Κι άλλα ανέκδοτα.

– Πώς λένε το θείο του Πάνου και του Ηλία;
– Πανηλίθιο!!!
-Πώς λένε οι Τούρκοι τη Wall Street;

-Ντουβάρ σοκάκ.
Μια Πόντια μπαίνει μέσα σε ένα ταξί Μερσεντές και ρωτά τον οδηγό τι είναι αυτό το σήμα μπροστά (το σήμα της Μερσεντές). Ο οδηγός για να την πειράξει της λέει ότι είναι σκόπευτρο και τον βοηθάει να βάζει κάποιον σημάδι, να πηγαίνει πάνω του και να τον σκοτώνει. Η Πόντια δεν τον πιστεύει και τότε ο οδηγός της λέει:
– “Βλέπεις αυτή την κοπέλα στη στάση; Θα τη σκοτώσω.”
Με φόρα οδηγεί το ταξί κατευθείαν προς τη κοπέλα. Την τελευταία στιγμή βεβαίως γυρίζει το τιμόνι για να την αποφύγει. Ακούει όμως ένα μπάμ και βλέπει την κοπέλα πεσμένη κάτω και την Πόντια να του λέει:
– “Καλό το σκόπευτρο, αλλά αν δεν άνοιγα την πόρτα θα την είχαμε χάσει.”
Ήτανε μια φορά η Ανδρομάχη, που χαϊδευτικά την φώναζαν Μάχη, μαζί με τη φίλη της. Αυτές είχαν ναυαγήσει σε ενα ερημονήσι.

Μετά απο μερικές εβδομάδες χωρίς φαγητό, η Μάχη αναγκάζεται να φάει την φίλη της !!!!!! Ποίο είναι το δίδαγμα?
“Ζήσε Μάχη μου να φας την φίλη”!!
Μπαίνουν δύο ξανθιές σε ένα διώροφο λεωφορείο και κάθονται στον πάνω όροφο.
Ξαφνικά η μία από τις δύο έχει μία αναλαμπή και λέει στην άλλη:
– Ωχ, Θεέ μου! Κατέβα γρήγορα κάτω! Θα τρακάρουμε!
– Γιατί το λές;
– Αυτός ο όροφος δεν έχει οδηγό!
Δυο Βλάχοι λύνουν σταυρόλεξο:

-Παλιούς παίχτς τς ΑΕΚ από “τσ” μι ιπτά γράμματα; ρωτάει ο ένας.
-Τσιάρτας! Απαντάει ο άλλος.
-Παίχτς ρε, ούχι του γιοφύρ!!! …λέει νευριασμένος ο πρώτος!
Ένας τύπος πηγαίνει στο δρόμο με το αυτοκίνητό του. Εκεί που πηγαίνει βλέπει στην άκρη του δρόμου ένα σκύλο με έναν άνθρωπο να παίζουν τάβλι. Έκπληκτος σταματάει και κατεβαίνει από το αμάξι και ρωτάει τον τύπο:
– Καλά ρε φίλε, ξέρει ο σκύλος τάβλι;
– Τι ξέρει μωρέ; Χάνει 5-2!
Λέει ο δάσκαλος στον Τοτό:
– Αν η μαμά σου αγοράσει ένα πουκάμισο 80 ευρώ, και μπότες 500 ευρώ, τι μας κάνουν αυτά;
– Έναν μπαμπά έξαλλο, κύριε!!!
-Τί λέει ένα λάχανο όταν ανεβεί στην κορυφή ενός βουνού;

-Ουφ….λαχάνιασα!!!
Στις 3:00 η ώρα τα ξημερώματα χτυπάει το τηλέφωνο στο σπίτι ενός ζαχαροπλάστη.

– Εμπρός; Ποιος είναι; ρωτάει νυσταγμένος ο ζαχαροπλάστης.
-Δε μου λέτε σας παρακαλώ, τι ώρα ανοίγετε το μαγαζί το πρωί;
– Στις οχτώ, απαντάει ο ζαχαροπλάστης. Θέλετε κάτι;
– Ναι, να μη με ξεχάσετε μιαμ..μιαμ..σλουρπ, απαντάει ο άγνωστος και κλείνει το τηλέφωνο.

Δεν πέρασε πολλή ώρα και να το τηλέφωνο ξαναχτυπάει.
– Ποιος είναι πάλι ρωτάει φανερά εκνευρισμένος ο ζαχαροπλάστης.
– Εγώ είμαι πάλι, απαντάει ο άγνωστος, μη με ξεχάσεις το πρωί..μιαμ..μιαμ..σλούρπ.
– Σου δίνω το λόγο μου ότι θα είσαι ο πρώτος που θα μπεις το πρωί στο μαγαζί, απαντάει καθησυχαστικά ο ζαχαροπλάστης μπας και ξεφορτωθεί το νυχτερινό μπελά.
– ΔΕ ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΠΩ…ΜΙΑΜ..ΜΙΑΜ…ΝΑ ΒΓΩ ΘΕΛΩ!!!
Ο Κώστας και ο Γιώργος ανεβαίνουν ένα κατακόρυφο βράχο σε ένα βουνό. Από κάτω γκρεμός. Εκεί που προχωράνε μια χαρά, σπάει ο γάντζος του Κώστα και πέφτει. Πανικοβλημένος ο Γιώργος δεν ξέρει τι να κάνει και φωνάζει:
– ΚΩΣΤΑ !
– ΕΛΑ !
Έκπληκτος ο Γιώργος ξαναφωνάζει :
– ΕΙΣΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ ;
– ΕΠΕΣΑ !
– ΕΧΕΙΣ ΣΠΑΣΕΙ ΤΙΠΟΤΑ ;
– ΟΧΙ ΜΙΑ ΧΑΡΑ !
– ΤΙ ΛΕΣ ΡΕ ΓΙΩΡΓΟ ΚΑΙ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΥΤΟ ;
– ΑΚΟΜΑ ΠΕΦΤΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩ !
Πέντε νυχτερίδες είναι κρεμασμένες από το κλαδί ενός δέντρου.
Σε κά ποια στιγμή η μία από τις πέντε σηκώνεται όρθια, οπότε πετάγεται η άλλη και λέει έντρομη:
– Παιδιά ξυπνήστε, λιποθύμησε ο Tάκης!
Σε μια καφετέρια, έρχεται η ξανθιά σερβιτόρα για παραγγελία:

– Τί θα πάρετε;
– Έναν espresso.
– Aαα… Δεν έχει espresso. Χάλασε η μηχανή.
– Καλά, λοιπόν, τί έχει;
– Δεν ξέρω τί έχει, την έστειλαν στον μάστορα!
Πώς καταλαβαίνετε ότι ένα εκτελεστικό απόσπασμα αποτελείται από πόντιους;
– Από την κυκλική διάταξη!…
Σ` ένα στρατόπεδο, ένας λοχαγός κοιτάζει έναν έναν τους νεοσύλλεκτους που είναι στη γραμμή μπροστά του και μετά φωνάζει:
-Αυτοί που έχουν κλίση για τη μουσική να κάνουν ένα βήμα μπροστά!
Εφτά νεαροί προχωρούν ένα βήμα και ο λοχαγός τους διατάζει:
-Παρουσιαστείτε αμέσως στη λέσχη των αξιωματικών. Πρέπει να μεταφέρετε ένα πιάνο στο σπίτι του συνταγματάρχη.

 

Ένας άνεργος ηθοποιός έχει απελπιστεί ψάχνοντας δουλειά. Δύσκολη περίοδος και οι δουλειές λιγοστές. Τυχαία, συναντά έναν τύπο από τον Ζωολογικό Κήπο, που ψάχνει για ηθοποιούς. Του εξηγεί ότι οικονομικοί λόγοι, δεν τους επιτρέπουν να εισάγουν έναν πολύτιμο Αφρικανικό πίθηκο και ότι αναζητούν έναν ηθοποιό που θα παραστήσει τον πίθηκο, μέχρις ότου συγκεντρωθεί το ποσό για την εισαγωγή του αληθινού ζώου. Αν και η φάση του φάνηκε κάπως ανόητη, ο ηθοποιός δέχτηκε και πήρε την δουλειά.
Τις πρώτες ημέρες καθόταν μέσα στο κλουβί του, σχεδόν ακίνητος και σκεπτόμενος ότι δεν είναι δυνατόν να είναι τόσο ηλίθιοι οι επισκέπτες, που να νομίζουν ότι αυτός είναι ένας αληθινός γορίλας. Κάποια στιγμή βαρέθηκε και αποφάσισε να εξερευνήσει το μικρό κλουβί του. Εκείνη την στιγμή που αποφάσισε να κινηθεί, πρόσεξε ότι ο κόσμος απ’ έξω, παρατηρούσε προσεκτικά κάθε του κίνηση. Αποφάσισε έτσι, να κάνει το πρόγραμμα πιο ελκυστικό και να τους δώσει ένα σόου.
Λίγες μέρες αργότερα, άρχισε να κρέμεται από τα κλαδιά του κλουβιού με το ένα χέρι, να χορεύει βγάζοντας κτηνώδεις ήχους και με αυτόν τον τρόπο, να έχει μαζέψει ένα μικρό πλήθος έξω από το κλουβί του.
Κάποια στιγμή, προσπαθώντας να εντυπωσιάσει μερικά παιδιά που έχουν πλησιάσει στο κλουβί, κρέμεται με τα χέρια του από ένα κλαδί κάνοντας μερικά -όχι και τόσο εντυπωσιακά για γορίλα- ακροβατικά νούμερα, το χέρι του ξεφεύγει και πετώντας πάνω από τον μεσότοιχο, προσγειώνεται κατευθείαν μέσα στο κλουβί του λιονταριού. Το λιοντάρι τον αντιλαμβανεται και αρχίζει να τον πλησιάζει απειλητικά. Ο ηθοποιός οπισθοχωρεί όσο μπορεί και μη βλέποντας άλλη λύση, αρχίζει να βγάζει τα πνευμόνια του ξεφωνίζοντας:
– ΒΟΗΘΕΙΑ! ΒΟΗΘΕΙΑ! ΠΑΡΑΚΑΛΩ, ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΕ!
Με αυτές τις κραυγές το λιοντάρι τον πλησιάζει σβέλτα και του ψιθυρίζει:
– Σκάσε ηλίθιε, έτσι που τσιρίζεις, θα μας απολύσουν όλους από εδώ μέσα.

 

Ένας μεθυσμένος προσπαθεί να βάλει το κλειδί στην κλειδαριά για να ανοίξει, αλλά τα χέρια του τρέμουν και δεν τα καταφέρνει.
Τον βλέπει ένας περαστικός και του λέει:
– Να σε βοηθήσω ρε φίλε;
– Ναι, λέει ο μεθυσμένος. Κράτα την πόρτα να μην κουνάει…
Είναι 2 μυρμήγκια και αποφασίζουν να ρίξουν κόντρα με τις μηχανές τους. Πάνε στην παραλιακή και αρχίζουν. ..
Εκεί που πηγαίνανε ρόδα με ρόδα, ξαφνικά το ένα αρχίζει να φρενάρει. Σταματά και το άλλο και το ρωτάει:
– Γιατί σταμάτησες;;
– Γιατί μου μπήκε μια μύγα στο μάτι.
Ήταν τρεις ξανθιές που ήθελαν να γίνουν αστυνομικίνες. Πάνε λοιπόν στην επιτροπή και ο εξεταστής λέει στην πρώτη:

– Αυτή είναι η φωτογραφία ενός υπόπτου. Πώς θα τον αναγνωρίσεις αν τον συναντήσεις στο δρόμο;

– Από το ότι έχει ένα μάτι, λέει η ξανθιά.

Τρελαίνεται ο εξεταστής και πριν την απορρίψει, της εξηγεί πως δεν έχει ένα μάτι, απλώς η φωτογραφία του υπόπτου έχει τραβηχτεί προφίλ.

Έρχεται η σειρά της δεύτερης ξανθιάς και ο εξεταστής την ρωτάει ακριβώς το ίδιο πράγμα, για να πάρει την απάντηση: ‘Μπορώ να τον αναγνωρίσω από το ότι έχει ένα αυτί’ και μη πιστεύοντας και στα δικά του αυτιά ο εξεταστής, την απορρίπτει και αυτή, λέγοντάς της ότι η φωτογραφία είναι προφίλ.

Μπαίνοντας και η τρίτη ξανθιά, εκνευρισμένος ο εξεταστής της λέει δείχνοντάς της τη φωτογραφία:

– Αυτός είναι ένας ύποπτος. Πώς θα τον αναγνωρίσεις αν τον συναντήσεις στο δρόμο; Και πρόσεξε να σκεφτείς καλά πριν απαντήσεις.

– Αυτό είναι πανεύκολο, λέει η ξα νθιά και συνεχίζει. Ο ύποπτος φοράει σίγουρα φακούς επαφής!.

Ξαφνιασμένος ο εξεταστής και μη μπορώντας να καταλάβει από που προέκυψε αυτό το στοιχείο, τρέχει στα αρχεία για να δει αν η κοπέλα έχει δίκιο.

Πράγματι! Ο ύποπτος φορούσε φακούς επαφής!

– Μα καλά, πώς το κατάλαβες; ρωτάει την ξανθιά.

– Είναι πολύ απλό, απαντά εκείνη. Με ένα αυτί και ένα μάτι δε μπορεί να φοράει γυαλιά!!!

 

Μια κατσαρίδα είναι ανάσκελα στο πάτωμα με τα πόδια ψηλά. Περνά μία γνωστή της:

– Αερόμπικ, αερόμπικ;

– Όχι βρε ηλίθια! Αεροζόλ!

 

Παίρνει ο μπαμπάς Ζουλού τον γιο του για να του μιλήσει.
– Λοιπόν αγόρι μου, όπως ξέρεις εμείς είμαστε Ζουλού, γι’ αυτό και πρέπει να μάθεις να κυνηγάς ανθρώπους.
– Και πώς θα το μάθω αυτό, μπαμπά;
– Ας πούμε ένα παράδειγμα. Πές ότι από ένα αεροπλάνο πέφτουν ένας Ιταλός, ένα Γερμανός και ένας Αμερικάνος. Τί θα κάνεις;
– Α, αυτό είναι απλό, μπαμπά! Θα περιμένω να πέσει και ο Ποντιος για να αρχίσει το ανέκδοτο!
Ήταν κάποτε ένα πλοίο με πειρατές. Μέσα σ’ όλους αυτούς ήταν ο Καπετάνιος, ο μούτσος, οι πειρατές, οι αιχμάλωτοι, οι γυναίκες και ενας μαύρος στο παρατηρητήριο ο οποίος ήταν κεκές. Του έχουν πει του δύστυχου του μαύρου άμα δει κανένα πλοίο να φωνάξει δυνατά “ΚΑΡΑΒΙ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ” ώστε να του επιτεθούν με την πολεμική γαλέρα που είχαν. Ύστερα από ταξίδι δυο ημερών βλέπει ο μαύρος ενα πλοίο. Θυμηθηκε τι του είχαν πει κι αρχίζει να φωνάζει:
– Κα…κα…κα…κα…
Μέχρι όμως να τελειώσει την φράση, έχει έρθει το καράβι και τους εμβόλισε.
Όταν μετά από 3 μήνες βγήκαν όλοι από το νοσοκομείο ξανααγοράζουν ένα πλοίο εμπορικό και το κάνουν πειρατικό.
Ανεβάζουν πάλι τον μαύρο στο παρατηρητήριο. Αυτός, μετά από 4 μέρες βλέπει ένα καράβι. Κάνει να φωνάξει:
– Κα…κα…κα…κα….
Αλλά και πάλι δεν πρόλαβε το μοιραίο με αποτέλεσμα να πάνε όλοι στο νοσοκομείο.
Όταν ξαναβγήκαν, αγόρασαν ένα μικρό πλοιαράκι και αυτή τη φορά ήταν όλοι αρκετά προετοιμασμένοι, ώστε αν άκουγαν το μαύρο να φωνάζει “Κα…κα…κα…” να πηδήξουν από το πλοίο έτσι ώστε να κατασ τραφεί το πλοίο, αλλά να γλυτώσουν αυτοί από το νοσοκομείο για 3η φορά.
Αυτή τη φορά όμως δεν συνάντησαν κανένα πλοίο την πρώτη εβδομάδα… ούτε την δεύτερη… ούτε την τρίτη. Την τέταρτη βδομάδα άκουσαν όλοι τον μαύρο να φωνάζει:
– Κα…κα…κα…κα…
Αμέσως όλοι παράτησαν ότι έκαναν και πήδηξαν κατευθείαν στη θάλασσα.
Και τελειώνει ο μαύρος τη φράση του:
– Κα…κα…κα…κα…ΚΑΡΧΑΡΙΕΣ !!!
Ένας άντρας μπαίνει σε ένα μπαρ κρατώντας μία μικρή χελώνα. Το ένα μάτι της χελώνας είναι μαύρο με μπλε αποχρώσεις, δυο πόδια της είναι καλυμμένα με γάζες και το κέλυφος της είναι συγκολλημένο με ταινία. Ο μπάρμαν ρωτάει τον άντρα:
– Τι έπαθε η χελώνα σου;
– Τίποτα, απαντάει ο άντρας. Αυτή η χελώνα είναι πολύ γρήγορη. Πάρε το σκύλο σου και βάλτον να σταθεί στο τέλος του μπαρ. Μετά πήγαινε στην άλλη άκρη του μπαρ και φώναξέ τον. Βάζω στοίχημα 500 ευρώ, ότι πριν φτάσει σε εσένα ο σκύλος σου, η χελώνα μου θα είναι ήδη εκεί.
Ο μπάρμαν, σκεπτόμενος ότι θα κερδίσει ένα σίγουρο στοίχημα, συμφωνεί. Πάει στην άλλη άκρη του μπαρ, και με το τρία καλεί τον σκύλο του. Ξαφνικά ο άντρας σηκώνει τη χελώνα και την πετάει με δύναμη. Εκείνη διασχίζει το μπαρ στον αέρα, παραλίγο πετυχαίνοντας τον μπάρμαν και συγκρούεται με τον τοίχο.
– Ε, δεν στο είπα ότι θα φτάσει πριν από το σκύλο σου;
Τι είναι αυτό που ζει στο βόρειο πόλο, είναι ασπρόμαυρο και μεταλλικό; Ο Τσιγκουΐνος.
Ποιος Πόντιος δεν μπορεί να πάρει την ζωή χαρούμενα ;
– Ο ……. νεκροθάφτης !
Τι έψαχνε ο Πόντιος που είχε πέσει μπρούμυτα στο δρόμο ;
– Την……..ισορροπία του !
Γιατί ο Πόντιος έδιωξε τον πλασιέ με τα μουστάκια ;
– Γιατί είχε και ο ίδιος μουστάκι και δεν χρειαζόταν ν’ αγοράσει !

Αφήστε μια απάντηση

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση