Tάδε έφη Ιωάννης Καποδίστριας

«Ελπίζω ότι όσοι εξ’ υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μεθ’ εμού ότι εις τας παρούσας περιπτώσεις, όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγως με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ’ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η Κυβέρνησις εις την εξουσίαν της.»

« εφ’όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν».

Ιωάννης Καποδίστριας
πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος, προς την Δ΄Εθνοσυνέλευση.

Πηγή: ιστολόγιο κ. Δημητρίου


Η γιαγιά Ελένη

Σημείωση: Ευχαριστώ τον Αντώνη που μου το έστειλε!

«Γεννήθηκα στη Σμύρνη.

Τους γονείς μου τους έσφαξαν και τους δύο. Εμένα μ΄ έβαλαν σ΄ ένα καράβι για τη Θεσσαλονίκη. Συγκεκριμένα κατέληξα στο ορφανοτροφείο Μέλισσα.

Κοίτα παιδί μου, τι είχε γραμμένο η μοίρα για μένα!

Να περάσω τα παιδικά μου χρόνια σε ορφανοτροφείο και τα γεράματα σε γηροκομείο!

Καλά που γνώρισα τον άνδρα μου, που σεβάστηκε τις πληγές μου κι έτσι υπάρχει στη ζωή μου κι ένα φωτεινό διάλειμμα. Αλλά έφυγε νωρίτερα από μένα δυστυχώς». Αυτά τα λόγια της κυρίας Ελενίτσας, μας καθήλωσαν. Όπως και το χαμόγελο με το οποίο τερμάτιζε κάθε φράση της όσο τραγική κι αν ήταν… Σαν μια άνω τελεία αξιοπρέπειας.

Άλλωστε η κυρία Ελενίτσα ήταν πέρα από αξιοπρεπής, κεφάτη, χαριτωμένη, τσαχπίνα… Σμυρνιά. Μια γιαγιά σκέτη γλύκα!

Πρώτα γνωρίστηκε με τη κόρη μου, όταν επισκέφτηκε το Γηροκομείο Αθηνών με τους συμμαθητές της του IB του Γείτονα καθώς η εθελοντική εργασία σε κάποιο ίδρυμα ήταν υποχρεωτική.

Κι όταν μου διηγήθηκε την πρώτη της συνάντηση μαζί της, θυμήθηκα μια φράση του Γιώργου Παπαστεφάνου σε μια του συνέντευξη «Δεν πιστεύω στο κεραυνοβόλο έρωτα. Πιστεύω στις κεραυνοβόλες φιλίες». Αυτό ακριβώς έγινε!

Κι έτσι η κυρία Ελενίτσα απέκτησε μια «εγγονή» και η Λίλα μια «γιαγιά επιλογής».

Κι ήταν τόσο ιερή αυτή η σχέση που όταν έπρεπε να φύγει για τις σπουδές της στο Λονδίνο, αναλάβαμε οι υπόλοιποι να τη διαφυλάξουμε.

Κι ήταν τιμή μας, ότι η Κυρία Ελενίτσα μας «δάνεισε» έκτοτε, τα «μάτια» της… Για να βλέπουμε πότε πότε μέσα από τη δική της οπτική. Είναι ευλογία στη ζωή η ανταλλαγή των φακών επαφής!

«Από τη ώρα που σας γνώρισα…Μπορώ και γω να δίνω ένα χαρτί με ονόματα στον παπά -Υπέρ Υγείας- να διαβάζει στην Κυριακάτικη δοξολογία».

Για φαντάσου! Υπάρχει μεγαλύτερη ένδειξη μοναξιάς; Να μην έχεις άνθρωπο να ευχηθείς για την υγεία του… Η απέραντη μοναξιά. Η απόλυτη μοναξιά!

Ή εκείνο το τηλέφωνο μέσα στην νύχτα και η φωνή της όλο αγωνία. «Θέλω να έρθεις όσο πιο γρήγορα μπορείς. Πρέπει να σου πω κάτι πολύ σημαντικό». Και το πρωί που έφτασα ανήσυχη την άκουσα να λέει «Ξέρεις μπορεί να βρίσκομαι σε Γηροκομείο αλλά ήμουν κάποτε αρχόντισσα. Όταν πεθάνω μπορεί να με πετάξουν. Άλλωστε ποιος θα είναι να τους ελέγξει; Θέλω εσύ να επιβλέψεις τη κηδεία μου. Να γίνει σωστή παιδί μου».

Αλλά μη φανταστείτε ότι όλες οι κουβέντες ήταν σκουρόχρωμες… Α πα πα! Μόνο λίγες… Κατ΄ εξαίρεση.

Η κυρία Ελενίτσα είχε πονηρά ματάκια και γαργαρένιο γέλιο. Κι αν λατρεύαμε κάτι σε κείνη ήταν η διάθεσή της να γραπώνει στον αέρα κάθε αχτίδα ζωής που της χαριζόταν. Σαν εκείνη την ημέρα που τη πήγαμε με κάμπριο αυτοκίνητο για να επισκεφτεί έναν οφθαλμίατρο. Κι έκλεινε τα μάτια όπως τη χτύπαγε ο αέρας και καμάρωνε κι ίσιωνε το κραγιόν στα χείλη με φιλαρέσκεια. Μια τόση δα σταγόνα γυναικείας φιλαρέσκειας που κοντοστάθηκε στα μουτζουρωμένα χείλη ογδοντάχρονης…Αιώνια γυναίκα!!

Η λατρεμένη μου κυρία Ελενίτσα.

Εκείνη τη μέρα, θυμάμαι, φάνηκε στα μάτια μου τόσο αφάνταστα «πλούσια», εκείνη από το Γηροκομείο Αθηνών, δίπλα σ΄ένα γιατρό με μάτι άπληστο που συμπεριφέρθηκε σαν μανικιουρίστ, απαιτώντας μπουρμπουάρ-φακελάκι.

Κακόμοιρε, φτωχούλη, μεγαλογιατρουδάκο!

Κοντά στην γιαγιά που επιλέξαμε για γιαγιά μας, περάσαμε στιγμές πολύτιμες.

Συναισθήματα δισεκατομμύρια.

Σπουδή ζωής! Για μας και τα παιδιά μας.

Η μοναξιά, η συγκατάβαση, η αξιοπρέπεια, η καχυποψία των γηρατειών, το γέλιο, η αισιοδοξία, ο Φόβος ο απόλυτος, το βλέμμα, τα μάτια, οι σιωπές, τα αθώα ψεματάκια στην ανασφάλειά της μη και χαθούμε, η φθορά, το τέλος….Το Τέλος…

Όταν με κλειστά μάτια φαντάζονταν ότι περιδιάβαινε τα στενά της Θεσσαλονίκης και μετά κοντοστέκονταν κι έκοβε παπαρούνες.

Και θυμάμαι το χέρι της να προσποιείται πώς κόβει λουλούδια πάνω στη χιλιοτριμμένη κουβέρτα του Γηροκομείου. Και μπήκα και γω στο «τριπάκι της». Ντρεπόμουν να μείνω απ΄έξω…. Κι προσποιούμουν ότι έκοβα και γω παπαρούνες.

Συνένοχη λαθρεπιβάτης στο παρελθόν της. Χάρη του τελευταίου αντίο μας!

Και γύρω μας άλλα γεροντάκια. Με το μεγάλο-μικρόκοσμό τους.

Κάθε δωμάτιο άλλη ιστορία…Το μόνο κοινό….Το βλέμμα προσμονής στην πόρτα.

Η λάμψη των ματιών τους όταν κάποιος άγνωστος μπει στο χώρο τους!

Πω πω τι τεράστιο θέμα συζήτησης!!!

Και ιστορίες να περπατούν σαν ακροβάτες μεταξύ τραγικού και αστείου…Όπως του πρώην δικαστικού που όποτε καθυστερούσαν να τον αλλάξουν οι νοσοκόμες, φώναζε με όλη τη δύναμη των πνευμόνων του «Διαμαρτύρομαι, κύριοι, διαμαρτύρομαι».

Δύσκολο πράγμα τα γηρατειά… Η μοναξιά… Η εγκατάλειψη….

Η κυρία Ελενίτσα μας «την έκανε» μια Κυριακή…

Κι έτσι εκείνη την Κυριακή δεν παρέδωσε με περηφάνια στον παπά το χαρτί της με ονόματα Υπέρ Υγείας αλλά την επόμενη …Παραδώσαμε εμείς ένα Υπέρ Αναπαύσεως.

Υ.Γ Αυτήν την Κυριακή…Έτσι για μια ωραία αλλαγή στη ζωή σας. Πάρτε τα παιδιά σας και μπείτε στο Γηροκομείο Αθηνών.

Δεν θέλει προετοιμασία…

Μπείτε με ένα κουτί γλυκά όπως όταν πάτε σε φίλους…

Αυτή η Κυριακή μπορεί να γίνει η πιο ωραία Κυριακή της ζωής σας…

Κάντε το Υπέρ Υγείας της ψυχής σας….



Η ιστορία ενός μολυβιού

Το παιδί κοιτούσε τη γιαγιά του που έγραφε ένα γράμμα. Κάποια στιγμή τη ρώτησε:

– Γράφεις μια ιστορία που συνέβη σε εμάς; Και μήπως είναι μια ιστορία για μένα;

Η γιαγιά σταμάτησε να γράφει, χαμογέλασε και είπε στον εγγονό της:

– Όντως γράφω για σένα, Ωστόσο, αυτό που είναι πιο σημαντικό κι από τις λέξεις είναι το μολύβι που χρησιμοποιώ. Θα ήθελα, όταν μεγαλώσεις, να γίνεις σαν κι αυτό.

Το παιδί, περίεργο, κοίταξε το μολύβι και δεν είδε τίποτα το ιδιαίτερο.

– Αφού είναι το ίδιο με όλα τα μολύβια που έχω δει στη ζωή μου!

– Όλα εξαρτώνται από τον τρόπο τον οποίο βλέπεις τα πράγματα. Το μολύβι έχει πέντε ιδιότητες, τις οποίες αν καταφέρεις να διατηρήσεις, θα είσαι πάντα ένας άνθρωπος που θα βρίσκεται σε αρμονία με τον κόσμο.

Πρώτη ιδιότητα: Μπορείς να κάνεις μεγάλα πράγματα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάς ποτέ ότι υπάρχει ένα Χέρι το οποίο καθοδηγεί τα βήματά σου. Αυτό το χέρι το λέμε «Θεό» και Εκείνος πρέπει να σε καθοδηγεί πάντα σύμφωνα με το θέλημά Του.

Δεύτερη ιδιότητα: Πότε-πότε πρέπει να σταματάω να γράφω και να χρησιμοποιώ την ξύστρα. Αυτό κάνει το μολύβι να υποφέρει λίγο, αλλά στο τέλος είναι πιο μυτερό. Έτσι, μάθε να υπομένεις ορισμένες δοκιμασίες γιατί θα σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο.

Τρίτη ιδιότητα: Το μολύβι μας επιτρέπει πάντα να χρησιμοποιούμε γόμα για να σβήνουμε τα λάθη. Κατάλαβε ότι το να διορθώνουμε κάτι που κάναμε δεν είναι απαραίτητα κακό, αλλά σημαντικό για να παραμένουμε στο δρόμο του δικαίου.

Τέταρτη ιδιότητα: Αυτό που έχει στην ουσία σημασία στο μολύβι δεν είναι το ξύλο ή το εξωτερικό του σχήμα, αλλά ο γραφίτης που περιέχει. Έτσι, να φροντίζεις πάντα αυτό που συμβαίνει μέσα σου.

Τέλος, η πέμπτη ιδιότητα του μολυβιού: Αφήνει πάντα ένα σημάδι. Έτσι, λοιπόν, να ξέρεις ότι ό,τι κάνεις στη ζωή σου θα αφήσει ίχνη και να προσπαθείς να έχεις επίγνωση της κάθε σου πράξης.

Του Paolo Coelho, που δημοσιεύθηκε πριν χρόνια στο περιοδικό ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ.


Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση