Χριστουγεννιάτικη ιστορία

  …μια   ιστορία γραμμένη για το δρώμενο

 των Χριστουγέννων του 2010

Μια φορά κι έναν καιρό…

Μ’ ένα πλοίο μαγικό φτάνει στο νότιο λιμάνι της πόλης μια παρέα χαρούμενη :κανέλα, μοσχοκάρφι και μοσχοκάρυδο, βανίλια. Αμέσως στον αέρα απλώθηκε η καστανή θέρμη της κανέλας, η λεπτεπίλεπτη άχνη της βανίλιας, τα αιθέρια αρώματά τους!

Ήταν Χριστούγεννα και τα σπίτια ήταν στολισμένα και φωτισμένα. Στα τραπέζια των νοικοκυριών έσμιγε το κάτασπρο αλεύρι με το φίνο βούτυρο, τα αρώματα και τους χυμούς του πορτοκαλιού, την κρυσταλλένια ζάχαρη και γεννιούνταν μικρά μελομακάρονα.

Θάμαξαν οι ανατολίτες μας! Είδαν τα στολισμένα δέντρα ,άκουσαν τις καμπάνες να χτυπούν πριν φανεί υποψία από το νέο φως της μέρας, είδαν τους χριστιανούς να πηγαίνουν αξημέρωτα στην εκκλησιά , άκουσαν το « Χριστός γεννάται, δοξάσατε »

κι αυτό ήταν! Ήθελαν να μείνουν εκεί , να συμμετάσχουν στη γιορτή!

Τρύπωξαν σ’ ένα υπόγειο για να σκεφτούν πώς θα τα καταφέρουν και κει σε κάτι βαρέλια συνάντησαν κάτι καρπούς με σκληρά κελύφη: μύγδαλα και καρύδια.

_ Τι σκληρά που είναι…θάναι άγρια…είπε η βανίλια.

_ Όχι η ψυχή μας είναι μαλακή , όπως των ανθρώπων όταν φύγει ο εγωισμός…

_ Αλήθεια; ! Τότε…

Και ψου ψου ψου κατέληξαν να συνεργαστούν…Έτσι έχουμε τον μπακλαβά να φτιάχνουμε και να γευόμαστε τη γλύκα της ζωής , όταν σκληρά και ντελικάτα ,μυρωδάτα και πολύχρωμα δώρα της γης μας προσφέρονται.

Μαρμαρινός ο Ελγίνειος

 

ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΣ, Ο ΕΛΛΗΝΑΣ

Γεια σας ! Είμαι ο Μαρμαρινός, έλληνας στην καταγωγή και ξενιτεμένος χωρίς να το θέλω… Ο φίλος μου ο Jason με φωνάζει Μαρμπλ και γω καθόλου δεν ενοχλούμαι μαζί του που κάνει αυτόν τον αστείο θόρυβο με τ’ όνομά μου και που μου στερεί τη μεγαλοπρέπειά του: Μαρ-μα-ρι-νός! Για ακούστε το! Απλωτό, με μουσικότητα σα νερό που κυλάει. Που δείχνει το βαθύτερο εαυτό μου…Τι εννοώ; Βλέπεις είμαι σκληρό, καθόλου υδάτινο. Κι όμως σαν με προσέξεις στο φως είμαι σχεδόν…διάφανο…σα ζυμωμένο με νερό κι αέρα!

Ο Jason! Γλυκούλης και μεγαλόψυχος σαν τ’ όνομά του: Ι-ά-σω-νας. Δουλεύει στο χώρο που βρίσκομαι και η φιλία μας είναι μια άλλη ιστορία.

Βέβαια δεν είναι ο μόνος μου σύντροφος. Συνυπάρχω με δυο-τρεις ιππείς και άλογα που ακουμπάνε πάνω μου ή μάλλον βγαίνουν από μέσα μου…Δεν ξέρω πώς ακριβώς να περιγράψω τη σχέση μας. Είναι λίγο αλλόκοτη και για να καταλάβετε πρέπει να σας πάω πολύ πίσω.

Ήταν τότε που ήμουν ένα μεγάλο νιόβγαλτο κομμάτι μάρμαρο ανεβασμένο μετά από μια κάπως ζαλιστική και περιπετειώδη βόλτα από την Πεντέλη στο λόφο της Ακρόπολης. Γύρω μου κάθονταν κι άλλα κομμάτια. Άλλα κάτασπρα, άλλα με σβώλους λάσπης πάνω τους, μικρότερα ή μεγαλύτερα. Μια ομάδα ανδρών με επικεφαλής κάποιον που φώναζαν Φειδία πλησίαζαν με τη σειρά τα απλωμένα μάρμαρα , τα ψηλαφούσαν , τα περιεργάζονταν κι ύστερα ο Φειδίας κάτι έλεγε σ’ έναν νεαρό βοηθό και που σημείωνε σε μία πινακίδα.

Ένιωσα ένα ρίγος όταν ήρθε η σειρά μου να αισθανθώ το διαπεραστικό βλέμμα του και τα ακροδάχτυλά του άγγιξαν την επιφάνειά μου. Καταλάβαινα ότι για μένα εκείνη η στιγμή ήταν απόφαση ζωής. Και ένιωσα στην αρχή πανικό όταν πάνω μου ακούστηκε να δουλεύει το άοκνο και έμπειρου λιθοξόου χέρι με την γλυφίδα. Όσο όμως αποκτούσα καμπυλότητες και βαθουλώματα, κυματισμούς και λειάνσεις τόσο τονωνόταν η αυτοπεποίθησή μου! Γινόμουν κάποιος που είχε σκοπό στη ζωή του. Να ιστορήσει τη μεγάλη γιορτή των Παναθηναίων μαζί με άλλους εκλεκτούς πάνω στον περίλαμπρο ναό της Παλλάδας Αθηνάς, της Παρθένου προστάτιδας των Αθηνών.

Δε θα ξεχάσω ποτέ την μεγαλειώδη γιορτή των εγκαινίων του Παρθενώνα . Τόσος κόσμος, τόση ομορφιά και μεις όλα ,ζωφόρος, κίονες ,πτερά και αετώματα να λάμπουμε πολύχρωμα κάτω από τον αττικό ήλιο και να είμαστε ένα με τα γλαφυρά τριγυρινά βουνά ,με τα πολυποίκιλα άνθη, με τα μουρμουριστά νερά του Ηριδανού…Συγχώρεσε τη συγκίνησή μου…Ποιος όμως δε συγκλονίζεται σαν αστράφτει φως και γνωρίζει τον εαυτό του, όπως περίπου λέει ο άλλος μεγάλος Έλληνας, ο Σολωμός. Γνώρισα μια για πάντα πως όχι μόνος μου αλλά όλοι μαζί που αξιωθήκαμε τη δωρεά του Φειδία κι ό,τι τον έθρεψε , πως ήταν να κουβαλάμε αυτή την ψυχή που ανδρώθηκε την εποχή του «χρυσού αιώνα του Περικλή » όπως λέει ο Φίλος μου ο Jason.

Από κει ψηλά είδα πολλά. Δόξες, μεγαλεία, κούφια λόγια κι ανόητα έργα, ανθρώπους με άλλους ήχους στην άκρη της γλώσσας τους και με μαχαίρι στα χέρια. Αρχίσαμε να θαμπώνουμε , να μετράμε πληγές, να διώκεται ανίερα η Παρθένος από το Ναό της αλλά αυτή να γυρνά με άλλο όνομα, Μαρία, και αργότερα πάλι να χύνεται έξω στη φύση απ΄ όπου είχε ξεκινήσει. Ήμασταν όμως όλοι μαζί και ψιθυρίζαμε μυστικά, αλλά ολοφάνερα για τους υποψιασμένους, το ρυθμό του κόσμου που μας είχε γεννήσει…

Ο Jason λέει πως ο Μοροζίνι μας έκανε τη μεγαλύτερη ζημιά με το βομβαρδισμό του το 1687 αλλά παραδέχεται ,με κάποια συστολή, ότι και ο δικός τους ο λόρδος Έλγιν δεν υστέρησε σε ασέβεια. Μας απήγαγε και μας έσυρε στην ξενιτειά βίαια λες και δεν ήξερε πως έχουμε ψυχή, πατρίδα και σκοπό. Και είμαστε δω κλεισμένοι στην πλήξη και τη μούχλα να εμπορεύονται την όμορφιά μας και την ιστορία μας.

Μερικές φορές νιώθω την ακριβή συγκίνηση επισκεπτών που κάποιοι τους μιλούν γλώσσα με την αρμονία της γλώσσας του πατέρα Φειδία και που κάποιοι μιλούν σαν εκείνον τον τακτικό μας επισκέπτη , τον σερ Στήβεν Ράνσιμαν και αναστατώνομαι.

Επειδή σας συμπάθησα, τόσο υπομονετικοί που είστε με τον Μαρμαρινό που πεθύμησε να ζεσταθεί από τον ελληνικό ήλιο, θα σας πω ένα μυστικό. Μου το είπε ο Jason.

–Φίλε, δεν είσαι ξεχασμένος από την Παλλάδα. Μαζεύονται υπογραφές για σας ,τα ελγίνεια, για να επιστρέψετε στην πατρίδα. Υπέγραψα και γω, στο διαδίκτυο, ξέρεις.

Ξαφνιάζεσαι; Θα μου λείψεις ,αν γίνει αυτό το θαύμα. Όμως το τραγούδι σου ,κι είμαι βέβαιος γι’ αυτό, θα το ακούσω καθαρότερα σαν το μουρμουράς εκεί όπου ανήκεις! Θα έρχομαι εκεί σαν Οδυσσέας που βρίσκει την μέσα Ιθάκη του. Έχε θάρρος ,φιλαράκι!

 

ΑΡΤΕΜΙΣ