kantonopou’s blog

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Αγάπη και λειτουργικότητα της ψυχής

Συγγραφέας: kantonopou στις 20 Νοεμβρίου, 2009

deilino.jpg

Ο άνθρωπος ως σύνολο ψυχικών δυνάμεων όπως τον έπλασε ο Θεός αρχικά, είχε μια μοναδική λειτουργικότητα. Η λειτουργικότητα του ανθρώπου σύμφωνα με το σοφό σχέδιο της αγαθότητος του Θεού, που τον δημιούργησε, αφορούσε στην εθελούσια αγαπητική φορά του ανθρώπου προς τον Δημιουργό του, ώστε να φτάνη ανεφίκτως, να βυθίζεται αβυθίστως στη Θεότητα και να την προσεγγίζη απροσεγγίστως με όλο και πιο στενή, όλο και πιο βαθειά αγαπητική ένωση μαζί της. Μέσω δε αυτής της ενώσεως με τον Θεό να πετυχαίνη την ένωσή του και με όλα τα άλλα δημιουργήματα είτε λογικά, όπως είναι οι άνθρωποι, κυρίως προς αυτούς, αλλά και με όλα τα άλλα δημιουργήματα, όπως την παρουσιάζει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος.

Η χρήση όμως του αυτεξουσίου του ανθρώπου, η όχι σωστή, όπως θα έπρεπε να γινόταν «κατά φύσιν», ανέκοψε αυτήν τη φορά. Ο άνθρωπος ξέπεσε σε μια «παρά φύσιν» λειτουργικότητα. Και αυτό σήμαινε ανάμεσα στα άλλα, ότι οι δυνάμεις της ψυχής ως φορείς αγάπης, δεν χρησιμοποιούν τις ενέργειες των αισθήσεων ως όργανά τους, αλλά χρησιμοποιούνται οι ίδιες από τις αισθήσεις ως όργανά τους. Δηλαδή ανατράπηκαν οι όροι. Σαν να πούμε, ότι δεν τραβούν πια σ’ ένα κάρο, τα άλογα τον καροτσέρη, αλλά ο καροτσέρης τα άλογα! Έτσι, αντί να συγκεντρώνη η ψυχή διά των αισθήσεων μέσα της τα διηρημένα από τη φύση τους στοιχεία σε έναν καινούργιο κόσμο, κάνοντας έτσι μια σύνθεση, ένα έργο δημιουργικό κατά το πρότυπο του Δημιουργού της, αφού της έδωσε αυτήν την ικανότητα, υποδουλώνεται η ψυχή στις αισθήσεις της και αιχμαλωτίζεται από τα πράγματα διά μέσου των αισθήσεων.

Με τον τρόπο αυτόν δεν είναι η ψυχή αυτή, που επιβάλλεται στα αισθητά και υλικά πράγματα, αλλά τα υλικά πράγματα επιβάλλονται κυριαρχικά σ’ αυτήν με συνέπεια να οδηγήται σε «παρά φύσιν» υποταγή της σ’ αυτά. Όταν όμως οι δυνάμεις της ψυχής ντυθούν τη μορφή των αισθητών πραγμάτων και μορφοποιηθούν σύμφωνα με αυτά, τελικά υποκύπτουν σ’ αυτά και έτσι η ψυχή, αντί να χρησιμοποιή κυριαρχικά και λειτουργικά ελεύθερα τα υλικά πράγματα, κυριαρχείται από αυτά. «Διά μέσης σαρκός, παρατηρεί ένας άγιος, προς την ύλην η ψυχή κινουμένη την χοϊκήν υποδύεται μορφήν», γίνεται δηλαδή και η ίδια χωματένια και συζεύγνυται το άλογο σχήμα, που έχουν τα αισθητά, χάνοντας έτσι τον πνευματικό της χαρακτήρα. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος, γι’ αυτό έχουμε ανθρώπους, που γίνονται σκλάβοι και όχι αφεντικά π.χ. του χρήματος, σκλάβοι του ποτού, σκλάβοι του τζόγου, κ.λπ. κ.λπ.

Καρπός αυτής της υποταγής, της παράλογης αυτής χρήσεως είναι τα τέρατα, που αλλιώς τα ονομάζουμε πάθη. Και είναι επόμενο στην περίπτωση αυτή να εκμηδενίζη η ψυχή τον εαυτό της «θυμούς και επιθυμίας και ηδονάς διά των ειρημένων απρεπείς εφευρίσκουσα». Μια ματιά στον σύγχρονο άνθρωπο και τις εκδηλώσεις της ζωής του μας πείθει για την αλήθεια της απόψεως αυτής. Η ηδονή, για την οποία κάνει λόγο αυτή η πατερική ρήση, είναι τρόπος αισθησιακής ενέργειας, που συνίσταται στην ώθησή της από την άλογη επιθυμία, από παρά φύσιν επιθυμία και όχι κατά φύσιν, που θέλει ο Δημιουργός.

Οι αισθήσεις, με άλλα λόγια, κινούνται από τη λειτουργικότητα, από μη λογική επιθυμία και σπρώχνει τον άνθρωπο παίρνοντας στην κατοχή του το υλικό αγαθό να το χρησιμοποιή με την σαρκική και καθαρώς υλική ευχαρίστηση. Π.χ. έχοντας το ποτό στην κατοχή του δεν το χρησιμοποιεί για να ικανοποίηση την ανάγκη να πιη κάτι, αλλά να πίνη για να πίνη και να καταντά τελικά ένας θλιβερός και παθολογικός πότης, με άλλα λόγια αλκοολικός. Το ίδιο ισχύει και για πολλά άλλα πράγματα, ακόμη και για την υλική τροφή, για την οποία τόσος λόγος γίνεται σχετικά με τις βλαβερές συνέπειές της, όταν τον λόγο έχει όχι η λογική και υγιεινή της χρήση, αλλά η λαιμαργία και η χωρίς μέτρο και γνώση χρήση της.

Για να το καταλάβουμε αυτό καλύτερα, ας ακούσουμε τί λέει σχετικά ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: Η ψυχή, λέει, με όργανό της κάθε αίσθηση π.χ., όραση, ακοή, γεύση κ.λπ., σύμφωνα με τους νόμους, που έθεσε ο σοφός Δημιουργός των πάντων, έρχεται σε κατά φύση σχέση με διαφόρους τρόπους με τα αισθητά πράγματα, όταν τα χρησιμοποιή καλά και επειδή χρησιμοποιεί σωστά τις αισθήσεις. Και αυτό, με τη συνείδηση πως πίσω από τα υλικά πράγματα κρύβεται ο ίδιος ο Θεός, που τα δημιούργησε. Αν ενεργήση έτσι, δημιουργεί με την προαίρεσή της μέσα στη διάνοιά της ένα πνευματικόν κόσμο, μια σύνθεση και πλάθει μια σωστή αντίληψη για τον κόσμο, που την περιβάλλει, με αποτέλεσμα να καταλήγη στην δημιουργία μέσα της τη δυνατότητα της αρετής. Διά μέσου της αρετής ενώνεται με τον Θεό, τον Δημιουργό της. Και έτσι βρίσκεται η ψυχή σε θέση να μπορή να αντιλαμβάνεται το Θεό, που με κανέναν άλλο τρόπο δεν μπορεί να γίνη αντιληπτός.

Γιατί λέγονται αυτά, που ασφαλώς είναι λίγο δύσκολα και δεν μας επιτρέπει ο χρόνος να τα αναλύσουμε περισσότερο; Λέγονται, για να μας βοηθήσουν να ερευνούμε τον εαυτό μας, αν είναι ελεύθερος από πάθη, που αυτά με τη σειρά τους δεν μας επιτρέπουν να ασκήσουμε καθαρή αγάπη. Συνειδητοποιώντας όμως τα πάθη μας, μπορούμε να αγωνιστούμε για τη μεταμόρφωσή τους από αρνητικές σε θετικές καταστάσεις και δυνάμεις, ώστε ελεύθεροι από πάθη να μπορούμε να ενεργούμε «κατά φύσιν», δηλαδή όπως θέλει ό Θεός, και σε κάθε ενέργειά μας, αλλά προ πάντων στην εξάσκηση της αγάπης με τον πιο σωστό και θεάρεστο τρόπο. Με την αυτοεξέταση και τη σωστή αυτογνωσία δεν αποκλείεται να διαπιστώσουμε π.χ. ενστικτώδεις αντιπάθειες, απέχθειες, αποστροφές για κάποια πρόσωπα, αρνητικές διαθέσεις έναντί τους, ζήλειες, μίση, σκληρότητα κ.λπ. κ.λπ. Όλα αυτά, μπορούμε να τα ανακαλύπτουμε κάτω από το φως του Χριστού.

Πρέπει ανακαλύπτοντας αυτές τις αρνητικές καταστάσεις να απελπιστούμε και να απογοητευθούμε; Όχι βέβαια. Αν δεν κυριάρχησαν μέσα μας κάποια από αυτά, αν δεν έχουν γίνει πάθη, αλλά είναι απλώς καταστάσεις αρνητικές, πρέπει να πολεμηθούν με τα μέσα, που μας δίνει η Εκκλησία μας, π.χ. τον λόγο του Θεού, την εξομολόγηση και την προσευχή. Έτσι καθαρίζοντας την ψυχή μας από αυτά τα ζιζάνια, θα μπορούμε να χρησιμοποιούμε σωστά και τα συναισθήματά μας και τις άλλες ψυχικές μας δυνάμεις στην υπηρεσία της κατά Χριστόν αγάπης και ευεργετικότητος.

Χρειάζεται λοιπόν να ανακαλύψουμε τον τρόπο λειτουργίας του εσωτερικού μας κόσμου, χωρίς φόβο και ταραχή, ανακαλύπτοντας τις ιδιοτυπίες της λόγω π.χ. κληρονομικότητος, επιδράσεων του περιβάλλοντός μας άμεσου ή ευρύτερου κ.λπ. Το πρόβλημα δεν είναι γιατί είμαστε τέτοιοι, που διαπιστώνουμε για τον εαυτό μας, αλλά πώς θα γίνουμε αυτό που πρέπει να γίνουμε σύμφωνα με την αλήθεια του Ευαγγελίου. Ο Θεός δεν θα μας κρίνη γιατί υπήρξαμε τέτοιοι, που ήρθαμε στον κόσμο, αλλά γιατί δεν προσπαθήσαμε να κάνουμε ό,τι χρειαζόταν να γίνουμε κατά το θέλημα του Θεού, αφού μας δόθηκαν οι ευκαιρίες και οι δυνατότητες για κάτι τέτοιο.

Ας αφήσουμε λοιπόν τις τυχόν απογοητεύσεις μας και τις απαισιοδοξίες για τις τυχόν αδυναμίες μας. Ας αγαπήσουμε περισσότερο και συνεπέστερα τον Κύριο Ιησού μας. Ας τον επικαλούμαστε συνεχώς με την καρδιακή προσευχή και ας τρέφουμε έτσι την ιερή φλόγα της αγάπης στον Κύριο. Η ακατάπαυστη επίκληση του Ιησού κόμπο τον κόμπο, η χρήση του κομποσκοινιού μας, με στεναγμό στον στεναγμό από τα βάθη της καρδιάς μας, με χτύπο στον χτύπο της «καιομένης καρδίας» μας, θα είναι οι «σταγόνες, αι πέτρας κοιλαίνουσι» πέφτοντας μια μια, αθόρυβα, ασήμαντα, αδύναμα, φαινομενικά σπάζοντας οι ίδιες σε χίλια σταγονίδια καθώς θα πέφτουν στη σκληρή πέτρα. Τελικά όμως θα την υποτάξουν. Θα είναι τα δόντια του πριονιού, που λίγο λίγο τρώνε τον κορμό και του πιο ψηλού και δυνατού δέντρου. Και ό,τι δεν πέ­τυχαν ανεμοβρόχια, καταιγίδες και θύελλες, το κατορθώνουν τα ασήμαντα αυτά δοντάκια, που σιγά σιγά, αλλά συστηματικά, το ρίχνουν τελικά κάτω. Θα είναι η σιγανή βροχούλα, που πέφτοντας απαλά απαλά στην κατάξερη γη την κάνει γόνιμη και πολύκαρπη και ικανή «του εξαγαγείν άρτον εκ της γης και χλόην τη δουλεία των ανθρώπων».. ικανή να μεταμορφώση «γην έρημον και άβατον και άνυδρον» σε πραγματικό παράδεισο, δηλαδή την καρδιά μας. ικανή να χορτάσουν «τα ξύλα του πεδίου και αι κέδροι του Λιβάνου» οι πελώριες.

Όταν ο Ιησούς εγκατασταθή μέσω της φλογερής μας αγάπης και του θείου έρωτος γι’ Αυτόν στην καρδιά μας, τότε από τη φλόγα αυτή θα πετιούνται ένα γύρο και οι θεϊκές σπίθες όλων των εκδηλώσεων αγάπης προς τους άλλους.

Και τότε πια δεν θα τίθεται ζήτημα πώς να χρησιμοποιούμε σωστά και τη συναισθηματικότητά μας και όλες τις ψυχικές μας δυνάμεις.. όταν «ο νυν ζώμεν εν σαρκί, εν πίστει ζώμεν τη του Υιού του Θεού, του αγαπήσαντος ημάς και παραδόντος εαυτόν υπέρ ημών» (Γαλ. β’ 20) και αναστάντος ενδόξως, τότε «ουκέτι εαυτοίς» (θα) ζώμεν, αλλά (θα) ζη εν ημίν ο Κύριος Ιησούς (Γαλ. β’ 20). Και αυτό θα αποτελή θρίαμβο της αγάπης και αγλαό καρπό της παρουσίας Του μέσα μας. γιατί θα μπορούμε να αγαπούμε, το κατά τη δύναμη βέβαια, με την ένταση και την καθαρότητα και τη γνησιότητα, που με αυτήν αγαπούσε ο Ιησούς. Ή, πιο σωστά, θα αγαπούμε με την καρδιά του Ιησού. Και αυτό, γιατί, όταν έτσι αγαπούμε, όταν «ζώντες ουκέτι εαυτοίς», αλλά «τω υπέρ ημών αποθανόντι και εγερθέντι» (Β’ Κορ. ε’ 15)

Απόσπασμα από το κείμενο: Εμείς και η Αγάπη μας (π. Ευσεβίου Βίττη)

Αφήστε μια απάντηση