Γιάννης Ρίτσος , ο ποιητής του τόπου μας

Γιάννης Ρίτσος

ritsos1

Ο Γιάννης Ρίτσος (Μονεμβασιά 1 Μαΐου 1909 – Αθήνα 11 Νοεμβρίου 1990) ήταν ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές, με διεθνή φήμη και ακτινοβολία.

Οικογένεια

Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε την 1η Μαΐου του 1909 στη Μονεμβασιά Λακωνίας. Ήταν το τελευταίο παιδί της οικογένειας Ρίτσου. Ο πατέρας του Ρίτσου, ο Ελευθέριος, γεννήθηκε το 1872 και έλκυε την καταγωγή του από την Κρήτη. Ο Ελευθέριος ήταν κληρονόμος τεράστιας κτηματικής περιουσίας και βασιλόφρων. Είχε συναναστροφές με τον κλήρο και ήταν ουσιαστικά αγράμματος, καθώς είχε τελειώσει μονάχα το δημοτικό. Η μητέρα του Ρίτσου ήταν η Ελευθερία Βουζαναρά, γεννημένη το 1879· κόρη πλουσίων εμπόρων από το Γύθειο. Οι δυο τους παντρεύτηκαν όταν ήταν ακόμα εκείνη 13 ετών και είχε συμφωνηθεί ότι θα συζούσαν οριστικά μόλις τελείωνε το γυμνάσιο.

Το ζευγάρι, εντούτοις, δεν τα πήγαινε καλά, καθώς ο Ελευθέριος ήταν μανιώδης χαρτοπαίχτης και γυναικάς. Ένα τραγικό περιστατικό στη σχέση τους ήταν τότε που απέκτησαν το δεύτερο παιδί τους: Ενόσω η Ελευθερία βρισκόταν στο νοσοκομείο, εκείνος εξαφανίστηκε για εβδομάδες στο Λουτράκι, περνώντας ξέγνοιαστες ώρες. Η οικογένεια Ρίτσου απέκτησε τελικά τέσσερα παιδιά, τη Νίνα το 1898, τον Δημήτρη το 1899, τη Σταυρούλα (Λούλα) το 1908 και τον Γιάννη το 1909.

Η οικογένεια ζούσε απέναντι από την Παναγία τη Χρυσαφίτισσα. Αργότερα εγκαταστάθηκε οριστικά, μετά τη γέννηση του Γιάννη, σε ένα σπίτι που αγόρασε ο Ελευθέριος στην είσοδο της καστροπολιτείας, δίπλα στα τείχη.

Βιογραφία

Νεανικά χρόνια

 

Η ζωή του Ρίτσου κατά την παιδική του ηλικία στη Μονεμβασία ήταν ανέμελη και πέρασε όμορφα παιδικά χρόνια κοντά στη φύση. Η μητέρα του, που ήταν καλλιεργημένη, του έδειχνε πολλή αγάπη και τρυφερότητα. Η γιαγιά του η Άννα του έλεγε παραμύθια, όπως επίσης κι ένας Μωραΐτης, που φρόντιζε αυτόν και τη Λούλα, μετά τη δολοφονία του παππού τους το 1910. Ο Ρίτσος από τη μικρή ηλικία φάνηκε να έχει κλίση στις τέχνες, καθώς γρήγορα άρχισε να ζωγραφίζει και να μαθαίνει πιάνο, ενώ, καθώς ο ίδιος μαρτυρεί, έγραφε στίχους από την ηλικία των 7 ετών. Η μητέρα του τού υποστηρίζει απόλυτα αυτή του την κλίση και θεωρεί πως κάποια μέρα θα διαδεχθεί τον Κωστή Παλαμά, αργότερα τον εγγράφει ως συνδρομητή στο περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων.

Νομίζω πως ο άνθρωπος που δεν τιμωρήθηκε ποτέ στη ζωή του δεν ξέρει τι σημαίνει παραβίαση της απαγόρευσης. Κι επειδή η ζωή είναι γεμάτη απογοητεύσεις, έμαθα να δουλεύω την ποίηση, ξεπερνώντας τες.

Ο Ρίτσος ό,τι έχασε από το σχολείο το βρήκε στη βιβλιοθήκη της μητέρας του, όπου εκεί συνάντησε για πρώτη φορά την Αριστερά, πράγμα που ενοχλούσε τον Ελευθέριο.

Το 1917 η οικογένεια Ρίτσου δέχτηκε το πρώτο της οικονομικό πλήγμα: Με την αγροτική μεταρρύθμιση του Ελ. Βενιζέλου απαλλοτριώθηκαν τσιφλίκια ή δόθηκαν σε ακτήμονες· οι Ρίτσοι, που δεν ήξεραν άλλη δουλειά, παρά μόνον αυτή, τα έχασαν σχεδόν όλα.

Η αρρώστια

Τον Σεπτέμβριο του 1925 τα δύο αδέλφια πηγαίνουν στην Αθήνα. Εκεί έπιασαν ένα δωμάτιο σε ένα ξενοδοχείο στην οδό Μπενάκη. Ο θείος Λεωνίδας, που ζούσε στο Λονδίνο και που τους είχε βοηθήσει και παλαιότερα, τους συνδράμει χρηματικά, ενώ η Λούλα έπιασε δουλειά, προετοιμάζοντας τις σπουδές στης για τη Φιλοσοφική Σχολή. Ο Γιάννης από την άλλη δεν έδειχνε κάποιο ενδιαφέρον για όλα αυτά.] Έπιασε αργότερα δουλειά ως δαχτυλογράφος σε ένα γραφείο ενός συμβολαιογράφου, στη βιβλιοθήκη του οποίου γνώρισε τον Άγγελο Σικελιανό, τον Κωστή Παλαμά κ.ά. Έως το 1926, τα πράγμα πήγαιναν καλά για τα δύο αδέλφια, ώσπου ένα πρωί η Λούλα είδε τον αδελφό της να κάνει αιμόπτυση στο λαβομάνο. Ο ιατρός της οικογένειας τον έστειλε στη Μονεμβασία, που, όπως πίστευε, θα έβρισκε καλύτερη περιποίηση εκεί. Τελικά, μετά από τη δίμηνη παραμονή του στην Αθήνα, επέστρεψε στην πατρώα γη. Επιστρέφοντας ο Ρίτσος από τη Μονεμβασία είχε έτοιμες δύο ποιητικές συλλογές: Στο Παλιό μας Σπίτι και το Δάκρυα και Χαμόγελα. Τον Ιανουάριο του 1927 η αιμόπτυση επανήλθε και ήταν βέβαιο πλέον ότι έπασχε κι αυτός από φυματίωση. Στις 22 Φεβρουαρίου 1927 εισήλθε στο νοσοκομείο «Σωτηρία», όπου για τα επόμενα τρία χρόνια θα συζεί με πλήθος ασθενών.

Στις αίθουσες του νοσοκομείου ο Ρίτσος ήρθε σε επαφή με διάφορους αριστερούς και συνδικαλιστές. Ο «δάσκαλός» του είναι ο Βασίλης, ο οποίος θα εκτελεστεί αργότερα από τουςΓερμανούς, στην Κατοχή.

Το έργο του

Η ποίηση του Γιάννης Ρίτσου επηρεάστηκε τόσο από τα βιώματά του, όσο και από τις κοινωνικές αναταραχές της χώρας. Ο Ρίτσος μέσα στα ποιήματά του έχει βιώματα που αντλήθηκαν από τον Εμφύλιο Πόλεμο, τις εξορίες που υπέστη και από κάθε κοινωνικό, μικρό ή μεγάλο, έναυσμα που το δόθηκε, όπως για παράδειγμα το ποίημα του ο Επιτάφιος. Ο Ρίτσος μέσα στα ποιήματά του γίνεται άλλοτε ερωτικός κι άλλοτε βαθιά υπαρξιακός. Η Χρύσα Προκοπάκη αναφέρει: «Αν κάποιος θα ήθελε να διαβάσει την ιστορία του περασμένου αιώνα, θα την έβρισκε ακέραια στην ποίηση του Ρίτσου.»  Ο Ρίτσος έδωσε την πρώτη του παρουσία στα γράμματα το 1924 με το ψευδώνυμο «Ιδανικό Όραμα», στο περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων. Η παρουσία αυτή άρχισε επίσημα το 1930 και τελείωσε με τον θάνατο του ποιητή, αφού δημιουργούσε μέχρι και το τέλος του.

 

1930 – 1935: Τα πρώτα βήματα

Από το 1930 έως το 1935-36, ουσιαστικά, ήταν μια περίοδος προετοιμασίας και προεργασίας για τον ποιητή. Ο νεαρός τότε ποιητής, Γιάννης Ρίτσος εμφανίζεται επίσημα στα γράμματα με δύο ποιητικές συλλογές. Στο εναρκτήριο ποίημα των Τρακτέρ (1930-34), όπως και σε πολλά άλλα της συλλογής αυτής και της Πυραμίδες (1930-35). Ο Ρίτσος στις πρώτες του αυτές συλλογές, αναζητά τη λύτρωση, την παραμυθία και την αναγνώριση. Γράφει σε ένα ποιήματα του: «Απ’την πληγή μου κοίταξα του κόσμου την πληγή». Ο προσωπικός πόνος, εδώ, γενικεύεται. Γίνεται καταγγελία. Γίνεται απόρριψη της κοινωνικής συνθήκης.

Άλλες φορές οργίζεται, στηλιτεύει, και με αιφνίδιες αντιστροφές εκτινάσσεται στα ύψη, άλλοτε αγέρωχος κι άλλοτε υπεροπτικός:

Μα όταν εσείς, ω τύραννοι κι άναντροι κ ευτελείς,
δε θάστε μήτε σκιά καπνού στης Ιστορίας τα χάη,
εγώ στη μνήμη των Καιρών θάμαι η λαμπρή σελίς
και στ” όνομά μου ο αιώνας μας ακέριος θ” αντηχάει.

Κι άλλες φορές γίνεται λυρικός, σατιρικός, σαρκαστικός. Οι αυτοσαρκαστικές του αναφορές τον φέρνουν πιο κοντά στο Καρυωτάκη, ενώ στα ποιήματά του ανιχνεύεται και ο Κώστας Βάρναλης. Κρητικοί της εποχής βρίσκουν μέσα στα ποιήματά του, επιρροές και από Τάκη Μπάρλα ή και Ορέστη Λάσκο. Βεβαίως, για τον Κώστα Βάρναλη, θα παραδεχτεί κι ο ίδιος, ο Ρίτσος, τις επιρροές που έχει από αυτόν, ειδικότερα, από το Το Φως που καίει (1922). Ωστόσο, ο καρυωτακισμός του Ρίτσου συνίσταται σε έναν διαρκή επίπονο διάλογο μαζί του. «Οι δύο πρώτες συλλογές του, αναδρομικά κοιταγμένες, μας πείθουν πως ο Καρυωτάκης δεν ήταν ένα σπαραχτικό αδιέξοδο για την παραδοσιακή ποίηση, αλλά μια ηρωική αφετηρία για νεότερη», όπως επισημαίνει ο Γ.Π. Σαββίδης.

Από την άλλη, ποιήματα όπως: Στο Χριστό, Στο Μαρξ, ΕΣΣΔ, Γερμανία, που βρίσκονται στη συλλογή Τρακτέρ, εμπεριέχουν μια πιο εξωστρεφή τάση, και με τη φουτουριστική, μαγιακοφσκική προβολή, προϊδεάζουν και σηματοδοτούν τους νέους προσανατολισμούς του ποιητή. Οι επιδράσεις των Κωστή Παλαμά και Άγγελο Σικελιανό είναι εμφανείς, ωστόσο, και στις δύο συλλογές.

1956 – 1966: περίοδος υψηλών συλλήψεων

Την περίοδο αυτή έρχεται η Τέταρτη διάσταση, και μαζί της οι υψηλές συλλήψεις και η ευρηματικότητα ποιητικών μορφών, η οποία εγκαινιάζεται με τη Σονάτα του Σεληνόφωτος (1956, ΄Α Κρατικό Βραβείο Ποίησης).Το έργο αυτό σηματοδοτεί μια νέα ποιητική, που ελλοχεύει από νωρίτερα, αλλά οι ώριμες αντικειμενικές συνθήκες το συνεπικουρούν, ώστε να βρει γόνιμο έδαφος και να λειτουργήσει. Κατά κάποιον τρόπο αυτό το έργο αίρει, μέχρις ενός σημείου, προκαταλήψεις που δέσμευαν του αριστερούς διανοούμενους, απελευθερώνοντας μια πολύτιμη ύλη στο έργο του Ρίτσου, που θα το οδηγήσει στην αιχμή της σύγχρονης ποίησης. Ο Λούις Αραγκόν, προλογίζοντας το έργο, στο περιοδικό Les Lettres Françaises, θα γράψει ότι του έδωσε το τράνταγμα της μεγαλοφυΐας.

Από εκεί κι έπειτα μετά τον νεο-συμβολιστη και νεο-ρομαντικό Ρίτσο, αλλά και τον πρώτης ωριμότητας , τα εκφραστικά του μέσα απελευθερώνονται από τον Πόλεμο, από την Αντίστασηκαι την Εξορία και καθιζάνουν στην αστική δημοτική της καθημερινής ομιλίας. Ωστόσο, το λακωνικό ποίημα, συνεχίζει να το ασκεί συστηματικά, το οποία φαίνεται ως παύση, στις μεγαλόπνοες συνθέσεις του ποιητή.

Κατά το τέλος της περιόδου αυτής, ο Ρίτσος θα ταξιδέψει στο εξωτερικό και θα αρχίσει, γυρίζοντας, τις μεταφράσεις ξένων ποιητών. Θα συγκροτήσει και θα μεταφράσει δύο μεγάλα ανθολόγια: της ρουμανικής ποίησης και της τσέχικης και σλοβακικής ποίησης. Αργότερα, το 1966, θα ταξιδέψει και στην Κούβα. Εκεί θα γνωρίσει τον Νικόλα Γκιλλιέν και θα μεταφράσει το βιβλίο του Ο Μεγάλος Ζωολογικός Κήπος.

Βραβεύσεις Πρώτο Κρατικό Βραβείο ποίησης «Η Σονάτα του σεληνόφωτος» (1956)

  • Μέγα διεθνές βραβείο ποίησης (Βέλγιο, 1972)
  • Διεθνές βραβείο «Γκεόργκι Δημητρώφ» (Βουλγαρία, 1975)
  • Mέγα βραβείο ποίησης «Αλφρέ ντε Βινύ» (Γαλλία, 1975)
  • Διεθνές βραβείο «Αίτνα-Ταορμίνα» (Ιταλία, 1976)
  • «Βραβείο Ειρήνης του Λένιν» (ΕΣΣΔ, 1977)
  • Διεθνές βραβείο «Μποντέλο» (1978)
  • «Πυραμίδες», (1935)
  • «Επιτάφιος», (1936)
  • «Το τραγούδι της αδελφής μου», (1937)
  • «Εαρινή συμφωνία», (1938)
  • «Το εμβατήριο του ωκεανού», (1940)
  • «Παλιά μαζούρκα σε ρυθμό βροχής», (1943)
  • «Δοκιμασία», (1943)
  • «Ο σύντροφός μας», (1945)
  • «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», (1952)
  • «Αγρύπνια», (1954)
  • «Πρωινό άστρο», (1955)
  • «Η σονάτα του σεληνόφωτος», (1956)
  • «Χρονικό», (1957)
  • «Αποχαιρετισμός», (1957)
  • «Χειμερινή διαύγεια», (1957)
  • «Πέτρινος χρόνος», (1957)
  • «Οι γειτονιές του κόσμου», (1957)
  • «Οταν έρχεται ο ξένος», (1958)
  • «Ανυπόταχτη πολιτεία», (1958)
  • «Η αρχιτεκτονική των δέντρων», (1958)
  • «Οι γερόντισσες κ” η θάλασσα», (1959)
  • «Υδρία », (1957)
  • «Το παράθυρο», (1960)
  • «Η γέφυρα», (1960)
  • «Ο Μαύρος Αγιος», (1961)
  • «Το νεκρό σπίτι», (1962)
  • «Κάτω απ” τον ίσκιο του βουνού», (1962)
  • «Το δέντρο της φυλακής και οι γυναίκες», (1963)
  • «12 ποιήματα για τον Καβάφη», (1963)
  • «Μαρτυρίες Α», (1963)
  • «Παιχνίδια τ’ουρανού και του νερού», (1964)
  • «Φιλοκτήτης», (1965)
  • «Ρωμιοσύνη», (1966)
  • «Μαρτυρίες Β», (1966)
  • «Ορέστης», (1966)
  • «Όστραβα», (1967)
  • «Πέτρες, Επαναλήψεις, Κιγκλίδωμα», (1972)
  • «Η Ελένη», (1972)
  • «Χειρονομίες», (1972)
  • «Τέταρτη διάσταση», (1972)
  • «Η επιστροφή της Ιφιγένειας», (1972)
  • «Χρυσόθεμις», (1972)
  • «Ισμήνη», (1972)
  • «Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας», (1973)
  • «Διάδρομος και σκάλα», (1973)
  • «Γκραγκάντα», (1973)
  • «Σεπτήρια και Δαφνηφόρια», (1973)
  • «Ο αφανισμός της Μήλος», (1974)
  • «Υμνος και θρήνος για την Κύπρο», (1974)
  • «Καπνισμένο τσουκάλι», (1974)
  • «Κωδωνοστάσιο», (1974)
  • «Χάρτινα », (1974)
  • «Ο τοίχος μέσα στον καθρέφτη», (1974)
  • «Η Κυρά των Αμπελιών», (1975)
  • «Η τελευταία προ Ανθρώπου Εκατονταετία», (1975)
  • «Τα επικαιρικά», (1975)
  • «Ημερολόγιο εξορίας», (1975)
  • «Μαντατοφόρες», (1975)
  • «Θυρωρείο», (1976)
  • «Το μακρινό», (1977)
  • «Γιγνεσθαι», (1977)
  • «Βολιδοσκόπος», (1978)
  • «Τοιχοκολλητής», (1978)
  • «Τροχονόμος», (1978)
  • «Η Πύλη», (1978)
  • «Το σώμα και το αίμα», (1978)
  • «Μονεβασιώτισσες», (1978)
  • «Το τερατώδες αριστούργημα», (1978)
  • «Φαίδρα», (1978)
  • «Λοιπόν;», (1978)
  • «ο ρόπτρο»,(1978)
  • «Μια πυγολαμπίδα φωτίζει τη νύχτα», (1978)
  • «Γραφή Τυφλού», (1979)
  • «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού», (1980)
  • «Διαφάνεια», (1980)
  • «Πάροδος», (1980)
  • «Μονόχορδα», (1980)
  • «Τα ερωτικά»,(1981)
  • «Συντροφικά τραγούδια», (1981)
  • «Υπόκωφα», (1982)
  • «Μονοβασιά», (1982)
  • «Το χορικό των σφουγγαράδων», (1983)
  • «Τειρεσίας», (1983)
  • «Με το σκούντημα του αγκώνα», (1984)
  • «Ταναγραίες», (1984)
  • «Ανταποκρίσεις», (1987)
  • «3Χ111 Τρίστιχα», (1987)
  • «Αργά πολύ αργά μέσα στη νύχτα», (1991)
  • Ποιήματα – Β τόμος, (1961)
  • 12 ποιήματα για τον Καβάφη, (1963)
  • Μαρτυρίες – Σειρά 1η, (1963)
  • Ποιήματα – Γ τόμος, (1964)
  • Μαρτυρίες – Σειρά 2η, (1966)
  • Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας, (1973)
  • Ποιήματα – Δ τόμος, (1975)
  • Πέρα απ’τον ίσκιο των κυπαρισσιών, (1947)
  • Τα ραβδιά των τυφλών, (1959)
  • Ο λόφος με το συντριβάνι.

Εργογραφία

Ποιήματα «Τρακτέρ », (1934)

ΣυλλογέςΠοιήματα – Α τόμος, (1961)

ΘεατρικάΜια γυναίκα πλάι στη θάλασσα, (1942)

 

 

 

 

Τα συναισθήματα μας για τον σπουδαίο καλλιτέχνη είναι μεγάλη υπερηφάνεια λόγω του μεγάλου αυτού έργου που μας έκανε να νιώθουμε περήφανους διεθνώς και είναι        σωστό παράδειγμα για τους σημερινούς νέους.

Αρχισυντάκτες : Χρησταντώνης Κοντάκος / Μανώλης Κρητικός

Συντάκτες : Ταξιαρχής Ζώταλης / Παναγιώτης Γραμματικάκης

ΜΑΘΗΤΕΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 2015

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων