Μουσική

25 Νοεμβρίου, 2014


“Γηράσκω αεί διδασκόμενος, γηράσκων δε εθέλω μη διδάσκεσθαι υπό … gadgets μόνον”

25 Νοεμβρίου, 2014

[…] Είναι πραγματικά παράξενο, ή και αξιοθρήνητο, το φαινόμενο όπου ο εκπαιδευτικός πηγαίνει από μαθητή σε μαθητή για να βοηθήσει καθέναν ξεχωριστά στον υπολογιστή του. Αυτό δεν λέγεται διδασκαλία. Αυτό είναι μηχανογραφική υποστήριξη. Οι υπολογιστές είναι εκπληκτικοί, συμφωνώ. Αλλά, όπως και να το κάνουμε, οι δάσκαλοι διδάσκουν και οι υπολογιστές υπολογίζουν.

Διαβάστε όλο το άρθρο »


Απαντήσεις θεμάτων στα “ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ” θεωρητικής κατεύθυνσης

30 Μαΐου, 2008

Αρχαία Ελληνικά Γ΄ Λυκείου Θεωρητικής κατεύθυνσης

Απαντήσεις

  Α. Μετάφραση διδαγμένου   Έτσι λοιπόν κάθε ειδικός αποφεύγει την υπερβολή και την έλλειψη, ενώ ψάχνει να βρει το μέσο και αυτό προτιμά, όχι το από καθαρά ποσοτική άποψη μέσο αλλά το σχετικό με τον εαυτό μας.    Αν λοιπόν κάθε τέχνη με αυτόν τον τρόπο εκπληρώνει σωστά το έργο της, αποβλέποντας δηλαδή στο μέσο και οδηγώντας προς αυτό τα έργα της (γι’ αυτό συνηθίζουν να προσθέτουν στο τέλος για τα τέλεια έργα ότι δεν είναι δυνατό ούτε να αφαιρέσουμε ούτε να προσθέσουμε τίποτα, γιατί η υπερβολή και η έλλειψη φθείρουν την τελειότητα, ενώ η μεσότητα την διαφυλάσσει και οι καλοί τεχνίτες, όπως λέμε, εργάζονται αποβλέποντας σ’ αυτήν), και αν η αρετή είναι ακριβέστερη και ανώτερη από κάθε τέχνη, όπως ακριβώς και η φύση, μπορεί να έχει για στόχο της το μέσο. Και εννοώ την ηθική αρετή? γιατί αυτή είναι σχετική με τα συναισθήματα και τις πράξεις και σ’ αυτά υπάρχει υπερβολή και έλλειψη και το μέσο. Β1. Ο Αριστοτέλης στην προσπάθειά του να προσδιορίσει την έννοια της ηθικής αρετής ως μεσότητας, κρίνει απαραίτητο να κάνει απολύτως κατανοητό τον καθορισμό του «μέσου». Ο καθορισμός λοιπόν του μέσου επιτυγχάνεται με κριτήρια τόσο αντικειμενικά όσο και υποκειμενικά. Ο φιλόσοφος ξεκινά από την αντικειμενική θεώρηση της μεσότητας («κατά αυτό το πράγμα»), που έχει ως μέτρο τα ίδια τα πράγματα, προκύπτει από αυτά ως αποτέλεσμα επιστημονικής γνώσης, δεν επιδέχεται αμφισβήτηση και παρερμηνείες και ισχύει παντού και πάντα. Στην συνέχεια περνάει στην υποκειμενική θεώρηση της μεσότητας («προς ?μ?ς»), που έχει ως μέτρο τον εαυτό μας, δηλαδή τις ανάγκες μας, τις απόψεις μας, την κατ?στασ? μας κ.τ.λ. Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τις εκφράσεις “κατ’ α?τ? τ? πρ?γμα” και “πρ?ς ?μ?ς”? οι δικές μας λέξεις ? όροι αντικειμενικός και υποκειμενικός είναι καινούργια αποκτήματα του νεοελληνικού λόγου.

   Υποστηρίζει λοιπόν ότι κάθε πράγμα που είναι συνεχές και διαιρετό μπορεί να χωριστεί είτε σε ένα μεγαλύτερο («υπερβολή») κι ένα μικρότερο μέρος («έλλειψη») είτε σε δύο ίσα μέρη. Σε κάθε τέτοιο πράγμα υπάρχει το μέσο, το οποίο μπορεί να είναι:

    α) μέσο με μέτρο τα ίδια τα πράγματα (αντικειμενικά κριτήρια), όπου το μέσο απέχει εξίσου από τα δύο άκρα και είναι το ίδιο για όλους? ως παράδειγμα φέρνει τους αριθμούς από το 2 ως το 10, όπου μέσο για όλους είναι το 6,

    β) μέσο με μέτρο τον εαυτό μας (υποκειμενικά κριτήρια), όπου το μέσο δεν είναι ούτε πάρα πολύ ούτε πολύ λίγο, ούτε είναι ένα και το ίδιο για όλους, αλλά διαφέρει για τον κάθε άνθρωπο και σε κάθε περίπτωση? ως παράδειγμα εδώ φέρνει τους αθλητές: αν για κάποιους αθλητές οι δέκα μερίδες φαγητού είναι πολλές ενώ οι δύο λίγες, αυτό δεν σημαίνει άτι οι έξι μερίδες είναι το μέσο για όλους, αλλά για τον καθένα διαφέρει, ανάλογα με τις ικαν?τητ?ς του, το πόσο γυμνασμένος είναι κ.τ.λ.

    Κάθε ?πιστ?μων” (άνθρωπος που ξέρει) αποφεύγει την υπερβολή και την έλλειψη, ψάχνει να βρει και επιλέγει το μέσο, το οποίο προσδιορίζεται με υποκειμενικά κριτήρια και είναι ακριβώς το μέσο που σχετίζεται με την αρετή. Ο στόχος του Αριστοτέλη στην ενότητα αυτή είναι να δείξει την φύση της αρετής ως μεσότητας? κάθε αρετή είναι το μέσο, δηλαδή η σωστή συμπεριφορά, ανάμεσα στα δύο άκρα, την υπερβολή και την έλλειψη, που είναι οι λανθασμένες συμπεριφορές. Είναι φανερό ότι με την υποκειμενική, την ξεχωριστή δηλαδή για κάθε συγκεκριμένο άτομο μεσότητα που δέχθηκε για την ηθική αρετή, ο Αριστοτέλης έκανε την αρετή αυτή υπόθεση του καθενός. Ο καθένας μετά λόγου γνώσεως, αναζητεί για τον εαυτό του το δικό του μέσον και ορίζει ο ίδιος στον εαυτό του τον τρόπο με τον οποίο θα το πετύχει.

Β2. Ο όρος «επιστήμη» στην ενότητα αυτή δεν χρησιμοποιείται με τη μέχρι και σήμερα συνηθισμένη σημασία του (= η συστηματοποιημένη γνώση), αλλά έχει περίπου το ίδιο σημασιολογικό περιεχόμενο με τον όρο «τέχνη». Ο φιλόσοφος συνδέει την ηθική αρετή με την τέχνη και την φύση, αφού και οι τρεις έχουν ως κοινό γνώρισμα τη δυνατότητα δημιουργίας κάποιας μορφής: η τέχνη μορφοποιεί το υλικό της, η φύση δημιουργεί επίσης μορφές, η αρετή δίνει μορφή στην προσωπικότητα του ανθρώπου.

    Κατόπιν, ο Αριστοτέλης επιχειρεί την μεταξύ των τριών αυτών εννοιών σύγκριση και βρίσκει ότι η αρετή είναι ανώτερη και ακριβέστερη από κάθε τέχνη, όπως και η φύση. Συγκεκριμένα:

    α. η φύση είναι ανώτερη από την τέχνη και για τον λόγο αυτό η τέχνη μιμείται την φύση. Στεκόμαστε με θαυμασμό μπροστά στα έργα της τέχνης, δεν πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε ότι κανένα έργο τέχνης δεν θα μπορούσε να γεννηθεί από μόνο του, αλλά χρειάζεται ο άνθρωπος που θα το κατασκευάσει? επομένως, η αρχή της γένεσής του βρίσκεται έξω από αυτό το ίδιο, βρίσκεται στον άνθρωπο που το κατασκευάζει. Από τη στιγμή της γένεσής του το έργο τέχνης παραμένει αμετάβλητο, δεν κινείται ούτε τείνει πουθενά? η τέχνη λοιπόν δε είναι παρά μίμηση της φύσης. Σε ό,τι αφορά όμως τα δημιουργήματα της φύσης, αυτά έχουν μέσα στον ίδιο τον εαυτό τους την αρχή της αύξησής τους? αυτό θα πει ότι από τη στιγμή που θα γεννηθεί κάτι από την φύση, αρχίζει σε αυτό ανεξάρτητα από την θέλησή του μια διαδικασία, που θα ακολουθήσει μια από πριν καθορισμένη πορεία, που θα οδηγήσει το φυσικό ον στην τελείωσή του, στην τελειότερη μορφή του.

    β. η αρετή είναι ανώτερη και ακριβέστερη από την τέχνη, γιατί μορφοποιεί στην ουσία του τον άνθρωπο. Όπως το καθετί στη φύση εξελίσσεται συνεχώς, ώσπου να φτάσει σε μια στιγμή κορύφωσης, το ίδιο γίνεται και με την ψυχή του ανθρώπου: και για αυτήν υπάρχει ένα τέλος, που όταν φτάσει, έχει φτάσει στο ψηλότερο σκαλί της τελείωσής της? το σημείο αυτό προς το οποίο τείνει η ψυχή είναι η αρετή, δηλαδή η αρετή είναι η τελειότητα της ψυχής.

Β3. Η απάντηση του θέματος βρίσκεται στο σχολικό βιβλίο: σελ. 152 ? 153 «Η ψυχή του ανθρώπου, είπε ο Αριστοτέλης ? και διανοητικές».

Β4.  λεκτικός, λογικός ?

        λήμμα, κατάληψη ?

        αρχαιρεσίες, αιρετικός ?

        διαγωγή, στρατηγός ?

       θήκη, νομοθέτης ?

 Γ. Μετάφραση αδίδακτου

    Εγώ λοιπόν διατύπωσα την κατηγορία όσο καλύτερα μπορούσα, γνωρίζω καλά όμως ότι από τη μια οι υπόλοιποι από τους ακροατές απορούν, με ποιο τρόπο άραγε μπόρεσα να αποκαλύψω τόσο λεπτομερώς τα παραπτώματα αυτών, ενώ από την άλλη αυτός γελά εις βάρος μου, διότι δεν έχω αναφέρει ούτε το ελάχιστο μέρος από τις κακές ιδιότητες που υπάρχουν σε αυτούς.Εσείς λοιπόν, αφού βάλετε στο νου σας και όσα έχουν ειπωθεί και όσα έχουν παραλειφθεί, καταδικάστε αυτόν πολύ αυστηρά, έχοντας διαρκώς στη μνήμη σας ότι αφενός είναι ένοχος με βάση την (έγγραφη) καταγγελία και αφετέρου ότι είναι μεγάλο ευτύχημα (δώρο της τύχης) για την πόλη η απαλλαγή από τέτοιου είδους πολίτες. Διάβασέ τους λοιπόν τους νόμους και τους όρκους και την καταγγελία.

Γ1α.

καταγελ?εν, ε?πετε, ?ξευρίσκειν, καταψηφιο?νται, παραλέλειπται. 

Γ1β.

ταύταις, ?μαρτήμασι(ν), μάλα, μεγίστας, πόλι.

 Γ2α. ·         Επιθετική ουσιαστικοποιημένη μετοχή ως γενική διαιρετική στη λέξη «ο? ?λλοι» (ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός)

·         Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο του «?δυνήθην»

·         Γενική υποκειμενική στη λέξη «?μαρτήματα» (ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός)

·         Επιρρηματική χρονική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο του ρήματος της κύριας πρότασης (η συγχρονία πάντως της συγκεκριμένης μετοχής με την προηγηθείσα μετοχή «?ναλογισάμενοι» μου επέτρεψε και τον τύπο που επέλεξα κατά την μετάφραση)

·         Επιθετικός προσδιορισμός στη λέξη «πολιτ?ν» (ομοιόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός).

 Γ2β.

«?πως ? ?μαρτήματα»: δευτερεύουσα πλάγια ερωτηματική πρόταση μερικής αγνοίας, εισάγεται με το αναφορικό επίρρημα «?πως», εκφέρεται με έγκλιση οριστική διότι δηλώνει γεγονός πραγματικό, είναι ονοματική και λειτουργεί ως αντικείμενο του ρήματος «θαυμάζουσιν» (ψυχικού πάθους σημαντικού).

«?τι ο?δέ ? κακ?ν»: δευτερεύουσα αιτιολογική πρόταση, εισάγεται με τον αιτιολογικό σύνδεσμο «?τι» (αντικειμενική αιτιολογία), εκφέρεται με έγκλιση οριστική γιατί εκφράζει πραγματικό γεγονός, είναι επιρρηματική πρόταση κει λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του (αναγκαστικού) αιτίου στο ρήμα «καταγελ?».

    

Καρράς Ηλ. ΓεώργιοςΦιλόλογος 

             


Ιστορία γενικής παιδείας:Η Οδύσσεια ενός «συγχρόνου» μαθήματος

4 Μαΐου, 2008

Η Οδύσσεια ενός «συγχρόνου» μαθήματος

Αποτιμώντας κάποιος την έμπρακτη εφαρμογή της πολλά υποσχομένης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, δεν θα αστοχούσε αν έλεγε ότι «θύμα» της υπήρξε το μάθημα της Ιστορίας γενικής παιδείας Γ΄ Λυκείου. Αφού πρώτα απαξιώθηκε ως προς την βαρύτητά του για το εξεταστικό μοντέλο, η φετινή σχολική χρονιά θα αποτελέσει κατά την άποψη πολλών διδασκόντων την ταφόπλακα του.

Όλα τα προηγούμενα έτη, μολονότι η ιστορική γνώση συμπληρωνόταν σε δύο (2) τεύχη, η εξεταστέα ύλη περιοριζόταν αναφανδόν σε ικανοποιητικά όρια και το γεγονός αυτό παρείχε την δυνατότητα στους διδάσκοντες να το ολοκληρώσουν μέσα στα ήδη ασφυκτικά πλαίσια του ωρολογίου προγράμματος. Για πρώτη φορά όμως εφέτος η διδακτέα ύλη του περί ου ο λόγος μαθήματος, αν και μάθημα γενικής παιδείας, επεξετάθηκε ούτε λίγο ούτε πολύ σε όλες τις σελίδες του σχολικού εγχειριδίου, απαιτώντας «ντοπαρισμένους» διδάσκοντες αφενός και ακάματους διδασκομένους αφετέρου, για να ξεδιπλώσουν τις ιστορικές πληροφορίες που σε αρκετές περιπτώσεις εμφανίζονται με την μοντέρνα μορφή των sms. Αξίζει εδώ να υπενθυμίσω ότι το χρονικό εύρος των ιστορουμένων παραμένει ακριβώς το ίδιο (1815 έως τα τελευταία έτη).

Το δυσοίωνο μέλλον του μαθήματος είχε προδιαγραφεί από την μεταρρύθμιση της μεταρρύθμισης, ορίζοντας σε έξι τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα αντί των εννέα που ίσχυαν ως τότε. Η πολύ μικρότερης ύλης Βιολογία γρήγορα μονοπώλησε τις προτιμήσεις των υποψηφίων. Μια απλή στατιστική μελέτη στα στοιχεία των υποψηφίων στις πανελλαδικές εξετάσεις νομίζω πως θα επιρρώσει την παραπάνω άποψη και θα αποδείξει την φθίνουσα πορεία του μαθήματος στις μαθητικές προτιμήσεις. Πολύ φοβούμαι ότι η εφετινή χρονιά θα αποτελέσει το ρέκβιεμ του εν λόγω μαθήματος, διότι πιθανολογείται πως θα είναι πολύ μικρός (μονοψήφιος ίσως) ο αριθμός των μαθητών εκείνων που θα το προτιμήσουν ως δεύτερο μάθημα επιλογής.

Ασφαλώς η λύση του προβλήματος δεν θα ήταν να πέσει στον Καιάδα η Βιολογία αλλά η διδακτέα ύλη να περιοριστεί στα λογικά πλαίσια και όρια, ώστε να καταστεί και η Ιστορία γενικής παιδείας ένας αξιόμαχος ανταγωνιστής.

Καρράς Ηλ. Γεώργιος

Φιλόλογος (Γυμνάσιο Νεοχωρίου)