Συμμετοχή και Διάκριση στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης “Castello di Duino”
Στο πλαίσιο υλοποίησης του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Erasmus+ ΚΑ1 με τίτλο “Χτίζοντας γέφυρες, όχι τείχη!” το σχολείο μας συμμετείχε και φέτος στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης “Castello di Duino”, τον σημαντικότερο διεθνή διαγωνισμό ποίησης για νέους ποιητές σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή UNESCO της Ιταλίας, υπό την αιγίδα της οποίας τελείται κάθε χρόνο στην Τεργέστη.
Πρόκειται για μια δράση που σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε από τις φιλολόγους κ. Κιτσάτη Μαρία και κ. Καπούτση Σύρμω ως επιστέγασμα των δραστηριοτήτων δημιουργικής γραφής με θέμα την έννοια της πατρίδας και την προσφυγιάς, που πραγματοποίησαν μαθητές και μαθήτριες της Β΄και Γ΄τἀξης στο μάθημα της Λογοτεχνίας και της Γλώσσας.
Το θέμα του φετινού διαγωνισμού ήταν “Casa/Home”, στον οποίο οι μαθητές/τριες συμμετείχαν με τις συλλογικές ποιητικές τους δημιουργίες με τίτλο «Μακριά από την πατρίδα» και «Πατρίδα» στα ελληνικά και στα αγγλικά.
Η συμμετοχή των μαθητών/μαθητριών της Β’ Τάξης απέσπασε την 6η τιμητική διάκριση στον Διαγωνισμό, ενώ η συμμετοχή των μαθητριών της Γ’ Τάξης του σχολείου μας απέσπασε την 5η τιμητική διάκριση.
Συγχαίρουμε θερμά όλα τα παιδιά για την τόσο αξιόλογη προσπάθειά τους!
Ακολουθούν οι ομαδικές ποιητικές δημιουργίες των μαθητών/τριών της Β΄ τάξης (Β1 – Αβραμίδη Αναστασία, Γαλαχουσίδου Γεωργία-Αφροδίτη, Γιαννακοπούλου Δήμητρα-Ραφαέλα, Βαφειάδη Μαντώ
Β4 – Ντούλα Ελένη-Σοφία, Κουκουράβα Στέλλα, Λαμπίρη Βασιλική, Μαμπρεϊάν Γκαγιάνε, Μητρουλάκη Βιργινία, Μητρουλάκης Θανάσης, Ναλμπάνη Αργυρώ, Οβαννισιάν Ντίνα, Παπαχρήστου Χριστίνα, Παπαδοπούλου Aρχοντία, Πολυζωίδης Aπόστολος, Ρόκος Δημήτρης, Σαραντοπούλου Αλεξάνδρα, Σαρίδη Ξανθή, Ξενιτίδης Α. Γιάννης, Ξενιτίδης Π. Γιάννης) με τίτλο “Μακριά από την πατρίδα” (Away from Home).
INTERNATIONAL POETRY COMPETITION
CASTELLO DI DUINO
3rd Junior High School of Alexandroupolis “Domna Visvizi”
Our poem in Greek
ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ
1
Τι να χωρέσει σε μια παιδική ψυχή;
Τα λίγα που πρόλαβε να ζήσει;
Τα πολλά που ονειρεύτηκε;
Το σκοτάδι πέφτει και δεν έχει φεγγάρι.
Φεύγουμε σαν τους κλέφτες από την πατρίδα μας.
Θα μπούμε σαν τους κλέφτες στην πατρίδα κάποιων άλλων.
Πρέπει να ετοιμαστούμε, να πάρουμε μαζί μας ό,τι χρειαζόμαστε.
Τα λεφτά στα παπούτσια, νερό, φαγητό και μια αλλαξιά στον σάκο.
Ο σάκος στην πλάτη, τα χέρια στις τσέπες.
Το βλέμμα στο χώμα…
Και όσα αγαπάμε, όσα έχουμε ανάγκη, όσα θέλουμε;
Ο παππούς, η γιαγιά, οι φίλοι, το σπίτι μας, η πατρίδα;
«Από αύριο θα είμαστε πρόσφυγες» λέει η μάνα.
Σε ποιων την πατρίδα; Τι θα πάρουμε μαζί μας;
Θα κρατήσουμε λίγο χώρο στην καρδιά μας για τους καινούριους μας φίλους.
Πού πάμε; Γιατί φεύγουμε;
Θεέ, βοήθησέ μας, δε θα γυρίσουμε ποτέ…
Τρέχουμε, τρέχουμε να προλάβουμε.
Να μη χωριστούμε…
Τα λεφτά στα σχισμένα παπούτσια,
το νερό και το φαγητό εξαντλούνται.
Την αλλαξιά την έδωσα στα αδέρφια μου.
Το βλέμμα στον βυθό…
Θα μας καλωσορίσουν; Θα μας δεχτούν ή θα συνεχίσουμε να τρέχουμε;
Τι να χωρέσει σε μια παιδική ψυχή;
Τα όσα έζησε;
Τα πολλά που ονειρεύτηκε;
2
Συντρίμμια
καπνός
οι σειρήνες της φρίκης
σπαρακτικές κραυγές
θόρυβος εκκωφαντικός.
Να μην μπορούμε να βρούμε καταφύγιο
στην ίδια μας την πατρίδα.
Σαν να μη ζήσαμε ποτέ
τα παιδικά μας χρόνια.
Δέκα δευτερόλεπτα
και μετά καταστροφή.
Δέκα δευτερόλεπτα
και τους χάσαμε για πάντα.
Δέκα δευτερόλεπτα
για να βρεθούμε
μέσα στην απεραντοσύνη της θάλασσας.
Ένα δάκρυ πόνου
ένα τελευταίο αντίο.
Αφήσαμε την πατρίδα μας
και φύγαμε.
Δε θέλαμε να φύγουμε.
Μας ανάγκασαν.
Ξεριζωμένοι
πληγωμένοι
με σπασμένα φτερά
με σπασμένη καρδιά.
Η πατρίδα ήταν το χώμα
που πατήσαμε για πρώτη φορά
το σπίτι
η οικογένεια
οι φίλοι
η ζωή μας
η καθημερινότητα που ξαφνικά άλλαξε
οι ελπίδες μας
τα όνειρά μας.
Ήταν τα πάντα.
Και μας τα πήραν όλα.
Φεύγοντας πήραμε
τα κλειδιά του σπιτιού
με την ελπίδα
πως κάποια μέρα θα ξαναγυρίσουμε.
Λίγο χώμα της πατρίδας μας.
Μια οικογενειακή φωτογραφία.
Και τις αναμνήσεις μας.
Τρομάζουμε στη σκέψη
ότι δε θα γυρίσουμε ξανά πίσω.
Τρομάζουμε στη σκέψη
ότι τα παιδιά μας θα γεννηθούν
σε μια ξένη χώρα.
Τρομάζουμε στη σκέψη
ότι μπορεί να πεθάνουμε
σε μια ξένη πατρίδα.
Νιώθουμε ξένοι
στη νέα μας πατρίδα.
Ποιο θα είναι το μέλλον των παιδιών μας;
Θα τα καταφέρουμε;
θα μπορέσουμε να βρούμε τον δρόμο μας;
Θα γυρίσουμε ποτέ πίσω;
3
Κανείς δεν ήθελε να αφήσει την πατρίδα,
αναγκαστήκαμε, δεν είχαμε άλλη επιλογή.
Κανείς δεν ήθελε να βλέπει
την πατρίδα να καταστρέφεται
κι όμως το υποστήκαμε.
Μας κυνήγησαν, μας καταδίωξαν,
πνίγαμε συνεχώς τους εαυτούς μας
με αναπάντητα ερωτήματα…
Θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε σπίτι;
Θα μπορέσουμε να ζήσουμε άραγε
για να επιστρέψουμε;
Μερόνυχτα ολόκληρα περάσαμε
στο καταγάλανο Αιγαίο.
Τα βράδια το φεγγάρι λαμπύριζε αίμα
στα παγωμένα και ήρεμα νερά.
Οι φωνές μας απαλά ηχούσαν
στα άγρια κύματα της ψυχής μας.
Ήμασταν φοβισμένοι, εξαντλημένοι
και εξουθενωμένοι.
Άγνωστο το πού θα μας βγάλει το πέλαγος
ψάχναμε για κάποιο λιμάνι.
Τη μέρα η ανάσα μας πληγή
και της νύχτας την απόλυτη σιωπή
σπάζουν οι κραυγές μας.
Χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα
αγωνιούμε και γι΄ αυτήν και για μας.
Τίποτα δε θα είναι εύκολο
από δω και πέρα. Τίποτα.
Με τα ματωμένα μας χέρια
μαζεύουμε ξανά τα κομματάκια
απ΄ τη σπασμένη μας καρδιά.
Μαζεύουμε ξανά τη μορφή μας, την ψυχή μας,
που μπορεί να μη γίνει ποτέ όπως παλιά.
Εμείς, οι διωγμένοι απ΄ την όμορφη πατρίδα.
Our poem in English
AWAY FROM HOME
1
What to fit in a child’s soul?
The few it managed to live?
The many things it dreamed of?
The darkness falls and there is no moon.
We leave like thieves from our homeland.
We will enter like thieves the home of some others.
We must prepare, take with us what we need.
Money in shoes, water, food and a change in the bag.
The bag on the back, the hands in the pockets.
The look on the soil…
And what we love, what we need, what we want?
Our grandfather, our grandmother, our friends, our home, our country?
“We will be refugees tomorrow” mother says.
In what country? What will we take with us?
We will keep some space in our heart for our new friends.
Where are we going? Why are we leaving?
God, help us, we will never come back…
We’re running, we’re running to make it.
Not to separate…
The money in torn shoes,
water and food are running out.
I gave my brothers the change of clothes.
The look at the seabed…
Will they welcome us? Will they accept us or will we keep on running?
What to fit in a child’s soul?
Everything it managed to live?
The many things it dreamed of?
2
Debris
smoke
the sirens of horror
crying screams
deafening sound.
We can not find shelter
on our own homeland.
As if we never lived
our childhood.
Ten seconds
and then destruction.
Ten seconds
and we have lost them forever.
Ten seconds
to find ourselves
in the vastness of the sea.
A tear of pain
a last goodbye.
We have left our home
and we left.
We did not want to leave.
They forced us.
Uprooted
wounded
with broken wings
with a broken heart.
The homeland was the soil
on which we stepped for the first time
the house
the family
the friends
our life
the routine which suddenly changed
our hopes
our dreams.
It was everything.
And they were taken from us.
Leaving we took
our house keys
in the hope
of returning someday.
A little soil from our homeland.
A family photograph.
And our memories.
We are scared at the thought
of not returning back again.
We are scared at the thought
that our children will be born
in a foreign country.
We are scared at the thought
of dying
in a foreign country.
We feel strangers
in our new homeland.
What will our children’s future be?
Will we make it?
Will we be able to find our way?
Will we ever come back?
3
Νο one wanted to leave homeland,
we were forced, we had no other choice.
No one wanted to see
our homeland being destroyed,
yet we endured it.
We were hunted, persecuted,
we kept choking ourselves
on unanswered questions…
Will we be able to come back home?
Will we be able to survive
in order to return?
We spent days and nights
in the deep blue Aegean.
In the evenings the moon sparkled blood
on the ice cold and calm water.
Our voices sounded softly
on the wild waves of our soul.
We were afraid, exhausted
and raddled.
It was unknown where the open sea would lead us,
we were searching for a port.
During the day our breath a wound
and the absolute silence of the night
is broken by our screams.
Kilometres away from home
we anguish over it and us.
Nothing will be easy
from now on. Nothing.
With our bloody hands
we are picking again the little pieces
of our broken heart.
We gather our shape again, our soul,
which may never become as it once was.
We, the persecuted from the beautiful homeland.
7 Φεβρουαρίου 2018 στις 06:38
Συγχαρητήρια σε όλους για τη συμμετοχή και τη διάκρισή σας!
8 Φεβρουαρίου 2018 στις 17:14
Στίχοι που μιλούν κατευθείαν στην καρδιά! Ό,τι και να γράψω είναι λίγο για τη συγκίνηση που ένιωσα, καθώς διάβαζα τα ποιήματα των παιδιών! Χίλια μπράβο!