Ο Κλωντ Μονέ (Claude Oscar Monet, 1840 – 1926) ήταν Γάλλος ζωγράφος και ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κινήματος του Ιμπρεσιονισμού.
Το κίνημα του Ιμπρεσιονισμού διαμορφώθηκε μεταξύ 1860 και 1870 στη γαλλική ζωγραφική και κυριάρχησε για ένα διάστημα στον διεθνή καλλιτεχνικό ορίζοντα. Αφορμή της ονομασίας έδωσε ένας πίνακας του Μονέ με τίτλο Impression, soleil levant, 1872 (Εντύπωση, ανατολή ηλίου). Ο τίτλος του πίνακα ενέπνευσε τον κριτικό τέχνης Λουί Λερουά (Louis Leroy) στη χρήση του όρου Ιμπρεσιονισμός για να χαρακτηρίσει μια ομάδα καλλιτεχνών στο Παρίσι.
Οι ιμπρεσιονιστές, εγκαταλείπουν το εργαστήρι τους και ξανοίγονται στη φύση, όπου ζωγραφίζουν. Βασικό χαρακτηριστικό της τέχνης τους είναι η απεικόνιση φευγαλέων εντυπώσεων που δημιουργούνται στο ανθρώπινο μάτι από το παιχνίδισμα του φωτός πάνω στο αντικείμενο σε μια ορισμένη χρονική στιγμή. Οι χρωματικές διαφοροποιήσεις προκαλούνται από την αλλαγή της θέσης του ήλιου και τις ατμοσφαιρικές συνθήκες. Ουσιαστικά, ο Ιμπρεσιονισμός δεν ενδιαφέρεται για την απεικόνιση των αντικειμένων αυτών καθαυτών, αλλά για τη χρωματική εντύπωση που προκαλούν σε σχέση με το φως που επικρατεί.
Στις δεκαετίες του 1880 και του 1890, ο Μονέ ξεκίνησε να ζωγραφίζει σειρές πινάκων, όλων βασισμένων σε ένα κοινό θέμα, το οποίο όμως απέδιδε κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο ή με διαφορετική τεχνοτροπία. Σκοπός του ήταν να αποδώσει την αλλαγή του φωτός και των εποχών.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι πίνακες του, που απεικονίζουν τον προσωπικό του κήπο, στην οικία του στο Ζιβερνύ. Το διάστημα 1883-1908, ταξίδεψε στη Μεσόγειο, γεγονός που τον ενέπνευσε για την δημιουργία μιας σειράς τοπίων.
Μια γιαπωνέζικη γέφυρα υψώνεται πάνω από μια κατάμεστη με ροδαλά νούφαρα λίμνη. Γύρω της η πρασινάδα ξεχειλίζει, προσδίδοντας μια παραδείσια αίσθηση γαλήνης. Οι φωτεινοί τόνοι αντιπαραβάλλονται με τους σκοτεινούς, αποδίδοντας με πιστότητα τα παιχνίδια των ηλιαχτίδων με τα δέντρα και την επιφάνεια του νερού. Τα πάντα μοιάζουν να αναβλύζουν ζωή, σαν δροσοσταλίδες που αναπνέουν πάνω στα νούφαρα.
Οι τόνοι του πράσινου συμπληρώνονται με ερυθρές σκιές – για πρώτη φορά καθίσταται τόσο σημαντικός ο ρόλος των συμπληρωματικών χρωμάτων. Το μαύρο απέχει ολοκληρωτικά, τόσο από το συγκεκριμένο, όσο και από όλα τα έργα των Ιμπρεσιονιστών. Οι σκοτεινοί τόνοι αποδίδονται με έναν συνδυασμό συμπληρωματικών και γκριζοπράσινων χρωματισμών. Οι φωτεινοί τόνοι βάφονται κίτρινοι, αντλώντας από την πηγή του φωτός. Ο Ιμπρεσιονισμός αδιαφορεί για το περίγραμμα – το χρώμα είναι το παν, οι ελεύθερες πινελιές ξεχωρίζουν πάνω στον καμβά, δίχως τα καλογυαλισμένα, ομαλά περάσματα του παρελθόντος. Δεν υπάρχουν εξάλλου τέτοια περάσματα στη στιγμιαία οπτική εντύπωση. Το ίδιο δέντρο, αλλού μοιάζει κίτρινο, αλλού πράσινο, αλλό χαμένο σε μια ερυθροπράσινη σκιά. Απότομα, δίχως μεταβάσεις.
Τα ίδια νούφαρα στη λίμνη έμελλε να πρωταγωνιστήσουν, εξάλλου, σε μια πασίγνωστη σειρά έργων του Μονέ. Τα ίδια νούφαρα, υπό διαφορετικές οπτικές συνθήκες, με άλλο φωτισμό και άλλους συνδυασμούς χρωμάτων.
Δεν είναι τυχαίο που τα έργα των Ιμπρεσιονιστών συνιστούν ίσως την πρώτη πηγή μελέτης των σπουδαστών τέχνης, πάνω στη θεωρία και την εφαρμογή του χρώματος.
ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΩΝ ΤΑΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ -4ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ