Αρχεία

Γράψτε σχόλιο

Θέματα Αρχαίων Ελληνικών και Λογοτεχνίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης 2011

-Πατήστε στο σύνδεσμο που ακολουθεί για να δείτε το Θέμα των Αρχαίων Ελληνικών:

Αρχαία Ελληνικά Θεωρητικής Κατεύθυνσης 2011

-Και παρακάτω για να δείτε το θέμα της Λογοτεχνίας Κατεύθυνσης:

Λογοτεχνία Θεωρητικής Κατεύθυνσης 2011

Κατηγορίες: ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ | Γράψτε σχόλιο

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης “Το μοιρολόγι της φώκιας”

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (4 Μαρτίου 18513 Ιανουαρίου 1911).

Ο ίδιος σε ένα σύντομο αυτοβιογραφικό σημείωμα ιστορεί τη ζωή του:

“Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθω, τῇ 4 Μαρτίου 1851. Ἐβγήκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον εἰς τὰ 1863, ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α΄ καὶ Β΄ τάξιν. Τὴν Γ΄ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἴτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν πατρίδα. Κατὰ Ἰούλιον τοῦ 1872 ὑπήγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα ὀλίγους μῆνας. Τῷ 1873 ἤλθα εἰς Ἀθήνας καί ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ΄ τοῦ Βαρβακείου. Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολήν, ὅπου ἤκουα κατ’ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰ ξένας γλώσσας.

Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους, εἴτα ἔγραφα στίχους, καί ἐδοκίμαζα να συντάξω κωμῳδίας. Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη “ἡ Μετανάστις” ἔργον μου εἰς τὸ περιοδικὸν “Σωτήρα”. Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθη “Οἱ ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν” εἰς τὸ “Μὴ χάνεσαι”. Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ καί ἐφημερίδας.”

Το βιογραφικό του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη θα το βρείτε στη Βικιπαίδεια



Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης “Το μοιρολόγι της φώκιας”

Εδώ μπορείτε να δείτε ένα βίντεο απ’ την Εκπαιδευτική Τηλεόραση.

«Μια κινηματογραφική προσέγγιση που επιχειρεί να βοηθήσει τους μαθητές να εντοπίσουν τη βασική ερμηνευτική γραμμή του διηγήματος. Η ζωή και ο θάνατος διαπλέκονται αξεδιάλυτα όσο και ανεπαίσθητα και διαγράφουν το σκηνικό της δράσης. Τα γεγονότα που δυναστεύουν τη ζωή της ηρωίδας (και του ανθρώπου) προετοιμάζονται και εξελίσσονται πέρα και έξω από τη δυνατότητα παρέμβασής της».



Ακολουθεί ένα δοκίμιο του Χρ. Μηλιώνη για το «Μοιρολόγι της Φώκιας»:

Το επίφοβο μυρολόγι της φώκιας

Χριστόφορος Μηλιώνης
“Σημαδιακός κι αταίριαστος”
Β΄ έκδοση συμπληρωμένη, Εκδόσεις Νεφέλη Αθήνα, 2002

Ομολογούμε πως ακουστά είχαμε μόνο τα κροκοδείλια δάκρυα, που, ως γνωστόν, χαρακτηρίζουν όσους ζητούν να εξαπατήσουν χύνοντας ψεύτικα δάκρυα ως ο κροκόδειλος που, για να προσελκύσει τα θύματά του, εκπέμπει θρηνώδεις κραυγές, προσομοιάζουσες με αυτές κλαίοντος παιδιού. Αν και ο κροκόδειλος, ανήκοντας στην συνομοταξία των ερπετών, ουδέποτε κλαίει μετά πραγματικών δακρύων, σε αντίθεση με τη φώκια, ζώο θηλαστικό, άκρως παράξενο, η οποία, όχι μόνο κλαυθμηρίζει μετά ζωηρών γογγυσμών, αλλά και χύνει ποταμούς δακρύων. Αγνοούσαμε, ωστόσο, τόσο τη σκοπιμότητα, μάλλον τη χρησιμότητα των δακρύων της φώκιας όσο και την συνακόλουθη έκφραση, “κλαίει σαν την φώκια”. Παροιμία, όπως μαθαίνουμε, διαβάζοντας το βιβλίο του Χρ. Μηλιώνη, αποθησαυρισμένη τουλάχιστον από τα μέσα του 19ου αιώνα, που λέγεται για “τους δεικνύοντας θλίψιν επί εξαπατήσει και πλαγίω σκοπώ”.
Πέραν, όμως, της παροιμίας, τα δάκρυα της φώκιας, ως φαίνεται, απαντώνται σε ποικίλες παλαιότερες πηγές, ως, λ. χ., στο “Βιβλίον περί της συμφοράς και αιχμαλωσίας του Μορέως” του γιαννιώτη στιχουργού Μάνθου Ιωάννου, ο οποίος και ενεπνεύστηκε το ποίημά του από τα πολλά δεινά που υπέστη, όταν οι Τούρκοι πήραν την Πελοπόννησο από τους Ενετούς, το 1715. Το βιβλίο του τυπώθηκε στη Βενετία και, όπως δείχνουν οι πολλαπλές εκδόσεις του, θα πρέπει να έγινε ένα μπεστ σέλλερ της εποχής, για να το συμπεριλάβει, ενάμισι σχεδόν αιώνα αργότερα, ο Λεγκράν στην περιώνυμη Βιβλιοθήκη του. Ο Μάνθος, λοιπόν, παρομοιάζει τα δάκρυα των γυναικών με αυτά της φώκιας, που, αδυνατώντας να φάει ένα κουφάρι, κλαίει από πάνω του, ώστε να το λειώσει και μετά να το καταβροχθίσει. Θα θέλαμε να διαβάζαμε την αντίστοιχη περικοπή, καθώς πολύ μας παραξενεύει η παρομοίωση στο εν λόγω κείμενο, που αναφέρεται στην τούρκικη κατάληψη της Πελοποννήσου. Όπως κι αν έχει, περισσότερο οικεία φαίνεται μια παλαιά παράδοση από τα μέρη της Βιθυνίας, κοντινή με το μύθο της γοργόνας, αδελφής του Μεγαλέξαντρου. Μια πολύ λαίμαργη βασιλοπούλα μεταμορφώθηκε, λέει, σε φώκια, που, ψευτοκλαίγοντας, έτρωγε τους περαστικούς, αφού, προηγουμένως, τους ρωτούσε, αν ζει ο πατέρας της, ο βασιλιάς.
Δίπλα σε αυτά τα δυσπρόσιτα, ο Χρ. Μηλιώνης, όπως περιδιάβαζε στα “Απομνημονεύματα” του Μακρυγιάννη, αλίευσε και την εξής άκρως ενδιαφέρουσα όσο και οργίλη φράση: “Κλαίτε την πατρίδα και τους αγωνιστάς, καθώς κλαίγει η φώκια τον πνιγμένον – είναι τα δάκρυά της καυτερά, σαπίζει τον πνιγμένον και κάθεται και τον τρώγει.” Σε αυτά τα συμφραζόμενα, όταν οι παλαιότεροι, ακόμη στις αρχές του 20ού αιώνα, ίσως και αργότερα, διάβαζαν για τα δάκρυα της φώκιας ή, αν γινόταν κάπου λόγος για το μοιρολόγι της φώκιας, θα πρέπει να δημιουργούσαν αμέσως την αντίστοιχη εικόνα. Εμείς, όμως, αποκομμένοι από τις δοξασίες και τη γλώσσα τους, ξένοι προς τον κόσμο τους, δεν κατανοούμε ή και προσπερνούμε τα αυτονόητα για εκείνους, παραλλάσσοντας, συχνά και αλλοιώνοντας το νόημα.
Το 1981, εκδόθηκε η συναγωγή δοκιμίων “Νεοελληνικά, Διδακτικά δοκίμια για το Λύκειο”, όπου, στο κείμενό του, ο Χρ. Μηλιώνης ανέλυε το διήγημα, “Το μοιρολόγι της φώκιας”, που αρχικά διδασκόταν στην τρίτη τάξη του Γυμνασίου και μετά, στη δεύτερη Λυκείου. Από τον τίτλο του διηγήματος αλλά και από το ίδιο το διήγημα, την προσοχή του αναγνώστη, πιστεύουμε πως κερδίζει, το μοιρολόγι παρά η φώκια. Ενδεικτικά, σε σχετικό σχόλιό του, ο Χ. Μαλεβίτσης αναφέρει: “Το διήγημα του Παπαδιαμάντη “Το μοιρολόγι της φώκιας” δεν πρόκειται ποτέ να το ξεχάσεις, όπως δεν ξεχνάς το δημοτικό μοιρολόγι… τις πικρές παραλογές, σαν αυτή “Του νεκρού αδελφού” …εκεί είναι η Αρετή …κι’ εδώ είναι η Ακριβούλα… Στον Παπαδιαμάντη τουλάχιστον υπάρχει μία απόπειρα λυρικής διαφυγής…”
Παρομοίως, η Ελ. Πολίτου-Μαρμαρινού παρατηρεί: “…Το αριστουργηματικό “Μοιρολόγι της φώκιας”, διήγημα στην αρχή του νατουραλιστικό από πολλές απόψεις, με την ολοκλήρωση όμως του οποίου βρισκόμαστε όχι μόνο μακριά από το ρεύμα αυτό ειδικά, αλλά και από την πεζογραφία γενικά …έχουμε μεταφερθεί ουσιαστικά και κυριολεκτικά στο χώρο της ίδιας της ποίησης…”
Στην ανάλυσή του, ο Χρ. Μηλιώνης αναδεικνύει τα δύο βασικά μοτίβα, της ζωής και του θανάτου, που συνυπάρχουν σε ολόκληρη την έκταση του διηγήματος. Επί τροχάδην, η ιστορία ή μάλλον το περιστατικό γύρω από το οποίο στήνεται το διήγημα, έχει ως εξής: Η γριά-Λούκαινα, “μια χαροκαμένη πτωχή γραία”, που “θητεύει” πλησίον της παντρεμένης “με μισήν δωδεκάδα παιδιά” κόρης της, πηγαίνοντας να πλύνει τα ρούχα, παρά θίν’ αλός, αντικρύζει εκ του μακρόθεν τα Μνημούρια και αρχίζει το μυρολόγι για τα πέντε μικρά παιδιά της και τον άντρα της που είχε χάσει αλλά και για τους δυο ξενιτεμένους γιούς της. Ακριβούλα ονομάζεται η μεγαλύτερη εγγονή της, που πηγαίνει να την βρει, ίσως σταλμένη από τη μάννα της, το πιθανότερο, όμως, διαφεύγοντας από την επιτήρησή της. Ο ήχος από τον αυλό ενός βοσκού παρασύρει την Ακριβούλα σε λάθος μονοπάτι, ιδιαζόντως απότομο, οπότε και γλιστράει, “μπλουμ! εις το κύμα” (τόσο βραχύλογα και επιγραμματικά), και πνίγεται. Ενδιαμέσως, μία φώκια, βόσκουσα στα βαθιά, ίσως άκουσε το μυρολόγι της γριάς, το σίγουρο, την ήλκυσε ο αυλός, και, ως γίνεται συνήθως με τις φώκιες, ήρθε στα ρηχά. Ουδείς αντελήφθηκε τον πνιγμό. Για βράχο ριγμένο από το βοσκό, που αποκαλεί “σημαδιακό κι αταίριαστο”, εξέλαβε η γερόντισσα τον πλαταγιασμό που άκουσε. “…Κ’ η φώκη… ηύρε το μικρόν πνιγμένον σώμα της πτωχής Ακριβούλας, και άρχισε να το περιτριγυρίζει και να το μυρολογά, πριν αρχίση το εσπερινόν δείπνον της…”
Ο Χρ. Μηλιώνης αναφέρει, σε υποσημείωση, την απορία που διατύπωσε ένας μαθητής για το είδος του δείπνου της φώκιας. Παρόμοια, όμως, ερμηνεία ή και εκλογίκευση παρατηρεί πως θα τίναζε το διήγημα στον αέρα. Ωστόσο, δεκαπέντε χρόνια αργότερα επανέρχεται, έχοντας πλέον διαβάσει τον Μακρυγιάννη και τις σχετικές δοξασίες, οπότε και τινάζει στον αέρα τις προηγηθείσες αναγνώσεις. Παρότι ο Παπαδιαμάντης αποφεύγει την ωμότητα του Μακρυγιάννη στην έκφραση, διατηρεί εναργή την ίδια τρομακτική εικόνα, που εμείς πιστεύουμε πως γίνεται εναργέστερη από τον τίτλο, για όσους, βεβαίως, ο τίτλος σημαίνει το συγκεκριμένο περιεχόμενό του.
Τελικά, ουδόλως συγκεκαλυμμένη η αφήγηση, δείχνει, μετά πικρής ειρωνείας, προς μια πραγματικότητα, που εξ αντικειμένου γνώριζε ο Παπαδιαμάντης. Όταν μάλιστα, ανέκαθεν στις Σποράδες συνέρρεαν οι φώκιες και πριν φτιαχτεί το θαλάσσιο πάρκο για την προστασία τους. Από εκεί και πέρα, ο γέροντας ψαράς της τελευταίας παραγράφου, που μεταφράζει σε ανθρώπινα λόγια το μυρολόγι της φώκιας, και μαζί του, ο Παπαδιαμάντης, δεν εξανθρωπίζουν τη φώκια, όπως ήθελαν οι παλαιότερες αναγνώσεις, αλλά μάλλον επιμένουν στο απατηλό και επίφοβο του μυρολογήματος της φώκιας.
Όπως υπογραμμίζει ο Χρ. Μηλιώνης στην ανάλυσή του, το εξαιρετικό του διηγήματος εναπόκειται στη “σκηνοθεσία” του Παπαδιαμάντη. Κι ερχόμαστε εμείς σήμερα και τον διαβάζουμε, έστω με σεβασμό και προσήλωση, ή κάποιοι άλλοι, με ευφάνταστες και πλουμιστές ερμηνείες, αλλά, έτσι κι αλλιώς, αποκομμένοι από τον κόσμο του, χωρίς την αναγκαία γλωσσική ευαισθησία, την οποία επί μακρόν σχολιάζει ο Χρ. Μηλιώνης σε έτερο κείμενο του βιβλίου του. Πιστεύουμε πως στη γλωσσική, τουλάχιστον, αποκοπή, συμβάλλουν και οι ορθογραφικές απλοποιήσεις, καθώς αποσυνδέουν τις λέξεις από τα πράγματα. Μένουμε με την εντύπωση πως, λ.χ., το μυρολόγι γραμμένο με ύψιλον, κρατά από το μύρομαι, χύνω ποταμηδόν δάκρυα, χωρίς, αναγκαστικά, και τον αντίστοιχο σπαραγμό, ενώ, με όμικρον γιώτα, παραπέμπει στη μοίρα, οδηγώντας ευκολότερα στον εξανθρωπισμό της φώκιας.
Πρωτοδημοσιευμένο το διήγημα στις 13 Μαρτίου 1908, το μοναδικό διήγημα του Παπαδιαμάντη στην εφημερίδα του Σπύρου Σίμου, η “Πατρίς”, με το σημείωμα, “Δημοσιεύομεν κατωτέρω εν ανέκδοτον διήγημα του διακεκριμένου διηγηματογράφου…”, δεν αποκλείεται να ήταν γραμμένο νωρίτερα. Όπως κι αν έχει, με την παρατήρηση του Χρ. Μηλιώνη, πιστεύουμε πως έρχεται πλησιέστερα στη “Φόνισσα”, βγαλμένο από την ίδια θεματική μήτρα για την τύχη των γυναικών εκείνα τα παλαιά χρόνια. Αν, μάλιστα, συλλογιστούμε την ευθύνη της γριάς-Λούκαινας, όχι τόσο στον πνιγμό της Ακριβούλας, όσο στο γεγονός πως έμεινε άταφη, βορά της φώκιας, την οποία “ίσως το σιγανόν μυρολόγι της γραίας” έφερε στα ρηχά.
Από “Το μυρολόγι της φώκιας”, ο Χρ. Μηλιώνης πήρε τον τίτλο του βιβλίου του, αν και δεν αποκλείεται να τον εμπνεύστηκε από το πρώτο, πασχαλινό ταξίδι του στη Σκιάθο, όταν ξαναδιάβασε Παπαδιαμάντη, αυτή τη φορά, “πάνω στα πράγματα” και συναπαντήθηκε με ογδοντάχρονους, που τον είχαν γνωρίσει και όλοι τους έμοιαζαν σαν “σημαδιακοί κι αταίριαστοι”. Αυτά τα ανιστορεί στο εναρκτήριο του βιβλίου κείμενο, γέννημα κι αυτό του πεζογράφου Μηλιώνη, ενώ το τομίδιο κλείνει με δύο μελετήματα του φιλόλογου Μηλιώνη. Στο πρώτο αποδελτιώνει συστηματικά και εξονυχιστικά τις απόψεις των πανεπιστημιακών για την ηθογραφία και τον Παπαδιαμάντη, ενώ στο δεύτερο και πλέον πρόσφατο, αναφέρεται στην “καλλιτεχνική συνείδηση του Παπαδιαμάντη”, εμμένοντας στις απόψεις του Κ. Θ. Δημαρά. Απαξιωτικές οι απόψεις του ή μήπως, απλώς, εντός του λογοτεχνικού κανόνα, γλωσσικού και μορφικού, της εποχής του;



Τέλος, ακολουθούν ερωτήσεις στο διήγημα απ’ το Κ.Ε.Ε.:

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Το μοιρολόγι της φώκιας

Στοιχεία που αφορούν στο συγγραφέα, λογοτεχνικό περιβάλλον και λοιπά γραμματολογικά στοιχεία:

  1. Το διήγημα ανήκει στον κύκλο των σκιαθίτικων διηγημάτων του Παπαδιαμάντη. Ποιες εικόνες οριοθετούν το συγκεκριμένο περιβάλλον;
  2. Ποια στοιχεία συντελούν στο χαρακτηρισμό του διηγήματος ως ηθογραφικού;
  3. Οι ιδεολογικοί άξονες γύρω από τους οποίους στρέφεται το έργο του Παπαδιαμάντη είναι η βαθιά προσήλωση στη χριστιανική πίστη και η απεικόνιση της ζωής των απλών ανθρώπων. Πού υπάρχουν τα θέματα αυτά στο διήγημα «Το μοιρολόγι της φώκιας»;
  4. Ο θάνατος μικρών παιδιών (θέμα συχνό στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη)τι αποκαλύπτει για τη Σκιαθίτικη κοινωνία της εποχής του ποιητή;
  5. Υπάρχουν κάποια στοιχεία που δείχνουν ότι στο διήγημα ο συγγραφέας μεταπλάθει μια λαϊκή ιστορία;
  6. Ο Παπαδιαμάντης στα διηγήματά του αναφέρεται «σε καθημερινούς ανθρώπους που πάσχουν συχνά απλώς και μόνο επειδή ζουν» . Πώς εφαρμόζεται αυτό το σχόλιο στην περίπτωση της γριάς Λούκαινας;
  7. Ένας από τους στόχους του συγγραφέα στα διηγήματά του είναι η συμμετοχή της φύσης στον ανθρώπινο πόνο. Πώς επιτυγχάνεται αυτό στο διήγημα;

Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευση μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκφραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):

  1. Ποιες αφηγηματικές τεχνικές χρησιμοποιεί ο συγγραφέας;
  2. Σε ποιο σημείο του διηγήματος αποκαλύπτεται η τραγική ειρωνεία που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας και τι πετυχαίνει με αυτή; Να σχολιάσετε τη χρήση της στα ονόματα των προσώπων που αναφέρονται στο διήγημα.
  3. α)Να προσδιορίσετε το χώρο και το χρόνο του διηγήματος και να ερμηνεύσετε τη λειτουργία τους στην πλοκή του διηγήματος. β)Ποια είναι τα πρόσωπα; Πώς συνδέονται με το συγκεκριμένο χώρο και χρόνο;
  4. α)Ποια είναι τα μέρη που συνθέτουν την ιστορία; β)Από ποιες σκηνές αποτελείται κάθε μέρος; γ)Πώς συνδέονται μεταξύ τους;
  5. Να επισημάνετε τα αντιθετικά ζεύγη εικόνων, σκηνών, προσώπων που υπάρχουν στο διήγημα και να τα σχολιάσετε.
  6. Περιγράψτε την εικονοποιία του συγγραφέα που αναφέρεται α)στη φύση και β)στον άνθρωπο.
  7. Σε τι συνίσταται η ιδιομορφία της γλώσσας του Παπαδιαμάντη; [Πρβλ: «Θα έλεγα ότι υπάρχουν στη γλώσσα του [Παπαδιαμάντη] τρεις αναβαθμοί. Στους διαλόγους χρησιμοποιεί σχεδόν φωτογραφικά αποτυπωμένη την ομιλούμενη λαϊκή γλώσσα για πολλές φορές και με τους σκιαθίτικους ιδιωματισμούς, υπάρχει μια άλλη γλώσσα για την αφήγηση με βάση βέβαια την καθαρεύουσα αλλά και με πρόσμειξη πολλών στοιχείων της δημοτικής και αυτό αποτελεί το πιο προσωπικό του ύφος και τέλος η παραδεδομένη από την παλιότερη γενιά της πεζογραφίας, που ο Παπαδιαμάντης την επιφυλάσσει στις περιγραφές, καθώς και στις λυρικές του παρεκβάσεις», Δ. Πλάκας, Τετράδια Ευθύνης, αρ. 15 στο κείμενό του «Η ρομαντική διάσταση του Παπαδιαμάντη»]
  8. Ποια λυρικά στοιχεία διακρίνετε στο διήγημα;
  9. Αφού ξεχωρίσετε τις εικόνες του διηγήματος (σε στατικές, κινητικές ή ηχητικές), να επισημάνετε τη λειτουργία τους στο κείμενο.
  10. Τι πετυχαίνει ο συγγραφέας παρουσιάζοντας τη γριά Λούκαινα να αγνοεί τον πνιγμό της Ακριβούλας; Τι εξυπηρετεί αυτό στην οικονομία της αφήγησης;
  11. Πώς πετυχαίνει ο συγγραφέας να προσδώσει ρεαλισμό στο διήγημα;
  12. Σε ποια σημεία του κειμένου λειτουργεί ο εσωτερικός μονόλογος και πώς;
  13. Ο θάνατος κατά κάποιο τρόπο προκαθορίζεται από την αρχή του διηγήματος. Ποια στοιχεία θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν σε αυτή τη διαπίστωση;

Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:

  1. Ποια είναι τα κύρια σημεία του διηγήματος και ποιο το βασικό επεισόδιο που γίνεται η αφορμή για το θρήνο της φώκιας;
  2. Ποιες είναι οι ενέργειες των δύο βασικών ηρωίδων;
  3. Προσδιορίστε τα χαρακτηριστικά της γριάς Λούκαινας μέσα από τις εκδηλώσεις της (κατά την πορεία της προς τη θάλασσα, την αφήγηση των αναμνήσεών της και κατά την επιστροφή της).
  4. Ποια στοιχεία μας παραθέτει ο συγγραφέας για την προσωπική ιστορία της γριάς Λούκαινας;
  5. Στο διήγημα υπάρχουν δύο μοιρολόγια, της γριάς Λούκαινας και της φώκιας. Πού αναφέρεται το καθένα;
  6. Ποια στοιχεία προετοιμάζουν τον αναγνώστη για το θάνατο της Ακριβούλας;
  7. Πώς κλιμακώνεται στο διήγημα η σκηνή του θανάτου της Ακριβούλας;
  8. Ποια ιδέα δεσπόζει στο διήγημα;
  9. Με ποιο τρόπο πετυχαίνει ο συγγραφέας να μετατρέψει τη φώκια σε «μορφή» που εκφράζει τον ανθρώπινο πόνο.
  10. Πώς κατορθώνει ο συγγραφέας να μετουσιώνει το προσωπικό δράμα του ανθρώπου σε πανανθρώπινο;
  11. Να αναλύσετε τον προβληματισμό του συγγραφέα, όπως εμφανίζεται στους στίχους στο τέλος του διηγήματος (οι οποίοι είναι πρωτότυπη σύνθεση του συγγραφέα).
  12. Ποια στάση ζωής εκφράζουν οι δύο τελευταίοι στίχοι του μοιρολογιού της φώκιας (που είναι επίσης χαραγμένοι στην προτομή του συγγραφέα στη Σκιάθο); Συμφωνείτε; Αιτιολογήστε την απάντησή σας.
  13. Ποια στοιχεία δίνουν στο διήγημα διαχρονική αξία;
  14. Έχει ο άνθρωπος απεριόριστες δυνατότητες ως προς την αντοχή στους πόνους; Να συνδέσετε την απάντησή σας με τη μορφή της γριάς Λούκαινας.
  15. Ποιος είναι ο ρόλος του μικρού βοσκού στο διήγημα; [«… σημαδιακός κι αταίριαστος είναι» θα πει γι’ αυτόν η γρια – Λούκαινα. Η ύπαρξη του βοσκού υπηρετεί διπλή λειτουργική σκοπιμότητα. Πρώτα-πρώτα η μουσική του έχει μοιραία επίδραση στο αθώο θύμα. Ακούγοντάς την η Ακριβούλα νυχτώθηκε κι έχασε τον προσανατολισμό της. Αλλά, εκτός από αυτό, ο συγγραφέας θέλησε με το βοσκό να αντιθέσει το ’φαιδρόν ποιμενικό άσμα’ του με το ’πένθιμο μοιρολόγι» της Λούκαινας’. Γ. Παγανός, Η νεοελληνική πεζογραφία (θεωρία και πράξη), τ. Β’, Κώδικας, 1993, σ. 123]
  16. Ποια αίσθηση προκαλεί η περιγραφή του κοιμητηρίου κατά την ώρα του ηλιοβασιλέματος;
  17. α)Πώς περιγράφεται η Ακριβούλα; β)Τι νομίζετε ότι συμβολίζει η κάθοδός της στο μονοπάτι;
  18. Να συσχετίσετε τη σχέση της «παγίδευσης» της γολέτας στο λιμάνι (λόγω άπνοιας) με την «παγίδευση» της Ακριβούλας από τον αυλό του βοσκού.
  19. Ποια στοιχεία δείχνουν τη ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και πώς υποβάλλονται στο συγκεκριμένο διήγημα;
  20. Περιγράψτε την εικόνα του πνιγμού της Ακριβούλας και τη λειτουργία της στο διήγημα.
  21. Χαρακτηρίστε τη γρια Λούκαινα και δικαιολογήστε το χαρακτηρισμό σας.

Σχολιασμός αδίδακτου λογοτεχνικού κειμένου:

Αλ. Παπαδιαμάντη, «Φόνισσα»

«Η Χαδούλα, η λεγόμενη Φράγκισσα, ή άλλως Φραγκογιαννού, ήτο γυνή σχεδόν εξηκοντούτις, καλοκαμωμένη, με αδρούς χαρακτήρας, με ήθος ανδρικόν και με δύο μικράς άκρας μύστακος άνω των χειλέων της. Εις τους λογισμούς της, συγκεφαλαιούσα όλην την ζωήν της, έβλεπεν ότι ποτέ δεν είχε κάμει άλλο τίποτε ειμή να υπηρετή τους άλλους. Όταν ήτο παιδίσκη, υπηρέτει τους γονείς της· όταν υπανδρεύθη, έγινε σκλάβα του συζύγου της -και όμως, ως εκ του χαρακτήρος της και της αδυναμίας εκείνου, ήτο συγχρόνως και κηδεμών αυτού· όταν απέκτησε τέκνα, έγινε δούλα των τέκνων της· όταν τα τέκνα της απέκτησαν τέκνα, έγινε πάλιν δουλεύτρια των εγγονιών της».

  1. Να σχολιάσετε τη ζωή της γριάς Λούκαινας με αυτήν της γραίας Χαδούλας.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ

  1. Να καταγράψετε τις εικόνες του διηγήματος και να τις συσχετίσετε με το βαθύτερο νόημα του διηγήματος.
  2. Η μυθιστορηματική ικανότητα του Παπαδιαμάντη βρίσκει την έκφρασή της στην ηθογραφία. Προσδιορίστε τον όρο «ηθογραφία» και προσπαθήστε να καθορίσετε τα ηθογραφικά στοιχεία του διηγήματος.
  3. Να ξεχωρίσετε τις ιδιωματικές λέξεις του διηγήματος και να εξηγήσετε την προέλευσή τους.
  4. Πώς πετυχαίνει ο συγγραφέας να καταστήσει τη γρια Λούκαινα τραγική ύπαρξη;
  5. Ο Ζαν Μορεάς χαρακτηρίζει το «Μοιρολόγι της φώκιας» σαν το αριστούργημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Να σχολιάσετε αυτή τη θέση λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο, τη σύλληψη και την τεχνική του διηγήματος.
  6. Προσπαθήστε να αποτυπώσετε σ’ ένα κείμενο 200-300 λέξεων το πορτρέτο του σκιαθίτη δημιουργού, λαμβάνοντας υπόψη την εικόνα που δίνει ο Βάρναλης: «Συνήθιζε να κάθεται έξω από το καφενείο της Δεξαμενής, στο πίσω μέρος, δίπλα στο μικρό παραθυράκι του τζακιού. Από το παραθυράκι έπαιρνε το καφέ του ή ζητούσε φωτιά ν’ ανάψει το τσιγάρο του ή ζητούσε εφημερίδα. Μακριά απ’ όλους τους πελάτες, απομονωμένος, σταύρωνε τα χέρια του, έγερνε δίπλα το ιερατικό του κεφάλι και βυθιζόταν στα δημιουργικά του ονειροπολήματα…»

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΣΥΝΘΕΤΙΚΩΝ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

  1. Να μελετήσετε το διήγημα του Παπαδιαμάντη «Πατέρα στο σπίτι» και να εντοπίσετε ομοιότητες και διαφορές ως προς το ήθος των ηρώων με το «Μοιρολόγι της φώκιας».
  2. Να προσδιορίσετε τη λειτουργία των φυσικών στοιχείων στη σκηνή του πνιγμού της Ακριβούλας με τη βοήθεια του κειμένου του Οδ. Ελύτη που ακολουθεί : «Μια απέραντη συμπόνια, πιο χτυπητή ακόμα στην περίπτωση της Ακριβούλας, όπου πια οι άνθρωποι, έτσι κι αλλιώς, χωρίς ίσως να το θέλουν, παρουσιάζονται αδιάφοροι για το χαμό της μικρούλας, που βυθίζεται μέσα στα κύματα τη στιγμή που ίσα ίσα βυθίζεται κι ο ήλιος· ενώ το μοιρολόι για έναν τέτοιο χαμό αναλαμβάνει να το πει μια φώκια, μια απλή, συμπονετικιά φώκια, και κανείς άλλος. Εδώ θαυμάζει κανείς τις σκηνοθετικές ικανότητες του διηγηματογράφου. Παρουσιάζει την ανθρωπότητα να λειτουργεί εξακολουθητικά σαν μια μηχανή άψυχη: ο βοσκός παίζει το σουραύλι του, η γρια Λούκαινα, φορτωμένη την αβασταγή της, ανεβαίνει στο μονοπάτι, κι η γολέτα βολτατζάρει στο λιμάνι. Συνεχώς η δυσπιστία προς την ασφάλεια που μπορεί να προσφέρει το έδαφος των ανθρωπίνων είναι -και με πολύ έντονο τρόπο- αναπτυγμένη στον Παπαδιαμάντη· αλλά και το πάτημα του άλλου του ποδιού στα πέραν του κόσμου τούτου, πολύ σταθερό. Η επί γης ευτυχία είναι μια στιγμούλα, και η στιγμούλα αυτή ένα σκαλοπάτι για να περάσεις από το άλλο μέρος, το μέρος του θανάτου.» (Οδ. Ελύτη, «Η μαγεία του Παπαδιαμάντη», Εν Λευκώ, εκδ. Ίκαρος, σσ.79-80)

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

  1. Περιγράψτε τη γρια Λούκαινα μέσα από τις εκδηλώσεις της (κατά την πορεία της προς τη θάλασσα, την αφήγηση των αναμνήσεών της και κατά την επιστροφή της).
  2. Προσδιορίστε πού αναφέρεται: α)το μοιρολόγι της γριάς Λούκαινας και β)το μοιρολόγι της φώκιας.
  3. Με ποιο τρόπο καταφέρνει ο συγγραφέας να μετατρέψει τη φώκια σε «μορφή» που εκφράζει τον ανθρώπινο πόνο;
  4. Σε ποιο σημείο του διηγήματος γίνεται φανερή η τραγική ειρωνεία που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας και τι πετυχαίνει μ’ αυτήν;
  5. Ποιος προβληματισμός του συγγραφέα εκφράζεται στους στίχους στο τέλος του διηγήματος;
Κατηγορίες: Λογοτεχνία Β΄ Λυκείου | Γράψτε σχόλιο

«Αδίδακτο» Αρχαίας Ελληνικής – 2

Θέμα 2

Α. Κείμενο

κοω δ’ γ πολλκις νταυθ παρ’ μν τινν λεγντων ς, τ’ τχησεν δμος μν, συνεβουλθησν τινες ατν σωθναι· ν γ μνων ργεων ν τ παρντι  μνησθσομαι βραχ τι. ο γρ ν μς βουλομην, δξαν χοντας το σζειν τος τυχοντας ε, χερους ργεων ν ταττ πρξει φανναι, ο χραν μορον τ Λακεδαιμονων οκοντες, ρντες κενους γς κα θαλττης ρχοντας, οκ πκνησαν οδ’ φοβθησαν ενοϊκς μν χοντες φανναι, λλ κα πρσβεις λθντας κ Λακεδαμονος, ς φασιν, ξαιτσοντς τινας τν φυγδων τν μετρων ψηφσαντο, ἐὰν μ πρ λου δντος παλλττωνται, πολεμους κρνειν.

Δημοσθένη «Ὑπέρ τῆς  Ῥοδίων ἐλευθερίας»

Β. Σημασιολογικά – Παρατηρήσεις

συμβούλομαι: συμφωνώ, ὃμορος:γείτονας, ἀποκνῶ:διστάζω, φυγάς: εξόριστος, ἀπαλλάττομαι πρό ἡλίου δύντος: αναχωρώ προτού δύσει ο ήλιος.

* ἐνταυθί: τοπικό επίρρ. Οι παραγωγικές καταλήξεις –θι, -σι, -οι δηλώνουν στάση σε τόπο, οι καταλήξεις –ω, -σε, -δε (-ζε) δηλώνουν κίνηση προς τόπο και οι καταλήξεις -θεν, -οθεν, -ωθεν δηλώνουν κίνηση από τόπο.

* γῆς: συνηρημένο ουσιαστικό α΄ κλίσης (μόνο στον ενικό).

* πρέσβεις – ὁ πρεσβευτής

* δύντος: μετοχή αορ. Β΄ του ρ. δύομαι/δύνω=βυθίζομαι [δύομαι/δύνω, ἐδυόμην, δύσομαι – (δυθήσομαι), ἒδυν – ἐδύθην, δέδυκα – δέδυμαι, ἐδεδύκειν – ἐδεδύμην] – κλίση αορ. β ‘ ἒδυν στη γραμμ. αρχ. Ελλην. § 349.

………………………………………….

Βασικές Παρατηρήσεις για τη μετατροπή του πλαγίου λόγου σε ευθύ: κατά τη μετατροπή του πλαγίου λόγου σε ευθύ γίνονται οι εξής μεταβολές:

1. Η οριστική διατηρείται και στον ευθύ.

2. Η ευκτική του πλαγίου λόγου μετατρέπεται σε οριστική ή υποτακτική.

3. Η δυνητική οριστική διατηρείται.

4. Η δυνητική ευκτική διατηρείται.

5. Η απορηματική υποτακτική διατηρείται.

6. Το ειδικό απαρέμφατο μετατρέπεται σε οριστική.

7. Το τελικό απαρέμφατο μετατρέπεται σε προστακτική.

8. Η κατηγορηματική μετοχή μετατρέπεται σε οριστική.

9. Το ρήμα εξαρτήσεως παραλείπεται.

10. Το πρόσωπο αλλάζει.

………………………………………….

Γ. Ασκήσεις

1. Να μεταφράσετε το κείμενο.

2. οἰκοῦντες, ὁρῶντες: εγκλιτική αντικατάσταση των ρηματικών τύπων στο β΄ ενικό του ενεστώτα.

3. Να αντικατασταθούν στους τρεις βαθμούς και να γραφούν οι πλάγιες πτώσεις ενικού του συγκριτικού βαθμού (στο ίδιο γένος) του επιθέτου χείρους.

4. Να γραφούν στον αριθμό που βρίσκονται οι πλάγιες πτώσεις των τύπων: τινές,  βραχύ, πρέσβεις.

5. «τ’ τχησεν μν» – «ἐὰν μπαλλττωνται»: να χαρακτηρισθούν συντακτικά οι δευτερεύουσες προτάσεις και να αιτιολογηθεί ο τρόπος εισαγωγής και εκφοράς τους.

6. σωθῆναι, κρίνειν: να τραπούν σε ευθύ λόγο.


[συνηρημένα ρήματα – παραθετικά – πλάγιος λόγος]


Ασκήσεις στον πλάγιο και ευθύ λόγο:

Α. Να μετατρέψετε τον πλάγιο λόγο των ακόλουθων προτάσεων σε ευθύ:

1. Ὁ Ἀγησίλαος ἐώρα ὅτι πολλοὶ τῶν στρατιωτῶν μένειν ἐπεθύμουν.

2. Εὖ ἴστε ὅτι Ἀθηναῖοι οὐκ ἂν ἐτόλμησαν μόνοι τὸν πόλεμον ἀναλαβεῖν.

3. Ὁ τῆς Ἀσίας βασιλεὺς ἤλπιζεν καὶ τὴν Ἀσίαν δουλώσεσθαι.

4. Ξενοφῶν ᾔσθετο τοὺς στρατιώτας χαλεπῶς φέροντας.

5. Οἱ τριάκοντα Σωκράτει ἀπηγόρευον τοῖς νέοις μὴ διαλέγεσθαι.

6. Κατεύχομαι τὸν δεδρακότα ἐκτρῖψαι κακῶς τὸν βίον.

7. Ἡρακλῆς ἠπόρει ποτέραν τῶν ὁδῶν τράπηται.

8. Συμβουλεύει αὐτοῖς, εἰ βούλονται ἀδεῶς ζῆν, ἰέναι θαρροῦντας ἐπὶ τοὺς πολεμίους.

9. Οὕτως σαφῶς ἐπέδειξεν τοὺς κατηγόρους ψευδομένους, ὥστε παρ’ αὐτῶν ἡδέως ἂν ὁ δῆμος δίκην ἔλαβε.

10. Εἶπεν ὅτι ἄνδρα ἄγοι, ὃν εἶρξαι δεῖ.

Β. Να μετατρέψετε τον ευθύ λόγο των ακόλουθων προτάσεων σε πλάγιο, χρησιμοποιώντας την εξάρτηση που σας δίνεται:

1. Λυκομήδης ἔλεγε· μόνοις τοῖς Ἀρκάσι Πελοπόννησος πατρίς ἐστι, μόνοι γὰρ αὐτόχθονες ἐν αὐτῇ οἰκοῦσι.

2. Ἐβόα· ἄγε τὸ στράτευμα κατὰ μέσον τῶν πολεμίων, ὅτι ἐκεῖ βασιλεύς ἐστι.

3. Συμβουλεύει αὐτοῖς· εἰ βούλεσθε ἀδεῶς ζῆν, ἴωμεν θαρροῦντες ἐπὶ τοὺς πολεμίους.

4. Κῦρος ὑπέσχετο· δώσω ἑκάστῳ ἀνδρὶ πέντε ἀργυρίου μνᾶς, ἐπὰν εἰς Βαβυλώνα ἥκωμεν.

5. Ἢν μὴ μαχώμεθα, ἀποστήσονται αἱ πόλεις (ἐλογίζοντο).

6. Παραδῶμεν Κορινθίοις τὴν πόλιν ὡς οἰκισταῖς; (Τὸν θεὸν ἐπήροντο)

7. Οὐ περιόψομαι ἔτι ἡμᾶς δεομένους τῶν ἐπιτηδείων. (Ἀρίσταρχος ἔφη)

Ασκήσεις στα παραθετικά επιθέτων και επιρρημάτων:

Να γίνει ο σχηματισμός σ’όλους τους βαθμούς (καθώς και των αντιστοίχων επιρρημάτων) των εξής επιθέτων:

μοχθηρός ἄπιστος οἰκεῖος ἐχθρός
ἐπιεικής πυκνός ἀκριβής χαρίεις
φιλομαθής ἱκανός τίμιος ἁπλοῦς
ἡδύς εὐμενής ἀσθενής ἀγαθός
κόσμιος δεινός ἀληθής ὀλίγος
βασιλικός σώφρων καλός εύδαίμων
Κατηγορίες: Αρχαία Ελληνικά Θεωρ. Κατ. Γ΄ Λυκ. | Γράψτε σχόλιο

Πλάτωνος Πρωταγόρας: Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. 1ης ενότητας

Ενότητα 1η (318e – 320c)

Μπορεί η αρετή να γίνει αντικείμενο διδασκαλίας;

Προτεινόμενοι στόχοι

• Να κατανοήσουν οι μαθητές τον πρακτικό σκοπό της διδασκαλίας των σοφιστών, όπως παρουσιάζεται από τον Πρωταγόρα.

• Να κατανοήσουν και να κρίνουν τις αντιρρήσεις του Σωκράτη για το διδακτόν της αρετής.

Ερμηνευτικές ερωτήσεις ανοικτού τύπου (ανάπτυξης και σύντομης απάντησης)

1. Να επισημάνετε τους θεματικούς άξονες της ενότητας.

2. α) Ποιο είναι το αντικείμενο της διδασκαλίας του Πρωταγόρα, όπως το ορίζει ο ίδιος; β) Γιατί τονίζει ότι στόχος του εκπαιδευτικού του προγράμματος είναι να γίνει ο μαθητής του ικανός «να πράξει και να μιλήσει» (πράττειν καὶ λέγειν) για πολιτικά θέματα; Στην απάντησή σας, αξιοποιώντας τις γνώσεις που έχετε για την αρχαία κοινωνία και ειδικά για τη δημοκρατική Αθήνα, να αναφερθείτε στη σημασία που είχε ο συνδυασμός λόγων και έργων στην πολιτική ζωή.

[Ο Πρωταγόρας ανταποκρίνεται στο πάγιο αίτημα της δημοκρατικής κοινωνίας και η απάντηση θα στηριχτεί κυρίως στον τρόπο λειτουργίας της αθηναϊκής δημοκρατίας. Για τη φιλοσοφική ερμηνεία των απόψεων με τις οποίες ο Πρωταγόρας θεμελιώνει θεωρητικά τη δημοκρατία.]

3. Ο Σωκράτης την «ευβουλία για τα ζητήματα του οίκου και τα θέματα της πόλης» (εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως), που επαγγέλλεται ως στόχο της διδασκαλίας του ο Πρωταγόρας, την εξηγεί ως «πολιτική τέχνη», δηλαδή τέχνη με την οποία «κάνει τους άνδρες ἀγαθοὺς πολίτες» (ποιεῖν τοὺς ἄνδρας ἀγαθοὺς πολίτας). Ο Πρωταγόρας δέχεται ανεπιφύλακτα ότι αυτό ακριβώς διδάσκει. Να εξηγήσετε τη σύνδεση αυτή πολιτικής και αρετής με αναφορά στις πολιτικές αντιλήψεις και γενικά την πολιτική ζωή της αρχαίας Ελλάδας (ειδικά της Αθήνας).

[Για τους αρχαίους Έλληνες ο άνθρωπος ήταν πρώτα πρώτα πολιτικὸν ὄν και η ύπαρξή του ήταν αδιανόητη έξω από την πόλη στην οποία ήταν ενταγμένος. Σωκράτης και Πρωταγόρας συμφωνούν ότι άξονας της αγωγής των νέων είναι η αρετή, αν και δεν την εννοούν με τον ίδιο τρόπο. Ο Πρωταγόρας δίνει έμφαση στην κοινωνική λειτουργία και χρησιμότητα της αρετής (δεν ενδιαφέρεται για λεπτομερέστερες θεωρητικές αναλύσεις). Φαίνεται ότι ο Πρωταγόρας δέχεται (και ο Σωκράτης έμμεσα) ότι ο αγαθός άνδρας είναι αυτονόητα αγαθός πολίτης (γι’ αυτό και το μάθημα που διδάσκει είναι εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως).]

4. Να επισημάνετε στο κείμενο και να αναλύσετε τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη μεγάλη σημασία που είχε για τον πολίτη της αθηναϊκής δημοκρατίας η απόκτηση παιδείας.

5. Εγώ λοιπόν θεωρώ, όπως και οι άλλοι Έλληνες, ότι οι Αθηναίοι είναι σοφοί: Νομίζετε ότι ο Σωκράτης μιλάει ειρωνικά; Να λάβετε υπόψη σας όσα αναφέρει στην Ἀπολογία του (κεφ. 6 – 8) για την εξέταση που έκανε στους Αθηναίους και να συσχετίσετε τις απόψεις αυτές με τη γνώμη του Πλάτωνα για την εκκλησία του δήμου (Πολιτεία 492 b-c).

[Ο Σωκράτης εκφράζει εδώ μία αντίληψη κοινή στους αρχαίους συγγραφείς. Πρβλ. το λόγο του Ιππία στον Πρωταγόρα (337 d), την αναφορά του Ηροδότου (Ι, 60) και του Θουκυδίδη (ΙΙ, 41). Ίσως όμως στη διατύπωση του Σωκράτη να υπάρχει κάποια δόση ειρωνείας, δεδομένου ότι αφενός είναι ο ίδιος Αθηναίος, αφετέρου είναι γνωστές οι απόψεις του για τους συμπατριώτες του.]

6. Ποια επιχειρήματα χρησιμοποιεί ο Σωκράτης για το μὴ διδακτόν της αρετής, από πού τα αντλεί και πόσο ισχυρά είναι;

[Χρησιμοποιεί δύο επιχειρήματα: ♦ α) Οι Αθηναίοι, άνθρωποι σοφοί, όταν πρόκειται να συζητήσουν για θέματα που εξαρτώνται από την τεχνογνωσία, συμβουλεύονται τους ειδικούς. Όταν πρόκειται να συζητήσουν για τη διοίκηση της πόλης, τότε μπορεί να μιλήσει ο καθένας, χωρίς να έχει μάθει την «τέχνη» αυτή από κανέναν. Άρα: Οι Αθηναίοι πιστεύουν ότι η «τέχνη» αυτή δεν διδάσκεται. ♦ β) Οι πιο σοφοί και οι άριστοι των συμπολιτών μας που έχουν αυτή την αρετή δεν είναι σε θέση να τη μεταδώσουν σε άλλους, παράδειγμα ο Περικλής με τους γιους του είτε με τον ανιψιό του Κλεινία και πάμπολλοι άλλοι αγαθοί, που δεν βελτίωσαν ποτέ κανέναν (οὐδένα πώποτε βελτίω ἐποίησαν). Άρα: η αρετή δεν διδάσκεται. ♦ Στο δεύτερο επιχείρημα μεταπηδά από το χώρο της πολιτικής σ’ αυτόν της ηθικής. ♦ Τα επιχειρήματα προέρχονται από την πολιτική πρακτική και την καθημερινή ζωή. Το δεύτερο ειδικά οδηγεί σε αμφισβητούμενο συμπέρασμα, αφού θα μπορούσε να συμπεράνει κανείς ότι η κατοχή της αρετής είναι κάτι διαφορετικό από τη μετάδοσή της κτλ. Το πρώτο χρειάζεται να αναλυθεί περισσότερο για να φανούν οι αδυναμίες του, π.χ. το γεγονός ότι ο αθηναϊκός λαός είναι σοφός, συνεπάγεται ότι η γνώμη του γίνεται δεκτή ως αληθινή, πράγμα που ο Σωκράτης δεν διατυπώνει, αλλά εξυπακούεται. Αυτό όμως μπορεί να ελεγχθεί ως προς την εγκυρότητά του. Η επιχειρηματολογία του ανήκει στην κατηγορία που ο Αριστοτέλης ονομάζει «ἐξ εἰκότων», δηλαδή πιθανολογική. Ο A. E. Taylor (σ. 287) επισημαίνει ότι ο Σωκράτης δε θα δεσμευτεί με κάποια από τις απόψεις που εκθέτει, για τις οποίες απλώς υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να αγνοηθούν.]

7. Ο Σωκράτης για να αποδείξει ότι η πολιτική τέχνη δεν διδάσκεται φέρνει ως παράδειγμα τους γιους του Περικλή και τον Κλεινία, ανιψιό του μεγάλου πολιτικού και αδελφό του Αλκιβιάδη. Αποδεικνύεται με το παράδειγμα η θέση του Σωκράτη;

[Δεν αποδεικνύεται η θέση αυτή από ένα ή δύο παραδείγματα. Στην περίπτωση των γιων του Περικλή, και αν δεν λάβουμε υπόψη μας τη, γνωστή, διανοητική τους κατάσταση, το συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι η προσωπική κατάκτηση της αρετής δεν συμπίπτει υποχρεωτικά με την ικανότητα να τη διδάξει κανείς ή ότι οι μεγάλοι πολιτικοί (ως γονείς) δεν είναι καλοί δάσκαλοι της αρετής κτλ. Στο παράδειγμα του Κλεινία ο Σωκράτης έχει μετατοπιστεί από την πολιτική τέχνη στην ηθική, αφού δεν αναφέρεται στη διδασκαλία της πολιτικής τέχνης αλλά στη διάπλαση του χαρακτήρα του νεαρού, στην ηθική του διαπαιδαγώγηση. Επιπλέον, αν λάβουμε υπόψη μας ότι, όπως φαίνεται από τα λόγια του Σωκράτη, ο Κλεινίας ήταν ανεπίδεκτος μαθήσεως, αντιπροσωπεύει επομένως την εξαίρεση, τότε δεν μπορεί να εξαχθεί γενικό συμπέρασμα από το παράδειγμα.]

8. Ο Πρωταγόρας είχε ορίσει τη διδασκαλία του ως εὐβουλίαν, συμφώνησε όμως με το Σωκράτη ότι εννοεί την «πολιτική τέχνη». Ο Σωκράτης πάλι στο λόγο του φαίνεται να υπονοεί την «πολιτική αρετή» αλλά αναφέρεται στην «αρετή» γενικά. α) Αφού διαβάσετε την εισαγωγή στο διάλογο (σσ. 53, 55-56), να εξηγήσετε τι νομίζετε ότι θέλει να επιτύχει με τον τρόπο αυτό ο Σωκράτης. β) Τι μπορούμε να συμπεράνουμε για τις αντιλήψεις του Σωκράτη περί ἀρετῆς; γ) Ποια σχέση φαίνεται να έχει η έννοια ἀρετή στο κείμενο με τους όρους εὐβουλία, πολιτικὴ τέχνη, πολιτικὴ ἀρετή;

[α) Στόχος του είναι να οδηγήσει τη συζήτηση εκεί που θέλει, στην έννοια της αρετής. β) Φαίνεται ότι θεωρεί την πολιτική αρετή μέρος της έννοιας «αρετή».][γ) Ο όρος «αρετή» φαίνεται ότι είναι ταυτόσημος με τους εὐβουλία, πολιτικὴ τέχνη, πολιτικὴ ἀρετή (και στα επόμενα ἀρετὴ ἀνδρός). Χρησιμοποιούνται ως παραλλαγές του ίδιου όρου.]

9. Ο Σωκράτης καταλήγει γενικεύοντας ότι η αρετή δεν είναι διδακτή. Ποια εντύπωση μας δημιουργεί με τη γενίκευση αυτή και πού νομίζετε ότι αποβλέπει;

[Μας δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν πιστεύει στο διδακτόν της αρετής. Δεν πιστεύει ότι μπορεί να μεταδοθεί ως έτοιμη γνώση, αλλά παράλληλα προκαλεί με την αμφιβολία του τον Πρωταγόρα, για να τον αναγκάσει να αποδείξει το αντίθετο.]

10. Στην Ἀπολογία του ο Σωκράτης αναφέρει: ἐγὼ δὲ διδάσκαλος μὲν οὐδενὸς πώποτ’ ἐγενόμην• εἰ δέ τις μου λέγοντος καὶ τὰ ἐμαυτοῦ πράττοντος ἐπιθυμεῖ ἀκούειν … οὐδενὶ πώποτε ἐφθόνησα … μήτε ὑπεσχόμην μηδενὶ μηδὲν πώποτε μάθημα μήτε ἐδίδαξα (33b). Πώς φαίνεται να εννοεί τη διδασκαλία και το δικό του έργο;

[Ο Σωκράτης τονίζει ότι δάσκαλος δεν έγινε ποτέ σε κανένα, με την έννοια ότι δεν πρόσφερε έτοιμες γνώσεις. Βλ. και την επόμενη ερώτηση.]

11. «Ο Σωκράτης δεν ισχυρίζεται ποτέ ότι διδάσκει, αλλά ότι ελέγχει και εγείρει στη ζήτηση της αρετής». Να εξηγήσετε τη διαφορά.

12. Ο Αριστοτέλης επαινεί το Σωκράτη γιατί πρόσφερε την επαγωγική μέθοδο στη φιλοσοφική αναζήτηση. Να εντοπίσετε στο κείμενο τη μέθοδο αυτή και να καταγράψετε το συλλογισμό του Σωκράτη. (Να συμβουλευτείτε και την εισαγωγή του βιβλίου σας, σσ. 36 -37).

13. Από πού προέρχονται οι γνώσεις του Πρωταγόρα κατά το Σωκράτη; Τι συμπεραίνουμε (από τα λόγια του Σωκράτη) για την πηγή της γνώσης και, έμμεσα, για τη δυνατότητα και τα όρια της γνώσης;

[Οι γνώσεις του Πρωταγόρα προέρχονται από την εμπειρία, την παιδεία και την προσωπική αναζήτηση. Αυτές είναι οι πηγές της γνώσης. Η τελευταία, η προσωπική συμβολή, προσδιορίζει και τα (υποκειμενικά) όρια της γνώσης, τα όριά της για τον καθένα.]

14. Για ποιες μεθόδους διδασκαλίας των σοφιστών γίνεται λόγος στο κείμενο;

15. Ποια θέση είχε ο μύθος στη διδασκαλία των σοφιστών;

Κατηγορίες: Αρχαία Ελληνικά Θεωρ. Κατ. Γ΄ Λυκ. | Γράψτε σχόλιο

Η Λογοτεχνία Κατεύθυνσης στο Διαδίκτυο

Ήδη αναφέρθηκαν στο blog δυο δικτυακοί τόποι, όπου μπορεί κανείς να βρει υλικό για τη Λογοτεχνία Κατεύθυνσης (δες την προηγούμενη δημοσίευση). Σήμερα, θα παρουσιαστούν δυο άλλα αξιόλογα blogs -συναδέλφων φιλολόγων- όπου ο κάθε μαθητής θα βρει από ερμηνεία-σχολιασμό λογοτεχνικών κειμένων έως ολόκληρο φάκελο με πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία. Αυτά είναι τα ακόλουθα:

1. “Αρισμαρί”  της συναδέλφου Ε. Στάμου

2. “Φωτόδεντρο”  της συναδέλφου Πολίνα Μοίρα

Και σίγουρα αξίζει τουλάχιστον μια … δικτυότσαρκα στα παραπάνω blogs!

Κατηγορίες: Λογοτεχνία Θεωρ. Κατ. Γ΄ Λυκ. | Γράψτε σχόλιο

Ξενοφῶντος Ἑλληνικά Β.2, Κεφ. 1, § 20-24 – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Οι Αθηναίοι πλέοντας από κοντά αγκυροβόλησαν στον Ελαιούντα της Χερσονήσου με εκατόν ογδόντα πλοία. Ενώ λοιπόν γευμάτιζαν εκεί, έμαθαν τα νέα για τη Λάμψακο και αμέσως ανοίχτηκαν για τη Σηστό·

από εκεί, αφού εφοδιάστηκαν με τρόφιμα, έπλευσαν αμέσως στους Αιγός ποταμούς, απέναντι από τη Λάμψακο· στο μέρος αυτό ο Ελλήσποντος έχει πλάτος περίπου δεκαπέντε στάδια. Κι εκεί έπαιρναν το δείπνο τους.

Ο Λύσανδρος την επόμενη νύχτα, όταν ξημέρωνε, έδωσε σήμα στα πληρώματα, αφού προγευματίσουν, να επιβιβαστούν στα πλοία· και αφού έκανε όλες τις προετοιμασίες σαν για ναυμαχία και ενώ τοποθετούσε στα πλάγια των πλοίων παραπετάσματα, προειδοποίησε να μην απομακρυνθεί κανένας από την παράταξη μήτε να ανοιχτεί στο πέλαγος.

Οι Αθηναίοι αμέσως με την ανατολή του ηλίου παρατάχτηκαν κατά μέτωπο μπροστά στο λιμάνι για ναυμαχία. Επειδή όμως ο Λύσανδρος δεν έβγαλε τα πλοία του για να τους αντιμετωπίσει – ήταν άλλωστε αργά – γύρισαν πάλι στους Αιγός ποταμούς.

Τότε ο Λύσανδρος διέταξε τα πιο γρήγορα πλοία του να (παρ)ακολουθούν τους Αθηναίους και, αφού παρατηρήσουν τι κάνουν όταν αποβιβαστούν στην ξηρά, να αποπλεύσουν και να του το ανακοινώσουν. (Στο μεταξύ) δεν αποβίβασε από τα πλοία τους στρατιώτες του, παρά μόνο αφού επέστρεψαν τα ταχύπλοα. Την τακτική αυτή την ακολουθούσε για τέσσερις μέρες, ενώ οι Αθηναίοι (στο διάστημα αυτό) έβγαιναν στην ανοιχτή θάλασσα για να τον αντιμετωπίσουν.

Κατηγορίες: Αρχαία Ελληνικά α΄ λυκείου | Γράψτε σχόλιο

Ξενοφώντος Ἑλληνικά Β.2, Κεφ. 1, § 16-19 – ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ & ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΑ

Ξενοφώντος λληνικά Β.2, Κεφ. 1, § 16-19

Γραμματικά – Συντακτικά

Αρχικοί χρόνοι:

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
ἂγω ἦγον ἂξω ἢγαγον ἦχα & ἀγήοχα ἢχειν
ἂγομαι ἠγόμην ἂξομαι, παθ. αχθήσομαι ἠγαγόμην, παθ. ἢχθην ἦγμαι ἢγμην
αἱρέω-ῶ ᾕρουν αἱρήσω εἷλον ᾕρηκα ᾑρήκειν
αἱρέομαι-οῦμαι ᾑρούμην αἱρήσομαι, παθ. αἱρεθήσομαι εἱλόμην, παθ. ᾑρέθην ᾕρημαι ᾑρήμην
βάλλω ἒβαλλον βαλῶ ἒβαλον βέβληκα ἐβεβλήκειν
βάλλομαι ἐβαλλόμην βαλοῦμαι ἐβαλόμην, παθ. ἐβλήθην βέβλημαι ἐβεβλήμην
ἡγέομαι-οῦμαι ἡγούμην ἡγήσομαι, παθ. ἡγηθήσομαι ἡγησάμην, παθ. ἡγήθην ἣγημαι [ἡγήμην]

Η βασική δομή της πρότασης

– Κύριοι όροι πρότασης –

Σε μια πρόταση της αρχαίας ελληνικής (όπως και της νέας ελληνικής) πάντα υπάρχουν (ή εννοούνται) οι κύριοι όροι της, οι οποίοι αποτελούν τα βασικά νοηματικά σύνολα της πρότασης αυτής. Αυτά τα βασικά σύνολα λέξεων είναι: α)το ονοματικό σύνολο (ΟΣ) και β)το ρηματικό σύνολο (ΡΣ), π.χ.

Ὁ Σωκράτης διδάσκει: Ο.Σ. (Υποκείμενο) = Ὁ Σωκράτης – Ρ.Σ. = διδάσκει. Στο παράδειγμα αυτό έχουμε το υποκείμενο και το ρήμα (κατηγόρημα).

Στο παραπάνω παράδειγμα έχουμε την πιο απλή μορφή της βασικής δομής μιας πρότασης. Πέρα όμως απ’ το υποκείμενο και το κατηγόρημα υπάρχουν κι άλλα βασικά δομικά στοιχεία μιας πρότασης που λειτουργούν ως κύριοι όροι της. Γι’ αυτό, λοιπόν, θα δούμε αμέσως πιο κάτω τις έξι βασικές μορφές που μπορεί να λάβει μια πρόταση που περιέχει μόνο τους κύριους όρους της:

  • Υποκείμενο + Ρήμα (αμετάβατο):

– Ἒαρ ὑπέφαινεν (=άρχιζε να φαίνεται η άνοιξη).

  • Υποκείμενο + Ρήμα (συνδετικό) + Κατηγορούμενο:

– Σωκράτης ἐστὶ σοφὸς (=ο Σωκράτης είναι σοφός).

  • Υποκείμενο + Ρήμα (μεταβατικό – μονόπτωτο) + Αντικείμενο:

– Οὗτοι ἀνέῳξαν τὰς πύλας (=αυτοί άνοιξαν τις πύλες).

  • Υποκείμενο + Ρήμα (μεταβατικό – δίπτωτο) + Αντικείμενο (άμεσο) + Αντικείμενο (έμμεσο):

– Οἱ στρατηγοὶ ἐδίδοσαν τοῖς στρατιώταις μισθὸν (=οι στρατηγοί έδοσαν στους στρατιώτες μισθό).

  • Υποκείμενο + Ρήμα (παθητικό) + Ποιητικό Αίτιο (+ Αντικείμενο):

– Οἱ νέοι ἐδιδάχθησαν ὑπό Σωκράτους τὴν σοφίαν (=οι νέοι διδάχθηκαν τη σοφία απ’ τον Σωκράτη).

  • Δοτική προσωπική + Ρήμα (απρόσωπο ή απρόσωπη έκφραση) + Υποκείμενο (απαρέμφατο ή δευτερεύουσα ονοματική πρόταση ή σύστοιχη του ρήματος έννοια):

– Ὑμῖν χρὴ ἣκειν (=εσείς πρέπει να έρθετε).

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ

1) Υποκείμενο ρήματος

α) Προσωπικά ρήματα: είναι τα ρήματα που μας φανερώνουν ή που μας δείχνουν για ποιο πρόσωπο γίνεται λόγος και το υποκείμενό τους είτε υπάρχει στην πρόταση είτε το εννοούμε σε πτώση ονομαστική. Προκύπτει, αν στο ρήμα κάνουμε την ερώτηση “ποιος;”

β) Απρόσωπα ρήματα ή απρόσωπες εκφράσεις (δεῖ, χρή, προσήκει, ἀνάγκη ἐστί, αἰσχρόν ἐστι) : παίρνουν για υποκείμενο απαρέμφατο ή ολόκληρη δευτερεύουσα πρόταση.

γ) Διφορούμενα ρήματα: ορισμένα ρήματα μπορεί να είναι άλλοτε προσωπικά και άλλοτε απρόσωπα. Το τί θα είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση εξαρτάται από το αν υπάρχει στην πρόταση ή όχι πτώση ονομαστική. Όταν δηλαδή υπάρχει ονομαστική είναι προσωπικά, ενώ όταν δεν υπάρχει είναι απρόσωπα.

Υ.Ρ.

Π.χ. Λέγεται Κῦρος τεθνηκέναι.

Υ.Ρ.

Λέγεται Κῦρον τεθνηκέναι.

Οι συγγραφείς με τα ρήματα αυτά έχουν τη δυνατότητα να δώσουν έμφαση είτε στο πρόσωπο που ενεργεί, όταν χρησιμοποιούν το ρήμα ως προσωπικό και δηλώνουν στην πρόταση το υποκείμενο με ένα πρόσωπο σε ονομαστική, είτε στην πράξη όταν χρησιμοποιούν το ρήμα ως απρόσωπο με υποκείμενό του ένα απαρέμφατο (πράξη).

Ιδιόμορφες περιπτώσεις

  1. Δεῖ τινος (ἔνδεια – υποκείμενο). Έχω έλλειψη από κάτι.
  2. Μέλει μοι τινός (μέλημα, μέλησις – υποκείμ.). Ενδιαφέρομαι για κάτι.
  3. Μεταμέλει τινι τινός (μεταμέλεια – υποκείμ.). Μετανιώνω για κάτι.
  4. Μέτεστι μοί τινός (μετοχή, μετουσία – υποκείμ.). Συμμετέχω σε κάτι.
  5. Παρεσκεύαστό τινι (παρασκευή). Προετοιμάστηκε κάποιος.

Σημείωση: στις περιπτώσεις αυτές εννοείται για υποκείμενο το σύστοιχο ουσιαστικό, δηλαδή το ουσιαστικό που προκύπτει ετυμολογικά από το ρήμα. Η δοτική που υπάρχει κοντά του είναι δοτική προσωπική εκτός από το παρεσκεύαστο που είναι ποιητικό αίτιο και η γενική που υπάρχει κοντά τους είναι αντικείμενο εκτός από το μεταμέλει που είναι της αιτίας.

Απρόσωπες εκφράσεις

Σχηματίζονται κατά τέσσερις τρόπους:

1) Ουσιαστικό + ἐστὶ (ὥρα, ἀνάγκη, καιρός, ἀκμή κτλ.) Π.χ. ἀνάγκη ἐστι εἰπεῖν ταῦτα.

2) Ουδέτερο επιθέτου + ἐστὶ (αἰσχρόν, ῥᾴδιον, δίκαιον, καλόν κτλ.)

Π.χ. αἰσχρόν ἐστί εἰπεῖν ταῦτα.

3) Ουδέτερο μετοχής + ἐστί (δέον, πρέπον, εἰκός κτλ.) Π.χ. Εἰκός ἐστί εἰπεῖν ταῦτα.

4) Επίρρημα + ἔχει (αἰσχρῶς, ῥᾳδίως, δικαίως κτλ.) Π.χ. αἰσχρῶς ἔχει εἰπεῖν ταῦτα.

* Παρατήρηση: το ἐστὶ και το ἔχει χρησιμοποιούνται ανεξαρτήτως χρόνου και έγκλισης, αρκεί να είναι και σε γ΄ ενικό άλλου χρόνου και άλλης έγκλισης.

2)Υποκείμενο απαρεμφάτου

Οι περιπτώσεις που ισχύουν για το υποκείμενο απαρεμφάτου είναι δύο:

α) ταυτοπροσωπία, β) ετεροπροσωπία

α) Ταυτοπροσωπία είναι η περίπτωση κατά την οποία το ρήμα και το απαρέμφατο έχουν το ίδιο υποκείμενο. Οπότε το υποκείμενο του απαρεμφάτου είτε υπάρχει, είτε εννοείται σε πτώση ονομαστική.

Π.χ. Βούλομαι ἐλθεῖν. (Υποκείμενο του ρήματος και του απαρεμφάτου είναι το ἐγώ).

β) Ετεροπροσωπία είναι η περίπτωση κατά την οποία άλλο είναι το υποκείμενο του ρήματος και άλλο το υποκείμενο του απαρεμφάτου. Στην περίπτωση αυτή το υποκείμενου του απαρεμφάτου βρίσκεται κανονικά σε αιτιατική.

Π.χ. Βούλομαί σε ἐλθεῖν.

* Για το υποκείμενο του απαρεμφάτου που είναι υποκείμενο σε απρόσωπο ρήμα ή έκφραση ισχύουν οι εξής περιπτώσεις:

– Προκύπτει σε πτώση αιτιατική από τη δοτική προσωπική που συνήθως υπάρχει κοντά στο απρόσωπο ρήμα ή έκφραση. Π.χ. Ἀνάγκη ἐστί σοι εἰπεῖν ταῦτα (Υ.σε).

– Δίνεται ή υπάρχει κατευθείαν σε αιτιατική. Π.χ. Ἀνάγκη ἐστί σε εἰπεῖν ταῦτα.

– Εννοείται σε αιτιατική από τα συμφραζόμενα. Π.χ. Ἀνάγκη ἐστί εἰπεῖν ταῦτα (εν. σε).

*Παρατήρηση: το υποκείμενο του απαρεμφάτου μεταφράζεται πάντα σε ονομαστική και είναι η λέξη που ρυθμίζει τη μετάφραση του απαρεμφάτου.

3)Υποκείμενο μετοχής

Η μετοχή συμφωνεί με το υποκείμενό της στο γένος, τον αριθμό και την πτώση.

Κατηγορίες: Αρχαία Ελληνικά α΄ λυκείου | Γράψτε σχόλιο

Αφαιρούνται δύο ενότητες από την εξεταστέα ύλη των Αρχαίων Ελληνικών

ΘΕΜΑ: Τροποποίηση της με αριθμ. πρωτ. 104845/26-08-2010 (Β΄ 1475) Υπουργικής Απόφασης «Καθορισμός εξεταστέας – διδακτέας ύλης των πανελλαδικά εξεταζόμενων μαθημάτων της Γ΄ τάξης του Γενικού Λυκείου για το σχολικό έτος 2010-2011».

Έχοντας υπόψη:

1.        Τις διατάξεις  του νόμου 2525/97 (ΦΕΚ 188 Α΄) «Ενιαίο Λύκειο, πρόσβαση των αποφοίτων του στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και  άλλες διατάξεις».

2.        Τις διατάξεις του νόμου 2909/01 (ΦΕΚ 90 Α΄) «Ρυθμίσεις θεμάτων εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και άλλες διατάξεις».

3.        Τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 14 του ΠΔ 60/2006 (ΦΕΚ 65 Α΄) «Αξιολόγηση των μαθητών του Ενιαίου Λυκείου».

4.        Τις διατάξεις του άρθρου 3 του νόμου 3475/06 (ΦΕΚ 146 Α΄) «Οργάνωση και λειτουργία της δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις».

5.        Τις διατάξεις του άρθρου 90 του κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα               Κυβερνητικά όργανα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ Α΄ 98).

6.        Tη με αρ. πρ. 63442/Γ2/27-6-05 (ΦΕΚ 921 Β’) Υ.Α. «Πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα Γ’ τάξης Ημερησίου Ενιαίου Λυκείου και Δ’ τάξης Εσπερινού Ενιαίου Λυκείου» και τη με αρ. πρ. 106529/Γ2/28-9-2007 Υ.Α. «Τροποποίηση της με αρ. πρ. 63442/Γ2/27-8-2005 ως προς την ονομασία του μαθήματος Ιστορίας Γενικής Παιδείας της Γ΄ τάξης Γενικού Λυκείου και της Δ΄ τάξης Εσπερινού Γενικού Λυκείου».

7.         Την με αριθ. πρωτ. 104845/Γ2/26-08-2010 (Β΄ 1475) Υ.Α. με θέμα: «Καθορισμός εξεταστέας – διδακτέας ύλης των πανελλαδικά εξεταζόμενων μαθημάτων της Γ΄ τάξης του Γενικού Λυκείου για το σχολικό έτος 2010-2011».

8.         Τις με αρ. 10/2010 και 19/2010 πράξεις του τμήματος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.

αποφασίζουμε:

Τροποποιούμε την με αριθμ. πρωτ. 104845/26-08-2010 (Β΄ 1475) Υπουργική Απόφαση μόνο ως προς την  εξεταστέα-διδακτέα ύλη του Μαθήματος ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ της Θεωρητικής κατεύθυνσης Γ΄ τάξης του Γενικού Λυκείου για το σχολικό έτος 2010-2011 και αφαιρούμε από την Πολιτεία τις ενότητες 14 και 15 στο Ι) Διδαγμένο Κείμενο, Β. Κείμενα,  Ι. Πλάτων, οι οποίες εκ παραδρομής περιελήφθησαν στην παραπάνω Υπουργική Απόφαση.

Η παρούσα απόφαση να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

Μαρούσι       14-09-2010

Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

Κατηγορίες: ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ | Γράψτε σχόλιο

Πλάτωνας Πρωταγόρας (1)

Πλάτωνος Πρωταγόρας

Θέμα:

Το έργο «Πρωταγόρας» αποτελεί  έμμεσο αφηγηματικό διάλογο, δηλαδή ο Σωκράτης διηγείται σε έναν ανώνυμο φίλο του όλα όσα διεξήχθησαν κατά τη συνάντησή του με το σοφιστή Πρωταγόρα. Διηγείται, λοιπόν, ότι, πολύ πριν ξημερώσει εκείνη η μέρα, έφτασε στο σπίτι του ο νεαρός Ιπποκράτης, προσωπικός του φίλος, για να τον παρακαλέσει να μεσολαβήσει στο μεγάλο σοφιστή που έφτασε στην Αθήνα και φιλοξενείται στο σπίτι του Καλλία, να τον δεχτεί στον όμιλο των μαθητών του. Ο Σωκράτης του επισημαίνει ότι δεν γνωρίζει τις προθέσεις και τους ανώτερους σκοπούς αυτού του ανθρώπου, δέχεται όμως να τον βοηθήσει. Στο σπίτι του Καλλία εκτός του Πρωταγόρα, παραβρίσκονται οι σοφιστές Ιππίας και Πρόδικος, ο Αλκιβιάδης και άλλοι φιλοπερίεργοι που ήρθαν για να μαθητεύσουν στο μεγάλο δάσκαλο. Στην ερώτηση του Σωκράτη, τι μπορεί ο Πρωταγόρας να προσφέρει ως μάθηση στο νεαρό Ιπποκράτη, ο σοφιστής απαντά «ευβουλία» και αυτό δημιουργεί την ένσταση του Σωκράτη στο κατά πόσο μπορεί να διδαχτεί η πολιτική αρετή. Από το σημείο αυτό ξεκινά ένας έντονος διάλογος ανάμεσα στους δύο άνδρες, που μέσα από πολλά επιχειρήματα, καταλήγει στο συμπέρασμα της αμοιβαίας υποχώρησης, αφού και οι δύο σπουδαίοι συνομιλητές εκτιμώνται και κερδίζουν το θαυμασμό και το σεβασμό ο ένας του άλλου.

Ο Μύθος Του Πρωταγόρα:

Κάποτε υπήρχαν μόνο οι θεοί, οι οποίοι, όταν ήρθε ο καθορισμένος από τη μοίρα χρόνος, έπλασαν στο εσωτερικό της γης τα ζώα με βασικά υλικά το χώμα και τη φωτιά. Πριν τα φέρουν στο φως έδωσαν εντολή στον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να μοιράσουν στο καθένα διάφορες ιδιότητες και εφόδια για την επιβίωσή τους, δηλαδή για την άμυνα τους, για την προστασία τους από τις καιρικές συνθήκες, για την εξασφάλιση της τροφής τους και για τη διαιώνιση του είδους τους. Ο Επιμηθέας ζήτησε από τον Προμηθέα να κάνει εκείνος, μόνος του, τη μοιρασιά κι ο δεύτερος να έρθει ύστερα για επιθεώρηση. Έτσι, ανέλαβε το έργο ο Επιμηθέας, εφοδιάζοντας άλλα ζώα με δύναμη, άλλα με ταχύτητα, άλλα με φτερά, άλλα με πυκνά τριχώματα, με σκληρά δέρματα, με πολυγονία, κτλ. Χωρίς όμως να το καταλάβει, ξόδεψε όλα τα εφόδια που είχε στη διάθεση του και δεν έμεινε στο τέλος τίποτα για να κοσμήσει τον άνθρωπο. Όταν το διαπίστωσε αυτό ο Προμηθέας, που ήρθε για επιθεώρηση, βρέθηκε σε δύσκολη θέση και αποφάσισε να κλέψει τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις από τον Ήφαιστο και την Αθηνά, και να τις δώσει στον άνθρωπο. Έτσι εξασφάλισε γι’ αυτόν πλούσια εφόδια για τη ζωή του, ωστόσο ο άνθρωπος δεν είχε ακόμα την πολιτική τέχνη. Αυτή την κρατούσε ο Δίας, στην κατοικία του οποίου δεν μπορούσε να μπει ο Προμηθέας, λόγω των φρουρών (Κράτος και Βία).

(Συνέχεια στην 4η ενότητα)

Ενότητα 1η

  • Ο Πρωταγόρας ύστερα από ερωτήσεις του Σωκράτη δέχεται ότι διδάσκει τους μαθητές του την πολιτική τέχνη, τη συνετή διαχείριση και διοίκηση των ιδιωτικών και δημόσιων πραγμάτων. Ο αληθινός άντρας και καλός πολίτης , σύμφωνα με την αρχαία ελληνική αντίληψη έπρεπε να είναι «μύθων ρητήρ και έργων πρηκτήρ». Προφανώς ό,τι προβάλλει ως αντικείμενο διδασκαλίας του ο Πρωταγόρας φαίνεται ότι ανταποκρίνεται πλήρως στο πάγιο αίτημα των Αθηναίων να γίνουν ικανοί στα λόγια και στα έργα.
  • Η πολιτική αρετή που επαγγέλλεται ότι διδάσκει ο Πρωταγόρας αφορά τη δράση του ‘‘ατόμου – πολίτη’’ στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο κι επομένως, η σχετική αγωγή αποσκοπεί στη βελτίωση της ανθρώπινης φύσης και στη σφυρηλάτηση τέτοιου ήθους και φρονήματος, ώστε ο ποιητής να συμβάλει θετικά και στους δυο αυτούς τομείς της ζωής. Για τους Έλληνες η ‘‘πόλη’’ αποτελεί το πρώτιστο μέλημα του ανθρώπου, γιατί μόνο μέσα στην πόλη μπορεί το άτομο να καταξιωθεί ως προσωπικότητα, να ακεραιωθεί ως χαρακτήρας και να δράσει γόνιμα και ενεργητικά για τον εαυτό του και το σύνολο.
  • Από την πρώτη κιόλας φράση του κεφαλαίου είναι αισθητή η ειρωνεία του Σωκράτη παρά την τυπική ευγένεια που προσπαθεί αυτός να δείξει στο συνομιλητή του. Σκόπιμα ο Σωκράτης χρησιμοποιεί τη διφορούμενη λέξη ‘‘τέχνημα’’ και δημιουργεί ερωτηματικά στον αναγνώστη. Ο Σωκράτης μπαίνει ‘‘εξ’ εφόδου’’ στο θέμα του επιχειρώντας να δείξει ότι γι’ αυτόν η πολιτική αρετή είναι κάτι που δε διδάσκεται κι ούτε μεταδίδεται από τον έναν άνθρωπο στον άλλον.
  • Η Αθήνα χαρακτηριζόταν τότε ως η πνευματική εστία της Ελλάδας, ‘‘πρυτανειον σοφίας’’, ‘‘παίδευσιν Ελλάδος’’. Πάντως η φράση του Σωκράτη για τη σοφία των Αθηναίων έχει μάλλον ειρωνική απόχρωση, αν ληφθούν υπόψη όσα υποτιμητικά λέει ο ίδιος γι’ αυτούς στην ‘‘Απολογία’’ του.

Τα Επιχειρήματα του Σωκράτη

Α. Πρώτη αποδεικτέα θέση: Η πολιτική αρετή δεν είναι κάτι που διδάσκεται

Επιχείρημα: Οι Αθηναίοι που είναι σοφοί αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα σε κάθε συμπολίτη τους να δίνει στην Εκκλησία του Δήμου συμβουλές σε πολιτικά ζητήματα χωρίς να έχει διδαχτεί από πουθενά και χωρίς να έχει δάσκαλο.

Συμπέρασμα: Άρα, οι Αθηναίοι δεν θεωρούν διδακτή την πολιτική αρετή.

Β. Δεύτερη αποδεικτέα θέση: Οι άνθρωποι δεν μπορούν να μεταδώσουν την πολιτική αρετή σε άλλους ανθρώπους.

Επιχείρημα: Ακόμα κι οι πιο σοφοί και οι άριστοι των πολιτών δεν μπορούν να μεταβιβάσουν σε άλλους την πολιτική αρετή που έχουν οι ίδιοι (π.χ. ο Περικλής)

Συμπέρασμα: Δεν θεωρεί ότι η αρετή είναι διδακτή.

  • Παρατηρούμε ότι αυτό το δεύτερο συμπέρασμα είναι όχι μόνο σχετικό με την αποδεικτέα θέση άλλα κοινό – ισχύει και για την πρώτη θέση: η αρετή  δεν είναι διδακτή και παρουσιάζεται σε σχήμα ‘‘εν δια δυοίν’’.
  • Τα επιχειρήματα του Σωκράτη είναι σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά, όμως:

Ø Δεν είναι πειστικός όταν στο πρώτο επιχείρημά του χαρακτηρίζει τους Αθηναίους σοφούς στο σύνολό τους.

Ø Δεν είναι πειστικός όταν ισχυρίζεται ότι οι Αθηναίοι δεν έχουν διδαχθεί την πολιτική αρετή από πουθενά όταν γνωρίζουμε ότι από τη νεαρή ηλικία ζούσαν καθημερινά μέσα στα πολιτικά δρώμενα της άμεσης δημοκρατίας κι η συμμέτοχή τους στα κοινά ήταν καθημερινό βίωμα.

Ø Τα επιχειρήματά του είναι περιγραφικά και εμπειρικά, δίνονται με παραδείγματα κι όχι με την αλληλουχία διεισδυτικών σκέψεων όπως θα περιμέναμε από το Σωκράτη.

Ø Παρουσιάζει την εξής αντίφαση: από τη μία προβάλλει τη θέση ότι την πολιτική αρετή την έχουν όλοι κι από την άλλη υποστηρίζει ότι υπάρχουν κάποιοι (οι γιοί του Περικλή) που δεν την έχουν.

  • Ο Πρωταγόρας προτείνει δύο εναλλακτικούς τρόπους για ν’ αποδείξει το διδακτό της αρετής: τη διήγηση ενός  μ ύ θ ο υ ή την παράθεση των επιχειρημάτων του με  δ ι ά λ ε ξ η.

Ο μεγάλος σοφιστής χειρίζεται έτσι το θέμα επιδεικνύοντας την αυτοπεποίθηση και την άνεση με την οποία μπορούσε να χειριστεί όλους τους τρόπους ανάπτυξης ενός θέματος. Ο σεβασμός των θεατών λειτουργεί από την αρχή και αφήνουν τον ίδιο τον Πρωταγόρα να επιλέξει τον τρόπο ανάλυσης της θέσης του, κι ο ίδιος επιλέγει το μύθο, ως χαριέστερο.

Μύθος: Είναι μια φανταστική αφήγηση, που προέρχεται από την παράδοση ή είναι δημιούργημα κάποιου διανοητή. Ένας μύθος έχει χαρακτήρα ποιητικό και συμβολικό. Μπορεί βέβαια ο μύθος να είναι ελκυστικός, όμως δεν είναι επαρκής ως αποδεικτικό στοιχείο και δεν μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα.

————————————————————————————

————————————————————————————

Πρωταγόρας

Λεξιλογικά:Ομόρριζα, Συνώνυμα, Αντώνυμα

  • Ἄγω: αγωγή (ανα-, δι-, προσ-, εισ-, εξ-, συν-, προ-, κατ-, μετ-, παρ, επ-, απ-, υπ-) αγωγή, αγωγός, παιδαγωγός, ευάγωγος, ανάγωγος, άγουσα, άγημα, αγέλη, αγώνας, αγώγιμος, άμαξα, άξονας, (προσ-, εισ-) ακτέος, επείσακτος, παρείσακτος, σύναξη, παρθεναγωγείο, υδραγωγείο, καταγώγιο, λοχαγός, ξεναγός, χορηγός, στρατηγός. Συνώνυμα: κομίζω, ὀδηγῶ, φέρω, ἡγοῦμαι. Αντώνυμα: ἀφίημι, καταλείπω
  • Αἱροῦμαι: αίρεση, (εξ-, συν-, προ-, αν-, καθ-, δι-, αφ-, υφ-) αίρεση, αιρετός, εξαίρετος, αναφαίρε-τος, διαιρέτης, διαιρετός, αυθαίρετος, διαιρετέος, αφαιρετέος. Συνώνυμα: εκλέγω, προτιμῶ, χειροτονῶ
  • Ἀλείφω: άλειμμα, αλοιφή, άλειψη, επάλειψη, εξάλειψη, απάλειψη, ανεξάλειπτος. Συνώνυμα: χρίω, επιχρίω. Αντώνυμα: ἀπαλείφω, ἐξαλείφω, σβέννυμι
  • Ἁμαρτάνω: αμαρτία, αμάρτημα, αναμάρτητος, αμαρτωλός. Συνώνυμα: ἀστοχῶ, ἀποτυγχάνω, σφάλλομαι. Αντώνυμα: τυγχάνω, ἐπιτυγχάνω, εὐστοχῶ, κατορθῶ
  • Γίγνομαι: γένεση, γένος γένια, γονέας, πρόγονος, απόγονος, εγγονός επίγονος, γόνος, αγενής, ευ-γενής, συγγενής, ομογενής, γενητός, αγένητος, συγγένεια, αγένεια, γενετήσιος. Συνώνυμα: εἰμί, γεννῶμαι, ποιοῶμαι, φύομαι. Αντώνυμα: αποθνήσκω
  • Δείκνυμι: (παρά-, υπό-)δείγμα, (έν-, από-, επί-)δειξη, δείκτης, αυταπόδεικτο. Συνώνυμα: δηλῶ, ἐμφαίνω, μηνύω (=φανερώνω), σημαίνω. Αντώνυμα: ἀποκρύπτω, λανθάνω
  • Δέομαι: δέηση, ενδεής Συνώνυμα: ἀντιβολῶ, ἱκετεύω, κελεύω, λιπαρῶ
  • Δέχομαι: (απο-, εκ-)δοχή, δεξιός, δεξαμενή, δοκός, δέκτης, δόκανο, δοχείο, δεκτός (αποδεκτός, απαράδεκτος). Συνώνυμα: λαμβάνω
  • Διδάσκω: διδάσκαλος, διδασκαλία, διδακτήριο, διδακτικός, διδακτός, αδίδακτος, δίδαγμα, διδα-σκαλίστικος, δασκαλοκεντρικός. Συνώνυμα: δείκνυμι, νουθετῶ, παραινῶ, συμβουλεύω. Αντώνυμα: μανθάνω, πυνθάνομαι
  • Δίδωμι: δόση, (διά-, επί-, μετά-)δοση, δώρο, εκδοτήριο, επιδοτήριο, δότης, (προ-, εκ-)δότης, (παρα-)δοτός, παραδοτέος, έκδοτος, ανεπίδοτος, ανέκδοτος, δωσίλογος, δωσίδικος. Συνώνυμα: δωροῦμαι, παρέχω, προσφέρω, ἐπιτρέπω, ἐφίημι. Αντώνυμα: λαμβάνω, δέχομαι, ἀποσπῶ, ἀφαιρῶ
  • Δοκῶ: άδοξος, δόξα, δόγμα, αδόκητος, δόκιμος, ευδόκιμος, αδόκιμος, δοξάζω, δογματικός, δοκιμή, δοκίμιο. Συνώνυμα: νομίζω, ἡγοῦμαι, οἴομαι, φαίνομαι, ὑπολαμβάνω, γιγνώσκω
  • Ἐθίζω: εθισμός, έθιμο, συνήθεια, ασυνήθιστος. Συνώνυμα: ἀσκῶ, γυμνάζω, διδάσκω, παιδεύω
  • Εἰμί: ουσία, (συν-, απ-, εξ-)ουσία, όντως, ουσιώδης, ουσιαστικός, ετυμολογία (<έτυμος=ἐτεός<εἰμί), ετυμηγορία. Συνώνυμα: γίγνομαι, ζῶ, ὑπάρχω. Αντώνυμα: ἄπειμι, θνῄσκω
  • Ἐσθίω: εδωδή (= τροφή), εδώδιμος (= φαγώσιμος), έδεσμα, νηστικός, φαγητό, φαγώσιμος, αφάγω-τος Συνώνυμα: τρώγω, βιβρώσκω. Αντώνυμα: πεινῶ
  • Ἔχω: έξη, μέθεξη, ευεξία, καχεξία, εξής, εφεξής, ηνίοχος, σχήμα, σχέση, σχεδόν, σχολείο, σχόλη, (απ-, εξ-, παρ-, υπέρ-, κατ-, συν-)οχή, ανακωχή, ανθεκτικός, ένοχος, κάτοχος, μέτοχος, κακουχία, ραβδούχος, κλειδούχος, συνταξιούχος. Συνώνυμα: ἄγω, δύναμαι, κρατῶ, φέρω. Αντώνυμα: στεροῦμαι, ἡττῶμαι
  • Ἡγοῦμαι: ηγεμόνας, ηγεμονία, ηγεμονικός, ηγεμονεύω, (εισ-, περι-, αφ-, καθ-, υφ-)ηγητής, ανεκδιήγητος, ηγήτορας, (αφ-, δι-)ήγημα, ηγούμενος. Συνώνυμα: ὁδηγῶ, ἄρχω, βασιλεύω, δυναστεύω, κρατῶ, γιγνώσκω, δοκῶ, νομίζω. Αντώνυμα: ἕπομαι, ἀκολουθῶ
  • Ἥδομαι: ηδονή, ηδονικός, ηδονίζομαι, ηδονισμός, φιλήδονος, ηδονοθηρία, ηδονοβλεψίας. Συνώ-νυμα: ἀγάλλομαι, εὐφραίνομαι, χαίρω, τέρπομαι. Αντώνυμα: ἀνιῶμαι, ἄχθομαι, λυποῦμαι, ἀθυμῶ, θλίβομαι
  • Θαρρῶ: θάρρος, θράσος, θαρραλέος, θαρρετός, ευθαρσής, ευθαρσώς, ενθαρρύνω, αποθαρρύνω, (εν-)αποθαρρυντικός. Συνώνυμα: εὐθαρςῶ, τολμῶ, καρτερῶ, ἐπιρρώνυμαι. Αντώνυμα: δέδοικα, φοβοῦμαι, ὀκνῶ
  • Θεωρῶ: θεώρημα, θεώρηση, (ανα-, επι-) θεώρηση, θεωρία, θεωρητικός, αθεώρητος, δυσθεώρητος, επιθεωρητής, αναθεωρητής, αναθεωρητικός, θεωρείο. Συνώνυμα: θεῶμαι, ὁρῶ, σκοπῶ, προσέχω, παρατηρῶ, ἀμελῶ, ὀλιγωρῶ
  • Ἵσταμαι: στάση, σταθμός, στήλη, ιστός, ορθοστάτης, (επι-,απο-, προ-)στάτης, στάθμη, στάδιο, στατήρας, σταθερός, ασταθής, (συ-, εκ-)στατικός, (διά-, από-, περί-, εν- έκ-, σύ-, ανά-, κατά-, μετά-, παρά-, αντί-)σταση, συστάδην, ασύστατος, σύστημα. Συνώνυμα: ἐγείρω, ὀρθῶ, τάττω, ἱδρύω, πήγνυμι
  • Καλῶ: κλήση, κλητήρας, κλητός, κλήτευση, απρόσκλητος, εκκλησία, εκκλησιάζομαι, εκκλησιαστικός, πρόκληση, απρόκλητος, σύγκλητος, έγκλημα, εγκληματικός. Συνώνυμα: ὀνομάζω, προσαγορεύω, κλητεύω, φωνάζω, φωνῶ
  • Κεῖμαι: κοίτη, κοιμάμαι, κείμενο, ωκεανός, κειμήλιο
  • Κλίνω: κλίση, παρέκκλιση, σύγκλιση, κλίνη, κλίμακα, επικλινής, κλιτύς (=πλαγιά), κλιτός, κλίμα, ανάκλιντρο. Συνώνυμα: ῥέπω, τρέπω, στρέφω. Αντώνυμα: ὀρθῶ
  • Λαμβάνω: λήψη, (συλ-, προσ-, προ-, ανα-, κατά-, περί-, αντί-, μετά-, υπό)λήψη, λαβή, χειρολαβή, παραλαβή, απολαβή, λάφυρο, λαβίδα, εργολάβος, εργολαβία, εργολήπτης, παραλήπτης, λήμμα, (κα-τά-, ακατά-, ευ-, επί-, ανεπί-, ασύλ-) ληπτός, ευυπόληπτος, ανυπόληπτος, επιλήψιμος. Συνώνυμα: αἱρῶ, δέχομαι
  • Λανθάνω: λήθη, λάθρα, λαθραίος, αληθινός, επιλήσμονας, αληθεύω, άληστος (=αλησμόνητος), λήθαργος, λάθος, λαθροκυνηγός, λαθρεπιβάτης, λαθραναγνώστης. Συνώνυμα: διαφεύγω, κρύπτομαι, ἀμνημονῶ. Αντώνυμα: μέμνημαι, μνημονεύω, φαίνομαι
  • Λέγω: λέξη, λεκτικός, λέσχη, αδολέσχης (= φλύαρος), λόγος, (εύ-, επί-, έλ- < έν, πρό-, ανά-, κατά-, διά-, παρά-, αντί-, υπό-) λόγος, σπερμολόγος, θεολόγος, πολυλογάς, λογίζομαι, απολογούμαι, λογύ-δριο, λογικός, λογικεύομαι, λογαριάζω, δυσλεξία, δυσλεκτικός, ρήμα, ρήτορας, ρητορικός, ρήση, ειρήνη, αντίρρηση, πρόρρηση, ρήτρα, έπος, καλλιέπεια, ορθοεπής, ρητός, άρρητος, απόρρητος. Συ-νώνυμα: ἀγορεύω, δημηγορῶ, διεξέρχομαι, φάσκω, φημί, φθέγγομαι, φράζω. Αντώνυμα: σιωπῶ, σιγῶ
  • Λείπω: διάλειμμα, έλλειμμα, υπόλειμμα, ελλιπής, λιποτάκτης, λιποταξία, λοιπός, υπόλοιπος, κατά-λοιπο, έλλειψη, έκλειψη, λείψανο, αδιάλειπτος (-α), λοίσθιος (= έσχατος), εγκατάλειψη, λιπόψυχος, λιποψυχία, λιποψυχώ, ελλιποβαρής, ελλειμματικός. Συνώνυμα: ἀφίημι, ἐῶ. Αντώνυμα: λαμβάνω, καρποῦμαι, χρῶμαι
  • Λυποῦμαι: λύπη, (συλ-) λυπητήριος, αξιολύπητος, αλύπητος. Συνώνυμα: ἀθυμῶ, ἀλγῶ, ἀνιῶμαι, ἄχθομαι, θλίβομαι. Αντώνυμα: ἀγάλλομαι, γέγηθα, εὐφραίνομαι, ἥδομαι, τέρπομαι, χαίρω
  • Μαρτυρῶ: μαρτυρία, μάρτυρας, μαρτύριο, μαρτυρικός, Συνώνυμα: βεβαιῶ, ὁμολογῶ, μηνύω, εἰσαγγέλλω
  • Μείγνυμι: μείξη, (ανά-, πρόσ-)μειξη, μείγμα, μικτός, μιγάδας, μιγαδικός, σμίγω, αμιγής. Συνώνυμα: κεράννυμι, συνάππτω, συναρμόττω
  • Κεράννυμι: κράση, κράμα, κρασί, κρατήρας, κέρασμα, ακέραστος, εύκρατος, άκρατος. Συνώνυμα: μείγνυμι, συγχέω, φύρω
  • Μηχανῶμαι: αμήχανος, μηχανικός, μηχάνημα, βιομήχανος, βιομηχανικός, πολυμήχανος. Συνώνυμα: ἐπινοῶ, εὑρίσκω, τεχνῶμαι
  • Μένω: μόνος, μένος, μονή, (δια-, επι-, υπο-, πάρα-, εμ-) μονή, μόνιμος, μονάζω, μενετός, Μενέλαος. Αντώνυμα: ἀπέρχομαι, ἀποδιδράσκω, δραπετεύω, φεύγω, κινοῦμαι
  • Νέμω: νόμος, (δια-, κατα-)νομή, νόμιμος, νομικός, παράνομος, σύννομος, άνομος, νομιμοποιώ, ανέμητος (=αδιαίρετος), νέμεση, νομός, νομάς, νομαδικός, διανομέας, αδιανέμητος. Συνώνυμα: διαδίδωμι, διαμερίζω, παρέχω. Αντώνυμα: λαμβάνω, ἀφαιρῶ, καρποῦμαι
  • Οἶδα: είδηση, ειδήμονας, συνείδηση, ιστορία, ιστορικός, ιστορώ Συνώνυμα: γιγνώσκω, ἐπίσταμαι, αἰσθάνομαι, ἐπαΐω. Αντώνυμα: Ἀγνοῶ
  • Οἰκοδομῶ: οικοδόμος, οικοδομή, οικοδομήσιμος, οικοδομικός, ανοικοδόμηση
  • Οἰκῶ: οίκος, (δι-) οικητής, (επ-, συν-, κατ-, απ-, μετ-, περί-) οίκος, κατοικία, ακατοίκητος, (δι-, συν-, κατ-, μετ-, επ-, απ-) οίκηση, οικέτης (=δούλος του σπιτιού), οικήτορας, οικιστής, οίκημα, οική-σιμος, κατοικήσιμος, διοικητικός, διοικητήριο. Συνώνυμα: (α. κατοικώ:) διατρίβω, διαιτῶμαι (β. κυ-βερνώ:) ἄρχω, κυβερνῶ
  • Ὀρθῶ: (κατ-, δι-) όρθωμα, (δι-, αν-, επαν-) όρθωση, αδιόρθωτος, ανορθωτής, διορθωτής, διορθω-τικός. Συνώνυμα: ἀνίστημι, ἐγείρω, διασώζω, ὑψόω-ῶ. Αντώνυμα: καταβάλλω, καθαιρῶ, κρημνίζω
  • Ὁρίζω: ορισμός (καθ-, δι-, αφ-, προ-, περί-) ορισμός, προσδιορισμός, ο όρος, όριο, οριστής, (αφ-, καθ-) οριστικός, απεριόριστος (-α), ορισμένος. Συνώνυμα: διακρίνω, διαστέλλω, διαχωρίζω
  • Ὁρῶ: όραμα, οραματίζομαι, οραματιστής, ορατός, αόρατος, όραση, ενόραση, διόραση, αυτόπτης, επόπτης, μάτι < ὁμμάτιον < ὅμμα, οπτικός, μύωπας, μυωπία, οφθαλμός < οπ + θάλαμος, όψη, κάτοψη, σύνοψη, άποψη, πρόσοψη, ύποπτος, (περί-, ευσύν-, ανύπ-) οπτος, κάτοπτρο, προσόψιο, όφις, είδος, είδωλο, ειδύλλιο, ιδέα. Συνώνυμα: θεῶμαι, θεωρῶ, σκοπῶ, βλέπω. Αντώνυμα: τυφλώττω, ἀβλεπτῶ
  • Πείθω: πειθώ, πείσμα, πεισματάρης, πεισματικός, πειστικός, πίστη, πιστός, (ά-, .έν-, εύ-, δύσ-)πιστος, (α-, .ευ-, δυσ-)πιστία, εμπιστοσύνη, πιθανός, πιθανότητα, απίθανος, πεποίθηση. Συνώνυμα: βιάζομαι, ἀναγκάζω
  • Ποιῶ: ποίημα, ποίηση, (εκ-, προσ-, μετά-, πάρα-, αντί-, περί-, απο-) ποίηση, προσποιητός, χειρο-ποίητος, ποιότητα, ποιοτικός. Συνώνυμα: δρῶ, ἐργάζομαι, πράττω, τελῶ, κατασκευάζω Αντώνυμα: πάσχω, υπομένω, γίγνομαι
  • Πράττω: πράγμα, πράξη, πράκτορας, πρακτορείο, εισπράκτορας, πρακτικός, άπρακτος, δυσπρα-γία, ευπραγία, μονόπρακτο, απράγμονας, πολυπράγμονος. Συνώνυμα: δρῶ, ποιῶ, ἐργάζομαι, ἐπιτελῶ
  • Ῥίπτω: ρίψη, απόρριψη, απορριπτέος, ρίψασπις, ριπή, ριψοκινδυνεύω, ακατάρριπτος, απορρίμματα. Συνώνυμα: βάλλω, ἵημι
  • Σκοπῶ: σκέψη, (επι-, συ-, περί-, διά-) σκεψη, σκοπός, επίσκοπος, επισκοπή, επισκόπηση, επισκέπτης, επισκοπικός, αρχιεπίσκοπος, αρχιεπισκοπή, αρχιεπισκοπικός. Συνώνυμα: ἐπιθυμῶ, παρατηρῶ, ἐξετάζω, ἐπιτηρῶ, ἀναλογίζομαι
  • Στοχάζομαι: στοχασμός, στόχος, στόχαση, άστοχος, εύστοχος, στοχαστής, στοχαστικός, στόχα-στρο, αστόχαστος. Συνώνυμα: διαννοοῦμαι, συλλογίζομαι, σκοπεύω, στοχεύω, τεκμαίρομαι, κρίνω, ἐννοοῦμαί τι. Αντώνυμα: ἁμαρτάνω τινός, ἀποτυγχάνω, ἀστοχῶ
  • Στρέφω: στροφή, στρέμμα, στρέψη, (ανα-)στρέψιμος, στρόφιγγα, στρόβιλος, στροβιλίζω, στροβιλισμός, (εξω-, εσω-)στρεφής, ανεπιστρεπτί (= επίρρ.: χωρίς επιστροφή), στρεβλός, στραβός, στραβώνω, στραβίζω, στραβισμός. Συνώνυμα: κλίνω, τρέπω. Αντώνυμα: ἐῶ, εὐθύνω
  • Τελειοῦμαι: τελείωση, τελείωμα, τελειωτικός, ατελής, ευτελής, τέλειος, τελώ, τελετή, τέλεση, αποτέλεσμα
  • Φέρω: φόρος, φορά (ανα-, συμ-, εκ-, εισ-, προσ-, προ-, κατά-, δια-,μετά-, περί-, υπο-)φορά, φοράδα, φορέας, αμφορέας, φόρτος, φέρετρο, φαρέτρα, φορείο, δίφρος, ασύμφορος, διάφορος, εύφορος, φερέγγυος, φερνή (= προίκα), πολύφερνος, διηνεκής, πυρφόρος, υδροφόρος, λεωφόρος, λεωφορείο, ευεπίφορος (= επιρρεπής), ανυπόφορος, δορυφόρος, φορώ, διένεξη, φωριαμός, αυτόφωρο. Συνώνυμα: ἄγω, ἔχω, κομίζω, ἀνέχομαι, ὑπομένω, ὑφίσταμαι
  • Φημί: φήμη, κατάφαση, (δια-, δυσ-)φημίζω, διαφήμιση, φωνή, άφατος, αφασία, προφήτης, προφητικός, προφητεύω, προφητεία. Συνώνυμα: λέγω, φάσκω, φράζω. Αντώνυμα: ἀπόφημι, ἀρνοῦμαι, σιγῶ, σιωπῶ
  • Φθείρω: φθορά, φθαρτός, άφθαρτος, αδιάφθορος, ψυχοφθόρος. Συνώνυμα: ἀπόλλυμαι, ἀφανίζομαι, λυμαίνομαι, λωβῶμαι. Αντώνυμα: σῴζω, λύω
  • Φοβοῦμαι: φόβος, φόβητρο, φοβία, άφοβος, φοβίζω, φοβερός, επίφοβος, φοβερίζω, φοβέρα. Συνώ-νυμα: δέδοικα, ὀκνῶ, πτήσσω, ὀρρωδῶ. Αντώνυμα: θαρρῶ, τολμῶ, θαρρύνω
  • Φύω: φύση, φυτό, φυτικός, φυτεύω, παραφυάδα, έμφυτος, σύμφυτος, φύλο, φύλλο, εμφύλιος, φυή, φυλή, φυλετικός, ευφυής, ευφυΐα
  • Χαίρω: χάρη, χαρά, χάρμα, χαρίζω, χαριτωμένος, περιχαρής, χαρμόσυνος, χαρωπός, χαιρέκακος. Συνώνυμα: ἀγάλλομαι, εὐθυμῶ, γέγηθα, ἥδομαι, τέρπομαι. Αντώνυμα: ἀθυμῶ, ἀνιῶμαι, ἄχθομαι, ἀσχάλλω, θλίβομαι, λυποῦμαι
  • Χρῶμαι: χρεία, χρέος, χρήση, χρήσιμος, χρηστός, χρηστότητα, εύχρηστος, άχρηστος, (κατα-)χρηστικός, χρησιμεύω, καταχραστής. Συνώνυμα: μεταχειρίζομαι, ἔχω, κτῶμαι
Κατηγορίες: Αρχαία Ελληνικά Θεωρ. Κατ. Γ΄ Λυκ. | Γράψτε σχόλιο