kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Φαέθων: Ένα άλογο στο έπος της Αλβανίας

Συγγραφέας: kantonopou στις 28 Οκτωβρίου, 2015

Scan0013

Είχε, από παιδί, μια ξυλόγλυπτη μολυβοθήκη γραφείου, δώρο από τα χέρια του πατέρα της. «Φαέθων» έγραφε στο ξύλο, κι από πάνω δύο υπέροχα άλογα με τον Θεό Ήλιο μέσα σε ακτίνες φωτός!
-Τι θα πει Φαέθων; ρωτούσε με απορία.
-Ό θεός του φωτός, πού διασχίζει περήφανα τον ουρανό στα λαμπρά του άλογα. Αυτό το όνομα είχα δώσει στο άλογο μου, στον πόλεμο του ‘4ο, της απαντούσε.
-Μα, είναι αυτό όνομα για άλογο ;
-Για το δικό μου άλογο, ναι. Του άξιζε αυτό το όνομα…

Χρόνια άκουγε την ίδια ιστορία, έβλεπε τις ίδιες φωτογραφίες, χάιδευε τα ίδια μετάλλια. Πάντοτε, στην επέτειο του έπους του 1940.

“Φαέθων” : άλογο διάσημο, νικητής σε ιππικούς στρατιωτικούς αγώνες. Περήφανο, ανυπόταχτο, ολόμαυρο, μ’ ένα «λευκό αστέρι» στο μέτωπο του.
Δεν ήταν εύκολο να το ιππεύσουν. Μέχρι πού βρέθηκε ό μικρασιάτης αξιωματικός του ιππικού. Πώς τα κατάφερε, κανείς δεν ήξερε. Πάντως, το εξημέρωσε. ^Ήταν, έλεγε, ένα άλογο με «ανθρώπινα» μάτια… Άνθρωπος και άλογο έγιναν ένα. Αστραπή ό καλπασμός του! Εκείνος του έδωσε και το όνομα: Φαέθων.

.
Στους αγώνες φαβορί. Τριπόδιζε κομψά με τις λευκές «κάλτσες» στα τέσσερα πόδια του, κι ύστερα, ξαφνικά, γινότανε αέρας, κεραυνός, πετούσε πάνω από τα εμπόδια, έσχιζε την απόσταση, έφτανε πρώτο. Χαιρετούσε στρατιωτικά κι έπαιρνε το βραβείο ό αξιωματικός, γύριζε, χάιδευε το κεφάλι τού αλόγου και το κερνούσε τετράγωνα κομμάτια ζάχαρη.

.
Οι άλλοι το έτρεμαν το ατίθασο άλογο.
-Πω, πω, άλογο τρελό! Θα το γκρεμοτσακίσει το παλληκάρι… έλεγαν φοβισμένοι οι ιπποκόμοι κι έτρεχαν μακριά.

.
Κι ύστερα ήρθε ό πόλεμος. 28Όκτωβρίου 1240. Το στρατόπεδο ανάστατο. Ή ίλη του Ιππικού τάχιστα πρέπει να μετακινηθεί προς την Πίνδο. Για την πατρίδα ! Ούτε ένας δε λιποψύχησε.
Εκείνος ήταν αξιωματικός υπηρεσίας. Θα ετοιμάσει τα έγγραφα και θα φύγει τελευταίος. Αυτός και ό Φαέθων. Άνθρωπος και άλογο ένα.
Πέφτει χιονόνερο και σουρουπώνει. Με γοργό καλπασμό διασχίζουν τους δρόμους της πόλης. Το άλογο αφρίζει, μα δε σταματά. Έχει μάθει να υπακούει στον αναβάτη του. Πρέπει να τρέξουν να προλάβουν τούς υπόλοιπους στο βάλτο των Γιαννιτσών και χωρίς καθυστέρηση ν ανηφορίσουν στη χιονισμένη Πίνδο.

.
-Θ’ αντέξει ό Φαέθων; αναρωτιέται ό αξιωματικός. Εδώ δεν είναι «αγώνες», είναι αγώνας ζωής και θανάτου.

.
Ό Φαέθων άντεξε. Ξεπέρασε το μέτρο. Βολίδα ορμούσε στις πιο επικίνδυνες αποστολές. “Όταν εκείνος δεν έτρωγε, κι ό Φαέθων αρνιόταν την ταγή. Διέσχιζε το χιόνι με ταχύτητα αστραπής. Ολόμαυρος κάλπαζε, με τον αναβάτη του μπρούμυτα κολλημένο στην πλάτη του, μετέφερε μηνύματα, πρωτοστατούσε χλιμιντρίζοντας στις μάχες, ωραίος, περήφανος, ανυπότακτος «Έλλην». Μαύρος στο λευκό χιόνι ήταν στόχος, άλλα ποιος μπορούσε να τον σημαδέψει, καθώς κινιόταν με την ταχύτητα του φωτός;

.
Δίπλα του συνήθως ό Ψαρής, το άλογο του δικηγόρου. Άνθρωποι και άλογα φίλοι αδελφικοί ταιριάξανε σαν αντάμωσαν στην Αλβανία. Λεβέντης ό δικηγόρος, το ‘λεγε ή ψυχή του. πρώτος στη θυσία.
Τους διάλεγαν συνήθως για τα δύσκολα… Στερέωνε εκείνος τα μυωπικά γυαλάκια του με σπόγγο και αναλάμβανε με ηρωισμό τα πάντα: «Θεία ειν’ η δάφνη ! Μια φορά κανείς πεθαίνει” .
Μαζί οι δύο τους. Μαζί και τ’ άλογό τους. Μέχρι το δειλινό του Δεκέμβρη…

.

Στη χιονοθύελλα είχαν πάρει εντολή για τους ασύρματους… Να κινηθούν καθώς βραδιάζει.
Όμως οι Ιταλοί τους κατάλαβαν.
Δεν πρόλαβαν.
“Ένας όλμος βαρύς κομματιάζει τον καημένο τον Ψαρή. Τινάζεται πάνω, διαλύεται στον αέρα και κατρακυλά στη χαράδρα… Μαίνεται ή θύελλα, μουγκρίζει Θυμωμένα ό ποταμός στο βάθος. Κι ό δικηγόρος; Τινάζεται κι αυτός. Πάει…

.
-Φίλε, καλό Παράδεισο, φωνάζει περίλυπος ό αξιωματικός και ξεσπάει σε λυγμούς.

Μα ό Φαέθων: Δε σταματά. Χλιμιντρίζει αυταρχικά και τον σπρώχνει, τον αναγκάζει να σταθεί στα πόδια του, να τον ιππεύσει. Ό Φαέθων διατάζει. Ό αξιωματικός με δάκρυα υπακούει απορημένος: Φοβήθηκε και θέλει να γλυτώσουμε, σκέφτεται στην οδύνη του. Πόσο έξω έπεσε!

.
Ό Φαέθων βουτάει με ταχύτητα στη χαράδρα. Τρεκλίζει, ισορροπεί, γονατίζει, σηκώνεται μέσα στη θύελλα και φτάνει στο βάθος, στο ποτάμι. Χλιμιντρίζει Θριαμβευτικά. Είδες; σα να του λέει. Ό δικηγόρος ζει!

.
Ταλαιπωρημένος, μισοπνιγμένος στα νερά, βογγάει με πληγές που αιμορραγούν. Ετοιμοθάνατος…
Ό Φαέθων μπαίνει στο νερό και τον σπρώχνει έξω με τη μουσούδα του. Ό αξιωματικός τον τυλίγει με τη χλαίνη του, τον δένει σφιχτά να σταματήσει το αίμα…

.
Σκοτάδι, πίσσα. Θερμοκρασία -7 βαθμοί. Αν δεν ξημερώσει, πώς θα βγουν; Θ’ αντέξει ό φίλος; Θα πεθάνει στα χέρια του; Μα ό Φαέθων είναι εκεί. Με την καυτή του ανάσα στέκεται πάνω τους. Μέχρι την αυγή. Τους ζεσταίνει. ..

.
Χαράματα έφτασαν στο ορεινό χειρουργείο. Τους βλέπουν και ξεσπούν σε ζητωκραυγές.
Τον σηκώνουν στα χέρια. Του δίνουν αριστείο ανδρείας.
-Μα… όχι εγώ ! Ό Φαέθων, προσπαθεί να πει. Ο ήρωας!

.
Ό δικηγόρος έζησε. Αναζητάει τα γυαλιά του πού γίνανε θρύψαλα στη χαράδρα… Γελούν. Θυμούνται τις ηρωικές μέρες στην Κορυτσά, στο Τεπελένι… Αναπνέουν. Ο Θεός φύλαξε. Και ο… Φαέθων!

.
Κι ήρθε ή μαύρη μέρα της υποχώρησης. Σκυφτοί οι δύο φίλοι, επιστρέφουν λυπημένοι. Μαζί και ό Φαέθων…
Κρίμα! Τόση τόλμη, αυτοθυσία, τόση λεβεντιά να τη συντρίψουν τα σιδερένια νύχια λαού αυταρχικού! Κρίμα!
Τι έπαθε ό Φαέθων; Ακλουθεί σέρνοντας τα πόδια. Έχει αδυνατίσει, δεν τρώει…
Μελαγχολούν τα άλογα; Καταλαβαίνουν;
Προσπαθούν να τον στυλώσουν, τον χαϊδεύουν, τον παρηγορούν… τίποτε.
Κι ένα πρωί, στην υποχώρηση, το χάσανε το άλογο. Ανάστατος το αναζητάει. Πουθενά.
-Κάνε κουράγιο! Πήγε να πεθάνει μόνο του. Ήταν περήφανο άλογο. Δεν άντεξε…

.
Μα είναι δυνατό; Τα άλογα καταλαβαίνουν; Αυτό αναρωτιέται ακόμη.
Ούτε ό αξιωματικός άντεξε… Διέφυγε στη Μέση Ανατολή και συνέχισε εκεί τον Αγώνα.
Άλλο άλογο δεν απόκτησε ποτέ. Στην Αίγυπτο χρησιμοποιούσε καμήλα.

.
Και αυτός και ό δικηγόρος γιόρτασαν την απελευθέρωση. Απόκτησαν παιδιά κι εγγόνια. Ό δικηγόρος έγινε δήμαρχος. Στο γραφείο του ή φωτογραφία ενός αλόγου. Όταν τον ρωτούν απαντάει:

Φαέθων. Ό σωτήρας μου.
Και σκουπίζει δακρυσμένος τα μυωπικά γυαλιά του.

Scan0014

από το περιοδικό Προς τη Νίκη, τεύχος Οκτωβρίου 2015

Πηγή

Αφήστε μια απάντηση