Στο φαράγγι της Σαμαριάς

Μάι 20102

Κάθε βήμα και μια εικόνα. Αν και όλα φτιάχτηκαν από τα ίδια υλικά (νερό πέτρα και βλάστηση), κανένα σημείο δεν είναι ίδιο με άλλο. Σε κάθε ματιά χιλιάδες εικόνες συνωστίζονται να χωρέσουν στη μνήμη διεκδικώντας καθεμιά μια θέση που την αξιώνει  με την ιδιαιτερότητα της ομορφιάς της. Πώς να προσπεράσεις αυτή την ομορφιά χωρίς  να μην της αφιερώσεις ούτε μια λέξη; Αλλά και τόση ομορφιά σε ποιες λέξεις να χωρέσει; Η ανέγγιχτη ομορφιά της φύσης σε αμέτρητες φωτογραφίες ανακαλεί στη μνήμη την αίσθηση του Παραδείσου.

 

Απανωτά στενέματα και απλώματα, οι δίπλες των βράχων, στριφογυρίζουν έτσι όπως τους οδηγεί ο  ποταμός στη βάση του και προχωρούν οδηγώντας το βλέμμα στο θαύμα της δημιουργίας …

Δέντρα -στο σχήμα που τους έδωσε ο χρόνος- κρεμασμένα θαρρείς στην άκρη του πουθενά, κι όμως κρατιούνται γερά κι αντέχουν στον ορμητικό άνεμο, στις καταρρακτώδεις βροχές. Κρύβονται και παραμένουν για μήνες αθέατα στην ομίχλη περιμένοντας υπομονετικά την άνοιξη να φανερώσουν τη δύναμη που τα κράτησε στη ζωή.

 

Εκεί που κάποτε ήταν ένα χωριό, τώρα είναι ένας σταθμός για τους περαστικούς.  Να ζήσεις τη νύχτα μέσα στην αγκαλιά της φύσης ακουμπώντας κατάστηθα στο κορμί της γης, δίπλα στον ποταμό που ταξιδεύει τα λιγοστά πια νερά του διηγούμενος τις μπόρες του χειμώνα, με τις ανάσες των δέντρων να συντροφεύουν τα όνειρα μιας άλλης ζωής, ελεύθερης και ήμερης, μακριά από τον  ψευτοπολιτισμό μας.   

Εκεί που άλλοτε ήταν τα σπίτια ανθρώπων που ζούσαν αυτή την ομορφιά σε αποκλειστικότητα, τώρα κατασκηνώνουν στα ερείπιά τους περιηγητές.  Ένα χωριό νεκροταφείο … ένα χωριό μουσείο.  Η συγκίνηση εκείνων που … διωγμένοι για προστασία αναγκάστηκαν να φύγουν… Στην επιστροφή τους το μάτι δροσερεύει από το δάκρυ που καίει η θλίψη ενός  άγνωστου τοπίου τουριστικά εξωραϊσμένου, αλλά ξένου πια …

 

Το μάτι ακολουθεί  τη ροή του ποταμού που στριφογυρίζει ψάχνοντας κι εκείνος βατό μονοπάτι, αλλάζοντας κάθε φορά το δρόμο του προσαρμόζοντάς τον ανάλογα με τις συνθήκες. Η συνεχής ροή των υδάτων του ποταμού ανάμεσα στις πέτρες παγώνει μόνο  από το φωτογραφικό φακό.  Ήρεμα, στάσιμα σχεδόν νερά  με το χρώμα  της αγνότητας του Παραδείσου. Αλλού ορμητικά και θυμωμένα από  τα εμπόδια που στήνονται μπροστά του. Στους ελιγμούς του κουράζεται μέχρι να βρει κατάλληλο πέρασμα, καθώς  έπρεπε να κουβαλά τόσους όγκους που κινδύνευαν οι όχθες του. Ένα δέντρο στέκεται ακλόνητο στη μέση της κοίτης του. Ποια δύναμη το κράτησε όρθιο στο πέρασμα του ορμητικού ποταμού;

 

Θαύμα ομορφιάς, μια χαρακιά στο βράχο για να φανούν σ΄ όλη τους τη μεγαλοπρέπεια τα Λευκά Όρη. Τα ολόρθα βράχια εκμηδενίζουν την παρουσία σου, όταν υψώσεις το βλέμμα σου πάνω τους.  Εκεί που στενεύει ο χώρος και ο ορίζοντας, που χρειάζεται να υψώσεις ψηλά το κεφάλι για να δεις ουρανό, εκεί που οι πλευρές του κόσμου πάνε να σμίξουν και να σε συνθλίψουν, νιώθεις ασήμαντος, με δέος μπροστά στο ανεξιχνίαστο μυστήριο της δημιουργίας, αναζητώντας απεγνωσμένα το δημιουργό που δεν άφησε κανένα σημάδι πίσω του παρά μόνο τα δημιουργήματά του, για να προκαλεί την ακόρεστη κα αγιάτρευτη επιθυμία μας να τον ψάχνουμε διαρκώς κάθε φορά που αντικρίζουμε το θαύμα.

Ο βράχος απορροφά το φως, εξομοιώνεται μαζί του, εξαϋλώνεται σιγά σιγά και, καθώς το βράδυ επέρχεται, γίνεται ένας σκούρος αποτροπιαστικός όγκος φοβερός και δυσπρόσιτος αόρατος με την ομίχλη, τερατώδης μέσα στην απειλή του σκότους.

Εκεί που νομίζεις ότι η αγριάδα είναι η βασίλισσα του χώρου,  σε αιφνιδιάζει η παρουσία εξωτικών εικόνων ήμερης ομορφιάς. Ξαφνικά το τοπίο ημερεύει. Το έδαφος γίνεται ομαλό. Το πράσινο των δέντρων ντύνει το γυμνό τοπίο, το ημερεύει και το γλυκαίνει. Το φρέσκο φύλλωμα είναι το νέο φόρεμα της ζωής. Λουλούδια συντροφεύουν τους χείμαρρους, κρύβουν τις δυσκολίες και τις παγίδες. Θαρρείς  πως βρίσκεσαι κάπου αλλού. Πώς γαληνεύει η ψυχή που είχε παρασυρθεί από τις εντάσεις και τις οξείες γραμμές της φύσης, τις συγκρούσεις και τις εντάσεις, τις άκρες και τα αδιέξοδα, τους γκρεμούς και τα χάσματα, τις χαράδρες, τα απροσπέλαστα και τα απρόσιτα σημεία.

 

Η βάση του πεύκου γίνεται φιλόξενος χώρος για τους κατάκοπους επισκέπτες του χώρου. Η ομορφιά είναι δωρεάν, μια δωρεά της φύσης και του δημιουργού της, όποιος κι αν είναι αυτός. Κάθεσαι ακουμπώντας στον κορμό του και αγωνίζεσαι να βρεις τον ήλιο που κρύβεται πίσω από τα κλαδιά  φλερτάροντας με τη ματιά σου.

 

Ένα από τα θαύματα με τα οποία μας τιμά ενίοτε η φύση -άγνωστο ποιο μαγικό χέρι το έπλασε-  εκεί που και τα πτώματα της φύσης αποτελούν έργα τέχνης, με χρώματα κλεμμένα, θαρρείς, από  άλλους χώρους, σε τι να  διαφέρει άραγε από τον παράδεισο;

Ένα οπτικό παραλήρημα σε καλεί να μοιραστείς μαζί του  τη φθαρτότητα.

Αφήστε μια απάντηση



Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων