλλο, Τρώα, γιατί αυτόν σκέφτονταν οι θεοί να σκοτώσουν, τον Αρχέλοχο, γιο του Αντήνορα. Το θανάσιμο χτύπημα τον βρήκε στα δυο νεύρα που ενώνουν ο σώμα με το κεφάλι, του τα έκοψε και το κεφάλι έπεσε στη γη πριν από το σώμα.

Ξ 487-505 ο θάνατος του Πρόμαχου στεναχώρησε όλους τους Αχαιούς, κυρίως όμως τον Πηνέλαο, ο οποίος πάει να σκοτώσει τον Ακάμαντα, εκείνος του ξεφεύγει και βρίσκει τον Ιλιονέα κάτω από το φρύδι, στο μάτι. Το κοντάρι μπήχτηκε μέσα στο μάτι και βγήκε από την άλλη άκρη, αλλά αυτό δεν του ήταν αρκετό. Με το σπαθί έκοψε το κεφάλι και πιάνοντας το κοντάρι το σήκωσε σαν παπαρούνα.

Π 330-4  ο Αίας του Οϊλέα, καθώς σκοντάφτει και πέφτει μπρούμυτα ο Κλεόβουλος, βρίσκει την ευκαιρία να  τον χτυπήσει με το σπαθί στο σβέρκο, το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα, και εκείνου τα μάτια του τα σφαλίζει η Μοίρα η παντοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος.

Π 335-41 ο Πηνέλεος και ο Λύκων έριχναν με τα κοντάρια τους ο ένας στον άλλο, χωρίς να πετυχαίνουν το στόχο τους, ωσότου πλησίασαν με τα σπαθιά και ο Πηνέλεος τον χτυπά κάτω από τα’ αυτί και το κεφάλι του κρέμασε, καθώς κρατούσε μόνο το δέρμα

Π 345-50 ο Ιδομενέας χτυπά με το κοντάρι στο στόμα τον Ερύμα και ο χαλκός πέρασε από τη ρίζα του μυαλού και βγήκε απέναντι συντρίβοντας τα κόκαλα.  Τα μάτια του γέμισαν αίμα και ξερνούσε αίμα από το ανοιχτό στόμα και τα ρουθούνια.

Π 401-10 ο Πάτροκλος χτυπά το Θέστορα στη δεξιά μασέλα με το κοντάρι, το οποίο πέρασε τα δόντια ως πέρα, και έτσι κρατώντας τον με το κοντάρι τον τράβηξε από το αμάξι, όπου είχε κουλουριαστεί σαστισμένος και του έφυγαν τα λουριά από τα χέρια, και βρήκε έτσι την ευκαιρία να τον χτυπήσει ο Πάτροκλος

Π 502-5 ο Πάτροκλος  πατώντας το στήθος του Σαρπηδόνα τραβά το κοντάρι και ξεχύνονται τα σπλάχνα του και ξεριζώνει την ψυχή του.

Π 638-41 Κανείς απ’ όσους γνώριζαν το Σαρπηδόνα δε θα μπορούσε να τον γνωρίσει, καθώς τον σκέπαζαν από την κορφή ως τα ακρόποδα αίματα και σκόνες και κοντάρια και γύρω στο πτώμα του πύκνωναν σαν τις μύγες.

Π 733-43 ο Πάτροκλος αρπάζει και πετά μια πέτρα, που την δέχτηκε ο ηνίοχος του Έκτορα, ο Κεβριόνης, στο μέτωπο: έσπασαν τα κόκαλα, πετάχτηκαν τα μάτια του στο χώμα στα πόδια του μπροστά και ο ίδιος έπεσε στο χώμα.

Π 862-5 ο Έκτορας πατά το πτώμα του Πατρόκλου για να τραβήξει το κοντάρι του και τον σπρώχνει ανάσκελα.

Ρ 46-52 ο Μενέλαος προσεύχεται στο Δία και χτυπά τον Εύφορβο στο λαρύγγι. Το κοντάρι βγήκε από το λαιμό του και το αίμα λέρωσε τα όμορφα μαλλιά του.

Ρ 125-31 όταν φτάνουν ο Μενέλαος με τον Αίαντα κοντά στο νεκρό, ο Έκτορας σέρνει το νεκρό να κόψει το κεφάλι του και να πετάξει το σώμα του στα σκυλιά, με την εμφάνισή τους όμως δεν προλαβαίνει και τρέπεται σε φυγή.

Ρ 289-303 ο Ιππόθοος σέρνει με λουρί από τους αστραγάλους τον Πάτροκλο, αλλά τον χτυπά με το κοντάρι ο Αίας του Τελαμώνα στο κεφάλι και πετάγονται τα μυαλά του στη δέση του κονταριού, παρατά τον Πάτροκλο και ο ίδιος σωριάζεται δίπλα στο νεκρό.

Ρ 540-2 μετά το γδύσιμο ο Αυτομέδοντας ανεβάζει στ’ αμάξι τα ματωμένα κούρσα και ανεβαίνει και ο ίδιος γεμάτος αίματα στα χέρια και στα πόδια.

Ρ 608-19 ο Έκτορας σημαδεύει τον Ιδομενέα, αλλά σφάλλει η βολή και πετυχαίνει τον ηνίοχο του Μηριόνη, τον Κοίρανο. Το κοντάρι τον βρήκε κάτω από το αυτί και βγήκε από το σαγόνι του ο χαλός του πετά έξω τα δόντια και του έκοψε στη μέση τη γλώσσα και πέφτουν από τα χέρια του τα χαλινάρια.

Υ 381-418 ανδροκτασίες από τον Αχιλλέα, ο οποίος σκοτώνει:

1.  τον Ιφιτίωνα με το κοντάρι στη μέση της κεφαλής, που χωρίζεται στα δύο, και καμαρώνει για το κατόρθωμά του. Εκείνου σκεπάζει τα μάτια η νύχτα, ενώ τα άλογα των Αχαιών τον ξέσκιζαν στις πρώτες γραμμές της μάχης με τις ρόδες τους.

2.  το Δημολέοντα χτυπώντας τον στο κράνος με το κοντάρι, του οποίου η μύτη συντρίβει το κόκαλο του κεφαλιού και γίνονται λιώμα τα μυαλά του

3.  τον Ιπποδάμα, ο οποίος πήδηξε από το αμάξι του να φύγει, τον χτύπησε στην πλάτη κι εκείνος ξεψυχώντας μούγκρισε σαν ταύρος, όταν η ψυχή παράτησε τα κόκαλά του

4.  τον Πολύδωρο, γιο του Πρίαμου, τον οποίο τον βρήκε ο Χάρος από το κοντάρι του Αχιλλέα, ο οποίος τον χτύπησε πίσω στη μέση, εκεί που τα χρυσά θηλύκια σφίγγουν τη ζώνη και διπλώνει ο θώρακας σταυρώνοντας. Η μύτη του κονταριού πρόβαλε δίπλα στον αφαλό του, πέφτει στα γόνατα βογκώντας, τον σκεπάζει νέφος θολό και όπως σωριάστηκε κρατούσε τα άντερά του.

Υ 472-89  ανδροκτασίες

1.  στη συνέχεια πλησιάζει το Μούλιο, τον οποίο χτυπά με το κοντάρι στο αυτί και η μύτη βγαίνει από την άλλη άκρη.

2.   έπειτα τον Έχεκλο χτυπά με το σπαθί στο κεφάλι. Το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα κι εκείνου τα μάτια σφαλίζει η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος

3.  έπειτα το Δευκαλίωνα χτυπά εκεί που σμίγουν τα νεύρα στον αγκώνα και όπως βάρυνε το χέρι του και απόμεινε θωρώντας το Χάρο εμπρός του, εκείνος τον χτύπησε με το σπαθί στο σβέρκο. Η κεφαλή του πετάχτηκε πέρα, το μυαλό του πετάχτηκε από τα σφοντύλια κι αυτός ξαπλώθηκε στη γη.

4.  έπειτα το Ρίγμο τον χτύπησε στην κοιλιά και σωριάστηκε από το αμάξι του

5.  το σύντροφό του προηγούμενου, τον Αρήθοο, που γυρνούσε τα άλογα τον χτυπά στην πλάτη και τον πετά από το αμάξι.

Υ 493-4 ο Αχιλλέας σα θεός χιμούσε πατώντας στα κουφάρια και έπλεε η γη στο αίμα.

Υ 498-503 τα άλογα του Αχιλλέα πατούσαν ασπίδες και νεκρούς  και από κάτω ο άξονας βαφόταν από το αίμα και οι γύροι του αμαξιού από τις στάλες που πετούσαν τα νύχια των αλόγων και οι ρόδες. Όμως ο Αχιλλέας αδιάκοπα διψούσε για άλλη τρανή δόξα και ο λύθρος μόλυνε τα χέρια του.

Φ 20-1 ο Αχιλλέας χτυπούσε δεξιά αριστερά και έσκουζαν εκείνοι όπως το σπαθί του έπεφτε πάνω τους και βαφόταν το ποτάμι από το αίμα.

Φ 114-35 μετά αυτά τα λόγια του Αχιλλέα λύθηκαν τα γόνατα και η καρδιά του Λυκάονα. Παράτησε αμέσως τα γόνατα και το κοντάρι, άπλωσε τα χέρια του και κάθισε. Ο Αχιλλέας γυμνώνοντας το σπαθί του τον χτυπά στο κλειδοκόκαλο, πλάι στο σβέρκο και χώθηκε το σπαθί όλο μέσα του. Αυτός ξαπλώθηκε στο χώμα μπρούμυτα και το αίμα του μούσκευε τη γη. Ο Αχιλλέας τον πιάνει από το πόδι και τον ρίχνει στο ποτάμι να συντροφέψει τα ψάρια που θα γλείψουν άσπλαχνα τις πληγές του

Φ 200-4 ο Αχιλλέας παρατά τον Αστεροπαίο νεκρό ξαπλωμένο στην άμμο, ενώ τα ψάρια τον γυρόφερναν για να φάνε το ξίγκι του δίπλα στα νεφρά.

Φ 209-21 ο Αχιλλέας σκοτώνει 7 στη σειρά (αναφέρονται μόνο τα ονόματά τους) και θα σκότωνε και άλλους, αν δεν του έλεγε  ο ποταμός να σταματήσει, γιατί είχε σαστίσει, ή να πάει μακριά στον κάμπο να διώξει τους Τρώες και να τους σκοτώνει, αν ο Δίας του επέτρεψε να τους σκοτώσει όλους, γιατί τα κουφάρια τού φράζουν το ρέμα του και δεν μπορεί να χύσει στη θάλασσα τα νερά του.

Φ 233-6 ο Αχιλλέας μπαίνει στον ποταμό κι εκείνος ορμά πάνω του με λύσσα αναταράζοντας τα νερά του και σπρώχνει τους νεκρούς που αμέτρητοι στοιβάζονται στο ρέμα.

Φ 301-2 από τα πτώματα που υπήρχαν ήταν γεμάτος ο κάμπος και ο Αχιλλέας αναγκαζόταν να πηδά πάνω στα πτώματα.

Φ343-4 από τη φωτιά που ανάβει ο Ήφαιστος στον κάμπο καίγονται οι νεκροί που είχε σκοτώσει ο Αχιλλέας.

Φ 609-11 οι Τρώες επωφελούμενοι από το κυνηγητό που κάνει ο Αχιλλέας του Απόλλωνα-Αγήνορα τρέχουν να μπουν στο κάστρο, χωρίς να περιμένουν να δουν ποιος γλίτωσε και ποιος χάθηκε στον πόλεμο, παρά βιαστικά  έμπαιναν μέσα στο κάστρο, όσους γλίτωναν τα γόνατα και τα γοργά τους πόδια.

Χ 317-30 γυάλιζε σαν τον Αποσπερίτη το σπαθί του Αχιλλέα που κουνούσε  στο χέρι του μελετώντας το θάνατο του Έκτορα και κοίταζε πού ήταν προτιμότερο να χτυπήσει. Τελικά αποφάσισε να τον χτυπήσει στην κλείδωση που ενώνει το λαιμό με τους ώμους, που ήταν απροστάτευτο από την πανοπλία, εκεί που ο θάνατος πλακώνει μονοστιγμίς. Εκεί χτύπησε και βγήκε ο χαλός από τον τρυφερό του λαιμό, αλλά το λαρύγγι δεν κόπηκε  από το κοντάρι, για να μπορεί να απαντήσει, όταν θα του μιλούσε εκείνος, και σωριάστηκε στη γη.

Χ 346-54 ο Αχιλλέας λέει ότι όσο τον σπρώχνει η λύσσα του να κόψει και να φάει ωμές τις σάρκες του για αυτά που του έχει κάνει, άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι κανείς δε θα διώξει  από το κεφάλι του τους σκύλους, κι αν ακόμα του έφερναν την ξαγορά του σε λύτρα  δέκα ή είκοσι φορές και να του έταζαν κι άλλα. Κι αν ακόμα του έλεγε ο πατέρας του να του δώσει χρυσάφι του βάρους του, και πάλι η μάνα του δε θα τον βάλει στο στρώμα του να τον μοιρολογήσει, αλλά θα τον φάνε ολάκερο οι σκύλοι και οι γύπες.

Χ 395-404 ο Αχιλλέας κάνει ανάρμοστα πράγματα: τρυπά τα νεύρα των ποδιών του Έκτορα  από τις φτέρνες ως τους αστράγαλους, πέρασε από μέσα λουριά βοδιού και τα έδεσε στ’ αμάξι αφήνοντας να σέρνεται η κεφαλή του. Στη συνέχεια ανεβαίνει στο αμάξι, φορτώνει τ’ άρματα και δίνει βιτσιά στ’ άλογα, που ξεκινούν πρόθυμα. Η σκόνη φουντώνει, καθώς σέρνεται ο Πάτροκλος, τα μαλλιά του σκόρπισαν, το κεφάλι του βουλούσε στον κουρνιαχτό, που τώρα ο Δίας άφησε να το ντροπιάσουν άπρεπα στο γονικό του χώμα.

 

 

 

Προτίμηση θανάτου αντί άλλου

Ο θάνατος είναι προτιμότερος :

για την ομορφιά μιας γυναίκας

Γ156-7 ο Πρίαμος βλέποντας την Ελένη στον πύργο της Τροίας, απ’ όπου πρόκειται να παρακολουθήσουν τη μονομαχία Πάρη-Μενέλαου  εκτιμώντας την ομορφιά της λέει ότι δεν είναι κρίμα αν βασανίζονται για μια τέτοια γυναίκα καιρούς και χρόνους οι Τρώες με τους Αχαιούς.

 

από τη στέρηση της συζυγικής αγάπης

Ζ 407-13 η Ανδρομάχη λέει στον Έκτορα:

«Απ’ την ορμή την ίδια σου, άμοιρε, θα βρεις το θάνατό σου,

και το μωρό σου δε σπλαχνίζεσαι κι ουδέ τη μαύρη εμένα,

που γρήγορα θα μείνω χήρα σου τι ευθύς οι Αργίτες όλοι

θα σε σκοτώσουνε χιμίζοντας. Μ’ αν είναι να σε χάσω,

ν’ ανοίξει η γη να μπω καλύτερα χίλιες φορές, τι πια άλλη

δε θα `χω ζεστασιά, αν μου πέθαινες, τρανούς μονάχα θα `χω

καημούς κι ουδέ καν ζουν ο κύρης μου κι η σεβαστή μου μάνα

 

για τους φίλους

Σ 128-9 η Θέτιδα δεν κάνει καμιά προσπάθεια να τον εμποδίσει λέγοντας ότι είναι καλό να γλιτώσεις τους φίλους σου που απόκαμαν, από το μαύρο χαμό, και προσφέρεται να ζητήσει καινούρια πανοπλία από το Δία.

 

για εκδίκηση

Σ 79-93 ο Αχιλλέας απαντά στη μητέρα του ότι αν και ο Δίας έχει ικανοποιήσει το θέλημά του, αυτό δεν έχει καμιά αξία πια, αφού σκοτώθηκε  ο πιο στενός του φίλος, ο Πάτροκλος από τον Έκτορα, ο οποίος μάλιστα πήρε τα όπλα του. Αυτό θα προσθέσει καημό και σε εκείνη που δε θα δεχτεί το γιο της στο πατρικό του να τον καλωσορίσει, αφού δε θα `θελε να ζει στον κόσμο, αν δεν σκοτώσει τον Έκτορα, για να εκδικηθεί το θάνατο του Πατρόκλου.

Σ 98-104  ο Αχιλλέας αδιαφορεί για την αποκάλυψη της μητέρας του: να τον βρει αμέσως ο θάνατος, αφού δεν μπόρεσε να γλιτώσει το φίλο του και δεν ήταν κοντά να τον βοηθήσει όταν τον χρειαζόταν ούτε και τους άλλους Αχαιούς που σκοτώθηκαν πολλοί από τον Έκτορα. Νιώθει τον εαυτό του άχρηστο, φόρτωμα της γης.

Σ 114-25 δηλώνει αποφασιστικά ότι θα πάει να βρει τον Έκτορα που του σκότωσε το πιο ακριβό κεφάλι. Κι όσο για το θάνατο καλώς να `ρθει την ώρα που θα ορίσει ο Δίας και ο άλλοι αθάνατοι θεοί. Ούτως ή άλλως κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει του Χάρου, ούτε ο Ηρακλής που τον αγάπησε ιδιαίτερα ο Δίας. Έτσι κι εκείνος είναι πρόθυμος να υποταχθεί στη μοίρα του. Πιο πριν όμως θα κάνει τις γυναίκες της Τροίας να στήσουν πικρό μοιρολόγι σκουπίζοντας διπλοπάλαμα τα κλάματα από τα απαλά τους μάγουλα. Γι αυτό ζητά από τη μητέρα του να μην προσπαθήσει να τον εμποδίσει.

Τ 420-3 ο Αχιλλέας απαντώντας στ’ άλογα λέει ότι γνωρίζει ότι θα πεθάνει στην Τροία μακριά από τον πατέρα και τη μητέρα του, ωστόσο δε σταματά τη μάχη αν δε χορτάσει στριμώχνοντας τους Τρώες στον πόλεμο.

Ο 113-8 ο Άρης, όταν μαθαίνει το θάνατο του γιου του, χτυπά με τα χέρια του τα μεριά του και δηλώνει ότι θα παραβεί την εντολή του Δία, προκειμένου να εκδικηθεί το θάνατο του γιου του, κι ας τον χτυπήσει με αστροπελέκι ο Δίας.

.

Για  τη διάσωση του νεκρού

Ρ 415-9 η μάχη συνεχίζεται αδιάκοπα, γιατί οι Αχαιοί θεωρούν ντροπή τους ν’ αφήσουν το νεκρό να τον τραβήξουν στην Τροία οι Τρώες και προτιμούν καλύτερα χίλιες φορές ν’ άνοιγε η γη και να τους κατάπινε. 

Ρ421-2 αλλά και οι Τρώες φωνάζουν να μείνουν γύρω από το νεκρό να πολεμήσουν, ακόμα κι αν είναι γραφτό τους να σκοτωθούν.

Ω 223-7 ο Πρίαμος δεν κάμπτεται από τα λόγια της Εκάβης, αφού θεός τού παράγγειλε να πάει στον Αχιλλέα. Αλλά κι έτσι να μην ήταν, αυτός θα προτιμούσε  να σκοτωθεί, φτάνει να έπαιρνε το γιο του στην αγκαλιά του, και την ίδια στιγμή ας τον σκότωνε ο Αχιλλέας, αφού θα χόρταινε το θρήνο.

 

Από ντροπή και συναίσθηση ευθύνης – αναγνώριση του λάθους

Z 344-8  Η Ελένη εύχεται να την είχε σηκώσει ανεμορούφουλας τη μέρα που γεννήθηκε παρά να συμβούν όσα συνέβησαν.

Χ 104-10 ο Έκτορας αναγνωρίζει ότι χάλασε πολύ στρατό με το φταίξιμό του και φοβάται ότι κάτι τέτοιο θα πουν οι Τρώες και οι Τρωαδίτισσες. Θα προτιμούσε, για να μην ακούσει κάτι τέτοιο, ή να σκοτώσει τον Αχιλλέα ή και να πέσει από τα χέρια του σαν άντρας μπρος στο κάστρο

 

για την πατρίδα

Ο 495-99 ο Έκτορας προτρέπει τους Τρώες να πολεμούν με ανδρεία κι ας πέσουν νεκροί , γιατί αξίζει να πεθάνει κανείς για το πατρικό του χώμα, κι όταν φύγουν οι Αχαιοί θα έχει μείνει απείραχτη η περιουσία και η οικογένειά του.

 

για να μη δει την καταστροφή της πατρίδας

 Ω 244-6 ο Πρίαμος εύχεται να βρίσκεται στον Άδη, παρά να δει το κάστρο να κουρσεύεται και να πατιέται απ’ άκρη σ’ άκρη.

 

Προτίμηση του θανάτου του ανάξιου και όχι του άξιου

Ω 248-64 ο Πρίαμος φωνάζει 9 γιους του και τους βρίζει που δεν πιάνουν να φορτώσουν τα λύτρα στο κάρο για να ξεκινήσουν επιτέλους.. Θα προτιμούσε να είχαν σκοτωθεί αυτοί αντί τον Έκτορα, αφού νοιάζονται μόνο για χορούς, ψευτιές και κλεψιές. Θρηνολογεί τη μοίρα του που είχε τους πιο ανδρειωμένους γιους μέσα στην Τροία και δεν του απόμεινε ένας, παρά αυτοί οι ανεπρόκοποι.

 

Μπροστά στο μάταιο αγώνα

Ο 511-3 κι ο Αίας με τη σειρά του προτρέποντας τους Αχαιούς λέει πως είναι προτιμότερο μια και έξω να διαλέξουν ζωή ή θάνατο παρά να βασανίζονται χρόνια πολλά κοντά στα καράβια από ασθενέστερούς τους.

Ο 553-8 ο Έκτορας προσπαθεί να φιλοτιμήσει το Μελάνιππο να πολεμήσει γενναία και από κοντά τους Αχαιούς που σκότωσαν τον ξάδερφό τους και του πήραν τα άρματα, αφού  δεν είναι ανεχτό πια να πολεμούν από μακριά: ή να τους σφάξουν ή εκείνοι να γκρεμίσουν την Τροία και να σφάξουν το λαό της.

Ο 561-4 ο Αίας προσπαθώντας κι αυτός να φιλοτιμήσει τους Αχαιούς τους  προτρέπει να έχουν ντροπή μεταξύ τους για να συναγωνίζονται στην ανδρεία , κι αυτοί είναι τελικά που γλιτώνουν ενώ όσοι δειλιάζουν ούτε δοξάζονται και γλιτωμό Δε βρίσκουν.

 

 

Ο θάνατος μακριά από την πατρίδα

Β161 οι Αργίτες χάθηκαν πολλοί μακριά από τον τόπο τους

Ε 685-88 ο Σαρπηδόνας παρακαλεί τον Έκτορα που ξαφνικά βλέπει μπροστά του να τον βοηθήσει να τον πάει ως το κάστρο της Τροίας, και δεν τον νοιάζει πια εκεί να πεθάνει, αφού δεν του ήταν γραφτό να γυρίσει στην πατρίδα του, φτάνει να μην κείτεται εκεί κούρσος στους Αργίτες

Θ 465-7 η Ήρα ανησυχεί για μια ακόμα φορά για τους Αχαιούς που θα χαθούν μακριά από την πατρίδα τους.

Π 495-500 ο Σαρπηδόνας ξεψυχώντας ζητά από το Γλαύκο να ξεσηκώσει όλους τους Λυκιώτες να έρθουν να πολεμήσουν γύρω από το πτώμα του, και κυρίως ο Γλαύκος, διαφορετικά θα του γίνει καθημερινή ντροπή και καταφρόνια, αν αφήσει να τον γδύσουν οι Αχαιοί, αφού είχε την ατυχία να πέσει κοντά στα καράβια.

Ρ 289-303 ο Ιππόθοος σέρνει με λουρί από τους αστραγάλους τον Πάτροκλο, αλλά τον χτυπά με το κοντάρι ο Αίας του Τελαμώνα στο κεφάλι και πετάγονται τα μυαλά του στη δέση του κονταριού, παρατά τον Πάτροκλο και ο ίδιος σωριάζεται δίπλα στο νεκρό. Δεν ήταν γραφτό του να γυρίσει στην πατρίδα του, τη Λάρισα, και να δει τους γονείς του στα γηρατειά τους, αλλά έγινε λιγόχρονος εξαιτίας του Αίαντα.

Σ 328-40 ο Αχιλλέας θρηνώντας τον Πάτροκλο λέει ότι είναι γραφτό να βάψουν κόκκινη τη γη στην Τροία και οι δυο τους  και δεν του μέλλεται να γυρίσει πίσω στο σπίτι τους και να τον δεχτεί ο Πηλέας και η Θέτιδα, αλλά τον περιμένει εκεί ο θάνατος. Αφού είναι όμως γραφτό να μπει στη γη μετά τον Πάτροκλο, δε θα τον θάψει πριν του φέρει τα άρματα και το κεφάλι του Έκτορα και ακόμη 12 Τρωόπουλα για τη νεκρική πυρά του, αφού τόσο του έχει φρενιάσει τα σπλάχνα ο χαμός του Στο μεταξύ γύρω από τον Πάτροκλο θα κλαίνε γυναίκες της τρωάδας και της Δαρδανίας μουσκεμένες στα κλάματα νύχτα μέρα, αυτές που αιχμαλώτισαν οι δυο τους.

Σ 440-1 η Θέτιδα λέει στον Ήφαιστο ότι γέννησε και ανάστησε τον Αχιλλέα, όμως δε θα τον δει να γυρίσει στο πατρικό του σπίτι να τον καλωσορίσει.

Τ 420-3 ο Αχιλλέας απαντώντας στ’ άλογα λέει ότι γνωρίζει ότι θα πεθάνει στην Τροία μακριά από τον πατέρα και τη μητέρα του, ωστόσο δε σταματά τη μάχη αν δε χορτάσει στριμώχνοντας τους Τρώες στον πόλεμο.

Ω 83-6 η Ίριδα σταλμένη από το Δία βρίσκει τη Θέτιδα στη βαθιά σπηλιά της θάλασσας ανάμεσα στις αδερφές της να κλαίει το γιο της που η μοίρα του έγραψε να πεθάνει στην Τροία μακριά από την πατρίδα του.

 

 

Χαρακτηριστικά του θανάτου

Ιούλ 200916


Τα επίθετα που χαρακτηρίζουν το θάνατο φανερώνουν την απέχθεια των ανθρώπων γι’ αυτόν και εκφράζουν την άποψή τους ότι ταυτίζεται με τη μοίρα του ανθρώπου.

Β [i] Οι δυνάμεις που ευθύνονται για το θάνατο του ανθρώπου και που κυβερνούν το νεκρό μετά θάνατο είναι η Μοίρα, ο Άδης, ο Θάνατος, ο Χάρος, αλλά και ο Ερμής. [ii]

 Το μέλος του ανθρώπινου σώματος στο οποίο φαίνεται η επίπτωση του θανάτου είναι κυρίως τα μάτια. Τα μάτια κλείνουν και επέρχεται μαύρο σκοτάδι. [iii] Ακολουθούν περίεργες για μας εκφράσεις που δηλώνουν την επιθανάτια αγωνία ή απλώς περιγράφουν το θάνατο[iv]. Η σωματική δύναμη παραλύει[v]. Δεν τον ενδιαφέρει πια τίποτα. [vi]

Η φρίκη δε σταματά εκεί. Τα σκουλήκια συνεχίζουν με το αποτρόπαιο έργο τους την καταστροφή, ενώ ακολουθεί η αποσύνθεση: η σήψη της σάρκας και των οστών. [vii]

Από τη στιγμή που πεθαίνει κάποιος η ψυχή του χωρίζεται από το σώμα[viii]. Η ψυχή αποχωρεί, πετά, φεύγει σαν καπνός (είναι άυλη επομένως) και κατευθύνεται στον Άδη, που είναι ο χώρος των νεκρών. Προφανώς ο Άδης είναι υπόγειος χώρος, αφού οι ψυχές κατεβαίνουν σ’ αυτόν, στης γης τα τρίσβαθα, σκοτεινός (ανήλιαγα σκοτάδια[ix]), άρα η επικοινωνία με τον πάνω κόσμο, τον κόσμο του φωτός αδύνατη[x].

Για να καταφέρει ο νεκρός να περάσει στην καινούρια του πατρίδα, στον Κάτω Κόσμο, πρέπει να διαβεί το ποτάμι, πράγμα αδύνατο, αν δεν τύχει από τους ζωντανούς τις καθιερωμένες τιμές για τους νεκρούς. Διαφορετικά τριγυρίζει έξω από τις πλατειές πόρτες του Άδη, χωρίς να μπορεί να μπει μέσα, γιατί οι άλλες ψυχές τον αποδιώχνουν[xi].

Από τη στιγμή που του προσφερθούν οι νεκρικές τιμές ο νεκρός ανήκει οριστικά πια στον καινούριο του κόσμο, όπου δεν υπάρχει μνήμη του παλιού και ακόμα περισσότερο δεν υπάρχει επιστροφή. Εξαίρεση γίνεται μόνο αν το θελήσουν οι θεοί. Εκεί υπάρχει σκιώδης ύπαρξη, καθόλου όμως ζωή, όπως συνειδητοποιεί ο Αχιλλέας ότι η προσπάθειά του ν’ αγκαλιάσει τον Πάτροκλο είναι μάταια[xii].

Το βασίλειο του Κάτω Κόσμου προκαλεί τη φρίκη όχι μόνο στους ανθρώπους, αλλά και στους θεούς, γι’ αυτό  ο βασιλιάς του Πλούτωνας το κρατά κλειστό μακριά από τα μάτια τους γεμάτος ντροπή[xiii].

[xiv]



 

[i] Σελίδα: 1
352 Σελίδα: 1
352 μαύρος θάνατος

Σ 463-5 ο Ήφαιστος συμπονώντας τη Θέτιδα την παρηγορεί και εύχεται να μπορούσε να διώξει τον οργισμένο θάνατο από το παιδί της, όταν θα τον ζυγώνει η άσπλαχνη μοίρα.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Φ 547-8 ο Απόλλωνας συμπαραστέκεται στον Αντήνορα και στέκεται στο πλευρό του να διώξει από πάνω του τη βαριά Μοίρα του θανάτου.

Χ 261-72 ο Αχιλλέας δε δέχεται τη συμφωνία, γιατί όπως δε μονιάζουν τα λιοντάρια με τους ανθρώπους και τα αρνιά με τους λύκους το ίδιο κι αυτοί δε γίνεται να έχουν αγάπη πριν ένας από τους δύο πέσει στη γη και χορτάσει με το αίμα του το Χάρο. Τέλος λέει ότι δεν έχει γλιτωμό, αλλά το θάνατό του ετοίμασε η Αθηνά με το κοντάρι του κι έτσι θα πληρώσει μαζεμένες τις πίκρες για τους συντρόφους που του σκότωσε.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

Ψ 99-101 και άπλωσε τα χέρια του, αλλά η ψυχή τού ξέφυγε βαθιά στο χώμα κλαψουρίζοντας σαν καπνός

Π 571-80 ο Επειγέας , ο οποίος είχε  σκοτώσει έναν ξάδερφό του στην πατρίδα του έφτασε στη Θέτιδα και στον Πηλέα και τους παρακάλεσε να   τον κρατήσουν ,κι εκείνοι τον έστειλαν στην Τροία με τον Αχιλλέα. Αυτός τώρα σκοτώθηκε από τον Έκτορα που του έριξε μια πέτρα στο κεφάλι και χύθηκε γύρω του ο θάνατος ο ψυχοκαταλύτης.

 

μαύρος θάνατος

 

 

[ii] Σελίδα: 1
ευκαιρία να  τον χτυπήσει με το σπαθί στο σβέρκο, το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα, και εκείνου τα μάτια του τα σφαλίζει η Μοίρα η παντοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος.

Ρ 477-8 ο Αυτομέδοντας λέει στον Αλκιμέδοντα, ότι, αφού τον Πάτροκλο τον κρατά ο θάνατος και η μαύρη μοίρα, κανείς δεν μπορεί να κυβερνήσει τα άλογά του.

Π 330-4  ο Αίας του Οϊλέα, καθώς σκοντάφτει και πέφτει μπρούμυτα ο Κλεόβουλος, βρίσκει την

1.  έπειτα τον Έχεκλο χτυπά με το σπαθί στο κεφάλι. Το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα κι εκείνου τα μάτια σφαλίζει η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος

Φ 547-8 ο Απόλλωνας συμπαραστέκεται στον Αντήνορα και στέκεται στο πλευρό του να διώξει από πάνω του τη βαριά Μοίρα του θανάτου.

Χ 261-72 ο Αχιλλέας δε δέχεται τη συμφωνία, γιατί όπως δε μονιάζουν τα λιοντάρια με τους ανθρώπους και τα αρνιά με τους λύκους το ίδιο κι αυτοί δε γίνεται να έχουν αγάπη πριν ένας από τους δύο πέσει στη γη και χορτάσει με το αίμα του το Χάρο. Τέλος λέει ότι δεν έχει γλιτωμό, αλλά το θάνατό του ετοίμασε η Αθηνά με το κοντάρι του κι έτσι θα πληρώσει μαζεμένες τις πίκρες για τους συντρόφους που του σκότωσε.

Ω 343-4 ο Ερμής παίρνει μαζί του το ραβδί, με το οποίο γητεύει και κλείνει τα μάτια όσων θέλει, ενώ άλλους ξυπνά από τον ύπνο.

Σ 463-5 ο Ήφαιστος συμπονώντας τη Θέτιδα την παρηγορεί και εύχεται να μπορούσε να διώξει τον οργισμένο θάνατο από το παιδί της, όταν θα τον ζυγώνει η άσπλαχνη μοίρα.

 

Σελίδα: 1
ευκαιρία να  τον χτυπήσει με το σπαθί στο σβέρκο, το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα, και εκείνου τα μάτια του τα σφαλίζει η Μοίρα η παντοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος.

 

 

[iii] Σελίδα: 1
Ζ 11 Ο Αίας σκοτώνει τον Ακάμαντα, του οποίου τα μάτια σκεπάζει σκοτάδι.

Ξ 516-9 ο Μενέλαος σκοτώνει τον Υπερήνορα στα σπλάχνα και από την ανοιχτή πληγή φεύγει η ψυχή και σκεπάζει τα μάτια του θολό σκοτάδι.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

Ω 343-4 ο Ερμής παίρνει μαζί του το ραβδί, με το οποίο γητεύει και κλείνει τα μάτια όσων θέλει, ενώ άλλους ξυπνά από τον ύπνο

Υ 463-72 ο Τρώας πηγαίνει κοντά στον Αχιλλέα, μήπως και του χάριζε τη ζωή, ο άμυαλος, αφού δε σκέφτηκε ότι δεν μπορεί να του αλλάξει το μυαλό, γιατί δεν είχε μπροστά του έναν καλόγνωμο ή  ψυχόπονο άνθρωπο, αλλά ένα θεριό. Όπως του έσφιγγε τα γόνα τα μες στα χέρια του, εκείνος του κάρφωσε το σπαθί στο συκώτι. Το ολόμαυρο αίμα πλημμύριζε τον κόρφο του και νύχτα πυκνή σκέπασε τα δυο του μάτια , καθώς του έφευγε η ζωή.

Υ 472-89  ανδροκτασίες

1.  έπειτα τον Έχεκλο χτυπά με το σπαθί στο κεφάλι. Το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα κι εκείνου τα μάτια σφαλίζει η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος

Φ 177-83 ο Αστεροπαίος, αφού για τρεις φορές απέτυχε να σκοτώσει τον Αχιλλέα, προσπαθεί και για τέταρτη φορά, αλλά τότε εκείνος τον πετυχαίνει στην κοιλιά, κοντά στον αφαλό, χύθηκαν τα σπλάχνα του στη γη και σκέπασε τα μάτια του σκοτάδι, καθώς ξεψυχούσε.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

 

Σελίδα: 1
Σελίδα: 1
Ζ 11 Ο Αίας σκοτώνει τον Ακάμαντα, του οποίου τα μάτια σκεπάζει σκοτάδι.

Ξ 516-9 ο Μενέλαος σκοτώνει τον Υπερήνορα στα σπλάχνα και από την

 

 

[iv] Σελίδα: 1
Ρ 311-5 ο Αίας σκοτώνει το Φόρκη που στάθηκε μπροστά στον Ιππόθοο. Τον πετυχαίνει στα έντερα κι αυτός σωριάστηκε στη γη και έσφιγγε το χώμα με τις παλάμες.

Τ 59-62 ο Αχιλλέας εύχεται στη σύναξη των Αχαιών να είχε χτυπήσει η Άρτεμη τη Βρισηίδα τη μέρα που κυρίευσε τη Λυρνησσό και την πήρε. Έτσι δε θα δαγκώνανε τόσοι Αχαιοί τη γη κάτω από τα χέρια των εχθρών, όσο κρατούσε ο θυμός του.

Υ 472-89  ανδροκτασίες

Ω 725- 45 το μοιρολόγι της Ανδρομάχης. ο Έκτορας έκανε πολλούς Αργίτες να δαγκάσουν τη γη.

 

 

[v] Σελίδα: 1
Η16 ο Ιφίνοος σωριάζεται νεκρός στο χώμα από τον Έκτορα και λύνεται η δύναμή του.

Ν 358-60 έτσι (ο Ποσειδώνας και ο Δίας) του πολέμου του ανέσπλαχνου και της σφαγής της άγριας

τεντώσαν το σκοινί  από πάνω τους για να τους κλείσουν μέσα,

ασύντριφτο, άλυτο, μα που λυσε πολλών τα γόνα τότε.

 

 

 

 

[vi] Π 770-6 γύρω στον Κεβριόνη πολεμούν σαν αντίθετοι άνεμοι οι δυο λαοί και πέφτουν κονταριές, σαϊτιές και πετριές στις ασπίδες, ενώ ο ίδιος ο νεκρός κείτουνταν φαρδύς πλατύς στη σκόνη, χωρίς να τον νοιάζουν πια τα άλογα και οι μάχες.

 

 

[vii] Σελίδα: 1
Χ 509 η Ανδρομάχη λέει στο νεκρό Έκτορα ότι θα τον φάνε σκουλήκια, μακριά από τους δικούς του, αφού πρώτα χορτάσει τους σκύλους. Κι όμως υπάρχουν τόσα ρούχα που θα μπορούσαν να γίνουν το σάβανό του, τώρα όμως θα τα κάψει και το μοναδικό κέρδος του θα είναι ο έπαινος των Τρώων.

Τ 23-7 ο Αχιλλέας δέχεται να φορέσει την καινούρια του πανοπλία, ανησυχεί όμως μήπως χωθούν οι μύγες από τις πληγές στο σώμα του Πατρόκλου γεννώντας σκουλήκια και χαλάσουν την όψη του, αφού τέλειωσε η ζωή του, και σαπίσει.

Έκτορας το κορμί του δε σάπισε ούτε τα σκουλήκια, που τρώνε όσους σκοτώνονται στον πόλεμο, τον έχουν φάει. Αν και ο Αχιλλέας τον σέρνει άσπλαχνα κάθε πρωί γύρω από το μνήμα  του Πατρόκλου, κι ο ίδιος, όταν θα πάει, θα απορήσει που μένει ολόδροσος και απείραχτος και έφυγαν τα αίματα και έκλεισαν οι πληγές, που τόσες του άνοιξαν με τα όπλα. Έτσι νοιάστηκαν γι’ αυτόν οι θεοί που τον αγάπησαν κατάκαρδα.

Δ174 (συνέχεια) θα κείτεται στην Τροία  και τα κόκαλά του θα τα σαπίζει το χώμα

 

 

[viii] Σελίδα: 1
Π 502-5 ο Πάτροκλος  πατώντας το στήθος του Σαρπηδόνα τραβά το κοντάρι και ξεχύνονται τα σπλάχνα του και ξεριζώνει την ψυχή του.

Ξ 516-9 ο Μενέλαος σκοτώνει τον Υπερήνορα στα σπλάχνα και από την ανοιχτή πληγή φεύγει η ψυχή και σκεπάζει τα μάτια του θολό σκοτάδι.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

Ψ 99-101 και άπλωσε τα χέρια του, αλλά η ψυχή τού ξέφυγε βαθιά στο χώμα κλαψουρίζοντας σαν καπνός

Ω 46-54 όταν κάποιος χάσει δικό του άνθρωπο ή αδέρφι από την ίδια κοιλιά ή και παιδί του ακόμα, αφού τον κλάψει και δαρθεί μερώνει και σωπαίνει, γιατί οι Μοίρες έδωσαν στον άνθρωπο καρδιά να αντέχει. Μόνο ο Αχιλλέας συμπεριφέρεται άπρεπα στον Έκτορα που σκότωσε τον Πάτροκλο, και δε θα του βγει σε καλό, μήπως τον οργιστούν οι θεοί, γιατί ό,τι ντροπιάζει αυτός είναι σώμα χωρίς ψυχή.

 

 

[ix] Σελίδα: 1
Ε 652-4 Απαντώντας του ο Σαρπηδόνας τον φοβερίζει ότι εκείνος θα τον σκοτώσει κερδίζοντας δόξα, ενώ ο Άδης θα χαρεί το σώμα του Σ 328-40 ο Αχιλλέας θρηνώντας τον Πάτροκλο λέει ότι είναι γραφτό να μπει στη γη μετά τον Πάτροκλο

Τ 273-4  ο Αχιλλέας μιλώντας στη σύναξη των Αχαιών λέει ότι το δίχως άλλο ο Δίας θα έβαλε στο μυαλό του να κατεβούν αμέτρητοι Αχαιοί στον Άδη.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Χ 482 εσύ κινάς και πας στης γης τα τρίσβαθα

Ψ 49-53 ο Αχιλλέας δίνει εντολή να φέρουν ό,τι χρειάζεται για να βάλουν στο νεκρό να το έχει μαζί του καθώς θα κατεβαίνει στα ανήλιαγα σκοτάδια.

Η 327-37 ο Νέστορας προτείνει :

«Υγιέ του Ατρέα και σεις οι επίλοιποι των Αχαιών αρχόντοι,

τώρα στερνά πολλοί μακρόμαλλοι σκοτώθηκαν Αργίτες,

και σκόρπισε το μαύρο γαίμα τους ο γαύρος Άρης γύρω

στου Σκάμανδρου το ρέμα, κι έστειλε στον Άδη τις ψυχές τους.

 

 

 

 

[x] Σελίδα: 1
Ι 406-9 «Τα παχιά ζώα κουρσεύονται, κουρσεύονται τα βόδια,

τα ξανθοκέφαλα αγοράζουνται φαριά και τα τριπόδια

μόνο η ζωή του ανθρώπου, ως ξέφυγε της δοντωσιάς το φράχτη,

πίσω δε γέρνει, δεν κουρσεύεται, δεν πιάνεται ποτέ της.»

 

 

[xi] Σελίδα: 1
Ψ 65-79 όταν ο Αχιλλέας πηγαίνει στην ακρογιαλιά και τον παίρνει ο ύπνος έρχεται η ψυχή του Πάτροκλου να τον ανταμώσει με τη μορφή του ίδιου σε  όλα και μάλιστα φορούσε και τα ρούχα του. Του ζητά να θάψει το κορμί  ου γρήγορα, γιατί τον διώχνουν οι ψυχές και δεν τον αφήνουν να μπει στον Κάτω Κόσμο περνώντας το ποτάμι, κι έτσι τριγυρίζει έξω από τον πλατύπορτο Άδη. Του ζητά να του δώσει το χέρι του, γιατί από τη στιγμή που θα βάλουν φωτιά και θα τον κάψουν δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει στον απάνω κόσμο.

 

 

 

[xii] Σελίδα: 1
Ψ 103-4 ο Αχιλλέας συνειδητοποιεί ότι στον Άδη βρίσκεται ψυχή και σκιώδης ύπαρξη, όμως καθόλου ζωή.

Χ 386-90 ο Αχιλλέας λέει ότι δε θα προχωρήσει στη μάχη, αφού ο Πάτροκλος περιμένει νεκρός στα πλοία άκλαυτος και άθαφτος,  που αυτός δεν πρόκειται να τον ξεχάσει όσο θεωρείται ζωντανός και τον βαστούν τα γόνατά του (έχει τις δυνάμεις του). Αλλά  και αν όσοι βρίσκονται στον Άδη ξεχνούν τους πεθαμένους, αυτός κι εκεί ακόμα θα τον συλλογίζεται.

 

 

[xiii] Σελίδα: 1
Υ 61-6 καθώς ο Δίας και ο Ποσειδώνας βροντούν που αρχίζει η μάχη, ο Άδης, ο βασιλιάς των νεκρών, τρομάζει και πετάγεται από το θρόνο του, φοβούμενος μήπως ο Ποσειδώνας πάει κι ανοίξει από πάνω του στα δυο τη γη και φανεί σε θνητούς και αθάνατους το αρχοντικό του, που και οι θεοί το εχθρεύονται, φριχτό και αραχλιασμένο.

 

 

 

[xiv] Επιμέλεια: Γιακουμάκη Μαρία

 

[1] Σελίδα: 1
352 Σελίδα: 1
352 μαύρος θάνατος

Σ 463-5 ο Ήφαιστος συμπονώντας τη Θέτιδα την παρηγορεί και εύχεται να μπορούσε να διώξει τον οργισμένο θάνατο από το παιδί της, όταν θα τον ζυγώνει η άσπλαχνη μοίρα.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Φ 547-8 ο Απόλλωνας συμπαραστέκεται στον Αντήνορα και στέκεται στο πλευρό του να διώξει από πάνω του τη βαριά Μοίρα του θανάτου.

Χ 261-72 ο Αχιλλέας δε δέχεται τη συμφωνία, γιατί όπως δε μονιάζουν τα λιοντάρια με τους ανθρώπους και τα αρνιά με τους λύκους το ίδιο κι αυτοί δε γίνεται να έχουν αγάπη πριν ένας από τους δύο πέσει στη γη και χορτάσει με το αίμα του το Χάρο. Τέλος λέει ότι δεν έχει γλιτωμό, αλλά το θάνατό του ετοίμασε η Αθηνά με το κοντάρι του κι έτσι θα πληρώσει μαζεμένες τις πίκρες για τους συντρόφους που του σκότωσε.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

Ψ 99-101 και άπλωσε τα χέρια του, αλλά η ψυχή τού ξέφυγε βαθιά στο χώμα κλαψουρίζοντας σαν καπνός

Π 571-80 ο Επειγέας , ο οποίος είχε  σκοτώσει έναν ξάδερφό του στην πατρίδα του έφτασε στη Θέτιδα και στον Πηλέα και τους παρακάλεσε να   τον κρατήσουν ,κι εκείνοι τον έστειλαν στην Τροία με τον Αχιλλέα. Αυτός τώρα σκοτώθηκε από τον Έκτορα που του έριξε μια πέτρα στο κεφάλι και χύθηκε γύρω του ο θάνατος ο ψυχοκαταλύτης.

 

μαύρος θάνατος

 

[1] Σελίδα: 1
ευκαιρία να  τον χτυπήσει με το σπαθί στο σβέρκο, το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα, και εκείνου τα μάτια του τα σφαλίζει η Μοίρα η παντοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος.

Ρ 477-8 ο Αυτομέδοντας λέει στον Αλκιμέδοντα, ότι, αφού τον Πάτροκλο τον κρατά ο θάνατος και η μαύρη μοίρα, κανείς δεν μπορεί να κυβερνήσει τα άλογά του.

Π 330-4  ο Αίας του Οϊλέα, καθώς σκοντάφτει και πέφτει μπρούμυτα ο Κλεόβουλος, βρίσκει την

1.  έπειτα τον Έχεκλο χτυπά με το σπαθί στο κεφάλι. Το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα κι εκείνου τα μάτια σφαλίζει η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος

Φ 547-8 ο Απόλλωνας συμπαραστέκεται στον Αντήνορα και στέκεται στο πλευρό του να διώξει από πάνω του τη βαριά Μοίρα του θανάτου.

Χ 261-72 ο Αχιλλέας δε δέχεται τη συμφωνία, γιατί όπως δε μονιάζουν τα λιοντάρια με τους ανθρώπους και τα αρνιά με τους λύκους το ίδιο κι αυτοί δε γίνεται να έχουν αγάπη πριν ένας από τους δύο πέσει στη γη και χορτάσει με το αίμα του το Χάρο. Τέλος λέει ότι δεν έχει γλιτωμό, αλλά το θάνατό του ετοίμασε η Αθηνά με το κοντάρι του κι έτσι θα πληρώσει μαζεμένες τις πίκρες για τους συντρόφους που του σκότωσε.

Ω 343-4 ο Ερμής παίρνει μαζί του το ραβδί, με το οποίο γητεύει και κλείνει τα μάτια όσων θέλει, ενώ άλλους ξυπνά από τον ύπνο.

Σ 463-5 ο Ήφαιστος συμπονώντας τη Θέτιδα την παρηγορεί και εύχεται να μπορούσε να διώξει τον οργισμένο θάνατο από το παιδί της, όταν θα τον ζυγώνει η άσπλαχνη μοίρα.

 

Σελίδα: 1
ευκαιρία να  τον χτυπήσει με το σπαθί στο σβέρκο, το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα, και εκείνου τα μάτια του τα σφαλίζει η Μοίρα η παντοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος.

 

[1] Σελίδα: 1
Ζ 11 Ο Αίας σκοτώνει τον Ακάμαντα, του οποίου τα μάτια σκεπάζει σκοτάδι.

Ξ 516-9 ο Μενέλαος σκοτώνει τον Υπερήνορα στα σπλάχνα και από την ανοιχτή πληγή φεύγει η ψυχή και σκεπάζει τα μάτια του θολό σκοτάδι.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

Ω 343-4 ο Ερμής παίρνει μαζί του το ραβδί, με το οποίο γητεύει και κλείνει τα μάτια όσων θέλει, ενώ άλλους ξυπνά από τον ύπνο

Υ 463-72 ο Τρώας πηγαίνει κοντά στον Αχιλλέα, μήπως και του χάριζε τη ζωή, ο άμυαλος, αφού δε σκέφτηκε ότι δεν μπορεί να του αλλάξει το μυαλό, γιατί δεν είχε μπροστά του έναν καλόγνωμο ή  ψυχόπονο άνθρωπο, αλλά ένα θεριό. Όπως του έσφιγγε τα γόνα τα μες στα χέρια του, εκείνος του κάρφωσε το σπαθί στο συκώτι. Το ολόμαυρο αίμα πλημμύριζε τον κόρφο του και νύχτα πυκνή σκέπασε τα δυο του μάτια , καθώς του έφευγε η ζωή.

Υ 472-89  ανδροκτασίες

1.  έπειτα τον Έχεκλο χτυπά με το σπαθί στο κεφάλι. Το σπαθί κοκκινίζει από το αίμα κι εκείνου τα μάτια σφαλίζει η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο κόκκινος ο Χάρος

Φ 177-83 ο Αστεροπαίος, αφού για τρεις φορές απέτυχε να σκοτώσει τον Αχιλλέα, προσπαθεί και για τέταρτη φορά, αλλά τότε εκείνος τον πετυχαίνει στην κοιλιά, κοντά στον αφαλό, χύθηκαν τα σπλάχνα του στη γη και σκέπασε τα μάτια του σκοτάδι, καθώς ξεψυχούσε.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

 

Σελίδα: 1
Σελίδα: 1
Ζ 11 Ο Αίας σκοτώνει τον Ακάμαντα, του οποίου τα μάτια σκεπάζει σκοτάδι.

Ξ 516-9 ο Μενέλαος σκοτώνει τον Υπερήνορα στα σπλάχνα και από την

 

[1] Σελίδα: 1
Ρ 311-5 ο Αίας σκοτώνει το Φόρκη που στάθηκε μπροστά στον Ιππόθοο. Τον πετυχαίνει στα έντερα κι αυτός σωριάστηκε στη γη και έσφιγγε το χώμα με τις παλάμες.

Τ 59-62 ο Αχιλλέας εύχεται στη σύναξη των Αχαιών να είχε χτυπήσει η Άρτεμη τη Βρισηίδα τη μέρα που κυρίευσε τη Λυρνησσό και την πήρε. Έτσι δε θα δαγκώνανε τόσοι Αχαιοί τη γη κάτω από τα χέρια των εχθρών, όσο κρατούσε ο θυμός του.

Υ 472-89  ανδροκτασίες

Ω 725- 45 το μοιρολόγι της Ανδρομάχης. ο Έκτορας έκανε πολλούς Αργίτες να δαγκάσουν τη γη.

 

[1] Σελίδα: 1
Η16 ο Ιφίνοος σωριάζεται νεκρός στο χώμα από τον Έκτορα και λύνεται η δύναμή του.

Ν 358-60 έτσι (ο Ποσειδώνας και ο Δίας) του πολέμου του ανέσπλαχνου και της σφαγής της άγριας

τεντώσαν το σκοινί  από πάνω τους για να τους κλείσουν μέσα,

ασύντριφτο, άλυτο, μα που λυσε πολλών τα γόνα τότε.

 

 

 

[1] Π 770-6 γύρω στον Κεβριόνη πολεμούν σαν αντίθετοι άνεμοι οι δυο λαοί και πέφτουν κονταριές, σαϊτιές και πετριές στις ασπίδες, ενώ ο ίδιος ο νεκρός κείτουνταν φαρδύς πλατύς στη σκόνη, χωρίς να τον νοιάζουν πια τα άλογα και οι μάχες.

 

[1] Σελίδα: 1
Χ 509 η Ανδρομάχη λέει στο νεκρό Έκτορα ότι θα τον φάνε σκουλήκια, μακριά από τους δικούς του, αφού πρώτα χορτάσει τους σκύλους. Κι όμως υπάρχουν τόσα ρούχα που θα μπορούσαν να γίνουν το σάβανό του, τώρα όμως θα τα κάψει και το μοναδικό κέρδος του θα είναι ο έπαινος των Τρώων.

Τ 23-7 ο Αχιλλέας δέχεται να φορέσει την καινούρια του πανοπλία, ανησυχεί όμως μήπως χωθούν οι μύγες από τις πληγές στο σώμα του Πατρόκλου γεννώντας σκουλήκια και χαλάσουν την όψη του, αφού τέλειωσε η ζωή του, και σαπίσει.

Έκτορας το κορμί του δε σάπισε ούτε τα σκουλήκια, που τρώνε όσους σκοτώνονται στον πόλεμο, τον έχουν φάει. Αν και ο Αχιλλέας τον σέρνει άσπλαχνα κάθε πρωί γύρω από το μνήμα  του Πατρόκλου, κι ο ίδιος, όταν θα πάει, θα απορήσει που μένει ολόδροσος και απείραχτος και έφυγαν τα αίματα και έκλεισαν οι πληγές, που τόσες του άνοιξαν με τα όπλα. Έτσι νοιάστηκαν γι’ αυτόν οι θεοί που τον αγάπησαν κατάκαρδα.

Δ174 (συνέχεια) θα κείτεται στην Τροία  και τα κόκαλά του θα τα σαπίζει το χώμα

 

[1] Σελίδα: 1
Π 502-5 ο Πάτροκλος  πατώντας το στήθος του Σαρπηδόνα τραβά το κοντάρι και ξεχύνονται τα σπλάχνα του και ξεριζώνει την ψυχή του.

Ξ 516-9 ο Μενέλαος σκοτώνει τον Υπερήνορα στα σπλάχνα και από την ανοιχτή πληγή φεύγει η ψυχή και σκεπάζει τα μάτια του θολό σκοτάδι.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Χ 361-3 Ως είπε τούτα, ευθύς ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια,

κι απ’ το κορμί η ψυχή του επέταξε να κατεβεί στον Άδη,

θρηνολογώντας για τη μοίρα της που αφήκε αντρειά και νιότη.

Ψ 99-101 και άπλωσε τα χέρια του, αλλά η ψυχή τού ξέφυγε βαθιά στο χώμα κλαψουρίζοντας σαν καπνός

Ω 46-54 όταν κάποιος χάσει δικό του άνθρωπο ή αδέρφι από την ίδια κοιλιά ή και παιδί του ακόμα, αφού τον κλάψει και δαρθεί μερώνει και σωπαίνει, γιατί οι Μοίρες έδωσαν στον άνθρωπο καρδιά να αντέχει. Μόνο ο Αχιλλέας συμπεριφέρεται άπρεπα στον Έκτορα που σκότωσε τον Πάτροκλο, και δε θα του βγει σε καλό, μήπως τον οργιστούν οι θεοί, γιατί ό,τι ντροπιάζει αυτός είναι σώμα χωρίς ψυχή.

 

[1] Σελίδα: 1
Ε 652-4 Απαντώντας του ο Σαρπηδόνας τον φοβερίζει ότι εκείνος θα τον σκοτώσει κερδίζοντας δόξα, ενώ ο Άδης θα χαρεί το σώμα του Σ 328-40 ο Αχιλλέας θρηνώντας τον Πάτροκλο λέει ότι είναι γραφτό να μπει στη γη μετά τον Πάτροκλο

Τ 273-4  ο Αχιλλέας μιλώντας στη σύναξη των Αχαιών λέει ότι το δίχως άλλο ο Δίας θα έβαλε στο μυαλό του να κατεβούν αμέτρητοι Αχαιοί στον Άδη.

Π 855- 7 μετά τα τελευταία λόγια του Πατρόκλου ο θάνατος του σκέπασε τα μάτια και η ψυχή του πέταξε να κατεβεί στον Άδη θρηνολογώντας για τη μοίρα της, που αφήκε ανδρειά και νιότη.

Χ 482 εσύ κινάς και πας στης γης τα τρίσβαθα

Ψ 49-53 ο Αχιλλέας δίνει εντολή να φέρουν ό,τι χρειάζεται για να βάλουν στο νεκρό να το έχει μαζί του καθώς θα κατεβαίνει στα ανήλιαγα σκοτάδια.

Η 327-37 ο Νέστορας προτείνει :

«Υγιέ του Ατρέα και σεις οι επίλοιποι των Αχαιών αρχόντοι,

τώρα στερνά πολλοί μακρόμαλλοι σκοτώθηκαν Αργίτες,

και σκόρπισε το μαύρο γαίμα τους ο γαύρος Άρης γύρω

στου Σκάμανδρου το ρέμα, κι έστειλε στον Άδη τις ψυχές τους.

 

 

 

[1] Σελίδα: 1
Ι 406-9 «Τα παχιά ζώα κουρσεύονται, κουρσεύονται τα βόδια,

τα ξανθοκέφαλα αγοράζουνται φαριά και τα τριπόδια

μόνο η ζωή του ανθρώπου, ως ξέφυγε της δοντωσιάς το φράχτη,

πίσω δε γέρνει, δεν κουρσεύεται, δεν πιάνεται ποτέ της.»

 

[1] Σελίδα: 1
Ψ 65-79 όταν ο Αχιλλέας πηγαίνει στην ακρογιαλιά και τον παίρνει ο ύπνος έρχεται η ψυχή του Πάτροκλου να τον ανταμώσει με τη μορφή του ίδιου σε  όλα και μάλιστα φορούσε και τα ρούχα του. Του ζητά να θάψει το κορμί  ου γρήγορα, γιατί τον διώχνουν οι ψυχές και δεν τον αφήνουν να μπει στον Κάτω Κόσμο περνώντας το ποτάμι, κι έτσι τριγυρίζει έξω από τον πλατύπορτο Άδη. Του ζητά να του δώσει το χέρι του, γιατί από τη στιγμή που θα βάλουν φωτιά και θα τον κάψουν δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει στον απάνω κόσμο.

 

 

[1] Σελίδα: 1
Ψ 103-4 ο Αχιλλέας συνειδητοποιεί ότι στον Άδη βρίσκεται ψυχή και σκιώδης ύπαρξη, όμως καθόλου ζωή.

Χ 386-90 ο Αχιλλέας λέει ότι δε θα προχωρήσει στη μάχη, αφού ο Πάτροκλος περιμένει νεκρός στα πλοία άκλαυτος και άθαφτος,  που αυτός δεν πρόκειται να τον ξεχάσει όσο θεωρείται ζωντανός και τον βαστούν τα γόνατά του (έχει τις δυνάμεις του). Αλλά  και αν όσοι βρίσκονται στον Άδη ξεχνούν τους πεθαμένους, αυτός κι εκεί ακόμα θα τον συλλογίζεται.

 

[1] Σελίδα: 1
Υ 61-6 καθώς ο Δίας και ο Ποσειδώνας βροντούν που αρχίζει η μάχη, ο Άδης, ο βασιλιάς των νεκρών, τρομάζει και πετάγεται από το θρόνο του, φοβούμενος μήπως ο Ποσειδώνας πάει κι ανοίξει από πάνω του στα δυο τη γη και φανεί σε θνητούς και αθάνατους το αρχοντικό του, που και οι θεοί το εχθρεύονται, φριχτό και αραχλιασμένο.

 

 

[1] Επιμέλεια: Γιακουμάκη Μαρία

ΤΡΟΠΟΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ

Ιούλ 200916

ΙΚΕΣΙΑ

Ορισμός: Είναι η επίκληση ενός ανθρώπου προς άνθρωπο ή προς θεό να πραγματοποιήσει μια συγκεκριμένη επιθυμία.

 

Πώς συνδέεται το θέμα της ικεσίας με το ευρύτερο θέμα του θανάτου στην Ιλιάδα; Η σχέση βέβαια μόνο αντιθετική μπορεί να είναι: ο ικέτης παρακαλά άμεσα ή έμμεσα τον άνθρωπο από τον οποίο εξαρτάται η ζωή του ή το θεό να τον βοηθήσει να αποφύγει το θάνατο.

 

Τυπικό σχήμα της ικεσίας :

α. σωματικές εκφράσεις

¨    γονάτισμα του ικέτη και άγγιγμα των γονάτων του ικετευόμενου και της γενειάδας του, αν πρόκειται για άνδρα,

¨    προσφορά δώρων και υπόσχεση μελλοντικών.

 

β. λεκτικό σχήμα

¨    επίκληση

¨    χαρακτηριστικά επίθετα – αρμοδιότητες του θεού

¨    υπενθύμιση παλαιότερων προσφορών του θνητού

¨    αίτημα

Το τυπικό αυτό σχήμα δεν τηρείται πάντοτε και η παράβασή του εξυπηρετεί κάθε φορά το σκοπό του ποιητή που ξέρει να ποικίλει για να αποφεύγει τη μονοτονία της επανάληψης.

 

·      H ικεσία παρουσιάζεται θεοποιημένη στην Ιλιάδα: εκπροσωπείται από τις Παράκλησες(«Λιταί») και η προσβολή  τους (= η άρνηση του ικέτη) επιφέρει τιμωρία στον άνθρωπο που δε σέβεται τη θεϊκή τους υπόσταση.

 

Την ιστορία τους τη μαθαίνουμε από το Φοίνικα στη  Ραψ. Ι στ 502-512 :

  « Γιατί ΄ναι κόρες κι οι Παράκλησες του Δία του τρισμεγάλου

κουτσές, με αλλήθωρα τα μάτια τους, με μούτρα ζαρωμένα,

και πολεμούν να φτάσουν τρέχοντας ξοπίσω  από την Τύφλα.

Μα η Τύφλα, δυνατή, με ολόγερα ποδάρια, τρέχει απ’ όλες

πολύ πιο μπρος στη γης αλάκερη, και στους θνητούς προφταίνει

κακό να κάνει, κι οι Παράκλησες ξοπίσω τους γιατρεύουν.

Κι όποιος του Δία τις κόρες σέβεται, μπροστά του ως καταφθάνουν,

έχει απ’ αυτές μεγάλο τ’ όφελος κι ακούνε τις ευχές του.

Μα ο που τις διώξει πεισματώνοντας και τις παραψηφήσει,

πάνε στο γιο του Κρόνου τρέχοντας στο Δία, παρακαλώντας

τη συφορά να στείλει πίσω του, να πάθει, να πλερώσει.»

                                      Μετάφραση Ι.Θ. Κακριδή -Ν. Καζαντζάκη.

 

 

 

 

 

Α.

ΙΚΕΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

1

Ήρωες που προσφέροντας λύτρα παρακαλούν αυτόν που τους συνέλαβε να τους σώσει τη ζωή. Είναι η πιο άμεση περίπτωση ικεσίας για τη ζωή, αφού αυτός που θέλει να σώσει τη ζωή του παρακαλεί ο ίδιος εκείνον από τον οποίο εξαρτάται η τύχη του.  (Ο Άδραστος, ο Δόλωνας, ο Τρώας, ο Λυκάονας). Δεν ξέρω αν είναι τυχαίο, πάντως και οι 4 ανήκουν στο στρατόπεδο των Τρώων ή των συμμάχων τους. Ο ποιητής διαφύλαξε από την ταπείνωση του ικέτη τους Αχαιούς.

 

-Το όνομα του Άδραστου ανήκει στα σημαίνοντα, είναι δηλωτικό της μοίρας του. Ο Άδραστος έφτασε πολύ κοντά στο σημείο να γλιτώσει τη ζωή του μαλακώνοντας την ψυχή του Μενέλαου υποσχόμενος λύτρα. Όμως η Μοίρα αποφάσισε διαφορετικά: για κακή του τύχη εμφανίστηκε εκείνη την ώρα μπροστά  τους ο Αγαμέμνονας και με τα λόγια του άναψε στην ψυχή του αδερφού του τη μανία της εκδίκησης για την προσβολή της τιμής του. Στο πρόσωπο του Άδραστου ο Αγαμέμνονας παίρνει εκδίκηση για την ταπείνωση που υπέστη ο Μενέλαος, παίρνει εκδίκηση για ολόκληρο τον πόλεμο και τις ταλαιπωρίες που υφίστανται οι Αχαιοί τόσα χρόνια.

Ζ 45-50 ο Άδραστος παρακαλεί το Μενέλαο να τον πιάσει αιχμάλωτο και να δεχτεί λύτρα από τον πατέρα του, που θα έδινε αμέτρητα για να σώσει το γιο του. Ο Μενέλαος θα δεχόταν την ικεσία του, αλλά εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε για κακή τύχη του Άδραστου ο Αγαμέμνονας που  έσπρωξε με το χέρι του τον Άδραστο από τη θέση του ικέτη και τον σκότωσε σκληραίνοντας την καρδιά του Μενέλαου με τα εξής λόγια:

«Καημένε εσύ Μενέλαε, γνοιάζεσαι τόσο για τούτους τώρα;

Καλά μαθές σου το συγύρισαν οι  Τρώες το σπιτικό σου!

Όχι, κανείς τους από τα χέρια μας και από το μαύρο Χάρο

να μη γλιτώσει, ουδ’ όποιο αγέννητο στης μάνας του τα σπλάχνα

κρυμμένο ακόμη αγόρι βρίσκεται, κι αυτό να μη γλιτώσει,

μόν’ όλοι σύψυχοι, άχναροι, άκλαφτοι μέσ’ απ’ την Τροία να σβήσουν.»

 

-Ο θάνατος του κατασκόπου  Δόλωνα από τον Οδυσσέα και το Διομήδη, κρίνεται επιβεβλημένη για λόγους ασφαλείας του Αργείτικου στρατού, και ίσως θεωρείται από τον αναγνώστη – ακροατή ως αναμενόμενη τιμωρία για την έπαρσή του να αξιώσει τα αθάνατα άλογα του Αχιλλέα. Αυτά από τη μια και από την άλλη η καταγωγή του συντελούν ώστε ο θάνατος του Δόλωνα να μην προκαλεί ιδιαίτερη πίκρα.

Κ 378-81 ο Δόλωνας παρακαλεί τον Οδυσσέα και το Διομήδη να μην τον σκοτώσουν, αλλά να δεχτούν λύτρα.

Κ 454- 59 ο Δόλωνας σκοτώνεται με χτύπημα από το σπαθί κατάσβερκα την ώρα που προσπαθούσε να πιάσει το σαγόνι του Διομήδη.

 

-Στην περίπτωση του Τρώα η προσωπικότητα του θύτη δεν αφήνει περιθώρια για ελπίδα, καθώς ο Αχιλλέας είναι εκτός εαυτού από το πάθος της εκδίκησης μετά το θάνατο του Πατρόκλου, ώστε ο ποιητής (που σημειωτέον λίγες φορές μέσα στο έπος παρουσιάζει τις προσωπικές του απόψεις) χαρακτηρίζει άτυχο τον ικέτη και φυσικά τον λυπάται που «έπεσε στην περίπτωση».

Υ 463-72 ο Τρώας πηγαίνει κοντά στον Αχιλλέα, μήπως και του χάριζε τη ζωή, ο άμυαλος, αφού δε σκέφτηκε ότι δεν μπορεί να του αλλάξει το μυαλό, γιατί δεν είχε μπροστά του έναν καλόγνωμο ή  ψυχόπονο άνθρωπο, αλλά ένα θεριό. Όπως του έσφιγγε τα γόνατα μες στα χέρια του, εκείνος του κάρφωσε το σπαθί στο συκώτι. Το ολόμαυρο αίμα πλημμύριζε τον κόρφο του και νύχτα πυκνή σκέπασε τα δυο του μάτια , καθώς του έφευγε η ζωή.

 

-Η περίπτωση του Λυκάονα είναι η πιο αγωνιώδης και απελπισμένη προσπάθεια κάποιου να σώσει τη ζωή του. Είναι ένας άνθρωπος που έχει συνείδηση της κατάστασης και  θεωρεί υπεύθυνο το Δία, αλλά και τη Μοίρα για τη θέση στην οποία βρίσκεται: την πρώτη φορά στάθηκε τυχερός, αλλά για δεύτερη φορά στα χέρια του Αχιλλέα, και μάλιστα παράφορου από τη μανία της εκδίκησης, ποιος θα μπορούσε να γλιτώσει; Κάνει βέβαια απεγνωσμένες προσπάθειες να συγκινήσει τον ανάλγητο ήρωα, ώστε γίνεται και κάπως αφελής, αφού νόμισε ότι ο Αχιλλέας θα έκανε εξαίρεση σ’ αυτόν, επειδή δεν είναι γνήσιος αδερφός του Έκτορα. Σε μια κίνηση που το κοντάρι του ξεφεύγει έλπισε μέσα στην απελπισία του ότι θα μπορούσε να γλιτώσει, να σταματήσει το κοντάρι που στόχευε το κορμί του. Όμως η εξήγηση του Αχιλλέα δεν του αφήνει άλλα περιθώρια, γι’ αυτό ο Λυκάονας απελπισμένος πια παρατά αμέσως το κοντάρι και απλώνοντας τα χέρια καθίζει, ενώ ο Αχιλλέας γυμνώνοντας το σπαθί  τον χτυπά στο κλειδοκόκαλο, πλάι στο σβέρκο.

Φ 64-96 ο Αχιλλέας περιμένει το Λυκάονα κι εκείνος σαστισμένος πλησιάζει να πιάσει τα γόνατά του ποθώντας πάνω απ’ όλα να γλιτώσει το μαύρο θάνατο και την παντέρμη μοίρα. Όπως ο Αχιλλέας σήκωσε το κοντάρι να τον χτυπήσει, εκείνος έτρεξε και αρπάζει τα γόνατά του σκυφτός κι έτσι το κοντάρι έπεσε στη γη, κι ας λαχτάριζε να χορτάσει με σάρκα. Τότε ο ικέτης με το ένα χέρι του έπιασε τα γόνατα  και με το άλλο το κοντάρι και αξίωσε να τον σπλαχνιστεί, επειδή τον παρακαλούσε ως ικέτης. Συνειδητοποιεί ότι θα τον εχθρεύεται ο Δίας, για να τον ξαναρίξει, αφού έχει περάσει τόσα, για δεύτερη φορά στα χέρια του Αχιλλέα. Είναι γιος του Πριάμου από τη Λαοθόη. Τον άλλο γιο της και αδερφό του ο Λυκάονας ξέρει (;) ότι τον σκότωσε ο Αχιλλέας και ανάλογη μοίρα περιμένει και τον ίδιο, αφού δεν ελπίζει, αφού η μοίρα τον έριξε  στα χέρια του, ότι θα γλιτώσει. Ως τελευταίο επιχείρημα σκέφτεται ότι δε βγήκε από την ίδια κοιλιά με τον Έκτορα που του σκότωσε τον αγαπημένο του σύντροφο.

Φ 114-9 ο Λυκάονας απελπισμένος πια παρατά αμέσως το κοντάρι και απλώνοντας τα χέρια καθίζει, ενώ ο Αχιλλέας γυμνώνει το σπαθί και τον χτυπά στο κλειδοκόκαλο, πλάι στο σβέρκο.

 

 

Από τις 4 αυτές ικεσίες καμιά δε γίνεται δεκτή, ενώ ο ποιητής φροντίζει να προφυλάξει τους ήρωες από την ασέβεια και την ιεροσυλία, γιατί ο ικέτης θεωρούνταν ιερό πρόσωπο: ο Δόλωνας σφάζεται πριν προλάβει να πιάσει το σαγόνι του Διομήδη, ο Άδραστος σπρώχνεται βίαια από τη στάση του ικέτη, ο Λυκάονας αποδέχεται τη Μοίρα του και αποχωρεί μόνος του από τη στάση του ικέτη αφήνοντας τα γόνατα του Αχιλλέα που κρατούσε. Μόνο στην περίπτωση του Τρώα η ιεροσυλία είναι κατάφωρη, αφού ο Αχιλλέας τον σφάζει καθώς εκείνος σφίγγει τα γόνατά του με τα χέρια του. Ο Αχιλλέας αδιαφορεί για την ιεροσυλία, αφού και ο δικός του θάνατός του είναι βέβαιος και μάλιστα κοντά.

 

2

Οι ικεσίες του Πριάμου και της Εκάβης

·      Ο Πρίαμος και η Εκάβη παρακαλούν τον Έκτορα να μην πολεμήσει με τον Αχιλλέα, γιατί θεωρούν σίγουρο το θάνατό του από τον αποφασισμένο για εκδίκηση Αχιλλέα. Εδώ  έχουμε την περίεργη περίπτωση κάποιου που ο ίδιος αδιαφορεί για τη δική του ζωή, ενώ άλλοι που νοιάζονται γι’ αυτόν τον παρακαλούν να αποφύγει να εκθέσει τη ζωή του σε κίνδυνο. Έτσι η περίπτωση είναι αντίθετη με την προηγούμενη κατηγορία, καθώς οι 4 ήρωες που ικετεύουν για τη ζωή τους είναι δειλοί, ενώ ο Έκτορας υψώνεται  στην υψηλότερη σφαίρα γενναιότητας και αυτοθυσίας.

Ουσιαστικά όμως δε διαφέρει ως προς την αμεσότητα από την προηγούμενη ομάδα, όπου οι ήρωες παρακαλούν οι ίδιοι για τη ζωή τους, γιατί οι γονείς ταυτίζουν τη μοίρα τους με του παιδιού τους. Ο θάνατός του είναι και δικός τους θάνατος. Είναι λοιπόν σα να παρακαλούν για τη δική τους ζωή. Εξάλλου ο θάνατός του Έκτορα δεν έχει την ίδια βαρύτητα αν τον συγκρίνουν ακόμα και με το θάνατο των άλλων τους παιδιών: για το θάνατο του Λυκάονα και του Πολύδωρου θα κλάψουν οι γονείς του, όπως είναι φυσικό, όμως για τον Έκτορα θα θρηνήσουν όλοι οι Τρώες, γιατί ήταν ο προστάτης τους. 

 

Ραψ. Χ (38-76)  Του Πριάμου προς τον Έκτορα να μη μείνει έξω από το τείχος να μονομαχήσει με τον Αχιλλέα, αίτημα που εκείνος απορρίπτει, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί.

Όσον αφορά το τυπικό λεκτικό σχήμα της ικεσίας προηγείται το αίτημα, ενώ παρεμβάλλονται η επίκληση και ένα επίθετο για τον Έκτορα, ενώ απουσιάζει η υπενθύμιση ευεργεσιών του ικέτη που  έγιναν στο παρελθόν, αλλά αντίθετα υποδηλώνονται οι αρετές του ικετευόμενου, καθώς ο Πρίαμος παρουσιάζει το δυσαναπλήρωτο κενό που θα αφήσει ο θάνατος  του Έκτορα όχι μόνο στην οικογένειά του, αλλά και σε όλους τους Τρώες, και  οραματίζεται μελλοντικές σκηνές φρίκης από την άλωση της Τροίας με τραγικό πρωταγωνιστή τον ίδιο, συνέπεια του θανάτου του Έκτορα.

Η απόσταση που χωρίζει τον ικέτη Πρίαμο από τον ικετευόμενο Έκτορα (πάνω στα τείχη ο Πρίαμος, έξω και κάτω από τα τείχη ο Έκτορας) δεν καθιστά δυνατή τη σωματική επαφή (άγγιγμα των γονάτων ή της γενειάδας), και ως αναπλήρωση ο ικέτης απλώνει απελπισμένα και απεγνωσμένα τα χέρια του, κίνηση που συνοδεύει με κλάματα και με τράβηγμα των μαλλιών του. Εξάλλου η συνηθισμένη κατώτερη θέση του ικέτη (γονάτισμα) εδώ αντεστραμμένη (ψηλά ο Πρίαμος, χαμηλά ο Έκτορας) δημιουργεί τραγική ειρωνεία, καθώς παραπέμπει στην ιεραρχική ανωτερότητά του (ηλικίας και οικογενειακής θέσης), που όμως δεν τυχαίνει του ανάλογου σεβασμού.

Το αίτημα της ικεσίας αφορά το συμφέρον του ικετευόμενου, παρουσιάζεται όμως ως χάρη του ικέτη. Το έντονα φορτισμένο συναισθηματικό κλίμα και οι σωματικές εκφράσεις που το συνοδεύουν φανερώνουν τον πόθο του Πριάμου για την εκπλήρωση του αιτήματός του. Μη αποδοχή της ικεσίας σημαίνει τιμωρία-συμφορά όχι μόνο για τον ικέτη, κυρίως όμως για τον ικετευόμενο και συνολικά για όλη την Τροία. Ο ικέτης, γνωρίζοντας το συναίσθημα ευθύνης που κατέχει τον Έκτορα σ’ όλες τις πράξεις του, ελπίζει ότι δε  θα θελήσει να γίνει αιτία της γενικής συμφοράς.

Ο λόγος του Πριάμου είναι ασυνήθιστα μεγάλος για άνδρα, όχι όμως και φλύαρος. Συναισθηματικός, όχι εκβιαστικός, αλλά λεπτός, διακριτικός, αξιοπρεπής, με όση αξιοπρέπεια μπορεί να έχει κανείς τέτοιες ώρες.

Χ 33-76 ο Πρίαμος βλέποντας τον Έκτορα μόνο του έξω από τα τείχη τον παρακαλεί με δάκρυα  απλώνοντας τα χέρια του να μην πολεμήσει με τον Αχιλλέα και γοργοθανατίσει, για τον οποίο αν είχαν οι αθάνατοι τόση αγάπη όση του έχει αυτός, θα τον ξέσκιζαν τα σκυλιά και οι γύπες ξαπλωμένο στο χώμα, να αλάφρωνε κι εκείνου η πίκρα του, που του έχει σκοτώσει τόσους γιους ή άλλους πούλησε μακριά. Ήδη ψάχνει να βρει τον Πολύδωρο και το Λυκάονα, αλλά δεν τους βρίσκει πουθενά στο κάστρο όπου κλείστηκαν οι άλλοι Τρώες, για τους οποίους, αν ήξερε ότι ζουν θα πρόσφερε χρυσάφι και χαλκό ως λύτρα. Αν πέθαναν ο καημός είναι μεγάλος για τον ίδιο και τη μητέρα τους, όμως ο υπόλοιπος κόσμος δε θα πονέσει τόσο, αν γλίτωνε ο Έκτορας από τα χέρια του Αχιλλέα. Ζητά να σπλαχνιστεί εκείνον που στα γηρατειά τού γράφει η μοίρα του να δει φοβερές συμφορές και στο τέλος να τον τραβολογήσουν μπρος την ξώπορτα για να τον φάνε οι σκύλοι του ωμό, όταν κάποιος του πάρει τη ζωή με το σπαθί ή το κοντάρι του, αυτοί που τάιζε στο τραπέζι του για να του φυλάνε τις πόρτες, κι αφού ρουφήξουν το αίμα του με φρενιασμένα σπλάχνα θα ξαπλωθούν μπροστά στην ξώπορτα.

 

Ραψ. Χ (82-9) Της Εκάβης προς τον Έκτορα με το ίδιο αίτημα και το ίδιο αποτέλεσμα με την προηγούμενη ικεσία.

Το τυπικό λεκτικό σχήμα αρχικά τηρείται (επίκληση – χαρακτηριστικά επίθετα), στη συνέχεια όμως υπάρχει αντιστροφή στα δύο επόμενα: το  αίτημα προηγείται της υπενθύμισης παλιότερων προσφορών, ενώ το τελευταίο θα επανέλθει αναλυτικότερα.

Η ικεσία της Εκάβης ως γυναίκας και ταυτόχρονα  μητέρας είναι πιο συναισθηματική και παρορμητική. Δε διστάζει -καλύπτοντας τη σωματική απόσταση που τη χωρίζει από τον ικετευόμενο γιο της- βουτηγμένη στους θρήνους να επιδείξει το μητρικό στήθος με το οποίο τον εξέθρεψε ως βρέφος, Αυτό που ζητά ως δική της χάρη είναι στην πραγματικότητα το καλό του παιδιού της. Ποτέ μια μητέρα δε  θα μπορούσε να ζητήσει κάτι αποκλειστικά για το δικό της συμφέρον, αν αυτό δεν είναι κυρίως συμφέρον για το παιδί της. Όλοι οι τρόποι, όλα τα μέσα όμως πέφτουν στο κενό κι όταν το διαπιστώνει, ο συναισθηματικός έλεγχος της ξεφεύγει και η ικεσία μετατρέπεται σε συναισθηματικό εκβιασμό: ο συνηθισμένος παρακλητικός τόνος της ικεσίας γίνεται κατηγορητικός και σκληρός για την αναλγησία του, όμως τρυφερά σκληρός, πάντα μέσα στα πλαίσια της τρυφερότητας της μητέρας που όσο κι αν μαλώνει κι αν γίνεται σκληρή όλοι ξέρουν ότι όλα αποσκοπούν στο συμφέρον του παιδιού της.

Ο λόγος της είναι πολύ σύντομος για γυναίκα. Τι άλλο να πει όμως, όταν ο Πρίαμος είπε τόσα και δεν έπεισε, όταν εκείνη χρησιμοποίησε το ισχυρότερο γυναικείο μέσο και δεν έφερε αποτέλεσμα;

Χ 77-89 η Εκάβη πνιγμένη μέσα στο θρήνο παρακαλεί με τη σειρά της τον Έκτορα δείχνοντάς του τα στήθη που βύζαξε γάλα και του είπε ότι αν τον σκότωνε ο Αχιλλέας δε θα μπορούσε να τον θρηνήσει αυτή ούτε η γυναίκα του, αλλά μακριά τους θα τον σπάραζαν οι σκύλοι

 

Η αδυναμία των ικετών να πετύχουν το σκοπό τους δεν οφείλεται στη ρητορική ή άλλη  ανικανότητά τους, αλλά στην  πεισματική επιμονή του ικετευόμενου, που κι αυτός έχει τη δική του κοσμοθεωρία και που η άρνησή του να δεχτεί την ικεσία  -όσο κι αν πικραίνει, όσο κι αν πονά-  ουσιαστικά σκιαγραφεί το πορτραίτο του παιδιού για το οποίο θα ήταν περήφανος κάθε γονιός.

Χ 239-46 η Αθηνά με τη μορφή του Δηίφοβου λέει στον Έκτορα ότι βγήκε να πολεμήσει μαζί του με τον Αχιλλέα για να δουν αν θα σκοτώσει τους δυο τους και θα φέρει τα αιματωμένα άρματά τους στα καράβια ή θα πέσει πρώτος από το κοντάρι του, αν και έπεσαν στα γόνατά του ο πατέρας, η μητέρα τους και οι σύντροφοί του κλαίγοντας  στα γόνατά του να τον εμποδίσουν, επειδή τους είχε πιάσει ανείπωτος τρόμος.

 

Ραψ. Ζ: Η Ανδρομάχη παρακαλεί τον Έκτορα να μην μπει στη μάχη να πολεμήσει με τους Αχαιούς, γιατί κινδυνεύει η ζωή του.

Η ικεσία παρουσιάζεται ως χάρη προς την ικέτιδα και η πιθανή απώλειά του στον πόλεμο θα στοιχίσει στην ίδια τη ζωή, ή την ελπίδα για ζωή.

3

Ραψ. Ω Του Πριάμου προς τον Αχιλλέα να του δώσει το πτώμα του  γιου του Έκτορα να το θάψει, αίτημα που έχει προδιαγραφεί  να γίνει δεκτό με τη μεσολάβηση των θεών, περνά όμως από πολλά σκαμπανεβάσματα, ώσπου να εκπληρωθεί.

 

Τυπικό σχήμα: ο Πρίαμος πλησιάζει, γονατίζει, πιάνει τα γόνατα και φιλάει τα χέρια που του είχαν σκοτώσει πολλούς γιους.

Το αίτημα δεν αφορά τη ζωή του ικέτη ή κάτι που σχετίζεται με τη ζωή, αλλά με το θάνατο, και που η μη εκπλήρωσή του -σύμφωνα με τα έθιμα της Ομηρικής εποχής- φέρνει μεγάλη προσβολή και στον ίδιο το νεκρό, αλλά και -κυρίως- στους ζωντανούς.

Η σχέση ικέτη – ικετευόμενου είναι εκείνη που μας κάνει εντύπωση στην ικεσία αυτή: ο ικετευόμενος είναι εκείνος που έχει σκοτώσει πολλά παιδιά του ικέτη και όμως ο τελευταίος φτάνει στο οριακό σημείο ταπείνωσης να φιλήσει τα ανδροφόνα χέρια του προκειμένου να πετύχει το σκοπό του.

Λεκτικό τέχνασμα που λειτουργεί συναισθηματικά πολύ πειστικά είναι ότι ο πατέρας – ικέτης βάζει ουσιαστικά τον ικετευόμενο στη θέση του νεκρού γιου του (για χάρη του οποίου γίνεται η ικεσία), οπότε ο ικετευόμενος μεταφέρεται στη θέση του πατέρα του και δέχεται τον ικέτη πιο ζεστά και πιο κοντά του. Έτσι η ικεσία γίνεται στο όνομα των θεών και του πατέρα του.

Τα κοινά στοιχεία που συντελούν σ’ αυτό αφορούν την ηλικία, τα προβλήματα που τυχόν αντιμετωπίζει από ενοχλητικούς γειτόνους, τη μοναξιά (ότι δεν έχει κανένα να του συμπαρασταθεί). Η καλοτύχισή του που θα τον δει να γυρίσει ζωντανός στο σπίτι λειτουργεί ως τραγική ειρωνεία, αφού ο αναγνώστης, αλλά και ο ίδιος ο Αχιλλέας, γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο, Αυτό που παρουσιάζεται ως η μεγάλη διαφορά είναι στην πραγματικότητα η μεγάλη ομοιότητα: και οι δυο πικροί πατέρες δε  θα ευτυχήσουν να δουν τα παιδιά τους να γυρίζουν από τον πόλεμο.

Η έσχατη ταπείνωση του ικέτη ταυτόχρονα τον ανεβάζει στο αποκορύφωμα της αξιοπρέπειας και της ανωτερότητας, μια πράξη που δεν ξέρουμε αν θα την έκανε για οποιοδήποτε παιδί του, καθώς ο ίδιος έχει δηλώσει αρκετές φορές ότι η αξία του Έκτορα υπερβαίνει τους άλλους γιους του.

 

Ο ίδιος ο ικετευόμενος συμφωνεί για τις συνθήκες και την κοινή μοίρα του με τον εχθρό του που τους φέρνει στο ίδιο επίπεδο, ώστε ο Αχιλλέας σηκώνει τον Πρίαμο από τη θέση του ικέτη. Εκθέτει τα δικά του προβλήματα σα να ζητά …(τι αλήθεια;). Η συμφωνία αυτή αποδεικνύει το δίκαιο του αιτήματος του ικέτη, ενώ η καθυστέρηση που του προτείνει λειτουργεί σαν ωρολογιακή βόμβα που είναι έτοιμη να εκραγεί, καθώς ο ικέτης δείχνει ανυπομονησία, ώστε ο Αχιλλέας χάνει την υπομονή του και απειλεί να πετάξει τον ικέτη έξω, παραβαίνοντας την υπόσχεση που έχει δώσει στη μητέρα του, και την εντολή των θεών.

Οι δυο μεγάλοι εχθροί που τους χωρίζει το αγεφύρωτο χάσμα του θανάτου (φονιάς – θύμα) που τους χωρίζει η ηλικία (νέος -γέρος), η θέση ισχύος στον πόλεμο (του προσωρινού νικητή – ηττημένου) στο τέλος της ικεσίας αποδεικνύεται ότι δεν έχουν τόσο μεγάλη απόσταση, καθώς τους ενώνει η ίδια μοίρα, η μοίρα του θανάτου και των βασάνων και συμφορών στο πλαίσιο της ζωής.

Μέσα από αυτό το πρίσμα ο Αχιλλέας μπορεί να ομολογήσει ότι θύμα και ο ίδιος της μοίρας είναι όργανό της για να βασανίζει τον Πρίαμο και τους γιους του και στη συνέχεια μπορεί να καμαρώσει τον Πρίαμο και να αναγνωρίσει ότι ο Έκτορας, αυτός που σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια τυφλωμένος από το πάθος της εκδίκησης, αξίζει στ’ αλήθεια πολλούς θρήνους, δικαιώνοντας έτσι το σκοπό της ικεσίας.

 

4

Ο Αχιλλέας παρακαλεί τα αθάνατά του άλογα να τον γυρίσουν ζωντανό από το πεδίο της μάχης.

Ο Αχιλλέας δε νοιάζεται για τη ζωή του, αφού η απόφασή του να σκοτώσει τον Έκτορα γνωρίζει ότι θα επισπεύσει το θάνατό του. Τον ενδιαφέρει όμως να μείνει ζωντανός όσο να καταφέρει να εκτελέσει το χρέος του προς τον Πάτροκλο. Ίσως πρόκειται για την καθιερωμένη ικεσία για τη ζωή, όταν ένας πολεμιστής έφευγε για τη μάχη ή όταν  επρόκειτο να επιχειρήσει κάτι δύσκολο.

Ο Αχιλλέας παρακαλεί τα αθάνατά του άλογα να τον γυρίσουν ζωντανό από το πεδίο της μάχης.

Τ 400-3 ο Αχιλλέας ζητά από τα αθάνατα άλογά του, τον Ξάνθο και το Βαλίο να προσπαθήσουν να τον γλιτώσουν και να μην τον αφήσουν στο πεδίο της μάχης νεκρό, όπως τον Πάτροκλο.

 

5

Για τη ζωή του Πατρόκλου, όταν έφευγε στη μάχη,  είχε κάνει ο ίδιος ο  Αχιλλέας ικεσία στο Δία, ικεσία που δεν αποδέχτηκε ο πατέρας των θεών. Έχουμε την ιδιόμορφη περίπτωση που κάποιος παρακαλεί όχι για τη δική του ζωή, αλλά για τη ζωή άλλου, όταν αυτό το πρόσωπο έχει μεγάλη σημασία. Η άρνηση του θεού να εκπληρώσει την επιθυμία του καθορίζεται από τη Μοίρα.

Ο Αχιλλέας στέλνοντας τον Πάτροκλο στη μάχη προσεύχεται στο Δία να γυρίσει ο Πάτροκλος ζωντανός και να έχει αποκτήσει δόξα.

 

6

Ο Οδυσσέας, ο Φοίνικας και ο Αίαντας παρακαλούν τον Αχιλλέα να μπει στη μάχη για να τους γλιτώσει από τους Τρώες.

 Ι 250-1ο Οδυσσέας παρακαλεί τον Αχιλλέα να σκεφτεί πώς θα τους γλιτώσει από την κακιά ώρα (να μπει στη μάχη και να τους γλιτώσει από τους Τρώες).

Πρόσωπα επίτηδες διαλεγμένα από τον Αγαμέμνονα, που συνδέονται με το δεσμό της φιλίας με τον ικετευόμενο, ώστε να τον επηρεάσουν συναισθηματικά. Οι ικέτες έχουν αφήσει τον τόπο τους (τις σκηνές τους) για να πραγματοποιήσουν την ικεσία, ενώ ο χρόνος (νύχτα) φανερώνει  την αμεσότητα του προβλήματος.

Το τυπικό σκέλος της ικεσίας (σωματικές εκφράσεις) παραμερίζεται, εκτός από την προσφορά δώρων που κατέχει σημαντική θέση, και τονίζεται το λεκτικό σχήμα της ικεσίας, καθώς αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα οι ρητορικές ικανότητες των ικετών. Ο ικετευόμενος καλείται να αποφασίσει ελεύθερα, να πειστεί λογικά, και όχι να παρασυρθεί συναισθηματικά από κλάματα, χειρονομίες κ.τ.λ., που εξάλλου δεν ταιριάζουν στο χαρακτήρα και την αξιοπρέπεια των σκληρών πολεμιστών, με εξαίρεση τον παιδαγωγό Φοίνικα, αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση τα συναισθήματα είναι εκλογικευμένα. Οι ικεσίες, μετά μάλιστα από την προσφορά φιλόξενου γεύματος εκ μέρους του ικετευόμενου, διεξάγονται στον τόνο της καθημερινής ομιλίας.

Χρόνος, τόπος και πρόσωπα και συνθήκες είναι λοιπόν τα πιο κατάλληλα θα λέγαμε για να επιτύχει ο σκοπός της ικεσίας. Καθένας από τους ικέτες έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε και που ταίριαζε και στον ίδιο και στον ικετευόμενο. Όμως προσέκρουσαν σε ένα τείχος αδιαλλαξίας που έχτισε η προσβολή του «εγώ».

Στο τέλος όμως καθένας, κι αν δεν πέτυχε τον αρχικό σκοπό του, πέτυχε μια μικρή, αλλά καθοριστική μετακίνηση του Αχιλλέα από την αρχική του θέση, έτσι ώστε προετοίμασε το έδαφος για την αποτελεσματική ικεσία του Πατρόκλου την επόμενη μέρα με το ίδιο θέμα.

Η άρνηση του Αχιλλέα παρουσιάζεται ως αδιαφορία στο πρόβλημα που του εκθέτουν, καθώς ο ίδιος ενδιαφέρεται μόνο για το ατομικό του πρόβλημα.

 

 

Ο Πάτροκλος παρακαλεί τον Αχιλλέα να του επιτρέψει να μπει στη μάχη για να σώσει τους Αχαιούς από βέβαιο θάνατο. Από τις λίγες ικεσίες μέσα στην Ιλιάδα που επιτυγχάνουν το σκοπό τους.

Ο σκοπός της ικεσίας δεν αφορά τη ζωή του ικέτη, αλλά αντίθετα μάλιστα η επιτυχία του σκοπού αυτού -όπως βιάζεται ο ποιητής να μας αποκαλύψει- θα είναι οριακή για τη ζωή του ίδιου του Πατρόκλου.

Τα μέσα που χρησιμοποιεί ο Πάτροκλος για να πείσει τον Αχιλλέα είναι άκρως συναισθηματικά και αγγίζουν τις συναισθηματικές χορδές του Αχιλλέα. Εξάλλου λογικά επιχειρήματα με έξοχους ρητορικούς τρόπους χρησιμοποίησαν οι Οδυσσέας, Φοίνικας και Αίαντας χωρίς αποτέλεσμα. Εδώ η σχέση ικέτη – ικετευόμενου είναι καθοριστική για την επιτυχία του σκοπού της ικεσίας.

Οι λεκτικοί τρόποι έρχονται σε ριζική αντίθεση με το συνηθισμένο ταπεινωμένο και παρακλητικό ύφος του ικέτη. Μπορεί ο Πάτροκλος να κλαίει σαν άπλερη παιδούλα ή σα νερομάνα, όμως ο τόνος του είναι σκληρός και κατηγορητικός  για την αναλγησία του Αχιλλέα. Αυτό σίγουρα δεν ισχύει σε καμιά άλλη ικεσία μέσα στην Ιλιάδα είτε σχετίζεται μ το θέμα του θανάτου ή οποιοδήποτε άλλο. Κανείς δεν προσδοκά βρίζοντας να πετύχει ο σκοπό του. Η διαφορά του εκφραστικού τρόπου, η γνώση της ψυχολογίας και του χαρακτήρα, η συναισθηματική προσέγγιση είναι αυτά που συντελούν στην επιτυχία. Να τολμούσαμε να πούμε ότι ο Αχιλλέας έχει αποφασίσει να μπει αργά ή γρήγορα στον πόλεμο και η ικεσία του Πατρόκλου   απλά του το θύμισε;

 

Η ικεσία της Κλεοπάτρας προς τον άντρα της Μελέαγρο να μπει στη μάχη για να σώσει τους Κουρήτες από βέβαιη καταστροφή.

Η ικεσία αυτή αποτελεί το μυθολογικό πρότυπο της προηγούμενης , γιαυτό είναι σύντομη και δοσμένη σε πλάγιο λόγο (μέρος της αφήγησης του Φοίνικα).

Τα στοιχεία που τονίζει ο Φοίνικας είναι ο συναισθηματισμός της Κλεοπάτρας και η σχέση συζύγων.

Ι 590-4 Η γυναίκα του Μελέαγρου Κλεοπάτρα παρακαλώντας γονατιστή του ιστόρησε όσα συμβαίνουν σε όσους η πατρίδα τους πέφτει στα χέρια του εχθρού: οι άνδρες σκοτώνονται, το κάστρο καίγεται, γυναικόπαιδα σέρνονται στην αιχμαλωσία.

 

 

ΛΥΤΡΩΣΗ

 

Λύτρα είναι τα υλικά αγαθά που προσφέρονται από ένα αιχμάλωτο στον εχθρό για την απελευθέρωσή του, τη σωτηρία του  με  την απομάκρυνση του θανάτου. Από τη λέξη αυτή το νεοελληνικό λυτρώνω και λυτρώνομαι έχει κρατήσει τη σημασία της σωτηρίας, της απελευθέρωσης, της λύσης ενός προβλήματος, της απαλλαγής από κάτι που μας τυραννά και επομένως της απομάκρυνσης του ψυχικού βάρους. Αν λάβουμε υπόψη μας την ψυχική οδύνη του Πριάμου, τις ταλαιπωρίες και τους κινδύνους (ακόμα και της ζωής του) για να πετύχει το σκοπό του καταλαβαίνουμε την ανακούφιση που προκύπτει από τη λύτρωση.

 

Το ηθικό πλαίσιο της λύτρωσης – ξαγοράς δίνεται από τον Αίαντα:

Ι 632-6 ο Αίας λέει στην πρεσβεία ότι και ένας που έκανε φόνο προσφέρει ξαγορά και τιμωρείται μ’ αυτό τον τρόπο, ενώ εκείνος που του σκότωσαν το δικό του ικανοποιείται με την ξαγορά. Αντιθέτως ο Αχιλλέας για ένα λιγότερο σοβαρό παράπτωμα του Αγαμέμνονα δεν αλλάζει γνώμη.

 

Η προσφορά λύτρων από την πλευρά του ικέτη ήταν ένα είδος δέσμευσης για τον ικετευόμενο.

Ω 129-37 η Θέτιδα μαλώνει το γιο της που δε θέλει ούτε να φάει ούτε να σμίξει με γυναίκα, ενώ του έχει μείνει λίγος καιρός να ζήσει, αφού δίπλα του κιόλας στέκουν η Μοίρα η τρανοδύναμη και ο Χάρος.  Του μεταφέρει την οργή των θεών και του ζητά να δώσει το πτώμα του Έκτορα αποδεχόμενος την ξαγορά.

Ω 139-40 ο Αχιλλέας δέχεται να δώσει το πτώμα του Έκτορα αποδεχόμενος την ξαγορά, αφού έτσι ορίζει ο Δίας.

Ω 560-2 ο Αχιλλέας θυμώνει με την ξαφνική βιασύνη του Πριάμου. Το έχει στο μυαλό του να λυτρώσει τον Έκτορα, αφού έτσι του παράγγειλε η μητέρα του.

 

 

Καμιά φορά όμως απ’ ό,τι φαίνεται μπορούσε να μη δοθεί το υποσχόμενο ποσό, πράγμα που αποτελούσε αφορμή για καυγάδες. Η παράσταση του επεισοδίου στην ασπίδα που φιλοτέχνησε για τον Αχιλλέα ο Ήφαιστος μας αφήνει να υποθέσουμε ότι ήταν μια πλατειά διαδεδομένη τακτική.

Σ 497-500 μία από τις παραστάσεις της ασπίδας του Αχιλλέα είναι ένας καυγάς σε μια συγκέντρωση, όπου δυο μάλωναν για την ξαγορά ενός σκοτωμένου: ο ένας φώναζε και ορκιζόταν ότι είχε ξεπληρώσει, ενώ ο άλλος ότι δεν πήρε τίποτα.

 

Ο φόβος του θανάτου οδηγεί στη χρησιμοποίηση κάθε τρόπου προκειμένου να αποφευχθεί το μοιραίο. Προσφέρονται υλικά αγαθά, τα πιο πολύτιμα: χαλκός και χρυσάφι, που άλλοτε γίνονται αποδεκτά και άλλοτε όχι.

Χ 33-76 ο Πρίαμος βλέποντας τον Έκτορα μόνο του έξω από τα τείχη τον παρακαλεί με δάκρυα  απλώνοντας τα χέρια του να μην πολεμήσει με τον Αχιλλέα και γοργοθανατίσει, για τον οποίο αν είχαν οι αθάνατοι τόση αγάπη όση του έχει αυτός, θα τον ξέσκιζαν τα σκυλιά και οι γύπες ξαπλωμένο στο χώμα, να αλάφρωνε κι εκείνου η πίκρα του, που του έχει σκοτώσει τόσους γιους ή άλλους πούλησε μακριά. Ήδη ψάχνει να βρει τον Πολύδωρο και το Λυκάονα, αλλά δεν τους βρίσκει πουθενά στο κάστρο όπου κλείστηκαν οι άλλοι Τρώες, για τους οποίους, αν ήξερε ότι ζουν θα πρόσφερε χρυσάφι και χαλκό ως λύτρα.

Χ 338-43 ο Έκτορας τον εξορκίζει στη ζωή, στα νιάτα και στους γονιούς του να μην τον αφήσει να τον σπαράξουν οι σκύλοι στ’ αργίτικα καράβια, αλλά  να δεχτεί χαλκό και χρυσάφι ως λύτρα από τους γονείς του και να γυρίσει το σώμα του στο σπίτι του, να βάλουν οι Τρώες με τις γυναίκες τους φωτιά και να τον κάψουν.

 

Αλλά και μ’ αυτά δεν καταφέρνουν να σώσουν τη ζωή τους ο Άδραστος και ο Δόλωνας. Οι λόγοι που οδηγούν στην άρνηση της εξαγοράς είναι η πολεμική μανία, η διάθεση εκδίκησης που δεν επιτρέπει εξαιρέσεις από το θάνατο, και στη δεύτερη το πολεμικό συμφέρον.

Ζ 45-50 ο Άδραστος παρακαλεί το Μενέλαο να τον πιάσει αιχμάλωτο και να δεχτεί λύτρα από τον πατέρα του, που θα έδινε αμέτρητα για να σώσει το γιο του.

Κ 378-81 ο Δόλωνας παρακαλεί τον Οδυσσέα και το Διομήδη να μην τον σκοτώσουν, αλλά να δεχτούν λύτρα.

Λ 131 ένας ακόμα παρακαλεί μάταια για τη ζωή του υποσχόμενος λύτρα

 

Για μας σήμερα η αξία ενός ανθρώπου δεν ξεπληρώνεται με όλο το χρυσάφι του κόσμου και αυτό το νόημα εκφράζει και ο Αχιλλέας όταν δηλώνει στον Έκτορα ότι κι αν του έδιναν λύτρα  δέκα ή είκοσι φορές και να του έταζαν κι άλλα, κι αν ακόμα του έλεγε ο πατέρας του να του δώσει χρυσάφι του βάρους του και πάλι δε  θα δεχόταν.

Χ 346-54 ο Αχιλλέας λέει ότι όσο τον σπρώχνει η λύσσα του να κόψει και να φάει ωμές τις σάρκες του για αυτά που του έχει κάνει, άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι κανείς δε θα διώξει  από το κεφάλι του τους σκύλους, κι αν ακόμα του έφερναν την ξαγορά του σε λύτρα  δέκα ή είκοσι φορές και να του έταζαν κι άλλα. Κι αν ακόμα του έλεγε ο πατέρας του να του δώσει χρυσάφι του βάρους του, και πάλι η μάνα του δε θα τον βάλει στο στρώμα του να τον μοιρολογήσει, αλλά θα τον φάνε ολάκερο οι σκύλοι και οι γύπες.

 

Οι περισσότερες αναφορές στην ξαγορά αφορούν την περίπτωση του πτώματος του Έκτορα. Το θέμα προετοιμάζεται ήδη από τη σκηνή του θανάτου, όπου ο Έκτορας ικετεύει τον Αχιλλέα να δεχτεί από τους γονείς του λύτρα, όχι για τη ζωή του, αλλά για την παράδοση του πτώματός του. Η απάντηση του Αχιλλέα, όπως θα περιμέναμε, είναι αρνητική: την αξία του Έκτορα, που ισοδυναμεί με την εκδίκησή του για τον Πάτροκλο, δεν την εξισώνει οποιαδήποτε κοστολόγηση.

Τελικά με τη μεσολάβηση των θεών αποφασίζεται η επιστροφή του πτώματος, και η ξαγορά που φέρει ο Πρίαμος είναι (Ω 228-37):

12 πεντάμορφα κιλίμια

12 μονές κάπες

12 σκεπάσματα

10 τάλαντα χρυσάφι

2 τρίποδες

4 λέβητες

1 όμορφη κούπα, δώρο των Θρακιωτών

 

Η προσφορά του Πριάμου χαρακτηρίζεται άμετρη, πλούσια, όχι ανάξια λόγου, ώστε ο Αχιλλέας γι’ αυτήν, και εξαιτίας βέβαια της εντολής των θεών, αποφασίζει να παραδώσει το πτώμα του Έκτορα. Αφήνει όμως ένα καλόφαντο πανί και δυο κιλίμια, για να σκεπάσουν το νεκρό, όταν θα τον πάρουν.

Ω 495-506 από τους 50 γιους που είχε οι πιο πολλοί σκοτώθηκαν στον πόλεμο και τον πιο ξεχωριστό, ο οποίος προστάτευε την Τροία και τους ίδιους, τον σκότωσε ο Αχιλλέας. Για χάρη αυτού φέρνει άμετρη εξαγορά

Ω 553-8 ο Πρίαμος δεν μπορεί να ησυχάσει όσο ο γιος του βρίσκεται κάπου παραριγμένος στην καλύβα. Ζητά από τον Αχιλλέα να δεχτεί την πλούσια εξαγορά  να τον δει με τα μάτια του και του εύχεται να γυρίσει γερός στην πατρίδα του, αφού άφησε κι εκείνον να ζήσει.

Ω 592-5 ο Αχιλλέας ζητά από τον Πάτροκλο να μην του θυμώσει που έδωσε τον Έκτορα για ταφή και όχι στα σκυλιά, όπως του είχε υποσχεθεί, αφού τα λύτρα δεν είναι ανάξια λόγου. Εξάλλου θα έχει κι εκείνος το μερτικό του.

Ω 579-80 ο Αχιλλέας με τον Άλκιμο και τον Αυτομέδοντα ξεφορτώνουν τα λύτρα που έφερε ο Πρίαμος, αφήνουν όμως ένα καλόφαντο πανί και δυο κιλίμια, για να σκεπάσουν το νεκρό, όταν θα τον πάρουν.

 

Σχετικά με τον πλούτο ο Πρίαμος αναφέρει ότι είναι πρόθυμος να δώσει τη δική του περιουσία, αλλά και εκείνη του πατέρα της Λαοθόης, μητέρας του Λυκάονα και Πολύδωρου.

Φαίνεται ότι η παραμονή του Πριάμου στη σκηνή του Αχιλλέα, αν γινόταν γνωστή θα μπορούσε να δημιουργήσει διπλωματικό επεισόδιο, οπότε θα αργούσε πολύ να πραγματοποιηθεί και θα χρειάζονταν ίσως τριπλά λύτρα.

Ω 650-5 ο Αχιλλέας λέει στον Πρίαμο να κοιμηθεί να μην τον δει κανείς Αργίτης και το πει στον Αγαμέμνονα, οπότε θα περάσει πολύς καιρός μέχρι να λυτρώσει το γιο του.

Ω 686-8 ο Ερμής λέει στον Πρίαμο ότι κι αν λύτρωσε το γιο του, αν μάθαινε ο Αγαμέμνονας ότι είναι εκεί, θα χρειάζονταν τριπλά λύτρα για να τον λυτρώσουν οι γιοι του.

 

 

Β.

ΙΚΕΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ

Όταν ο άνθρωπος διακατέχεται από ανασφάλεια για τις πεπερασμένες ανθρώπινες δυνατότητές του, η εμπιστοσύνη του στην απεριόριστη θεϊκή δύναμη του δίνει ελπίδες. Έτσι στις δύσκολες περιστάσεις η διαχρονική συναίσθηση  αδυναμίας του ανθρώπου τον σπρώχνει να επικαλεστεί, είτε ομαδικά είτε ως άτομο, τη θεϊκή βοήθεια για να σώσει τη ζωή του. Η σκοπιμότητα της ικεσίας δε βλέπουμε να διαφέρει από τη σύγχρονη ηθική, απλώς εντάσσεται στο θρησκευτικό τυπικό της Ομηρικής εποχής.

 

Ομαδική ικεσία

Καθώς οι στρατιώτες ετοιμάζονται να μπουν στη μάχη, κι εμείς σχηματίζουμε την εντύπωση ότι ο πόλεμος τώρα μόλις αρχίζει, κρίνεται απαραίτητη  η ικεσία, μια καθιερωμένη τακτική στην αρχή κάθε μάχης, που συνοδεύει θυσία στους θεούς, να τους γλιτώσουν από το θάνατο.

Β 400-1 οι στρατιώτες κάνουν θυσίες στους θεούς παρακαλώντας τους να τους γλιτώσουν από τον κίνδυνο της μάχης και από το Χάρο

 

Ομαδική είναι και η ικεσία των γυναικών της Τροίας- του άμαχου πληθυσμού που συμπάσχει με τους ενεργούς υπερασπιστές της πόλης για την τύχη της- προς τη θεά Αθηνά να σώσει την Τροία σταματώντας την πολεμική μανία του Διομήδη.

Ζ Οι Τρωαδίτισσες παρακαλούν τη θεά Αθηνά να τους σώσει συντρίβοντας την ορμή του Διομήδη.

 

Στα πλαίσια της ομαδικής ικεσίας, αλλά για τη σωτηρία ενός ήρωα, από τον οποίο όμως κρεμόταν η τύχη ολόκληρου του στρατού, ανήκει η περίπτωση του ισχυρού Αίαντα, ο οποίος  με δυσκολία κρύβει τους φόβους του στην επικείμενη μονομαχία με τον Έκτορα, γι’ αυτό βάζει τους Αχαιούς να προσευχηθούν γι’ αυτόν.

Η 192 ο Αίας ελπίζει ότι θα ρίξει κάτω τον Έκτορα στη μονομαχία, κατά βάθος όμως φοβάται, ώστε βάζει τους Αχαιούς να κάνουν παράκληση στο Δία  να τον βοηθήσει.

 

Ατομική ικεσία

 Στον αντίποδα αυτού του παραδείγματος (=ένας ικετεύει για τη σωτηρία των πολλών) βρίσκεται η ικεσία του Νέστορα προς το Δία να γλιτώσει τους Αχαιούς, των οποίων η θέση είναι δύσκολη μετά το γκρέμισμα του τείχους τους από τον Απόλλωνα.

Ο 372-6 ο Νέστορας, όταν ο Απόλλωνας γκρέμισε το τείχος, παρακάλεσε το Δία να τους γλιτώσει από το Χάρο.

Θ  242-4 ο Αγαμέμνονας παρακαλεί το Δία να μην αφήσει τους Αχαιούς να χαθούν ολοσχερώς.

 

Στα πλαίσια ατομικής ικεσίας συναντάμε το παράδειγμα ενός που ικετεύει για τη ζωή άλλου: ο Αχιλλέας προσεύχεται στο Δία, όταν στέλνει τον Πάτροκλο στη μάχη, να κερδίσει δόξα και να γυρίσει ο φίλος του ζωντανός από τη μάχη, αλλά από τα δυο αυτά αιτήματα ο Δίας εισάκουσε μόνο το πρώτο.

*Π 246-8 ο Αχιλλέας προσεύχεται στο Δία, στέλνοντας τον Πάτροκλο στη μάχη, να διώξει τους Τρώες από τα καράβια και να γυρίσει άβλαβος πίσω, Π 252 αλλά από τα δύο αυτά αιτήματα ο  Δίας δέχεται μόνο το πρώτο.

 

Ικεσία στους θεούς με σπονδή κάνει, μετά από πρόταση της Εκάβης, ο Πρίαμος στο Δία να γυρίσει ζωντανός από το στρατόπεδο των Αχαιών, όπου ετοιμάζεται να πάει στον Αχιλλέα για να πάρει το πτώμα του Έκτορα για ταφή. Καταλαβαίνουμε ότι το χαροκαμένο πατέρα δεν τον μέλει η σωτηρία της ζωής του, αλλά αυτό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ολοκληρώσει το χρέος του στο νεκρό γιο του.

Ω 283-98 η Εκάβη με μαραμένα σπλάχνα φέρνει μια κούπα στον Πρίαμο να κάνει τουλάχιστον πριν ξεκινήσει σπονδή στο Δία να γυρίσει στο σπίτι του γερός από τους εχθρούς και να του ζητήσει να του στείλει οιωνό στα δεξιά του, διαφορετικά θα τον συμβούλευε να μην πάει.

 

 

Μοναδική περίπτωση ατόμου που ικετεύει για τη ζωή του είναι η περίπτωση του Αχιλλέα, όχι όμως από το φόβο του θανάτου, αφού ο ήρωας έχει επιλέξει συνειδητά με τις πράξεις του το θάνατο, αλλά από παράπονο για τον τρόπο και τη μορφή του θανάτου, που όπως πιστεύει ο ίδιος δεν του ταιριάζει, γιατί  ο θάνατος στα νερά του ποταμού είναι και φρικτός και άδοξος: θα ταίριαζε σ’ ένα βοσκαρούδι και όχι σ’ ένα ήρωα σαν κι αυτόν.

Φ 273-83 ο Αχιλλέας παρακαλεί το Δία να βρεθεί κάποιος να τον σώσει. Δεν τον πειράζει που θα πεθάνει, αλλά που η μητέρα του του είπε, όπως νομίζει, ψέματα, ότι θα πεθάνει κάτω από τα τείχη της Τροίας χτυπημένος από τον Απόλλωνα. Εύχεται να έπεφτε τουλάχιστον από τον Έκτορα, και έτσι θα αποκτούσε δόξα και αυτός που σκότωσε και ο σκοτωμένος. Τώρα θρηνεί που θα έχει φριχτό θάνατο, άδοξο, στο ποτάμι σα βοσκαρούδι που το πνίγει το ορμητικό ρέμα το μεσοχείμωνο.

 

Σε δύσκολη θέση μας φέρνει η ικεσία του Σκάμανδρου στην Ήρα να σταματήσει το γιο της που με τη φωτιά του κινδυνεύει (να πεθάνει;!) από ασφυξία. Είναι η μοναδική Φ 373-6 ο Σκάμανδρος ασφυκτιώντας από τη φωτιά του Ηφαίστου παρακαλεί την Ήρα να σταματήσει το γιο της κι εκείνος δεν πρόκειται να γλιτώσει ποτέ κανένα Τρώα από το θάνατο ούτε όταν θα καίει φωτιά την Τροία.

 

Ανεκπλήρωτη ευχή

Περίπτωση ανεκπλήρωτης ευχής είναι του Αχιλλέα που στέλνοντας τον Πάτροκλο στη μάχη εύχεται -μάταια- στο Δία, τον Απόλλωνα και την Αθηνά να μην ξέφευγε κανείς από το Χάρο, ούτε Τρώας ούτε Αργίτης, παρά μόνο ο ίδιος και ο Πάτροκλος, να κυριεύσουν την Τροία. Π 97-100

Π 97-100 ο Αχιλλέας στέλνοντας τον Πάτροκλο στη μάχη εύχεται -μάταια- στο Δία, τον Απόλλωνα και την Αθηνά να μην ξέφευγε κανείς από το Χάρο, ούτε Τρώας ούτε Αργίτης, παρά μόνο ο ίδιος και ο Πάτροκλος, να κυριεύσουν την Τροία.

Ανεκπλήρωτη ευχή σε διαφορετικό όμως κλίμα, συμπόνιας και κατανόησης είναι του Ηφαίστου: να μπορούσε να απομακρύνει το θάνατο από τον Αχιλλέα όταν θα τον πλησίαζε ο θάνατος.

Σ 463-5 ο Ήφαιστος συμπονώντας τη Θέτιδα την παρηγορεί και εύχεται να μπορούσε να διώξει τον οργισμένο θάνατο από το παιδί της, όταν θα τον ζυγώνει η άσπλαχνη μοίρα.

 

Ευχή στη δικαιοσύνη της μοίρας κάνει ο Μενέλαος όταν πρόκειται να μονομαχήσει με τον Πάρη και δε ζητά τη σωτηρία του, αλλά την επικράτηση του μοιραίου.

Γ101  ο Μενέλαος, όταν πρόκειται να μονομαχήσει με τον Πάρη, εύχεται να βρει θάνατο όποιος του γράφει η μοίρα να πεθάνει

 

Ευχή να γλιτώσει από το θάνατο

Φ 316-23 ο Σκάμανδρος λέει στο Σιμόεντα  για τον Αχιλλέα ότι δε θα τον γλιτώσουν ούτε η ομορφιά ούτε η δύναμη ούτε τα άρματα που θα βρεθούν να κείτονται κάτω από τα νερά του στη λάσπη. Θα τον τυλίξει με την άμμο του στοιβάζοντας πάνω του χαλίκια και τα κόκαλά του δε θα τα βρουν οι Αχαιοί να τα μαζέψουν. Τόση λάσπη θα ρίξει πάνω του. Αυτό θα είναι το μνήμα του και δε θα χρειαστεί να ρίξουν άλλο χώμα πάνω του.

 

 

ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΝΤΙΜΑΧΟΜΕΝΟΥΣ ΛΑΟΥΣ

 

Όπως οι άνθρωποι ανήκουν σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, έτσι και οι θεοί είναι χωρισμένοι σε δυο αντίπαλες παρατάξεις βοηθώντας τους προστατευόμενούς τους ήρωες ή λαούς. Ενδεικτικά η Αθηνά, η Ήρα και ο Ποσειδώνας, Ερμής και Ήφαιστος υπερασπίζουν τους Αχαιούς, ενώ ο Απόλλωνας, Άρτεμη,  ο Άρης, Λητώ, η Αφροδίτη και Ξάνθος ή Σκάμανδρος τους Τρώες. Η στάση του Δία δεν είναι σταθερή, αλλά καθορίζεται από την ικεσία της Θέτιδας και είναι καθοριστική για την πορεία του πολέμου.

Η συμπαράσταση μπορεί να αφορά ολόκληρο το στρατό ή να απευθύνεται σε ένα συγκεκριμένο ήρωα.. Οι ήρωες που συνήθως έχουν τη συμπαράσταση κάποιου θεού είναι οι μεγάλοι ήρωες, κυρίως όμως αδυναμία έχει η Αθηνά στο Διομήδη, στον Οδυσσέα και στον Αχιλλέα, η Ήρα και η Αθηνά στον Αχιλλέα, ο Ποσειδώνας στον Αγαμέμνονα, στον Αχιλλέα, τον Αινεία και τον Αντίλοχο, ο Απόλλωνας στον Έκτορα, στον Αντήνορα και στον Πολυδάμαντα, η Αφροδίτη στο γιο της Αινεία κ.τ.λ. Ο πατέρας των θεών ενδιαφέρεται για το γιο του Σαρπηδόνα και για τον Έκτορα. Δηλαδή οι ήρωες που επισύρουν τη συμπάθεια και τη βοήθεια των θεών είναι οι μεγάλοι ήρωες, ένας από κάθε στρατόπεδο, ο Αχιλλέας και ο Έκτορας. Προς όλους τους Τρώες φαίνεται να ενεργεί ο Απόλλωνας και ο ποταμός Σκάμανδρος, ενώ την αγάπη της προς όλους τους Αχαιούς εκφράζει η άρνηση της Ήρας να βοηθήσει τον Αινεία.

 Η βοήθεια μπορεί να είναι φανερή ή κρυφή και μάλιστα παραβαίνοντας τις εντολές του Δία.

Σπάνια είναι κάποια παραπλανητική ενέργεια θεού προς ήρωα, όπως το απατηλό όνειρο του Δία προς τον Αγαμέμνονα.

Η παρέμβαση – εμφάνιση ενός θεού συνήθως γίνεται αντιληπτή μόνο από τον ήρωα ο οποίος καρπώνεται το όφελος: μόνο ο Αχιλλέας βλέπει την Αθηνά που τον συγκρατεί στο Α από το να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα. Μπορεί ακόμα ο ήρωας να αντιληφθεί  την ενέργεια ενός θεού με τη λογική του: ο Αχιλλέας υποθέτει ότι ο ερχομός του Πρίαμου στη σκηνή του δεν έγινε χωρίς θεϊκή συνοδεία, ή ακόμα και με το ένστικτο: ο Πάτροκλος «ξέρει» ότι ο θάνατός του οφείλεται κυρίως στην ενεργό μεσολάβηση του Απόλλωνα.

 

Τρόποι βοήθειας – συμπαράστασης

 

Προστασία στη μάχη

Στο Ο ο Απόλλωνας σπάζει το τόξο του Τεύκρου που σημάδευε τον Έκτορα.

Στο Υ η Αθηνά λοξοδρομεί το κοντάρι του Έκτορα που κατευθυνόταν προς τον Αχιλλέα.

Στο Χ η Αθηνά έχοντας πάρει τη συγκατάθεση του Δία κατεβαίνει να βοηθήσει τον Αχιλλέα στη μονομαχία με τον Έκτορα. Αρχικά τον ενθαρρύνει και με τη μορφή του Δηίφοβου πείθει τον Έκτορα να μείνει να μονομαχήσει με τον Αχιλλέα και όταν ο Αχιλλέας ρίχνει το κοντάρι του τού το επιστρέφει.

Στο Ρ ο Δίας απλώνει πυκνή ομίχλη γύρω από το νεκρό Πάτροκλο και στέλνει την Αθηνά να ξεσηκώσει τους Αχαιούς.

Στο Σ η Αθηνά σκεπάζει τους ώμους του Αχιλλέα, καθώς είναι άοπλος, με την ασπίδα της, το κεφάλι του με σύννεφο και από πάνω βάζει φωτιά κι έτσι ο ήρωας φωνάζει τρομάζοντας τους Τρώες και μαζί του η θεά, για να μπορέσουν οι Αχαιοί να πάρουν το πτώμα του Πατρόκλου.

 

 

Σωτηρία – απομάκρυνση από το πεδίο της μάχης

Στο Γ η Αφροδίτη αρπάζει από το πεδίο της μάχης τον Πάρη κατά τη μονομαχία του με το Μενέλαο και τον μεταφέρει μέσα στην Τροία σώζοντάς του τη ζωή.

Στο Ε η Αφροδίτη γλιτώνει το γιο της Αινεία αρπάζοντάς τον μετά το χτύπημα του Διομήδη και όταν αυτή πληγώνεται αναλαμβάνει  τη σωτηρία του ο Απόλλωνας.

Στο Υ ο Απόλλωνας αρπάζει το Έκτορα κατά την επίθεση του Αχιλλέα αφήνοντας ομίχλη στη θέση του.

Στο Φ ο Απόλλλωνας αρπάζει με  σύννεφο τον Αγήνορα, τον οποίο προηγουμένως ενθάρρυνε να αντισταθεί στον Αχιλλέα, απομακρύνοντάς τον από το πεδίο της μάχης και παραπλανά τον Αχιλλέα που τον καταδίωκε.

 

 

Ενθάρρυνση – συμπαράσταση -ξεσηκωμός

Στο Κ ο Απόλλωνας ξεσηκώνει τους Θράκες εναντίον των Αχαιών κατασκόπων Οδυσσέα και Διομήδη.

Στο Ε η Αθηνά συμπαρίσταται, ενθαρρύνει και συμβουλεύει το Διομήδη  και τον ενδυναμώνει, όταν πληγώνεται από τον Πάνδαρο.

Στο Δ ο Απόλλωνας ενθαρρύνει τους Τρώες.

Στο Θ η Ήρα φωτίζει τον Αγαμέμνονα να ενθαρρύνει τους Αχαιούς.

Στο Ν ο Ποσειδώνας, καθώς ο Δίας έχει εξαπατηθεί από την Ήρα και κοιμάται, πάει στην Τροία, όπου ενθαρρύνει τους κυριότερους ήρωες των Αχαιών.

Στο Υ ο Απόλλωνας εμψυχώνει τον Αινεία να αντισταθεί στον Αχιλλέα.

Στο Κ η Αθηνά συμπαρίσταται στον Οδυσσέα και Διομήδη στην επιχείρηση κατασκοπείας.

Στο Υ ο Απόλλωνας δεν αφήνει τον Έκτορα να τα βάλλει με τον Αχιλλέα.

 

Παροχή συμβουλών

Στο Α η Αθηνά σταλμένη από την Ήρα συμβουλεύει τον Αχιλλέα να συγκρατήσει την οργή του και να μη σκοτώσει τον Αγαμέμνονα, αλλά να εκτονωθεί με λόγια.

Στο Ρ ο Απόλλωνας μεταμορφωμένος ειδοποιεί τον Έκτορα ότι είναι άσκοπο να κυνηγά τα άλογα του Αχιλλέα και ότι πρέπει να φροντίσει το πτώμα του Εύφορου.

Στο Λ η Ίριδα μεταφέρει την εντολή του Δία στον Έκτορα να μη δράσει, έως ότου πληγωθεί ο Αγαμέμνονας.

Στο Υ ο Απόλλωνας δεν αφήνει τον Έκτορα να τα βάλλει με τον Αχιλλέα.

 

 

Μεταφορά αιτημάτων – μεσολάβηση

Στο Α η Θέτιδα ικετεύει το Δία να τιμήσει το γιο της.

Στο Σ η Θέτιδα ακούγοντας το θρήνο του Αχιλλέα ανεβαίνει από τη θάλασσα με τις αδελφές της, παρηγορεί το γιο της, του αποκαλύπτει τη μοίρα του και προθυμοποιείται να ζητήσει από τον Ήφαιστο να του φτιάξει καινούρια πανοπλία.

 

Συμμετοχή στη μάχη

Στο Ο ο Απόλλωνας πρωτοστατώντας στη μάχη δημιουργεί πέρασμα για τους Τρώες και γκρεμίζει το τείχος.

Στο Π ο Απόλλωνας πρωτοστατεί στο θάνατο του Πατρόκλου  χτυπώντας πισώπλατα τον ήρωα, με αποτέλεσμα να ξεγυμνωθεί από τα όπλα του.

 

Αποτροπή κινήσεων

Στο Α η Αθηνά σταλμένη από την Ήρα συμβουλεύει τον Αχιλλέα να συγκρατήσει την οργή του και να μη σκοτώσει τον Αγαμέμνονα, αλλά να εκτονωθεί με λόγια Στο Λ η Ίριδα μεταφέρει την εντολή του Δία στον Έκτορα να μη δράσει, έως ότου πληγωθεί ο Αγαμέμνονας.

Στο Υ ο Απόλλωνας δεν αφήνει τον Αχιλλέα να τα βάλει μα τον Αχιλλέα.

 

Συνοδεία

Στο Ο Ερμής συνοδεύει τον Πρίαμο με ασφάλεια ως τη σκηνή του Αχιλλέα και τον ξυπνά νωρίς το επόμενο πρωί για να φύγει πριν τον πάρουν είδηση οι Αχαιοί.

 

Επαναφορά σωματικών δυνάμεων

Στο Ε η Αθηνά ενδυναμώνει το Διομήδη όταν πληγώνεται από τον Πάνδαρο.

Στο Ε ο Βοριάς με το δροσερό του φύσημα επαναφέρει τις δυνάμεις του Σαρπηδόνα.

 

Εισάκουση προσευχής

Στο Α ο Απόλλωνας εισακούει την προσευχή του Χρύση στέλνοντας λοιμό στους Αχαιούς.

 Στο Ρ ο Δίας διώχνει την ομίχλη από το πτώμα του Πατρόκλου κατά παράκληση του Αίαντα για να βρει κάποιον να ειδοποιήσει τον Αχιλλέα για το θάνατο του φίλου του.

 

Διένεξη με άλλους θεούς

Στο Ξ η Ήρα οργανώνει και υλοποιεί σχέδιο εξαπάτησης του Δία, προκειμένου να μεταστραφεί η πορεία του πολέμου.

Στο Θ η Ήρα και η Αθηνά ετοιμάζονται να κατεβούν με το άρμα τους να βοηθήσουν τους Αχαιούς, αλλά εμποδίζονται από την Ίριδα.

Στο Υ η Ήρα θέλει  με την Αθηνά και τον Ποσειδώνα να αντισταθούν στον Απόλλωνα, πρόταση που δεν εγκρίνεται.

Στο Φ πολλοί θεοί πολεμούν μεταξύ τους για χάρη των ανθρώπων, με εξαίρεση τον Απόλλωνα και τον Ποσειδώνα.

 

Προστασία νεκρού

Στο Ω οι θεοί θέλουν να κλέψουν το πτώμα του Έκτορα από τον Αχιλλέα για να ταφεί. Μεσολαβούν στο Δία που αποφασίζει να στείλει τη Θέτιδα να πείσει το γιο της να αποδώσει το πτώμα.

Στο Π ο Ύπνος και ο Θάνατος φροντίζουν το νεκρό Σαρπηδόνα κατ’ εντολή του Δία.

Στο Ρ ο Δίας απλώνει πυκνή ομίχλη γύρω από το νεκρό Πάτροκλο και στέλνει την Αθηνά να ξεσηκώσει τους Αχαιούς.

Στο Ρ ο Δίας διώχνει την ομίχλη από το πτώμα του Πατρόκλου κατά παράκληση του Αίαντα για να βρει κάποιον να ειδοποιήσει τον Αχιλλέα για το θάνατο του φίλου του.

Στο Ω η Ίριδα λέει στον Πρίαμο να ζητήσει το πτώμα του γιου του από τον Αχιλλέα.

 

Θεοί που διώχνουν το θάνατο για χάρη των προστατευομένων τους

Συγκεκριμένος θεός

Λ 163-5 ο Δίας όσο ο Αγαμέμνονας αριστεύει κρατά τον Έκτορα μακριά από τις ριξιές, τη σφαγή, το αίμα και τη σκόνη.

Χ 174-6 ο Δίας προτείνει στους θεούς να σκεφτούν   αν θα γλιτώσουν τον Έκτορα από το θάνατο ή θα τον αφήσουν να πέσει από τα χέρια του Αχιλλέα, κι ας είναι τόσο ανδρείος.

Μ 402-3 ο Δίας για να μην πέσει ο γιος του Σαρπηδόνας στις πρύμνες των καραβιών των Αχαιών, έδιωξε το Χάρο απ’ αυτόν.

Π 433-8 ο Δίας λέει στην Ήρα ότι βρίσκεται σε δίλημμα, αν πρέπει να αρπάξει το γιο του Σαρπηδόνα και να τον φέρει στη Λυκία πριν τον βρει ο θάνατος, ή να τον αφήσει να σκοτωθεί από τον Πάτροκλο

 

Δ 11 Ο Δίας πειράζοντας την Ήρα λέει ότι εκείνη με την Αθηνά βοηθούν τους προστατευόμενούς τους από μακριά, ενώ η Αφροδίτη ξέρει να παραστέκει και να διώχνει το θάνατο από το φίλο της.

Ε 310 ο Αινείας χτυπημένος από την πετριά του Διομήδη του σκεπάζει μαύρη νυχτιά τα μάτια, αλλά δεν πεθαίνει τελικά, γιατί τον βοηθά η μητέρα του Αφροδίτη, η οποία του απλώνει τον πέπλο της, για να μην κατάστηθα  κανένα χτύπημα από Αργίτη και του πάρει τη ζωή.

 

Ε 21-24 ο Ιδαίος πηδώντας κάτω από το αμάξι φεύγει χωρίς να βαστάξει να διαφεντέψει τον αδελφό του, το Φηγέα, που σκότωσε προηγουμένως ο Διομήδης, αλλά και αυτός ο ίδιος δε θα γλίτωνε αν δεν τον γλίτωνε ο Ήφαιστος σκεπάζοντάς τον με νύχτα, για να μην πέσει αβάστακτος καημός στον πατέρα τους που θα έχανε δυο παιδιά.

 

Ν 550-5 ο Αντίλοχος καταφέρνει να αποσπάσει την πανοπλία από το νεκρό Θόωνα κι ας του ρίχνανε πλήθος Τρώων, γιατί τον προστάτευε ο Ποσειδώνας.

Υ 288-91 αν το μάτι του Ποσειδώνα δεν έβλεπε τον Αινεία που πολεμούσε με τον Αχιλλέα, θα έβρισκε ο Αινείας τον Αχιλλέα στο κράνος, που του έδιωχνε πάντα το μαύρο Χάρο, ή εκείνος θα τον σκότωνε με σπαθί.

Υ 300-4 ο Ποσειδώνας λέει στην Ήρα και την Αθηνά ότι τον Αινεία τον ξεγέλασαν τα λόγια του Απόλλωνα, όμως εκείνος σίγουρα  δεν πρόκειται να του διώξει το χάρο. Γι’ αυτό πρέπει αυτοί να τον γλιτώσουν από το Χάρο, γιατί αν τον σκότωνε ο Αχιλλέας, θα θύμωνε ο Δίας, αφού είναι γραφτό του να ξεφύγει, για να μη σβήσει ολότελα άκληρο και ασήμαδο το γένος του Δάρδανου, που ο Δίας αγάπησε πιο πολύ απ’ όλα τα παιδιά του.

Φ 291-7 ο Ποσειδώνας πηγαίνοντας να βοηθήσει τον Αχιλλέα από τον ποταμό τού λέει ότι δεν είναι γραφτό του να πεθάνει από τον ποταμό, ο οποίος θα γαληνέψει γρήγορα και τον συμβουλεύει να μη σταματήσει να χτυπά τους Τρώες, μέχρι να κλειστούν στο κάστρο τους, αλλά αφού σκοτώσει τον Έκτορα να γυρίσει στα πλοία.

 

Ο 520-44 ο Μέγης σημαδεύει τον Πολυδάμα, αλλά ο Απόλλωνας δεν άφησε να σκοτωθεί και έτσι πετυχαίνει τον Κροίσμο. Καθώς σκύβει να τον γδύσει σημαδεύεται από το Δόλοπα χωρίς επιτυχία, αλλά και αυτός δεν πετυχαίνει το στόχο του, έως ότου έρχεται ο Μενέλαος και τον χτυπά πισώπλατα και του παίρνουν τα όπλα.

Φ 538-9 ο Απόλλωνας χύθηκε να γλιτώσει τους Τρώες από το θάνατο.

Φ 547-8 ο Απόλλωνας συμπαραστέκεται στον Αντήνορα και στέκεται στο πλευρό του να διώξει από πάνω του τη βαριά Μοίρα του θανάτου.

Υ 441-4 ο Αχιλλέας λυσσώντας ορμά πάνω στον Έκτορα γυρεύοντας να πάρει τη ζωή του, όμως εκείνον τρέχει και τον αρπάζει ο Απόλλωνας  εύκολα σα θεός  και σκορπίζει πάνω του πυκνή αντάρα.

Χ 202-4 ο ποιητής ρωτά πώς θα γλίτωνε ο Έκτορας από το Χάρο αν δεν ερχόταν ο Απόλλωνας να του χαρίσει ορμή και γοργά πόδια.

 

Υ 310-7 η Ήρα απαντώντας λέει στον Ποσειδώνα να πάρει μόνος του την απόφαση αν θα σώσει τον Αινεία, αφού αυτήν και την Αθηνά τις έχουν ακούσει πολλές φορές οι αθάνατοι να ορκίζονται μπροστά τους να μη γλιτώσουν ποτέ κανένα Τρώα από το θάνατο, ούτε όταν θα καίγεται από φωτιά η Τροία απ’ άκρη σ’ άκρη.

Φ 136-8 ο θυμός του ποταμού δυνάμωσε πώς να κόψει τη φόρα του Αχιλλέα και να διώξει το θάνατο από τους Τρώες.

Φ 259-60 ο ποταμός ορμά πάνω στον Αχιλλέα θέλοντας να κόψει τη φόρα του και να διώξει το θάνατο από τους Τρώες.

Φ 328-41 η Ήρα φοβούμενη μήπως ο Σκάμανδρος πνίξει τον Αχιλλέα στέλνει τον Ήφαιστο να ανάψει φωτιά.

Φ 373-6 ο Σκάμανδρος ασφυκτιώντας από τη φωτιά του Ηφαίστου παρακαλεί την Ήρα να σταματήσει το γιο της κι εκείνος δεν πρόκειται να γλιτώσει ποτέ κανένα Τρώα από το θάνατο ούτε όταν θα καίει φωτιά την Τροία.

Φ 458-60 ο Ποσειδώνας διώχνει τον Απόλλωνα εμποδίζοντάς τον να αναμετρηθούν αναφέροντας την ιστορία του Λαομέδοντα, τον οποίο υπηρετούσαν κάποτε και στο τέλος τους έδιωξε με απειλές. Πειραγμένος από τότε αναρωτιέται πώς ο Απόλλωνας βοηθά τους Τρώες και δε στέκεται με τους Αχαιούς να δουν πώς θα ξεκληρίσουν τους Τρώες.

Φ 463-5 ο Απόλλωνας αρνείται να αναμετρηθεί με τον Ποσειδώνα για χάρη των θνητών που μια τρανεύουν σαν τα φύλλα των δέντρων όλο ζωή κα φλόγα τρώγοντας απ’ τον καρπό της γης τους και μια πεθαίνουν κι αφανίζονται

Χ 179-80 την άποψη του Δία απορρίπτει η Αθηνά, αφού το θάνατό του έχει  από χρόνια αποφασίσει η μοίρα.

Χ 208-13 όταν φτάνουν για τέταρτη φορά πια στις βρυσομάνες, ο Δίας τέντωσε τη ζυγαριά του και έβαλε δεξιά και αριστερά δυο κλήρους του ανήλεου θανάτου, στη μια του Έκτορα και στην άλλη του Αχιλλέα. Καθώς τη σήκωσε από τη μέση το ριζικό του Έκτορα γέρνει στον Άδη και αμέσως τον άφησε ο Απόλλωνας.

Χ 218-21 η Αθηνά δηλώνει στον Αχιλλέα ότι θα τον βοηθήσει να σκοτώσουν μαζί τον Έκτορα για να αποκτήσουν δόξα και ότι δε γίνεται να γλιτώσει καθόλου ο Έκτορας, ακόμα κι αν πασχίσει ο Απόλλωνας να κυλιστεί στα πόδια του Δία.

 

Γενικά κάποιος θεός

Ι 458-61 ο Φοίνικας λέει ότι σκέφτηκε να σκοτώσει τον πατέρα του, αλλά τον σταμάτησε κάποιος θεός θυμίζοντάς του του κόσμου τις βρισιές, το σούσουρο να τον φωνάζουν πατροκτόνο.

 

όλοι οι θεοί

Υ 179-95 ο Αχιλλέας προσπαθώντας να αποθαρρύνει τον Αινεία αναρωτιέται αν θέλει να τον σκοτώσει για να πάρει την εξουσία του Πριάμου. Ούτως ή άλλως όμως εκείνος δεν πρόκειται να τη δώσει σ’ εκείνον, αφού έχει πολλά παιδιά. Αλλά κι αν οι Τρώες του ξεχώρισαν χωράφι, αν τον σκότωνε, πάλι είναι πολύ δύσκολο να το πετύχει. Την άλλη φορά που είχαν βρεθεί αντιμέτωποι τον είχαν γλιτώσει ο Δίας και ο άλλοι αθάνατοι θεοί, τώρα όμως δεν πρόκειται να τον γλιτώσουν.

 

 

Σωτηρία με φυγή

Θ 342 ο Εκτορας σκοτώνει και από έναν Αχαιό καθώς έφευγαν.

Ι 21-2 ο Αγαμέμνονας θεωρεί ότι αφού ξέκανε τόσο στρατό κατά παραπλάνηση του Δία δεν του μένει άλλος δρόμος από την επιστροφή στη πατρίδα.

Λ 580-5 Ο Ευρύπυλος σκοτώνει τον Απισάονα και, καθώς επιχειρεί να του πάρει την πανοπλία του, τον παίρνει είδηση ο Πάρης, τον πληγώνει και εκείνος φεύγει να σωθεί.

Ξ 80-1 ο Νέστορας βλέποντας ότι ο αφανισμός των Αχαιών είναι σίγουρος δηλώνει ότι δεν είναι ντροπή και νύχτα να το βάλεις στα πόδια και να γλιτώσεις για να αποφύγεις το ξεκλήρισμα.

Ξ  402-8 ο Έκτορας σημαδεύει με το κοντάρι τον Αίαντα, αλλά εκείνος ξεφεύγει και χώνεται μέσα στο πλήθος να γλιτώσει.

Ο 573-90  Αντίλοχος σκοτώνει το Μελάνιππο χτυπώντας τον στο βυζί και ορμά πάνω  του να του πάρει τα άρματα, όμως στη θέα του Έκτορα το `βαλε στα πόδια.

Ο 661-6 ο Νέστορας εξορκίζει τους Αχαιούς να δείξουν ανδρεία και να μην τραπούν σε φυγή σκεφτόμενοι αυτούς που έχουν στη ζωή και αυτούς που έχουν πεθάνει.

Π 692-7 Πάτροκλε, ο πρώτος ποιος που σκότωσες, ποιος ο στερνός αλήθεια, την ώρα αυτή, οι θεοί στο θάνατο που σ’ είχαν πια καλέσει; (αναφέρονται 9, ενώ οι άλλοι όταν τον είδαν που τους σκότωνε, τράπηκαν σε φυγή.)

Ρ 107-22 ο Μενέλαος, καθώς τον πλησιάζουν οι Τρώες, αφήνει το νεκρό του Πατρόκλου απροστάτευτο και τρέπεται σε φυγή. Βρίσκει όμως τον Αίαντα και του ανακοινώνει το θάνατο του Πατρόκλου και του ζητά να σώσουν το σώμα τουλάχιστον, αφού την πανοπλία του την πήρε ο Έκτορας.

Ρ 125-31 όταν φτάνουν ο Μενέλαος με τον Αίαντα κοντά στο νεκρό, ο Έκτορας σέρνει το νεκρό να κόψει το κεφάλι του και να πετάξει το σώμα του στα σκυλιά, με την εμφάνισή τους όμως δεν προλαβαίνει και τρέπεται σε φυγή, ενώ δίνει την πανοπλία στους Τρώες να τη μεταφέρουν στην Τροία, από την οποία θα έπαιρνε μεγάλη δόξα.

Σ 270-2 ο Πολυδάμαντας λέει χαρά σ’ αυτόν που θα καταφέρει την επομένη μέρα της εμφάνισης του Αχιλλέα να μπει στην Τροία, αλλά δεν ελπίζει κάτι τέτοιο, καθώς τους περισσότερους θα τους φάνε τα σκυλιά και οι γύπες, πράγμα που δε θα `θελε ν’ ακούσει ποτέ του.

Τ 400-3 ο Αχιλλέας ζητά από τα αθάνατα άλογά του, τον Ξάνθο και το Βαλίο να προσπαθήσουν να τον γλιτώσουν και να μην τον αφήσουν στο πεδίο της μάχης νεκρό, όπως τον Πάτροκλο.

Υ 345-50 ο Αχιλλέας έκθαμβος από την εξαφάνιση του Αινεία, ενώ νόμιζε ότι τον είχε σκοτώσει, όταν συνέρχεται από την έκπληξη, αδιαφορεί, καθώς πιστεύει ότι δε θα τολμήσει να ξαναβρεθεί μπροστά του χαρούμενος που ξέφυγε του χάρου.

Υ 335-9 ο Ποσειδώνας συμβουλεύει τον Αινεία να τραπεί σε φυγή, όταν ξαναβρεθεί μπροστά στον Αχιλλέα, να μη βρεθεί στον Άδη, κι ας μην το γράφει ακόμη η Μοίρα του. Όταν ο Αχιλλέας σκοτωθεί και φύγει από τη μέση, τότε να μπει στην πρώτη γραμμή, αφού κανένας άλλος Αχαιός δεν μπορεί να τον σκοτώσει.

Υ 441-4 ο Αχιλλέας λυσσώντας ορμά πάνω στον Έκτορα γυρεύοντας να πάρει τη ζωή του, όμως εκείνον τρέχει και τον αρπάζει ο Απόλλωνας  εύκολα σα θεός  και σκορπίζει πάνω του πυκνή αντάρα.

Φ 34-63 το γιο του Πρίαμου Λυκάονα, που τον είχε πιάσει παλιότερα και τον είχε πουλήσει στη Λήμνο, αλλά αυτή ήταν η δωδέκατη μέρα που είχε επιστρέψει, κάποιος θεός τον ξανάριξε στα χέρια του και ήρθε η στιγμή που εκείνος θα τον έστελνε με το ζόρι στον Άδη. Όταν ο Αχιλλέας τον είδε γυμνό να τρέχει, γιατί είχε πετάξει τα όπλα του, για να μπορεί να τρέχει ευκολότερα  και ο ιδρώτας τον έπνιγε και η κούραση του λύγιζε τα γόνατα, έμεινε έκθαμβος, δεν πίστευε στα μάτια του και θύμωσε, αφού αυτοί που μέχρι τώρα είχε σκοτώσει ανασταίνονταν, να ξαναβγούν από τον Κάτω Κόσμο. Αποφασίζει λοιπόν να τον σκοτώσει, για να διαπιστώσει αν ξανάρθει από εκεί κάτω ή η ζωοδότρα γη τον κρατήσει στα σπλάχνα της, που και τον πιο αντρειωμένο μέσα της κρατά και δεν τον αφήνει.

Φ 205-8 ο Αχιλλέας ορμά πάνω στους Παίονες, που τράπηκαν σε φυγή, όταν είδαν  να πέφτει νεκρός από τα άσπλαχνα χέρια του Αχιλλέα ο πιο ανδρειωμένος τους.

Φ 553-70 ο Αντήνορας φοβάται ότι αν δοκιμάσει να φύγει μπροστά από τον Αχιλλέα, θα τον φτάσει εκείνος και θα τον ξαπλώσει χάμω. Αλλά κι αν έφευγε πάλι μακριά από το κάστρο, φοβάται μήπως τον έβλεπε και τον κυνηγούσε με τα γρήγορα πόδια του και τότε δε θα γλίτωνε από το Χάρο και από τη μοίρα του χαμού, γιατί ο Αχιλλέας δεν έχει ταίρι του στη δύναμη. Αν σταθεί να πολεμήσει μαζί του, ελπίζει ότι θα τον σκοτώσει, γιατί κι εκείνος είναι θνητός και έχει κορμί που θα πληγώνεται και ψυχή στα στήθη του.

Φ 609-11 οι Τρώες επωφελούμενοι από το κυνηγητό που κάνει ο Αχιλλέας του Απόλλωνα-Αγήνορα τρέχουν να μπουν στο κάστρο, χωρίς να περιμένουν να δουν ποιος γλίτωσε και ποιος χάθηκε στον πόλεμο, παρά βιαστικά  έμπαιναν μέσα στο κάστρο, όσους γλίτωναν τα γόνατα και τα γοργά τους πόδια.

Χ 250-9 ο Έκτορας δηλώνει ότι δε φοβάται πια τον Αχιλλέα, όπως  πριν που πήρε δρόμο, αλλά τώρα είναι έτοιμος να αναμετρηθούν και όποιον πάρει ο Χάρος. Του ζητά όμως να καλέσουν τους θεούς μάρτυρες για να κάνουν συμφωνία ότι  αυτός δε θα ντροπιάσει το κορμί του σκληρόψυχα, αν καταφέρει να τον σκοτώσει, αλλά αφού πάρει τα άρματά του θα δώσει το κορμί του να το θάψουν οι Αχαιοί, και ζητά από εκείνον να κάνει το ίδιο.

Ω194-99 όταν ο Πρίαμος ρωτά τη γνώμη της Εκάβης για το μήνυμα της Ίριδας, εκείνη (στ. Ω 201-16) εκπλήσσεται από την τόλμη του να πάει μόνος του να αντικρίσει τον άνθρωπο που του σκότωσε πολλούς γενναίους γιους. Θα πρέπει να έχει καρδιά από σίδερο. Φοβάται ότι ο Αχιλλέας δε θα τον λυπηθεί, αλλά θα τον σκοτώσει, γι’ αυτό είναι προτιμότερο να τον κλαίνε από μακριά, καθούμενοι στο σπίτι τους, αφού η σκληρή του Μοίρα τού έκλωσε από τη μέρα που γεννήθηκε να τον φάνε άσπλαχνα σκυλιά μακριά από τους γονείς του έξω από την πόρτα άσπλαχνου άνδρα. Εκφράζει την ευχή να μπορούσε να του φάει το συκώτι, για να μπορέσει τουλάχιστον να πάρει το αίμα του πίσω, που δε φοβήθηκε την ώρα του χαμού του, αλλά στάθηκε μπροστά να υπερασπίσει τους Τρώες και τις Τρωαδίτισσες, χωρίς να σκεφτεί καθόλου να τραπεί σε φυγή για να γλιτώσει.

Ω 352-7 ο κήρυκας βλέποντας το μεταμορφωμένο σε νέο, Ερμή φοβάται ότι θα τους κάνει κομμάτια και προτείνει στον Πρίαμο να καβαλήσουν τα άλογα και να τραπούν σε φυγή ή να του πιάσουν τα γόνατα, μήπως τους λυπηθεί.

 

 

 

Η χαρά της σωτηρίας

Η 173-4 ο Νέστορας λέει ότι σε όποιον πέσει ο κλήρος να μονομαχήσει με τον Έκτορα θα αναγαλλιάσει, αν γλιτώσει από τη σκληρή πάλη.

Η 307-15 οι Τρώες χαίρονται και δεν πιστεύουν στα μάτια τους βλέποντας ζωντανό τον Έκτορα μετά τη μονομαχία με τον Αίαντα και αντίστοιχα οι Αχαιοί βλέποντας ζωντανό τον Έκτορα, ώστε   ο Αγαμέμνονας θυσιάζει μοσχάρι στο Δία.

 

 

 

Χ 166 – 272

Ιούλ 200916


Χ 166-187: η απόφαση των θεών

Ο Δίας λυπάται τον Έκτορα που πρόκειται να σκοτωθεί από τον Αχιλλέα και προτείνει να σκεφτούν αν θα τον σώσουν, η Αθηνά όμως έχει άλλη γνώμη, γιατί η Μοίρα έχει προαποφασίσει το θάνατό του και γιατί οι υπόλοιποι θεοί έχουν άλλη γνώμη, πράγμα που κάνει το Δία να υποχωρήσει και να δώσει το ελεύθερο στην Αθηνά να κατέβει να προσφέρει τη βοήθειά της στον Αχιλλέα.

Το θέμα της μοίρας, που εδώ παρουσιάζεται ανώτερη και από τους θεούς, οι οποίοι δεν μπορούν αν παραβούν τα προκαθορισμένα της.

 

Χ 188-207:  Το κυνηγητό συνεχίζεται

παρομοιώσεις: 1) σκυλί που κυνηγά ελαφόπουλο 2) όπως στο όνειρο δεν μπορείς να πιάσεις κάποιον ούτε κα εκείνος να ξεφύγει έτσι κυνηγούσε ο ένας τον άλλο

οι θέσεις των ηρώων

Κάθε φορά που ο Έκτορας πλησίαζε τις πύλες του κάστρου για να μπορούν να τον προστατέψουν με τις σαίτες τους οι Τρώες, ο Αχιλλέας έμπαινε από μπρος του και τον γύριζε στον κάμπο.

Με το κεφάλι του ο Αχιλλέας απαγορεύει στους Αχαιούς να χτυπήσουν τον Έκτορα για να πάρει μόνος του τη δόξα.

 

Χ 208-13 Ψυχοστασία

Όταν φτάνουν για τέταρτη φορά πια στις βρυσομάνες, ο Δίας τέντωσε τη ζυγαριά του και έβαλε δεξιά και αριστερά δυο κλήρους του ανήλεου θανάτου, στη μια του Έκτορα και στην άλλη του Αχιλλέα. Καθώς τη σήκωσε από τη μέση το ριζικό του Έκτορα γέρνει στον Άδη και αμέσως τον άφησε ο Απόλλωνας.

 

Χ 214-25 Η Αθηνά δηλώνει  τη συμπαράστασή της  στον Αχιλλέα

Ο Αχιλλέας ακουμπισμένος στάθηκε να περιμένει να φέρει η Αθηνά τον Έκτορα να μονομαχήσουν

 

Χ 226-247 Η απατηλή βοήθεια της Αθηνάς στον Έκτορα

 

Χ 248-72 Ανταλλαγή λόγων ανάμεσα στους μονομάχους

  Ο Έκτορας μόνη του έγνοια είχε όχι το θάνατο καθαυτό, αλλά  την  προσπάθεια  να εξασφαλίσει την αξιοπρεπή  κατάσταση του πτώματός του. Όταν λοιπόν μονομαχεί με τον Αχιλλέα, προσπαθεί, μάταια, να τον πείσει -στην περίπτωση που θα σκοτωθεί- να παραδώσει το πτώμα του στους δικούς του. Είναι διατεθειμένος να παραχωρήσει στον  Αχιλλέα την πανοπλία του με τον όρο να δοθεί το πτώμα του στους δικούς του για ταφή και το ανάλογο θα κάνει και ο ίδιος αν σκοτώσει τον Αχιλλέα. Εδώ η ανησυχία για το σώμα του, τον ωθεί σε υποχωρήσεις. Εκείνος όμως δε    δέχεται.

Χ 250-9 ο Έκτορας δηλώνει ότι δε φοβάται πια τον Αχιλλέα, όπως  πριν που πήρε δρόμο, αλλά τώρα είναι έτοιμος να αναμετρηθούν και όποιον πάρει ο Χάρος. Του ζητά όμως να καλέσουν τους θεούς μάρτυρες για να κάνουν συμφωνία ότι  αυτός δε θα ντροπιάσει το κορμί του σκληρόψυχα, αν καταφέρει να τον σκοτώσει, αλλά αφού πάρει τα άρματά του θα δώσει το κορμί του να το θάψουν οι Αχαιοί, και ζητά από εκείνον να κάνει το ίδιο.

Η έγνοια του Έκτορα για το πτώμα του τον οδηγεί στη σύναψη συμφωνίας με τον Αχιλλέα.

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΛΙΑΔΑΣ

Ιούλ 200916


 

ΜΕΡΑ  

                                   

ΓΕΓΟΝΟΤΑ    

1-9

Α

Λοιμός.

10

 

Αγορά Αχαιών. Μήνις Αχιλλέως

                             12 ημέρες απουσίας των θεών Þ έλλειψη δράσης )

21

 

Ικεσία Θέτιδας στο Δία.

 

Β

Αγορά Αχαιών. Πρόταση επιστροφής στην πατρίδα

22

Γ

Α΄ μέρα μάχης

 

Δ

 

 

Ε

 

 

Ζ   

Μάταια ικεσία των Τρωαδιτισσών στην Αθηνά.

Συνάντηση του Έκτορα με την Ανδρομάχη.

23

Η  

Ταφή νεκρών

24

 

Ανέγερσις τείχους από τους Αχαιούς

25

   Θ  

Β μέρα μάχης Οι Τρώες φτάνουν κοντά στα καράβια. Ο Δίας απαγορεύει στους θεούς να πάρουν μέρος στη μάχη.

25νύχτα

 Ι           

Πρεσβεία στον Αχιλλέα

 

Κ  

Κατασκοπεία

26

Λ  

Γ΄ μέρα μάχης Με την ανδρεία του Αγαμέμνονα οι Τρώες υποχωρούν ως τις Σκαιές πύλες.                                                                                                                 

 

Μ       

Καθώς όμως πληγώνονται βασικοί ήρωές τους,  αποχωρούν . Οι Τρώες φτάνουν ως την τάφρο, αφήνουν τα άρματά τους

 

Ν                               

ορμούν στο τείχος και το περνούν

 

Ξ                               

Με την εξαπάτηση του Δία από την Ήρα

 

Ο                               

και την επέμβαση του Ποσειδώνα οι Αχαιοί τους σπρώχνουν πέρα από την τάφρο, οι Τρώες όμως τους κυνηγούν και βάζουν φωτιά στο πλοίο του Πρωτεσίλαου

 

Π                                

 Ο Πάτροκλος μπαίνει στη μάχη και απωθεί τους Τρώες ως το κάστρο,  σκοτώνεται όμως

 

Ρ

και οι Τρώες απωθούν τους Αχαιούς ως τα καράβια

 

Σ                                  

Φαίνεται ο Αχιλλέας από μακριά και τότε οι Τρώες υποχωρούν και πάλι

26νύχτα

 

Ο Ήφαιστος κατασκευάζει νέα πανοπλία στον Αχιλλέα.

27  

Τ     

Δ΄ μέρα μάχης

Ο Αχιλλέας  συμφιλιώνεται με τον Αγαμέμνονα.

 

Υ

 Ο Δίας επιτρέπει στους θεούς να πάρουν μέρος στη μάχη

 

Φ

 Η εκδικητική μανία του Αχιλλέα ξεσπά στους Τρώες

 

Χ

Ο Αχιλλέας σκοτώνει σε μονομαχία τον Έκτορα

28

Ψ   

  Ταφή του Πατρόκλου

29  

 

και αγώνες προς τιμήν του.

11 μέρες το πτώμα του Έκτορα μένει άταφο και κακοποιείται από τον Αχιλλέα

40 νύχτα

   Ω 

Ο Πρίαμος ικετεύει τον Αχιλλέα και παίρνει το σώμα του  Έκτορα για ταφή.

41-49

 

Συλλογή ξύλων για τη νεκρική πυρά του Έκτορα

50

 

Νεκρική πυρά του Έκτορα

51

 

Ταφή και τύμβος για τον Έκτορα

                                      .

                                   

        

Σύγκριση Πάρη – Έκτορα στη Ζ ραψωδία

Ιούλ 200916

                ΠΑΡΗΣ

 

1.Αναπαύεται μέσα στην Τροία μαζί με τις γυναίκες.

 

 

 

2.Ασχολείται, συγυρίζει τα όπλα του., που βρίσκονται σε αχρηστία, ενώ θα έπρεπε να πολεμά μ’ αυτά.

 

 

3.Αφήνει τους Τρώες να σφάζονται εξαιτίας του, ενώ ο ίδιος δεν ενδιαφέρεται. Ανευθυνότητα.

 

 

4.Η επιστροφή του στη μάχη γίνεται κατόπιν παρακίνησης της Ελένης και του Έκτορα.

 

5.Είναι ο μαλθακός πολεμιστής που ανέχεται να τον προσβάλλουν και προβάλλει φτηνές δικαιολογίες. Έλλειψη αξιοπρέπειας.

 

 

6.Είναι ο άνθρωπος που αρπάζει τη γυναίκα, η οποία οδηγεί σε καταστροφή τη χώρα του, χωρίς μάλιστα να καταφέρνει να κερδίσει την εκτίμηση της.

 

 

7.Είναι ο εαυτούλης του, που νοιάζεται μόνο για την ησυχία του, κι ας σκοτώνονται οι άλλοι για χάρη του. Η ατομικότητα πάνω από το κοινό συμφέρον.

 

 

 

ÞΓενικά είναι ένας άνθρωπος ανεύθυνος, που οδηγεί στην καταστροφή και που κανείς δεν τον εκτιμά.

                 ΕΚΤΟΡΑΣ

 

1.Τρέχει και δεν προφταίνει. Σκαστός από τη μάχη, όπου με τους άλλους Τρώες υπερασπίζει την Τροία.

 

 

2.Κρατά γεμάτος σφρίγος το πολεμικό κοντάρι.

 

 

 

3.Αναλαμβάνει τις ευθύνες του και φορτώνεται και τις ευθύνες των άλλων.

 

 

 

4.Αντιλαμβάνεται μόνος του ποιο είναι το χρέος του και το τηρεί. Ανεξάρτητη βούληση.

 

5.Είναι ο γενναίος πολεμιστής που το δίκιο τού δίνει το δικαίωμα να μιλεί με σκληρά λόγια. Αξιοπρεπής.

 

 

 

6.Είναι ο καλός οικογενειάρχης που έχει μια αξιοσέβαστη οικογένεια.

 

 

 

 

 

7.Η αγάπη για το λαό του και η συναίσθηση ευθύνης απέναντί του τον κάνει να παραμελεί την προσωπική του ζωή ( οικογένεια ) και να θέτει το κοινό συμφέρον πάνω από το ατομικό.

 

 

 

ÞΓενικά είναι ένας άνθρωπος υπεύθυνος σ’ όλες τις εκδηλώσεις  του, που έχει κερδίσει την εκτίμηση όλων.

 

 

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΡΑΨΩΔΙΩΝ ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΟΥΣ ΛΟΓΙΟΥΣ.

Ιούλ 200916


  Ραψωδία Α :Λοιμός. Μήνις.

  Ραψωδία Β :Διάπειρα. Βοιώτεια ή κατάλογος νεών.

  Ραψωδία Γ : Όρκοι. Τειχοσκοπία. Αλεξάνδρου και Μενελάου μονομαχία.

  Ραψωδία Δ :Ορκίων σύγχυσις. Αγαμέμνονος επιπώλησις.

  Ραψωδία Ε :Διομήδους αριστεία.

  Ραψωδία Ζ :Έκτορος και Ανδρομάχης ομιλία.

  Ραψωδία Η :Έκτορος και Αίαντος μονομαχία. Νεκρών αναίρεσις.

  Ραψωδία Θ :Κόλος μάχη.

  Ραψωδία Ι :Πρεσβεία προς Αχιλλέα. Λιταί.

  Ραψωδία Κ :Δολώνεια.

  Ραψωδία Λ :Αγαμέμνονος αριστεία.

  Ραψωδία Μ :Τειχομαχία.

  Ραψωδία Ν :Μάχη επί ταις ναυσίν.

  Ραψωδία Ξ :Διός απάτη.

  Ραψωδία Ο :Παλίωξις παρά των νεών.

  Ραψωδία Ρ :Μενελάου αριστεία.

  Ραψωδία Σ :Οπλοποιία.

  Ραψωδία Τ.:Μήνιδος απόρρησις.

  Ραψωδία Υ :Θεομαχία.

  Ραψωδία Φ :Μάχη παραποτάμιος.

  Ραψωδία Χ :Έκτορος αναίρεσις.

  Ραψωδία Ψ :Άθλα επί Πατρόκλω.

  Ραψωδία Ω :Έκτορος λύτρα.

« Παλιότερα άρθρα


Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων